Στο βωμό της ελευθερίας – Σημειώματα για την εκεχειρία στη Γάζα
Γράφει ο ΡΑΦΑΗΛ ΑΣΠΡΟΛΟΥΠΟΣ, Οικονομολόγος
Δημοσίευση 27/1/2025

Η λήξη του Πελοποννησιακού πολέμου, της σύγκρουσης μεταξύ δημοκρατικής Αθήνας και ολιγαρχικής Σπάρτης (και των δορυφόρων τους) για την ηγεμονία στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, ήρθε με την ήττα της πρώτης και την υποταγή της στην εξουσία της δεύτερης. Δεν πέρασαν όμως πολλοί μήνες προτού η δύναμη των Σπαρτιατών και των ανδρείκελών τους στην Αθήνα άρχισε να κλονίζεται. Ο αλαζονικός ρεβανσισμός των νικητών καιη στυγνή επιβολή του κατακτητή γέννησαν το σπόρο της αντίστασης που θα τους ανέτρεπε.
Στο προοίμιο της αποφασιστικής μάχης μεταξύ επαναστατημένων Αθηναίων και Σπαρτιατών, ένας μάντης του αθηναϊκού στρατοπέδου προφήτευσε τη νίκη των συμπατριωτών του, αλλά με μία προϋπόθεση. Θα έπρεπε πρώτα να πεθάνει κάποιος απ’ αυτούς.
Εκστασιασμένος και κυριευμένος από αγωνιστική αποφασιστικότητα, σαν καταβεβλημένος από κάποια μανία απ’ αυτές που πιστευόταν ότι ο θεός της μαντείας Απόλλωναςπροκαλούσε, ο μάντης ορμά στους άναυδους αντιπάλους, προσφέροντας το κορμί του στις λόγχες τους. Η νίκη των επαναστατημένων δημοκρατικών Αθηναίων στη μάχη της Μουνυχίας αποτέλεσε τον κομβικότερο σταθμό στην ανάκτηση της ανεξαρτησίας τους.
Από την αρχαιότητα ως σήμερα κι απ’ την Αθήνα ως την Παλαιστίνη πολλά έχουν αλλάξει. Κάποιες όμως βασικές αλήθειες παραμένουν αναλλοίωτες: ο πόθος για τη λευτεριά μένει πάντα άσβεστος όσο μένουν πνευμόνια να τον εμφυσήσουν και ο αγώνας για την ανεξαρτησία πάντα απαιτεί απ’ τους υπέρμαχούς της υψηλό φόρο αίματος. Καμία καταπίεση δεν λήγει μόνη της, κανένα εκμεταλλευτικό καθεστώς δεν ανατρέπεται εύκολα.
Απ’ τους Παλαιστίνιους της Γάζας εδώ και 15 μήνες αποσπάστηκε ένας απερίγραπτα ψηλός φόρος. Φόρος που καταβλήθηκεμε κατεστραμμένες περιουσίες, διωγμό, πείνα, τραυματισμούς, ακρωτηριασμούς, ασθένειες, θάνατο. Το κόστος της καταστροφής παραμένει ανυπολόγιστο κι είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς έστω και μια μελλοντική αποτίμηση που να συμπεριλαμβάνει κάθε πτυχή του. Από τώρα όμως ακόμα μπορούμε να πούμε ότι πρόκειται για την πιο βάρβαρη επίθεση που έχει δεχθεί αυτός ο πολύπαθος λαός στον αγώνα του για εθνική αυτοδιάθεση, που μετράει πάνω από έναν αιώνα.
Οι εκτιμήσεις για τους νεκρούς ποικίλουν, με τις επίσημες να είναι κατά κοινή παραδοχή δραματικές υποτιμήσεις. Ο όγκος των απωλειών δεν ξεπερνά απλά αυτόν οποιασδήποτε άλλης ισραηλινής εισβολής στη Γάζα τα τελευταία 20 χρόνια (ακόμα και το σωρευτικό άθροισμα των δολοφονιών των προηγούμενων “επιχειρήσεων” δεν είναι συγκρίσιμο με τις τρέχουσες), αλλά είναι και πολλαπλάσιος των θανάτων που σημειώθηκαν κατά τη Νάκμπα (“Καταστροφή” στα αραβικά) του 1948, την επιχείρηση μαζικής εκδίωξης των γηγενών Παλαιστίνιων από εβραϊκές παραστρατιωτικές ομάδες και ένοπλες συμμορίες με στόχο τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ.
