Ο εξαρτημένος ελληνικός καπιταλισμός σε φάση παρατεταμένης παρακμής
του Θανάση Κανιάρη
Την πρώτη περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από το κόμμα της ΝΔ, είχαμε σημαντικά πολιτικά και οικονομικά γεγονότα.
Πανδημική κρίση, υποκλοπές, έγκλημα των Τεμπών, ακρίβεια, επίθεση στο λαϊκό εισόδημα, σε ένα περιβάλλον ασθενούς οικονομικής ανάκαμψης, μετά τον εφιάλτη των μνημονίων, η οποία εκδηλώθηκε κατά βάση με τη μορφή της μεγάλης ανόδου των κερδών των μεγάλων μονοπωλιακών επιχειρήσεων. Αντίθετα, το ποσοστό συμμετοχής των μισθών, μειώνεται σταθερά στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν.
Στα εκτός εθνικών συνόρων γεγονότα, κυριάρχησε φυσικά ο πόλεμος στην Ουκρανία, όπου κυβέρνηση, αστική αντιπολίτευση, αστική τάξη, βιάστηκαν να πάρουν θέση παρά τω πλευρώ των Αμερικάνων και του ΝΑΤΟ.
Και όμως, παρά τον αντιλαϊκό προσανατολισμό της κυβερνητικής πολιτικής, στις διπλές εκλογές το Μάη και τον Ιούνη του ‘23, το κόμμα της ΝΔ ήλθε πρώτο με διαφορά, καθώς συγκέντρωσε το 41% των ψηφισάντων, με δεύτερο τον ΣΥΡΙΖΑ που συρρικνώθηκε στο 17,9%.
Η αλήθεια είναι, ότι αυτό το 41% είναι πλασματικό, καθώς ωφείλεται στα υψηλά ποσοστά της αποχής, η οποία τον Ιούνη ανήλθε στο 46,3%, ενώ, σε απόλυτους αριθμούς, η ΝΔ, τον μεν Μάη συγκεντρωσε 2,4 εκατ., ψήφους και τον Ιούνη μόλις 2,1 εκατ., ψήφους.
Δεν το λες και επιτυχία αυτό, αλλά το ίδιο ισχύει και για τα άλλα κόμματα.
Και τι συζητούσε η ελληνική κοινωνία τότε;
Αφού δεν την άγγιξαν – την κυβέρνηση – οι υποκλοπές, οι 57 νεκροί των Τεμπών, τα δεκάδες χιλιάδες θύματα της πανδημίας, η ακρίβεια που γονάτισε τα ελληνικά νοικοκυριά, οι πλειστηριασμοί ακινήτων, ακόμη και της πρώτης κατοικίας, οι σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις και, γενικότερα, η εξώφθαλμη φιλομονοπωλιακή της πολιτική, τότε τίποτα δεν μπορεί να την ταρακουνήσει… Ο Μητσοτάκης και το σόι του, θα κυβερνούν για δεκαετίες….
Αυτά κουβέντιαζαν πριν από 9 μήνες οι πολίτες αυτής της χώρας.
Και ω του θαύματος, το κλίμα γύρισε. Η…πανίσχυρη κυβέρνηση του 41%, μοιάζει σήμερα πιο ευάλωτη από ποτέ, αδύνατη και ανίκανη να πείσει την κοινή γνώμη για την ισχύ της. Είναι προφανές ότι βρίσκεται σε κρίση.
Πως έγινε αυτό;
Το προηγούμενο διάστημα συνέβησαν τρία καθοριστικά γεγονότα.
Οι κινητοποιήσεις των φοιτητών για την υπεράσπιση του δημόσιου χαρακτήρα της Παιδείας, οι οποίες ήταν μαζικές και διακρίθηκαν για την αντοχή τους.
Αν μάλιστα οι κινητοποιήσεις δεν είχαν περιοριστεί εντός των πλαισίων της εκπαιδευτικής κοινοτητας και είχαν αγκαλιάσει ευρύτερα κοινωνικά στρώματα, τα αποτελέσματα θα ήταν ακόμα περισσότερο εντυπωσιακά.
Οι πανελλαδικές κινητοποιήσεις των αγροτών, με αίτημα αιχμής τη λήψη μέτρων για τη μείωση του κόστους παραγωγής, σε μια χρονική στιγμή που πραγματοποιούνταν δυναμικές αγροτικές κινητοποιήσεις, σε πολλές χώρες της ΕΕ, με πλαίσιο διεκδικήσεων την άρση των αρνητικών συνεπειών στον αγροτικό τομέα των πολιτικών της «πράσινης μετάβασης» και τον περιορισμό των αθρόων εισαγωγών γεωργικών εμπορευμάτων από τρίτες χώρες.
