του Paweł Wargan*
μετ. Δ. Περδίκης από τα αγγλικά στη Μηνιαία Επιθεώρηση
*Ο Paweł Wargan είναι οργανωτής και ερευνητής με έδρα το Βερολίνο και συντονιστής της γραμματείας της Προοδευτικής Διεθνούς.
** Για την προέλευση της εικόνας βλ.
NATO und Totenkopf [NATO and Skull]. By Mr. Schnellerklärt – Own work, CC BY-SA 4.0, Link.
Μου λένε: Φάτε και πιείτε. Να χαίρεσαι που το έχεις!
Αλλά πώς μπορώ να φάω και να πιω αν αρπάζω αυτό που τρώω
από τους πεινασμένους, και
το ποτήρι νερό μου ανήκει σε κάποιον που πεθαίνει από δίψα;
Και όμως τρώω και πίνω.1
Μπέρτολτ Μπρεχτ
Οι δύο άξονες της αντεπανάστασης
Για πρώτη φορά στη μακρά ιστορία του καπιταλισμού, το παγκόσμιο οικονομικό κέντρο βάρους μετατοπίζεται αποφασιστικά προς τα ανατολικά. Το εμπορικό ισοζύγιο ευνοεί πλέον την Κίνα και τα έθνη του Τρίτου Κόσμου προετοιμάζονται για το τέλος της εποχής της ηγεμονίας των ΗΠΑ, μιας περιόδου επιβεβλημένων ανισορροπιών στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα που επιτάχυνε την υπανάπτυξη των μετα-αποικιακών κοινωνιών. Οι τεκτονικές κινήσεις που απελευθερώνονται από αυτή τη διαδικασία προκαλούν δονήσεις σε όλο τον κόσμο. Ο λεγόμενος “δυτικός κόσμος”, που διαμορφώθηκε επί αιώνες από την κυριαρχία του κεφαλαίου, είναι ανήμπορος απέναντι στις καταστροφές της πείνας, της φτώχειας και της κλιματικής αλλαγής. Αποκλεισμένοι από το να συγκεντρώσουν την οικονομική τους δύναμη για τη βελτίωση της κοινωνίας -μια διαδικασία που θα αμφισβητούσε την υπεροχή της ατομικής ιδιοκτησίας- οι παλιές αποικιοκρατικές δυνάμεις απομυζούν πόρους για την προστασία του ιδιωτικού πλούτου. Ο φασισμός ξανασηκώνει το κεφάλι του και νέα στόχαστρα ζωγραφίζονται στα έθνη που επιδιώκουν να βαδίσουν στο μονοπάτι της κυρίαρχης ανάπτυξης. Με αυτόν τον τρόπο, η αντεπαναστατική ορμή του παλιού Ψυχρού Πολέμου μεταφέρεται σε έναν νέο αιώνα, και πάλι γεμάτο υποσχέσεις και τρόμο εξίσου.
Στον εικοστό αιώνα, η αποικιακή αντεπανάσταση θα εξελισσόταν κατά μήκος δύο γεωγραφικών αξόνων. Ο ένας ήταν ο πόλεμος των δυτικών εθνών ενάντια στην καταιγιστική διαδικασία χειραφέτησης που εξαπολύθηκε στην ανατολή. Το 1917, άνδρες και γυναίκες με ιδρωμένα φρύδια και σκληρά χέρια κατέλαβαν την εξουσία στη Ρωσία. Θα πετύχαιναν αυτό που κανένας λαός δεν είχε κατορθώσει μέχρι τότε. Έχτισαν ένα βιομηχανικό κράτος που θα μπορούσε όχι μόνο να υπερασπιστεί τη σκληρά κερδισμένη κυριαρχία τους, αλλά και να την προβάλλει προς εκείνους που ζούσαν κάτω από το ζυγό της αποικιοκρατίας. Το ηχηρό κάλεσμα του Οκτώβρη θα ακουγόταν σε όλο τον κόσμο. Για τον Χο Τσι Μινχ, έλαμπε σαν ‘λαμπρός ήλιος… και στις πέντε ηπείρους’. ‘Άνοιξε’, είπε ο Μάο Τσετούνγκ, ‘ευρείες δυνατότητες για τη χειραφέτηση των λαών του κόσμου και άνοιξε τους ρεαλιστικούς δρόμους προς αυτήν’. Χρόνια αργότερα, ο Φιντέλ Κάστρο είπε ότι, ‘χωρίς την ύπαρξη της Σοβιετικής Ένωσης, η σοσιαλιστική επανάσταση της Κούβας θα ήταν αδύνατη’. Οι ξυπόλητοι, οι αγράμματοι, οι πεινασμένοι και εκείνοι των οποίων οι πλάτες ήταν τεντωμένες από το αλέτρι έμαθαν ότι μπορούσαν κι αυτοί να ξεσηκωθούν ενάντια στις ταπεινώσεις της αποικιοκρατίας και να νικήσουν.
Το 1919, ο Λέων Τρότσκι έγραψε το Μανιφέστο της Κομμουνιστικής Διεθνούς προς τους Εργάτες του Κόσμου, το οποίο θα υιοθετηθεί από πενήντα έναν αντιπροσώπους την τελευταία ημέρα του Πρώτου Συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Το Μανιφέστο έβλεπε στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο μια μάχη για τη διατήρηση της κυριαρχίας του αποικιακού κόσμου πάνω στην ανθρωπότητα:
‘Οι αποικιακοί πληθυσμοί είχαν παρασυρθεί στον ευρωπαϊκό πόλεμο σε πρωτοφανή κλίμακα. Ινδοί, μαύροι, Άραβες και Μαλαγάσιοι πολέμησαν στα εδάφη της Ευρώπης – για χάρη τίνος; Για το δικαίωμα να παραμείνουν σκλάβοι της Βρετανίας και της Γαλλίας. Ποτέ άλλοτε δεν είχε σκιαγραφηθεί τόσο ξεκάθαρα το αίσχος της καπιταλιστικής κυριαρχίας στις αποικίες- ποτέ άλλοτε δεν είχε τεθεί τόσο έντονα το πρόβλημα της αποικιακής δουλείας όσο σήμερα.’
Αν αυτός ο πόλεμος ήταν μια έκφραση του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού για τη διανομή της λείας της αποικιοκρατίας, τότε το κύριο καθήκον του διεθνισμού ήταν να χτυπήσει τον ιμπεριαλισμό. Αυτό ήταν το μήνυμα που μετέφερε ο Ινδός επαναστάτης M. N. Roy στο Δεύτερο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς. ‘Ο ευρωπαϊκός καπιταλισμός αντλεί τη δύναμή του κατά κύριο λόγο όχι τόσο από τις βιομηχανικές χώρες της Ευρώπης όσο από τις αποικιακές του κτήσεις’, έγραφε στις Συμπληρωματικές Θέσεις του για το Εθνικό και Αποικιακό Ζήτημα2. Εφόσον τα υπερκέρδη των ιμπεριαλιστικών κυρίαρχων τάξεων τροφοδοτούνταν από τη συστηματική λεηλασία των αποικιών, η απελευθέρωση των αποικιοκρατούμενων λαών θα έφερνε επίσης το τέλος του ιμπεριαλισμού – μια πρόκληση, στην οποία οι εργάτες των καπιταλιστικών κρατών, που τρέφονται και ντύνονται από την αυτοκρατορική λεηλασία, δεν θα ανταποκρίνονταν. ‘Η ευρωπαϊκή εργατική τάξη θα καταφέρει να ανατρέψει την καπιταλιστική τάξη μόνο όταν [η πηγή των κερδών της] θα έχει τελικά σταματήσει’, έγραψε ο Roy. Ενημερωμένη από αυτές τις παρεμβάσεις, η Κομμουνιστική Διεθνής έθεσε ως καθήκον της την οργάνωση των αγροτικών και προλεταριακών μαζών στις αποικίες. Από τους εθνικιστές αντιιμπεριαλιστές μέχρι τους πανισλαμιστές, αυτές οι ομάδες αντιπροσώπευαν την πρωτοπορία του επαναστατικού αντιαποικιακού αγώνα. Η Σοβιετική Ένωση θα απλώσει ‘χείρα βοηθείας σε αυτές τις μάζες’, είπε ο Β. Ι. Λένιν, με την Οκτωβριανή Επανάσταση να φυσάει στα ψηλά τους πανιά3.
Η εγκαθίδρυση ενός κράτους εχθρικού προς τον καπιταλισμό και την αποικιακή κυριαρχία ήταν αφόρητη για τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Στις τρεις πρώτες δεκαετίες της ύπαρξής της, η Σοβιετική Ένωση αντιμετώπισε τον ένα εισβολέα μετά τον άλλον. Στα τελευταία χρόνια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, η αυτοκρατορική Γερμανία έκανε χώρο για τις δυνάμεις της Αντάντ, μεταξύ των οποίων ήταν οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο, οι οποίες υποστήριξαν τον τσαρικό Λευκό Στρατό στον πόλεμό του για τη διατήρηση της αστικής κυριαρχίας στη Ρωσία. Στη συνέχεια ήρθε η Γερμανία του Αδόλφου Χίτλερ. Αν το ναζιστικό κίνημα έπιασε την Ευρώπη ανυποψίαστη, οι πυορροούσες ρίζες του ήταν ολοφάνερες για τους αποικιοκρατούμενους λαούς του κόσμου. Το 1900, ο W. E. B. Du Bois είχε προειδοποιήσει ότι η εκμετάλλευση του αποικιοκρατούμενου κόσμου θα ήταν μοιραία για τα ‘υψηλά ιδανικά της Ευρώπης για δικαιοσύνη, ελευθερία και πολιτισμό’. Αυτή η προειδοποίηση θα επαναλαμβανόταν οργισμένα και πανηγυρικά από τον Aimé Césaire πενήντα χρόνια αργότερα. ‘Πριν γίνουν τα θύματά του’, έγραφε, οι Ευρωπαίοι ήταν συνεργοί του ναζισμού: ‘ανέχτηκαν αυτόν τον ναζισμό πριν τους επιβληθεί… τον απάλλαξαν, του έκλεισαν τα μάτια, τον νομιμοποίησαν, επειδή, μέχρι τότε, είχε εφαρμοστεί μόνο σε μη ευρωπαϊκούς λαούς’.
