1

Το 21ο συνέδριο του ΚΚΕ και η συμμετοχή σε αστικές κυβερνήσεις

 

του Έκτορα Φωτιάδη

Στο κυριακάτικο φύλλο του Ριζοσπάστη στις  27-28/2, δημοσιεύτηκε ένα κείμενο σχετικά με τη συμμετοχή του ΚΚΕ στις κυβερνήσεις Τζαννετάκη και Ζολώτα το 1989. Το κείμενο είναι γεμάτο από αντιφάσεις, αναλήθειες και αποκρύψεις γεγονότων, ενώ εγείρει πολλά και κρίσιμα ερωτήματα. Ας τα δούμε.

Τι εκτιμά το κείμενο;

Το κείμενο εκτιμά (και κατά τη γνώμη μας σωστά) ότι η συμμετοχή του ΚΚΕ στις δυο αυτές κυβερνήσεις ήταν λανθασμένη. Η συμμετοχή σε αυτές τις κυβερνήσεις κρίνεται από την πλευρά μας ως λανθασμένη όχι επειδή γενικώς και αορίστως το ΚΚΕ συμμετείχε σε μη κομμουνιστικές κυβερνήσεις, αλλά διότι α) αυτές οι κυβερνήσεις ήταν καθαρά αστικές, β) αποσκοπούσαν στη δήθεν κάθαρση και τον εξαγνισμό του αστικού πολιτικού συστήματος, γ) η συμμετοχή του ΚΚΕ δεν προήγαγε ούτε κατ’ ελάχιστο την κινηματική διαδικασία και δ) δημιούργησε αντιπάθεια για το ΚΚΕ σε μεγάλα λαϊκά στρώματα. Το πρόβλημα, λοιπόν, δεν είναι η συγκεκριμένη εκτίμηση αλλά το γεγονός ότι αυτή γίνεται μέσα από ένα ανυπόγραφο κείμενο αλλά και γιατί είναι απόρροια δογματικών θεωρήσεων για την πολιτική.

Τέτοια εκτίμηση όπως αυτή που διατυπώνεται στο κείμενο του Ριζοσπάστη, ουδέποτε υπήρξε σε επίσημο κομματικό ντοκουμέντο αλλά ούτε και στις σημερινές θέσεις του 21ου συνεδρίου. Επομένως, για άλλη μια φορά παρουσιάζεται μία θέση χωρίς απόφαση της ΚΕ ή του ΠΓ ή κάποιου συνεδρίου.

Στο παρελθόν αυτό έγινε ουκ ολίγες φορές μέσω κειμένων που αφορούσαν την ιστορική πορεία του κόμματος και του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος. Η νέα γραμμή του κόμματος πρώτα καθοριζόταν (και από ό,τι φαίνεται καθορίζεται) από ανυπόγραφα ή ενυπόγραφα άρθρα και κατόπιν οι όποιες αλλαγές κατοχυρώνονταν σε κομματικά σώματα. Επομένως, είχαμε (κι έχουμε) έναν φραξιονισμό από τα πάνω που επιβαλλόταν με το έτσι θέλω. Στη συνέχεια η επικύρωση στα κομματικά συνέδρια «νομιμοποιούσε» τη στροφή. Ήταν και είναι όλη αυτή η διαδικασία σύννομη με το καταστατικό αλλά και το ήθος των κομμουνιστών; Προφανώς το ερώτημα είναι ρητορικό…

Όσον αφορά το συγκεκριμένο ζήτημα της συμμετοχής στις δυο κυβερνήσεις υπάρχουν από το παρελθόν τουλάχιστον δυο κείμενα δημοσιευμένα στην ΚΟΜΕΠ που είτε δεν παίρνουν θέση είτε απολογούνται για τη συμμετοχή του ΚΚΕ.

