Tου Γιάννη Τόλιου
Ο Προϋπολογισμός 2022 συμπυκνώνει τις επιλογές της κυβέρνησης και δεν φέρνει κανένα ελπιδοφόρο μήνυμα για μισθωτούς και λαϊκά στρώματα. Αντίθετα, διευρύνει τις εισοδηματικές ανισότητες, επιβάλλοντας βίαιη φτωχοποίηση μεγάλου μέρους των εργαζομένων και κυρίως της νέας γενιάς, ενώ η κερδοφορία μεγάλων επιχειρήσεων και πολυεθνικών βρίσκεται σε άνθηση.
Ιδιαίτερα σκληρές είναι οι περικοπές κοινωνικών δαπανών, πρώτα απ’ όλα σε υγεία και πρόνοια, ενώ αυξάνονται οι επιχορηγήσεις προς «εθνικούς» και ξένους επενδυτές από κοινοτικά κονδύλια. Παράλληλα συνεχίζεται η πολιτική ιδιωτικοποίησης δημόσιας περιουσίας και διατηρούνται αλώβητα τα φορολογικά προνόμια και η φορολογική ασυλία των «εχόντων».
Στον Προϋπολογισμό 2022 τα συνολικά έσοδα προβλέπονται σε 55,4 δισ. € (αυξημένα κατά 5 δισ.), ενώ οι συνολικές δαπάνες σε 65,6 δισ. (μειωμένες κατά 5 δισ.). Κύρια πηγή εσόδων οι έμμεσοι φόροι (από 26,2 δισ. σε 28,5 δισ.), καθώς και φόροι εισοδήματος φυσικών προσώπων (από 9,7 δισ. σε 10,4 δισ.), που στην πλειονότητα επιβαρύνουν μισθωτούς και συνταξιούχους. Από την άλλη, οι φόροι νομικών προσώπων (Α.Ε. και ΕΠΕ) αυξάνονται οριακά (από 3,2 δισ. σε 3,8 δισ.). Είναι χαρακτηριστικό ότι οι φόροι νομικών προσώπων από 2,5% του ΑΕΠ το 2019, θα περιοριστούν στο 2% το 2022!
Ταυτόχρονα παραμένει ανέγγιχτο το φορολογικό καθεστώς προνομίων (εφοπλιστών, τραπεζιτών, κ.ά.) καθώς και η παροχή φορολογικών «κινήτρων» σε μεγάλους κεφαλαιούχους, ενώ ζει και βασιλεύει η φοροδιαφυγή εύπορων στρωμάτων, ιδίως μέσω off-shore εταιρειών σε φορολογικούς παραδείσους. Μια εικόνα αυτής της φοροδιαφυγής δίνουν οι αποκαλύψεις των «Pandora Papers». Το ύψος του πλούτου που κρύβεται σε αυτούς ήταν (2020) πάνω από 11,3 τρισ. δολ., ενώ η φοροδιαφυγή 427 δισ. δολ. Ανάμεσα στους εκλεκτούς της διεθνούς ολιγαρχίας και 283 Ελληνες μεγαλοκεφαλαιούχοι!
Σύμφωνα με τον «νεοφιλελεύθερο αλγόριθμο», η συρρίκνωση δαπανών εστιάζεται στις κοινωνικές παροχές και πρώτα απ’ όλα στην υγεία. Αντί σε συνθήκες πανδημίας ουσιαστικής ενίσχυσης του ΕΣΥ, έχουμε τάσεις συρρίκνωσης στη «λογική» του υπουργού Επικρατείας Α. Σκέρτσου, ότι «δεν υπάρχει λόγος να δημιουργήσουμε πολυτελές σύστημα υγείας»! Ειδικότερα, οι κεφαλαιακές μεταβιβάσεις από το κράτος προς Νοσοκομεία & ΠΦΥ, από 1.741 εκατ./2021, περιορίζονται σε 1.462 εκατ./2022, ενώ οι αμοιβές εργαζομένων στα Νοσοκομεία-ΠΦΥ από 751 εκατ. μειώνονται σε 690 εκατ.!
