Δέκα σημειώσεις για τον παγκόσμιο οικονομικό πόλεμο μετά την εισβολή στην Ουκρανία
Του Μιχάλη Παναγιωτάκη
εν εξελίξει εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και η Δυτική αντίδραση σε αυτήν, αναδιαμορφώνει τις ισορροπίες και επιβάλλει βίαιη αλλαγή στο διεθνές σύστημα. Η εκδίωξη μιας χώρας της παραγωγικής κεντρικότητας της Ρωσίας από το διεθνές τραπεζικό σύστημα και οι απρόβλεπτες συνέπειες που θα έχει στον παγκόσμιο εφοδιασμό, κάνουν τους επόμενους μήνες κρίσιμους και ιστορικά κομβικούς. Δεν είναι βέβαιο πως η Ρωσία περίμενε τέτοιας έκτασης κυρώσεις – επειδή δεν φανταζόταν πως η ΕΕ θα δεχόταν να βλάψει τόσο τη δικιά της οικονομία – αλλά δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως η συγκυρία της επίθεσης στην Ουκρανία έγινε, με πλήρη γνώση της κρίσιμης κατάστασης της παγκόσμιας οικονομίας, και της ήδη ανοδικής τιμής της ενέργειας. Δηλαδή η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία κραδαίνοντας παράλληλα ένα συγκυριακό αλλά ισχυρό οικονομικό όπλο.
Υπό την προϋπόθεση πως δεν θα συμβεί κανένα πυρηνικό «ατύχημα» που θα αφανίσει τον ανθρώπινο πολιτισμό όπως τον γνωρίζουμε, πιθανότητα που δεν μπορεί αυτή τη στιγμή να αποκλειστεί, υπάρχουν κάποια σημεία που αξίζει να προσέξουμε.
- Στην εποχή της «πλήρους παγκοσμιοποίησης» σε ένα στενά διασυνδεμένο οικονομικά κόσμο, με τις αλυσίδες εφοδιασμού να διατρέχουν τον πλανήτη, είναι αδύνατον να επιβληθούν κυρώσεις σε μια χώρα που δεν θα έχουν συνέπειες στις υπόλοιπες. Όσο μεγαλώνει η κρισιμότητα και το μέγεθος μάλιστα της χώρας, τόσο περισσότερο οι κυρώσεις πλήττουν αδιάκριτα και αυτούς που τις επιβάλλουν και αυτούς που τις υφίστανται: Ένα είδος οικονομικού βομβισμού αυτοκτονίας. Και χαμένος αυτών των κυρώσεων, εξίσου ίσως με τη Ρωσική οικονομία, είναι η Ευρώπη. Σκεφτείτε πως μια – πιο έλλογη – αντίδραση της Ρωσίας στη ΝΑΤΟϊκή περικύκλωση θα μπορούσε να είναι η απειλή διακοπής των ροών φυσικού αερίου / πρώτων υλών ολοκληρωτικά σε Ουκρανία και Δύση. Ένας οικονομικός εκβιασμός που μάλλον θα προκαλούσε την ίδια χιονοστιβάδα αλληλοκυρώσεων με τη Δύση, αλλά με τον κυρώνοντα και τον κυρωνόμενο σε αντίστροφη θέση. Τούτων δοθέντων, ή τα μέτρα θα αρχίσουν να αίρονται σταδιακά ξεκινώντας από την όποια συμφωνία κατάπαυσης πυρός επέλθει αργά ή γρήγορα, ή θα έχουμε την πρώτη αυτοεπιβαλλόμενη παγκόσμια ύφεση στην ιστορία, με δραματικές συνέπειες σε όλον το κόσμο και αναδιάταξη του παγκόσμιου συστήματος. Ο Νίκολας Μάλντερ στον Economist καταλήγει πάντως την ανάλυση των επιπτώσεων των κυρώσεων στη Ρωσία και στον κόσμο – για τις οποίες είναι πολύ ανήσυχος – με την προτροπή να τεθούν άμεσα και οι προϋποθέσεις άρσης τους από τη Δύση, προκειμένου να αποτελέσουν διαπραγματευτικό όπλο για την αποκλιμάκωση, αλλά και για να υπάρχει η οδός του συμβιβασμού ανοιχτή προκειμένου να αποφευχθούν τα χειρότερα…