Το ένα είναι ένα κείμενο του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ με τον τίτλο «Η πορεία αποκατάστασης του επαναστατικού χαρακτήρα του ΚΚΕ». Σε αυτό αφού μαθαίνουμε πως η σημερινή ηγεσία αποκατάστησε επιτέλους τα επαναστατικά χαρακτηριστικά του κόμματος (που μέχρι την εμφάνιση της σημερινής ηγεσίας έπασχε από ανίατο οπορτουνισμό) διαπιστώνεται πως α) η συμμετοχή του ΚΚΕ στις δυο κυβερνήσεις ήταν ορθή από τυπική άποψη και β) ότι η συμμετοχή αυτή φούντωσε εντός κόμματος τον οπορτουνισμό. Ωστόσο, καθαρή εκτίμηση που να λέει πως κακώς συμμετείχε το ΚΚΕ δεν υπάρχει σε κανένα σημείο του κειμένου.[1]

Το άλλο κείμενο είναι της Αλέκας Παπαρήγα όπου γράφονται επί λέξει τα εξής: «Το ΚΚΕ διαθέτει και σύγχρονη εμπειρία από ένα είδος ιδιόμορφης συμμετοχής σε δύο διαδοχικές κυβερνήσεις το 1989-1990, στην πρώτη περίπτωση με το φιλελεύθερο κόμμα (ΝΔ) και στη δεύτερη και με τη σοσιαλδημοκρατία (ΠΑΣΟΚ). Η συμμετοχή στην κυβέρνηση έγινε για πολύ ειδικούς λόγους, καθώς ήταν αδύνατος ο σχηματισμός κυβέρνησης ύστερα από εκλογές, σύμφωνα δε με το νόμο έπρεπε να μεσολαβήσει ένα μικρό χρονικό διάστημα ως την επόμενη εκλογική αναμέτρηση για να μην παραγραφεί ένα πολιτικό σκάνδαλο που επικεφαλής -σύμφωνα με το κατηγορητήριο- αναφέρονταν ο σοσιαλδημοκράτης πρωθυπουργός. Το Κόμμα μας από τη φύση των δύο αυτών κυβερνήσεων -που ήταν μεταβατικές ως τις επόμενες εκλογές- δεν υποχρεώθηκε σε επιζήμιες υποχωρήσεις αν και ένα μέρος του λαού -καθοδηγημένο από τη σοσιαλδημοκρατία- απέδωσε στο κόμμα πολιτική ανίερης συμμαχίας. Είχαμε ζημιά σε ψήφους, το κυριότερο όμως δεν ήταν αυτό το γεγονός, όσο το ότι αναπτύχθηκε (σε μια περίοδο που ο οπορτουνισμός είχε σηκώσει κεφάλι μέσα στο κόμμα) η αντίληψη ότι δεν είναι θέμα αρχής η συμμετοχή του κόμματος σε μια αστική κυβέρνηση. Ακόμα όμως χειρότερο ήταν η διάδοση της αντίληψης ότι σε κάποια πολύ κορυφαία στιγμή, που το αστικό πολιτικό σύστημα συναντά εμπόδια, το ΚΚΕ πρέπει να παραμερίσει τη στρατηγική του και να στηρίξει το σχηματισμό κυβέρνησης στη λογική του λεγόμενου μίνιμουμ προγράμματος, που στην πραγματικότητα σε όλες τις περιπτώσεις δεν προκαλεί ρήγματα στο αστικό πολιτικό σύστημα, αντίθετα του παρέχει τη δυνατότητα να ανασυντάξει τις δυνάμεις του», η υπογράμμιση δική μας.[2]

Τι καταλαβαίνει κάποιος από τα παραπάνω; Ότι το κόμμα δεν έπαθε και κάποια ζημιά αλλά σε ένα γενικό επίπεδο ότι δεν πρέπει να παραμερίζει τη στρατηγική του. Και απολογητική για τη συμμετοχή και έμμεση κριτική στο ότι δεν έπρεπε να συμμετάσχει. Όπως και να έχει μέχρι τότε κανένα κομματικό σώμα δεν είχε αποφανθεί για τη συμμετοχή του ΚΚΕ.

