του Θανάση Κανιάρη
Η επίθεση στις εργασιακές σχέσεις, στη σταθερή και μόνιμη εργασία στον αναπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του ΄70 σε ΗΠΑ και Αγγλία, για να επεκταθεί σταδιακά τις δεκαετίες του ΄80 και του ΄90 στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης.
Η μείωση του εργατικού μισθού, σε όσο το δυνατό χαμηλότερα επίπεδα εντάσσεται στη νέα στρατηγική του διεθνούς κεφαλαίου – σαν αντίδραση στη διεθνή οικονομική κρίση του 1973, η οποία μεταξύ άλλων προωθεί μαζικές ιδιωτικοποιήσεις σε επιχειρήσεις δημοσίου συμφέροντος και δημόσιες υπηρεσίες, φορολογικές ανατροπές στην κατεύθυνση της μείωσης της φορολογίας του κεφαλαίου και του μεγάλου πλούτου με παράλληλη αύξηση της φορολογίας της μεγάλης πλειοψηφίας του πληθυσμού, περικοπές δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα στους κρατικούς προϋπολογισμούς, υπονόμευση έως και ιδιωτικοποίηση των δημοσίων συστημάτων Υγείας, Παιδείας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας.
Για να επιστρέψουμε στα εργασιακά, στην Ελλάδα για πρώτη φορά νομοθετούνται οι εργασιακές ελαστικές σχέσεις με ειδικό άρθρο στον Αναπτυξιακό Νόμο 1892/1990, αλλά η νέα αυτή μορφή εργασιακής σύμβασης, θα αρχίσει να απασχολεί την ελληνική κοινή γνώμη από τα μέσα της δεκαετίας του 2000. Υπήρχαν μάλιστα και κριτικές παρατηρήσεις εκθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς τη χώρα μας, για τα χαμηλά ποσοστά μερικής απασχόλησης στην ελληνική οικονομία – περί το 6% του εργατικού πληθυσμού τη στιγμή που στην Ολλανδία στις αρχές του 2000 το 51% των συμβάσεων αφορούσαν ελαστικές μορφές απασχόλησης.
Οι τελευταίες αυξάνονται ραγδαία στη διάρκεια της μνημονιακής περιόδου, με τα τρίωρα και τα τετράωρα να κυριαρχούν. Σήμερα, ένα σημαντικό τμήμα των εργαζομένων, ειδικά μεταξύ των νέων, απασχολούνται με κάποια μορφή ελαστικής σχέσης εργασίας.
ΤΙ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΤΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΑ ΕΡΓΑΣΙΑΚΑ
Το κεφάλαιο όμως είναι αδηφάγο. Όπως λέει και ο Μαρξ στην ανάλυση του Κεφαλαίου, διακατέχεται από πείνα δράκου για υπερεργασία. Το σταμάτημα της λειτουργίας των μηχανών, το σταμάτημα της κατανάλωσης εργατικών δυνάμεων από τα μέσα παραγωγής που ανήκουν στο κεφάλαιο, είναι θανάσιμο αμάρτημα για το τελευταίο, το οποίο ζει και αναπνέει για να αποσπάσει όσο το δυνατό περισσότερη υπερεργασία, η οποία στα πλαίσια των εμπορευματοχρηματικών σχέσεων παίρνει τη μορφή της υπεραξίας.
Σε αυτό το πνεύμα κινείται και το τελευταίο εργασιακό νομοσχέδιο που κατέθεσε η κυβέρνηση της ΝΔ, τα κυριότερα σημεία του οποίου είναι τα ακόλουθα:
* Οι εργαζόμενοι θα μπορούν να απασχολούνται σε, περισσότερους του ενός, εργοδότες.
Αυτό απλά σημαίνει, ότι πέραν του οκτάωρου σε μια επιχείρηση, ο εργαζόμενος θα μπορεί να απασχολείται και σε δεύτερο εργοδότη, άλλες πέντε ώρες, ήτοι 13 ώρες ημερησίως!
Η επίσημη δικαιολογία του υπουργείου Εργασίας, ήταν, ότι αυτό μέχρι σήμερα γινόταν άτυπα και ότι με τη νομοθέτησή του προστατεύεται ο εργαζόμενος από την αυθαιρεσία των εργοδοτών…
Σωστά. Η αγορά εργασίας είναι ζούγκλα. Και αντί να χτυπηθεί η εργοδοτική αγριότητα, νομοθετούνται οι πρακτικές της.
Υποτίθεται ότι το 13άωρο θα κινείται στη τροχιά του μέγιστου χρόνου εβδομαδιαίας εργασίας των 48 ωρών σε τετράμηνη βάση και τη διατήρηση του 40ωρου/ πενθήμερου σε ετήσια βάση.