- Δεν είναι τυχαίο πως παρά τις δρακόντειες κυρώσεις που περιλαμβάνουν π.χ. ακόμα την παύση των σχέσεων με Ρωσικά ιδρύματα πολιτισμού, το φυσικό αέριο αυτή τη στιγμή, καθώς μαίνεται ο πόλεμος και πέφτουν οι βόμβες ολόγυρα, περνάει από την Ουκρανία, την τροφοδοτεί ενεργειακά και φτάνει στην Ευρώπη σε ολοένα και αυξανόμενες μάλιστα ποσότητες. Το αέριο αυτό πληρώνεται και οι πληρωμές έχουν φτάσει σε επίπεδα-ρεκόρ, αγγίζοντας τα 700 εκατομμύρια Ευρώ την ημέρα. H Γερμανία μάλιστα επιβεβαίωσε πως δεν σκοπεύει να σταματήσει τη ροή αερίου από τη Ρωσία. Η Ρωσία θα πληρώνεται για το αέριο, αλλά οι εξαγωγές από τη Ρωσία στην ΕΕ (το εμπορικό ισοζύγιο ήταν ισοσκελισμένο σχεδόν το 2020) έχουν διακοπεί… Παράλληλα, τη στιγμή που γράφεται το παρόν άρθρο, το βαρέλι το πετρέλαιο παρεμένει πάνω από τα 110$…
- Ποιος κερδίζει από την αναταραχή; Οι μαζικές κυρώσεις από τη Δύση προς τη Ρωσία έχουν στείλει στα ουράνια τις μετοχές των εταιρειών της αμερικανικής και όχι μόνο – «αμυντικής» βιομηχανίας, μεγαλώνουν τα κέρδη των εταιρειών ενέργειας, αλλά υπόσχονται και μια νέα περίοδο ψυχρού πολέμου, ιδανική για τη βιομηχανία όπλων. Δείτε σχετικά την εξαιρετική ανάλυση του Μάικλ Χάντσον (Michael Hudson) για τα μπλοκ ολιγαρχικών συμφερόντων στις ΗΠΑ που στηρίζουν την αμερικανική επιλογή της ρήξης με τη Ρωσία, με τον τίτλο: «Οι ΗΠΑ νικούν τη Γερμανία για τρίτη φορά μέσα σε έναν αιώνα».
- Οι ΗΠΑ έχουν επιτύχει βραχυπρόθεσμα τουλάχιστον, τους γεωπολιτικούς τους στόχους. Ο βασικός στόχος της ουκρανικής εμμονής τους, από την ενίσχυση όχι μόνο του ουκρανικού Μαϊντάν το 2014, αλλά των πιο ακραίων και ανεξέλεγκτων στοιχείων σε αυτό, μέχρι τη συντονισμένη από τη νέα κυβέρνηση Μπάιντεν, κλιμάκωση των πιέσεων στην Ουκρανική κυβέρνηση μέσα στο 2021 για να οξύνει την αντιπαράθεση με τη Ρωσία, ήταν η πρόκληση κρίσης ώστε να απομακρύνει κάθε προοπτική συνεργασίας μεταξύ της Ρωσίας και της ΕΕ – ουσιαστικά της Γερμανίας. Η αποτροπή ανάδειξης ανταγωνιστών αποτελεί άλλωστε πάγιο στόχο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Η ακύρωση του Nord Stream 2 ήταν κορυφαίο επίτευγμα αυτής της στρατηγικής. Η “επαναστρατιωτικοποίηση” της ΕΕ μέσα στο ΝΑΤΟ, ένα δεύτερο.
