Ο Γκάμπριελ Μπόριτς του αριστερού συνασπισμού «Εγκρίνω – Ψηφίζω την Αξιοπρέπεια», κέρδισε τον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών που διεξήχθη στη Χιλή στις 19 Δεκεμβρίου απέναντι στον ακροδεξιό Χοσέ Αντόνιο Καστ και έγινε ο νεότερος πρόεδρος της χώρας. Mένει να αποδειχθεί αν η εκλογή του θα αποτελέσει άλλη μια ρωγμή στο μπλοκ του νεοφιλελευθερισμού και του ιμπεριαλισμού στην Λατινική Αμερική ή θα διαψεύσει τις προσδοκίες.
Νέα ροζ «παλίρροια»
Η νίκη του αριστερού συνασπισμού στην Χιλή χαιρετίστηκε από τις προοδευτικές δυνάμεις της Λατινικής Αμερικής, ως μέρος του νέου κύματος «ροζ παλίρροιας» που σαρώνει την ήπειρο. Ο περονιστής πρόεδρος της Αργεντινής Αλμπέρτο Φερνάντεζ έγραψε: «Θέλω να συγχαρώ τον Γκάμπριελ Μπόριτς που εξελέγη πρόεδρος του αγαπημένου λαού της Χιλής. Πρέπει να αναλάβουμε τη δέσμευση να ενισχύσουμε τους δεσμούς αδελφοσύνης που ενώνουν τις χώρες μας και να εργαστούμε μαζί με την περιοχή για να βάλουμε τέλος στην ανισότητα στη Λατινική Αμερική», έγραψε στο Twitter. «Χαιρετίζουμε τον εκλογικό θρίαμβο του Γκάμπριελ Μπόριτς, ο οποίος είναι θρίαμβος του λαού της Χιλής. Η δημοκρατία της Λατινικής Αμερικής ενισχύεται με βάση την ενότητα, τον σεβασμό και, κυρίως, τη βούληση των λαών μας. Συγχαρητήρια στον εκλεγμένο πρόεδρο της Χιλής!», έγραψε ο σοσιαλιστής πρόεδρος της Βολιβίας Λούις Άρτσε, του οποίου το κίνημα επέστρεψε στην εξουσία αφού η λαϊκή αντίσταση οδήγησε την υποστηριζόμενη από τις ΗΠΑ ακροδεξιά χούντα σε εκλογές. «Συγχαρητήρια για τον θρίαμβο, αγαπητέ μου φίλε Γκάμπριελ Μπόριτς! Η νίκη που πετύχατε είναι αυτή του λαού της Χιλής και τη μοιραζόμαστε εμείς, ο λαός της Λατινικής Αμερικής, που θέλουμε να ζήσουμε με ελευθερία, ειρήνη, δικαιοσύνη και αξιοπρέπεια! Ας συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για την ενότητα των εθνών μας», έγραψε ο αριστερός πρόεδρος του Περού Πέδρο Καστίγιο, ο οποίος κέρδισε τις εκλογές τη χρονιά που μας πέρασε παρά τις προσπάθεις νομικού πραξικοπήματος από την ακροδεξιά.
«Θερμά συγχαρητήρια στον Γκάμπριελ Μπόριτς για την εκλογή του ως Προέδρου της Χιλής σε μια ιστορική λαϊκή νίκη. Επικυρώνουμε τη βούληση να επεκτείνουμε τις διμερείς σχέσεις και τη συνεργασία μεταξύ λαών και κυβερνήσεων», δήλωσε ο Πρόεδρος Μιγκέλ Ντίαζ-Κανέλ, προσδοκώντας η εκλογή του αριστερού Μπόριτς να αμβλύνει την περιφερειακή απομόνωση της Κουβανικής Επανάστασης μετά τις ήττες της Αριστεράς τις προηγούμενες δεκαετίες. Με την ίδια προσδοκία ο πρόεδρος της Μπολιβαριανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας Νικολάς Μαδούρο συνεχάρη «τον λαό του Σαλβαδόρ Αλιέντε και του Βίκτορ Χάρα για την ηχηρή νίκη τους επί του φασισμού», κάνοντας λόγο για «μεγάλη μέρα για τη δημοκρατία». «Με σεβασμό και χαρά χαιρετίζουμε τον ιστορικό θρίαμβό του, που επιτεύχθηκε με τον γενναίο λαό της Χιλής, εμπνευσμένο από την πανταχού παρούσα κληρονομιά του προέδρου της αξιοπρέπειας, Σαλβαδόρ Αλιέντε, και τόσων ηρώων και μαρτύρων αυτού του μεγάλου λαού», είπε ο προσφάτως επανεκλεγείς πρόεδρος των Σαντινίστας της Νικαράγουα Ντανιέλ Ορτέγκα.
Το Κέντρο Οικονομικής και Πολιτικής Έρευνας (CEPR) αναφέρει πως «η συντριπτική νίκη του Μπόριτς φαίνεται να επιβεβαιώνει μια ευρύτερη περιφερειακή στροφή προς τα αριστερά, μετά τη νίκη της Σιομάρα Κάστρο
στην Ονδούρα τον περασμένο μήνα, του Πέδρο Καστίγιο στο Περού τον Ιούνιο και του Λουίς Άρσε στη Βολιβία τον Οκτώβριο του 2020. Υπό τη δεξιά διοίκηση του Σεμπαστιάν Πινιέρα, η Χιλή είχε διαδραματίσει ηγετικό ρόλο στη δημιουργία του Prosur, ενός δεξιού μπλοκ των κυβερνήσεων της Νότιας Αμερικής, το οποίο ήταν σθεναρά ευθυγραμμισμένο με την αμερικανική κυβέρνηση». Το CEPR κάνει ιδιαίτερη αναφορά στα συγχαρητήρια του Λούλα ντα Σίλβα στον Μπόριτς για την εκλογή του. «Συγχαίρω τον σύντροφο Γκάμπριελ Μπόριτς για την εκλογή του ως πρόεδρος της Χιλής. Είμαι χαρούμενος για μια ακόμη νίκη ενός δημοκρατικού, προοδευτικού υποψηφίου στη Λατινική Αμερική μας, για την οικοδόμηση ενός καλύτερου μέλλοντος για όλους», δήλωσε ο πρώην πρόεδρος της Βραζιλίας, που ανατράπηκε και φυλακίστηκε από ένα «βελούδινο πραξικόπημα» της δεξιάς, ενώ είναι σε διαδικασία μετωπικής συμπόρευσης με άλλες αριστερές δυνάμεις κατά τα πρότυπα της Αριστερής συμμαχίας που υποστήριξε τον Μπόρις, ώστε να επιστρέψει σύντομα στην προεδρία της Βραζιλίας απέναντι στο νεοφασίστα πρόεδρο Μπολσονάρο. Όπως αναφέρει το CEPR: «Είναι πιθανό ότι ο Μπόριτς θα επιδιώξει να συμμετάσχει σε άλλες αριστερές κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής πιέζοντας για μια πιο διεκδικητική, κυρίαρχη και δημοκρατική περιοχή και για την εδραίωση των περιφερειακών οργανώσεων που υποστηρίζουν αυτή την ατζέντα»
Μια ισορροπημένη κριτική στη «γλυκούλα» Αριστερά του Μπόριτς
Το γεγονός ότι ο Μπόρις θα ηγηθεί την πρώτης αριστερής κυβέρνησης στη χώρα μετά την ανατροπή του σοσιαλιστική προέδρου Αλλιέντε από το φασιστικό πραξικόπημα του Πινοσέτ, έχει προκαλέσει αυθόρμητες συγκρίσεις. Ωστόσο, ο Πάμπλο Σεπουλβέντα Αλιέντε, εγγονός του δολοφονημένου από το φασιστικό πραξικόπημα σοσιαλιστή ηγέτη Σαλβαδόρ Αλιέντε, γιατρός και διεθνής Συντονιστής του Δικτύου των Διανοουμένων στην Υπεράσπιση της Ανθρωπότητας, προχώρησε σε μια σημαντική έκκληση προς τον νεοεκλεγέντα Μπόριτς. Υπενθυμίσουμε πως το Δίκτυο υποστήριξε κατά τις πρόσφατες εκλογές, απέναντι στον φασιστικό κίνδυνο που εξέφραζε ο Καστ. Ο Πάμπλο Αλιέντε σημειώνει στην επιστολή του πως «τολμώ να σας απαντήσω γιατί βλέπω τον κίνδυνο ώστε σημαντικοί ηγέτες όπως εσείς, οι νέοι ηγέτες αυτής της “νέας αριστεράς” που αναδύθηκε στο Ευρύ Μέτωπο, να κάνουν απλές, παράλογες και ανενημέρωτες συγκρίσεις σε τόσο ευαίσθητα ζητήματα όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα». Αναφερόμενος σε παλαιότερες δηλώσεις του Μπόριτς, του απαντά πως «είναι πολύ προκατειλημμένο και αγενές ότι εξισώνετε -χωρίς το παραμικρό επιχείρημα- την υποτιθέμενη “αποδυνάμωση των βασικών συνθηκών της δημοκρατίας στη Βενεζουέλα”, τον “μόνιμο περιορισμό των ελευθεριών στην Κούβα” και την “καταστολή της κυβέρνησης Ορτέγα στη Νικαράγουα” με τις αποδεδειγμένες φρικαλεότητες της στρατιωτικής δικτατορίας στη Χιλή, τον προφανή εγκληματικό παρεμβατισμό των Ηνωμένων Πολιτειών σε όλο τον κόσμο και την κρατική τρομοκρατία του Ισραήλ κατά του λαού της Παλαιστίνης».
