Το «μικρότερο κακό» επελέγη για την προεδρία της Ιταλίας με την ανανέωση της θητείας του προέδρου Σέρτζιο Ματαρέλα. Η επιλογή του δεν ενθουσίασε κανέναν, ούτε καν τον ίδιο τον 80χρονο πολιτικό που είχε δηλώνει προς κάθε κατεύθυνση ότι δεν επιθυμεί την ανανέωση της θητείας του, που έληξε στις 3 Φεβρουαρίου.
Tου Λεωνίδα Βατικιώτη
Δεν ενθουσίασε ωστόσο ούτε κι εκείνα τα κέντρα που επέβαλαν τον Φεβρουάριο του 2021 τον πρώην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και στέλεχος της τράπεζας Γκόλντμαν Σακς στο απώτερο παρελθόν, Μάριο Ντράγκι, ως δοτό, τεχνοκράτη πρωθυπουργό της χώρας.
Το ιδανικό σχέδιο προέβλεπε την μετακίνηση του Μάριο Ντράγκι στην προεδρία της χώρας. Ήταν ο πιο ασφαλής τρόπος για να συνεχίσει να χειραγωγεί τις πολιτικές εξελίξεις στη γειτονική χώρα για το μεγαλύτερο δυνατό χρονικό διάστημα καθώς η θητεία του προέδρου διαρκεί επτά ολόκληρα χρόνια. Πρόκειται για χρονικό διάστημα που φαντάζει με αιώνα στην πολιτική ζωή της Ιταλίας όπου η ρευστότητα, οι «ανίερες» πολιτικές συμμαχίες και οι πρόωρες εκλογές αποτελούν την κανονικότητα. Δεδομένου ότι ο πρόεδρος στη γειτονική χώρα διορίζει πρωθυπουργούς, οι οποίοι στη συνέχεια χρειάζονται την ψήφο της Βουλής, και διαθέτει δικαίωμα βέτο στον ορισμό υπουργών, η μετακόμιση του Ντράγκι στο Κυρηνάλιο θα εξασφάλιζε την διαιώνιση του μεγαλύτερου σε διάρκεια πραξικοπήματος που άτυπα συντελείται στην Ιταλία: οι ψηφοφόροι να εκλέγουν σταθερά και κατά πλειοψηφία κόμματα που αντιτίθενται στο ευρώ και την ΕΕ και κυβέρνηση να σχηματίζουν διαπρύσιοι υποστηρικτές του ευρώ και της ΕΕ.
Η αναβάθμιση του τραπεζίτη Ντράγκι, που η φήμη του στην ιταλική ελίτ εδραιώθηκε το 1992 όταν ως διευθυντής του υπουργείου Οικονομικών διαχειρίστηκε την κρίση χρέους της Ιταλίας που την οδήγησε προσωρινά εκτός του μηχανισμού συναλλαγματικών ισοτιμιών της ΕΕ, ήταν απαραίτητη για τις Βρυξέλλες και τα φιλικά προς την ΕΕ κέντρα εντός της Ιταλίας για έναν, πολύ συγκεκριμένο λόγο, πέραν των γενικών: την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων που συνοδεύουν την εκταμίευση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης. Ειδικότερα η Ιταλία αναμένεται να λάβει μέχρι το 2026 από το Ταμείο Νέα Γενιά 192 δισ. ευρώ, εκ των τα 69 δισ. ευρώ είναι χορηγήσεις και τα 123 δισ. ευρώ είναι δάνεια. Η Ιταλία επομένως στην ωρολογιακή βόμβα των 2,6 τρισ. ευρώ δημοσίου χρέους επάνω στην οποία ήδη κάθεται θα προσθέσει και 123 δισ. ευρώ επιπλέον… Το χειρότερο ωστόσο δεν είναι η αύξηση του δημοσίου χρέους που θα επιφέρει η …γενναιοδωρία της ΕΕ. Είναι οι όροι υπό τους οποίους θα εκταμιευθούν οι δόσεις: Είναι τόσο αντιλαϊκοί που μόνο ένας δοτός πρωθυπουργός και πρώην τραπεζίτης που ξέρει ότι δεν θα ζητήσει ποτέ τη λαϊκή ψήφο θα μπορούσε να τους υλοποιήσει ανεπιφύλακτα! Μετά τα 24,9 δισ. που εκταμιεύθηκαν τον Αύγουστο του 2021, η επόμενη δόση των 21 δισ. θα εγκριθεί υπό την αυστηρή προϋπόθεση της ψήφισης και υλοποίησης 51 αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων. Εντός του έτους η ιταλική βουλή πρέπει να ψηφίσει 100 νεοφιλελεύθερους νόμους για να μπορέσει να εισπράξει συνολικά 40 δισ. ευρώ. Το ιταλικό σχέδιο είναι ασυνήθιστα εμπροσθοβαρές ώστε να αξιοποιηθεί στο έπακρο κι όσο υπάρχει η κυβέρνηση προθύμων του Ντράγκι, καθώς όλοι αναγνωρίζουν ότι η υπάρχουσα εύθραυστη ισορροπία έχει διάρκεια ζωής το πολύ μέχρι το καλοκαίρι του 2022. Από Σεπτέμβριο ξεκινάει η προεκλογική εκστρατεία που θα οδηγήσει στην αναμέτρηση του Ιουνίου του 2023, οπότε θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να ψηφιστούν αντιλαϊκοί νόμοι, όπως αυτοί που ζητάει η ΕΕ για να εγκρίνει τις δόσεις του Ταμείου Ανάκαμψης. Η αποφασιστικότητα της δε να τηρηθούν στο ακέραιο οι δεσμεύσεις της Ιταλίας φάνηκαν τον Νοέμβριο του 2021, όταν έριξε τις πρώτες προειδοποιητικές βολές με αφορμή την απροθυμία της να μειώσει το έλλειμμά της από 9,4% το 2021 σε επίπεδα χαμηλότερα του 5,6% του ΑΕΠ για το 2022. Τα μέτρα που καλούνται να ψηφίσουν οι ιταλοί βουλευτές και γερουσιαστές περιλαμβάνουν φορολογική μεταρρύθμιση που θα αυξήσει τη φορολογία για τους φτωχούς και μια συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση που θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι θα απειλήσει τη συνοχή της κυβέρνησης του δοτού πρωθυπουργού Ντράγκι.
