Διεθνής Αμνηστία: Κατάχρηση εξουσίας και παράνομη χρήση βίας από τις ελληνικές Αρχές για να κάμψουν ειρηνικές διαδηλώσεις
Υπό το πρόσχημα της πανδημίας Covid-19, οι ελληνικές αρχές χρησιμοποίησαν αυθαίρετες συλλήψεις, καθολικές απαγορεύσεις, αδικαιολόγητα πρόστιμα και παράνομη χρήση βίας για να κάμψουν ειρηνικές διαμαρτυρίες, αποκαλύπτει νέα έρευνα της Διεθνούς Αμνηστίας για την Ελλάδα.
Αυτά τα ανησυχητικά παραδείγματα κρατικής καταστολής έλαβαν χώρα καθώς άνθρωποι επιθυμούσαν να εκφράσουν τις ανησυχίες τους για σοβαρά ζητήματα όπως η παράνομη χρήση βίας από την αστυνομία, η έμφυλη βία και τα σημαντικά προβλήματα στο δημόσιο σύστημα υγείας της Ελλάδας –το οποίο έχει πληγεί από πολυετείς πολιτικές λιτότητας– στον καιρό της πανδημίας. Αυτή η έκθεση επικεντρώνεται στην απάντηση των αρχών σε διάφορες από αυτές τις διαμαρτυρίες, μεταξύ Νοεμβρίου 2020 και Μαρτίου 2021.
Σοκαριστικές τακτικές εκφοβισμού
Οι ελληνικές αρχές χρησιμοποίησαν σοκαριστικές τακτικές επιχειρώντας να εκφοβίσουν ακτιβίστριες/ιστές για τα δικαιώματα των γυναικών, συνδικαλιστές/ίστριες, μέλη πολιτικών κομμάτων, δικηγόρους και άλλα άτομα που συμμετείχαν ή καλούσαν σε συμμετοχή σε ειρηνικές διαμαρτυρίες τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 2020, αφότου η χώρα εισήλθε στο δεύτερό της lockdown. Πολλοί/ές συνελήφθησαν, ποινικοποιήθηκαν και τους επιβλήθηκαν αδικαιολόγητα πρόστιμα σε μια κατάφωρη κατάχρηση εξουσίας εκ μέρους των αρχών, αναφέρει στην έκθεσή της η Κονδυλία Γώγου, ερευνήτρια της Διεθνούς Αμνηστίας για την Ελλάδα.
Οι ελληνικές αρχές δικαιολόγησαν τις καθολικές απαγορεύσεις διαμαρτυριών και άλλες παραβιάσεις δικαιωμάτων επικαλούμενες την απειλή που συνιστά η πανδημία Covid-19. Κατά ειρωνικό τρόπο, στη συνέχεια εφάρμοσαν αυτές τις απαγορεύσεις θέτοντας τους διαδηλωτές υπό κράτηση σε κλειστούς χώρους, εκθέτοντάς τους σε πολύ μεγαλύτερο κίνδυνο μετάδοσης.
Οι περιορισμοί στη νομοθεσία
Περιορισμοί στις ειρηνικές διαμαρτυρίες κωδικοποιήθηκαν επίσης στη νομοθεσία στους μήνες που ακολούθησαν την έξοδο της Ελλάδας από το πρώτο λοκντάουν.
Νομοθετικές μεταρρυθμίσεις για τη ρύθμιση των διαδηλώσεων θεσπίστηκαν τον Ιούλιο και τον Σεπτέμβριο του 2020, οι οποίες επιτρέπουν την απαγόρευση των αντιδιαδηλώσεων και τη διάλυση ειρηνικών συναθροίσεων εάν οι διοργανωτές δεν εκπληρώνουν υποχρεώσεις γνωστοποίησης των αρχών.
Η νομοθεσία για τη χρήση συστημάτων επιτήρησης σε διαδηλώσεις και η εφαρμογή της επίσης εγείρουν ανησυχίες, μεταξύ άλλων όσον αφορά το αποτρεπτικό αποτέλεσμα που μπορεί να έχει η χρήση κάμερας σε ειρηνικούς διαδηλωτές. Αυτές οι τροποποιήσεις θα έχουν μακροπρόθεσμες συνέπειες που θα διαρκέσουν πολύ πέρα από το τέλος της πανδημίας.
Παράνομη χρήση βίας σε διαμαρτυρίες
Η Διεθνής Αμνηστία διαπίστωσε ότι οι ελληνικές αρχές απέτυχαν να διευκολύνουν το δικαίωμα στην ειρηνική διαμαρτυρία, μεταξύ άλλων επιβάλλοντας καθολικές απαγορεύσεις και διαλύοντας ειρηνικές συναθροίσεις χρησιμοποιώντας μη απαραίτητη και υπερβολική χρήσης βίας.