Η ζημιά μέχρι του σημείου της ολοσχερούς καταστροφής σε κτίρια, βασικές υποδομές κλπ είναι δυσθεώρητη. Εκτιμήσεις που υπολογίζουν δεκαετίες για την ανοικοδόμηση δεν ξεγελούν κανέναν, πόσο μάλλον τους Παλαιστίνιους. Υπάρχει ένα μακρύ ιστορικό πλάνων ανοικοδόμησης που έμειναν ανεκπλήρωτες υποσχέσεις. Ξέρουν πολύ καλά πως χωρίς ριζική αλλαγή στο καθεστώς της περιοχής δεν πρόκειται να υπάρξει τίποτα πέρα από τη συστηματική και ραγδαία επιδείνωση των συνθηκών τους.
Μετά από τέσσερις δεκαετίες, η στρατηγική της συνδιαλλαγής με το Ισραήλ την οποία εφάρμοσε το PLO(Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης) ηγούμενη από τη Φατάχ, απέτυχε παταγωδώς. Παρά τις δαπανηρές και επαχθείς υποχωρήσεις, ούτε εθνική ανεξαρτησία, ούτε οικονομική ανάπτυξη, ούτε κοινωνική απελευθέρωση πέτυχαν. Αν μη τι άλλο, οι αλυσίδες που ζώνουν τους Παλαιστίνιους πλήθυναν και βάρυναν.
Αυτή ακριβώς η συνθήκη είναι που ωθεί την αντίσταση. Η βαθιά επίγνωση ότι το Ισραήλ δεν έχει καμία πρόθεση να χαλαρώσει (πόσο μάλλον να παύσει) την κατοχή που ασκεί. Η ίδια η δυναμική του αποικιακού του σχεδίου το οδηγεί σε σκλήρυνση της στάσης του, ενώ η προστασία των ιμπεριαλιστικών πατρόνων του το θωρακίζει απέναντι σε οποιαδήποτε πίεση.
Η επίθεση της 7ης Οκτώβρη του 2023, από τη Χαμάς και άλλες οργανώσεις της Παλαιστινιακής Αντίστασης, δεν είναι αυτή που ευθύνεται για την βία που ακολούθησε. Απλώς έφερε στην επιφάνεια αυτό που νυχθημερόν συστημικά ΜΜΕ και άλλοι βόθροι επωασμού και διάδοσης της ιμπεριαλιστικής σκέψης προσπαθούν να κρύψουν: την εγγενή βία του εποικιστικού αποικιοκρατικού καθεστώτος που εξυπηρετεί τα συμφέροντα των παγκόσμιων επικυρίαρχων.
Γιατί η γενοκτονική μανία που έχει συνεπάρει το Ισραήλ δεν προέκυψε εν μία νυκτίπριν ενάμιση χρόνο. Όπως επισημάνθηκε από πολλούς, υπήρχαν πολύ απλούστεροι και πιο αναίμακτοι τρόποι ώστε το Ισραήλ να πετύχει τουλάχιστον μέρος των στόχων του. Ο δρόμος της γενοκτονίας δεν ήταν ο μόνος, ήταν όμως ο πιο πρόσφορος και καλά περπατημένος για το σιωνιστικό μόρφωμα κι αυτός που εξυπηρετούσε περισσότερο τους πραγματικούς και ακήρυχτους στόχουςτου.
Θρίαμβος της Αντίστασης
Παρά όμως τις δυσβάσταχες απώλειες, η Παλαιστινιακή Αντίσταση πέτυχε και τεράστιες για το διαμέτρημά της νίκες. Με την αντοχή, την εφευρετικότητα και την αυταπάρνησή της ματαίωσε τα σχέδια των σιωνιστών για ολική εκκαθάριση της Γάζας. Κατάφερε να ματαιώσει ακόμα και το διαβόητο «σχέδιο των στρατηγών» [1], για τεμαχισμό της λωρίδας της Γάζας και παραχώρηση του βόρειου τμήματός της για εβραϊκό εποικισμό.
Κατάφερε να βάλει σφήνα στις «Συμφωνίες του Αβραάμ», τη διπλωματική προσπάθεια των ΗΠΑ να υπάρξει σύγκλιση των δυτικόφιλων αραβικών καθεστώτων με το Ισραήλ προσπερνώντας τη διευθέτηση του Παλαιστινιακού ζητήματος (όρος που συστηματικά τίθεται από το 1948 ως προϋπόθεση για οποιαδήποτε αναγνώριση, πόσο μάλλον συμφιλίωση).