Επισημαίνει πως «γράφοντας τέτοια ανοησία δεν “σημαίνει ότι γίνεστε ένας ψευδο-πράκτορας της CIA”, αλλά υποδηλώνει μια σημαντική ανευθυνότητα και πολιτική ανωριμότητα που μπορεί να σας μετατρέψει σε ένα χρήσιμο εργαλείο για τη δεξιά, ή χειρότερα, να καταλήξετε να είστε η “αριστερά” που η δεξιά λαχταρά: μια αριστερά που είναι η γλυκούλα, διφορούμενη, μια ακίνδυνη αριστερά, που με οπορτουνισμό προτιμά να εμφανίζεται “πολιτικά ορθή”, που δεν θέλει να κατηγοριοποιηθεί, που δεν θέλει να είναι κακή με κανέναν. Μια τέτοια αριστερά συγχέει, γιατί δεν τολμά να επισημάνει και να αντιμετωπίσει με θάρρος τους πραγματικούς εχθρούς των λαών. Υπάρχει κίνδυνος να εκφράσει πολιτικά ανώριμες απόψεις». Ο Αλιέντε αντιτείνει στον Μπόριτς: «Έχετε αναρωτηθεί ποτέ γιατί η Βενεζουέλα είναι τόσο δυσφημισμένη και δέχεται επίθεση στα μέσα ενημέρωσης; Γιατί συμβαίνει αυτό κάθε μέρα σε όλες σχεδόν τις χώρες του δυτικού κόσμου όπου κυριαρχούν τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης; Γιατί της επιτέθηκαν από παντού; Γιατί αυτά τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης σιωπούν σχετικά με τις συνεχιζόμενες σφαγές στην Κολομβία και το Μεξικό; Γιατί εκείνοι που διαρρηγνύουν τα ιματια τους ανησυχώντας για έναν βουλευτή της Βενεζουέλας, που ομολόγησε ότι συμμετείχε σε μια απόπειρα δολοφονίας, δεν έχουν το θάρρος να απαιτήσουν από το Ισραήλ να σταματήσει τη γενοκτονία κατά του παλαιστινιακού λαού; Ένας κόσμος ανάποδα. Αυτός είναι ο κόσμος της πολιτικής χωρίς καρδιά και χωρίς θάρρος».
«Η Μαργαρίτα Λαμπάρκα Γκόνταρντ υποστήριξε ξεκάθαρα και κατηγορηματικά γιατί κάνετε λάθος στις θέσεις σας κατά της Κούβας, της Βενεζουέλας και της Νικαράγουα. Θα προσθέσω μόνο ότι η Βενεζουέλα έχει μια δημοκρατία που είναι πολύ πιο υγιής και διαφανής από ό,τι στη Χιλή, όταν θέλετε μπορώ να επιχειρηματολογήσω και μπορούμε να τη συζητήσουμε, αν ενδιαφέρεστε. Σας ονομάζω αυτές τις δύο χώρες, επειδή τις γνωρίζω αρκετά καλά. Στην Κούβα έζησα για 9 χρόνια και στη Βενεζουέλα έζησα για άλλα 9 χρόνια. Δεν γνωρίζω από πρώτο χέρι τη Νικαράγουα, αλλά σας καλώ να ρωτήσετε ποια θα ήταν η αντίδραση μιας δεξιάς κυβέρνησης στη δράση των μίσθαρνων και βαριά οπλισμένων εγκληματικών συμμοριών, οι οποίες έρχονται να αναλάβουν τμήματα των πιο σημαντικών πόλεων της χώρας. Και όπου, επιπλέον, αυτές οι μισθοφόρες συμμορίες είχαν σκοπό να διαπράξουν απεχθείς πράξεις όπως απαγωγές, βασανισμούς, ακρωτηριασμούς, βιασμούς και ακόμη και καύση ζωντανών, δεκάδες ανθρώπινα όντα, απλά επειδή είναι μαχητές ενός σκοπού -στην προκειμένη περίπτωση, μαχητές των Σαντινίστας- όπου η δίωξη έφτασε στο σημείο να δολοφονήσουν ολόκληρες οικογένειες στα σπίτια τους. Η νομίμως εκλεγμένη κυβέρνηση στη Νικαράγουα, ακόμη και έχοντας τους πόρους, το νομικό πλαίσιο και τη δύναμη να ενεργήσει δυναμικά αμέσως ενάντια σε μια τέτοια φασιστική αποσταθεροποίηση, ήταν αρκετά συγκρατημένη. Πιστεύετε ότι η δεξιά στην εξουσία θα είχε αυτό το ειρηνικό όραμα και την έκκληση για διάλογο για επίλυση των συγκρούσεων;», γράφει.
Η ιστορία μας απαντά. Καταλαβαίνω ότι μπορεί να μπερδευτείτε από τα μεγάλα “μέσα ενημέρωσης” που ανέλαβαν να θυματοποιήσουν τους δράστες. Όπως έκαναν και πριν έναν χρόνο στη Βενεζουέλα κατά τη διάρκεια των λεγόμενων guarimbas (οι λεγόμενες «διαμαρτυρίες της κατσαρόλας»).
Επομένως, Γαβριήλ, μιλώντας αντικειμενικά, με σοβαρά επιχειρήματα -χωρίς απόψεις που σχηματίζονται και διαμορφώνονται μέσω των στρεβλώσεων και ψέματα επαναλαμβάνονται καθημερινά-, δεν υπάρχουν δύο μέτρα και σταθμά στο οποίο υπερασπιζόμαστε την Κούβα, τη Βενεζουέλα και τη Νικαράγουα. Δεν έχουμε εξαφανισεί ή βασανίσει, δεν φυλακίζουμε εκείνους που σκέφτονται ή σκέφτονται διαφορετικά, αλλά εγκληματίες. Είτε αυτοί οι βουλευτές, είτε πολιτικοί είτε υποτιθέμενοι φοιτητές. Μάλλον μου φαίνεται ότι βλέπετε αυτό το “αυτά τα δύο μέτρα και σταθμά” στον εαυτό σας, εκδίδοντας άνετες κρίσεις από χειραγώγηση και άγνοια. Για τα μέσα ενημέρωσης, τη δημοκρατία και τις ελευθερίες, μπορούμε να συζητήσουμε τη σύγκριση της Χιλής με αυτές τις χώρες. Σας διαβεβαιώνω ότι δυστυχώς η Χιλή δεν θα τα πάει πολύ καλά, ειδικά αν συμπεριλάβουμε τα ανθρώπινα, οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα που δεν είναι τίποτα άλλο από εμπορεύματα. Ένα άτομο φθάνει στο υψηλότερο επίπεδο άγνοιας όταν απορρίπτει κάτι για το οποίο δεν γνωρίζει τίποτα», καταλήγει.
