Μια άγνωστη ιστορία: η αυγή του γυναικείου κινήματος στα Βαλκάνια
Γιώργος Μιχαηλίδης
Παρότι τα Βαλκάνια έχουν τη φήμη της πλέον οπισθοδρομικής περιοχής της Ευρώπης, το κίνημα για τα δικαιώματα των γυναικών εμφανίστηκε νωρίτερα από πολλές άλλες ευρωπαϊκές περιοχές. Στη Βουλγαρία και στη Σερβία, ήδη από τα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα, εμφανίζονται γυναικείες συλλογικότητες, ενώ αναπτυσσόμενες είναι οι σοσιαλιστικές τάσεις που συνδέουν τη γυναικεία με την εργατική απελευθέρωση. Διαμορφώθηκαν οι όροι για τη μαζική συμμετοχή των γυναικών στο αντιφασιστικό αντάρτικο στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το 1911, μία εξηντάχρονη κυρία έμπαινε σε ένα μικρό επαρχιακό βιβλιοπωλείο της πόλης Βράτσα στη Βουλγαρία. Ενώ κοιτούσε τα βιβλία, ο κομμουνιστής βιβλιοπώλης την πλησίασε απευθυνόμενός της ευγενικά: «Κυρία, μάλλον δεν έχουμε τα βιβλία που ψάχνετε». Η γυναίκα ατάραχη, γύρισε προς το μέρος του και τον ρώτησε: «Έχετε το Αντι-Ντύρρινγκ;».
Παρότι τα Βαλκάνια έχουν τη φήμη της πλέον οπισθοδρομικής περιοχής της Ευρώπης, το κίνημα για τα δικαιώματα των γυναικών εμφανίστηκε νωρίτερα από πολλές άλλες ευρωπαϊκές περιοχές. Καθόλου τυχαία, η Βουλγαρία, σύμφωνα με τους περιηγητές της εποχής, διέφερε από τις υπόλοιπες βαλκανικές χώρες στο ότι οι γυναίκες έπαιρναν πολύ ενεργότερα ρόλο στις αγροτικές εργασίες με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ιδιαίτερη διαφοροποίηση από τους άνδρες. Ήδη από το 1891, από τους τέσσερις κεντρικούς στόχους που έθετε το ιδρυτικό συνέδριο του Βουλγαρικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, οι δύο αφορούσαν τις γυναίκες. Στο πρόγραμμά του, του 1893, περιλαμβανόταν το αίτημα για καθολική ψηφοφορία από την ηλικία των 21 ετών, ανεξαρτήτως φύλου. Βρισκόμαστε δεκαπέντε χρόνια πριν τεθεί το ζήτημα στη Γερμανία από την Κλάρα Τσέτκιν και το εκεί σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Οι όροι «φεμινίστρια» και «φεμινισμός» πρωτοεμφανίστηκαν στον βουλγαρικό σοσιαλιστικό κόσμο κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα.
Σημαντική τομή αποτέλεσε η κυκλοφορία του περιοδικού Γυναικείος Κόσμος. Το 1896 οργανώθηκαν οι πρώτες κινητοποιήσεις γυναικών που απαιτούσαν ελεύθερη πρόσβαση στα πανεπιστήμια. Το 1901 ιδρύεται η Βουλγαρική Ένωση Γυναικών (ΒΕΓ). Ως το 1931 θα έχει 77 παραρτήματα και 8.500 μέλη. Αντίστοιχο βάθος έχει και η πολιτική διαπάλη εντός του φεμινιστικού κινήματος. Το 1902-1903 δημιουργούνται δύο τάσεις εντός της ΒΕΓ. Η μια την θέλει αμιγώς φεμινιστική, χωρίς ταξικό πρόσημο. Ο «γυναικείος στρατός» θα πρέπει να αφυπνιστεί ανεξαρτήτως κοινωνικής θέσης, καθώς αποτελεί το αδικημένο μισό της ανθρωπότητας. Αυτή υπήρξε και η κυρίαρχη τάση στη ΒΕΓ, η οποία επί δύο δεκαετίες υποστήριζε την τακτική της διαφώτισης των γυναικών και της βελτίωσης της θέσης τους, σε αντίθεση με τη «σοσιαλιστική» διεκδίκηση της πλήρους ισότητας, η οποία υιοθετήθηκε από τη ΒΕΓ το 1921.
Η άλλη τάση εμπνέεται από τις σοσιαλιστικές ιδέες. Οι σοσιαλίστριες φεμινίστριες της Βουλγαρίας αποχωρούν το 1903 από τη ΒΕΓ και το 1914, αφού κάμψουν κάποιες αμφιβολίες των ανδρών συντρόφων τους, προχωρούν στην πρώτη συνδιάσκεψη γυναικείων συλλόγων σοσιαλιστριών. Ταυτόχρονα, πολλαπλασιάζονται οι γυναικείοι κύκλοι μελέτης του έργου του Μαρξ και άλλων μαρξιστών που καταπιάστηκαν με το γυναικείο ζήτημα, όπως ο Μπέμπελ που μεταφράζεται στα βουλγαρικά από πολύ νωρίς. Η δημιουργία των σοσιαλιστικών φεμινιστικών οχημάτων δίνει άλλη πνοή και προοπτική στο κίνημα της γυναικείας χειραφέτησης. Μνημειώδεις είναι οι αντιπολεμικές διαδηλώσεις και απεργίες των γυναικών στη Βουλγαρία. Τη διετία 1917-1918, εν μέσω Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ξεσπούν 240 γυναικείες δράσεις, απεργίες και διαδηλώσεις που απαιτούν την επιστροφή των ανδρών από το μέτωπο και τα απαραίτητα κοινωνικά επιδόματα για όσες έχουν μείνει πίσω. Σε αυτές υπολογίζεται ότι παίρνουν μέρος 70.000 γυναίκες από πόλεις και χωριά. Οι κινητοποιήσεις αυτές βρίσκονται υπό την καθοδήγηση των «Στενών Σοσιαλιστών» δηλαδή του μπολσεβίκικου ρεύματος στη Βουλγαρία, το οποίο είχε το θάρρος να καταψηφίσει τον πολεμικό προϋπολογισμό.
