Αξιολόγηση-κόφτης στα ΑΕΙ για να βρουν πελατεία τα κολέγια
Φοιτητές και πανεπιστημιακοί καταγγέλλουν σχέδιο απαξίωσης, ιδεολογικού ελέγχου και οικονομικής ασφυξίας των πανεπιστημίων από Κεραμέως – Μητσοτάκη μέσω της αξιολόγησης
Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται το ακραία νεοφιλελεύθερο σχέδιο της κυβέρνησης να απαξιώσει πλήρως τα δημόσια πανεπιστήμια, αυξάνοντας έτσι την πελατεία για τα ιδιωτικά κολέγια. Είναι κάτι που έγινε ξεκάθαρο άλλωστε, έπειτα από τον αποκλεισμό περίπου 40.000 υποψηφίων των πανελλαδικών εξετάσεων από τα ΑΕΙ της χώρας εξαιτίας του νέου συστήματος πρόσβασης. Μια συνειδητή απόφαση της κυβέρνησης προκειμένου να ενισχύσει την ιδιωτική εκπαίδευση. Δεν είναι όμως η μόνη. Μετά την πανεπιστημιακή αστυνομία, την εξίσωση των επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων ΑΕΙ με αυτά των αποφοίτων ιδιωτικών κολεγίων και την πάγια υποχρηματοδότηση και υποστελέχωση των δημόσιων ιδρυμάτων, στη φαρέτρα της κυβέρνησης έχει μπει πλέον και η αξιολόγηση και πιστοποίηση διδακτικού προσωπικού και τμημάτων. Αξιολόγηση που, όπως καταγγέλλουν σήμερα στο Documento καθηγητές και φοιτητές, σε αρκετές περιπτώσεις γίνεται από ανθρώπους που δεν έχουν τα κατάλληλα εκπαιδευτικά προσόντα για να αξιολογήσουν. Αξιολόγηση που μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της χρηματοδότησης των δημόσιων πανεπιστημίων και άρα στην περαιτέρω υποβάθμισή τους. Ομως για την υποβάθμιση αποκλειστικά υπεύθυνη είναι η πολιτεία.
Αυτό ωστόσο ουδόλως απασχολεί το υπουργείο Παιδείας, το οποίο στέλνει στα πανεπιστήμια εριστικούς αξιολογητές που φαίνεται να έχουν μοναδικό στόχο την αρνητική αξιολόγηση πανεπιστημίων τα οποία δεν είναι αρεστά. Τα ακαδημαϊκά ιδρύματα πρέπει να τιμωρηθούν ώστε να ευνοηθούν οι… φίλοι του υπουργείου Παιδείας: οι ιδιοκτήτες των ιδιωτικών κολεγίων. Έτσι, αξιολογητές μπαίνουν στα δημόσια πανεπιστήμια και τολμούν ακόμη και να ρωτήσουν, ανερυθρίαστα, «γιατί διδάσκετε μαρξιστικά μαθήματα;».
Όμως δεν πρόκειται απλώς για πολιτικό ρεβανσισμό εκ μέρους της κυβέρνησης. Πρόκειται για το αναίσχυντο στήσιμο ενός μηχανισμού ο οποίος έχει μοναδικό στόχο την καταστρατήγηση και την άρση του δημόσιου χαρακτήρα των πανεπιστημίων προς όφελος της ιδιωτικής εκπαίδευσης. Η απάντηση της πανεπιστημιακής κοινότητας και της κοινωνίας πρέπει να είναι –και θα είναι– μαζική και μαχητική.