Από τι θα κριθεί τελικά ο Μπόριτς;
Όπως καταλαβαίνουμε από τα παραπάνω, ούτε ο Μπόριτς, ούτε συνολικά το ρεύμα της «ροζ παλίρροιας», θα κριθούν με μέτρο το αν οικοδομήσουν σοσιαλισμό με όρους επανάστασης στην Λατινική Αμερική. Ως προς αυτό δεν υπάρχουν αυταπάτες, για τα όρια που έχει μια δημοκρατική νίκη της Αριστεράς, πόσο μάλλον από ένα πρόσωπο που δεν έχει δείξει μέχρι σήμερα το ανάστημα που, παρά τα λάθη του, είχε ο Σαλβαδόρ Αλλιέντε. Δεν ήταν άλλωστε αυτό το διακύβευμα της εκλογής του, ούτε της λαϊκής εξέγερσης που τον έφερε στην διακυβέρνηση. Σε εθνικό επίπεδο, ο Μπόριτς θα κριθεί για το κατά πόσο θα προωθήσει τη λαϊκή συντακτική συνέλευση, που θα απελευθερώσει την χώρα από τα νεοφιλελεύθερα δεσμά που της επιβάλλει το Σύνταγμα Πινοσέτ, αντικαθιστώντας το χουντικής κοπής συνταξιοδοτικό σύστημα ιδιωτικής ασφάλισης (που «λιγουρεύεται» η δική μας δεξιά κυβέρνηση) με ένα που θα βασίζεται στις δημόσιες δαπάνες. Καθώς και για το κατά πόσο θα προχωρήσει σε φορολογία του μεγάλου κεφαλαίου και θα προστατεύσει τη γη της Χιλής από την εκμετάλλευση των πολεθνικών ομίλων, με κεντρικό μοχλό την ίδρυση μιας Εθνικής Τράπεζας Ανάπτυξης. Η αμνήστευση των αγωνιστών που διώκονται από το νεοφιλελεύθερο καθεστώς, είναι μια ακόμα κρίσιμη υπόσχεση ως προς την υλοποίηση της, αν θέλει η νέα κυβέρνηση να μην προδώσει τις λαϊκές προσδοκίες. Όπως διαβάσαμε παλιότερα από τον Γιάνης Ικμπάλ στο Orinoco Tribune, σχετικά με τις κοινωνικές πολιτικές των κυβερνήσεων της «ροζ παλίρροιας»: «Η εφαρμογή των πολιτικών πρόνοιας πρέπει να εξεταστεί στο ειδικό πλαίσιο του σύγχρονου καπιταλισμού. Σε μια παγκόσμια κατάσταση που χαρακτηρίζεται από την ηγεμονία του διεθνούς χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και τις άκαμπτες ιεραρχίες, η απελευθέρωση επιτυχημένων προγραμμάτων μείωσης της φτώχειας, η αύξηση των ελάχιστων μισθών, η ενίσχυση των εργασιακών κανονισμών και η αποδυνάμωση των στόχων ελλείματος δεν ήταν αποδεκτές από τις ελίτ που θεώρησαν αυτές τις πολιτικές πρόδρομο για πιο ριζικές αλλαγές. Έτσι, σε μια εποχή του χρηματοοικονομικού κεφαλαίου, όπου ακόμη και οι πιο βασικές κοινωνικές δαπάνες έρχονται σε αντίθεση με τα συμφέροντα μιας οικονομικής ολιγαρχίας που φοβάται τον πληθωρισμό, η δημοσιονομική επεκτασιμότητα της Λατινικής Αμερικής και η εδραίωση των κοινωνικών πολιτικών αποτέλεσαν μια επίθεση στα νεοφιλελεύθερα συμφέροντα».
Σε διεθνές επίπεδο, ο Μπόριτς και η κυβέρνησή του θα κριθούν από το κατά πόσο θα συμβάλουν θετικά στην διαδικασία περιφερειακής ενοποίησης της ηπείρου με όρους λαϊκής κυριαρχίας και ανεξαρτησίας από την ιμπεριαλιστική παρέμβαση. Έχουμε γράψει αναλυτικά για την ενίσχυση της CELAC και εναλλακτικών περιφερειακών ολοκληρώσεων έναντι του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών (OAS) που οικοδομήθηκε από τη λατινοαμερικάνικη δεξιά και τις Ηνωμένες Πολιτείες και απαξιώθηκαν καθώς αποδείχθηκαν μοχλοί «αλλαγής καθεστώτος» σε βάρος των σοσιαλιστικών και αριστερών κυβερνήσεων στην αμερικανική ήπειρο. Ιδιαίτερη σημασία έχει η στάση της νέας κυβέρνησης απέναντι στις σοσιαλιστικές χώρες που ο Μπόλτον ονόμασε «τρόικα της τυραννίας», το τρίγωνο Κούβα-Βενεζουέλα-Νικαράγουα. Όπως, άλλωστε δήλωσε στη συνέντευξή του στην Λαμπρινή Θωμά για το TPP, o Ντανιέλ Χαδουέ, μέλος της ΚΕ του ΚΚ της Χιλής, και συνιδρυτής του αριστερού εκλογικού συνασπισμού μαζί με τον Γκαμπριέλ Μποριτς: «Η κυβέρνηση του Γκαμπριέλ δεν θα μοιάζει με εκείνες της Νικαράγουας, της Βενεζουέλας, της Κούβας. Εκείνο που αναμένεται είναι ότι δε θα συμμετέχει στις απόπειρες πραξικοπήματος ή τις απόπειρες ξένων επεμβάσεων από τις ΗΠΑ ή τον OAS, εναντίον κρατών που έχουν το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης. Δεν περιμένουμε μια κυβέρνηση κοντά σε αυτές, λόγω των προσωπικών θέσεων του υποψηφίου προέδρου της δημοκρατίας, αλλά και όσων στην νομοθεσία μας διευθετούν τις διεθνείς σχέσεις. Αυτό που αναμένουμε είναι ότι δεν θα συνεισφέρει στην αποσταθεροποίηση άλλων κρατών. Αυτό είναι που περιμένουμε».
Αυτό είναι που περιμένει κάθε άνθρωπος που θέλει να δει το νεοφιλελευθερισμό να ηττάται στο πρώτο εργαστήρι εφαρμογής του και τον ιμπεριαλισμό να χάνει έδαφος στην Λατινική Αμερική. Και αυτό θα καθορίσει αν ο νέος πρόεδρος της Χιλής θα αποδειχθεί κάτι αντιστοιχο του Ραφαέλ Κορέα, με όλα τα όρια του ρεύματός του, ή του προδότη Λένιν Μορένο. Όσοι νομίζουν πως στην εποχή κυριαρχίας του νεοφιλελεύθερου τρόπου ρύθμισης του παγκόσμιου καπιταλισμού τα παραπάνω είναι «λίγα», πόσο μάλλον σε μια αναπτυσσόμενη χώρα της Λατικής Αμερικής, θα περιοριστούμε να τους υπενθυμίσουμε πως το ιστορικό προτσές δεν αλλάζει επαναλαμβάνοντας την λέξη «επανάσταση» σαν μάντρα, αλλά μέσα από περίπλοκες, αντιφατικές και αλληλοσυμπληρώμενες διαδικασίες, νίκες και ήττες, διαψεύσεις και προσδοκίες, πισωγυρίσματα, αυτοκριτική και εφόδους.
Αναδημοσίευση από το ThePressProject
Η Χιλή και το νέο πρόσωπο της Λατινικής Αμερικής
Ένα νέο τοπίο διαμορφώνεται στην Λατινική Αμερική, μετά τις τελευταίες εκλογικές νίκες της αριστεράς σε σειρά χωρών της Νότιας Αμερικής.
Λίγες μέρες μετά την νίκη της αριστεράς στην Ονδούρα, η μαρτυρική Χιλή βρίσκεται ξανά στο προσκήνιο. Η νίκη των ενωμένων δυνάμεων της αριστεράς είναι γεγονός. Πέρασε σχεδόν μισός αιώνας. Μια φρικτή αιματοβαμμένη δικτατορία που βασάνισε, σκότωσε, εξαφάνισε και εξόρισε εκατοντάδες χιλιάδες Χιλιανούς άφησε βαθύ στίγμα στην κοινωνία της Χιλής. Η πρώτη χώρα, η Χιλή του Πινοσέτ, που εφάρμοσε την πιο σκληρή εκδοχή του Νεοφιλελευθερισμού στην παιδεία, την οικονομία, την κοινωνική ασφάλιση, στις εργασιακές σχέσεις, ενσωμάτωσε σε θεσμικό και συνταγματικό επίπεδο την άγρια εκμετάλλευση της εργατικής τάξης, της νεολαίας, των ιθαγενών.
Συνδυάστηκε με έναν πρωτόγονο αντικομμουνισμό που ονομάστηκε επιχείρηση Κονδορας». Αρχιτέκτονας ο Χ. Κίσσινγκερ και η ΣΙΑ. Οι ίδιες εγκληματικές φυσιογνωμίες που στήριξαν στην δικτατορία στην χώρα μας και εφάρμοσαν και ενθάρρυναν την εισβολή στην Κύπρο το 1974 από το τότε Τουρκικό καθεστώς. Επιπλέον, η δικτατορία Πινοσέτ, λεηλάτησε τη χώρα πλουτίζοντας έτσι την ολιγαρχία του καθεστώτος, ξεκινώντας από τον ίδιο τον Αουγκούστο Πινοσέτ και την οικογένειά του.