Είναι αδύνατο να αποσυνδέσουμε την αποστολή του Χίτλερ από το μακρόχρονο σχέδιο της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας, ή την ιδιαίτερη έκφραση που βρήκε στην αποικιοκρατία-εποικισμό των ΗΠΑ. Ο Χίτλερ θαύμαζε ανοιχτά τον τρόπο με τον οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες ‘εξόντωσαν τα εκατομμύρια των ερυθρόδερμων για να φτάσουν τις μερικές εκατοντάδες χιλιάδες και τώρα κρατούν το ταπεινό υπόλοιπο υπό παρακολούθηση σε ένα κλουβί’. Ο πόλεμος εξόντωσης που διεξήγαγε το ναζιστικό καθεστώς δεν επιδίωκε τίποτα λιγότερο από τον εποικισμό της Ανατολικής Ευρώπης και την υποδούλωση των λαών της, με στόχο να κατακτήσει την «Άγρια Ανατολή», όπως ακριβώς οι έποικοι των ΗΠΑ είχαν κατακτήσει την «Άγρια Δύση». Με αυτόν τον τρόπο, ο ναζισμός συνέχισε την αποικιοκρατική παράδοση ενάντια στη χειραφετική υπόσχεση που εξαπολύθηκε τον Οκτώβριο του 1917 -και γι’ αυτόν τον λόγο, ο Ιταλός φιλόσοφος Domenico Losurdo θα τον αποκαλούσε την πρώτη αποικιοκρατική αντεπανάσταση. Η Γερμανία, είπε ο Χίτλερ το 1935, θα στεκόταν ως ‘το προπύργιο της Δύσης ενάντια στον μπολσεβικισμό’4.
Ακριβώς επειδή ο φασισμός υποσχόταν να διατηρήσει τη δομή της ιδιοκτησίας του κεφαλαίου, η Δύση παρέμεινε εφησυχαστική και χωρίς αρχές στην αντίθεσή της σε αυτόν πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τον πόλεμο. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο είχε χρηματοδοτήσει από την αρχή την άνοδο του Μπενίτο Μουσολίνι, ο Ουίνστον Τσόρτσιλ εξέφρασε ανοιχτά τη συμπάθειά του για το φασισμό ως εργαλείο κατά της κομμουνιστικής απειλής. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Χάρι Σ. Τρούμαν έκανε ελάχιστα για να κρύψει τον κυνικό καιροσκοπισμό που εξακολουθεί να χαρακτηρίζει το αμερικανικό κατεστημένο μέχρι σήμερα. ‘Αν δούμε ότι η Γερμανία κερδίζει, οφείλουμε να βοηθήσουμε τη Ρωσία. Και αν η Ρωσία κερδίζει, οφείλουμε να βοηθήσουμε τη Γερμανία και με αυτόν τον τρόπο να την αφήσουμε να σκοτώσει όσο το δυνατόν περισσότερους’, δήλωσε ο μελλοντικός πρόεδρος την παραμονή της επιχείρησης Μπαρμπαρόσα, η οποία θα στοίχιζε τη ζωή σε 27 εκατομμύρια Σοβιετικούς. Οι New York Times θα εξυμνούσαν αργότερα αυτή τη «στάση» ως θεμελίωση της «σταθερής πολιτικής» του Τρούμαν ως προέδρου. Αυτή η αποφασιστικότητα περιελάμβανε την πρώτη και μοναδική χρήση πυρηνικών όπλων στην ιστορία – «ένα σφυρί» κατά των Σοβιετικών, όπως αποκάλεσε κάποτε τη βόμβα ο Τρούμαν. Οι στάχτες της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι χρωμάτισαν τον Ψυχρό Πόλεμο για τις επόμενες δεκαετίες, μεθυσμένοι οι αρχιτέκτονες τους με την υπόσχεση της παντοδυναμίας. Το 1952, ο Τρούμαν σκέφτηκε να θέσει στη Σοβιετική Ένωση και την Κίνα ένα τελεσίγραφο: συμμόρφωση ή αποτέφρωση κάθε εργοστασίου παραγωγής από το Στάλινγκραντ μέχρι τη Σαγκάη. Στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, ο Τσόρτσιλ, επίσης, έλαμπε στην ατομική λάμψη. Ο σερ Άλαν Μπρουκ, επικεφαλής του Βρετανικού Αυτοκρατορικού Γενικού Επιτελείου, κατέγραψε στα ημερολόγιά του ότι ο Τσόρτσιλ έβλεπε ‘τον εαυτό του ικανό να εξαλείψει όλα τα ρωσικά βιομηχανικά κέντρα’. Με την έλευση της ατομικής βόμβας, η λευκή υπεροχή είχε αποκτήσει υπέρτατη ισχύ5.
Η απειλή του αφανισμού ώθησε τη Σοβιετική Ένωση να επιταχύνει το δικό της πυρηνικό πρόγραμμα, με τεράστιο κόστος για το πολιτικό της σχέδιο. Η ΕΣΣΔ θα επιτύχει τελικά στρατιωτική ισοτιμία με τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά οι περιορισμοί που επέβαλε η κούρσα των εξοπλισμών περιόρισαν την κοινωνική της ανάπτυξη. Τα οικονομικά και πολιτικά βάρη αυξήθηκαν για το νεαρό κράτος. Αυτά θα απορροφηθούν και θα ενισχυθούν από το «δόγμα της ανάσχεσης» του Τζορτζ Κένναν -ένα ευρύ σύνολο πολιτικών που αποσκοπούσε στην απομόνωση της Σοβιετικής Ένωσης και στον περιορισμό της «εξάπλωσης του κομμουνισμού» σε όλο τον κόσμο. Αντιμετωπίζοντας ένα νέο σύνολο αντιφάσεων που δεν μπορούσαν να επιλυθούν στρατιωτικά υπό το φόβο της αμοιβαίας καταστροφής, η πολιτική των ΗΠΑ στόχευε στην ‘τεράστια αύξηση των πιέσεων’ στη σοβιετική διακυβέρνηση για την ‘προώθηση τάσεων που πρέπει τελικά να βρουν διέξοδο είτε στη διάλυση είτε στη σταδιακή άμβλυνση της σοβιετικής ισχύος’6 .
Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, επιταχυνόμενη από τις αντιφάσεις στη σοσιαλιστική διαδικασία, οι υλικές, πολιτικές και ιδεολογικές πιέσεις στη σοβιετική διακυβέρνηση έγιναν αφόρητες. Ίσως καθοδηγούμενη από μια αφελή πίστη στην εκτόνωση με την παλιά Δύση, η κυβέρνηση του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ εισήγαγε μεταρρυθμίσεις σε μια διαδικασία που παραγκώνισε το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης και άνοιξε το δρόμο για την εδραίωση της αντιπολίτευσης γύρω από τον Μπόρις Γέλτσιν, ο οποίος διέλυσε την ΕΣΣΔ. Ο σοβιετικός λαός θα πλήρωνε ένα τεράστιο τίμημα – ένα τίμημα που ήταν ιδιαίτερα βαρύ στη Ρωσία. Στη δεκαετία του 1990, η Ρωσία βίωσε μια βαθιά πτώση του βιοτικού επιπέδου, καθώς η δημόσια περιουσία καταλήφθηκε από μια αστική τάξη που γρήγορα προσκολλήθηκε στο δυτικό χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο. Το ΑΕΠ της κατέρρευσε κατά 40%. Οι βιομηχανικές της εισροές μειώθηκαν κατά το ήμισυ και οι πραγματικοί μισθοί έπεσαν στο μισό από ό,τι ήταν το 1987. Ο αριθμός των φτωχών αυξήθηκε από 2,2 εκατομμύρια το 1987-88 σε 74,2 εκατομμύρια το 1993-95 – από το 2% του πληθυσμού σε 50% μέσα σε μόλις πέντε χρόνια7. Το προσδόκιμο ζωής μειώθηκε κατά πέντε χρόνια για τους άνδρες και κατά τρία χρόνια για τις γυναίκες, και εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν υπό το καθεστώς των ιδιωτικοποιήσεων και της θεραπείας σοκ μεταξύ 1989 και 20028. Εκείνη την εποχή της κατάρρευσης και της εξαχρείωσης, μισό εκατομμύριο Ρωσίδες έπεσαν θύματα εμπορίας για σεξουαλική δουλεία9. Καθώς τα μέσα της δυτικής αποικιοκρατίας άρχισαν να διαρρέουν από κάθε ρωγμή, σχισμή και πόρο, παρόμοιες ιστορίες αναδύθηκαν σε ολόκληρη την υπό διάλυση Ένωση. Είναι ενδεικτικό ότι αυτή ήταν η μόνη φορά που η Ρωσία θεωρήθηκε φίλη της Δύσης.
Η επίθεση στη Σοβιετική Ένωση ήταν ένας άξονας στον πόλεμο κατά της ανθρώπινης απελευθέρωσης. Ο άλλος θα οξυνόταν καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες αναδείχθηκαν σε παγκόσμιο ηγεμόνα μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Χωρίς να εξαντλείται στο ευρωπαϊκό πεδίο της μάχης, ο Ψυχρός Πόλεμος μεταξύ των ανατολικών και των δυτικών εθνών μετασχηματίστηκε σε μια εποποιία επίθεσης του Βορρά εναντίον του Νότου. Από την Κορέα μέχρι την Ινδονησία, από το Αφγανιστάν μέχρι το Κονγκό, από τη Γουατεμάλα μέχρι τη Βραζιλία, δεκάδες εκατομμύρια ζωές στοιχίστηκαν σε μια μάχη που θα έφερνε αντιμέτωπες τις λαϊκές δυνάμεις με έναν ιμπεριαλισμό που άλλαζε μορφή και δεν ανεχόταν καμιά διαφωνία με την εξορυκτική του δράση. Αν οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους δεν μπορούσαν να νικήσουν τη Σοβιετική Ένωση σε άμεση στρατιωτική αντιπαράθεση, θα ασκούσαν ακραία βία στην υπηρεσία μιας μεγάλης στρατηγικής που, ήδη από το 1952, επεδίωκε να εγκαθιδρύσει τίποτα λιγότερο «από την υπεροπλία»10. Όπως έγραψε ο βρετανός ιστορικός Eric Hobsbawm, η βία -τόσο η πραγματική όσο και η επαπειλούμενη- που εξαπολύθηκε εκείνη την εποχή θα μπορούσε ‘εύλογα να θεωρηθεί ως Τρίτος Παγκόσμιος Πόλεμος, αν και πολύ ιδιότυπος’– με την έλευση της ατομικής βόμβας, οι ψυχρές ζώνες αυτού του παγκόσμιου πολέμου απειλούσαν κατά καιρούς να εξαφανίσουν την ανθρωπότητα από την ύπαρξη. Ανάμεσα σε αυτούς τους δύο άξονες του Ψυχρού Πολέμου, λοιπόν, βρίσκουμε μια ιστορική μάχη ανάμεσα σε ανταγωνιστικές μηχανές χειραφέτησης και υποταγής.
