του Βασίλη Λιόση
Είναι πλέον γνωστό πως το ΚΚΕ τα τελευταία χρόνια απεμπόλησε τη θέση που αφορούσε τη θέση της Ελλάδας στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα. Η διαπίστωση για την Ελλάδα ως καπιταλιστική χώρα μέσου επιπέδου ανάπτυξης με ενδιάμεση και εξαρτημένη θέση, αμφισβητήθηκε με τις Θέσεις του 17ου συνεδρίου κι έκτοτε είτε με διολίσθηση είτε με ανοικτές διαπιστώσεις η ηγεσία του ΚΚΕ κατέληξε στην ιμπεριαλιστική Ελλάδα. Η στροφή αυτή συνοδεύτηκε από την αναγκαστική σύγκλιση με παλαιούς πολέμιους της θέσης του ΚΚΕ (τροτσκισμός, μέρος του αναρχισμού, περιοδικό «Θέσεις» του Μηλιού). Υπήρξαν στιγμές που η ηγεσία του ΚΚΕ κατανοώντας τα αδιέξοδα της εκτίμησης με βάση την οποία η Ελλάδα ήταν ιμπεριαλιστική, στρογγύλευε συχνά τις τοποθετήσεις της με αποκορύφωμα ορισμένες προεκλογικές τοποθετήσεις του Κουτσούμπα που θύμιζαν πρότερες εποχές. Φαίνεται, όμως, ότι στην πρόσφατη εισήγηση της ΚΕ για το 21ο συνέδριο υπάρχει η επικράτηση μιας ανιστόρητης και δογματικής εκδοχής. Αναφέρεται χαρακτηριστικά:
«Κρίσιμο ζήτημα είναι ο προσδιορισμός σήμερα της θέσης της Ελλάδας στο ενδοϊμπεριαλιστικό παζάρι και τους ανταγωνισμούς, ιδιαίτερα στην ευρύτερη περιοχή. Ακόμα πιο καθαρά τελευταία, φαίνεται η επιθετική στάση της ελληνικής αστικής τάξης, για αναβάθμισή της και συμμετοχή στη λεία και τη μοιρασιά με περισσότερες απαιτήσεις, που ωστόσο μπορεί να φέρει και υποχώρηση σε κυριαρχικά δικαιώματα στο πλαίσιο ενός ιμπεριαλιστικού συμβιβασμού, στον οποίο βαραίνουν ισχυρότερες δυνάμεις.
Πιο φανερά καταρρίπτονται οι μύθοι, που προβάλλει η αστική ιδεολογία, ότι δήθεν η ελληνική αστική τάξη είναι απλά αμυνόμενη, υπερασπιζόμενη μόνο τα σύνορά της και όχι επιθετική. Στοιχεία της επιθετικότητάς της είναι: Η ίδια η συμμετοχή στο ΝΑΤΟ, η κατασπατάληση δημόσιου χρήματος για πολεμικές δαπάνες για τις επιθετικές ανάγκες του ΝΑΤΟ, η συμμετοχή των Ενόπλων Δυνάμεων σε αποστολές εκτός συνόρων, η επιτήρηση συνόρων βαλκανικών κρατών, η συμμετοχή σε ασκήσεις στα Βαλκάνια και τη Μαύρη Θάλασσα, η συμμετοχή σε πολεμικές περιπολίες στον Περσικό, η αποστολή συστοιχίας «Πάτριοτ» στη Σαουδική Αραβία και η νέα στρατιωτική συμφωνία με τις ΗΠΑ, η πολιτική και κυρίως στρατιωτική συνεργασία με το Ισραήλ, η αποστολή δυνάμεων στο Μάλι της Αφρικής, η ετοιμότητα της κυβέρνησης να στείλει στρατιωτικές δυνάμεις γενικότερα στην περιοχή του Σαχέλ, η χρησιμοποίηση δεκάδων αμερικανικών βάσεων για επιθετικές αποστολές κατά γειτονικών λαών, η συμμετοχή στην περικύκλωση της Ρωσίας κ.ά.».