- Μια από τις ειρωνείες της ιστορίας είναι το ότι οι ενεργειακές κυρώσεις στη Ρωσία ενδέχεται να οδηγήσουν στην επίσπευση της άρσης των κυρώσεων στο Ιράν (αν και εκεί θα παρεμβληθεί ίσως η Ρωσία) και τη Βενεζουέλα (;). Είναι επίσης άξιο επισήμανσης πως ούτε τα εμιράτα του Κόλπου, ούτε η Σαουδική Αραβία δεν προτίθενται να κάνουν το παραμικρό για την ενεργειακή διευκόλυνση της Δύσης. Παράλληλα, αν και υπήρξε μεγάλη πλειοψηφία καταδίκης της εισβολής στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, η προθυμία των χωρών του παγκόσμιου Νότου για την επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία είναι σχεδόν μηδενική εκτός Δύσης.
- Αν η Ευρώπη θεωρεί πως είναι εφικτή η φυγή προς τα μπρος μέσω των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα έχει να αντιμετωπίσει μια σειρά προβλήματα που έχουν να κάνουν με την κεντρικότητα των Ρωσικών πρώτων υλών στις ΑΠΕ. Η Ρωσία είναι παραγωγός κρίσιμων ποσοτήτων από υλικά που είναι απαραίτητα για την «πράσινη μετάβαση» όπως σχεδιάζεται, ξεκινώντας από το νικέλιο, του οποίου η τιμή έχει ήδη πάει στα ουράνια μετά την εισβολή, καθώς μία μόνο ρωσική εταιρεία η Nornickel, που η WSJ έχει χαρακτηρίσει «πολύ μεγάλη για να της επιβληθούν κυρώσεις» παράγει το 5% του παγκόσμιου νικελίου (η Ρωσία συνολικά σχεδόν το 10%), και το 20% του υψηλής καθαρότητας νικελίου, που είναι απαραίτητο για τη δημιουργία μπαταριών ηλεκτρικών αυτοκινήτων. Η ίδια εταιρεία παράγει και το 40% του παγκοσμίως παραγόμενου παλλαδίου (44% όλη η Ρωσία), κεντρικής πρώτης ύλης για τη δημιουργία καταλυτικών κινητήρων. Οι ανεμογεννήτριες επίσης θέλουν ατσάλι (η Ρωσία εξήγαγε το 2017 το 7% του παγκόσμιου όγκου ατσαλιού), αλουμίνιο (περί το 5% του παραγόμενου αλουμινίου παγκοσμίως είναι από τη Ρωσία) και τιτάνιο (15-20%). Παρότι πιθανόν θα εξαιρεθούν από τις κυρώσεις, η τιμή των μετάλλων αυτών αναμένεται να μείνει ψηλά.
- Με την τροφοδοσία με αέριο να συνεχίζεται, παρότι με επισφαλείς προοπτικές, και τις τιμές ενέργειας σε καταστροφικά για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις ύψη, οι χώρες της Ευρώπης, η μία μετά την άλλη, αρχίζουν να αυξάνουν την παραγωγή ενέργειας από γαιάνθρακες. Παράλληλα, το εισαγόμενο LNG (Υγροποιημένο Φυσικό Αέριο) από ΗΠΑ ή από οπουδήποτε αλλού είναι ανθρακικά δυσμενέστερο (μέχρι και δυο φορές) για το κλίμα από το φυσικό αέριο των αγωγών (“φυσικό αέριο” είναι ο ευφημισμός της βιομηχανίας υδρογονανθράκων για το μεθάνιο, υπενθυμίζω). Η Γαλλία είχε πέρυσι μόλις, μπλοκάρει την εισαγωγή αμερικάνικου σχιστολιθικού αερίου σε μορφή LNG γιατί ήταν πολύ “βρώμικο”. Ειδικά