Η Μαρία (τα ονόματα στην έκθεση έχουν αλλάξει για να προστατευτεί η ταυτότητα των ατόμων) επισήμανε τις σεξιστικές και υβριστικές εκφράσεις και μεταχείριση που υπέστησαν διαδηλώτριες κατά την επίθεση της αστυνομίας, στη διάρκεια φοιτητικής διαμαρτυρίας στα Ιωάννινα στις 17 Νοεμβρίου 2020: «…Με το που ξεκίνησε όλη αυτή η επίθεση, άκουσαν πολλές (διαδηλώτριες) όπως και εγώ διάφορους χαρακτηρισμούς του τύπου “Πέσε κάτω πουτανάκι γιατί εκεί ανήκεις και μην ξανασηκωθείς ποτέ…”».
Άτομα που μίλησαν στη Διεθνή Αμνηστία, από μια σειρά από διαμαρτυρίες, περιέγραψαν το πώς η αστυνομία προσέφυγε, χωρίς να χρειάζεται, στη χρήση κανονιών νερού και χημικών εναντίον ειρηνικών διαδηλωτών. Κάποια είπαν ότι η αστυνομία τούς χτύπησε στο κεφάλι με κλομπ και χρησιμοποίησε χειροβομβίδες κρότου-λάμψης με τρόπο που θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρό τραυματισμό, συμπεριλαμβανομένων προβλημάτων ακοής.
Σοβαροί ισχυρισμοί
Όταν βρέθηκαν υπό κράτηση από την αστυνομία, κάποια από τα άτομα που μίλησαν στη Διεθνή Αμνηστία περιέγραψαν ότι υποβλήθηκαν σε μεταχείριση η οποία μπορεί να συνιστά βασανιστήριο ή άλλη κακομεταχείριση.
Ο Άρης Παπαζαχαρουδάκης, ένας διαδηλωτής 21 ετών, είπε ότι υπέστη βασανιστήρια κατά τη διάρκεια της ανάκρισής του από την αστυνομία σχετικά με τα επεισόδια και τον τραυματισμό ενός αστυνομικού που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια διαδήλωσης εναντίον της αστυνομικής βίας στις 9 Μαρτίου 2021. «…Μου ζήτησαν να μιλήσω για τον χώρο από τον οποίο με πήρανε, εκεί που η (πολιτική) συλλογικότητα μου φιλοξενούνταν…, όσο δεν απάνταγα έτρωγα ακόμη περισσότερο ξύλο… Με πέταγαν από την καρέκλα, με σήκωναν από τις χειροπέδες, (και) οι ώμοι μου ένιωθα θα εξαρθρωθούν… (Ήταν) μια διαδικασία συνεχούς ξυλοδαρμού…».
Αστυνομικοί που δήλωναν Χρυσαυγίτες
Σε μια διαμαρτυρία στα Ιωάννινα, κάποιοι διαδηλωτές είπαν ότι αστυνομικοί των μονάδων αποκατάστασης της τάξης αυτοπροσδιορίστηκαν ως μέλη του ακροδεξιού κόμματος Χρυσή Αυγή. Σε μια απόφαση-ορόσημο τον περασμένο Οκτώβριο, ένα δικαστήριο έκρινε την πολιτική ηγεσία του κόμματος ένοχη για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης.
Ο Γιώργος, ο οποίος υπέστη σειρά από τραύματα κατά τη διάρκεια φοιτητικής διαδήλωσης στα Ιωάννινα στις 17 Νοεμβρίου 2020, περιέγραψε: «… Ορισμένοι αστυνομικοί είπανε κιόλας “Είμαι Χρυσαυγίτης, θα πεθάνεις”… Σε μια στιγμή είχα πέσει κάτω… πριν ξανασηκωθώ, ρίξανε κρότου-λάμψης ακριβώς πάνω μας… Εγώ έβγαλα εκεί ένα ουρλιαχτό τρομερό γιατί (η κρότου-λάμψης) έσκασε μπροστά στα μάτια μου και δίπλα στο αριστερό μου αφτί… (Μ)ε ρίξαν κάτω και με πήραν σε ένα σημείο λίγο πιο απόμερο πίσω από όλους τους φοιτητές τους υπόλοιπους και λίγο μακριά από τις κάμερες και ήταν πέντε με έξι αστυνομικοί οι οποίοι με χτυπούσαν…».