Τότε, με την επιστροφή της «ελεγχόμενης δημοκρατίας» και με την πρωθυπουργία της Μπασελέτ, (σήμερα υπηρετεί τον ιμπεριαλισμό με την «ενδυμασία της προοδευτικής προσωπικότητας», εναντίον της Κούβας και της Βενεζουέλας από την θέση της στον ΟΗΕ ).
Οι καρποί της δικτατορίας του Πινοσέτ, ήταν μια τρομερά άνιση κοινωνία, η οποία έσπασε επίσης τους παραδοσιακούς δεσμούς αλληλεγγύης της (πρώτα ιδιωτικοποίησε της κοινωνική ασφάλιση) και παραδόθηκε στον αντικατοπτρισμό που συνοψίζεται στη αποκρουστική φόρμουλα που επινόησε το καθεστώς: η ιθαγένεια της Χιλής είναι η πραγματική η έστω η «φαντασιακή» κατανάλωση. Ζούμε για να καταναλώνουμε, «ολοι μας είμαστε μικροί, μεσαίοι η μεγάλοι επιχειρηματίες», ένα δόγμα που βρίσκεται σε εξέλιξη και στην ΕΕ, όπου τα μνημόνια δένονται με μια νέα μορφή αποικιοκρατίας στον 21ο αιώνα.
Με άλλα λόγια, επιδιώχθηκε ο θρίαμβος της «αντιπολιτικής» και κατ’ επέκταση η απαξίωση κάθε μορφής συλλογικής δράσης. Η προσπάθεια θανάτωσης της ανθρώπινης κοινωνικής αλληλεγγύης. Το συλλογικό θεωρείται ξεπερασμένο, η ιδιωτική και προσωπική ευθύνη είναι ο «δρόμος». Βλέπουμε την εφαρμογή αυτής εφιαλτικής εικόνας σήμερα, στον τομέα της δημόσιας υγείας, εν μέσω μιας πλανητικής τρομακτικής πανδημίας και στην χώρα μας.
Στα παραπάνω προστέθηκε η λεηλασία του πλούτου της χώρας της Χιλης, (χαλκός, χρυσός, ορυκτές πηγές) και η μεταφορά του σε ισχυρές επιχειρηματικές ολιγαρχίες, η άνευ όρων ευθυγράμμιση της Χιλής με την Ουάσιγκτον, που σκανδαλωδώς έγινε «φωτογραφία και εικόνα» του Σεμπαστιάν Πινιέρα στον Λευκό Οίκο όπου το αστέρι της χιλιανής σημαίας συνέπεσε με τα πενήντα αστέρια του «αυτοκρατορικού» περιπτέρου των ΗΠΑ , απεικονίζοντας τη φιλοδοξία και φαντασιακή λογική της ελίτ της χώρας του να γίνει επίσημη αποικία των Ηνωμένων Πολιτειών. Τριάντα χρόνια άγριου Νεοφιλελευθερισμού όπου υπήρχε συνέχεια και όχι διάλειμμα μεταξύ του Πινοσετισμού και των διαδοχικών κυβερνήσεων.
Το DNA της χιλιανής επαναστατικής, ριζοσπαστικής αριστεράς δεν μεταλλάχθηκε στα κινήματα. Η αριστερά στην Χιλή δεν γονάτισε, δεν συμβιβάστηκε, δεν ενσωματώθηκε.
«Ήταν τριάντα χρόνια, όχι τριάντα πέσος» είπαν οι πρωταγωνιστές των μεγάλων κοινωνικών αγώνων που εξαπολύθηκαν στις 18 Οκτωβρίου 2019. Εκείνη τη στιγμή οι λαϊκές μάζες είδαν την κινηματική, ριζοσπαστική συνέχεια εκείνων των μεγάλων λεωφόρων του μέλλοντος, που είχε επικαλεστεί ο Σαλβαδόρ Αλιέντε στην τελευταία του ομιλία στην «Λα Μονέδα».
Ήταν ένα μεγάλο ταξίδι ανηφορικό και γεμάτο παγίδες και εμπόδια, με αφάνταστα δάκρυα, πόνο και θάνατο δεκάδων χιλιάδων κομμουνιστών, δημοκρατών.
Αλλά παρ’ όλα αυτά, σημειωνόταν πρόοδος: η αποκήρυξη του Συντάγματος του Πινοσέτ, η έκκληση για μια Συνταγματική Συνέλευση και η εφαρμογή της, με τη σημαντική επιρροή που απέκτησαν οι διαδηλωτές και την προεδρία που άσκησε μια ηγέτις των Μαπούτσε, η Ελισα Λονκον Αντιλέο… ήταν τόσα πολλά τα ορόσημα αυτής της ακαταμάχητης προόδου, αλλά υπήρχε ακόμη μια μεγαλύτερη πρόκληση: να οικοδομηθεί ένα κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο, που θα μπορούσε να πολεμήσει μια Ακροδεξιά, που δεν τα παρατούσε και που κατέληγε στην εκλογική μάχη με το γήπεδο να γέρνει υπέρ της, όπως συνέβαινε σε προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις. Το είδαμε την Κυριακή στις 19/12/21.
Τα μέσα ενημέρωσης σε μια λυσσαλέα αντικομμουνιστική εκστρατεία, που καταγγέλλουν τον «ακραίο» Μπόριτς· αποθαρρύνοντας την προσέλευση του εκλογικού σώματος, με αποκαλυπτικές προβλέψεις για ένα κύμα καύσωνα την ημέρα των εκλογών και, ακόμη χειρότερα, η αγενής και αντιδημοκρατική κυβέρνηση διέταξε τα μέσα μαζικής μεταφοράς, κυρίως τα λεωφορεία να μην κυκλοφορήσουν.
Όμως όλα ήταν άχρηστα μπροστά στο κύμα της λαϊκής οργής αλλά και της ελπίδας, που αποτελείται από το Ευρύ Μέτωπο και το Κομμουνιστικό Κόμμα, με την υποστήριξη άλλων ριζοσπαστικών δυνάμεων, που κέρδισε μια συντριπτική νίκη που καμία έρευνα δεν μπορούσε να προβλέψει: ο Μπόριτς συγκέντρωσε το 55,87% των ψήφων έναντι 44,13% του Καστ. Δεν είναι ασήμαντο γεγονός ότι με αυτό το ποσοστό που κέρδισε ο Μπόριτς ουσιαστικά ισοδυναμεί με το μέγιστο ποσοστό νίκης σε προεδρικές εκλογές: το 56,09% που είχε ορίσει τον Εντουάρντο Φρέι Μοντάλβα ως πρόεδρος της Χιλής το 1964.
Υπάρχουν τόσα πολλά να πούμε σχετικά με αυτό το συγκινητικό και ελπιδοφόρο άνοιγμα των μεγάλων λεωφόρων του μέλλοντος, αλλά και οι κίνδυνοι επίσης είναι υπαρκτοί. Πρώτο: η σημασία της απόφασης να αναζητηθούν αυτοί που είχαν πρωταγωνιστήσει στις μεγάλες λαϊκές διαδηλώσεις αλλά δεν είχαν ψηφίσει στον πρώτο ήταν η νικηφόρα επιλογή της αριστεράς. Η συμμετοχή των ψηφοφόρων στις εκλογές ήταν 55,65% και αυτό ήταν το κλειδί για τον θρίαμβο του Μπόριτς. Δεν βγήκε να ζητήσει τις ψήφους του ανύπαρκτου ριζοσπαστικού «πολιτικού κέντρου» ( κάτι που στην χώρα μας αλλά και σε πολλές χώρες της ΕΕ, είναι «θέσφατο» για την χρεοκοπημένη , ενσωματωμένη σοσιαλδημοκρατία) ενώ ανέμιζαν οι μεγάλες κόκκινες σημαίες των ημερών του Οκτώβρη καλώντας στις λαϊκές γειτονιές, τους εργάτες, τους ανέργους, τη νεολαία.
Δεύτερο: την νέα κυβέρνηση την περιμένει ένα πολύ δύσκολο έργο: το κοινωνικό χρέος. Η οικονομική κρίση, η πανδημία και όλα αυτά κάτω από τη σφοδρή επίθεση της δεξιάς πτέρυγας, η ολιγαρχία, τα ΜΜΕ, η ελεγχόμενη δικαιοσύνη, τα σώματα ασφαλείας, οι ένοπλες δυνάμεις.