1Ο ζήτημα: Το κείμενο διαπιστώνει ότι είναι κρίσιμο θέμα ο προσδιορισμός της θέσης της Ελλάδας στο ενδοϊμπεριαλιστικό παζάρι. Υπονοείται, λοιπόν, αλλά δεν διατυπώνεται με σαφήνεια πως η Ελλάδα είναι μία ιμπεριαλιστική χώρα. Ερώτημα: Μπορεί μία μη ιμπεριαλιστική χώρα να συμμετέχει σε ένα τέτοιο παζάρι; Η απάντηση είναι πως μπορεί αλλά αν και όταν αυτό συμβαίνει γίνεται υπό την επικυριαρχία των ιμπεριαλιστών. Σε κάθε περίπτωση ο προσδιορισμός που αφορά την ελληνική αστική τάξη, δηλαδή το «επιθετική»,, στερείται επιστημονικής ακρίβειας. Πουθενά δεν διατυπώνεται με σαφήνεια ο χαρακτηρισμός της Ελλάδας: ιμπεριαλιστική ή εξαρτημένη; Παρεμπιπτόντως ας σημειωθεί πως αυτό που υπάρχει ως σκέψη αλλά αποκρύπτεται από τα κείμενα, τα ντοκουμέντα, τις δημόσιες παρεμβάσεις έχει όνομα και λέγεται οπορτουνισμός.
2ο ζήτημα: Τα στοιχεία που αναφέρονται ως στοιχεία επιθετικότητας της ελληνικής αστικής τάξης είναι εν μέρει παλιά και δανεισμένα από τον ελληνικό τροτσκισμό. Ωστόσο, υπάρχουν και καινοφανή στοιχεία που πιθανώς ακόμη κι αυτόν τον τροτσκισμό θα τον άφηναν άφωνο. Από αυτή την άποψη η ηγεσία του ΚΚΕ μετατρέπεται στον πιο σκληροπυρηνικό και δογματικό πρεσβευτή της «ιμπεριαλιστικής Ελλάδας». Η μάχη για την απόδειξη για τον εξαρτημένο χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλισμού ή για την απόρριψη της θέσης περί ιμπεριαλιστικής Ελλάδας είναι μία μάχη με το αυτονόητο, αλλά όταν χρειάζεται πρέπει να δίνεται κι αυτή. Η αποδόμηση των επιχειρημάτων της εισήγησης μοιάζει με κλοπή εκκλησίας, αλλά ας δούμε την πραγματικότητα κι όχι θεωρητικές κατασκευές.
Η συμμετοχή στο ΝΑΤΟ παρουσιάζεται ως στοιχείο της ιμπεριαλιστικότητας της Ελλάδας. Επομένως κατά τους συντάκτες της εισήγησης ιμπεριαλιστικές είναι επίσης η Αλβανία, η Β. Μακεδονία, η Βουλγαρία, η Εσθονία, η Ισλανδία, η Ρουμανία και πολλές άλλες χώρες μέλη του ΝΑΤΟ. Με λίγα λόγια καταλήγουμε στο απίθανο συμπέρασμα πως οι 30 χώρες μέλη του ΝΑΤΟ είναι και οι 30 ιμπεριαλιστικές. Έτσι το αρχικό μπλοκ 5-6 χωρών που αποτελούσαν το ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο έχει μεταβληθεί σε ένα πολυπληθές μόρφωμα που δεν αφήνει και πολύ χώρο για την ύπαρξη εξαρτημένων χωρών, νεποαποικιοκρατούμενων χωρών ή χωρών που τείνουν να γίνουν ιμπεριαλιστικές.
Η συμμετοχή στις νατοϊκές ασκήσεις είναι στοιχείο της «επιθετικότητας» μιας χώρας, μας λέει το κείμενο. Επομένως, αν πάρουμε για παράδειγμα την νατοϊκή άσκηση του 2017 με την ονομασία NOBLE JUMP, τότε η Αλβανία, η Βουλγαρία, η Ρουμανία και η Πολωνία έχουν πολύ επιθετικές αστικές τάξεις κι έτσι κατατάσσονται στις ιμπεριαλιστικές χώρες. Καλό είναι επίσης να γνωρίζουμε σε κάθε άσκηση ή συμμετοχή σε στρατιωτική επέμβαση τι ρόλο έχει ο κάθε στρατός. Γιατί είναι διαφορετικό να είσαι ο στρατός που αναλαμβάνει τον μεγάλο όγκο των στρατιωτικών επιχειρήσεων και διαφορετικό να παίζεις ένα βοηθητικό ρόλο.