Πως εξηγεί το κείμενο το λάθος της συμμέτοχης;

Αυτό που έχει κατ’ αρχάς σημασία για ένα κομμουνιστικό κόμμα είναι να διαπιστώνει τα λάθη του. Το δεύτερο είναι να τα ερμηνεύει και το τρίτο είναι αν η ερμηνεία είναι σωστή. Όσον αφορά το επίμαχο θέμα, λοιπόν, όντως γίνεται η αυτοκριτική και όντως δίνεται μία ερμηνεία. Το θέμα είναι αν η ερμηνεία στέκεται σε στέρεες βάσεις. Η αλήθεια είναι πως το κείμενο δεν λέει κάτι πρωτότυπο και κινείται στην πεπατημένη των τελευταίων ετών. Τι φταίει για τον οπορτουνισμό; Μα ο οπορτουνισμός, κι έτσι μας προσφέρεται μία θαυμάσια ταυτολογία. Για να είμαστε δίκαιοι κάτι αναφέρεται και για τους κοινωνικούς παράγοντες αλλά το κέντρο της ανάλυσης είναι ο οπορτουνισμός. Έτσι, η συμμετοχή παρουσιάζεται ως μία συνέχεια του οπορτουνιστικού παρελθόντος.

Γράφεται χαρακτηριστικά: «Για το ΚΚΕ η λαθεμένη απόφασή του για συμμετοχή στις κυβερνήσεις συνεργασίας – έστω και μεταβατικής, υπηρεσιακής ευθύνης και όχι κανονικής προγραμματικής – δεν μπορεί να ιδωθεί έξω από το πλαίσιο της στρατηγικής του Κόμματος και της πολιτικής του γραμμής. Είχε υπάρξει εξάλλου ιστορικό προηγούμενο. Η συμμετοχή του ΕΑΜ και μάλιστα με δύο κομμουνιστές υπουργούς στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας υπό τον Γ. Παπανδρέου το 1944, από τον Οκτώβρη μέχρι τον Δεκέμβρη του ίδιου χρόνου. Το ΚΚΕ τότε (το 1944) εξηγούσε τη συμμετοχή του ως επιλογή στήριξης της “πολιτικής ομαλότητας του τόπου” και της “εθνικής ενότητας”, ενώ ταυτόχρονα θεωρούνταν η κυβέρνηση ως μοχλός ο οποίος θα μπορούσε να αξιοποιηθεί για μεταρρυθμίσεις προς όφελος του λαού και της εργατικής τάξης».[3]

Ασφαλώς η συμμετοχή του ΚΚΕ στην κυβέρνηση του 1944 υπήρξε λανθασμένη. Λανθασμένη υπήρξε και η εκτίμηση του κόμματος όπως διατυπώθηκε τον Απρίλιο του 1945 στην 11η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ από τον Γ. Σιάντο.[4] Για να είμαστε ειλικρινείς δειλή υπήρξε και η εκτίμηση στο Α΄ δοκίμιο Ιστορίας του Κόμματος του 1995 όπου με σαφήνεια καταδικάζεται η συμφωνία του Λιβάνου (κάτι που γίνεται και στην εισήγηση του Σιάντου) αλλά η κριτική που αφορά τη συμμετοχή στην κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου είναι έμμεση και όχι σαφής.[5]

Όμως η συμμετοχή στις δυο κυβερνήσεις του 1989 αποτέλεσε μία ιστορική συνέχεια του 1944; Είναι σοβαρό να λέμε πως η απόφαση συμμετοχής του 1989 ήταν ούτε λίγο ούτε πολύ απότοκη μιας άλλης συμμετοχής σχεδόν μισό αιώνα πίσω; Στην πραγματικότητα αυτό που θέλει να μας πει ο συντάκτης του κειμένου είναι τούτο: πως το πρόβλημα απορρέει από την 6η Ολομέλεια του 1934, από το 7ο συνέδριο της ΚΔ, από την απόφαση για συγκρότηση του ΕΑΜ, από το ότι ο αγώνας είχε εθνικοαπελευθερωτικά χαρακτηριστικά, από το Πρόγραμμα του 15ου συνεδρίου, από το ότι η Ελλάδα θεωρείτο εξαρτημένη κι όχι ιμπεριαλιστική χώρα.