«Ωθούν τα πανεπιστήμια προς την ιδιωτικοποίηση»
«Οι αξιολογητές που έρχονται να αξιολογήσουν ή να πιστοποιήσουν τα πανεπιστήμια είναι –κάποιες φορές τουλάχιστον– άνθρωποι χαμηλότερων εκπαιδευτικών προσόντων συγκριτικά με το διδακτικό προσωπικό των ελληνικών ΑΕΙ. Αυτό από μόνο του συνιστά πρόβλημα» δήλωσε στο Documento ο Δημήτρης Καλτσώνης, καθηγητής Θεωρίας Κράτους και Δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Αυτοί οι αξιολογητές, σημειώνει, «έρχονται από την Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης [ΕΘΑΑΕ], την αρμόδια αρχή που ιδρύθηκε από τον νόμο. Πολλοί από τους αξιολογητές –μια τριάδα διορισμένη με όχι ακριβώς ξεκάθαρα κριτήρια– έρχονται πολλές φορές από πανεπιστήμια που κάθε άλλο παρά αξιοζήλευτα είναι για την ποιότητά τους. Μάλιστα κάποια από αυτά είναι ιδιωτικά και χαμηλής ποιότητας».
Παράλληλα, υπογραμμίζει ο Δ. Καλτσώνης, ζήτημα υπάρχει και «με τα κριτήρια και τη στόχευση της όλης διαδικασίας, που λειτουργεί περίπου ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Υποτίθεται ότι ανάμεσα στα άλλα οι αξιολογητές έρχονται να εξετάσουν τα προγράμματα σπουδών και τις εγκαταστάσεις. Από τη στιγμή όμως που τα ελληνικά ΑΕΙ υποφέρουν από πάγια υποχρηματοδότηση, η οποία εντάθηκε πάρα πολύ με τα μνημόνια, είναι προφανές ότι οι αξιολογητές θα δουν αυτές τις υποδομές και θα κάνουν μια αρνητική αξιολόγηση. Αρνητική αξιολόγηση σημαίνει πρακτικά περαιτέρω μείωση των δαπανών. Γι’ αυτές τις υποδομές όμως δεν ευθύνονται τα πανεπιστήμια, αλλά διαχρονικά οι κυβερνήσεις».
Μέσα από αυτήν τη διαδικασία λοιπόν «ωθούν έμμεσα (καμιά φορά άμεσα) τα πανεπιστήμια προς την ιδιωτικοποίηση. Για παράδειγμα, στην αξιολόγηση ενός συγκεκριμένου τμήματος του Παντείου, για το οποίο τέθηκε από συναδέλφους το ζήτημα ότι δεν διαθέτουμε στοιχειώδεις υποδομές για να κάνουμε τη δουλειά μας, η απάντηση που δόθηκε από τους αξιολογητές είναι “γιατί δεν βάζετε δίδακτρα;”. Πιο ξεκάθαρο δεν γίνεται» δηλώνει ο καθηγητής του Παντείου.
«Μηχανισμός απαξίωσης των πανεπιστημίων»
Υπήρξαν και περιπτώσεις, σημειώνει ο Δ. Καλτσώνης, στις οποίες «αξιολογητές υπερέβησαν τα όρια του νόμου και των αρμοδιοτήτων τους. Κάποιοι εξ αυτών στρώνουν το έδαφος για την επικράτηση του σκοταδισμού, ακόμη και ενός “κυνηγιού μαγισσών”. Για παράδειγμα, δεν είναι αρμόδιοι να εξετάσουν γιατί ένα πρόγραμμα σπουδών περιλαμβάνει κάποιο συγκεκριμένο μάθημα ή τι περιεχόμενο θα έχει το μάθημα, γιατί έτσι καταστρατηγείται με τον πιο βάναυσο τρόπο η συνταγματικά κατοχυρωμένη ακαδημαϊκή ελευθερία. Δεν μπορούν να κάνουν κρίσεις όπως “τι τα θέλετε τα μαρξιστικά μαθήματα;” (έτσι κι αλλιώς ο μαρξισμός έχει περιθωριακή θέση στα ΑΕΙ) ή γιατί χρειάζεται μάθημα για το πολιτικό σύστημα της Κίνας (σε μια σχολή πολιτικών επιστημών!). Έκαναν λόγο σε μάθημα ιστορίας “γιατί αναφέρεστε στο ΕΑΜ;”, λες και θα έπρεπε να υπάρχουν λευκές σελίδες στην Ιστορία».
