Του Παναγιώτη Κακαλη
«Πράσινο φως» για την απρόσκοπτη εφαρμογή της στρατηγικής εξόδου από την καπιταλιστική κρίση προς όφελος του κεφαλαίου, με την κωδική ονομασία «ανάπτυξη με μεταρρυθμίσεις», συνιστά επί της ουσίας το αποτέλεσμα των διπλών εκλογών (αυτοδιοικητικών και ευρωεκλογών). Ταυτόχρονα το εκλογικό αποτέλεσμα αναδεικνύει με κραυγαλέο τρόπο την απουσία αντίπαλου πόλου που θα αμφισβητήσει έμπρακτα την κυρίαρχη πολιτική και θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την ανατροπή της σε ρήξη με την ΕΕ και τον καπιταλισμό.
Από μια άποψη έρχεται να επιβεβαιώσει ότι βρισκόμαστε στην απαρχή μιας σκοτεινής εποχής, απρόβλεπτης διάρκειας, με κύριο χαρακτηριστικό την διαρκώς αυξανόμενη φτωχοποίηση και εξαθλίωση των λαικών στρωμάτων και το εργατικό -λαικό κίνημα ανοργάνωτο και «πατημένο στο σβέρκο». Μόνο αθεράπευτα αφελείς ή λαοπλάνοι και δημαγωγοί μπορούν να υποστηρίζουν ότι το επόμενο διάστημα θα υπάρξει «χαλάρωση» της λιτότητας, των φορο- επιδρομών στα λαικά νοικοκυριά, της άγριας σφαγής στους μισθούς και τις συντάξεις, στις κοινωνικές δαπάνες σε υγεία, παιδεία, πρόνοια, απλά και μόνο επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ βγήκε πρώτο κόμμα στις ευρωεκλογές.
Το εκλογικό αποτέλεσμα ήταν αναμενόμενο και εν πολλοίς προδιαγεγραμμένο. Δικαιολογείται και αντανακλά το χαμηλό επίπεδο των λαικών κινητοποιήσεων των τελευταίων χρόνων τόσο σε επίπεδο μαζικότητας όσο και ριζοσπαστικών αιτημάτων, την ανύπαρκτη ουσιαστικά οργάνωση των εργαζομένων και της εργατικής τάξης –αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι μόνο ένας στους δέκα εργαζόμενους καλύπτεται πλέον από κάποιας μορφής συλλογικής σύμβασης εργασίας- τον αρνητικό ρόλο που έχουν διαδραματίσει στην οργάνωση, την ταξική συσπείρωση και τον προσανατολισμό της πάλης του λαού οι δυνάμεις τόσο του ΣΥΡΙΖΑ όσο και του ΚΚΕ.
Την επομένη των ευρωεκλογών η εγχώρια αστική τάξη και οι ξένοι σύμμαχοι της (ΕΕ-ΔΝΤ) εντελώς βάσιμα εκτιμούν ότι συνολικά το αστικό πολιτικό σύστημα κάθε άλλο παρά έχει «αποσταθεροποιηθεί». Το εξέφρασε με εύγλωττο τρόπο η «Καθημερινή» την Δευτέρα των εκλογών διαπιστώνοντας με εμφανή ανακούφιση στο κύριο άρθρο της ότι «οι πολίτες διασφάλισαν την πολιτική σταθερότητα», εκτιμώντας μάλιστα ότι «ο αστικός πολιτικός κόσμος μπορεί να διεκδικήσει άνετα την κυβερνητική σταθερότητα»…
Και μπορεί η εφημερίδα του Αλαφούζου να μην συμπεριλαμβάνει ευθέως στον όρο αστικό πολιτικό κόσμο τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι δεν τον θεωρεί απειλή. Αντίθετα έχουν αρχίσει προ πολλού την προετοιμασία του εδάφους για την ανάγκη «ευρύτερων συνεργασιών» στις οποίες με δεδομένους τους εκλογικούς συσχετισμούς είναι φανερό ότι περιλαμβάνεται και ο ΣΥΡΙΖΑ. Η πρωτιά του στις ευρωκάλπες, μπορεί να ικανοποίησε τον στόχο της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ για «πρώτη φορά Αριστερά», αλλά καθόλου δεν ανησύχησε τα επιτελεία της άρχουσας τάξης και των ξένων δανειστών, ακριβώς γιατί εδώ και πολύ καιρό έχουν λάβει σαφείς δεσμεύσεις από τα κορυφαία στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ ότι δεν πρόκειται να αγγίξουν τους πυλώνες της ηγεμονίας του κεφαλαίου, δηλαδή το ευρώ, την ΕΕ, την κερδοφορία των μονοπωλίων. Οι δεσμεύσεις αυτές επαναλήφθηκαν και μάλιστα με στεντόρεια φωνή από τον Α. Τσίπρα και κατά την διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, διαλύοντας τις όποιες ψευδαισθήσεις υπήρχαν για το πλαίσιο της πολιτικής που θα εφαρμόσει.
