Με αφορμή τα 78 χρόνια από τον Δεκέμβρη του ΄44 αναδημοσιεύουμε δύο σημειώματα για τον Δεκέμβρη και τη σημασία του.
Παραθέτουμε επίσης το ντοκιμαντέρ “Δεκεμβριανά: Η μάχη της Αθήνας”, με την επιμέλεια του ιστορικού Μ. Χαραλαμπίδη.
Δεκέμβρης του ’44: Όταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα
Ο Δεκέμβρης του ’44, η δεύτερη –μέσα στη δεκαετία του ’40– ένοπλη επανάσταση του ελληνικού λαού για εθνική ανεξαρτησία και κοινωνική απελευθέρωση, είναι η πλέον παραποιημένη και συκοφαντημένη στιγμή της ιστορίας του λαϊκού και κομμουνιστικού κινήματος της χώρας μας. Επί 60 χρόνια η αντίδραση κατασυκοφαντεί το Δεκέμβρη με κάθε τρόπο, ενώ η επίσημη αριστερά τοποθετείται με το «μας επιβλήθηκε, δεν το επιδιώξαμε», θέση απολογητική απέναντι στη συκοφαντία και την παραποίηση.
Η επέτειος του Δεκέμβρη δίνει πάντα αφορμή για διάφορα δημοσιεύματα, αφιερώματα, εκδηλώσεις, με ποικιλία απόψεων αντιφατικών ή αστήριχτων, παλιών και νέων, με μικρές ή μεγάλες δόσεις αντικομμουνισμού, με κριτικές από τα δεξιά, τ’ αριστερά ή τ’ «αριστερά». Απόψεις είτε στα πλαίσια μιας ακαδημαϊκής «αντικειμενικής» ιστοριογραφίας, είτε στα πλαίσια της επιχειρούμενης το τελευταίο διάστημα «ανάποδης» (ακαδημαϊκής κι αυτής) ανάγνωσης της ιστορίας.
Πέρα απ’ τις κλασικές αντικομμουνιστικές τοποθετήσεις, ο Δεκέμβρης ερμηνεύεται με σχήματα όπως: Το ΕΑΜ θα έχανε οπωσδήποτε διότι οι άγγλοι δεν θ’ άφηναν με τίποτα την Ελλάδα απ’ τα χέρια τους και το ΕΑΜ στρατιωτικά δεν μπορούσε να τα βγάλει πέρα μαζί τους. Το ΕΑΜ είχε υποβαθμίσει το κοινωνικό σε σχέση με το εθνικό και επομένως δεν έβαζε θέμα εξουσίας. Ο καθορισμός του χαρακτήρα της επανάστασης σαν αστικοδημοκρατικής (στην 6η ολομέλεια του 1934) είχε σαν αποτέλεσμα το ΚΚΕ να μην θέτει ζήτημα λαϊκής εξουσίας (!). Η Σοβιετική Ένωση είχε παραχωρήσει την Ελλάδα στους άγγλους και ωθούσε το ΚΚΕ σε συμβιβασμούς. Αλλά και το αντίθετο: η Σοβιετική Ένωση ώθησε το ΚΚΕ στη σύγκρουση με τους άγγλους. Δεν υπήρχε επαναστατική κατάσταση στην Ελλάδα κλπ, κλπ.
Όσοι όμως αναφέρονται στο κομμουνιστικό κίνημα έχουν καθήκον από τη μια να υπερασπίζονται την ιστορία και τους αγώνες του και απ’ την άλλη, αποτιμώντας την ιστορία να βγάζουν συμπεράσματα και να αντλούν διδάγματα για τους σημερινούς και μελλοντικούς αγώνες.
Αμέσως μετά τη γερμανική εισβολή και κατοχή ο ελληνικός λαός στη συντριπτική του πλειοψηφία συσπειρώνεται στο ΕΑΜ και στις οργανώσεις του και μάχεται με κάθε τρόπο για την απελευθέρωση απ’ τον καταχτητή, την ανεξαρτησία της χώρας και τη λαοκρατία, εκφράζοντας μέσα από αμέτρητες θυσίες τη θέλησή του να διαφεντεύει ο ίδιος τον τόπο του χτίζοντας μια κοινωνία χωρίς καταπίεση και εκμετάλλευση. Το ΕΑΜ, η μόνη νομιμοποιημένη στο λαό εξουσία, είχε εκείνη τη δύναμη που θα μπορούσε να επιβάλει τη λαϊκή κυριαρχία. Η ηγεσία του κινήματος όμως ταλαντεύτηκε σε κρίσιμες στιγμές ανάμεσα στην ανοιχτή σύγκρουση και την επίτευξη συμφωνιών με τους εγγλέζους, κάνοντας μια σειρά λάθη και παραχωρήσεις προκειμένου να αποφύγει μια –αναπόφευκτη– σύγκρουση. Αν και οι προθέσεις των άγγλων να καταπνίξουν με κάθε τρόπο το λαϊκό κίνημα στην Ελλάδα ήταν ξεκάθαρες για τον κάθε απλό αγωνιστή, η ηγεσία του κινήματος –αφού καταδίκασε το αντιφασιστικό κίνημα της Μ. Ανατολής– με τις συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας δέχτηκε την υπαγωγή του ΕΛΑΣ στο Στρατηγείο της Μ. Ανατολής και τη συμμετοχή του ΕΑΜ σε κυβέρνηση εθνικής ενότητας, και τελικά την αρχιστρατηγία του Σκόμπι και την υπαγωγή του ΕΛΑΣ υπό τις διαταγές του μετά την απελευθέρωση, ελπίζοντας στο σεβασμό των συμφωνιών και της λαϊκής θέλησης.