Με άλλα λόγια, εξηγεί ο καθηγητής του Παντείου, «είναι ένας μηχανισμός που στην πραγματικότητα προσπαθεί να απαξιώσει τα πανεπιστήμια και να στραγγαλίσει ό,τι έχει απομείνει από το δημόσιο δωρεάν πανεπιστήμιο, ωθώντας στην ιδιωτικοποίηση. Χώρια που πολλές φορές εμπλέκονται –κι αυτό είναι ολοφάνερο– διάφορες πολιτικές, επιχειρηματικές, ακόμη και προσωπικές σχέσεις ή σκοπιμότητες για την κρίση της αξιολόγησης κάποιων τμημάτων. Πολλές φορές βλέπουμε οι ίδιοι αξιολογητές να κρίνουν δύο τμήματα που έχουν ακριβώς τις ίδιες προδιαγραφές. Στο ένα δίνουν θετική αξιολόγηση επειδή πολιτικά ή προσωπικά συμφέροντα τους το επιτάσσουν, ενώ στο άλλο μπορεί να δώσουν αρνητική αξιολόγηση».
Ακόμη, καταγγέλλει ο Δ. Καλτσώνης, «με τον τελευταίο νόμο 4777, ο οποίος δεν έχει ακόμη μπει σε εφαρμογή, θα μειώνεται κατά 20% η χρηματοδότηση ενός τμήματος που έλαβε αρνητική αξιολόγηση. Έτσι διαμορφώνεται ένα αρνητικό κλίμα όταν ένα πανεπιστήμιο δεν έχει καλή αξιολόγηση. Αυτός ο μηχανισμός όμως δεν βοηθάει να βελτιωθεί το πανεπιστήμιο. Το αντίθετο. Ακόμη, υπάρχουν περιπτώσεις που η συμπεριφορά των αξιολογητών –που έχουν το απόλυτο ελεύθερο από το υπουργείο– είναι ανεπίτρεπτα αγενής. Είναι συμπεριφορές που χαρακτηρίζονται από συναδέλφους νεοαποικιοκρατικές».
Επίσης, «οι αξιολογητές κάνουν μια γενική συζήτηση με τους φοιτητές και προσπαθούν να τους φέρουν στην κατεύθυνση που θέλουν: να απαξιώσουν το διδακτικό προσωπικό και τα δημόσια πανεπιστήμια. Όλο αυτό συνάδει απολύτως με τη λογική της κυβέρνησης να κάνει τον τροχονόμο για να στέλνει πελατεία στα κολέγια. Κολέγια που δεν έχουν καν κριτήρια για να σε δεχτούν, απλώς πρέπει να πληρώσεις. Σε τι έγκειται η ποιότητα και η αριστεία τους; Δεν έχουν ούτε τις στοιχειώδεις προϋποθέσεις για να ονομάζονται ή να είναι πανεπιστήμια. Κι έρχεται η αξιολόγηση για να καταλήξει στο εξής συμπέρασμα: “ιδιωτικοποιήστε και βάλτε δίδακτρα”. Αυτός πρέπει να είναι ο σκοπός ή να βελτιωθεί η ποιότητα των πανεπιστημίων; Και πώς θα βελτιωθεί εφόσον η κρατική χρηματοδότηση βρίσκεται πιο χαμηλά από κάθε χώρα της ΕΕ; Πρόκειται για μια πορεία περαιτέρω απαξίωσης του δημόσιου δωρεάν πανεπιστημίου. Αλλά η λογική της αναξιοκρατίας και του σκοταδισμού που προωθεί η κυβέρνηση δεν θα περάσει. Ο νόμος για την αξιολόγηση πρέπει να καταργηθεί» καταλήγει ο Δ. Καλτσώνης.
