Η βρόμικη Καθαρά Δευτέρα: το ελληνικό κράτος απέναντι στην προσφυγική κρίση
Η Δευτέρα 2 Μαρτίου 2020 αποτέλεσε ίσως την πιο βρόμικη Καθαρά Δευτέρα στην πρόσφατη ιστορία της Ελλάδας. Τα τηλεοπτικά κανάλια αντί να μεταδίδουν τις συνήθεις εορταστικές εικόνες της ημέρας, παρουσίαζαν την ελληνική αστυνομία, τον ελληνικό στρατό, παραστρατιωτικές ομάδες και ντόπιους να «αναχαιτίζουν», με βάση τα κυρίαρχα μοτίβα λόγου, την παραβίαση των συνόρων από την εισβολή λαθρομεταναστών. Η κατάσταση παρουσιαζόταν ως εμπόλεμη και η χώρα εμφανιζόταν να απειλείται από τον νέο εχθρό, ενώ ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης επιθεωρούσε τον στρατό.
Και πράγματι, πολλοί Έλληνες από τα σπίτια τους αισθάνονταν να παρακολουθούν έναν ακήρυχτο πόλεμο ήδη από την Παρασκευή 29 Απριλίου. Χιλιάδες πρόσφυγες που προσπαθούσαν να φτάσουν στην Ευρώπη συγκρούστηκαν με την αστυνομία στα σύνορα της Ελλάδας με την Τουρκία. Συγκεκριμένα, από τις 6 π.μ. του Σαββάτου έως τις 6 μ.μ. της Kαθαράς Δευτέρας απετράπη η είσοδος στη χώρα σε 24.203 ανθρώπους, ενώ συνελήφθησαν 183 άτομα. Από τις 6 π.μ. της Δευτέρας έως τις 6 μ.μ. της ίδιας ημέρας απετράπη η είσοδος σε συνολικά 4.354 ανθρώπους ενώ συνελήφθησαν άλλοι 42 που επιχείρησαν να περάσουν παράνομα τα σύνορα, προερχόμενοι κυρίως από το Αφγανιστάν, το Πακιστάν και το Μαρόκο.
Στις Καστανιές, ένα συνήθως ήσυχο φυλάκιο, δεκάδες Έλληνες αστυνομικοί και στρατιώτες έριχναν δακρυγόνα. Στην προσπάθειά τους να περάσουν την πολυπόθητη πύλη εισόδου προς την Ευρώπη, πρόσφυγες και μετανάστες κόβουν ή πηδούν τους φράχτες, κάνοντας τα αδύνατα δυνατά να βρεθούν σε ελληνικά εδάφη, ρισκάροντας τη σωματική τους ακεραιότητα. Τα ΜΑΤ, με κλομπ, ασπίδες και μάσκες, ήρθαν αντιμέτωπα με τους πρόσφυγες μέσα από τον φράχτη, ουρλιάζοντάς τους να μείνουν πίσω. Κάποιοι άνθρωποι σκαρφάλωσαν σε κλαδιά δέντρων, ή έσκυβαν προς το συρματόπλεγμα που έχει τοποθετήσει ο ελληνικός στρατός. Ζητωκραύγαζαν, γιούχαραν και ούρλιαζαν να τους αφήσουν να περάσουν.[1]
Τις επόμενες ημέρες οι δημοσιογράφοι με τις κάμερες κατέγραφαν παντελόνια που σκάλωσαν στα συρματοπλέγματα και τα οποία πρόσφυγες και μετανάστες έβγαλαν για να συνεχίσουν την προσπάθειά τους, πετσέτες που άπλωσαν για να μην τρυπηθούν από τους αγκαθωτούς φράχτες, γάντια που φόρεσαν για να μην τραυματίσουν τα χέρια τους.[2]
Σύμφωνα με την Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Εσωτερικού και Νήσων (ΑΣΔΕΝ) εκτελούνταν βολές με πραγματικά πυρά από ελαφρύ και βαρύ οπλισμό ευθυτενούς τροχιάς, σε θαλάσσιες περιοχές ανατολικά των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, από τη νήσο Σαμοθράκη μέχρι Μεγίστη. Αντίστοιχα, το Δ΄ Σώμα Στρατού ανακοίνωσε την πραγματοποίηση άσκησης βολών με πραγματικά πυρά σε όλα τα συνοριακά φυλάκια της πρώτης γραμμής στον Έβρο την Καθαρά Δευτέρα, προειδοποιώντας παράλληλα για τις επικίνδυνες περιοχές.[3]