Ο «σεβασμός» των συμφωνιών φάνηκε από τις πρώτες μέρες της απελευθέρωσης όπου οι ταγματασφαλίτες αφήνονταν ανενόχλητοι να δολοφονούν το λαό, ενώ διατάχθηκε ο μονομερής αφοπλισμός του ΕΛΑΣ και της Εθνικής Πολιτοφυλακής. Η διαταγή αυτή δεν γίνεται αποδεκτή, οι ΕΑΜικοί υπουργοί παραιτούνται και οργανώνεται το συλλαλητήριο της 3ης Δεκέμβρη. Η μάχη της Αθήνας αρχίζει. Όμως η ηγεσία του κινήματος και πάλι δεν προχώρησε αποφασιστικά στη σύγκρουση. Ενώ οι εγγλέζοι ενεργούσαν «σαν να βρίσκονταν σε καταχτημένη πόλη» (σύμφωνα με τις υποδείξεις του Τσώρτσιλ) και αποβίβαζαν συνέχεια στρατεύματα, η μάχη της Αθήνας αφέθηκε στον εφεδρικό ΕΛΑΣ και στο λαό της Αθήνας και του Πειραιά και ο Άρης στέλνονταν να κυνηγήσει το Ζέρβα στην Ήπειρο.
Επί ένα μήνα ο λαός της Αθήνας και του Πειραιά αντιστάθηκε ηρωικά με πέτρες και οδοφράγματα ενάντια στα τανκς, με λιανοντούφεκα ενάντια στ’ αεροπλάνα. Γυναίκες και άντρες, γέροι και παιδιά, με απαράμιλλο ηρωισμό και αυτοθυσία κουρέλιασαν και γονάτισαν μια αυτοκρατορία.
Παρόλο που οι μαχητές της Αθήνας κράτησαν όλες τις συνοικίες ελεύθερες, στις 4 Γενάρη δίνεται διαταγή στις δυνάμεις του ΕΛΑΣ να εκκενώσουν την Αθήνα και στις 11 του μήνα υπογράφεται ανακωχή. Αμέσως μετά την εκκένωση η αντίδραση επιδόθηκε στο έργο της «πτωματολογίας». Συνεργεία από μαχαιροβγάλτες ξέθαβαν, σκύλευαν, κομμάτιαζαν, παραμόρφωναν τα πτώματα των σκοτωμένων στις μάχες, παρουσιάζοντάς τα σαν «αγρίως σφαγιασθέντες υπό των κομμουνιστών».
Κι ενώ η θέληση των αγωνιστών και του λαού είναι να ανασυνταχθούν οι δυνάμεις και να συνεχιστεί η πάλη για το διώξιμο των καινούργιων καταχτητών και την πραγματοποίηση της λαϊκής κυριαρχίας, υπογράφεται η συμφωνία της Βάρκιζας και οι αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης παραδίνονται άοπλοι στο μαχαίρι της αντίδρασης.
Μετά τη Βάρκιζα, χιλιάδες είναι οι φυλακισμένοι, οι εξόριστοι, οι εκτελεσμένοι. Παρακρατικές συμμορίες αλωνίζουν στην ύπαιθρο δολοφονώντας, βιάζοντας, καταστρέφοντας, ενώ στις πόλεις καθημερινά είναι τα λιντσαρίσματα αγωνιστών από ομάδες «αγανακτισμένων πολιτών». Οι καταδιωκόμενοι ξεπερνούν τις 100.000 και για να γλιτώσουν πολλοί παίρνουν τα βουνά σχηματίζοντας ένοπλες ομάδες αυτοάμυνας. Ο λαός θα ξαναπάρει τα όπλα αγωνιζόμενος για τα δίκια του, όμως θα έχει μεσολαβήσει χρόνος και καταστάσεις που θα καθορίσουν την έκβαση του νέου αυτού αγώνα.