Ας ελπίσουμε ότι με την είσοδό του στο προεδρικό Μέγαρο το πνεύμα του Σαλβαδόρ Αλιέντε θα εγκατασταθεί στον νεαρό πρόεδρο και θα του μεταδώσει όλη τη σοφία και τις αξίες του των αγώνων της μαχητικής, ηρωικής Χιλιανής αριστεράς. Για παράδειγμα, η απεριόριστη εμπιστοσύνη του στον λαό, στους αγώνες που πρέπει να συνεχιστούν και να δυναμώσουν, και η ουσιαστική οργάνωση του λαού, η μόνη εγγύηση που θα έχει μπροστά στον ανελέητο πόλεμο που θα δεχτεί η νέα κυβέρνηση.
Η βεβαιότητα που είχε ο Αλιέντε ότι η άρχουσα τάξη της Χιλής δεν θα δεχτεί ποτέ μια αριστερή κυβέρνηση, όπως και το απέδειξε (συμβαίνει ήδη στον Μπόριτς: βλέποντας την αντίδραση του Χρηματιστηρίου τη πρώτη Δευτέρα, μετά τις εκλογές πτώση 6% ενώ το δολάριο εκτινάχθηκε στα ύψη). Η ολιγαρχία, θα προσφύγει σε οποιοδήποτε σχέδιο αποσταθεροποίησης η προσφυγής σε κάθε είδους προβοκάτσιας, προκειμένου να ματαιώσει το κυβερνητικό του έργο. Και, τέλος, η απόλυτη πεποίθηση ότι ο νέος Πρόεδρος πρέπει να αντισταθεί στα σχέδια του ιμπεριαλισμού και να μην γίνει υποχείριο της πολιτικής κάστας και των εκπροσώπων της, καθώς και πληρωμένων αρθρογράφων της στα μέσα ενημέρωσης.
Υπάρχουν αρνητικές εμπειρίες και διδάγματα, εδώ στην ίδια την πατρίδα μας πώς ο συμβιβασμός μιας ριζοσπαστικής αριστεράς φτάνει και ξεπερνά την ενσωμάτωση της στην Ευρωατλαντική και νεοφιλελεύθερη , μετά- μνημονιακή πειθαρχία, μετατρέποντας την σε μετά- μοντέρνα και ιδαίτερα ακίνδυνη « αριστερά»…
Η αλληλέγγυα πορεία μιας νέας Χιλης δεν μπορεί να βρεθεί έξω από την μεγάλη οικογένεια της αριστεράς στην ήπειρο, της Patria grande, που σε κάθε εκδοχή, διαφορετική σε ταχύτητα, στρατηγική και τακτική από χώρα σε χώρα( Κούβα, Βενεζουέλα , Μεξικό, Βολιβία , Ονδούρα, Νικαράγουα , Αργεντινη) , έχει έναν κοινό εχθρό , τον Αμερικανικό ιμπεριαλισμό . Σύντομα στις επικείμενες εκλογικές μάχες της Βραζιλιας και της Κολομβίας, τα φαντάσματα του Σαλβαντόρ Αλιέντε, του Σιμον Μπολιβάρ, του Σαν Μαρτιν, του Φιντελ και του Τσέ, θα πλανιόνται πάνω από τις Βουνοκορφές των Άνδεων, από την γη του Πυρός μέχρι το Ριο Γραντε. Ολοι αυτοί και πολύ ανώνυμοι ήρωες υπό τον ήχο της κιθάρας του Βίκτωρ Χαρα θα ξανατραγουδήσουν « El pueblo unido jamas será vencido»……
*Ο Κώστας Ησυχος διετέλεσε πρώην αναπλ. υπουργός εθνικής άμυνας και βουλευτής της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, σήμερα εργάζεται στα πλαίσια της πρωτοβουλίας για διάλογο και κοινή δράση της αριστεράς.
Αναδημοσίευση από το ThePressProject
Όσα σηματοδοτεί η ιστορική νίκη της αριστεράς στη Χιλή
Ο Γαβριήλ Μπόριτς είναι ο πρώτος Πρόεδρος που εκλέγει η Χιλή, ο οποίος κατέβηκε με αριστερό λόγο και χαρακτηρισμένος ως «κομμουνιστής», από το 1990 μέχρι σήμερα. Κι αυτή είναι η μεγαλύτερη νίκη του λαού της Χιλής στις χθεσινές εκλογές.
Στις 11 Μαρτίου 2022 αναλαμβάνει ο πρώτος Πρόεδρος της Χιλής που κατέβηκε με αριστερό πρόταγμα και λόγο, μετά τον Σαλβαδόρ Αλλιέντε. Μέχρι σήμερα, κανένας υποψήφιος για την προεδρία δεν είχε τολμήσει να μιλήσει ξεκάθαρα για αριστερά. Ακόμη και αν η εσωκομματική επιλογή του, ανεξάρτητου, Γαβριήλ Μπόριτς – έναντι του «καθαρόαιμου» κομμουνιστή Ντανιέλ Χαδουέ- ως υποψήφιου πιο «χαμηλών» αριστερών τόνων, δεν μειώνει το γεγονός της αλλαγής που καταγράφεται, τέκνο της εξέγερσης του Οκτώβρη του 2019 στη Χιλή. Κι αυτή είναι η μεγαλύτερη αλλαγή που καταγράφεται, η κοινωνική και πολιτική, κι ας μην αναδεικνύεται από τις ειδήσεις εν μέσω των πανηγυρισμών. Με το διακύβευμα του Συντάγματος, μιας αλλαγής τεράστιας σημασίας, ας μου επιτραπεί να πω πως άλλη είναι η πιο μεγάλη αλλαγή: είναι αυτή που κατόρθωσε ο ίδιος ο λαός της Χιλής, που κέρδισε το δικαίωμα να μη φοβάται και να ανασαίνει προχωρώντας βήμα βήμα προς την δικαιοσύνη και την αξιοπρέπεια.
Τα γεγονότα: Με καταμετρημένο το σύνολο των ψήφων του δεύτερου γύρου των προεδρικών εκλογών στη Χιλή, που έγιναν χτες, Κυριακή 19 Δεκεμβρίου 2021, ο 35χρονος Γαβριήλ Μπόριτς εκλέγεται πρόεδρος με 56% έναντι 44% του ακροδεξιού και θαυμαστή του Πινοτσέτ, Χοσέ Αντόνιο Καστ. Η νίκη του Μπόριτς, που έχει υπηρετήσει ως ανεξάρτητος βουλευτής, πρωτοστάτησε στις φοιτητικές διαμαρτυρίες για δωρεάν παιδεία το 2011, και έχει αναδειχθεί σε πρωταγωνιστή, στο πολιτικό πεδίο, μετά την εξέγερση του 2019, σημαίνει ότι ο Πρόεδρος που εξελέγη είναι και εκείνος που έχει ταχθεί ανοικτά υπέρ της ανανέωσης του Συντάγματος. Που θα υπογράψει και θα εγκρίνει το νέο Σύνταγμα, πάνω στο οποίο δουλεύει η συνταγματική επιτροπή, υπό την προεδρία μιας ιθαγενούς. Ένα Σύνταγμα στο οποίο εναντιώθηκε με κάθε τρόπο η πλευρά του Καστ.
Σε μία από τις συνεντεύξεις που κάναμε στη Χιλή, και θα ανεβάσουμε εντός των ημερών, ο παλαίμαχος συνάδελφος Κάρλος Αλζαμόρα, ο οποίος ήταν και ο τελευταίος που πήρε συνέντευξη από τον – φυλακισμένο τότε- Μανουέλ Κοντρέρας, το νο2 της δικτατορίας και επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών του Πινοτσέτ, έχει κάνει μια εξαιρετική παρατήρηση. Όταν έφυγε ο Πινοτσέτ, μας είπε, το κίνημα και το αίτημα ήταν ανθρωπιστικό. Αφορούσε στην αναγνώριση των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας που διέπραξε η χούντα και έθετε ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Σήμερα, μετά την εξέγερση του 2019, το αίτημα είναι πολιτικό και διατυπώνεται πολιτικά, με αριστερό λόγο. Έχει, δε, μπροστά, μια γενιά που μεγάλωσε χωρίς να γνωρίσει τη δικτατορία αυτή καθ’ αυτή. Γνώρισε όμως στο πετσί της τα «απόνερα» αυτής της δικτατορίας: τον άκρατο νεοφιλελευθερισμό και την ακραία αστυνομική βία ως μόνη απάντηση στα λαϊκά αιτήματα. Κι εδώ εξηγείται η «ιδιαιτερότητα» του Μπόριτς, που υπήρξε κριτικός απέναντι και στις κυβερνήσεις της Κούβας, της Νικαράγουας και της Βενεζουέλας: ήταν ακριβώς γιατί όφειλε να ενώσει, με κάποιο τρόπο, τις δύο γενιές – την γενιά του ανθρωπιστικού αγώνα και τη γενιά των αριστερών διεκδικήσεων.