για το σχιστολιθικό πετρέλαιο και αέριο που παράγουν ΗΠΑ και Καναδάς (shale oil / gas) ερευνητές ισχυρίζονται πως στον πλήρη κύκλο εξόρυξης – παραγωγής – μεταφοράς – συμπίεσης, – μεταφοράς – καύσης, παράγει περισσότερο άνθρακα από το αέριο των αγωγών και ο τρόπος εξόρυξής του εμπλέκεται στην απότομη αύξηση του μεθανίου στην ατμόσφαιρα της Γης τα τελευταία χρόνια. Στον βαθμό που δεν περιοριστεί η αναταραχή, είναι βέβαιο πως η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής έχει μπει σε τρίτη μοίρα στην ΕΕ (αν ήταν πραγματικά ποτέ καν σε δεύτερη). Στον βαθμό που είναι εφικτό δεν θα προκαλεί καμία εντύπωση που η μία μετά την άλλη από τις χώρες της ΕΕ άρχιζαν να στρέφονται προς την πυρηνική ενέργεια…
- Όμως αν στην ενέργεια βλέπουμε τις άμεσα αισθητές παρενέργειες του Πρώτου Παγκόσμιου Οικονομικού Πολέμου που προκαλεί η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η πλέον θανατηφόρα αφορά τα τρόφιμα. Σε μια αγορά τροφίμων, μάλιστα, που ήδη βρισκόταν σε κρίση πολύ πριν ξεκινήσει ο πόλεμος και οι κυρώσεις. Η Ρωσία και Ουκρανία μαζί παράγουν περί το 30% του σιταριού στον κόσμο, το 19% του καλαμποκιού το 80% του ηλιελαίου. 12% των θερμίδων που διακινούνται στον κόσμο. Παρότι το εμπόριο τροφίμων εξαιρείται από τις κυρώσεις, η παρεμπόδιση των συναλλαγών και ο φόβος των συνεπειών της παραβίασης τους, θα δημιουργήσει επιπλέον δυσκολίες. Η κρίση έχει οδηγήσει τον δείκτη του Παγκόσμιου Οργανισμού Τροφίμων σε ύψη παρόμοια με εκείνα της πετρελαϊκής κρίσης της δεκαετίας του 1970 – και ακόμα ανεβαίνει. Από μόνος του ο πόλεμος στην Ουκρανία θα παρήγαγε διατροφική ανασφάλεια – ιδίως αλλά όχι μόνον στην Αφρική – οι κυρώσεις όμως περιπλέκουν ακόμα περισσότερο την κατάσταση.
- Άλλωστε, οι κυρώσεις στη Ρωσία έχουν άμεση επίπτωση στην παραγωγή και την κυκλοφορία λιπασμάτων με συνέπειες στην παραγωγικότητα των καλλιεργειών ή/και στο κόστος της παραγωγής παντού στον κόσμο. Η πείνα θα πλήξει ιδιαίτερα έντονα την Αφρική η οποία ήδη βρισκόταν σε διατροφική κρίση και πριν την έναρξη του πολέμου. Ο πόλεμος και οι κυρώσεις στη Ρωσία, αν δεν παρθούν μέτρα – που κανείς ακόμα πάντως δεν έχει αρχίσει να συζητά σοβαρά – ενδέχεται να προκαλέσουν περισσότερους νεκρούς από πείνα παρά από τις πολεμικές επιχειρήσεις, και ενδέχεται να έχει καταστροφικότερες συνέπειες από ότι στη Ρωσία την ίδια ή την Ευρώπη, στην Αφρική και τον αναπτυσσόμενο κόσμο. Ας λάβουμε επίσης υπόψη την ιστορική σύνδεση της διατροφικής ανασφάλειας με την κοινωνική και την πολιτική αναταραχή: το ντόμινο των κρίσεων κάθε είδους ενδέχεται να πολλαπλασιαστεί.
