Οι διαδηλωτές γκρεμίζουν τα σύμβολα αποικιοκρατίας
του Παναγιώτη Παπαδομανωλάκη
Δύο εβδομάδες μετά την δολοφονία του Τζόρτζ Φλόιντ, η οργή των διαδηλωτών βάζει στο στόχαστρο τα σύμβολα της δουλείας και της καταπίεσης, της αποικιοκρατίας και της ιμπεριαλιστικής πολιτικής. Ξεκίνησαν με τα σφυροδρέπανα που έκαναν την εμφάνισή τους στο μνημείο στο Λόρενσβιλ των ΗΠΑ, με τα ονόματα των βετεράνων του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, της λεγόμενης «Εποχής της Καταστροφής»(Hobsbaum). Στο σφαγείο των λαών, οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί υπολογίζεται πως δολοφόνησαν περίπου 66 εκατομμύρια ανθρώπους, από τους οποίους μόλις 8,6 εκατομμύρια ήταν στρατιώτες. Αν προσθέσουμε του έμμεσους θανάτους, όπως πείνα και ισπανική γρίπη, τότε μιλάμε για έως και 50 εκατομμύρια επιπλέον νεκρούς, θύματα των ανταγωνισμών των μεγάλων δυνάμεων για την κυριαρχία των αγορών.
Στο Μπρίστολ της Αγγλίας, διαδηλωτές γκρέμισαν και πέταξαν στο λιμάνι το άγαλμα του δουλεμπόρου Έντουαρντ Κόλστον. Ο Κόλτσον, τον οποίο τίμησαν ως «ευεργέτη» αφιερώνοντας του το εικονιζόμενο χάλκινο άγαλμα το 1895, υπήρξε υποδιοικητής της Βασιλικής Αφρικανικής Εταιρείας, η οποία είχε τότε το μονοπώλιο του δουλεμπορίου στην Δ. Αφρική. Η Αφρικανική Εταιρείας ιδρύθηκε από τον βασιλιά Κάρολο τον Β’ και τον αδερφό του, Δούκα της Υόρκης (αργότερα τον βασιλιά Ιάκωβο τον Β’, ο οποίος ήταν ο διοικητής της εταιρείας, μαζί με τους εμπόρους του City του Λονδίνου. Οι σκλάβοι σημαδεύονταν με τα αρχικά της εταιρίας(RAC), η οποία μετέφερε στην Αμερική περισσότερες υποδουλωμένες Αφρικανές, άνδρες και παιδιά από οποιονδήποτε άλλο οργανισμό καθ’ όλη τη διάρκεια του διατλαντικού δουλεμπορίου», σύμφωνα με τον ιστορικό William Pettigrow.
Από το 17ο-18ο αιώνα, όταν οι Ευρωπαίοι δουλέμποροι μετατόπισαν τις δραστηριότητες τους από την Ευρώπη στην Αμερική όπου οι φυτείες των ευρωπαϊκών αποικιών χρειάζονταν φθηνό εργατικό δυναμικό, το δουλεμπόριο από τις αφρικανικές αποικίες γνώρισε ιδιαίτερη «άνθιση». Στα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Νέου Κόσμου, μεταξύ 1450-1800 υπολογίζεται πως ξεφορτώθηκαν 10 εκατομμύρια σκλάβοι, με περίπου 1,5 εκατομμύριο από αυτούς να χάνουν την ζωή τους πριν ακόμα πατήσουν το πόδι τους στην αμερικάνικη ήπειρο. Το δουλεμπόριο υπήρξε τροφοδότης του ευρωπαϊκού καπιταλισμού, που βασίστηκε στις δουλοκτητικές αγροτικές οικονομίες του Ν. Κόσμου, για να ενισχύσει την κατανάλωση και τις εισαγωγές. Όπως έγραψε ο Καρλ Μαρξ, «Η καλυμμένη δουλεία των μισθωτών εργατών στην Ευρώπη απαιτούσε, ως υπόβαθρό της, τη δουλεία, καθαρή και απλή».
Στις Βρυξέλλες, οι διαδηλωτές έβαψαν κόκκινο σαν το αίμα το άγαλμα του Λεοπόλδου του Β’ του Βελγίου, γράφοντας την λέξη «ΝΤΡΟΠΗ» και φωνάζοντας «αποζημιώσεις». Ο επονομαζόμενος «σφαγέας του Κονγκό», στην διάσκεψη του Βερολίνου (1885) πέτυχε να παραχωρηθεί η αφρικανική χώρα στον ίδιο όχι ως αποικία του βασιλείου του Βελγίου αλλά ως ατομική του ιδιοκτησία. Δημιούργησε την δική του εταιρία εξαγωγής καουτσούκ, με τους Κονγκολέζους να γίνονται σκλάβοι στην πατρίδα τους, η οποία μετατράπηκε σε προσωπική αποικία του Λεοπόλδου. Ο συνολικός αριθμός των εκτελέσεων εκτιμάται σε 10 εκατομμύρια οι περισσότεροι με τα χειρότερα βασανιστήρια. Η ενδημική βία, συμπεριλαμβανομένων εκτελέσεων, ακρωτηριασμού, βιασμών και απαγωγής, σε συνδυασμό με ένα σύστημα καταναγκαστικής εργασίας και αδίστακτης εκμετάλλευσης των πόρων, καθώς και η διάδοση ασθενειών, συνέβαλαν σε δραματική δημογραφική μείωση.