Παράλληλα οι μεταβιβάσεις από τακτικό προϋπολογισμό προς οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης (ΟΚΑ) μειώνονται από 21,5 δισ. σε 20,4 δισ., ενώ οι δαπάνες επιδομάτων ανεργίας ΟΑΕΔ, από 654 σε 505 εκατ. Επίσης οι επιχορηγήσεις προς ΕΟΠΥΥ από 504 εκατ., σε 436 εκατ. κ.λπ. Οσο για τις δαπάνες μισθοδοσίας στις δημόσιες υπηρεσίες, προβλέπεται αύξηση 1% (από 13,5 δισ./2021 σε 13,6 δισ.), τη στιγμή που ο πραγματικός τιμάριθμος τρέχει με 5% και σε βασικά είδη είναι πολλαπλάσιος (τρόφιμα, καύσιμα κ.ά.). Τέλος, μειωμένες προβλέπονται και οι επιχορηγήσεις προς ΟΤΑ α’ και β’ βαθμού (από 2,9 δισ., σε 2,8 δισ.), ενώ οι δημοτικοί φόροι και τα τέλη θα αυξηθούν, από 501 εκατ., σε 552 εκατ. €. Οσον αφορά το ύψος του δημόσιου χρέους, παραμένει δυσθεώρητο! Από 331 δισ. το 2019, προβλέπεται σε 355 δισ./2022, φέρνοντας στο προσκήνιο τη ζωτική ανάγκη δραστικής μείωσής του για την επιβίωση του ελληνικού λαού.
Στον νέο προϋπολογισμό γίνεται μεγάλος θόρυβος «περί ανάπτυξης». Ωστόσο η πορεία του ΑΕΠ στα τελευταία χρόνια δείχνει διάψευση προσδοκιών. Οι δημόσιες επενδύσεις παραμένουν στάσιμες (10,6 δισ./2020, σε 10,9 δισ./2022, μαζί με 3,2 δισ. του Ταμείου Ανάκαμψης. Η ιδιωτική και δημόσια κατανάλωση θα επιβραδυνθούν (ιδιωτική από 3,3% σε 3% και η δημόσια από 4,1% σε -2,8%).
Από την άλλη, η μειωμένη αγοραστική δύναμη λαϊκών νοικοκυριών δεν μπορεί να δώσει ώθηση στη ζήτηση και δυναμική στην αύξηση του ΑΕΠ. Τα στοιχεία του ΕΦΚΑ δείχνουν διαδικασίες φτωχοποίησης των εργαζομένων (41% είναι μερικής απασχόλησης με μισθό 373 € καθαρά)! Η λογική του φθηνού εργατικού κόστους ως μοχλού ανάπτυξης και μείωσης της ανεργίας έχει διαψευστεί. Πρόσφατα ο βραβευμένος με Νόμπελ Οικονομίας Ντέιβιντ Καρντ απέδειξε ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού δεν οδηγεί απαραίτητα σε αύξηση ανεργίας. Στην Ελλάδα η ανεργία παραμένει σε υψηλά επίπεδα (15,9%), ενώ η μείωση του κατώτατου μισθού, από 751 σε 586 € το 2012, δεν έφερε ούτε μείωση ανεργίας ούτε υψηλούς ρυθμούς ΑΕΠ.
Κατά συνέπεια, αυτό που χρειάζεται αμέσως είναι μια ριζική στροφή στην ασκούμενη πολιτική. Σε σχέση με τον Προϋπολογισμό, βασικό αίτημα είναι η μείωση έμμεσης φορολογίας και φορολογίας μισθωτών-συνταξιούχων, καθώς και δραστικός περιορισμός φοροδιαφυγής και φοροκλοπής. Κατάργηση φορολογικών προνομίων, αύξηση κοινωνικών δαπανών υγείας, παιδείας, πρόνοιας, πολιτισμού, περιβάλλοντος, στήριξη προγραμμάτων ανάπτυξης για δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Αποκατάσταση κατώτατου μισθού στο ύψος των 751 €, για τόνωση ζήτησης, παραγωγής, απασχόλησης και μείωσης ανεργίας. Οι τελευταίες αγωνιστικές κινητοποιήσεις (εστίαση, ακτοπλοΐα, εκπαίδευση) δείχνουν ότι με ενωτικούς αγώνες και λαϊκή αλληλεγγύη μπορεί να ανοίξει δρόμος ελπιδοφόρας προοπτικής για τον ελληνικό λαό και ιδιαίτερα για τη νεολαία.