Οι νατοϊκοί εξοπλισμοί είναι κι αυτοί «απόδειξη» της επιθετικότητας-ιμπεριαλιστικότητας της ελληνικής αστικής τάξης, πάντα κατά την ΚΕ. Εδώ έχουμε μία πλήρη αντιστροφή της σχέσης ιμπεριαλιστή-εξαρτημένου. Το ΝΑΤΟ, δηλαδή οι ΗΠΑ, εξαναγκάζουν την ελληνική αστική τάξη σε πανάκριβες και εν πολλοίς άχρηστες αγορές στρατιωτικού εξοπλισμού. Για παράδειγμα, πριν από λίγο καιρό στο πλαίσιο της στρατιωτικής συμφωνίας ΗΠΑ-Ελλάδας, ο Μενέντεζ εισηγήθηκε στην Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων της αμερικανικής Γερουσίας την αντικατάσταση των S300 με τα F35. Όμως, οι ειδικοί εκτιμούν πως τα εν λόγω αεροσκάφη είναι ακατάλληλα για την αναχαίτιση των τουρκικών αεροσκαφών και ότι εξυπηρετούν άριστα τις γεωστρατηγικές βλέψεις κι επιδιώξεις των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή και ειδικά σε σχέση με τη Ρωσία. Στρατηγικός στόχος των αμερικανικών F-35 δεν είναι άλλος από την εξουδετέρωση των ρωσικών αντιαεροπορικών συστημάτων. Να σημειωθεί, επίσης, πως κάθε τέτοιο αεροσκάφος στοιχίζει περί τα 100 εκατομμύρια δολάρια!
Στοιχείο επιθετικότητας της ελληνικής αστικής τάξης είναι και η χρήση των αμερικανικών βάσεων, μας πληροφορεί η εισήγηση. Σε αυτό το σημείο η κοινή λογική έχει δεχτεί ένα άπερκατ, έχει βγει νοκ άουτ και δεν πρόκειται να σηκωθεί από το καναβάτσο. Είναι ένα καινοφανές επιχείρημα και είναι τόσο εξόφθαλμα παράλογο που δυσκολεύεται κανείς να το απαντήσει. Όλα αυτά τα δεκάδες χρόνια που είναι εγκατεστημένες στο ελληνικό έδαφος οι αμερικανικές βάσεις «αποδεικνύεται», κατά την ΚΕ, η επιθετικότητα της ελληνικής αστικής τάξης! Το επόμενο βήμα είναι να εκτιμηθεί πως οι ΗΠΑ είναι ένα ενεργούμενο του ελληνικού κεφαλαίου και πως η ελληνική αστική τάξη ανάγκασε τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό να εγκαταστήσει βάσεις ώστε να εξυπηρετηθούν οι επιθετικές βλέψεις του ελληνικού κεφαλαίου.
Άλλη μία «απόδειξη» της ελληνικής ιμπεριαλιστικότητας είναι η περικύκλωση της Ρωσίας. Γιατί, λοιπόν, να μην καταλήξουμε πως η Ελλάδα ήταν ιμπεριαλιστική και το 1918 όταν ο Βενιζέλος έστειλε ελληνικό στρατιωτικό σώμα για να περικυκλωθεί η τότε νεαρή σοβιετική δημοκρατία; Αλλά, ας σοβαρευτούμε. Χώρες που το οικονομικό, στρατιωτικό και πολιτικό τους βεληνεκές είναι μικρό, συμμετέχουν σε τέτοιες κινήσεις είτε ως αναγκασμένες να το κάνουν από τις πιέσεις των πραγματικά ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, είτε επιδιώκοντας ο ιμπεριαλιστής να τους δώσει κάποιο ξεροκόμματο από την παχυλή λεία που αυτός θα αποκομίσει.