Κανένας Άραβας ηγέτης δεν θα τολμήσει σήμερα αψήφιστα να υπογράψει μια τέτοια συμφωνία με το Ισραήλ, ενώ όσοι το έκαναν (ΗΑΕ, Μαρόκο κά) είναι αντιμέτωποι με την μήνι των λαών τους. Παρά τις εργώδεις προσπάθειες Ισραηλινών κι Αμερικάνων, το Παλαιστινιακό ξαναμπαίνει στην κορυφή της ατζέντας της Δυτικής Ασίας και αντιστέκεται σθεναρά στις απόπειρες παραγραφής του.
Κατάφερε να καταδείξει την αδυναμία της σιωνιστικής πολεμικής μηχανής. Τραβώντας του Ισραηλινούς σ’ ένα πεδίο όπου δεν είχαν το πλεονέκτημα, τους ανάγκασαν να δείξουν ότι ως μόνο αντιστάθμισμα στην μειωμένη τους επιχειρησιακή αποδοτικότητα έχουν την παντελή έλλειψη ηθικών ενδοιασμών.
Μη μπορώντας να κατισχύσουν μέσω της υπεροπλίας τους έναντι των Παλαιστίνιων αγωνιστών, στράφηκαν με ανεπανάληπτη μανία εναντίον του άμαχου πληθυσμού. Αυτή η φαινομενικά σπασμωδική, άλογη και απελπισμένη απόκριση αποτελεί ένδειξη αδυναμίας του Ισραήλ να ανταπεξέλθεισε μη συμβατικές μορφές σύγκρουσης, ανοίγοντας διάπλατα το ερώτημα και για τις αποδόσεις του έναντι συμβατικών [2].
Κατάφερε να οξύνει τις εσωτερικές αντιφάσεις του Ισραήλ, σε κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό επίπεδο. Με τον νεοφιλελευθερισμό και τον ατομισμό να έχουν από καιρό εκτοπίσει την όποια αφοσίωση στο “πατριωτικό καθήκον οικοδόμησης του αποκλειστικά εβραϊκού κράτους” και τη διάβρωση του στρατιωτικού-σπαρτιατικού χαρακτήρα της ισραηλινής κοινωνίας, νέοι Ισραηλινοί που ήδη δεν είχαν ιδιαίτερη ζέση να προσφερθούν για στρατιωτική υπηρεσία, αντικρίζοντας τις αντιξοότητες των βάρβαρων επιχειρήσεων εκκαθάρισης εναντίον μιας ανυποχώρητης αντίστασης, ξαφνικά βρήκαν κάθε λόγο να θέλουν να την αποφύγουν.
Αυτό σε συνδυασμό με τις δυσμενείς οικονομικές συνθήκες, καθώς το ολοένα και περισσότερο εξαρτημένο από ξένες επενδύσεις Ισραήλ (νεοφιλελευθερισμός γαρ) φαινόταν ασταθές κι επικίνδυνο στα μάτια του επιχειρηματικού κόσμου, οδήγησε σε κύματα μετανάστευσης εκπαιδευμένων και καταρτισμένων νέων της μικρομεσαίας τάξης (επιλογή εύκολη αφού συνήθως πρόκειται για άτομα που έχουν διπλή υπηκοότητα – πιο γηγενείς δεν γίνεται).
Έτσι, ένας βασικός παράγοντας που παρείχε δυναμισμό στην ισραηλινή οικονομία, η ανάπτυξη τεχνολογίας (στρατιωτικής, παρακολουθήσεων κλπ), χάνει το προσωπικό που τον υπηρετούσε, παροξύνοντας την επερχόμενη οικονομική κρίση. Πολιτικά δε αυτό συνεπάγεται ακόμα πιο ολική κατίσχυση του ακραία συντηρητικού-επεκτατικού σιωνισμού στο εσωτερικό, διαιωνίζοντας το φαύλο κύκλο και τεκμηριώνοντας τον ισχυρισμό ότι το σιωνιστικό σχέδιο έχει εισέλθει σ’ ένα σπιράλ θανάτου και η διάλυσή του διαφαίνεται στον ιστορικό ορίζοντα [3].