Αυτός ο αγώνας δεν τελείωσε ποτέ. Αντίθετα, το σχέδιο της ανθρώπινης απελευθέρωσης αναβλήθηκε, η υπόσχεσή του για αξιοπρέπεια αναβλήθηκε. Από την Αγκόλα μέχρι την Κούβα, τα έθνη που εξαρτιόνταν από δεσμούς αλληλεγγύης με την ΕΣΣΔ καταστράφηκαν από την κατάρρευσή της. Αν η σοβιετική ισχύς λειτουργούσε ως ανάχωμα στην πολεμικότητα των ΗΠΑ, η μονοπολική στιγμή εγκαινίασε μια εποχή ατιμωρησίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες βρέθηκαν με σχεδόν ελεύθερη βούληση να επηρεάσουν ή να ανατρέψουν κυβερνήσεις που τους εναντιώνονταν- περίπου το 80% των αμερικανικών στρατιωτικών επεμβάσεων μετά το 1946 πραγματοποιήθηκε μετά την πτώση της ΕΣΣΔ. Από το Αφγανιστάν έως τη Λιβύη, αυτοί οι τρομεροί πόλεμοι χρησίμευσαν τόσο για να αναζωογονήσουν το μιλιταριστικό σχέδιο στις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και για να σηματοδοτήσουν ότι η διαφωνία δεν θα γινόταν ανεκτή πέρα από τα σύνορά τους. Με τον τρόπο αυτό, συνέβαλαν στη διατήρηση μιας σκληρής ισορροπίας στο καπιταλιστικό παγκόσμιο σύστημα, καταδικάζοντας τα κράτη του Τρίτου Κόσμου σε μια θέση μόνιμης υπανάπτυξης για την προστασία της αρπαχτής των δυτικών μονοπωλίων11.
Αυτή ήταν η σημασία των ενοράσεων του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό και η εφαρμογή τους στο σχέδιο της Τρίτης Διεθνούς. Σε ένα προχωρημένο στάδιο, έγραφε ο Λένιν, ο καπιταλισμός θα εξάγει όχι μόνο αγαθά αλλά και το ίδιο το κεφάλαιο – όχι μόνο αυτοκίνητα και υφάσματα, αλλά και χυτήρια και εργοστάσια, που θα μετακινούνται στο εξωτερικό σε αναζήτηση εργατών για εκμετάλλευση και πόρων για λεηλασία. Αυτή η διαδικασία πειθαρχεί τους εργάτες στις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες, οι οποίοι φιμώνονται από την απειλή της ανεργίας που πλανάται πάνω τους και ηρεμούν από την ευημερία που καθιστά δυνατή η ιμπεριαλιστική λεηλασία. Οι προηγμένες καπιταλιστικές χώρες αναπτύσσονται εκμεταλλευόμενες τους δικούς τους ανθρώπους και τους ανθρώπους και τους πόρους μακρινών εδαφών. Αυτή η ουσιαστικά παρασιτική σχέση εξασφαλίζει την κερδοφορία και τη συνεχή επέκταση των δυτικών μονοπωλίων ως εθνικά συμφέροντα, που τελικά υποστηρίζονται από την ωμή βία. Στη δέσμη της παγκόσμιας εκμετάλλευσης, τα κράτη του Τρίτου Κόσμου δεν μπορούν να ελπίζουν ότι θα επιτύχουν οποιοδήποτε ουσιαστικό επίπεδο ανάπτυξης. Η οικονομική υπανάπτυξη με τη σειρά της αναστέλλει την κοινωνική αλλαγή. Ένας λαός που δεν μπορεί να φάει ή να πάει στο σχολείο, που δεν μπορεί να θεραπεύσει τους ασθενείς του ή να ζήσει ειρηνικά, δεν μπορεί να προωθήσει την ελευθερία ή τη δημιουργικότητα. Αυτή η υπανάπτυξη αντανακλάται στον χαρακτήρα των κρατών τους και στην ικανότητα να συνάπτουν σχέσεις με τους άλλους και να αμύνονται έναντι απειλών. Με αυτόν τον τρόπο, η ολοκληρωτική δύναμη του ιμπεριαλισμού στρεβλώνει τις κοινωνικές και οικονομικές διαδικασίες τόσο στο εσωτερικό του ιμπεριαλιστικού μπλοκ όσο και στα κράτη που επιδιώκουν να ξεκινήσουν κυρίαρχες αναπτυξιακές πορείες. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο αγώνας μεταξύ ιμπεριαλισμού και αποαποικιοποίησης πρέπει να κατανοηθεί ως η κύρια αντίφαση – η καθοριστική μάχη για το μέλλον της ανθρωπότητας12.
Πού βρίσκουμε αυτόν τον ιμπεριαλισμό σήμερα; Τον βρίσκουμε ανάμεσα στα δύο δισεκατομμύρια ανθρώπους που αγωνίζονται να φάνε. Τον βρίσκουμε στην ευθραυστότητα, τις συγκρούσεις ή τη βία που τα δύο τρίτα της ανθρωπότητας θα αντιμετωπίσουν την επόμενη δεκαετία. Τον βρίσκουμε στα πολλά μέσα διαβίωσης που σαρώνονται τακτικά από την άνοδο της παλίρροιας, τα χωράφια που πλήττονται από την ξηρασία και την έρπουσα άμμο της ερήμου, και ανάμεσα στο δισεκατομμύριο ανθρώπων που δεν έχουν ούτε ένα ζευγάρι παπούτσια. Το βρίσκουμε στην επίπονη πορεία, δεκάδων εκατομμυρίων ανθρώπων, των αγροτών που ζουν για βιοποριστικούς λόγους και αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τη γη τους κάθε χρόνο από τη δυστυχία και τη βία – μια συνεχιζόμενη φυγή από τον καπιταλισμό που δεν μπορεί να συγκριθεί ούτε με τις πιο ευφάνταστες μετρήσεις των «αντιφρονούντων» και των «δραπετών» από τον κομμουνισμό. Τον βρίσκουμε στο χρυσό και το κοβάλτιο, τα διαμάντια και τον κασσίτερο, τα φωσφορικά άλατα και το πετρέλαιο, τον ψευδάργυρο και το μαγγάνιο, το ουράνιο και τη γη, η απαλλοτρίωση των οποίων βλέπει τα κεντρικά γραφεία των δυτικών εταιρειών και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων να αυξάνονται σε όλο και πιο εκθαμβωτικές διαστάσεις. Η ανάπτυξη του δυτικού κόσμου, εξασφαλισμένη από την παγκόσμια αντεπανάστασή του, είναι ο καθρέφτης της δυστυχίας του Τρίτου Κόσμου13.
Το ΝΑΤΟ και η Αντεπανάσταση
Όπως και το φασιστικό σχέδιο, το ΝΑΤΟ σφυρηλατήθηκε από τον αντικομμουνισμό. Οι στάχτες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου δεν είχαν ακόμη κατακαθίσει στην Ευρώπη και οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν απασχολημένες με την αποκατάσταση φασιστικών δικτατόρων, από τον Φρανσίσκο Φράνκο στην Ισπανία μέχρι τον Αντόνιο ντε Ολιβέιρα Σαλαζάρ στην Πορτογαλία. (Ο τελευταίος έγινε ιδρυτικό μέλος της βορειοατλαντικής συμμαχίας.) Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Δυτική Ευρώπη απορρόφησαν χιλιάδες φασίστες σε θεσμούς εξουσίας μέσω αμνηστιών που παραβίαζαν τις συμμαχικές συμφωνίες για την επιστροφή των εγκληματιών πολέμου. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονταν προσωπικότητες όπως ο Adolf Heusinger, ανώτερος αξιωματικός των Ναζί και συνεργάτης του Χίτλερ. Ο Heusinger καταζητείτο από τη Σοβιετική Ένωση για εγκλήματα πολέμου, αλλά η Δύση είχε διαφορετικά σχέδια. Ο Heusinger έγινε επικεφαλής του δυτικογερμανικού στρατού το 1957 και αργότερα διετέλεσε πρόεδρος της στρατιωτικής επιτροπής του ΝΑΤΟ. Σε ολόκληρη την Ευρώπη, οι μυστικές επιχειρήσεις «παραμονής» καλλιέργησαν μια νέα γενιά μαχητών για να ανατρέψουν τα αριστερά πολιτικά σχέδια – ξεκινώντας τουλάχιστον από το 1948, η Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών των ΗΠΑ διοχέτευσε εκατομμύρια σε ετήσια χρηματοδότηση σε δεξιές ομάδες μόνο στην Ιταλία και κατέστησε σαφές ότι ήταν ‘πρόθυμη να επέμβει στρατιωτικά’ αν το Κομμουνιστικό Κόμμα καταλάμβανε την εξουσία στη χώρα. Εκατοντάδες σφαγιάστηκαν σε επιθέσεις που πραγματοποιήθηκαν από αυτές τις ομάδες, πολλές από τις οποίες φορτώθηκαν στην αριστερά – μέρος μιας «Στρατηγικής της Έντασης» που τρομοκρατούσε τους ανθρώπους ώστε να εγκαταλείψουν την πίστη τους στο ανερχόμενο κομμουνιστικό και σοσιαλιστικό κίνημα. Η εντολή του ΝΑΤΟ προερχόταν ρητά από την ‘απειλή που συνιστούσε η Σοβιετική Ένωση’, και η αυξανόμενη δημοτικότητα του κομμουνισμού εκτός της ΕΣΣΔ ενέπιπτε στην αρμοδιότητά του. Με αυτόν τον τρόπο, το ΝΑΤΟ περιόριζε τις δημοκρατικές επιλογές και υπονόμευε την ασφάλεια στα κράτη μέλη του, επιλύοντας τις πολιτικές αντιθέσεις υπέρ της καπιταλιστικής τάξης και των δεξιών υπηρετών της14.
Η σκοτεινή εντολή του ΝΑΤΟ δεν σταμάτησε εκεί. Αν ο Τρότσκι είδε στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο ένα κυνικό τέχνασμα για να εμπλέξει τον αποικιοκρατούμενο κόσμο στο σχέδιο της υποταγής του, ο Walter Rodney αναγνώρισε τις ίδιες δυνάμεις που δρούσαν στη βίαιη επιχείρηση του ΝΑΤΟ στην αφρικανική ήπειρο: ‘Σχεδόν ολόκληρη η Βόρεια Αφρική μετατράπηκε σε πεδίο επιχειρήσεων για το ΝΑΤΟ, με βάσεις που στόχευαν τη Σοβιετική Ένωση….. Ξανά και ξανά, τα στοιχεία δείχνουν αυτή την κυνική χρήση της Αφρικής για την οικονομική και στρατιωτική ενίσχυση του καπιταλισμού, και επομένως στην πραγματικότητα αναγκάζουν την Αφρική να συμβάλει στη δική της εκμετάλλευση’15.
