Η μάχη των απεργών μεταλλουργών στο Κάδιθ δεν πτοείται από την αστυνομική καταστολή
Πίσω από τα οδοφράγματα, τα φλεγόμενα λάστιχα που κόβουν τις γέφυρες που οδηγούν στην πόλη της Ισπανίας διακυβεύεται μια τεράστια μεταλλουργική βιομηχανία.
Τα εφιαλτικά γεγονότα που έζησαν οι απεργοί του κλάδου της μεταλλουργίας στο Κάδιθ κατά τη διάρκεια της βίαιης καταστολής της κινητοποίησής τους , η οποία ήδη διανύει την ένατη ημέρα, έχουν δημιουργήσει τριγμούς, τόσο στην τοπική κοινωνία, όσο και στο εσωτερικό της κυβέρνησης. Ο αντίκτυπος από την ιδιαίτερη βιαιότητα που χρησιμοποίησαν οι κατασταλτικές δυνάμεις ήταν τέτοιος που το συγκυβερνών κόμμα Unidas Podemos εξέφρασε αναφανδόν τη δυσαρέσκειά του στην κυβέρνηση του Σοσιαλιστή Πέδρο Σάντσεθ για την επέμβαση απέναντι σε μία ειρηνική διαδήλωση, η οποία κινείται ζώπυρα και μαχητικά, μιας και ο αγώνας των απεργών μοιάζει να κορυφώνεται.
Η χθεσινή αποτυχία των διαπραγματεύσεων με την εργοδοσία, που στο μόνο που κατέληξε ήταν ότι ο διάλογος θα συνεχισθεί, χωρίς όμως να διαφαίνεται κάποια λύση στον ορίζοντα, καθιστά μονόδρομο την απάντηση της απεργίας για τους απελπισμένους εργάτες, τις οικογένειές τους και την τοπική κοινωνία, η οποία εξαρτάται από τον κρίσιμο αυτό κλάδο εργασίας και σε μέγιστο βαθμό συντάσσεται με τον αγώνα και τις διεκδικήσεις τους. Μάλιστα σε μία στιγμή όπου και σε επίπεδο διαλόγου των κοινωνικών φορέων και της κυβέρνησης, η εργοδοσία απέχει και δυναμιτίζει την επί της αρχής συμφωνία μεταξύ της υπουργού Εργασίας Γιολάνδα Ντίαθ και των συνδικάτων για την αύξηση των εργοδοτικών εισφορών και τη σύναψη κλαδικών συμβάσεων. Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον, η πάλη των εργαζομένων στο Κάδιθ αποτελεί τον πολικό αστέρα για την πορεία του κινήματος και των αγώνων απέναντι στην επέλαση των μεταρρυθμιστικών απορρυθμίσεων της εργασίας και την ακρίβεια και τον πληθωρισμό, που φέρνει ως απότοκό της η πανδημία και η άνοδος των τιμών στην ενέργεια.
Η κυβέρνηση του Σάντσεθ, που έως σήμερα έχαιρε μίας ιδιόμορφης κοινωνικής ειρήνης -ιδίως μετά τις παραχωρήσεις της ενόψει του προϋπολογισμού στους Καταλανούς κι άλλους αυτονομιστές, σε ό,τι αφορά τις μεταρρυθμίσεις που της ζητούν – βλέπει να έχει αρχίσει να ζωντανεύει μπροστά της το φάσμα μίας κοινωνικής αγανάκτησης, η οποία καιροφυλακτεί και ενδεχόμενα μπορεί να κινηθεί να την καρπωθεί το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα (ΡΡ) της αντιπολίτευσης.
Γιατί πίσω από τα οδοφράγματα, τα φλεγόμενα λάστιχα που κόβουν τις γέφυρες που οδηγούν στην πόλη του Κάντιθ, και τις κεντρικές λεωφόρους του, διακυβεύεται μια τεράστια μεταλλουργική βιομηχανία, που απλώνεται στους κλάδους της ναυπήγησης και επισκευής πλοίων και την αεροναυπηγική. Ένας τομέας ιδιαίτερα νευραλγικός για την περιοχή του Κάδιθ, μετά τις υπηρεσίες.
Η ιστορία των διεκδικήσεων στον τομέα ,δεν είναι τωρινή, έρχεται από πολύ παλιά και σε τακτά χρονικά διαστήματα έρχεται να απασχολήσει τη δημοσιότητα και τα χρονικά των διεκδικήσεων. Πότε γιατί η κυβέρνηση και οι ιδιοκτήτες αποφασίζουν αλλαγές στο καθεστώς ή ανανέωση των ναυπηγείων, άλλες φορές γιατί κλείνει ένα εργοστάσιο εξαρτημάτων αυτοκινήτων με περισσότερους από 1.600 υπαλλήλους και άλλοτε, όπως στην τωρινή συγκυρία, γιατί είναι ζωτικής σημασίας για τους ανθρώπους αυτούς να παλέψουν για τη διαπραγμάτευση της συλλογικής σύμβασης για τη βελτίωση των μισθών τους. Και με τέτοιες διακυβεύσεις στο τραπέζι και σήμερα χιλιάδες εργαζόμενοι είναι πρόθυμοι να παλέψουν για αυτό.