Σε όλα αυτά τα γεγονότα, ο Γαβριήλ Μπόριτς ήταν παρών, με ηγετικό ρόλο. Προερχόμενος από το νότο, τη γη των Μαπούτσε, ως φοιτητής ήταν ο πρόεδρος της πανφοιτητικής οργάνωσης του Πανεπιστημίου της Χιλής, στο Σαντιάγο, το 2011, όταν οι φοιτητές απαίτησαν δωρεάν παιδεία. Το 2014, με το δεύτερο μεγάλο κύμα διαδηλώσεων, πριν καν πατήσει τα 30 του χρόνια, ήταν στη γερουσία, εκλεγμένος ως ανεξάρτητος, με κεντρικό σύνθημα «Να θάψουμε το οικονομικό μοντέλο Πινοτσέτ, να φορολογήσουμε τους πλούσιους». Παράλληλα, ήδη θέτει ζητήματα περιβάλλοντος, στην ιδιαίτερα ταλαιπωρημένη από την άκρατη καπιταλιστική εκμετάλλευση, Χιλή – ο νότος, από όπου έρχεται, ζει την τραγωδία αυτής της καταστροφής δεκαετίες τώρα.
Στην προεκλογική του εκστρατεία, οι τόνοι ήταν πιο χαμηλοί αλλά παρέμειναν αριστεροί: το αποτέλεσμα, η νίκη, επετεύχθη με αυτό το «χαμήλωμα» των τόνων, θα πουν οι πιο ψύχραιμοι. Κατά τη γνώμη μας, δεν πρόκειται για «νερό στο κρασί», αλλά για πολιτική επιλογή που έγινε κεντρική και σημαντική, καθώς και ο Μπόριτς και όλη η αριστερά γνωρίζει πως πριν τη συνταγματική αλλαγή τίποτε δεν μπορεί να γίνει. Η εσωκομματική ήττα του Ντανιέλ Χαδουε αυτό ακριβώς σηματοδοτούσε: την οπτική ενός μεγάλου τμήματος της αριστεράς ότι δεν ήταν καιρός για πρωθύστερα σχήματα. Πέρα από το μαξιμαλισμό – που και προσωπικώς με διακρίνει- υπήρχε το πρακτικό ζήτημα μιας συνολικής λύσης, κι αυτή σήμαινε πως τα πάντα εξαρτώνται από τη συνταγματική αλλαγή.
Το νέο σύνταγμα, που θα καθορίσει και το μέλλον των ιθαγενικών λαών, που θα επιβάλλει εν μέρει την κοινωνική δικαιοσύνη, που θα δώσει όσα δικαιώματα στις μειονότητες κάθε είδους, και η «αποχή» από την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των ΗΠΑ – όπως το διατύπωσε και ο Ντανιέλ Χαδουέ στη συνέντευξη που μας παραχώρησε -, είναι αλλαγή που αντιστοιχεί στο συνολικό λαϊκό πρόταγμα της Χιλής. Και εκεί συνεχίζει να δίνεται ο πιο σημαντικός αγώνας. Σήμερα, με τον επόμενο Πρόεδρο της χώρας στην πρώτη του γραμμή. Και με το μεγαλύτερο κομμάτι των λαϊκών δυνάμεων στο πλευρό του: Χθες, στο δεύτερο γύρο, ψήφισαν κοντά 1,3 εκατομμύρια πολίτες παραπάνω. Ήταν η μεγαλύτερη συμμετοχή (56%) από το 2012, όταν η ψήφος έπαψε να είναι υποχρεωτική, επί του απερχόμενου πολυεκατομμυριούχου προέδρου, Σεμπαστιάν Πινιέρα. Το ποσοστό αυτής της συμμετοχής – και μάλιστα εν μέσω πανδημίας – είναι ενδεικτικό και της αίσθησης του αγώνα που πρέπει να συνεχιστεί. Τίποτε δεν τελείωσε, ειδικά πριν την συνταγματική αλλαγή. Και τίποτε δεν πρόκειται να είναι ξανά το ίδιο, τώρα που οι αγώνες του λαού για μία ακόμη φορά δικαιώνονται, βάζοντας στη ζυγαριά την ίδια τη δημοκρατία. Άλλωστε, όπως μας είπαν οι γερόλυκοι πολεμιστές του δικαίου, Κουιλαπαγιούν, «ο αγώνας είναι αδιάκοπος, δεν μπορείς ποτέ να πεις ‘τώρα θα ξεκουραστώ’». Κι αυτό η Χιλή το ξέρει καλύτερα από τον καθένα.
Αναδημοσίευση από το ThePressProject (όπου θα βρείτε και πλούσιο ρεπορτάζ της Λ. Θωμά από τη Χιλή)
Η μεγαλύτερη πρόκληση ίσως για τον νεοεκλεγμένο πρόεδρο θα είναι η αποκατάσταση της ηρεμίας στο πολιτικό και κοινωνικό κλίμα μετά την πόλωση της προεκλογικής περιόδου.
άν η Χιλή υπήρξε το λίκνο του νεοφιλελευθερισμού στη Λατινική Αμερική, θα είναι και ο τάφος της», συνηθίζει να τονίζει ο Γκάμπριελ Μπόριτς, ο 35χρονος πρώην ηγέτης του φοιτητικού κινήματος και, μετά τις εκλογές της Κυριακής νέος πρόεδρος της χώρας,, που φιλοδοξεί να βγάλει το λατινοαμερικανικό κράτος από την κοινωνική δίνη που το έχουν βυθίσει δεκαετίες αμείλικτων νεοφιλελεύθερων πολιτικών, αλλά και να δώσει νέα πνοή στο μέτωπο των αριστερών κυβερνήσεων στην ήπειρο.
Ο νεότερος πρόεδρος που καλείται να κυβερνήσει τη χώρα, τρεις δεκαετίες μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, κατόρθωσε να επιβληθεί του ακροδεξιού Χοσέ Αντόνιο Κατς, πείθοντας ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας -και ιδίως το κέντρο και την κεντροαριστερά- ότι το κίνημά του Aprueva Dignidad, στο οποίο συμμετέχει και το Κομμουνιστικό Κόμμα, δεν αποτελεί απειλή για τα συμφέροντα της μεσαίας τάξης. Απεναντίας, το μήνυμα του Μπόριτς ήταν ξεκάθαρο: Η Χιλή δύναται να ξεπεράσει την οικονομική κρίση και τις κοινωνικο-οικονομικές ανισότητες και να γυρίσει μία νέα σελίδα στην Ιστορία της. Αλλά επίσης και να επουλώσει τις πληγές που άνοιξαν οι κοινωνικές αναταραχές του 2019, εφαρμόζοντας πιστά το νέο, πιο κοινωνικό Σύνταγμα, που θα προκύψει από την τρέχουσα Συντακτική Συνέλευση, επανιδρύοντας ένα αποτελεσματικότερο κρατικό μηχανισμό με καλύτερες βασικές υπηρεσίες.
Ως έντονος επικριτής του νεοφιλελεύθερου μοντέλου, που λυμαινόταν τη Χιλή κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας (1973-1990) και εδραιώθηκε και στη μεταβατική περίοδο -παρά τις κεντροαριστερές προεδρίες του Ρικάρδο Λάγος και της Μισέλ Μπατσελέτ- ο Μπόριτς θέλει να οικοδομήσει ένα κράτος πρόνοιας παρόμοιο με τις ευρωπαϊκές δημοκρατίες, με πρόνοιες με πνεύμα θετικό για το περιβάλλον, τα δικαιώματα των γυναικών και τις ξεχασμένες περιφέρειες της χώρας.
Με κύριο προπύργιό του τις μεγάλες αστικές περιοχές, όπως η πρωτεύουσα και το Μπουένος Άιρες , και το Βαλπαραΐσο, ο Μπόριτς έπεισε τη δεινοπαθούσα αστική τάξη και τα φτωχά προάστια, τις γυναίκες και τους νέους, ενώ ο ακροδεξιός Καστ κέρδισε, λόγω της παράνομης μετανάστευσης και της «εγκληματικότητας» και τον σκληρό του λόγο για νόμο και τάξη, τις παραμεθόριες περιοχές του Βορρά και τον νότιο ενώ τα αδύνατα σημεία του είναι οι βόρειες και νότιες περιοχές.