Δίκη προθέσεων; Σε καμία περίπτωση, αφού όλα τα παραπάνω έχουν ειπωθεί και γραφτεί αναρίθμητες φορές. Αυτό είναι το μέλημα της σημερινής ηγεσίας. Να πείσει το κομματικό δυναμικό και τον κόσμο που βρίσκεται στην επιρροή του κόμματος ότι το κόμμα πήγαινε στραβά για ολόκληρες δεκαετίες και ότι η σημερινή πεφωτισμένη ηγεσία είναι αυτή που ίσιωσε την πορεία του. Άλλωστε στις θέσεις του 21ου συνεδρίου είναι έκδηλη η αγωνία για το ότι η νέα γραμμή δεν έχει αφομοιωθεί.

Το ΚΚΕ επιδίωκε τη συμμετοχή του σε αστικές κυβερνήσεις;

Έτσι τουλάχιστον υποστηρίζει το κείμενο γράφοντας πως το ΚΚΕ με βάση το 10ο συνέδριό του είχε αποφασίσει τη συνεργασία με αστικές δυνάμεις ή/και τη συμμετοχή του σε αστικές κυβερνήσεις. Είναι, όμως, έτσι τα πράγματα;

Το κομματικό ντοκουμέντο όπου υπάρχει κατεύθυνση για μία τέτοια συνεργασία είναι το 8ο συνέδριο του ΚΚΕ που πραγματοποιήθηκε το 1961. Στο Πρόγραμμα του 8ου συνεδρίου διαπιστωνόταν η ύπαρξη μιας μη μονοπωλιακής αστικής τάξης που θα θεωρείτο μία από τις κοινωνικές δυνάμεις που θα μπορούσαν να αποτελέσουν μία σύμμαχη δύναμη στον δρόμο προς την Εθνική Δημοκρατική Αλλαγή, όπως τότε ονομαζόταν η μεταβατική φάση προς τον σοσιαλισμό[6]. Επρόκειτο αναμφίβολα για λάθος στρατηγικού χαρακτήρα, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως αυτό διορθώθηκε στο επόμενο πρόγραμμα του κόμματος, αυτό του 10ου συνεδρίου (για την ακρίβεια του 9ου συνεδρίου για το οποίο έγιναν κάποιες τροποποιήσεις στο 10ο).

Ειδικά όσον αφορά το 10ο συνέδριο πουθενά δεν υπάρχει τέτοια διατύπωση την οποία επικαλείται ο συντάκτης του κειμένου του Ριζοσπάστη, παρά μόνο μία γενική αναφορά (απολύτως σωστή κατά τη γνώμη μας) σύμφωνα με την οποία «το ΚΚΕ είναι έτοιμο να συνεργαστεί με δημοκρατικά κόμματα και δυνάμεις πάνω σε ένα γενικό ή μερικότερο πρόγραμμα πάλης για τους παραπάνω σκοπούς» (σ.σ. για την υλοποίηση της αντιιμπεριαλιστικής αντιμονοπωλιακής δημοκρατίας του λαού).[7]

Όμως, ας δούμε και άλλη μία πλευρά. Η συνεργασία με αστικές και μικροαστικές δυνάμεις για μερικότερα ζητήματα ταυτίζεται με τη συμμετοχή σε αστικές κυβερνήσεις; Μόνο ένας ακραία δογματικός θα μπορούσε να τα ταυτίσει. Το σημερινό ΚΚΕ άραγε δεν έχει τύχει να ψηφίσει κάποιες νομοθετικές διατάξεις στη βουλή που δεν είναι δικές του προτάσεις; Το ΚΚΕ δεν ήταν αυτό που πήρε την πρωτοβουλία να υπογραφεί ένα κοινό κείμενο στις 17 Νοέμβρη; Εκτός κι αν θεωρεί πως ο ΣΥΡΙΖΑ ανήκει στις κομμουνιστικές δυνάμεις…