Στα σενάρια για «ευρύτερες συνεργασίες» που επεξεργάζονται και επικαιροποιούν διαρκώς τα επιτελεία της αστικής τάξης ασφαλώς και περιλαμβάνεται ο «μεγάλος συνασπισμός» ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος είναι σίγουρο ότι θα πάρει σάρκα και οστά στην περίπτωση που υπάρξει μεγάλο αδιέξοδο στην διακυβέρνηση της χώρας μετά από εκλογές…
Επιταχύνονται οι διεργασίες αναμόρφωσης του πολιτικού σκηνικού
Από την άποψη αυτή οι ευρωεκλογές μάλλον επιταχύνουν τις εξελίξεις αναμόρφωσης και αναδιάταξης του αστικού πολιτικού σκηνικού, καθώς ο νέος διπολισμός ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ εδραιώνεται μεν αλλά σε πολύ χαμηλότερα ποσοστά σε σχέση με τον παλαιό ΝΔ –ΠΑΣΟΚ. Οι κυβερνήσεις συνεργασίας λοιπόν είναι μονόδρομος αλλά είναι εξαιρετικά αβέβαιο –και αυτή είναι η μόνη αβεβαιότητα- αν μπορεί να σχηματιστούν κάθε φορά μόνο με τον ένα πόλο και το τσοντάρισμα των εκάστοτε μικρότερων κομμάτων –εφεδρειών. Ορισμένες επισημάνσεις στην κατεύθυνση αυτή:
-Ο συνασπισμός των τριών κομμάτων (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ) που συγκρότησε την παρούσα κυβέρνηση μετά τις εκλογές του Ιουνίου του 2012 υπέστη ισχυρό πλήγμα στις ευρωεκλογές. Μέσα σε δύο χρόνια τα ποσοστά των τριών κομμάτων έπεσαν στο 32% από 48% που είχαν πάρει τον Ιούνιο του 2012, έχασαν δηλαδή το ένα τρίτο της εκλογικής δύναμής τους. Τα τρία κόμματα πλήρωσαν για τη στήριξη των βάρβαρων αντιλαικών μέτρων, μοιράζοντας ταυτόχρονα και το κόστος. Και τα τρία είδαν τα ποσοστά τους να πέφτουν σχεδόν «ισοδύναμα», αλλά τα δύο από αυτά (ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ) αντιμετωπίζουν πλέον το φάσμα της εκλογικής και πολιτικής επιβίωσης, με αποτέλεσμα η ΝΔ να καλείται να σηκώσει το βάρος του βασικού πυλώνα του αστικού πολιτικού συστήματος. Εχουν ήδη προαναγγελθεί εξελίξεις στην κατεύθυνση αυτή ώστε να ανταποκριθεί στον νέο ρόλο της.
-Ο ΣΥΡΙΖΑ παρά την πρωτιά του δεν έδειξε ότι έχει κάποια «δυναμική» περαιτέρω ενίσχυσης της εκλογικής του δύναμης. Αντίθετα κατέγραψε απώλειες σε σχέση με το ποσοστό του Ιούνη του 2012 και μάλιστα στα μεγάλα αστικά κέντρα (Β’ Αθήνας, Α, Β’ Πειραιά, Αττική, Α,Β, Θεσσαλονίκης). Η εξέλιξη αυτή, όπως είναι ευνόητο, είναι απόρροια της μεγάλης απογοήτευσης που αισθάνθηκαν τα λαικά στρώματα από τις διαρκείς εξετάσεις που έδινε τα δύο τελευταία χρόνια η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να γίνει αποδεκτή από το μεγάλο κεφάλαιο και τους ξένους δανειστές, αποφεύγοντας ταυτόχρονα σαν ο διάβολος το λιβάνι να αναλάβει συγκεκριμένες και σαφείς δεσμεύσεις απέναντι στο λαό που θα βελτιώνουν αποφασιστικά το βιοτικό επίπεδό του και θα ανοίγουν το δρόμο για ανατροπές σε βάρος του κεφαλαίου. Είναι χαρακτηριστικό ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου ο Α. Τσίπρας καυχιόταν ότι δεν ακολουθεί την τακτική της «παροχολογίας», υποσχόμενος μόνο τα ελάχιστα για την «αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης», καθώς και τη σταδιακή επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 750 ευρώ… Συνέχεια στο σίριαλ της κοροιδίας και του εμπαιγμού του λαού έδωσε ο Α. Τσίπρας με τις δηλώσεις που έκανε εξερχόμενος του Προεδρικού Μεγάρου τη Δευτέρα, με τις δήθεν αυστηρές προειδοποιήσεις στην κυβέρνηση του τύπου «να μην διανοηθεί να εφαρμόσει νέα σκληρά μέτρα λιτότητας, περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, απολύσεις», λες και δεν αρκούν τα «παλιά» και ψηφισμένα μέτρα για να κρατήσουν βαθιά στην φτώχεια και την εξαθλίωση το λαό. Για αυτά όμως δεν είπε λέξη, κυρίως όμως δεν είπε τίποτα για το πως θα αντιδράσει στην απόλυτα σίγουρη περίπτωση που η κυβέρνηση «διανοηθεί» και εφαρμόσει τα, συμφωνημένα άλλωστε με την τρόικα, νέα αντιλαικά μέτρα. Μήπως θα απειλήσει τους δανειστές ότι θα φύγει από το ευρώ και την ΕΕ;… Περισσότερο γνήσια και πειστική ήταν μάλλον η αγωνία του για την «πολιτική συναίνεση» που, όπως είπε, πρέπει να επιτευχθεί για το ποιος θα διοριστεί επόμενος διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ) και νέος επίτροπος στην Κομισιόν.