Αμέσως μετά τον πρώτο γύρο των εκλογών της 21ης Νοεμβρίου, όπου κατετάγη δεύτερος με το 25,8% των ψήφων, μόλις δύο μονάδες πίσω από τον ακροδεξιό Χοσέ Αντόνιο Καστ, όπου διαφάνηκε η διάθεση αλλαγής στην κοινωνία (έστω και πολοτικά) ο Μπόριτς μεθόδευσε την προεκλογική του εκστρατεία έτσι ώστε να καθησυχάσει τα κεντρώα στρώματα του εκλογικού σώματος, αλλά και να πείσει και τους επιχειρηματικούς κύκλους ότι η σύμπραξη με τους κομμουνιστές δεν θα απειλήσει τον ελεύθερο ανταγωνισμό και ούτε σημαίνει κατ’ ανάγκην «επιθετικές» κρατικοποιήσεις. Όπως εκείνες που επί προεδρίας του Σαλβαδόρ Αλιέντε είχαν οδηγήσει τους ξένους και ντόπιους οικονομικούς κύκλους να στραγγαλίσουν οικονομικά το σοσιαλιστικό κράτος και οδήγησαν εν τέλει στην ανατροπή της κυβέρνησης από τον Αουγκούστο Πινοτσέτ.
Για αυτόν τον λόγο, αλλά και για να αντικρούσει το δόγμα «Νόμος και Τάξη» του Καστ, ο Μπόριτς φρόντισε στον δεύτερο γύρο της προεκλογικής του εκστρατείας να υπογραμμίζει τη δική του ατζέντα της για τη δημόσια ασφάλεια. Υποσχέθηκε πως θα αυξήσει την αστυνομική δύναμη στις πιο επικίνδυνες γειτονιές και ότι η εκλογή του θα βοηθήσει ώστε να πρυτανεύσει κάποια ηρεμία στο, ονομαζόμενο «σημείο μηδέν» του κοινωνικού αναβρασμού, την Πλατεία Ιταλίας, όπου διάφορες ομάδες συνεχίζουν κάθε τέλος της εβδομάδας να προκαλούν ταραχές. «Ο νόμος πρέπει να τηρείται προς πάσα κατεύθυνση και δεν μπορεί κάθε Παρασκευή να έχουμε ταραχές», τόνισε ο νέος πρόεδρος προεκλογικά.
Ο Μπόριτς επιδίωξε με συντονισμένο και επίμονο τρόπο να αποσείσει από πάνω του και τον χαρακτηρισμό του «ακροαριστερού» με τον οποίον αναφέρονταν στο πρόσωπό του οι αντίπαλοί του. Μεγάλη δημοσιότητα δόθηκε στην μάχη με κτυπήματα κάτω από το τραπέζι στη συνάντηση που είχε το 2018 με τον Ρικάρδο Πάλμα Σαλαμάνκα, ο οποίος έχει καταδικασθεί για την εκτέλεση του συντηρητικού γερουσιαστή, Χάιμε Γκουσμάν, κύριο αρχιτέκτονα του υπό κατάργηση σημερινού, αναχρονιστικού, Συντάγματος. Ο Μπόριτς ζήτησε συγγνώμη για την πράξη του αυτή, αναγνωρίζοντας το σφάλμα του.
Μία άλλη συγγνώμη του αφορούσε την κατηγορία από μία γυναίκα για φαλλοκρατική συμπεριφορά του πριν από χρόνια -ένα επεισόδιο που «ξέθαψαν» οι επιτελείς του Καστ, προσπαθώντας να βλάψουν την δημόσια εικόνα του, σε αντίθεση με τον «καλό οικογενειάρχη» και πατέρα εννέα παιδιών Καστ. Ο Μπόριτς κατήγγειλε την «εργαλειοποίηση της προσωπικής του ζωής» από τη δεξιά παράταξη και όπως κρίνεται εκ του αποτελέσματος, το επεισόδιο αυτό δεν βάρυνε ιδιαίτερα στην επιλογή του εκλογικού σώματος.
Μολονότι ο Μπόριτς, όλα τα χρόνια της πολιτικής του δραστηριότητας ονείδιζε -ιδιαίτερα όταν ήταν επικεφαλής της ισχυρής Ομοσπονδίας Φοιτητών του Πανεπιστημίου της Χιλής ( FECH) και τα πρώτα του χρόνια ως βουλευτής στη Βουλή- το πολιτεύεσθαι και την κληρονομιά της Concertación (του συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλιστών που κυβέρνησε τη Χιλή για τρεις δεκαετίες μετά το τέλος της δικτατορίας), μετά τον πρώτο γύρο, μετέβαλε ριζικά τη ρητορεία του. «Δεν έχω δηλώσει ποτέ ότι αυτά τα 30 χρόνια χάθηκαν. Πιστεύω ότι κάθε γενιά έχει το δικαίωμα και το καθήκον να αναλύει κριτικά τι έκαναν οι προκάτοχοί μας, έτσι ώστε να διδαχθούν ακριβώς από αυτό», υπογράμμισε στην τελευταία τηλεμαχία στις 13 του μηνός. «Οι διαιρέσεις δεν επιτρέπουν την πρόοδο στην κοινωνική δικαιοσύνη», πρόσθεσε στην ίδια ευκαιρία, μία δήλωση που μάλλον είχε επιτυχία, καθώς οι Λάγος και Μπατσελέτ εξέφρασαν την αμέριστη υποστήριξή τους στην υποψηφιότητά του.
Πλέον ο Μπόριτς ατενίζει τις προοπτικές που έχει για να υλοποιήσει τις εκλογικές του προτεραιότητες, ιδίως σε ό,τι αφορά τη μεταρρύθμιση της νεοφιλελεύθερης οικονομικής κληρονομιάς. Αιχμή του δόρατος της πολιτικής του η θέσπιση ενός νέου συνταξιοδοτικού συστήματος που θα αντικαταστήσει το σημερινό, των προγραμμάτων ατομικής χρηματοδότησης, που είναι κομμένο και ραμμένο για τις μεγάλες ασφαλιστικές εταιρείες και τα funds. Για τη χρηματοδότηση του νέου αυτού προγράμματος, όπως και για τις άλλες κρατικές κοινωνικές δαπάνες που οραματίζεται, ο Μπόριτς σχεδιάζει να εφαρμόσει μια φιλόδοξη φορολογική μεταρρύθμιση, που θα περιλαμβάνει μεγαλύτερες επιβαρύνσεις στα μεγάλα εισοδήματα και φορολογία στις μεταλλευτικές εταιρείες, που για πολλές δεκαετίες απομυζούν τον ορυκτό πλούτο της χώρας, με ελάχιστη απόδοση στα κρατικά έξοδα.
Η προσπάθεια του Μπόριτς ενέχει μεγάλους κινδύνους και για αυτό μία από τις πρώτες προκλήσεις για τον εκλεγμένο πρόεδρο της Χιλής θα είναι να προσπαθήσει να ξεκαθαρίσει την οικονομική αβεβαιότητα και να ηρεμήσει τις αγορές. Ο διορισμός του υπουργού Οικονομικών, υπό το άγρυπνο βλέμμα των αγορών, που είναι πολύ «ευαίσθητες» στα πολιτικά σκαμπανεβάσματα της χώρας, θα δώσει εν πολλοίς και το στίγμα της νέας κυβέρνησης κι ιδίως για το πώς προτίθεται να διοικήσει τα κρατικά ταμεία.
Αρχικός στόχος του Μπόριτς ήταν να αυξήσει το 8% του ΑΕΠ. Πλέον όμως, με βάση την πορεία της πανδημίας και τις οικονομικές δυσκολίες, η φιλοδοξία του έχει μετριασθεί σε έναν στόχο για αύξηση 5% σε τέσσερα χρόνια, συμπεριλαμβανομένης και της δημοσιονομικής εξυγίανσης, που προβλέπεται στο πρόγραμμά του. Όπως δήλωσε στην ενώπιος ενωπίω τηλεαντιπαράθεσή του με τον Καστ, «προτείνουμε να προχωρήσουμε με μεγάλη υπευθυνότητα, γιατί όλες οι μόνιμες δαπάνες πρέπει να χρηματοδοτούνται από μόνιμο εισόδημα, επομένως μια από τις δεσμεύσεις μας είναι ότι θα προχωρήσουμε βήμα-βήμα».
