1

Ένας δρόμος ανασυγκρότησης του Κομμουνιστικού Κινήματος (Μέρος Α’)

 

του Διονύση Περδίκη

 

Στο παρόν άρθρο σκιαγραφούμε συνοπτικά έναν δρόμο ανασυγκρότησης του Κομμουνιστικού Κινήματος (ΚΚ στο εξής) στη χώρα μας (Μέρος Β’), λαμβάνοντας υπόψη τη συγκεκριμένη κατάσταση της σημερινής ιστορικής συγκυρίας (Μέρος Α’).

 

Μέρος Α’:

Η ιστορική συγκυρία και ο κρίκος της ανασυγκρότησης του ΚΚ

 

Ξεκινάμε με ορισμένες βασικές παραδοχές για την συγκυρία αυτή:

  1. Το ΚΚ διεθνώς περνάει εδώ και αρκετές δεκαετίες μια σοβαρή στρατηγική κρίση. Στην κρίση αυτή συνέβαλαν σημαντικά ιστορικά γεγονότα και τάσεις όπως
    • η ανάκαμψη και χρυσή περίοδος κερδοφόρας, ταχύρρυθμης ανάπτυξης του καπιταλισμού μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο,
    • σε συνδυασμό με τα όρια στα οποία έφτασαν οι σοσιαλιστικές επαναστάσεις, την τάση αντιστροφής τους, και την υπερίσχυση τελικά της αντεπανάστασης στις χώρες του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού»,
    • το νέο κύμα ιμπεριαλιστικών πολιτικών μετά την κρίση της δεκαετίας του 1970 με τη μορφή του νεοφιλελευθερισμού,
    • και της επέκτασης και εμβάθυνσης της διεθνοποίησης της παραγωγής με τη μεταφορά της πλειοψηφίας του βιομηχανικού προλεταριάτου στις αναπτυσσόμενες χώρες,
    • οι συνεπαγόμενες αλλαγές στην παραγωγή (πχ η μείωση των μαζικών εργοστασίων στις ανεπτυγμένες χώρες ή η αύξηση των υπηρεσιών),
    • και στην εργασία (η πολυδιάσπαση των ειδικοτήτων και σχέσεων εργασίας, η αύξηση της διανοητικής ή και ψηφιακής εργασίας κοκ),
    • η μείωση της συνδικαλιστικής πυκνότητας και της ισχύος του συνδικαλιστικού κινήματος,
    • η αλλαγή των προτύπων κατανάλωσης και αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης,
    • οι συνέπειες των παραπάνω στη διαμόρφωση του σύγχρονου κοινωνικού υποκειμένου, της κοινωνικής συνείδησης, των διαφόρων πτυχών του πολιτισμού κοκ
  2. Η στρατηγική αυτή κρίση έχει ως αποτέλεσμα τα υπάρχοντα κομμουνιστικά κόμματα και οργανώσεις να μην ανταπεξέρχονται στον ιστορικό τους ρόλο, δηλ. της ηγεσίας στα εργατικά και λαϊκά κινήματα στην κατεύθυνση της σοσιαλιστικής επανάστασης και οικοδόμησης,
  3. αλλά δεν ακυρώνει την αναγκαιότητα ύπαρξης κομμουνιστικών κομμάτων με τα εξής χαρακτηριστικά:
    • στενούς και σταθερούς δεσμούς με το σύνολο της εργατικής τάξης και μεγάλο μέρος των υπόλοιπων, συμμαχικών, λαϊκών κοινωνικών στρωμάτων,
    • επιστημονικά επεξεργασμένη στρατηγική για τη συγκέντρωση δυνάμεων και προσέγγιση της επανάστασης,
    • πολιτική πρακτική που να συνδυάζει διαλεκτικά στρατηγική και τακτική,
    • εσωτερική δημοκρατία συνδυασμένη με ενιαία δράση στη βάση της συνειδητής πειθαρχίας, δηλ. την ουσία του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού.

      Αποτελεί, λοιπόν, ζητούμενο η δημιουργία κομμουνιστικών κομμάτων που να βρουν τις ιστορικά νέες μορφές μέσα από τις οποίες θα ικανοποιηθούν οι παραπάνω αναγκαίες προϋποθέσεις.