Πέρα από οικονομικό, κατάφερε να κάνει το Ισραήλ να σπαταλήσει και πολύ σημαντικό διπλωματικό κεφάλαιο. Αν κι όχι ακόμα σε πλήρη απομόνωση, η διατήρηση ή σύναψη σχέσεων με το Ισραήλ σήμερα είναι πολλαπλά δυσκολότερη απ’ ότι ήταν ενάμιση χρόνο νωρίτερα.
Με καταδίκες από τους υψηλότερους και πιο καταξιωμένους υπερεθνικούς θεσμούς και σειρά κρατών να επιβάλλουν εξαγωγικούς περιορισμούς, να αποσύρουν πρεσβείες και να οδηγούν το Ισραήλ ενώπιον διεθνών δικαστηρίων, η αίγλη του “κράτους των start-up” έχει θαμπώσει και επισκιαστεί από την αποτρόπαιη εικόνα των ζωντανά αναμεταδιδόμενων κτηνωδιών.
Οποιοσδήποτε αυταρχικός δυνάστης, ειδικά μουσουλμανικού κράτους, θελήσει να προμηθευτεί τα κατασκοπευτικά καλούδια που πλασάρει το Ισραήλ, θα πρέπει πλέον να το σκεφτεί διπλά ή τριπλά [4].
Μα πάνω απ’ όλα, κατάφερε να κρατήσει ζωντανή τη φλόγα της αντίστασης, να υπενθυμίσει ότι εδώ κι έναν αιώνα οι Παλαιστινιακοί εθνικοί πόθοι παραμένουν αδικαίωτοι και να καταδείξει την κατάφωρη αδικία που υφίστανται. Αρνήθηκε τη μοίρα που είχαν αποφασίσει για τους Παλαιστίνιους, αυτή της λήθης κι εξαχρείωσης, της τοποθέτησης σε μια τιμητική προθήκη στο μουσείο των αφανισμένων λαών, θυμάτων της αποικιοκρατίας.
Ματαίωσε τους πόθους όσων ήθελαν να την εξαλείψουν λες κι αυτή ταυτιζόταν με κείνη ή την άλλη οργάνωση και μπορούσε να εξοντωθεί φυσικά, αναδεικνύοντας ότι όσο υπάρχει αδικία, θα συνοδεύεται από αντίσταση. Και πως είναιαυτή, κι όχι η υποτακτικότητα, που ανοίγει το δρόμο για την πλέρια απελευθέρωση των λαών από κάθε καταπίεση.
Και μέσα απ’ όλ’ αυτά, κατάφερε να αποτελέσει σημείο αναφοράς κάθε αγώνα για δικαιοσύνη, κάθε ανθρώπου που παλεύει ενάντια στον ιμπεριαλισμό και την καταπίεση, και να συνενώσει κάποια απ’ τα πιο αποξενωμένα κινήματα, βγάζοντάς τα απ’ το λήθαργο του σεχταρισμούκαι των ταυτοτικών αναζητήσεων. Ανέδειξε τη φαυλότητα και την υποκρισία των “δυτικών αξιών”, το πώς χρησιμοποιούνται για τη στοχοποίηση εκείνων που αντιστέκονται σε κάθε λογής κυρίαρχο, και πώς εργαλειοποιούνται για την προώθηση των ιμπεριαλιστικών σχεδίων.
Εκπαίδευσε γενιές ακτιβιστών στον αντι-αποικιακό, αντι-ιμπεριαλιστικό αγώνα και τις ενέπνευσε να εντρυφήσουν στην ιστορία της περιοχής, πετώντας στην άκρη τα κυρίαρχα αφηγήματα περί “προαιώνιας υπερβατικά πολύπλοκης και ακατάληπτης σύγκρουσης” [5] και αντικαθιστώντας τα με την ιστορικά πλαισιωμένη αλήθεια, αυτήν που πάντα είναι με το μέρος των καταπιεσμένων.
Ο θρίαμβος της Παλαιστινιακής Αντίστασης, συμβολικός και ουσιαστικός συνάμα, έφερε σε πρώτο πλάνο το σθένος και το δράμα ενός λαού, την ηθική εξαχρείωση του καταπιεστή του και τον πολιτικό εξευτελισμό των ευαγγελιστών της υποταγής [6]. Αν η ιστορία μας διδάσκει πως η αντίσταση είναι αναπόφευκτη, ο αγώνας των Παλαιστινίων μας δείχνει κι ότι δεν είναι μάταιη. Μέσα από τραγικές θυσίες και τεράστια αυταπάρνηση, είναι ο δρόμος για να νικήσει ο λαός όλους τους καταπιεστές του, εγχώριους και ξένους.