Περί φραξιονισμού

Το κείμενο στέκεται (και ορθώς) στη φραξιονιστική διαπάλη που διεξήχθη εκείνη την εποχή με τις δυο φράξιες που ως γνωστό στη συνέχεια η μία δημιούργησε το ΝΑΡ και η άλλη κράτησε τον τίτλο του Συνασπισμού. Στη θεώρηση αυτή ακολουθεί το κλασικό τσουβάλιασμα όπου οι δυο φράξιες παρουσιάζονται σαν συγκοινωνούντα δοχεία. Τι ξεχνάει όμως ο συντάκτης;

Πρώτο, πως η φράξια η οποία διέσπασε την ΚΝΕ πήρε μαζί της πολύ πάνω από τη μισή οργάνωση και ότι περίπου 15 μέλη της ΚΕ, επίσης, αποχώρησαν. Γιατί; Ο κύριος λόγος ήταν σε εκείνη τη φάση η κριτική της απέναντι στη συμμετοχή στις κυβερνήσεις Τζαννετάκη και Ζολώτα. Αυτό δεν αναφέρεται πουθενά. Αυτή η υπόμνηση δεν έχει να κάνει με κάποια διάθεση υπεράσπισης αυτής της φράξιας αλλά έχει να κάνει με την ακρίβεια των ιστορικών συμβάντων και με τη συνολική γνώση των πραγματολογικών δεδομένων. Άλλωστε η φράξια που δημιούργησε μετέπειτα το ΝΑΡ, παρά τη σωστή κριτική της στις κυβερνήσεις Τζαννετάκη-Ζολώτα, αμφισβήτησε τον μαρξισμό και κυρίως τον λενινισμό, ενώ κινηματικά ήταν πενιχρά τα αποτελέσματα της δράσης του φορέα που δημιούργησε.

Σε κάθε περίπτωση το κείμενο αποκρύπτει ότι ο πυρήνας του κόμματος που δεν άνηκε στις δυο φράξιες συνεργάστηκε με τη φράξια Ανδρουλάκη ώστε να εκκαθαριστεί η αριστερίστικη φράξια (αυτό φυσικά δεν δικαιώνει τον φραξιονισμό της ομάδας Γράψα). Επομένως σε εκείνη τη φάση άλλα ήταν τα συγκοινωνούντα δοχεία από αυτά που περιγράφει το ανώνυμο κείμενο.

Δεύτερο, το κείμενο δεν απαντά στο τι στάση κράτησαν τότε ορισμένα από τα μέλη της σημερινής ηγεσίας. Υπήρξαν ή όχι κάποια που ταλαντεύτηκαν ανάμεσα στο κόμμα και στις φράξιες; Υπήρχαν ή όχι κάποια σημερινά μέλη που διατύπωσαν θέσεις με βάση τις οποίες το ΚΚΕ έπρεπε να τα βρει με το ΠΑΣΟΚ ή να αλλάξει τη θέση του για έξοδο από την ΕΟΚ; Κι εν τέλει πόσο αγωνίστηκαν προκειμένου να ανακόψουν τον εκφυλισμό του κόμματος;

Τρίτο, θα είχε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να μάθουμε αν κάποια και πόσα από τα σημερινά μέλη της ΚΕ εκδήλωσαν την αντίθεσή τους στην εκλογή του Θεοδωρικάκου και τη μετατροπή της ΚΝΕ σε ένα παραμάγαζο του Μίμη Ανδρουλάκη.

Τέταρτο, η επίθεση του κειμένου στον φραξιονισμό δεν έχει να κάνει με μία διάθεση προστασίας της συνειδητής πειθαρχίας που πρέπει να χαρακτηρίζει τους κομμουνιστές ούτε με την υιοθέτηση μιας κομμουνιστικής ηθικής. Και αυτό γιατί η σημερινή ηγεσία έχει διεξάγει τον πιο παρατεταμένο και ομολογουμένως έξυπνο φραξιονισμό μέχρι να μεταλλάξει το κόμμα. Αυτό που προέχει, λοιπόν, είναι η προστασία της κομματικής γραφειοκρατίας.