«Στόχος να τιμωρηθεί ο αδύναμος κρίκος»
«Η έννοια της αξιολόγησης είναι θετικά φορτισμένη και μη ξένη ως προς το πανεπιστήμιο. Κι αυτό είναι σωστό, με την έννοια ότι ένα δημόσιο πανεπιστήμιο χρησιμοποιεί δημόσιους πόρους, άρα οφείλει να έχει κοινωνική δικαιοδοσία. Το ερώτημα όμως είναι με ποια κριτήρια γίνεται η αξιολόγηση και πού στοχεύει; Αν, για παράδειγμα, ένα πανεπιστήμιο προκειμένου να κριθεί καλό θα πρέπει να έχει πολλές πατέντες, τότε τα πανεπιστήμια ολοένα περισσότερο θα κλείνουν τη γνώση αντί να την ανοίγουν προς την κοινωνία» δήλωσε στο Documento ο Δημήτρης Δαμίγος, καθηγητής ΕΜΠ και μέλος της πανεπιστημιακής παράταξης Δάσκαλοι ΕΜΠ.
Το σημαντικό, σημειώνει, «είναι να κατανοηθεί το πλαίσιο της αξιολόγησης. Συνήθως στην αξιολόγηση συμμετέχουν Έλληνες μεν καθηγητές, αλλά με βάση στο εξωτερικό. Οι περισσότεροι προέρχονται από το αγγλοσαξονικό σύστημα, που έχει υιοθετήσει το μοντέλο του επιχειρηματικού πανεπιστημίου. Σε πολλές περιπτώσεις καλό μέλος ΔΕΠ θεωρείται αυτό που έχει πολλές δημοσιεύσεις και προσελκύει σημαντικά ερευνητικά κονδύλια, αφήνοντας στην άκρη πόσο καλός δάσκαλος είναι. Αν η διδασκαλία αφαιρείται από την αξιολόγηση, τότε δυστυχώς τα πράγματα δεν κρίνονται από τη σωστή οπτική γωνία».
Το σημαντικότερο όμως αναφορικά με τους αξιολογητές είναι, όπως τονίζει ο Δ. Δαμίγος, ότι «υπάρχει άγνοια για την ελληνική πραγματικότητα. Κι αυτή στο ελληνικό πανεπιστήμιο κάθε άλλο παρά ρόδινη είναι, ειδικά από όταν ξεκίνησαν τα μνημόνια. Έτσι, αν στόχος της αξιολόγησης είναι να βρούμε τον αδύναμο κρίκο και να τον τιμωρήσουμε περαιτέρω –φοβάμαι ότι σε αυτή την κατεύθυνση κινούμαστε, λόγω της περικοπής της χρηματοδότησης σε περίπτωση αρνητικής αξιολόγησης–, τότε θεωρώ ότι κινούμαστε σε εντελώς λάθος κατεύθυνση».
Οι αιτίες, κατά τον καθηγητή του ΕΜΠ, μπορεί να είναι πολλές: «Μπορεί να είναι απλώς ιδεολογικοπολιτικό ζήτημα. Για παράδειγμα, ενίσχυση ενός τύπου αριστείας, αφήνοντας τους υπόλοιπους στην τύχη τους. Μπορεί να είναι τιμωρία και σταδιακός στραγγαλισμός των οικονομικών προϋπολογισμών κάποιων πανεπιστημίων που δεν τα καταφέρνουν πολύ καλά. Ενδεχομένως με αυτό τον τρόπο βοηθούν την ιδιωτική μεταλυκειακή εκπαίδευση, παρέχοντας περισσότερους αποφοίτους, όπως θα συμβεί κατά πάσα πιθανότητα φέτος εξαιτίας της ελάχιστης βάσης εισαγωγής».