Μαζί με σχέδια όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΝΑΤΟ μεταμόρφωσε την ιμπεριαλιστική τάξη. Αν το πρώτο μέρος του εικοστού αιώνα φαινόταν προορισμένο για ατελείωτες ενδοϊμπεριαλιστικές συγκρούσεις για τα λάφυρα της αποικιοκρατίας, από τη δεκαετία του 1950 ένας νέος, συλλογικός ιμπεριαλισμός ήταν υπό διαμόρφωση. Όλο και περισσότερο, οι παγκόσμιες εμπορικές συμφωνίες και οι υποδομές δανεισμού που σχεδιάστηκαν από τις παλιές αποικιοκρατικές δυνάμεις θα έβλεπαν τα λάφυρα της αυτοκρατορικής εξόρυξης να μοιράζονται μεταξύ τους. Συγκέντρωσαν επίσης τα μέσα βίας τους. Το 1965, ο επαναστάτης από τη Γουινέα Amílcar Cabral περιέγραψε πώς η συνολική κτηνωδία της Δύσης εισέρρεε στην Αφρική μέσω του ΝΑΤΟ, υποστηρίζοντας τους πολέμους του καθεστώτος Salazar εναντίον των αποικιών της Πορτογαλίας στην Αγκόλα, τη Μοζαμβίκη, τη Γουινέα και το Cabo Verde:
«Το ΝΑΤΟ είναι οι ΗΠΑ. Έχουμε αιχμαλωτίσει στη χώρα μας πολλά αμερικανικά όπλα. Το ΝΑΤΟ είναι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Έχουμε πολλά τουφέκια Μάουζερ που πήραμε από Πορτογάλους στρατιώτες. Το ΝΑΤΟ, προς το παρόν τουλάχιστον, είναι η Γαλλία. Στη χώρα μας υπάρχουν ελικόπτερα Alouette. ΝΑΤΟ είναι, επίσης, σε κάποιο βαθμό, η κυβέρνηση αυτού του ηρωικού λαού που έχει δώσει τόσα πολλά παραδείγματα αγάπης για την ελευθερία, του ιταλικού λαού. Ναι, έχουμε συλλάβει από τους Πορτογάλους πολυβόλα και χειροβομβίδες κατασκευασμένες στην Ιταλία.»16
Σήμερα, πολεμικά όπλα που αντικατοπτρίζουν την πλήρη ποικιλομορφία του «ελεύθερου κόσμου» βρίσκονται σε όλα τα μέτωπα του ιμπεριαλισμού, από την Ουκρανία και το Μαρόκο μέχρι το Ισραήλ και την Ταϊβάν. Αυτή η βία θα βρει την κινητήρια δύναμή της στον κεντρικό κόμβο του ιμπεριαλισμού, τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες είχαν από καιρό στο στόχαστρό τους την απόλυτη ηγεμονία – μια φιλοδοξία που η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης κατέστησε ακαταμάχητη. Στις 7 Μαρτίου 1992, οι New York Times δημοσίευσαν ένα έγγραφο που διέρρευσε και περιείχε τα σχέδια για την ηγεμονία των ΗΠΑ στη μετασοβιετική εποχή. ‘Ο πρώτος μας στόχος’, έλεγε η Οδηγία Αμυντικού Σχεδιασμού, ‘είναι να αποτρέψουμε την επανεμφάνιση ενός νέου αντιπάλου, είτε στο έδαφος της πρώην Σοβιετικής Ένωσης είτε αλλού’. Το έγγραφο, το οποίο έγινε γνωστό ως Δόγμα Γούλφοβιτς από το όνομα του Αμερικανού υφυπουργού Άμυνας για θέματα πολιτικής που το συνέταξε, υποστήριζε την υπεροχή των ΗΠΑ στο παγκόσμιο σύστημα. Ζητούσε την ‘ηγεσία που είναι απαραίτητη για την εγκαθίδρυση και την προστασία μιας νέας τάξης’ που θα εμπόδιζε τους ‘δυνητικούς ανταγωνιστές’ να επιδιώξουν μεγαλύτερο ρόλο στον κόσμο. Στον απόηχο της διαρροής, το Δόγμα Γούλφοβιτς αναθεωρήθηκε από τον Ντικ Τσένι και τον Κόλιν Πάουελ και έγινε το δόγμα του Τζορτζ Μπους, αφήνοντας ένα μονοπάτι θανάτου και θλίψης στη Μέση Ανατολή17.
Εκείνη την εποχή, το περίγραμμα της αμερικανικής αυτοκρατορικής στρατηγικής διατυπώθηκε με τον πιο έντονο τρόπο από τον Zbigniew Brzezinski, έναν από τους κορυφαίους αρχιτέκτονες της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ του 20ού αιώνα. Το 1997, δημοσίευσε το βιβλίο του The Grand Chessboard: American Primacy and Its Geostrategic Imperatives. Η πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, έγραψε, είδε τις Ηνωμένες Πολιτείες να αναδεικνύονται ‘όχι μόνο ως ο βασικός διαιτητής των ευρασιατικών σχέσεων ισχύος, αλλά και ως η υπέρτατη δύναμη του κόσμου… η μοναδική και, πράγματι, η πρώτη πραγματικά παγκόσμια δύναμη’. Από το 1991, η στρατηγική των ΗΠΑ θα προσπαθούσε να εδραιώσει αυτή τη θέση, ανακόπτοντας την ιστορική διαδικασία της ευρασιατικής ολοκλήρωσης. Για τον Brzezinski, η Ουκρανία ήταν ένας ‘σημαντικός χώρος στην ευρασιατική σκακιέρα’ – κρίσιμος για την μετρίαση της ‘βαθιά ριζωμένης επιθυμίας της Ρωσίας για έναν ιδιαίτερο ευρασιατικό ρόλο’. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, έγραψε ο Μπρεζίνσκι, όχι μόνο θα επιδίωκαν τους γεωστρατηγικούς τους στόχους στην πρώην Σοβιετική Ένωση, αλλά και θα εκπροσωπούσαν ‘το δικό τους αυξανόμενο οικονομικό συμφέρον… στην απόκτηση απεριόριστης πρόσβασης σε αυτή τη μέχρι τώρα κλειστή περιοχή’18.
Το σχέδιο αυτό θα υλοποιηθεί εν μέρει μέσω του ΝΑΤΟ. Η επέκταση της συμμαχίας συνέπεσε με την υφέρπουσα εξάπλωση του νεοφιλελευθερισμού, συμβάλλοντας στη διασφάλιση της κυριαρχίας του αμερικανικού χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και στη διατήρηση του άπληστου στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος που στηρίζει μεγάλο μέρος της οικονομίας και της κοινωνίας19. Ο ομφάλιος δεσμός μεταξύ της συμμετοχής στο ΝΑΤΟ και του νεοφιλελευθερισμού εκφράστηκε σαφώς από κορυφαίους ατλαντιστές καθ’ όλη τη διάρκεια της ανατολικής πορείας της συμμαχίας. Στις 25 Μαρτίου 1997, σε συνέδριο της Ευρωατλαντικής Ένωσης που πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας, ο Τζο Μπάιντεν, γερουσιαστής τότε, περιέγραψε τις προϋποθέσεις για την ένταξη της Πολωνίας στο ΝΑΤΟ. ‘Όλα τα κράτη μέλη του ΝΑΤΟ έχουν οικονομίες ελεύθερης αγοράς με τον ιδιωτικό τομέα να διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο’, είπε. Επιπλέον,
‘Το σχέδιο μαζικών ιδιωτικοποιήσεων αποτελεί ένα σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της άμεσης συμμετοχής του πολωνικού λαού στο οικονομικό μέλλον της χώρας του. Αλλά δεν είναι η κατάλληλη στιγμή για να σταματήσουμε. Πιστεύω ότι οι μεγάλες, κρατικές επιχειρήσεις θα πρέπει επίσης να περάσουν στα χέρια ιδιωτών, ώστε να μπορούν να λειτουργούν με γνώμονα τα οικονομικά και όχι τα πολιτικά συμφέροντα….. Επιχειρήσεις όπως οι τράπεζες, ο τομέας της ενέργειας, η κρατική αεροπορική εταιρεία, ο κρατικός παραγωγός χαλκού και το μονοπώλιο των τηλεπικοινωνιών θα πρέπει να ιδιωτικοποιηθούν.’20
Η συμμετοχή στην ιμπεριαλιστική συμμαχία καλεί τα κράτη να παραδώσουν την ίδια την υλική βάση της κυριαρχίας τους – μια διαδικασία που βλέπουμε να αναπαράγεται με ακρίβεια σε όλη τη βίαιη πορεία της. Σε μια πρόσφατη πρόταση για τη μεταπολεμική ανασυγκρότηση της Ουκρανίας, για παράδειγμα, η RAND Corporation εκθέτει αυτό που θα μπορούσε να περιγραφεί σωστά ως νεοαποικιακή ατζέντα. Από τη ‘δημιουργία μιας αποτελεσματικής αγοράς για την ιδιωτική γη’ έως την ‘επιτάχυνση της ιδιωτικοποίησης… σε 3.300 κρατικές επιχειρήσεις’, οι προτάσεις της προστίθενται σε μια ευρεία σειρά πολιτικών φιλελευθεροποίησης που εφαρμόζονται με ξένη επιρροή και υπό την κάλυψη του πολέμου, συμπεριλαμβανομένης της νομοθεσίας που στερεί από την πλειονότητα των Ουκρανών εργαζομένων τα δικαιώματα συλλογικών διαπραγματεύσεων. Με αυτόν τον τρόπο, η αποστολή της επέκτασης του ΝΑΤΟ είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την καρκινογόνο προέλαση του νεοφιλελεύθερου μοντέλου της παγκοσμιοποίησης, το οποίο σκληραίνει στο εσωτερικό των κρατών μελών του ΝΑΤΟ σε μια κατάσταση διαρκούς εκμετάλλευσης. Τα κράτη εντός της συμμαχίας καλούνται να απομυζούν σημαντικό μέρος του κοινωνικού τους πλεονάσματος μακριά από τη στέγαση, τις θέσεις εργασίας και τις δημόσιες υποδομές προς τα αδηφάγα στρατιωτικά μονοπώλια, τα μεγαλύτερα από τα οποία εδρεύουν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Κατά τη διαδικασία αυτή, ενισχύουν την εγχώρια άρχουσα τάξη, η οποία, όπως στη Σουηδία και τη Φινλανδία, είναι ο κύριος χειροκροτητής για την ένταξη στο ΝΑΤΟ και πρόκειται να είναι ο κύριος δικαιούχος του. Αυτοί οι παράγοντες αποκλείουν σταδιακά αντικαπιταλιστικές και αντιμιλιταριστικές πολιτικές εναλλακτικές λύσεις: δεν μπορεί να υπάρξει σοσιαλισμός μέσα στο ΝΑΤΟ21.