Είναι αλήθεια ότι στην περίπτωση της Ελλάδας οι διεκδικήσεις περιορίστηκαν ουσιαστικά σε ένα και μόνο αίτημα συντεχνιακού χαρακτήρα, ενώ οι κινητοποιήσεις κινήθηκαν αυστηρά στα πλαίσια της… νομιμότητας, κάτι που σχολιάστηκε αρνητικά.
Το τρίτο γεγονός που δεν είχε προβλέψει ούτε η κυβέρνηση, αλλά ούτε και η αντιπολίτευση, ήταν η δράση των συγγενών των 57 θυμάτων του εγκλήματος των Τεμπών.
Μητέρες, πατέρες, αδέλφια, έκαναν τη θλίψη οργή, και κατάφεραν να κάνουν ό,τι δεν έκαναν η κυβέρνηση και οι κρατικοί θεσμοί, η δικαιοσύνη – η οποία μάλλον λειτουργεί σαν κλαδική της ΝΔ, παρά σαν «ανεξάρτητος» θεσμός εξουσίας – αλλά και η αντιπολίτευση: να φέρουν στο φως όλα τα στοιχεία της συγκάλυψης του εγκλήματος, που επιχειρήθηκε τις πρώτες ήδη ώρες του μοιραίου συμβάντος από κυβερνητικούς παράγοντες και υψηλόβαθμα στελέχη του ΟΣΕ.
Και όλα αυτά σε ένα γενικευμένο κλίμα λαϊκής αγανάκτησης, λόγω των ακραίων αντιλαϊκών – φιλομονοπωλιακών πολιτικών, που ακολουθούσε/θει η κυβέρνηση της ΝΔ.
Αφόρητη ακρίβεια σε βασικά αγαθά, ιδιωτικοποίηση του ΕΣΥ, υπονόμευση του δημόσιου χαρακτήρα της Παιδείας, νομοθέτηση 13ωρου, τραπεζική ληστεία με τα επιτόκια χορηγήσεων, κατασχέσεις ακινήτων, ακόμα και της πρώτης κατοικίας, εκτίναξη των κερδών / βύθιση των μισθών, απαξίωση θεσμών – χαρακτηριστικό παράδειγμα η δικαιοσύνη – διεύρυνση των κοινωνικών και οικονομικών ανισοτήτων, του πλούτου και της φτώχειας.
Ολα αυτά είχαν διαμορφώσει ένα εκρηκτικό μείγμα που αναζητούσε τρόπους έκφρασης.
Και τους βρήκε στην πολύ μεγάλη συμμετοχή του κόσμου στην απεργία της 28ης Φλεβάρη, και με αφορμή και τη συμπλήρωση ενός χρόνου από το έγκλημα των Τεμπών, στο 1,5 εκατ. υπογραφές που συγκέντρωσε ο σύλλογος των συγγενών των θυμάτων για την απόδοση ευθυνών στους υπαίτιους της εγκληματικής πράξης, στη λαϊκή κατακραυγή που έχει ξεσηκωθεί από την εξώφθαλμη κυβερνητική πρακτική της συγκάλυψης, τόσο στη περίπτωση των Τεμπών, όσο και της εκπόρνευσης του 12χρονου κοριτσιού στον Κολωνό.
Αυτό ήταν. Η…πανίσχυρη κυβέρνηση του 41%, αποδείχθηκε τελικά χάρτινη.
Η ηθική και πολιτική της απαξίωση, από μεγάλα τμήματα της κοινωνίας, είναι πια γεγονός και είναι θέμα χρόνου η πολιτική της αμφισβήτηση.
Για να αποδειχθεί ότι η πολιτική κρίση – που τροφοδοτείται από την οικονομική και κοινωνική κρίση – που εκδηλώθηκε το 2010 και πυροδότησε την αναδόμηση του πολιτικού συστήματος της χώρα, η οποία έδωσε την ψευδαίσθηση ότι υποχωρεί μετά την εμφάνιση «σταθερών κυβερνήσεων» στη διάρκεια της περιόδου 2015 – 2023, έκανε και πάλι την εμφάνιση της.
Οπότε ξανά – μανά από την αρχή.