«Αίρεται ο δημόσιος χαρακτήρας των ΑΕΙ»
Είναι άλλωστε ενδεικτικό ότι «η Ελλάδα έχει τον χειρότερο δείκτη φοιτητών ανά μέλος ΔΕΠ στην ΕΕ, έχοντας 38,7 φοιτητές ανά μέλος ΔΕΠ έναντι 15,3 φοιτητές ανά μέλος ΔΕΠ που είναι ο αντίστοιχος μέσος όρος στην ΕΕ. Η Ελλάδα έχει τις δεύτερες χαμηλότερες δαπάνες του ΑΕΠ στην ΕΕ αναφορικά με την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Κι αυτό είναι σε μεγάλο βαθμό απόρροια των μνημονίων και των πολιτικών επιλογών» υπογραμμίζει ο Δ. Δαμίγος.
Παράλληλα, σημειώνει, «για περίπου μία δεκαετία δεν είχαμε προσλήψεις νέου προσωπικού. Το Πολυτεχνείο από περίπου 750 μέλη ΔΕΠ έφτασε να αριθμεί περίπου 400. Οι φετινοί προϋπολογισμοί του πανεπιστημίου είναι μειωμένοι κατά 8% σε σχέση με πέρυσι. Η αξιολόγηση μπορεί να εργαλειοποιηθεί προκειμένου να περικοπούν ακόμη περισσότερο του χρόνου. Η υποχρηματοδότηση και η υποστελέχωση μένουν εκτός των εκθέσεων των αξιολογητών, ενώ στο απυρόβλητο μένει και ο βασικός φταίχτης αυτής της κατάστασης: η πολιτεία».
Άλλωστε, παρατηρεί ο καθηγητής ΕΜΠ, «από τις πρώτες νομοθετικές πρωτοβουλίες του υπουργείου ήταν να εξισώσει τα επαγγελματικά δικαιώματα των παιδιών που φοιτούν σε ιδιωτικά κολέγια. Έστρωσε το έδαφος και τώρα με την ελάχιστη βάση εισαγωγής θα μείνουν χιλιάδες παιδιά εκτός της δημόσιας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Πιθανότατα θα κλείσουν και περιφερειακά τμήματα με χαμηλό αριθμό φοιτητών. Έτσι όμως ενισχύονται τα ιδιωτικά κολέγια».
Το κράτος, όπως καταγγέλλει, «σπρώχνει τα πανεπιστήμια προς άλλες λύσεις για την εξεύρεση πόρων. Ένας από αυτούς είναι τα ξενόγλωσσα προπτυχιακά προγράμματα μόνο για ξένους φοιτητές. Η αίσθηση είναι ότι θα χρησιμοποιηθούν σαν πολιορκητικοί κριοί ώστε να απευθύνονται και σε Έλληνες φοιτητές». Έτσι όμως «αίρεται ο δημόσιος χαρακτήρας των πανεπιστημίων. Γι’ αυτό λέμε ότι καταργείται στην πράξη το άρθρο 16. Η πολιτεία αποσύρεται από τη συνταγματική της υποχρέωση να στηρίζει όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης» καταλήγει ο Δ. Δαμίγος.
«Ηθελαν να πούμε κάτι αρνητικό»
Πρόσφατα πραγματοποιήθηκε η διαδικασία εξωτερικής αξιολόγησης στο τμήμα που σπουδάζω. Με τον νέο νόμο Κεραμέως η χρηματοδότηση των τμημάτων θα δίνεται μέσα από την αξιολόγησή τους.
Η όλη διαδικασία και οι ερωτήσεις είχαν επιθετικό χαρακτήρα απέναντι στους φοιτητές και στο τμήμα. Μοναδικός τους σκοπός ήταν να διαστρεβλώσουν ό,τι θετικό λεγόταν και να ειπωθεί κάτι αρνητικό για τους καθηγητές και για το τμήμα, με σκοπό την αρνητική του αξιολόγηση και άρα τη χαμηλότερη χρηματοδότησή του.