Και τα κρίσιμα ερωτήματα

Τα κρίσιμα ερωτήματα όχι μόνο προς το συντάκτη του κειμένου αλλά και προς τη σημερινή ηγεσία του κόμματος, είναι τούτα: ανεξάρτητα από τα λάθη που έγιναν στο παρελθόν η μη συμμετοχή του ΚΚΕ σε μη κομμουνιστικές κυβερνήσεις είναι θέση αρχής; Κάθε μη κομμουνιστική κυβέρνηση είναι απαραίτητα και αστική; Για παράδειγμα η κυβέρνηση Αλιέντε ήταν αστική; Η αποτυχία του χιλιάνικου πειράματος οφείλεται στη δημιουργία κυβέρνησης ή στην αυταπάτη ότι η αστική τάξη δεν θα αντιδρούσε; Οι κλασικοί απέκλειαν τη δημιουργία μιας μη κομμουνιστικής κυβέρνησης όπου οι κομμουνιστές θα συμμετείχαν;

Ας μην θέσουμε άλλα ερωτήματα και ας διατυπώσουμε με καθαρότητα την άποψή μας. Ο στόχος για σχηματισμό μιας αντιιμπεριαλιστικής, αντιμονοπωλιακής, δημοκρατικής κυβέρνησης είναι ένας τακτικός στόχος στρατηγικού χαρακτήρα και όχι η ίδια η στρατηγική. Η πρόταση αυτή αποσκοπεί στη συσπείρωση ευρύτερων κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων. Ο σχηματισμός μιας τέτοιας κυβέρνησης δεν είναι νομοτέλεια. Είναι απλώς ένα σκαλοπάτι στην ταξική πάλη που μπορεί και πρέπει να ανοίξει δρόμους για την επαναστατική ανατροπή της καθεστηκυίας τάξης. Η ίδια η πορεία της ταξικής πάλης μπορεί να καταστήσει έναν τέτοιο στόχο ξεπερασμένο. Το θέμα είναι σε κάθε ιστορική φάση, λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο ανάπτυξης της χώρας, την κοινωνικοταξική σύνθεση ενός λαού, το επίπεδο συνείδησης των εργαζομένων, τον συσχετισμό δυνάμεων, να βρίσκεται ο βέλτιστος δρόμος προς την επανάσταση. Οι χοντροκομμένες θεωρήσεις δεν βοήθησαν ποτέ, και ούτε και πρόκειται, την ανάπτυξη του επαναστατικού κινήματος.

[1]. «Η ΠΟΡΕΙΑ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΤΟΥ ΚΚΕ», ΚΟΜΕΠ τ.6, 2013, σελ. 51.

[2]. Παπαρήγα Αλέκα, «Η ΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΝΗΣΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΤΩΝ ΚΚ ΣΕ ΑΣΤΙΚΕΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ», ΚΟΜΕΠ, τ.2, 2013, σελ. 16-17.

[3]. https://www.rizospastis.gr/page.do?publDate=27/2/2021&id=18166&pageNo=20

[4]. ΤΟ ΚΚΕ, ΕΠΙΣΗΜΑ ΚΕΙΜΕΝΑ, τ. 5, σελ. 420-421, εκδ. ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ, 1981.

[5]. ΔΟΚΙΜΙΟ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΚΚΕ, Α΄ΤΟΜΟΣ, 1918-1949, σελ. 463-472, εκδ. ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ, 1995.

[6]. Βλέπε αναλυτικότερα, ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΚΚΕ, ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ, σελ. 318-319, εκδ. ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ, 2008.

[7]. Βλέπε αναλυτικότερα  ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΚΕ ΤΟΥ ΚΚΕ, 10ο  ΣΥΝΕΔΡΙΟ, 81-94, 1978.