Σύμφωνα με την τελευταία Έκθεση από τη Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης, το 2020, ο κλάδος της μεταλλουργίας στο Κάντιθ, ο οποίος απασχολεί περισσότερους από 30.000 εργάτες αντιπροσώπευε το 16,20% του ΑΕΠ της οικονομίας στην επαρχία της Ανδαλουσίας. Μια επαρχία, η οποία ως γνωστόν είναι αγροτοβιομηχανική περιοχή. Ένα ποσοστό κατά 4,38 μονάδες πάνω από αυτό που αντιπροσωπεύει σε όλη την αυτόνομη περιοχή της Ανδαλουσίας και περίπου ίση με αυτή ολόκληρης της Ισπανίας. Κάτι που καθιστά τον κλάδο ως τον πιο σημαντικό βιομηχανικό θύλακο στην Ανδαλουσία, μαζί με την αεροναυπηγική στη Σεβίλλη, στην οποία όμως η γεωργία κατέχει δύο φορές μεγαλύτερη θέση (7,2% του ΑΕΠ) από αυτήν που ο γεωργικός τομέας εκπροσωπεί στην επαρχία του Κάντιθ ( 3,22 του ΑΕΠ της).
Η συντριπτική πλειονότητα των 30.000 εργαζομένων του κλάδου, απασχολείται σε βοηθητικές εταιρείες που αναλαμβάνουν υπεργολαβίες ή εργάζονται για τις μεγάλες εταιρείες τρακτέρ στην περιοχή, τη Navantia, την Airbus, την Dragados και την Alestis. Όμως, ολόκληρη αυτή η βιομηχανία μοιάζει να πατά σε μία κινούμενη άμμο, καθώς το ποσοστό ανεργίας στην επαρχία, το οποίο στις αρχές του τρέχοντος έτους διαμορφώθηκε στο 27%, είναι κατά οκτώ μονάδες υψηλότερο από τον ισπανικό μέσο όρο και η μόνη περιοχή που ξεπέρασε τον δείκτη ανεργίας του Κάδιθ ήταν η Θέουτα.
Η εργασία και η ζωή των εργαζομένων στο Κάδιθ είναι δυστυχώς συντονισμένη με τα σκαμπανεβάσματα στην παραγωγή και τη ζήτηση στον τομέα της μεταλλουργίας, με το κλείσιμο εταιρειών και τις μαζικές απολύσεις (που είχαν ξεκινήσει επί σοσιαλιστικής κυβέρνησης του Φελίπε Γκονθάλεθ και είχε χαραχθεί στην ιστορική μνήμη η μεγαλειώδης διαδήλωση 40.000 ανθρώπων την 24η Φεβρουαρίου 1984 που συγκλόνισε τη χώρα), όπως και με το σχεδόν μόνιμο άγχος μιας επαρχίας που, εκτός από αυτή την πηγή πλούτου, μπορεί να βασίζεται μόνο στα έσοδα που προέρχονται από τον τομέα των υπηρεσιών, κυρίως από τον τουρισμό και το γνωστό Καρναβάλι του Κάδιθ.
Για αυτό τον λόγο, σχεδόν ολάκερη η περιοχή, της Εκκλησίας, των φορέων της κατανάλωσης και των υπηρεσιών-παρόλο που πλήττονται άμεσα από την απεργία-στέκεται στο πλάι και είναι αρωγός στη μάχη που δίνουν οι εργαζόμενοι για την εξασφάλιση της δουλειάς και του μέλλοντος των ιδίων και των παιδιών τους.
Ο κόσμος που βγήκε στους δρόμους για τη συλλογική του σύμβαση είναι ακριβώς οι εργάτες της βοηθητικής αυτής βιομηχανίας. Είναι συσπειρωμένοι γύρω από την Ομοσπονδία Επιχειρήσεων Μετάλλου της επαρχίας του Κάντιθ (FEMCA), η οποία εκπροσωπεί 700 μικρομεσαίες εταιρείες με 22.000 υπαλλήλους αν και τα συνδικάτα ανεβάζουν τον αριθμό σε περισσότερους από 25.000.
Αυτό το εργατικό δυναμικό, που σε ποσοστό περίπου 94% δουλεύει με προσωρινές συμβάσεις, με μικρότερους μισθούς της κλαδικής σύμβασης και με τις εταιρείες τους να καταβάλουν 300-400 ευρώ λιγότερες ασφαλιστικές εισφορές, καταπατώντας τις συμφωνίες, συντηρεί εδώ και εννέα ημέρες την απεργιακή κινητοποίηση, απαιτώντας βελτίωση της συλλογικής σύμβασης, με αύξηση μισθών σε συνάρτηση με την άνοδο του κόστους ζωής, που τον Οκτώβριο κατέγραψε αύξηση 5,4%. Όσο οι εργοδότες, οι οποίοι αναμένεται να επωφεληθούν τεράστια από τα ποσά του Υπερταμείου Ανάκαμψης των Βρυξελλών για τις επενδύσεις, θεωρούν ανέφικτη την πρόταση του σωματείου, η απεργία, ο αγώνας μπροστά στα τοπικά όργανα και στους εκπροσώπους της κυβέρνησης, οι διαδηλώσεις -όπως, φευ, και οι κατασταλτικές επιχειρήσεις του κράτους, θα συνεχίζονται.
Αναδημοσίευση από το Κοσμοδρόμιο