«Η Σουηδία δεν είναι πια ο ηθικός φάρος του κόσμου όπως ισχυριζόταν αλλά μια απλή επαρχιακή ευρωπαϊκή χώρα».
Συρρίκνωση βασικών δικαιωμάτων του ανθρώπου, με κυβέρνηση δεξιάς που στηρίζεται από την ακροδεξιά σε συμφωνία με τη σοσιαλδημοκρατία, ακολουθεί την ιστορική απόφαση της Σουηδίας να εγκαταλείψει την πολιτική ουδετερότητας και να καταθέσει αίτηση ένταξης στο ΝΑΤΟ. Προκειμένου να δεχτεί η Τουρκία το αίτημα της Στοκχόλμης για ένταξη στο βορειοατλαντικό σύμφωνο, είχε θέσει όρους. Συγκεκριμένα είχε απαιτήσει η Σουηδία να απαγορεύσει ως τρομοκρατικές οργανώσεις τόσο το κουρδικό κόμμα ΡΚΚ και οργανώσεις που συνδέονται μαζί του, αλλά και το δίκτυο του εξόριστου ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν «Χιζμέτ».
Περιορισμός του δικαιώματος του συνέρχεσθαι
Έτσι, με ψήφους 278 υπέρ σε σύνολο 349, το σουηδικό κοινοβούλιο πέρασε αλλαγές στο Σύνταγμα που ανοίγουν το δρόμο να ψηφιστούν νέοι, σκληρότεροι «αντιτρομοκρατικοί» νόμοι. Μέχρι τώρα, για παράδειγμα, ακόμα και αν κάποιο άτομο ήταν απλά μέλος σε μια οργάνωση που διεξήγαγε ένοπλη δράση, όπως το ΡΚΚ (ή οι YPG στο συριακό τμήμα του Κουρδιστάν που αποτέλεσαν σημαντικό παράγοντα της ήττας του ISIS), δεν μπορούσε να κατηγορηθεί απλά για αυτή του τη συμμετοχή στην οργάνωση, εκτός και αν πράγματι λάμβανε μέρος στη διεξαγωγή κάποιας ένοπλης ενέργειας. Ο ισχύων αντιτρομοκρατικός νόμος της Σουηδίας θεωρείται πως σέβεται κατ’ εξοχήν το βάθος μιας ανθρωπιστικής, κατά το πνεύμα του Διαφωτισμού και του ιδανικού αστικού καθεστώτος, νομικής προσέγγισης. Τώρα, από την 1η Ιανουαρίου 2023, όταν θα τεθεί σε ισχύ η συνταγματική τροποποίηση θα μπορεί να διώκεται όχι μόνο το απλό μέλος μιας οργάνωσης, αλλά ακόμα και υποστηρικτές που δεν συμμετέχουν.
Κατά της τροποποίησης ψήφισε σύσσωμο το Αριστερό Κόμμα με τους 24 βουλευτές και βουλεύτριες του, καθώς και άλλοι, λέγοντας πως επί της ουσίας αφενός καταστρατηγείται το κράτος δικαίου και κατά δεύτερον περιορίζεται του δικαίωμα του συνέρχεσθαι.
Περιορισμός της ελευθερίας του Τύπου
Δεν υπήρξε πιο εύγλωττος τρόπος να συμπυκνωθούν οι συνέπειες του δεύτερου τμήματος της σουηδικής συνταγματικής αναθεώρησης, που αφορά στην ελευθερία του τύπου, από τον τίτλο σχετικού άρθρου στην εφημερίδα Journalisten, γραμμένου από τον ανταποκριτή της δημόσιας τηλεόρασης SVT στις ΗΠΑ, Φουάντ Γιουσεφί : «Προς τον επόμενο Σνόουντεν: μη μου γράψεις!».
Η αναθεώρηση αφορά στο θέμα «Κατασκοπεία από το εξωτερικό». Έτσι, πάλι από την Πρωτοχρονιά και μετά θα μπορέσουν να ψηφιστούν νόμοι, οι οποίοι θα μετατρέπουν σε αδίκημα τη δημοσιοποίηση μυστικών λεπτομερειών από τη συνεργασία της Σουηδίας με άλλα κράτη και διεθνείς οργανισμούς. Η αναθεώρηση αυτή πέρασε παρά τις αντιδράσεις οργανώσεων του τύπου και εκδοτικών οργανισμών. Η κριτική στην αναθεώρηση επισημαίνει πως πλέον θα τιμωρείται η ερευνητική δημοσιογραφία, καθώς και όσοι έχουν γνώση παράνομων δράσεων του κράτους, άλλων κρατών και διεθνών οργανισμών και τις δίνουν στη δημοσιότητα, οι χαρακτηριζόμενοι ως whistleblowers, όπως ο Έντουαρντ Σνόουντεν ή η Τσέλσι Μάνινγκ.