Πέρα από τον οικονομικό όλεθρο, η ένταξη στο ΝΑΤΟ φέρνει μαζί της την ηθική κηλίδα της συλλογικής βίας της Δύσης. Όταν η πατρίδα μου, η Πολωνία, απέκτησε τη νεότερη θέση της στο ιμπεριαλιστικό τραπέζι, έγινε υποτελής και συνεργάτης κατά το πρότυπο της Γαλλίας του Βίτσι. Ήμασταν ένα έθνος που, στο πλαίσιο του σοσιαλισμού, είχε συμβάλει στη διοχέτευση των εμπειριών μας από τη μεταπολεμική ανοικοδόμηση στον Τρίτο Κόσμο. Οι αρχιτέκτονες, οι πολεοδόμοι και οι οικοδόμοι μας βοήθησαν να οραματιστούν και να κατασκευάσουν μαζικά προγράμματα στέγασης και νοσοκομεία στο Ιράκ. Δεκαετίες αργότερα, στείλαμε στρατεύματα να πολιορκήσουν τις πόλεις που βοηθήσαμε να χτιστούν. Στη βάση πληροφοριών Stare Kiejkuty στη βορειοανατολική Πολωνία, φιλοξενήσαμε μια μυστική αμερικανική φυλακή, όπου οι κρατούμενοι βασανίζονταν άγρια -μια ξεκάθαρη παραβίαση του εθνικού μας συντάγματος. Η Budimex, μια εταιρεία που κάποτε εκπόνησε ένα σχέδιο ανάπτυξης για τη Βαγδάτη, έχει τώρα ολοκληρώσει την κατασκευή ενός τείχους κατά μήκος των συνόρων της Πολωνίας με τη Λευκορωσία – ένα ανάχωμα ενάντια στους πρόσφυγες της Μέσης Ανατολής που, σύμφωνα με τα λόγια της άρχουσας τάξης της Πολωνίας, μολύνουν το έθνος μας με ‘παράσιτα και πρωτόζωα’. Αν ο φασισμός είναι ένα εργαλείο για τη θωράκιση του καπιταλισμού από τη δημοκρατία, το ΝΑΤΟ είναι η θερμοκοιτίδα του22.
Η Ρωσία και ο Τρίτος Κόσμος
Το 1987, ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ παρουσίασε ένα όραμα για ένα «Ευρωπαϊκό Κοινό Σπίτι»: ένα δόγμα αυτοσυγκράτησης που θα αντικαθιστούσε το δόγμα της αποτροπής, όπως το έθεσε αργότερα, το οποίο θα καθιστούσε αδύνατη την ένοπλη σύγκρουση εντός της Ευρώπης. Μόλις τρία χρόνια αργότερα, η υπόσχεση μιας νέας τάξης ασφαλείας που βασιζόταν στις προτάσεις του Γκορμπατσόφ άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά. Μπορεί να φάνηκε, για ένα διάστημα, εφικτή. Ο Χάρτης των Παρισίων για μια νέα Ευρώπη, που υιοθετήθηκε από τις χώρες της Διάσκεψης για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΔΑΣΕ) τον Νοέμβριο του 1990, περιείχε τους σπόρους για μια κοινή αρχιτεκτονική ασφάλειας που θα βασιζόταν στις αρχές του ‘σεβασμού και της συνεργασίας’ που ορίζονται στον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Αυτό το νέο μοντέλο αμοιβαίας ασφάλειας θα συμπεριλάμβανε τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, μεταξύ των οποίων και τη Ρωσία23.
Δημόσια, τα μέλη του ΝΑΤΟ υποστήριξαν τη διαδικασία και επιβεβαίωσαν τις δεσμεύσεις που είχε δώσει ο Τζέιμς Μπέικερ στον Γκορμπατσόφ το 1990 ότι το ΝΑΤΟ ‘δεν θα επεκτεινόταν ούτε σπιθαμή’ προς ανατολάς. Το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel έφερε πρόσφατα στο φως αρχεία του Ηνωμένου Βασιλείου από το 1991, στα οποία αξιωματούχοι των ΗΠΑ, του Ηνωμένου Βασιλείου, της Γαλλίας και της Γερμανίας ήταν κατηγορηματικοί: ‘Δεν θα μπορούσαμε… να προσφέρουμε την ένταξη στο ΝΑΤΟ στην Πολωνία και τους άλλους΄24. Αλλά ιδιωτικά, η κυβέρνηση των ΗΠΑ ήταν απασχολημένη με το σχεδιασμό της εποχής της ηγεμονίας της. ‘Εμείς επικρατήσαμε, αυτοί όχι’, είπε ο Τζορτζ Μπους τον Φεβρουάριο του 1990 στον Χέλμουτ Κολ, τον ίδιο μήνα που οι Ηνωμένες Πολιτείες έδωσαν το πράσινο φως στη διαδικασία της ΚΣΣΕ. ‘Δεν μπορούμε να αφήσουμε τους Σοβιετικούς να σφίξουν τη νίκη από τα σαγόνια της ήττας΄. Κανένας οργανισμός δεν θα ‘αντικαθιστούσε το ΝΑΤΟ ως εγγυητή της ασφάλειας και της σταθερότητας της Δύσης΄, είπε ο Μπους στον Γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Μιτεράν τον Απρίλιο του ίδιου έτους, αναμφίβολα αναφερόμενος σε προτάσεις που διαμορφώνονταν εντός της Ευρώπης. Τα διαδοχικά κύματα επέκτασης του ΝΑΤΟ διέβρωσαν σταδιακά την ιδέα ότι μια κοινή αρχιτεκτονική ασφάλειας -εκτός της σφαίρας της αμερικανικής κυριαρχίας- θα μπορούσε να αναδυθεί στην ευρωπαϊκή ήπειρο25.
Παρόλα αυτά, μόλις το 2006, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ μίλησε για συμμετοχή σε ένα ‘μετασχηματισμένο ΝΑΤΟ΄ που θα βασίζεται σε προτάσεις για αποστρατιωτικοποίηση και ισότιμη συνεργασία σύμφωνα με τις γραμμές που προτάθηκαν στο πλαίσιο του Χάρτη των Παρισίων το 1990. Αλλά το ΝΑΤΟ επεκτάθηκε προς τα σύνορα της Ρωσίας – όχι μαζί της, αλλά εναντίον της. Αυτή η επεκτατική πολιτική στόχευε στην υπονόμευση των διαδικασιών περιφερειακής ολοκλήρωσης που είχαν τότε πάρει φόρα. Μετά την οικονομική κρίση του 2007-2008, η Ρωσία και η Κίνα άρχισαν να επιταχύνουν δραματικά την κατασκευή νέων υποδομών για την περιφερειακή συνεργασία. Παράλληλα, η Κίνα πραγματοποίησε σεισμικές μεταρρυθμίσεις για να αυξήσει την ανεξαρτησία της από τις αμερικανικές αγορές, δημιουργώντας αναπτυξιακά προγράμματα και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που θα μπορούσαν να λειτουργούν εκτός της σφαίρας επιρροής των ΗΠΑ. Μαζί με τη Βραζιλία, την Ινδία και τη Νότια Αφρική, η Ρωσία και η Κίνα έθεσαν σε κίνηση τη διαδικασία BRICS το 2009. Η πρωτοβουλία Belt and Road Initiative ξεκίνησε μόλις τέσσερα χρόνια αργότερα. Οι διαδικασίες αυτές συνέπεσαν με την αύξηση των ρωσικών ενεργειακών πωλήσεων τόσο προς την Κίνα όσο και προς την Ευρώπη, καθώς και με τη συμμετοχή πολλών ευρωπαϊκών κρατών στην Belt and Road Initiative. Η επιμονή των φαύλων πολιτικών λιτότητας της ΕΕ είδε τα κράτη μέλη της να στρέφονται προς την Κίνα, καθώς τα λιμάνια και οι γέφυρες κατέρρεαν μετά από χρόνια υποεπενδύσεων. Οι εξελίξεις αυτές σηματοδότησαν την πρώτη φορά εδώ και αιώνες που το εμπόριο εντός της Ευρασίας πραγματοποιήθηκε εκτός αντιπαλότητας, με βάση τις αρχές της εταιρικής σχέσης και όχι της κυριαρχίας26.
Αυτό απείλησε τη βάση της λεγόμενης διεθνούς τάξης που βασίζεται σε κανόνες, το άτυπο σύνολο κανόνων που συντηρούν την οικονομική και πολιτική κυριαρχία των ΗΠΑ. Από την εποχή της Σοβιετικής Ένωσης, οι στρατηγικοί των ΗΠΑ αναγνώριζαν την ιδιαίτερη απειλή που θα αποτελούσε για τα αμερικανικά συμφέροντα το ευρωπαϊκό-ρωσικό ενεργειακό εμπόριο -μια προειδοποίηση που επαναλήφθηκε από κάθε αμερικανική κυβέρνηση από τον Μπους έως τον Μπάιντεν. Η σαφής επιτακτική ανάγκη, λοιπόν, ήταν να διακοπεί αυτή η διαδικασία. Το περίγραμμα αυτής της στρατηγικής έγινε πιο σαφές καθώς η πορεία της Δύσης προς την ανατολική περιφέρεια της Ευρώπης συνεχίστηκε. Εκθέσεις όπως η Extending Russia: Competing from Advantageous Ground, που δημοσιεύθηκε το 2019 από την RAND Corporation, έδωσαν ορισμό στις στρατηγικές επιταγές που είχε προσδιορίσει ο Brzezinski περισσότερες από δύο δεκαετίες νωρίτερα. Από τη διακοπή των εξαγωγών φυσικού αερίου της Ρωσίας προς την Ευρώπη και τον εξοπλισμό της Ουκρανίας, έως την προώθηση της αλλαγής καθεστώτος στη Λευκορωσία και την όξυνση των εντάσεων στον νότιο Καύκασο, η έκθεση παρουσίασε μια σειρά μέτρων που αποσκοπούσαν στο να ξηλώσουν τη Ρωσία από τις ραφές της. Εάν η Ρωσία δεν υποκύψει οικειοθελώς στα συμφέροντα της Δύσης, θα εξαναγκαστεί να το κάνει, ακόμη και αν το τίμημα πρέπει να το πληρώσει ολόκληρη η Ευρασία. Η νεοαποικιοποίηση της Ουκρανίας -ένας στόχος που δικαιολογούσε δαπάνες ύψους 5 δισεκατομμυρίων δολαρίων στις ΗΠΑ πριν από το 2014- αντιπροσώπευε, όπως είχε προβλέψει ο Μπρεζίνσκι, μια κρίσιμη κίνηση στην ευρασιατική σκακιέρα27.