Σύμφωνα με έκθεση της ομάδας Εργασίας Εμπειρογνωμόνων του ΟΗΕ για τα Άτομα Αφρικανικής Καταγωγής, οι φυλετικές διακρίσεις και η περιθωριοποίηση κατά των Αφρικανών «είναι ενδημική» στην πρωτεύουσα της ΕΕ, είναι εγγενώς ενσωματωμένη στον πολιτισμό μέσω της αποικιοκρατίας για την οποία το Βέλγιο πρέπει να απολογηθεί. Ορισμένοι ιστορικοί πρότειναν ότι η βία στο ελεύθερο κράτος του Κονγκό συνέβαλε στην οικοδόμηση της «γέφυρας μεταξύ του ιμπεριαλισμού του δέκατου ένατου αιώνα και του φασισμού του εικοστού αιώνα(Stanley, 2012), καθώς η χρήση μαζικής βίας, ο ρόλος της γραφειοκρατίας και οι ρατσιστικές υποθέσεις που προέκυψαν στο πλαίσιο της αποικιοκρατίας προανήγγειλαν τη μαζική δολοφονία βιομηχανικής κλίμακας από την ναζιστική Γερμανία του 20ο αιώνα. Η λευκή ανωτερότητα και «επιστημονικός ρατσισμός», λειτούργησαν ως κυρίαρχη ιδεολογία της αποικιοκρατίας, όπως ο αντισημιτισμός λειτούργησε για το Γ’ Ράιχ ως άλλοθι συστηματική εξόντωσης βιομηχανικής κλίμακας των εβραϊκών εργατικών χεριών στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Ο ακρωτηριασμός χρησιμοποιούνταν συχνά ως τιμωρία στο ελεύθερο κράτος του Κονγκό, υπό τον έλεγχο του Leopold II. Φωτογραφία: Παγκόσμια Αρχειοθήκη Ιστορίας/Παγκόσμια Ομάδα Εικόνων μέσω του Getty Images
Στην Αγγλία, οι διαδηλωτές έγραψαν κάτω από το άγαλμα του Τσόρτσιλ «ρατσιστής», προκαλώντας την οργή κάποιων Βρετανών που θυμήθηκαν πως διατέλεσε πρόεδρος κατά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο ενάντια στις δυνάμεις του φασιστικού Άξονα. Οι απολογητές του θέλουν να διαγράψουν από την ιστορία την Αντι-Κομιντέρν συμμαχία, τα λόγια θαυμασμού προς τον Χίτλερ και τον Μουσολίνι, τον λιμό της Βεγγάλης και τα Δεκεμβριανά. Όπως θέλουν να σβήσουν και το παρακάτω απόφθεγμα του «αντιφασίστα» πρωθυπουργού:
Δεν δέχομαι ότι ο σκύλος έχει το τελικό δικαίωμα στο σπιτάκι, παρόλο που μπορεί να έμεινε εκεί για πάρα πολύ καιρό. Δεν αποδέχομαι αυτό το δικαίωμα. Δεν δέχομαι, για παράδειγμα, ότι έχει γίνει κάποια μεγάλη αδικία στους Κόκκινους Ινδιάνους της Αμερικής ή στους μαύρους ανθρώπους της Αυστραλίας. Δεν παραδέχομαι ότι κάποια αδικία έγινε σ’ αυτούς τους ανθρώπους από το γεγονός ότι μια δυνατότερη φυλή, μια φυλή ανώτερης βαθμίδας ή, εν πάση περιπτώσει, μια πιο εκλεπτυσμένη φυλή, για να το θέσω έτσι, ήρθε και πήρε τον τόπο τους. Δεν το αποδέχομαι αυτό. Δεν νομίζω ότι οι Κόκκινοι Ινδιάνοι είχαν οποιοδήποτε δικαίωμα να λένε ότι η Αμερικανική ήπειρος ανήκει σε εμάς και δεν πρόκειται να αφήσουμε κανέναν απ’ αυτούς τους Ευρωπαίους εποίκους να έρχονται εδώ.
Η ρατσιστική ιδεολογία της αποικιοκρατίας αποτελεί μέχρι σήμερα όπλο της ιμπεριαλιστικής πολιτικής. Η ισλαμοφοβία για παράδειγμα, ήταν και είναι ένα ιδεολογικό εργαλείο για τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς στην Μ. Ανατολή. Η ξενοφοβία χτίζει τείχη γύρω από τις καπιταλιστικές μητροπόλεις, καταδικάζοντας τα θύματα των πολέμων και των καταστροφών που επιφέρει η καπιταλιστική ανάπτυξη(φτωχοποίηση), κλιματική αλλαγή, κλοπή πόρων) να πεθάνουν μακριά από τους λευκούς ανθρώπους της μητρόπολης, ενώ τα φτωχοποιημένα στρώματα των δυτικών κοινωνιών εκπαιδεύονται να θεωρούν ως απειλή τους πρόσφυγες και όχι το σύστημα που τους προκαλεί. Παράλληλα, η σινοφοβία επανέρχεται ως βασική στρατηγική επιλογή της ιμπεριαλιστικής προπαγάνδας, για να νομιμοποιήσει τους σχεδιασμούς της, από τον ίδιο τον πρόεδρο των ΗΠΑ.
Οι μειονότητες, οι μετανάστες και όσοι δεν μετέχουν του «λευκού πολιτισμού», χρησιμοποιούνται ως φθηνά εργατικά χέρια και θύματα της πιο σκληρής εκμετάλλευσης.Τα αγάλματα που «βανδαλίζονται» δεν είναι παρά μέρος ενός πολιτισμού που βασίζεται στην σκλαβιά και την υποταγή λαών.
Μνήμη ενός αποκρουστικού παρελθόντος που οι ρίζες του αποτελούν θεμέλιο της σύγχρονης φυλετικής καταπίεσης και του δομικού ρατσισμού.