Ένας άλλος από τους στόχους του Μπόριτς είναι να δημιουργήσει Εθνική Τράπεζα Ανάπτυξης, να καταργήσει τα επαχθή δάνεια για τα πανεπιστημιακά δίδακτρα (η κάθετη αύξηση των οποίων είχε προκαλέσει τη μεγάλη κοινωνική έκρηξη το 2019), να μειώσει 40 ώρες την εργάσιμη εβδομάδα και να δημιουργήσει ένα ενιαίο ταμείο υγείας. Ο Μπόριτς δημιούργησε υψηλές προσδοκίες στους πολίτες και θα πρέπει να σταθεί στο ύψος τους, ιδίως στα ιδιαίτερα ευαίσθητα θέματα κι ιδιαίτερα στα δύο βασικά σημεία όπου βάσισε την τακτική της νίκης του: τα φοιτητικά δάνεια και τις συντάξεις.
Ο γεννημένος στη νότια Πούντα Αρένας το 1986, Μπόριτς άντεξε στην απροκάλυπτη επίθεση που δέχθηκε για το νεαρό της ηλικίας του και την προϋποτιθέμενη απειρία του στην πολιτική και «το κυβερνάν». Ο στενός κύκλος των συνεργατών του προέρχεται από τους συνοδοιπόρους του στο φοιτητικό κίνημα -όπως ο, αντιπρόεδρός του πλέον, Τζόρτζιο Τζάκσον, με τον οποίο πρωτοεκλέχθηκαν στο Κοινοβούλιο το 2014 και μαζί ίδρυσαν το Frente Amplio (Ευρύ Μέτωπο) τρία χρόνια αργότερα. Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η σύμπλευσή του στην τελική ευθεία της εκστρατείας του Aprueba Dignidad με την Δρ Ίσκια Ίτσες, πρόεδρο του Ιατρικού Συλλόγου, που αναδείχθηκε ως σημαντικός παράγων στη διάρκεια της πανδημίας, μία συνεργασία στην οποία πολλοί αποδίδουν την επιτυχία του Μπόριτς να διευρύνει το «Κέρας» των ψηφοφόρων του.
Ένα άλλο ευοίωνο κι ευτυχές γεγονός που σημάδεψε το τέλος της προεκλογικής εκστρατείας και έγειρε σε σημαντικό βαθμό την πλάστιγγα υπέρ του Μπόριτς, στάθηκε και ο θάνατος της χήρας του Πινοτσέτ Λουσία Ίριαρτ, σε ηλικία 99 ετών. Μία φιγούρα από το παρελθόν που θύμιζε πάντα τα «οικεία κακά» σε μία κοινωνία που ακόμη αναζητεί χιλιάδες νεκρούς και εξαφανισμένους από την εποχή της κακουργίας του συζύγου της. Δύο συγκεντρώσεις με χιλιάδες υποστηρικτές, συνέρρευσαν στους δρόμους, ιδιαίτερα στην Πλατεία Μπακεδάνο, επίκεντρο της ων πρόσφατων κοινωνικών διαμαρτυριών, για να γιορτάσουν αυτό που για πολλούς αντιπροσωπεύει ένα ακόμη βήμα προς το οριστικό τέλος της εποχής και της κληρονομιάς του Πινοτσέτ. Η στάση των δύο μονομάχων πάνω σε αυτό το γεγονός βάρυνε πολύ στην απόφαση των ψηφοφόρων: «Η Ιριάρτ πέθανε ατιμώρητη παρά τον βαθύ πόνο και τον διχασμό που προκάλεσε στη χώρα μας. Τα σέβη μου στα θύματα της δικτατορίας, μέρος της οποίας ήταν η αποθανούσα. Όμως δεν γιορτάζω την ατιμωρησία ή τον θάνατο», έγραψε ο Μπόριτς στο Twitter. Ενώ ο Καστ περιορίσθηκε να πει πως δεν θέλει «να πολιτικοποιήσει το γεγονός αυτό. […] Βλέπω ότι υπάρχουν άνθρωποι που γιορτάζουν. Δεν είναι αυτό που θα περίμενε κανείς, ο θάνατος κάποιου είναι πάντα οδυνηρός». Εν τούτοις, όσο κι εάν δεν το ήθελε ο Καστ, ο,τιδήποτε αφορά τον Πινοτσέτ είναι από μόνο του πολιτικό ζήτημα και μία ιστορική ανάμνηση που συνεχίζει να κηλιδώνει την μνήμη των συγγενών των θυμάτων, αλλά και ολάκερης της κοινωνίας στη Χιλή.
Μία άλλη απόφαση που πολλοί αναμένουν με μεγάλο ενδιαφέρον από τον Μπόριτς είναι για το ποιόν θα επιλέξει για τα υπουργεία Εσωτερικών και Εξωτερικών. Το πρώτο λόγω του ρόλου του στη δημόσια τάξη και καθώς το Ευρύ Μέτωπο και το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν έχουν καταδικάσει ακόμη ανοικτά τα βίαια επεισόδια κατά τις κοινωνικές αναταραχές του 2019, η απόφαση και η γραμμή που–όπως υποσχέθηκε ότι θα ακολουθήσει–θα έχει μεγάλη βαρύτητα. Το δε υπουργείο Εξωτερικών και με γνώμονα τη συνεργασία με το ΚΚ και τους δεσμούς του με καθεστώτα, όπως η Νικαράγουα, περιπλέκει σημαντικά τη θέση και τις αποφάσεις που θα κληθεί να πάρει η κυβέρνηση. Πάντως, σε κάθε περίπτωση, ο γενικός γραμματέας του ΚΚ Γκιγιέρμο Τεϊγιέρ διαβεβαίωσε ότι το κόμμα του θα τηρήσει τις αποφάσεις που θα πάρει η κυβέρνηση Μπόριτς σε αυτόν τον τομέα. Εν γένει για πολλούς στη Χιλή έχει γεννηθεί η προσδοκία πως η χώρα, μαζί με τις άλλες προοδευτικές κυβερνήσεις στην αμερικανική ήπειρο -από το Μεξικό, τη Βολιβία, την Αργεντινή, το Περού και μπορεί και του χρόνου τη Βραζιλία- θα αποτελέσει άλλον έναν πόλο για την αναγέννηση του νέου αριστερού κινήματος στη Λατινική Αμερική .
Ένα άλλο από τα θέματα που θα πρέπει να αναπτύξει το πολιτικό του ταλέντο ο Μπόριτς είναι η τύχη της Συντακτικής Συνέλευσης, η οποία μέχρι τον Ιούλιο για θα επεξεργάζεται το νέο κείμενο του Συντάγματος, που πρέπει να εγκριθεί σε δημοψήφισμα. Η νίκη του στις κάλπες αυτή την Κυριακή ενδεχομένως θα αποτελούσε ακόμη ένα κίνητρο στη Συνέλευση να αποτολμήσει βαθύτερες αλλαγές, δεδομένης της συντριπτικής πλειοψηφίας της αριστεράς αντιπροσώπευσης στο 155μελές σώμα. Όμως η νίκη για τον προεδρικό θώκο μετριάσθηκε από την ισοδυναμία με τη δεξιά στις έδρες της Γερουσίας από τον περασμένο Μάρτιο, που θα παραμείνει καθ’ όλη τη διάρκεια της προεδρίας, αλλά και από τη σύνθεση των παρατάξεων στη Βουλή, η οποία καθιστά δυσχερές το έργο να οικοδομηθούν αναγκαίες πλειοψηφίες. Ιδιαίτερα θα βαρύνει ο κερματισμός της κεντροαριστερίζουσας συνεργασίας, με την οριστική ρήξη της συμμαχίας μεταξύ του Σοσιαλιστικού Κόμματος και των Χριστιανοδημοκρατών, το οποίο ανακοίνωσε ότι θα είναι στην αντιπολίτευση.
Όμως η μεγαλύτερη πρόκληση ίσως για τον νεοεκλεγμένο πρόεδρο θα είναι η αποκατάσταση της ηρεμίας στο πολιτικό και κοινωνικό κλίμα στην ίδια τη Χιλή. Ένα κλίμα που πολώθηκε ιδιαίτερα έντονα μετά την προεκλογική εκστρατεία με τη διαφορά του 55 % να κρίνεται οριακή για την πολιτική πραγματικότητα της χώρας και παρόλο που «η ελπίδα νίκησε τον φόβο» σε πολλούς η νέα αυτή ένταση θύμισε την εποχή του ΄’70, όταν τελικά η ελπίδα του Αλιέντε σκορπίσθηκε από τα άρματα μάχης του Πινοτσέτ.