Η δεύτερη αυτή αναθεώρηση δεν έγινε στα γρήγορα για να ικανοποιήσει τα αιτήματα της Τουρκίας. Αντίθετα, βρισκόταν από καιρό στον προγραμματισμό διαφόρων κυβερνήσεων, ήδη από το 2013. Μην ξεχνάμε πως η δίωξη του Τζούλιαν Ασάνζ ξεκίνησε ήδη το 2010 από σουηδικό έδαφος και από το σουηδικό κράτος, όταν ο ιδρυτής των Wikileaks κατηγορήθηκε για υποτιθέμενα σεξουαλικά εγκλήματα και υποχρεώθηκε να καταφύγει στην πρεσβεία του Εκουαδόρ στο Λονδίνο. Ενάντια τάσσονταν σταθερά το Αριστερό Κόμμα, το πράσινο Κόμμα του Περιβάλλοντος και οι Φιλελεύθεροι. Οι τελευταίοι τώρα την υπερψήφισαν, καθώς συμμετέχουν στην κυβέρνηση. Τα άλλα δυο κόμματα παρέμειναν σταθερά στη θέση τους. Η πρόταση αυτή συνάντησε αντιστάσεις και σε κοινωνικό επίπεδο, τέτοιες που την είχαν βγάλει εκτός μάχης την περασμένη δεκαετία.
Τον Απρίλιο, όμως, φέτος και προφανώς υπό τις νέες συνθήκες που διαμορφώνει η σύγκρουση Ρωσίας-ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, η τότε σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση την ανέσυρε από το συρτάρι και τελικά η αναθεώρηση ψηφίστηκε την περασμένη Πέμπτη 17 Νοεμβρίου.
Από παγκόσμιος φάρος… ευρωατλαντική επαρχία
Η Σουηδία αποτέλεσε για πολλές δεκαετίες ιδεατό, έστω, πρότυπο αστικής δημοκρατίας προοδευτικού τύπου, ανήκον στο λεγόμενο σκανδιναβικό μοντέλο. Το ασφαλιστικό της σύστημα, που ονομάζεται σοσιαλδημοκρατικό στην κοινωνική και πολιτική επιστήμη, με διαφορές από το συντηρητικό της ηπειρωτικής Ευρώπης και το φιλελεύθερο του αγγλοσαξωνικού κόσμου, θεωρήθηκε από τα πλέον προοδευτικά για τα κατώτερα στρώματα. Το επίπεδο ελευθερίας και δημοκρατίας ήταν υψηλό, ενώ η στρατιωτική ουδετερότητα έδινε ιδιαίτερο βάρος στις διεθνείς της σχέσεις. Σκοτεινά σημεία παρέμεναν βέβαια: η ύπαρξη μια σημαντικής ακροδεξιάς και γενικά έντονα στοιχεία ρατσισμού σε σημαντικά τμήματα της κοινωνίας, η ευγονική που εφαρμόζονταν μέχρι τη δεκαετία του 1970 με μορφή στειρώσεων ανθρώπων, καθώς και η εκμετάλλευση δούλων από σουηδικές επιχειρήσεις στον Παγκόσμιο Νότο και οι σχέσεις με αυταρχικά καθεστώτα.
Τα θετικά χαρακτηριστικά άρχισαν να υποχωρούν σταδιακά από το 1994 όταν η χώρα του Βορρά εντάχθηκε στην Ε.Ε. Χαρακτηριστική υπήρξε η ταινία του Ρόι Άντερσον “Τραγούδια από τον δεύτερο όροφο” του 2000, όπου είδαμε ράντζα στους διαδρόμους… σουηδικού νοσοκομείου και μια χώρα να ρίχνει σιγά σιγά το βιοτικό της επίπεδο ως αποτέλεσμα νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Οι μετανάστες στις πόλεις γκετοποιούνται όλο και περισσότερο, η εγκληματικότητα ως απότοκο αυτής της γκετοποίησης αυξάνει, η νεολαία όλο και πιο πολύ βιώνει αδιέξοδα που τη δεκαετία του 1980 θα ήταν αδιανόητα. Τώρα, η πάλαι ποτέ ουδέτερη, ακμάζουσα και δημοκρατική Σουηδία συγκυβερνάται εμμέσως από ακροδεξιούς, εγκατέλειψε την ουδετερότητα της και θυσιάζει κατοχυρωμένα και προωθημένα δημοκρατικά μα και ατομικά δικαιώματα.
O Ρίχαρντ Σβαρτς, σχολιαστής από την Ελβετία, την άλλη σημαντική ουδέτερη χώρα της Ευρώπης, θέτει το ζήτημα ξεκάθαρα: η Σουηδία δεν είναι πια ο ηθικός φάρος του κόσμου όπως ισχυριζόταν αλλά μια απλή επαρχιακή ευρωπαϊκή χώρα.
Αναδημοσίευση από το Κοσμοδρόμιο