Αυτό απλά σημαίνει ότι σε εβδομάδα 5 ημερών, ο εργαζόμενος μπορεί να εργαστεί ως και 65 ώρες και σε εβδομάδα 6 ημερών, ως και 78 ώρες!
Γιατί καθιερώνεται πλέον και επίσημα η εβδομάδα των 6 ημερών.
* Προβλέπεται επίσης… η κατ’ εξαίρεση απασχόληση της έκτης ημέρας σε επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις συνεχούς λειτουργίας.
Δικαιολογούν τη νέα αυτή αντεργατική ρύθμιση, με το επιχείρημα, ότι εξυπηρετεί επιχειρήσεις συνεχούς λειτουργίας που δουλεύουν με εναλλασσόμενες βάρδιες και πενθήμερη εργασία, στις οποίες μπορεί να προκύψει ανάγκη για έκτακτη απασχόληση την έκτη ημέρα της εβδομάδας.
Με τη νέα αυτή ρύθμιση το ημερομίσθιο στην έκτη ημέρα εργασίας θα είναι προσαυξημένο κατά 40%.
* Νομοθετούνται συμβάσεις μηδενικού χρόνου(!) σύμφωνα με τις οποίες, ο εργαζόμενος συναινεί να εργαστεί, χωρίς όμως να είναι προκαθορισμένη η διάρκεια της εργασίας του, ή ακόμα και αν θα εργαστεί!
Θα περιμένει «σταντ μπάι» πάνω από το ακουστικό με την προσμονή ότι κάποια στιγμή θα τον καλέσουν για έκτακτη απασχόληση.
* Η αγριότητα του καπιταλιστικού κράτους αποκαλύπτεται στη ρύθμιση η οποία προσφέρει προστασία στους απεργοσπάστες, ενώ επιφέρει βαρύτατες κυρώσεις στους εργαζόμενους που συμμετέχουν σε κινητοποιήσεις.
Ειδικότερα αναφέρεται ότι “όποιος α) εμποδίζει την ελεύθερη και ανεμπόδιστη προσέλευση ή αποχώρηση από την εργασία ή την παροχή της εργασίας από εργαζομένους οι οποίοι δεν συμμετέχουν σε απεργία και επιθυμούν να εργαστούν ή ασκεί σωματική ή ψυχολογική βία σε βάρος τους ή β) συμμετέχει σε κατάληψη χώρων εργασίας ή εισόδων τους κατά τη διάρκεια απεργίας ή ανεξαρτήτως αυτής, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον διακοσίων (200) ημερησίων μονάδων, οριζoμένης της τιμής εκάστης ημερησίας μονάδας σε είκοσι πέντε (25) ευρώ, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη. Σε περίπτωση υποτροπής τα ανωτέρω ελάχιστα όρια διπλασιάζονται”.
Στρατιωτάκια ακούνητα, αμίλητα, ασάλευτα, γιατί όποιος κουνηθεί θα τον επαναφέρουν στην τάξη με τα ρόπαλα των ΜΑΤ.
ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
α) Από τα τέλη της δεκαετίας του 70 παρατηρείται η εισαγωγή των ελαστικών μορφών απασχόλησης.
Σήμερα ζούμε στην εποχή των ultra μορφών απασχόλησης, οι οποίες ξεκίνησαν και πάλι από τις ΗΠΑ και επεκτείνονται και στον υπόλοιπο καπιταλιστικό κόσμο. Στόχος, η πλήρης προσαρμογή των εργασιακών σχέσεων στις ανάγκες των επιχειρήσεων, κάτι που φαίνεται αδρά και στο πρόσφατο νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας,
β) Αντίστοιχο εργασιακό περιβάλλον συναντούμε στα τέλη του 18ου – αρχές του 19ου αιώνα στην ευρωπαϊκή ήπειρο, όπου ο καπιταλισμός εδραιώνεται σαν κοινωνικό – οικονομικό – πολιτικό σύστημα. Στον 1ο τόμο του Κεφαλαίου και ειδικά στην ανάλυση για την είσοδο των μηχανών στην παραγωγή, με γλαφυρό τρόπο ο Μαρξ περιγράφει τις καταστάσεις φρίκης μέσα στις οποίες ζούσε η αγγλική εργατική τάξη. Εξαντλητικά ωράρια 16 – 18 ώρες το 24ωρο, παιδική εργασία – οι καπιταλιστές είχαν αδειάσει τα ορφανοτροφεία της Αγγλίας, εξαναγκάζοντας μικρά παιδιά ηλικίας 5 – 6 – 8 χρόνων, να εργάζονται σε ορυχεία και σε επικίνδυνα σημεία όπου δεν μπορούσαν να εργαστούν ενήλικες λόγω της μεγαλύτερης σωματικής τους δομής – εργασία των γυναικών, “ελαστικές” μορφές απασχόλησης – από τότε είχαν ανακαλυφθεί – με τους εργαζόμενους να απασχολούνται ορισμένες ώρες, στη συνέχεια να σταματούν και να απασχολούνται και πάλι στη συνέχεια μετά από κάποιο κενό. Και φυσικά άθλιοι μισθοί στα όρια της ανθρώπινης επιβίωσης.