Ενδεικτικές ήταν οι ερωτήσεις που έκαναν «γιατί έχετε μαθήματα μαρξισμού;», «γιατί δεν ασχολείστε με τον τουρισμό και ασχολείστε μόνο με τα φτωχά κοινωνικά στρώματα;». Μάλιστα οι φοιτητές ανέφεραν ως πρόβλημα την έλλειψη διοικητικού και διδακτικού προσωπικού και τα μέλη της επιτροπής αξιολόγησης θέλησαν να βγάλουν ως συμπέρασμα ότι υπάρχοντες καθηγητές δεν κάνουν τη δουλειά τους!
Αποστολία Ντόμαρη
Φοιτήτρια Παντείου Πανεπιστημίου
«Απουσία μέριμνας από την πολιτεία»
Το μεγαλύτερο μέρος των ζητημάτων που αντιμετωπίζουμε ως φοιτητές και φοιτήτριες ανάγεται στο διαχρονικό ζήτημα της υποχρηματοδότησης και κατ’ επέκταση της έλλειψης προσωπικού, αναγκαίων υποδομών αλλά και μέτρων στήριξής μας. Τους τελευταίους μήνες η στάση της πολιτείας απέναντι στο δημόσιο πανεπιστήμιο εκφράστηκε επιπλέον με την απουσία μέριμνας για τη διασφάλιση μιας ασφαλούς επανέναρξης της λειτουργίας στη βάση των νέων αναγκών, σε αντιδιαστολή με παρεμβάσεις όπως η σύσταση της πανεπιστημιακής αστυνομίας και η μείωση του αριθμού των εισακτέων. Η επιλογή αυτή φαντάζει αδιανόητη σε όσους και όσες έχουμε βιώσει τις πραγματικές ανάγκες των πανεπιστημίων. Παρ’ όλα αυτά, μέσα σε αυτές τις συνθήκες και δίχως την απαραίτητη στήριξη, η προσφορά και η ποιότητα του δημόσιου πανεπιστημίου βρίσκονται μπροστά στα μάτια μας καθημερινά: από τις πράξεις αμοιβαίας υποστήριξης για τη διεξαγωγή της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης με τον καλύτερο δυνατό τρόπο μέχρι την κοινή προσπάθεια από το σύνολο του πανεπιστημιακού κόσμου για τη διατήρηση του πανεπιστημίου ως κοινωνικού χώρου έκφρασης και διαλόγου.
Εύη Λαζαρίδου
Δικηγόρος, μεταπτυχιακή φοιτήτρια
«Στοχευμένες ερωτήσεις και επικρίσεις»
Το Πάντειο ιδίως από τον περασμένο χειμώνα βρίσκεται στο στόχαστρο της κοινωνικής και πολιτικής ροής. Συγκεκριμένα, κεντρικό ρόλο έπαιξε η ανοιχτή στάση του σε συλλογικό επίπεδο ενάντια στο νομοσχέδιο της κυβέρνησης για την παρουσία αστυνομίας στα πανεπιστήμια και για την πολύκροτη υπόθεση Κουφοντίνα. Ένα πρόσφατο αδιανόητο περιστατικό στο πλαίσιο της αξιολόγησης των ΑΕΙ αποτέλεσαν οι στοχευμένες ερωτήσεις αναφορικά με το περιεχόμενο διδασκαλίας και η επίκριση της επιλογής πρακτικής άσκησης των φοιτητών σε φορείς όπως το ΕΚΚΕ –πρόκειται για ταύτιση αντικειμένου σπουδών και πρακτικής άσκησης– κι όχι σε τουριστικές μονάδες, από τη στιγμή που «αυτές έχουν μέλλον».
Χριστίνα Κοντόγιωργα
Μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
«Το πανεπιστήμιο αποτελεί βασικό θεσμό ελευθερίας και δημοκρατίας»
Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο παιδεία και πολιτισμός εξοστρακίστηκαν με τον χειρότερο τρόπο μέσα από τις κυβερνητικές παρεμβάσεις «έκτακτης ανάγκης». Κι όμως, μέσα στις συνθήκες αυτές οι σπουδές μας προχωρούν κανονικά, οι διδακτορικές διατριβές δεν σταμάτησαν (κάποιος είχε πει κάτι για τεμπέληδες;), η βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου παραμένει ανοιχτή (με προσαρμογές), οι καθηγητές/τριές μας συνεχίζουν το ακαδημαϊκό τους έργο, ίσως και με μεγαλύτερο ζήλο.