- Οι κυρώσεις βέβαια είναι και παραμένουν μια μορφή οικονομικού πολέμου που πλήττει φονικά τους ασθενέστερους. Αυτό μας δείχνουν οι κυρώσεις στο Αφγανιστάν, το Ιράκ, στη Βενεζουέλα, στο Ιράν κ.ο.κ. Επειδή όμως όπως είπαμε αυτός ο οικονομικός πόλεμος θα κοστίσει και στις δύο πλευρές, αυτές τις θυσίες που ζητάνε ο Μητσοτάκης, η Βον ντερ Λάιεν, ο Μπάιντεν και οι λοιποί, θα κληθούν να τις επωμιστούν δυσανάλογα οι οικονομικά ασθενέστεροι στις Δυτικές κοινωνίες και κάθε διαμαρτυρία θα μεταφράζεται ως “φιλοπουτινισμός”. Φυσικά, όπως είπαμε, ακόμα πιο χαμένοι ως παράπλευρες απώλειες θα είναι οι κάτοικοι των αναπτυσσόμενων χωρών, ιδίως στην Αφρική, αλλά η Δύση έχει μάθει ιστορικά να τους αγνοεί αυτούς, ούτως ή άλλως. Γενικά οι αμερικανικές κυρώσεις (δεν έχουν εγκριθεί από τον ΟΗΕ, παραμένουν μονομερείς) ιδίως οι δευτερογενείς (κυρώσεις σε όσους δεν υπακούν στην κυρώσεις των ΗΠΑ ανεξάρτητα της εθνικότητάς τους) εγείρουν και ζητήματα διεθνούς νομιμότητας.
- Για τους Ρώσους ολιγάρχες και τις περιουσίες τους, παρά τις θεαματικές ενέργειες εναντίον τους, ας κρατάμε μικρό καλάθι. Η τοποθέτηση χρημάτων από τους ολιγάρχες αυτούς εκτός Ρωσίας, ήταν τμήμα της γελτσινικής λεηλασίας του ρωσικού πλούτου με τις ευλογίες των ΗΠΑ τη δεκαετία του 1990. Αυτή η μεταφορά του πλούτου της Ρωσίας (της ΕΣΣΔ γενικότερα) στη Δύση ήταν ένα από τα τρόπαια θριάμβου της Δύσης από το θησαυροφυλάκιο του ηττημένου στον Ψυχρό Πόλεμο. Οι Ρώσοι ολιγάρχες μάλιστα είχαν και έχουν στενότατους δεσμούς με σχεδόν όλες τις κυβερνήσεις της Ευρώπης. Προκύπτει όμως πως είναι δύσκολο να “τιμωρήσεις” ένα άτομο που στου οποίου την περιουσία συγκαταλέγονται τεράστιες εταιρείες, όπως στην περίπτωση του Ντεριπάσκα προ ετών π.χ. που βγήκε κάποια στιγμή από τη λίστα των κυρώσεων γιατί η τιμή του Αλουμινίου (βασικός παραγωγός του οποίου ήταν η En+ του Ντεριπάσκα) έφτασε στα ουράνια. Έτσι το ποιος μπαίνει και ποιος δεν μπαίνει στη λίστα των κυρώσεων βασίζεται στους ίδιους περιορισμούς που αναφέραμε πιο πάνω για την κρισιμότητα της Ρωσικής παραγωγής. Ο Βλάντιμιρ Ποτάνιν π.χ. ιδιοκτήτης της Nornickel που αναφέραμε πιο πάνω, πρωταγωνιστής της λεηλασίας της δεκαετίας του 1990 και πιθανόν ο πιο πλούσιος άνθρωπος στη Ρωσία, εξαιρείται των κυρώσεων. Ο Ποτάνιν χτύπησε το καμπανάκι στη Ρωσική κυβέρνηση πως τυχόν εθνικοποιήσεις μεγάλων εταιρειών θα επιστρέψουν τη Ρωσία στο «1917» και θα έχουν (αυτές και όχι η εισβολή) πολύ κακές συνέπειες στο επενδυτικό κλίμα. Σχόλιο ενδεικτικό, συν τοις άλλοις, για τον βραχύ χρονικό ορίζοντα της κρίσης όπως τον εκτιμά η Ρωσική πλουτοκρατία. Σημειώνουμε πως ίσως οι περισσότεροι από τους λεγόμενους “ολιγάρχες του Πούτιν” είναι – όπως ο Ποτάνιν – «κληρονομιά» από την εποχή του, υποστηριζόμενου από τη Δύση, Γέλτσιν.