Η υπόθεση της Εθνικής Αντίστασης και η μάχη της Αθήνας δεν χάθηκε επειδή το ΕΑΜ δεν μπορούσε να τα βγάλει πέρα σε στρατιωτική σύγκρουση με τους εγγλέζους. Η στρατιωτική δύναμη και υπεροπλία γίνεται «χάρτινη τίγρης» μπροστά σ’ ένα λαό που παλεύει για το δίκιο του. Κι ούτε οι εγγλέζοι θα επιχειρούσαν εύκολα στρατιωτική επέμβαση στην Ελλάδα ενώ ακόμα μαίνονταν ο πόλεμος, αν δεν υπήρχαν οι συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας που νομιμοποιούσαν την παρουσία τους.
Ούτε η έκβαση του αγώνα καθορίστηκε από τη στάση των σοβιετικών. Οι σοβιετικοί στα πλαίσια της αντιχιτλερικής συμμαχίας μπορεί να έκαναν συνεννοήσεις και συμφωνίες με τους συμμάχους, που είχαν όμως στρατιωτικό και όχι πολιτικό χαρακτήρα. Κι ούτε το ΕΑΜ είχε ανάγκη τη συνδρομή του Κόκκινου Στρατού για να απελευθερώσει και να κυριαρχήσει στη χώρα. Οι σοβιετικοί δεν κατεύθυναν το ΚΚΕ προς τον ένα ή προς τον άλλο δρόμο. (Η στάση των σοβιετικών απέναντι στο ΚΚΕ είναι ένα ζήτημα, αλλά εδώ στεκόμαστε στο αν ήταν καθοριστική για τα ελληνικά πράγματα). Τα «νεύματα», οι «συμβουλές», οι υποδείξεις παραγόντων του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος δεν συνιστούν εντολές ή γραμμή που πρέπει να ακολουθηθεί. Όμως για την ηγεσία του ΚΚΕ τα νεύματα και οι συμβουλές είχαν την ισχύ εντολών και γραμμής.
Η μάχη της Αθήνας χάθηκε γιατί δεν δόθηκαν όλες οι δυνάμεις με αποφασιστικό τρόπο για να είναι νικηφόρα.
Ο λαϊκός ξεσηκωμός του Δεκέμβρη του ’44 είναι μια λαμπρή σελίδα στην ιστορία των αγώνων του λαού μας για εθνική ανεξαρτησία και κοινωνική απελευθέρωση. Αποτελεί παράδειγμα για όσους αγωνίζονται για να σπάσουν τις αλυσίδες της ιμπεριαλιστικής νέας τάξης, για τους καταπιεζόμενους και τους λαούς όλου του κόσμου που αρνούνται να υποταχτούν και παλεύουν για το δίκιο τους.
Αναδημοσίευση από την ιστοσελίδα antapocrisis.gr
Ο Δεκέμβρης 1944 και η σημασία του ως μια ξεχωριστή στιγμή στην ιστορία των ξεσηκωμών του λαού μας
Από το ’21 μέχρι την εξέγερση του Πολυτεχνείου ο λαός μας έχει μια μεγάλη και ηρωική ιστορία επαναστάσεων και εξεγέρσεων όποτε βρισκόταν μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας.
Ο Δεκέμβρης του ’44, η δεύτερη –μέσα στη δεκαετία του ’40– ένοπλη επανάσταση του ελληνικού λαού για εθνική ανεξαρτησία και κοινωνική απελευθέρωση, έχει μια ιδιαίτερη θέση στους λαϊκούς εθνικοαπελευθερωτικούς ξεσηκωμούς, μια ξεχωριστή θέση στην ιστορία του λαϊκού και κομμουνιστικού κινήματος της χώρας μας.
Και έχει μια ιδιαίτερη θέση, ακριβώς γιατί αυτός ο ξεσηκωμός ξετυλίχτηκε μέσα σε ιδιαίτερες συνθήκες, χαρακτηριστικά διαφορετικές από άλλες επαναστάσεις και εξεγέρσεις (βέβαια, ποτέ οι συνθήκες δεν είναι ίδιες, όμως εδώ πρόκειται για ξεχωριστή ιδιαιτερότητα). Σαν τέτοιες ιδιαίτερες συνθήκες μπορούν να αναφερθούν τα παρακάτω:
– Η σύγκρουση με τον εγγλέζικο ιμπεριαλισμό έρχεται αμέσως μετά την απελευθέρωση από τη χιτλερική κατοχή, και ενώ για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες η απελευθέρωση και το τέλος του πολέμου σήμαινε επιστροφή στην ειρηνική ζωή με τον ένα ή τον άλλο τρόπο (ο «τρόπος», η στάση και οι επιλογές των ΚΚ και των αντιστασιακών κινημάτων σ’ αυτές τις χώρες είναι άλλο ζήτημα).