Για να κατανοήσουμε την γεμάτη στροφές, παλινδρομίσεις, μπρος – πίσω κίνηση της πολιτικής σφαίρας, θα πρέπει να αναζητήσουμε το υπόβαθρο, πάνω στο οποίο στηρίζεται το πολιτικό σύστημα και πιο συγκεκριμένα τις οικονομικές σχέσεις.
Ολα τα στοιχεία για την πορεία της οικονομίας πιστοποιούν ότι ο εξαρτημένος ελληνικός καπιταλισμός βρίσκεται σε φάση παρατεταμένης παρακμής και τίποτα δεν δείχνει ότι μπορεί στο μέλλον να ανακάμψει.
Η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ – ΕΕ, υπονόμευσε την παραγωγική της βάση, το εμπορικό της έλλειμμα εκτινάχθηκε και αυτή ήταν η βάση της χρόνιας συσσώρευσης του κρατικού και του ιδιωτικού χρέους.
Η προσφυγή στο ΔΝΤ το 2010 και η 9ετής «θεραπεία σοκ» που εφάρμοσε, όχι μόνο δεν θεράπευσε τις δημοσιονομικές ανισορροπίες, αλλά βύθισε ακόμα περισσότερο τη θέση της χώρας στον διεθνή καταμερισμό εργασίας.
Σήμερα η Ελλάδα είναι μια υπερχρεωμένη χώρα. Είναι ,μάλιστα, υποχρεωμένη, βάσει του 3ου μνημονίου, να εφαρμόζει πολιτικές λιτότητας ως το 2062(!!!).
Σήμερα η Ελλάδα είναι μια φτωχή χώρα με αδύνατη, ασθενή οικονομία. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της Eurostat, οι οικονομίες χώρων που πριν το 2010 βρίσκονταν πίσω από την Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια την έχουν ξεπεράσει. Για την ακρίβεια ο ελληνικός καπιταλισμός έχει κατρακυλίσει στον πάτο της ΕΕ/27.
Οι οικονομικές επιδόσεις, έξι χρόνια μετά την τυπική έξοδο από τα μνημόνια, συνεχίζουν να κινούνται εντός μνημονιακού κύκλου (ΑΕΠ, επενδύσεις παγίων) και δεν υπάρχουν οι προύποθέσεις για να βελτιωθούν και να κινηθούν δυναμικά μπροστά, όπως τουλάχιστον υποστηρίζει η οικονομική θεωρία για χώρες που βρέθηκαν στη δίνη της κρίσης.
Σύμφωνα με οικονομικούς αναλυτές, για να επουλωθούν τα τραύματα της μνημονικής περιόδου, θα πρέπει, σε ετήσια βάση, να πραγματοποιούνται επενδύσεις ύψους 40 – 50 δισ. Ευρώ.
Αλλά ποιός θα κάνει επενδύσεις στην Ελλάδα; Η ίδια η αστική τάξη της χώρας αποφεύγει να επενδύει σ’ αυτή, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό των εφοπλιστών, το πιο δυναμικό και εξωστρεφές τμήμα της άρχουσας τάξης.
Το μόνο που κάνουν οι μεγαλοαστοί μας είναι να περιμένουν στη σειρά να ξεκοκκαλίσουν τα δισεκατομμύρια των κοινοτικών προγραμμάτων, τα οποία στη συνέχεια τοποθετούν στα ξένα χρηματιστήρια.
Η πολιτική των χαμηλών μισθών που έχουν επιλέξει ως λύση για την έξοδο από την κρίση το πολιτικό σύστημα και η αστική τάξη της χώρας, έχει οδηγήσει σε εκροή εγκεφάλων – περί τους 500.000 νέοι επιστήμονες έχουν μεταναστεύσει σε χώρες του εξωτερικού προς αναζήτηση καλύτερης τύχης – ενώ οξύνει και το, ήδη σοβαρό, δημογραφικό πρόβλημα, το οποίο τείνει να εξελιχθεί σε μια από τις μεγαλύτερες απειλές για την εθνική μας υπόσταση.
Ο εξαρτημένος ελληνικός καπιταλισμός βυθίζεται όλο και περισσότερο στα οικονομικά και πολιτικά του αδιέξοδα, καθώς αδυνατεί να διαχειριστεί τις αντιφάσεις που τον διαπερνούν, ως απότοκο της πολύμορφης εξάρτησης του από τον δυτικό ιμπεριαλισμό.
Η κατάσταση αυτή πυροδοτεί και την πολιτική αστάθεια.