-Στις ευρωεκλογές το αστικό σύστημα δοκίμασε με σχετική επιτυχία το λανσάρισμα και την «καθιέρωση» νέων εφεδρειών (Ποτάμι), προκειμένου να αντικαταστήσουν προηγούμενες που φθάρηκαν και χρεωκόπησαν μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα (ΔΗΜΑΡ, ΑΝΕΛ). Αποτελεί μάλλον ένδειξη άνετης ηγεμονίας της άρχουσας τάξης το γεγονός ότι μπορεί να κατασκευάζει και να νομιμοποιεί μέσα από τις κάλπες τις νέες εφεδρείες μέσα σε σχετικά πολύ σύντομα διάστημα, καθώς και το ότι τυγχάνουν λαικής επιδοκιμασίας εκπρόσωποι της παρακμιακής τηλοψίας και «αχυράνθρωποι» οικονομικών συμφερόντων.
. -Η ενίσχυση των ποσοστών της «Χρυσής Αυγής», παρά τους δικαστικούς και διοικητικούς περιορισμούς στην εγκληματική δράση της, επιβεβαιώνει ότι η αντιμετώπιση του φασιστικού φαινομένου δεν μπορεί να γίνει από τα απειλούμενα με εκλογική συρρίκνωση λόγω ανόδου ΧΑ αστικά κόμματα, αλλά από ένα ρωμαλέο λαικό κίνημα που ξεσκεπάζει καθημερινά τα πραγματικά αίτια της καπιταλιστικής κρίσης και το ρόλο των μαντρόσκυλων του συστήματος και οργανώνει πραγματικούς αγώνες συσπειρώνοντας σε ταξική βάση τους εργαζόμενους και απλώνοντας ασπίδα αλληλεγγύης στα «θύματα» της καπιταλιστικής κρίσης.
-Η σταθερότητα του αστικού πολιτικού συστήματος δεν απειλείται από τη σχετική ενίσχυση των εκλογικών ποσοστών του ΚΚΕ, το οποίο φροντίζει να επιβεβαιώνει διαρκώς ότι έχει χάσει την όποια επαναστατικότητα είχε και πλέον υπάρχει μόνο για τον εαυτό του, νοσταλγώντας τις πιο σκοτεινές εποχές του υπαρκτού σοσιαλισμού. Μόνο τυχαίο δεν μπορεί να θεωρείται το γεγονός ότι τα πλέον άγρια και βάρβαρα μέτρα και οι πιο αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις πέρασαν με χαρακτηριστική άνεση στη χώρα που είχε «το πιο ισχυρό ΚΚ», όπως αυτάρεσκα διαπίστωνε η ηγεσία του Περισσού πριν εγκαταλείψει άρον άρον τους λεονταρισμούς περί «απειθαρχίας και ανυπακοής» και παραπέμψει την μονομερή διαγραφή του χρέους, την έξοδο από το ευρώ και την αποδέσμευση από την ΕΕ μετά την ανατροπή του καπιταλισμού…
Την ίδια στιγμή όπως αναφέρθηκε αρχικά, το εκλογικό αποτέλεσμα ανέδειξε με τραγικό τρόπο την έλλειψη ενός λαϊκού μετώπου, με αντιιμπεριαλιστικά, αντιμονοπωλιακά δημοκρατικά χαρακτηριστικά, που θα κρατήσει ζωντανές τις ελπίδες του λαού και τον ορίζοντα για τον σοσιαλισμό. Ένα τέτοιο μέτωπο δεν μπορεί να συγκροτηθεί και να αντέξει μέχρι την τελική νίκη δίχως ένα σύγχρονο επαναστατικό κόμμα στηριγμένο στη μαρξιστική λενινιστική θεωρία και το επίκαιρο όσο ποτέ όραμα για την κομμουνιστική κοινωνία.