Η προφανής απειλή που συνιστούσαν αυτές οι πολιτικές για τη ρωσική ασφάλεια ήταν ορατή στην αμερικανική ηγεσία ήδη από το 2008. ‘Οι εμπειρογνώμονες μας λένε ότι η Ρωσία ανησυχεί ιδιαίτερα ότι οι ισχυρές διαιρέσεις στην Ουκρανία σχετικά με την ένταξη στο ΝΑΤΟ, με μεγάλο μέρος της εθνορωσικής κοινότητας να είναι κατά της ένταξης, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια μεγάλη διάσπαση, που θα περιλάμβανε βία ή στη χειρότερη περίπτωση εμφύλιο πόλεμο’, έγραψε ο διευθυντής της CIA William Burns στον πρεσβευτή των ΗΠΑ στη Μόσχα. ‘Σε αυτό το ενδεχόμενο, η Ρωσία θα έπρεπε να αποφασίσει αν θα επέμβει- μια απόφαση που η Ρωσία δεν θέλει να αντιμετωπίσει’28.
Η Ρωσία θα έβλεπε ότι μόνο δύο δρόμοι βρίσκονταν μπροστά της: υποταγή στο περιφερειακό καθεστώς που της επιβλήθηκε τη δεκαετία του 1990 ή βαθύτερη ενσωμάτωση με άλλα κράτη της Ευρασίας. Αυτές οι δύο αποκλίνουσες δυνατότητες αντανακλούσαν δύο τάσεις στο εσωτερικό της ρωσικής άρχουσας τάξης. Η μία ήλπιζε σε στενότερη ενσωμάτωση με το δυτικό χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο κατά το πρότυπο της δεκαετίας του 1990, που είδε τον πλούτο των λίγων να εκτοξεύεται σε εξαιρετικές διαστάσεις. Αυτή η τάση βρήκε υποστηρικτές σε προσωπικότητες όπως ο Αλεξέι Ναβάλνι, ο συνεργάτης του οποίου Λεονίντ Βολκόφ περιέγραψε μια πολιτική στρατηγική που θα πλεύριζε την αριστερά με ένα σχέδιο αλλαγής του καθεστώτος με στόχο την αποκατάσταση της φιλοδυτικής τάξης των κομπραδόρων με την υποστήριξη της εκκολαπτόμενης επαγγελματικής μεσαίας τάξης στις μητροπόλεις της Ρωσίας. Η άλλη αντιπροσώπευε μια κρατικοκαπιταλιστική τάση που επιδίωκε μεγαλύτερη συγκέντρωση της οικονομικής εξουσίας και θα μπορούσε, τελικά, να βρει διέξοδο σε μια πιο κοινωνικοποιημένη οικονομική διακυβέρνηση. Για μεγάλο χρονικό διάστημα, η κυβέρνηση του Βλαντίμιρ Πούτιν περιπλανήθηκε σε αυτές τις δύο τάσεις, μια επισφαλής ακροβατική κίνηση μεταξύ του επιθετικού νεοφιλελευθερισμού και της επιδίωξης της οικονομικής κυριαρχίας. Όμως, καθώς οι αντιφάσεις που εξαπέλυε η δυτική πολεμικότητα οξύνθηκαν, η τροχιά της ρωσικής ανάπτυξης άρχισε σταδιακά να διαγράφεται προς την τελευταία τάση – γεγονός που αποδεικνύεται σήμερα από τον θεαματικό τρόπο με τον οποίο οι δυτικές κυρώσεις έχουν γυρίσει μπούμερανγκ. Η Ρωσία αναδεικνύει τώρα τακτικά τη σοσιαλιστική Κίνα ως πρότυπο προς μίμηση29.
Σημάδια αυτής της κατεύθυνσης παρατηρήθηκαν το 2007. Εκείνη τη χρονιά, ο Πούτιν εκφώνησε ομιλία στη Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια. Η διάβρωση του διεθνούς δικαίου, η προβολή της ισχύος των ΗΠΑ και η ‘ανεξέλεγκτη υπερβολική χρήση βίας’ δημιουργούσαν, είπε, μια κατάσταση βαθιάς ανασφάλειας σε όλο τον κόσμο. Συνέδεσε τις εξελίξεις αυτές με τη δυναμική της παγκόσμιας ανισότητας και το ζήτημα της φτώχειας, περιγράφοντας έναν από τους κύριους μηχανισμούς του ιμπεριαλισμού: ‘οι ανεπτυγμένες χώρες διατηρούν ταυτόχρονα τις αγροτικές επιδοτήσεις τους και περιορίζουν την πρόσβαση ορισμένων χωρών σε προϊόντα υψηλής τεχνολογίας΄, μια πολιτική που συντηρεί τη σοβαρή υπανάπτυξη στον Τρίτο Κόσμο. Για τον Πούτιν, η πολιτική της μονομερούς στρατιωτικής προβολής ισχύος, που ενσωματώνεται όχι μόνο στο ΝΑΤΟ αλλά και σε άλλες διαμορφώσεις της στρατιωτικής ισχύος των ΗΠΑ σε όλο τον κόσμο, εξυπηρετούσε την επέκταση μιας πολιτικής υποταγής.
Αν η δυτική επιθετικότητα ώθησε τη Ρωσία να δώσει προτεραιότητα στην κυρίαρχη ανάπτυξη, αυτή η ιστορική διαδικασία την ώθησε επίσης να ευθυγραμμιστεί με το ευρύτερο σχέδιο του Τρίτου Κόσμου. Ποια ήταν η απειλή μιας ‘επιστροφής στη δεκαετία του ’90’ στη Ρωσία, εκτός από τον κίνδυνο να διαλυθούν οι προϋποθέσεις για την οικονομική της κυριαρχία, παράγοντας τα είδη των ταπεινώσεων που βιώνουν τα περισσότερα έθνη του κόσμου; Αυτό, με τη σειρά του, θα σκλήρυνε τη μονοπολικότητα υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, υπονομεύοντας τις ικανότητες για ουσιαστική πολυμέρεια στο παγκόσμιο σύστημα. Η απάντηση της Ρωσίας ήταν η επιτάχυνση της ευρασιατικής ολοκλήρωσης -επιδιώκοντας μια έντονη σχέση με την Κίνα, την Ινδία και τους περιφερειακούς γείτονές της- ενώ παράλληλα επεκτείνει τις συμμαχίες με το Ιράν, την Κούβα, τη Βενεζουέλα και άλλα κράτη που ασφυκτιούν από το γόνατο του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Από τη Νότια Αμερική έως την Ασία, πολλά έθνη ανταποκρίθηκαν με τον ίδιο τρόπο. Αν η ρωσική κρατική υπόσταση και ταυτότητα είχαν ιστορικά ακροβατήσει μεταξύ ανατολικών και δυτικών τάσεων -ο εθνικός αετός της κοιτούσε διφορούμενα και προς τις δύο κατευθύνσεις-, η Ρωσία θα τοποθετούσε τόσο το παρελθόν όσο και το μέλλον της σταθερά στον Τρίτο Κόσμο. ‘Η Δύση είναι έτοιμη να υπερβεί κάθε όριο για να διατηρήσει το νεοαποικιακό σύστημα που της επιτρέπει να ζει από τον κόσμο’, δήλωσε ο Πούτιν το 2022. Είναι έτοιμη ‘να τον λεηλατήσει χάρη στην κυριαρχία του δολαρίου και της τεχνολογίας, να εισπράξει έναν πραγματικό φόρο υποτέλειας από την ανθρωπότητα, να αποσπάσει την πρωταρχική πηγή της μη κερδισμένης ευημερίας της, την πρόσοδο που καταβάλλεται στον ηγεμόνα’30.
Οι υλικές επιταγές που μοιράζονται η Ρωσία και ο Τρίτος Κόσμος εξηγούν την απομόνωση των δυτικών δυνάμεων στον πόλεμο καταδίκης και οικονομικής πολιορκίας εναντίον της Ρωσίας. Ενώ οι δυτικοί ηγέτες προανήγγειλαν την εμφάνιση παγκόσμιας ενότητας στην καταδίκη της εισβολής – ‘η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο κόσμος στέκονται στο πλευρό του ουκρανικού λαού’, δήλωσε ο Olof Skoog, εκπρόσωπος της ΕΕ στα Ηνωμένα Έθνη- οι αριθμοί στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ έδιναν όλο και περισσότερο μια διαφορετική εικόνα. Στην έκτακτη σύνοδο για την ψηφοφορία επί ενός ψηφίσματος σχετικά με την ‘επίθεση της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας’ τον Μάρτιο του 2022, 141 έθνη ψήφισαν υπέρ, τριάντα πέντε απείχαν και πέντε ψήφισαν κατά. Οι σαράντα χώρες που απείχαν ή καταψήφισαν το ψήφισμα -συμπεριλαμβανομένων της Ινδίας και της Κίνας- αποτελούν συνολικά την πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού. Τα μισά από αυτά τα κράτη προέρχονταν από την αφρικανική ήπειρο31.