Εθνοφύλακες και ομάδες κατοίκων του Έβρου, αγρότες και κυνηγοί, συνέδραμαν στις περιπολίες με αγροτικά οχήματα, τρακτέρ και βάρκες με το δάχτυλο στην σκανδάλη.[4] Στο διαδίκτυο διοχετεύονταν πολεμικά μηνύματα του τύπου «Το χωριό Τυχερό έχει ανάγκη άμεσα απο πολιτοφύλακες! Έσπασε το μπλόκο μας! Κοινοποιήστε» τα οποία παρακινούσαν πολίτες να στελεχώσουν τις παραμιλιταριστικές ομάδες. Οι αυτόκλητες ομάδες αυτές με χαρακτηριστικά πολιτοφυλακής που δημιουργήθηκαν με την ανοχή και της κυβέρνησης και των υπηρεσιών ασφαλείας της χώρας, δέχτηκαν την επίσκεψη του φασίστα πρώην βουλευτή της Χρυσής Αυγή Γιάννη Λαγού. Ταυτόχρονα, τα ελληνοτουρκικά σύνορα εξελίχθηκαν σε πόλο έλξης για Ευρωπαίους φασίστες, καθώς στελέχη ακροδεξιών και ναζιστικών οργανώσεων από αρκετές χώρες της Ευρώπης, την Αυστρία, τη Γερμανία και τη Σουηδία, μεταξύ άλλων, αρκετοί εκ των οποίων είναι γνωστοί για τη δράση τους, έσπευσαν «στο πλευρό των Ελλήνων συνοριοφυλάκων».[5]
Οι παραστρατιωτικές αυτές ομάδες, με στολές παραλλαγής κυνηγούσαν νύχτα μέρα όσους προσπαθούσαν να περάσουν τα σύνορα προς την ελληνική πλευρά. Μόλις εντόπιζαν τους πρόσφυγες, τους φώναζαν να «σηκώσουν τα χέρια ψηλά» ακινητοποιώντας τους στο έδαφος. Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση που κατέγραψε ένα δημοσιογράφος στην κεντρική οδό Διδυμότειχου-Φερών. Ένα όχημα με τρεις επιβαίνοντες, ο ένας εκ των οποίων ένοπλος, σταμάτησε τρεις πεζούς μετανάστες και τους πήρε στο κυνήγι. Επεσαν πυροβολισμοί στον αέρα, έπιασαν τον έναν μετανάστη και άρχισαν να τον χτυπάνε και να τον βρίζουν, καθώς η περίπολος εμπλουτίστηκε με περισσότερα οχήματα και άντρες.[6] Σε άλλο σημείο, σε βίντεο που αναρτήθηκε λίγες ημέρες αργότερα, καταγράφεται ένα τρακτέρ να ψεκάζει τους συγκεντρωμένους μετανάστες και πρόσφυγες με κάποιο άγνωστο χημικό υλικό. Αστυνομικοί παρακολουθούν ατάραχοι την «επιχείρηση» ενώ κάποιος ακούγεται να λέει «Έτσι ψέκασέ τα τα πουσταριά» και να αποκαλεί τους πρόσφυγες ποντίκια, όταν οι τελευταίοι τρέχουν για να γλιτώσουν από το χημικό.[7]
To ερευνητικό κέντρο Forensic Architecture επιβεβαίωσε τον φόνο του Σύρου πρόσφυγα, Μοχάμαντ αλ-Άραμπ, 22 ετών, από πυρά από την ελληνική πλευρά των συνόρων το πρωί της Δευτέρας, 2 Μαρτίου. Η ελληνική κυβέρνηση, μέσω του κυβερνητικού εκπροσώπου, Στέλιου Πέτσα, έχει προσπαθήσει να διαψεύσει το γεγονός, μιλώντας για «fake news».[8] Έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας για την κατάσταση που επικράτησε στον Έβρο μετά τα τέλη Φεβρουαρίου καταγράφει την ύπαρξη δύο νεκρών στον Έβρο από πυρά, μιας αγνοούμενης που θεωρείται πιθανότατα νεκρή και δεκάδων προσφύγων και μεταναστών τραυματισμένων από πλαστικές σφαίρες, δακρυγόνα, χτυπήματα με κλομπ, ρόπαλα, κλωτσιές και γροθιές από τις ελληνικές δυνάμεις.[9]
Στην πράξη το ελληνικό κράτος αναγνωρίζοντας μια κατάσταση ακήρυχτου πολέμου εφάρμοσε πρακτικές με μεγάλες αναλογίες των αντίστοιχων του κράτους του Ισραήλ απέναντι στους Παλαιστίνιους της Γάζας. Το ελληνικό κράτος λειτουργώντας προς στιγμή κι αυτό ως κράτος δολοφόνος χαρακτήρισε απειλή ανυπεράσπιστους ανθρώπους που αναζητούσαν μια καλύτερη ζωή και υψώνοντας ένα στρατιωτικό φράγμα πυροβόλησε, τραυμάτισε και σκότωσε αδιάκριτα. Επιπλέον, ενεργοποίησε ένα από τα κάτω αντιδραστικό και φασιστικό κίνημα συμμετοχής μερίδας της τοπικής κοινωνίας και ανοχής μεγάλου τμήματός της σε αυτό το έγκλημα.
[…]