  1. Η κρίση του ΚΚ αφορά και τη χώρα μας, παρόλη την ύπαρξη ενός σχετικά μεγάλου και δυνατού κομμουνιστικού κόμματος, του ΚΚΕ. Έχουμε αναφερθεί σε προηγούμενη αρθρογραφία γιατί το ΚΚΕ δεν ικανοποιεί τα παραπάνω κριτήρια, και δεν παίζει τον ιστορικό του ρόλο σήμερα[1]. Αρκεί εδώ να αναφέρουμε ότι αυτό συνάγεται και εκ του αποτελέσματος της ταξικής πάλης στη χώρα μας την τελευταία δεκαετία της μεγαλύτερης καπιταλιστικής κρίσης από το 1929, όταν και η πολιτική του ΚΚΕ συνέβαλε, όχι απλά στην ήττα, αλλά και στην αποδυνάμωση του εργατικού και λαϊκού κινήματος, όπως και του ίδιου του κόμματος. Σε συνδυασμό με την έλλειψη οποιασδήποτε (δυνατότητας) ουσιαστικής αυτοκριτικής εκ μέρους του[2], δεν φαίνονται να υπάρχουν σήμερα περιθώρια αντιστροφής της πορείας του αυτής.
  2. Η ανασυγκρότηση του ΚΚ δεν μπορεί να συμβεί εν κενώ, αλλά μόνο μέσα από διαδικασίες πολιτικής παρέμβασης στην ταξική πάλη, η οποία αναμένεται, μάλιστα, να οξυνθεί κατακόρυφα στο επόμενο χρονικό διάστημα, λόγω της νέας φάσης της καπιταλιστικής κρίσης με την ιδιαίτερη μορφή που της δίνει η πανδημία του κορονοϊού. Το ίδιο, άλλωστε, συνέβη τόσο στα πρώτα βήματα του ΚΚ (όταν δρούσαν πολιτικά οι Μαρξ και Ένγκελς), αλλά και κατά την ίδρυση των κομμουνιστικών κομμάτων «νέου τύπου» στην εποχή των πρώτων σοσιαλιστικών επαναστάσεων με την ηγετική μορφή του Λένιν. Στη διαδικασία αυτή θα πρέπει να συμβαδίζει η ανάπτυξη της μαρξιστικής-λενινιστικής θεωρίας στη βάση των νεότερων εξελίξεων στον σύγχρονο καπιταλισμό, αλλά και της ιστορικής εμπειρίας των σοσιαλιστικών επαναστάσεων, οικοδόμησης, και τελικά αντεπανάστασης, με την πράξη της πολιτικής παρέμβασης στη διεξαγόμενη ταξική πάλη. Δεν μπορεί να προηγηθεί η ανάπτυξη της θεωρίας στο σύνολό της, εν κενώ, ούτε να βαδίσουμε πολιτικά με κάποιον «τυφλοσούρτη» ή «βλέποντας και κάνοντας».
  3. Τέλος, η ανασυγκρότηση αυτή δεν μπορεί παρά να περάσει από τη διάλυση ή και παρακμή μέχρι εξαφάνισης των επιμέρους διάσπαρτων πολιτικο-ιδεολογικών οργανώσεων που συνιστούν σήμερα το χώρο της εξωκοινοβουλευτικής κομμουνιστικής αριστεράς, αλλά και να επηρεάσει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο και την πορεία του ίδιου του ΚΚΕ, χωρίς όλα αυτά να αποτελούν, βέβαια, τον κεντρικό σκοπό. Ωστόσο, δεδομένης της σημερινής στάσης του ΚΚΕ στο θέμα των συνεργασιών, εξαιρείται προς το παρόν από τη συζήτηση που ακολουθεί.

Το βασικό πρόβλημα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε στην πορεία ανασυγκρότησης είναι η διαλεκτική αυτή σύνδεση μεταξύ θεωρίας και πράξης, το πως θα λύνουμε θεωρητικά προβλήματα στη βάση της ανάγκης να κατευθύνουμε πολιτικά την καθημερινή μας παρέμβαση στην ταξική πάλη, και το πως, στην αντίστροφη κατεύθυνση, θα διαμορφώνουμε μια ουσιαστική ιδεολογική, στρατηγική ενότητα στη βάση των αποτελεσμάτων που μας φέρνει η ίδια η ζωή, μέσω της ταξικής πάλης.

Η οργανωτική πλευρά του προβλήματος αυτού αντιστοιχεί στις δυσκολίες ενιαίας δράσης και πολιτικο-ιδεολογικής σύγκλισης των δυνάμεών μας, οι οποίες βρίσκονται πολυδιασπασμένες σε μικρές οργανώσεις ή συλλογικότητες, των οποίων οι αντιπαραθέσεις φέρουν ένα μεγάλο ιστορικό φορτίο, ιδεολογικό, πολιτικό, έως και στο επίπεδο των προσωπικών σχέσεων…

Πρέπει, άλλωστε, να έχει γίνει κατανοητό πλέον, ότι οι διαφορές αυτές δε λύνονται μέσω της ατέρμονης θεωρητικής ή ιδεολογικο-πολιτικής συζήτησης, ζύμωσης, φλύαρης αρθρογραφίας κοκ που αφορά ένα φοβερά μικρό αριθμό ανθρώπων του χώρου, όπως και ότι καμία από τις υπάρχουσες πολιτικές οργανώσεις δε διαθέτει τα ελάχιστα αναγκαία (μαζικότητα, σχέσεις με την εργατική τάξη και το λαό, θεωρητική και πολιτική ικανότητα κοκ) για να υπερισχύσει και να ηγηθεί, επιτυγχάνοντας με αυτόν τον τρόπο και την απαραίτητη ενοποίηση του χώρου.

Ο κρίκος, λοιπόν, που πρέπει να λυθεί άμεσα, είναι το πως δρούμε ενιαία, όχι κρύβοντας τις διαφορές μας κάτω από το χαλάκι για να τις πατήσουμε και γλιστρήσουμε στην πρώτη απότομη στροφή, αλλά προκειμένου να διαμορφωθεί εκείνη η κρίσιμη μάζα κομμουνιστών αγωνιστών και ικανότητας παρέμβασης στην ταξική πάλη που να μπορούν να τροφοδοτήσουν και τη λύση των διαφορών μας με την αναγκαία «πρώτη ύλη»;

 

 

[1]  Συνολική δήλωση με την αφορμή της διαγραφής μου από το ΚΚΕ, και άλλη αρθρογραφία στο ιστολόγιο του αρθρογράφου.

Αντεπίθεση ή υποχώρηση; Λενινισμός ή αριστερισμός;, άρθρο του ιδίου για το πρόγραμμα, στον προσυνεδριακό διάλογο του 19ου Συνεδρίου του ΚΚΕ.

Δημοκρατικός Συγκεντρωτισμός, άρθρο του ιδίου για το καταστατικό, στον προσυνεδριακό διάλογο του 19ου Συνεδρίου του ΚΚΕ.

[2] Η αντίφαση τακτικής και στρατηγικής ή για το πότε «δικαιώνονται» οι κομμουνιστές, άρθρο του ιδίου με αφορμή τον προσυνεδριακό διάλογο του 20ού Συνεδρίου του ΚΚΕ