Η συστράτευση όλων σχεδόν των κομμάτων πίσω από τον Ντράγκι, από το Κίνημα των Πέντε Αστέρων που ίδρυσε ο Μπέπε Γκρίλιο μέχρι το κεντροαριστερό Δημοκρατικό Κόμμα του Ενρίκο Λέτα και την σκληρή αντιμεταναστευτική Δεξιά της Λίγκας που ηγείται ο Ματέο Σαλβίνι έχει αυξήσει τις φυγόκεντρες τάσεις στο εσωτερικό τους, υπονομεύοντας από τώρα την συνοχή τους. Στο Κίνημα των Πέντε Αστέρων για παράδειγμα ο επικεφαλής του Τζιουσέπε Κόντε στρέφεται δημόσια εναντίον του πρώην ηγέτη Λουίτζι ντι Μάιο που είναι υπουργός Εξωτερικών και τα νέα μέλη του κόμματος λύνουν τις διαφορές τους στα δικαστήρια με τα παλιά, σχετικά με το δικαίωμα ψήφου που έχουν στα εσωκομματικά δημοψηφίσματα. Η κρίση τους είναι τόσο γενικευμένη που θεωρείται αδύνατο να διατηρήσουν και στις επόμενες εκλογές την πρώτη θέση που κέρδισαν στις εκλογές του 2018, όταν εξελέγη η πιο ευρωσκεπτικιστική Βουλή στην ιστορία της Ιταλίας που κατάντησε να εκλέξει έναν αλεξιπτωτιστή – εκτελεστή οικονομικών συμβολαίων, όπως τον Ντράγκι, ως πρωθυπουργό. Η έκπληξη ωστόσο σε τέτοιες ακραίες καταστάσεις πολιτικής πολτοποίησης, όπως ξέρουμε καλά στην Ελλάδα, έρχεται πάντα από την άκρα δεξιά. Στην Ιταλία μάλιστα είναι το κόμμα «Αδελφοί της Ιταλίας», μια σοβαρή Χρυσή Αυγή όπως ζητούσε ο δημοσιογράφος και νυν βουλευτής της ΝΔ Μπάμπης Παπαδημητρίου από την τηλεόραση του Σκάι, που έχει κερδίσει τα πρωτεία από την Λίγκα του Σαλβίνι και στην πιο πρόσφατη δημοσκόπηση κέρδιζε 21% των προτιμήσεων, δηλαδή 5% πάνω από την Λίγκα και 2% υψηλότερα από την προηγούμενη δημοσκόπηση σε ένα διαρκές σερί δημοσκοπικής ανόδου, που μόνο ανησυχία προκαλεί.
Η ανησυχία ωστόσο της ευρωπαϊκής και ιταλικής πολιτικής ελίτ δεν σχετίζεται με την άνοδο της άκρας Δεξιάς που εμφανίζεται ως το αντίβαρο απέναντι σε ένα πολιτικό σύστημα που παραδόθηκε αμαχητί στην τραπεζοκρατία και την παγιδευμένη βοήθεια των Βρυξελλών. Σχετίζεται με το αν θα καταφέρει ο εκλεκτός τους Μάριο Ντράγκι να φτάσει έστω μέχρι τον Ιούνιο του 2023, μετά την ήττα των πιο μακροπρόθεσμων σχεδίων τους: να αναρριχηθεί στην θέση του προέδρου, οπότε θα κατάφερναν ένας μη εκλεγμένος άνθρωπος των παρασκηνίων να βρεθεί στο ανώτατο πολιτειακό αξίωμα. Έγκαιρα ωστόσο συνειδητοποίησαν ότι κανένας άλλος πλην του διορισμένου τραπεζίτη δεν μπορούσε να κρατήσει ενωμένο το συνονθύλευμα που συγκροτεί την κυβέρνηση εθνικής ενότητας της Ιταλίας.
Η άνοδος της άκρας Δεξιάς και η φτωχοποίηση των Ιταλών που συνοδεύει τον νέο πολιτικό γάμο αλά ιταλικά δείχνει και την άλλη, τη σκοτεινή όψη των χρηματοδοτήσεων του Ταμείου Ανάκαμψης. Επιβεβαιώνει δηλαδή ότι η είσπραξή τους δεν ισοδυναμεί με ανάπτυξη και δημιουργία καλοπληρωμένων και ποιοτικών θέσεων εργασίας. Τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης ισοδυναμούν με νέα Μνημόνια. Οι δε δόσεις τους εργαλεία εκβιασμού εκλεγμένων κυβερνήσεων και μηχανισμοί παρέμβασης στην πολιτική ζωή, μέχρι του σημείου διορισμού μη εκλεγμένων πρωθυπουργών, υπό την επίκληση του …βολικού κινδύνου δημοσιονομικού εκτροχιασμού που γεννάει η αύξηση του ιταλικού δημόσιου χρέους στο 153% του ΑΕΠ.
Αναδημοσίευση από το ιστολόγιο του Λεωνίδα Βατικιώτη