Αν τα έθνη του κόσμου ήταν διχασμένα ως προς τη χειρονομία καταδίκης, παραμένουν ενωμένα στην άρνηση να συμμετάσχουν στον οικονομικό πόλεμο κατά της Ρωσίας. Εδώ, οι χώρες της παλιάς Δύσης βρίσκονται εντελώς απομονωμένες. Από τις 141 δυνάμεις που καταδίκασαν τις ενέργειες της Ρωσίας στην Ουκρανία, μόνο τα τριάντα επτά έθνη του παλιού ιμπεριαλιστικού μπλοκ και τα παρένθετά του εφάρμοσαν κυρώσεις εναντίον της: οι Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο, ο Καναδάς, η Νότια Κορέα, η Ελβετία, η Ιαπωνία, η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία, η Ταϊβάν, η Σιγκαπούρη και τα είκοσι επτά κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι κυρώσεις δεν αποτελούν ‘μηχανισμό για τη δημιουργία ειρήνης και αρμονίας’, δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών της Αργεντινής Σαντιάγο Καφιέρο. ‘Δεν πρόκειται να προβούμε σε κανενός είδους οικονομικά αντίποινα, επειδή θέλουμε να έχουμε καλές σχέσεις με όλες τις κυβερνήσεις΄, δήλωσε ο πρόεδρος του Μεξικού Andrés Manuel López Obrador32. Μέχρι τον Νοέμβριο, ογδόντα επτά κράτη απείχαν ή ψήφισαν κατά ενός ψηφίσματος που καλούσε τη Ρωσία να παράσχει αποζημιώσεις στην Ουκρανία. Ο Τρίτος Κόσμος δεν θέλει να συμμετέχει στις ίντριγκες του βορειοατλαντικού άξονα.
Απομονωμένη και αγνοημένη, η Δύση στράφηκε για άλλη μια φορά στον εξαναγκασμό, καλοπιάνοντας και ωθώντας τα φτωχότερα έθνη του κόσμου να συμμετάσχουν στη χορωδία της ηθικής καταδίκης και του οικονομικού πολέμου κατά της Ρωσίας. Στις πιο εξωφρενικές τους περιπτώσεις, οι απαιτήσεις φέρουν την ποινή της τιμωρίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν απειλήσει με κυρώσεις κατά της Ινδίας, της Κίνας και άλλων κρατών που συνεχίζουν να συναλλάσσονται με τη Ρωσία, ακόμη και όταν προσπάθησαν για λίγο να αποκαταστήσουν τον Νικολάς Μαδούρο της Βενεζουέλας σε ένα τέχνασμα για να αμβλύνουν τις επιπτώσεις της αύξησης του κόστους του πετρελαίου. Τι είναι αυτό, παρά μια προσπάθεια εκβιασμού των εθνών του κόσμου για να υποστηρίξουν τους καταπιεστές τους για άλλη μια φορά33;
Σε αυτόν τον Νέο Ψυχρό Πόλεμο, όπως και στους αποικιοκρατικούς πολέμους του περασμένου αιώνα, οι φιλοδοξίες των πολλών να οικοδομήσουν μια αξιοπρεπή ζωή διαπερνούν ιδεολογικές γραμμές. Σήμερα, οι δεσμοί μεταξύ των χωρών του Τρίτου Κόσμου σκληραίνουν απέναντι στην ιμπεριαλιστική απειλή. Ο Σι Τζινπίνγκ της Κίνας και ο Ναρέντρα Μόντι της Ινδίας, που απέχουν πολύ μεταξύ τους ως προς τα πολιτικά τους σχέδια και πεποιθήσεις, απορρίπτουν τη ΄νοοτροπία του Ψυχρού Πολέμου’. Το ίδιο και τα κράτη της Νότιας Αμερικής. Όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες συγκάλεσαν τη Σύνοδο Κορυφής της Αμερικής -εκτός από την Κούβα, τη Βενεζουέλα και τη Νικαράγουα- οι πρόεδροι τόσο του Μεξικού όσο και της Βολιβίας μποϊκοτάρισαν την εκδήλωση. Άλλοι εξέφρασαν την αγανάκτησή τους για τον αποκλεισμό. Η ‘ολοκλήρωση ολόκληρης της Αμερικής’, δήλωσε ο López Obrador, είναι ο μόνος τρόπος για να αντιμετωπιστεί ο ‘γεωπολιτικός κίνδυνος που θέτει στον κόσμο η οικονομική παρακμή των Ηνωμένων Πολιτειών’34.
Η αποφασιστική αντίσταση στο τραγούδι των σειρήνων του Νέου Ψυχρού Πολέμου υπογραμμίζει τον επείγοντα χαρακτήρα της πολυπολικότητας. Αποτελεί αντίδοτο στις επιβαλλόμενες ανισορροπίες στον παγκόσμιο καπιταλισμό που χαρακτήρισαν μεγάλο μέρος των τελευταίων πεντακοσίων ετών και τις οποίες είχε εξασφαλίσει η μονοπολική στιγμή. Αν η ανθρωπότητα θέλει να έχει μια ευκαιρία να επιλύσει τις πολιτισμικές κρίσεις της εποχής μας -από την πανδημία μέχρι τη φτώχεια, από τον πόλεμο μέχρι την κλιματική καταστροφή- πρέπει να οικοδομήσει μια εξωτερική πολιτική που θα βασίζεται στην κυρίαρχη ανάπτυξη και τη συνεργασία ενάντια στην υποτακτική ορμή του ιμπεριαλισμού. Αυτή η συνεργασία, στο βαθμό που παίρνει σάρκα και οστά, γίνεται μια βαθιά επίπληξη στις διαιρετικές τεχνολογίες κατάκτησης που αναπτύσσονται εδώ και αιώνες από τις αποικιοκρατικές και ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Αντιτίθεται στη λογική της νεοφιλελεύθερης παγκόσμιας τάξης πραγμάτων, περιορίζοντας το πεδίο κίνησής της και αποδυναμώνοντας την επιρροή της στις οικονομίες των φτωχότερων εθνών του κόσμου. Η πολυπολικότητα είναι ένα βήμα, με άλλα λόγια, προς την άρθρωση εναλλακτικών πολιτικών σχεδίων έξω από τη σφαίρα της συσσωρευτικής κίνησης του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Και γι’ αυτόν τον λόγο, είναι η πιο βαθιά απειλή που αντιμετώπισε ποτέ η συλλογική Δύση. ‘Το πιο επικίνδυνο σενάριο’, έγραψε ο Μπρεζίνσκι στη Μεγάλη Σκακιέρα, είναι ένας ‘αντιηγεμονικός συνασπισμός ενωμένος όχι από ιδεολογία αλλά από συμπληρωματικά παράπονα΄. Ο Μπρζεζίνσκι, φυσικά, σκεφτόταν από τη σκοπιά της γεωπολιτικής και όχι της πολιτικής οικονομίας. Αλλά τα συμπληρωματικά παράπονα που αναδύονται είναι κατά βάθος υλικά. Αφορούν βασικά ζητήματα αξιοπρέπειας – επιβίωσης. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, από τον παναφρικανισμό μέχρι την ευρασιατική ολοκλήρωση, τα σχέδια συνεργασίας γίνονται οι πρώτοι στόχοι της ιμπεριαλιστικής τιμωρίας.
Τρεις Θέσεις για την Αριστερά
Το 1960, ο επαναστάτης της Γκάνας Κουάμε Νκρούμα εκφώνησε ομιλία στα Ηνωμένα Έθνη. ‘Η μεγάλη παλίρροια της ιστορίας ρέει’, είπε, ‘και καθώς ρέει μεταφέρει στις ακτές της πραγματικότητας τα επίμονα γεγονότα της ζωής και των σχέσεων των ανθρώπων, του ενός με τον άλλο’. Τι σημαίνει για τους διεθνιστές να αντιμετωπίζουν τα πεισματικά γεγονότα της ζωής; Τι είδους σχέσεις, μεταξύ λαών και εθνών, μπορούν να βρουν απαντήσεις στις μεγάλες κρίσεις της εποχής μας;
Αυτά τα ερωτήματα με βλέπουν να επιστρέφω ξανά και ξανά στις συζητήσεις της Τρίτης Διεθνούς. Χωρίς αμφιβολία, οι συνθήκες έχουν αλλάξει σήμερα. Οι παλιές αποικιοκρατικές δυνάμεις, που δεν βρίσκονται πια στα νύχια ενός ατελείωτου πολέμου εναντίον των όμοιών τους, λειτουργούν μέσω ενός συλλογικού ιμπεριαλισμού. Έχουν νέες στρατηγικές για να απομυζούν τους πόρους των λαών και των εθνών. Στα πυρηνικά όπλα και την οικολογική κρίση, βρίσκουμε το απειλητικό φάσμα της παντοκτονίας να κρέμεται όλο και πιο βαριά πάνω από τις κοινωνίες μας. Αλλά μια διαπίστωση παραμένει πεισματικά: ο καπιταλισμός δεν μπορεί να ξεπεραστεί αν δεν αποκοπούν οι αρτηρίες της ιμπεριαλιστικής συσσώρευσης σε παγκόσμια κλίμακα. Όπως υποστήριξε ο Roy πριν από έναν αιώνα και η ιστορία έχει αποδείξει περίτρανα, όσο οι δυτικές δυνάμεις μπορούν να τρέφονται από τις γούρνες της εργασίας και του πλούτου του Τρίτου Κόσμου, ο καπιταλισμός θα συνεχίσει την καταστροφική του πορεία. Αυτή η πορεία, σήμερα, εξασφαλίζεται από ισχυρούς στρατούς που είναι έτοιμοι να ποδοπατήσουν ανθρώπους και να καταστρέψουν έθνη.
Τι σημαίνει αυτό για εμάς που ζούμε και οργανωνόμαστε στον αυτοκρατορικό πυρήνα; Θα ήθελα να διατυπώσω τρεις σύντομες θέσεις που απορρέουν από την προηγούμενη ανάλυση:
- Η επανάσταση βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη. Από τότε που ξεδιπλώθηκαν οι πρώτοι αντιαποικιακοί αγώνες, η επανάσταση ενάντια στον ιμπεριαλισμό -ή τον καπιταλισμό στη διεθνή του διάσταση- προχωράει σε μια ελικοειδή πορεία μέσα από το σχέδιο του Τρίτου Κόσμου. Κατέχοντας την ικανότητα να ανακόψουν τις ροές της ιμπεριαλιστικής εξόρυξης που έχουν φτιάξει τον κόσμο μας, οι λαοί του Τρίτου Κόσμου είναι οι κινητήριες δυνάμεις της προοδευτικής αλλαγής για την ανθρωπότητα.
- Οι της Δύσης δεν είναι οι πρωταγωνιστές της επανάστασης. Η ευρωπαϊκή επανάσταση συντρίφτηκε βάναυσα από μια ισχυρή άρχουσα τάξη που υποστηριζόταν από την αυτοκρατορική λεηλασία. Ελλείψει κρατικής εξουσίας, η αριστερά στα ιμπεριαλιστικά κράτη δεν μπορεί να υπαγορεύσει τους όρους των τεκτονικών διεργασιών που λαμβάνουν χώρα και δεν πρέπει να προσπαθήσει να τις κατευθύνει με τρόπους που παρέχουν ιδεολογική κάλυψη στις άρχουσες τάξεις μας. Πάρα πολύ έδαφος έχει παραχωρηθεί στους ιμπεριαλιστές στην επιδίωξη στενών εκλογικών κερδών ή κοινοβουλευτικών στρατηγικών. Καμία δύναμη δεν μπορεί να οικοδομηθεί με τη στόχευση των περιορισμένων πολιτικών δυνατοτήτων μας ενάντια στους επίσημους εχθρούς των κυρίαρχων τάξεών μας.