Γιατί το πανεπιστήμιο δεν αποτελεί μόνο πηγή γνώσης αλλά βασικό θεσμό ελευθερίας και δημοκρατίας! Γι’ αυτό η λειτουργία και η προστασία του μας αφορούν ολ@. Τον νου σας, ε.
Ζωή Ιωσηφίδου
Μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
«Ανοίγει τον δρόμο για τα υπόλοιπα μέτρα που προωθούνται»
Η πιστοποίηση των τμημάτων του Παντείου, με τους φορείς που πραγματοποίησαν την αξιολόγηση, η γενικότερη κατεύθυνση και οι ιδεολογικές αναφορές που έγιναν εμφανείς στο πλαίσιο αυτής (ακόμη και με την απαξίωση των αντικειμένων που αφορούν τα θέματα της πρόνοιας, του κοινωνικού κράτους κ.ο.κ. σε πλήρη σύμπλευση με τη γραμμή της ΝΔ) επιβεβαιώνουν τους στόχους και τη λογική της ίδιας της διαδικασίας της αξιολόγησης. Η ψήφιση του νόμου για τη σύνδεση αξιολόγησης και χρηματοδότησης πέρυσι, ενώ παράλληλα εξαγγέλλονταν διαγραφές φοιτητών, είχε στόχο να διασφαλίσει τη μελλοντική επιβολή αυτών των μέτρων, θέτοντας όρια και στις πιέσεις που ασκεί το φοιτητικό κίνημα ως προς τη μη εφαρμογή της. Αν και η μαζική αντίδραση συνέβαλε καθοριστικά στο προσωρινό πάγωμα του νόμου, η νομιμοποίηση αυτής της διαδικασίας ανοίγει ουσιαστικά τον δρόμο για την εφαρμογή και των υπόλοιπων μέτρων που προωθούνται, με κέντρο τον νόμο Κεραμέως – Χρυσοχοΐδη, στον οποίο έχει αντιταχθεί σύσσωμη η ακαδημαϊκή κοινότητα.
Χαρά Μανταδάκη
Φοιτήτρια Παντείου Πανεπιστημίου, μέλος ΔΣ συλλόγου φοιτητών
«Ένιωσα να με έχουν ξεφτιλίσει τελείως ως φοιτητή»
Από τους δρόμους που κατεβαίναμε για τη μη εξίσωση των πτυχίων μας με των κολεγίων και τις συνελεύσεις μπήκαμε στις οθόνες μας και κλειστήκαμε μέσα λόγω της Covid-19. Ακόμη κι από εκεί ήλπιζα ότι η αξιολόγηση που συμμετείχα θα μπορούσε έστω και λίγο να βοηθήσει το πανεπιστήμιό μου (αν και υπερβολικά καχύποπτος πριν από τη διαδικασία), δυστυχώς όμως οι ανησυχίες μου επιβεβαιώθηκαν.