Εκτιμήσεις όπως αυτές της ΚΕ χαρακτηρίζονται από πολλές συγχύσεις. Η μία έχει να κάνει με τα κριτήρια που θέτει κάποιος προκειμένου μία χώρα να χαρακτηριστεί ως ιμπεριαλιστική ή εξαρτημένη. Κατά τη δογματική θεώρηση η ύπαρξη μονοπωλίων αρκεί να μετατρέψει μία χώρα σε ιμπεριαλιστική.
Μία δεύτερη σύγχυση έχει να κάνει με τη διαπίστωση ότι ενώ από τη μία η Ελλάδα συμμετέχει στο ενδοϊμπεριαλιστικό παζάρι από την άλλη μπορεί και να απολέσει κυριαρχικά δικαιώματά της. Αυτή η διαπίστωση είτε είναι προϊόν εσωκομματικού συμβιβασμού ή δείχνει το απόλυτο μπλέξιμο εννοιών και εκτιμήσεων. Όπως και να έχει είναι προβληματική και αυτό γιατί αναφύεται το εξής ερώτημα: η επιθετικότητα της ελληνικής αστικής τάξης είναι προϊόν της οικονομικής της θέσης στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα ή απλώς εκφράζει ενδόμυχους πόθους της που δεν έχουν, ωστόσο, υλική βάση; Γιατί αν συμβαίνει το πρώτο θα πρέπει να αποδειχτεί και με οικονομικά και άλλα κριτήρια ότι μπορεί να λάβει ένα σοβαρό κομμάτι της ιμπεριαλιστικής λείας. Αν συμβαίνει το δεύτερο, τότε η απώλεια κυριαρχικών δικαιωμάτων είναι σχεδόν βέβαιη.
Μία τρίτη σύγχυση αφορά τους ανταγωνισμούς ανάμεσα σε δυο αστικές τάξεις και τις επιδιώξεις που μπορεί να έχει αυτή ή η άλλη. Ανάμεσα στην ελληνική και τουρκική αστική τάξη ασφαλώς και υπάρχει ανταγωνισμός. Η κάθε μία από αυτές επιδιώκει να πάρει ό,τι μπορεί. Αλλά οι επιδιώξεις, ειδικά της ελληνικής αστικής τάξης έχουν όριο και το όριο τίθεται από έξω (αμερικανικός παράγοντας) αλλά και από τις αντικειμενικές της δυνατότητες και τη δυναμική της. Η τουρκική αστική τάξη στηριγμένη στην οικονομική ανάπτυξη των τελευταίων δεκαετιών (παρά τα σημαντικά προβλήματά της τελευταίας περιόδου), τον οκταπλάσιο πληθυσμό της σε σχέση με την Ελλάδα, την ύπαρξη βάσεων και στρατιωτικής παρουσίας σε αρκετές χώρες εκτός συνόρων, την παραγωγή σοβαρού στρατιωτικού υλικού, έχει αυτονομηθεί στην πολιτική της σε μεγάλα βαθμό από τον αμερικανικό παράγοντα και είναι όντως επιθετική, όχι μόνο στα λόγια αλλά συχνά και στην πράξη.
Μία τέταρτη σύγχυση σχετίζεται με τη στάση του επαναστατικού κόμματος σε περίπτωση πολεμικής εμπλοκής ή και πολέμου. Κατ’ αρχάς πρέπει να διευκρινίσουμε με καθαρότητα ότι τα αιτήματα που παρατίθενται στο κείμενο και που θέτουν ζήτημα μη συμμετοχής στους νατοϊκούς σχεδιασμούς είναι σωστά. Ωστόσο, κάτι απουσιάζει και αυτό σχετίζεται με τη στάση του επαναστατικού φορέα σε περιπτώσεις όπως αυτές των Ιμίων ή και πολέμου. Ασφαλώς, το ζήτημα του πολέμου κρίνεται κατά περίπτωση αλλά το ζήτημα της υπεράσπισης των συνόρων και των κυριαρχικών δικαιωμάτων δεν υπάρχει στο κείμενο.
Θα θέλαμε πολύ τα πράγματα να μην είναι έτσι. Η ιδεολογική και πολιτική στροφή της ηγεσίας του ΚΚΕ οδηγεί σε πλήρες αδιέξοδο κι έχει χρονικό ορίζοντα λήξης με το τέρμα να είναι (αυτο)καταστροφικό. Δυστυχώς…