- Η αντιιμπεριαλιστική αριστερά στη Δύση λειτουργεί μέσα στο τέρας. Η αδυναμία της δυτικής αριστεράς είναι ο καθρέφτης της δύναμης των κυρίαρχων τάξεων της. Σε μια στιγμή που η δυτική αστική τάξη αντιμετωπίζει μια ιστορική πρόκληση για την ηγεμονία της, το καθήκον δεν είναι να επαναβεβαιώσει την εξουσία της μέσω γαλαντόμων μεταρρυθμίσεων που στηρίζουν τον καπιταλισμό ενάντια στις ολέθριες αντιφάσεις του, αλλά να αγωνιστεί για την τελική ήττα του. Είναι ένας εχθρός που μοιραζόμαστε με την πλειοψηφία των ανθρώπων του κόσμου και του πλανήτη που κατοικούμε.
Το σημαντικότερο καθήκον μας, λοιπόν, είναι να διεκδικήσουμε τον σοσιαλιστικό αντιιμπεριαλισμό ως κατηγορία σκέψης και δράσης – δουλεύοντας με το ρεύμα της επαναστατικής αλλαγής και όχι ενάντια σε αυτό. Αυτό δεν απαιτεί τίποτα λιγότερο από την ανάκτηση της πολιτικής τόλμης που χάσαμε στο λεγόμενο τέλος της ιστορίας, όταν οι θέσεις του παγκόσμιου σοσιαλισμού υποχώρησαν και η ιμπεριαλιστική ιδεολογία διακήρυξε ότι είναι τόσο αναπόφευκτη όσο το οξυγόνο. Η ιστορία δεν έχει πάει πουθενά. Σήμερα, μας καλεί να είμαστε ξεκάθαροι στην κριτική μας στον ιμπεριαλισμό, ανυποχώρητοι στην επίθεσή μας εναντίον του και τολμηροί στο να οραματιστούμε μια εναλλακτική λύση στον καπιταλισμό που να απαντά στις κραυγές των εργατικών τάξεων στις κοινωνίες μας – κραυγές που απαντώνται και πάλι από το τραγούδι των σειρήνων της ακροδεξιάς.
Το διακύβευμα δεν θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερο. Θα ξεσηκωθεί ο Τρίτος Κόσμος και θα διαλύσει τον αιώνιο εναγκαλισμό των αποικιοκρατικών δυνάμεων πάνω στη συντριπτική πλειοψηφία των λαών του κόσμου, ανοίγοντας τουλάχιστον τη δυνατότητα ενός διαφορετικού πολιτικού σχεδίου σε παγκόσμια κλίμακα; Ή μήπως οι δυνάμεις του συλλογικού ιμπεριαλισμού θα συνεχίσουν να μας οδηγούν στο δρόμο του πολέμου και της περιβαλλοντικής κατάρρευσης; Η απάντηση εξαρτάται από τη σταθερή και αποφασιστική δέσμευσή μας σε έναν από αυτούς τους δρόμους, οι οποίοι βρίσκονται σε διαλεκτική αντίθεση μεταξύ τους. Εξαρτάται από το αν θα μελετήσουμε την ιστορία της αιματηρής κληρονομιάς της Δύσης και αν θα μάθουμε από τις δυνάμεις που αντιστάθηκαν σε αυτήν. Ενσωματωμένη στους αγώνες μας, αυτή η γνώση κατέχει το κλειδί για την αναδιαμόρφωση του κόσμου μας. Μας δίνει τη δυνατότητα να οικοδομήσουμε μαζί και να πορευτούμε μαζί με τους ζωηρούς και γενναίους αγώνες του Τρίτου Κόσμου ενάντια στον εξασθενημένο εναγκαλισμό των κυρίαρχων τάξεων της συλλογικής Δύσης. Δεν μπορούμε να απαντήσουμε στις κραυγές της ανθρωπότητας αν αρπάζουμε ό,τι τρώμε από τους πεινασμένους.
Σημειώσεις
- ↩Bertolt Brecht, “To Posterity,” Chicago Labor and Arts Festival (blog), chilaborarts.wordpress.com.
- ↩Minutes of the Second Congress of the Communist International, Fourth Session, July 25, 1921, Marxists Internet Archive, marxists.org.
- ↩ I. Lenin, “Report of The Commission on The National and The Colonial Questions,” in The Second Congress of The Communist International(Publishing House of the Communist International, 1921).
- ↩Robert J. Miller, “Nazi Germany and American Indians,” Indian Country Today, August 14, 2019. See Pedro Marin, “Domenico Losurdo interviewed by Opera Magazine (2017),” February 22, 2022, redsails.org.
- ↩Tom Kingston, “Britain ‘secretly backed’ Mussolini’s March on Rome,” The Times, October 3, 2022; Alden Whitman, “Harry S. Truman: Decisive President,” New York Times, December 27, 1972; Michael S. Sherry, In the Shadow of War (New Haven: Yale University Press, 1995), 182; Arthur Bryant, Triumph in the West (London: Collins, 1959), 478.
- ↩George Kennan, “The Sources of Soviet Conduct,” Foreign Policy, July 1, 1947.
- ↩Branko Milanovic, Income, Inequality, and Poverty During the Transition from Planned to Market Economy (World Bank, 1997).
- ↩David Stuckler, Lawrence King, and Martin McKee, “Mass Privatisation and the Post-Communist Mortality Crisis: A Cross-National Analysis,” Lancet 373, no. 9661 (2019).
- ↩Mary Buckley, “Human Trafficking in the Twenty-First Century,” in Gender Politics in Post-Communist Eurasia, ed. Linda Racioppi and Katherine O’Sullivan (East Lansing: Michigan State University Press).
- ↩Memorandum by the Director of the Policy Planning Staff (Nitze) to the Deputy Under Secretary of State (Matthews), Office of the Historian (Washington, DC: U.S. Department of State, 1952).
- ↩Barbara S. Torreon and Sofia Plagakis, “Instances of Use of United States Armed Forces Abroad, 1798–2022,” (Washington, DC: Congressional Research Service, 2022).
- ↩ I. Lenin, Imperialism: The Highest Stage of Capitalism(London: Penguin Classics, 2010); Walter Rodney, How Europe Underdeveloped Africa (London: Verso, 2018).
- ↩World Health Organization, The State of Food Security and Nutrition in the World 2021(2021); Vijay Prashad, “Solely Because of the Increasing Disorder: The Thirty-Sixth Newsletter,” Tricontinental, September 9, 2021.
- ↩Ronald Landa, “Previously Unpublished Draft Defense Department History Explores U.S. Policy toward Italy, Spotlights Role of Flamboyant Envoy, Clare Boothe Luce,” National Security Archive, February 7, 2017.
- ↩Rodney, How Europe Underdeveloped Africa, 189.
- ↩Amílcar Cabral, “The Nationalist Movement of the Portuguese Colonies,” Marxist Internet Archive, org.
- ↩Patrick E. Tyler, “U.S. Strategy Plan Calls for Insuring No Rivals Develop,” New York Times, March 8, 1992.
- ↩Zbigniew Brzezinski, The Grand Chessboard(New York: Basic, 1997), 51, 209.
- ↩James M. Cypher, “The Political Economy of Systemic U.S. Militarism,” Monthly Review73, no 11 (April 2022): 23–37.
- ↩The Debate on NATO Enlargement, Hearings Before the Committee on Foreign Relations, 105th Congress, vol. 4, 373 (1997).
- ↩William Courtney, Khrystyna Holynska, and Howard J. Shatz, “Rebuilding Ukraine,” The RAND Blog, April 18, 2022; “Arms production,” Stockholm International Peace Research Institute (2020), accessed June 15, 2022; Lily Lynch, “Joining the West,” Sidecar (blog), New Left Review, May 20, 2022.
- ↩Jan Cienski, “Migrants Carry ‘Parasites and Protozoa,’ Warns Polish Opposition Leader,” Politico, October 14, 2015.
- ↩Christian Nünlist, Juhana Aunesluoma, and Benno Zogg, The Road to the Charter of Paris (Vienna: OSCE, 2017); Charter of Paris for a New Europe (Paris: OSCE, 1990).
- ↩Klaus Wiegrefe, “Neuer Aktenfund von 1991 stützt russischen Vorwurf,” Der Spiegel, February 18, 2022.
- ↩Mary E. Sarotte, “A Broken Promise? What the West Really Told Moscow About NATO Expansion,” Foreign Affairs 93, no. 5 (2014): 90–97.
- ↩Vijay Prashad, “The United States Wants to Prevent a Historical Fact—Eurasian Integration,” Tricontinental, July 7, 2022.
- ↩James Dobbins et al., Extending Russia: Competing from Advantageous Ground(Santa Monica: RAND Corporation, 2019).
- ↩“Nyet Means Nyet: Russia’s NATO Enlargement Redlines,” cable from William J. Burns, 2008, Wikileaks.
- ↩Alexey Sakhnin, “The February Theses—The Left and the Political Crisis in Russia,” Progressive International, April 21, 2021.
- ↩“Signing of Treaties on Accession of Donetsk and Lugansk People’s Republics and Zaporozhye and Kherson Regions to Russia,” Office of the President of Russia, September 30, 2022.
- ↩Farnaz Fassihi, “The U.N. General Assembly Passes a Resolution Strongly Condemning Russia’s Invasion,” New York Times, March 2, 2022.
- ↩Bala Chambers, “Argentina Rejects Sanctioning Russia: Foreign Minister,” Anadolu Agency, March 4, 2022; Jalen Small, “Mexico, Brazil Leaders Ignore Their UN Delegates, Refuse to Sanction Russia,” Newsweek, April 4, 2022.
- ↩Jordan Fabian and Josh Wingrove, “India to Face Significant Cost If Aligned with Russia, U.S. Says,” Bloomberg, April 7, 2022; Michael Martina, “U.S. Says China Could Face Sanctions If It Supports Russia’s War in Ukraine,” Reuters, April 6, 2022; Marianna Parraga and Matt Spetalnick, “U.S. Ties Easing of Venezuela Sanctions to Direct Oil Supply,” Reuters, March 9, 2022.
- ↩“López Obrador pide a América Latina un frente común por el declive de EU ante China,” SinEmbargo, July 5, 2022.