Στη γειτονική Σερβία, οι πρώτες γυναικείες εργατικές διεκδικήσεις χρονολογούνται από το 1903 με την απαίτηση για την κατάργηση της νυχτερινής εργασίας για γυναίκες και παιδιά, ίσους μισθούς και ευκαιρίες στην εκπαίδευση και την εργασία ανεξαρτήτως φύλου. Ένα σημαντικό βήμα πραγματοποιείται το 1910, μετά από πρωτοβουλία του σημαντικού Σέρβου σοσιαλιστή, Ντιμίτριε Τούσεβιτς. Τότε δημιουργείται η Γραμματεία Σοσιαλδημοκρατισσών Γυναικών, η οποία εκδίδει την εφημερίδα Γιεντνάκοστ (Ισότητα). Έχει προηγηθεί η δημιουργία της πρώτης Σερβικής Ένωσης Γυναικών το 1906, ενώ ακολουθεί το ιδρυτικό συνέδριο της Εθνικής Γυναικείας Ένωσης, Σερβίδων, Κροατισσών και Σλοβένων, το 1919, η οποία μετονομάζεται το 1929 σε Γιουγκοσλαβική Ένωση Γυναικών. Όργανα γυναικείας διαφώτισης και διεκδικήσεων ξεπηδούν παντού. Το 1922 ιδρύεται στο πανεπιστήμιο του Βελιγραδίου η Αδελφότητα Φοιτητριών. Και στη γιουγκοσλαβική περίπτωση θα εμφανιστούν δύο τάσεις, με τη μία να επιζητά την ανέλιξη των γυναικών μέσω της συμμετοχής τους στην ανώτατη εκπαίδευση και τη δεύτερη να πλαισιώνει αυτά τα αιτήματα με το «ταξικό φίλτρο», δίνοντας προτεραιότητα στις εκμεταλλευόμενες γυναίκες της εργατικής τάξης. Η πολεμική μεταξύ των δύο ρευμάτων περιλάμβανε οξείες πολιτικές επιθέσεις σε σχέση με τον τρόπο αντίληψης της εκμετάλλευσης των γυναικών και τη μεθοδολογία που θα έπρεπε να ακολουθήσει το γυναικείο κίνημα.
Ταυτόχρονα, εντός των Σοσιαλδημοκρατικών και Κομμουνιστικών κομμάτων δημιουργούνται Γυναικείοι Τομείς στις Κεντρικές Επιτροπές. Αυτοί οργανώνουν τη δουλειά στις γυναίκες, τυπώνουν θεματικές προκηρύξεις διαφώτισης, εμπλουτίζουν τα αιτήματα των κομμάτων και εκδίδουν μία σειρά από γυναικείες εφημερίδες και έντυπα. Άρθρα όπως «Οι προλετάριες γυναίκες τον χειμώνα», «Οι χήρες και τα ορφανά στη Βουλγαρία», «Η μουσουλμάνα γυναίκα και ο σοσιαλισμός» απευθύνονται στα πιο πληττόμενα και αδύναμα τμήματα των γυναικών μέσα από τις εφημερίδες Ισότητα και Εργάτρια που εκδίδονται από το Κομμουνιστικό Κόμμα. Φυσικά τα ανώτατα όργανα συνεχίζουν να ανδροκρατούνται, όμως ήδη από τον μεσοπόλεμο έχουμε τη συμμετοχή γυναικών στις Κεντρικές Επιτροπές και τα ανώτατα καθοδηγητικά όργανα. Σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα, γυναίκες αναλαμβάνουν δύσκολες αποστολές όπως την καθοδήγηση παράνομων μηχανισμών και ένοπλων τμημάτων. Στη Βουλγαρία έχουμε τις πρώτες εκτελέσεις γυναικών για τη συμμετοχή τους στην εξέγερση του 1923 και σε βομβιστικές επιθέσεις εναντίον του καθεστώτος λίγα χρόνια αργότερα.
Είναι αυτή η παράδοση στα Βαλκάνια που θα «βγάλει» τις γυναίκες στο βουνό κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και θα δημιουργήσει το διακριτό Αντιφασιστικό Μέτωπο Γυναικών. Οι Γιουγκοσλάβες παρτιζάνες θα αποτελέσουν τμήμα του λαϊκού στρατού εξ αρχής και θα φέρουν το παράδειγμα και στον δικό μας ΕΛΑΣ, ο οποίος θα αναδείξει με οργανωμένο τρόπο και όχι χωρίς δισταγμούς για την κοινωνική κατακραυγή, τις πρώτες του μαχήτριες το 1944.
Είναι πολύ πλούσια και διδακτική η παράδοση του κινήματος της γυναικείας χειραφέτησης και της αλληλεπίδρασής του με τις σοσιαλιστικές και κομμουνιστικές ιδέες στην περιοχή μας και αξίζει να επανανακαλυφθεί ώστε να βοηθήσει στους σύγχρονους αγώνες.