– Έχουμε μια στρατιωτική ιμπεριαλιστική επέμβαση μέσα στη φωτιά ενός παγκόσμιου πόλεμου, όπου αυτός που επιτίθεται δεν είναι ο εχθρός αλλά ο «σύμμαχος» σ’ αυτό τον πόλεμο. Αυτή η ιδιαιτερότητα, που είναι και μοναδική στην παγκόσμια ιστορία, βάρυνε και επηρέασε τους παράγοντες που καθόρισαν και την έκβαση της σύγκρουσης (τη στάση της ηγεσίας, αλλά και τη στάση του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος).
– Υπάρχει ένα λαϊκό κίνημα πανίσχυρο που αναπτύχθηκε κάτω από τη σημαία της εθνικής ανεξαρτησίας και της λαϊκής κυριαρχίας και δικαιοσύνης που ξεδίπλωσαν οι κομμουνιστές στη διάρκεια της κατοχής. Όμως δεν ρίχνονται στη μάχη όλες οι δυνάμεις αυτού του κινήματος. Κι ακόμα, η σύγκρουση περιορίζεται στην Αθήνα.
– Αυτό το πανίσχυρο λαϊκό κίνημα βρέθηκε με μια ηγεσία ταλαντευόμενη και αναποφάσιστη να προχωρήσει στη σύγκρουση μέχρι τη νίκη και να οδηγήσει το λαό στην εξουσία.
Μέσα σ’ αυτό το ιστορικό πλαίσιο λοιπόν, ο Δεκέμβρης του ’44 μπορεί να αποτιμηθεί σαν μια από τις πιο ξεχωριστές, πιο ηρωικές, πιο τραγικές, αλλά και πιο συκοφαντημένες, διαστρεβλωμένες και παρασιωπημένες στιγμές της ιστορίας του λαϊκού και κομμουνιστικού κινήματος.
Πέρα από τη συκοφάντηση και τον κλασικό αντικομμουνισμό των κονσερβοκουτιών της αντίδρασης (που επανέρχεται πιο «εκσυγχρονισμένος» το τελευταίο διάστημα), η τοποθέτηση της επίσημης αριστεράς είναι η απολογητική θέση «μας επιβλήθηκε, δεν το επιδιώξαμε», ενώ παράλληλα ο Δεκέμβρης θεωρείται σαν αγώνας μάταιος με προδιαγεγραμμένη έκβαση είτε γιατί οι άγγλοι δεν θ’ άφηναν με τίποτα την Ελλάδα απ’ τα χέρια τους είτε γιατί το ΕΑΜ στρατιωτικά δεν μπορούσε να τα βγάλει πέρα μαζί τους.
Όμως ο Δεκέμβρης αποτελεί μια ξεχωριστή στιγμή γιατί μπροστά στον κίνδυνο να χαθούν όσα με αμέτρητες θυσίες και αίμα κερδήθηκαν στη διάρκεια της αντίστασης στη χιτλερική κατοχή, ο λαός της Αθήνας ξεσηκώθηκε για να αποτρέψει μια νέα κατοχή, για να υπερασπίσει το δικαίωμα να διαφεντεύει τον τόπο και τις τύχες του.
Ο απαράμιλλος ηρωισμός των μαχητών της Αθήνας που με ελάχιστα μέσα, με οδοφράγματα απέναντι στα τανκς και λιανοντούφεκα απέναντι στ’ αεροπλάνα, αντιμετώπισε αποτελεσματικά μια πανίσχυρη ιμπεριαλιστική αυτοκρατορία, κατέδειξε για μια ακόμα φορά πως η στρατιωτική δύναμη και υπεροπλία δεν μπορεί να σταματήσει ένα λαό που παλεύει για το δίκιο του. Όπως κατέδειξε για μια ακόμα φορά πως ο ιμπεριαλισμός δεν σταματά μπροστά σε τίποτα, χρησιμοποιεί κάθε μέσο και κάθε τρόπο για να προωθήσει τα συμφέροντα και τους σκοπούς του.
Κατέδειξε ακόμα πως για να είναι νικηφόρος ένας αγώνας πρέπει να έχει ξεκάθαρους σκοπούς και στόχους, συγκεντρωμένες δυνάμεις, σωστή εκτίμηση του αντίπαλου και αποφασιστικότητα για τη νίκη.
Μπροστά στον κίνδυνο της επερχόμενης τυραννίας και βαρβαρότητας της ιμπεριαλιστικής νέας τάξης, μπροστά στην ολομέτωπη επίθεση ενάντια στα δικαιώματα και τις καταχτήσεις μας, ο λαϊκός ξεσηκωμός του Δεκέμβρη του ’44 μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα για τους καταπιεζόμενους και τους λαούς όλου του κόσμου που αρνούνται να δεχτούν τις αλυσίδες και παλεύουν για το δίκιο τους.
Αναδημοσίευση από το antapocrisis.gr