Ορισμένες φορές δημιουργείται η εντύπωση ότι στην ανοδική πορεία της κοινωνικής εξέλιξης, ορισμένα φαινόμενα που είχαν εμφανιστεί στο παρελθόν, λες και επανεμφανίζονται και σήμερα. Μια τέτοια περίπτωση είναι η παράταση της εργάσιμης ημέρας, κάτι που είχε συμβεί και στις αρχές του 19ου αιώνα.
Υπάρχει, όμως, μια ουσιώδης διαφορά, ανάμεσα στα δύο αυτά φαινόμενα, που επιφανειακά μοιάζουν μεταξύ τους.
Στην περίπτωση των αρχών του 19ου αιώνα, η παράταση της εργάσιμης ημέρας στο απάνθρωπα ωράρια των 16 και 18 ωρών, ήταν μονόδρομος για την αστική τάξη, επειδή ήταν χαμηλή η παραγωγικότητα της εργασίας. Έτσι αντλούσαν υπεραξία από την επιμήκυνση του τμήματος εκείνο του εργάσιμου χρόνου, όπου ο εργαζόμενος δουλεύει για λογαριασμό του εργοδότη (πρόσθετη εργασία).
Αυτή είναι η παραγωγή της απόλυτης υπεραξίας.
Μόλις άρχισε να αυξάνεται η παραγωγικότητα της εργασίας, άρχισε να μειώνεται ο εργάσιμος χρόνος στις 14, στις 12, 11, 10 ώρες, ώσπου καθιερώθηκε τελικά το 8ωρο.
Με νόμους που ψηφίστηκαν το 1844 πήραν μέτρα προστασίας για την παιδική εργασία, όπως και την εργασία των γυναικών.
Αυτό έγινε δυνατό, επειδή οι καπιταλιστές αντλούσαν υπεραξία από την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας ( παραγωγή απόλυτης υπεραξίας).
Αντίθετα σήμερα η παραγωγικότητα της εργασίας, αυξάνεται με αλματώδεις ρυθμούς, γεγονός που δημιουργεί άλλα σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία της καπιταλιστικής οικονομίας, όπως η μείωση των θέσεων εργασίας και άρα και της μάζας και του ποσοστού της παραγόμενης υπεραξίας.
γ) Η καταβαράθρωση των μισθών που παρατηρείται τα τελευταία 30 χρόνια δεν θα μπορούσε να συμβεί, αν τα εργατικά συνδικάτα, σε Ευρώπη και Αμερική, δεν βρίσκονταν στα χέρια του κυβερνητικού και εργοδοτικού συνδικαλισμού, ο οποίος έπαιξε ολέθριο ρόλο σε αυτή την υπόθεση.
Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και στην Ελλάδα, με τους Παναγόπουλους και τους Πολυζωγόπουλους να έχουν κατσικωθεί στον σβέρκο των εργαζομένων και να παίζουν το ρόλο πυροσβέστη στις λαϊκές αντιδράσεις.
Εδώ και πάρα πολλά χρόνια, δεκαετίες, έχει τεθεί το θέμα της ανατροπής του συσχετισμού δυνάμεων στο συνδικαλιστικό κίνημα, μέσα από την ήττα του κυβερνητικού και εργοδοτικού συνδικαλισμού.
Το ότι ο τελευταίος βρίσκεται ακλόνητος στη θέση του, μετά μάλιστα από μια 10ετία βαθιάς οικονομικής κρίσης, στη διάρκεια της οποίας ισοπεδώθηκαν τα εργατικά δικαιώματα και κατακτήσεις, επιβεβαιώνει απλώς την αποτυχία όλων όσων μιλούσαν για την ανατροπή του συσχετισμού των δυνάμεων.
Υπάρχουν ευθύνες για την κατάσταση διάλυσης και αποσύνθεσης που εμφανίζει το συνδικαλιστικό κίνημα της χώρας, σε μια περίοδο βίαιης και θηριώδους επίθεσης σε βάρος του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων, από την αστική τάξη και τις αστικές κυβερνήσεις.
Και οι ευθύνες δεν περιορίζονται μόνο στους ανοιχτούς πράκτορες της αστικής τάξης μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα. Αφορούν και άλλους…
* Πήραμε την εικόνα από σχετικό ρεπορτάζ του alfavita.gr