Επιτροπή αποτελούμενη από οχτώ ακαδημαϊκούς, με μόνο έναν να σχετίζεται με το αντικείμενο του τμήματός μου, περίσσεια ειρωνεία, γενικές ερωτήσεις ύλης και ούτε καν επί των πραγματικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε ήταν μερικά από τα στοιχεία της στημένης αξιολόγησης της Κεραμέως που έφτασε και στο Πάντειο. Απαντούσαμε με ευγένεια στις αλλόκοτες ερωτήσεις τους και εισπράτταμε «υφάκι». Ποιοι είναι αυτοί οι δήθεν αξιολογητές που θα ειρωνευτούν απλούς φοιτητές;
Με το πέρας της διαδικασίας ένιωσα να με έχουν ξεφτιλίσει τελείως ως φοιτητή. Μόλις έκλεισε η σύνδεσή μας με την επιτροπή όλοι μας νιώσαμε τέτοια οργή και αηδία που προβήκαμε σε καταγγελίες στην πρόεδρο του τμήματός μας γι’ αυτή την εντελώς στημένη διαδικασία. Στον «Φοιτητικό Κόσμο», την ηλεκτρονική εφημερίδα στην οποία είμαι μέλος, είχαμε δεχτεί καταγγελίες ήδη από μεμονωμένους φοιτητές και θεωρήσαμε χρέος μας να τις δημοσιεύσουμε πρώτοι. Δεν μας αξίζει τέτοια αντιμετώπιση. Είναι ντροπή επειδή η Κεραμέως είναι κολλητή των κολεγίων να μας αντιμετωπίζουν σαν παιδιά ενός κατώτερου θεού. Γιατί γι’ αυτούς αυτό είμαστε.
Η «αριστεία» τους μας λέρωσε και μας ξεφτίλισε. Το πανεπιστήμιο όπως το ξέρουμε κινδυνεύει. Η προσβολή αυτή δεν πρέπει να μείνει αναπάντητη.
Βαγγέλης Βαλαβάνης
Φοιτητής του τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής,
συντάκτης της εφημερίδας «Φοιτητικός Κόσμος»
Αδωνις Γεωργιάδης: Ο υμνητής των κολεγίων
Η… άδολη αγάπη της κυβέρνησης για τα ιδιωτικά κολέγια είναι διαχρονικά έκδηλη. Δεν έχει υπάρξει καλύτερος υμνητής τους όμως από τον Aδωνη Γεωργιάδη, ο οποίος έχει εξάρει πλήθος κολεγίων, όπως το BCA, το Mediterranean και το ΙΕΚ ΑΚΜΗ. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι το 2013 δήλωνε πως «Θα μου επιτρέψετε να πω ότι δεν θεωρώ ότι τα ιδιωτικά κολέγια στην Ελλάδα –ως επί το πλείστον, όχι όλα– παρέχουν υπηρεσίες εφάμιλλες με των ελληνικών πανεπιστημίων. Δυστυχώς για τα ελληνικά πανεπιστήμια, θα πω ότι τα κολέγια παρέχουν καλύτερες υπηρεσίες». Αντίστοιχες δηλώσεις έκανε το 2011 σε τελετή αποφοίτησης στο Mediterranean College, όταν ανέφερε χαρακτηριστικά ότι το πτυχίο του κολεγίου «είναι αντάξιο και καλύτερο των συναδέλφων σας στα ελληνικά πανεπιστήμια γιατί εσείς έχετε μάθει πόσο μεγάλος κόπος, πόσο μεθοδευμένη προσπάθεια χρειάζεται και πόσο μεγάλο σύστημα για να φτάσει κανείς εκεί που φτάσατε εσείς σήμερα».
Ακόμη, έχει… αποθεώσει πολλάκις το BCA College. Είναι χαρακτηριστικό ότι τον Νοέμβριο του 2019 κι ενώ ήταν ήδη υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων παρευρέθηκε στην 47η τελετή αποφοίτησης του BCA College, όπου ως ένας εκ των ομιλητών δήλωσε μεταξύ άλλων ότι «όλοι οι απόφοιτοι του BCA βρίσκουν αμέσως μετά την αποφοίτηση δουλειά στο αντικείμενο που έχουν σπουδάσει». Μικρή λεπτομέρεια: ο διαφημιστής του BCA College Aδ. Γεωργιάδης έχει βαφτίσει τον γιο του προέδρου του ιδιωτικού κολεγίου Μπίλη Δασκαλάκη τον Δεκέμβριο του 2014.
Αναδημοσίευση από το Documento