του Γιάννη Τόλιου
Η πανδημία του covid-19 «έβαλε δύσκολα» στον νεοφιλελευθερισμό.! Ήταν ουσιαστικά μια «εξ ουρανού αποκάλυψη» των ανεπαρκειών του, να διασφαλίσει βασικά κοινωνικά αγαθά (υγεία, παιδεία, πρόνοια, κά), καθώς τη ρύθμιση οικονομικών σχέσεων με όρους κοινωνικής αποτελεσματικότητας. Παράλληλα η ανάγκη εκτεταμένης χρήση της τηλεκπαίδευσης, τηλεργασίας, τηλε-ιατρικής κά, αποκάλυψε τις ανεπάρκειες του ψηφιακού μετασχηματισμού (επιχειρήσεων, δημόσιας διοίκησης, ψηφιακής εκπαίδευσης, κατάρτισης, κλπ), καθώς και το στρεβλό τρόπο αξιοποίησης των ψηφιακών τεχνολογιών από την κυβέρνηση, την εργοδοσία και τα ψηφιακά μονοπώλια, σε βάρος των εργαζόμενων και λαϊκών στρωμάτων.
1.Ανεπάρκειες της «ψηφιακής ανάπτυξης» και ολιγοπωλιακή δομή
Το πρώτο συγκροτημένο σχέδιο «ψηφιοποίησης» της οικονομίας ήταν το επταετές για τη «Στρατηγική Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης» στα πλαίσια της προγραμματικής περιόδου 2014-2020. Σε συνέχεια το εξειδικευμένο σχέδιο «Εθνικής Ψηφιακής Στρατηγικής» (ΕΨΣ) 2016-21, παρ’ ότι ανέβηκε στη «Διαύγεια», ουδέποτε έγινε αντικείμενο συζήτησης στη Βουλή, ούτε υπήρξε ουσιαστικός διάλογος με κοινωνικούς φορείς. Τα αποτελέσματα, ως τις αρχές 2020, ήταν πενιχρά.! Το ποσοστό του πληθυσμού που χρησιμοποιούσε τακτικά διαδίκτυο ήταν από τα χαμηλότερα (67% σε σχέση με 81% στην ΕΕ). Το ίδιο και ο αριθμός των ατόμων που διέθεταν βασικό επίπεδο «ψηφιακών δεξιοτήτων» (46% σε σχέση με 57% στην ΕΕ). Επίσης η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει το χαμηλότερο ποσοστό στην κατάρτιση ειδικών ΤΕΠ (Τεχνολογίες Επικοινωνιών-Πληροφορικής), ενώ πάσχει από «διαρροή εγκεφάλων» στο εξωτερικό. Ταυτόχρονα οι «ψηφιακές δημόσιες υπηρεσίες» εξακολουθούν να αποτελούν τους δυσκολότερους τομείς των διαδικασιών ψηφιοποίησης. Παρά τα βήματα που έγιναν, οι επιδόσεις βρίσκονται στην τελευταία θέση της ΕΕ-28. Το συνολικό ποσοστό χρηστών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, είναι γύρω στο 40%, ενώ στην ΕΕ πάνω από 60%. Κάτι ανάλογο ισχύει στον ιδιωτικό τομέα, όπου η ψηφιακή και τεχνολογική ωριμότητα των επιχειρήσεων, κατείχε το 2019 την 28η θέση.!*
Οι κυριότερες αιτίες υστέρησης, βρίσκονται κατ’ αρχάς στην απουσία μακροπρόθεσμης στρατηγικής ανάπτυξης και ψηφιακού μετασχηματισμού της οικονομίας, που εκδηλώνεται: α) στο πεδίο των διαθέσιμων πόρων, β) της απουσίας προγράμματος εκπαίδευσης-κατάρτισης και ουσιαστική υπέρβαση του «ψηφιακού αναλφαβητισμού», γ) της φορολογικής πολιτικής στην παροχή ψηφιακών υπηρεσιών, καθώς δ) στην απουσία ελέγχου της κερδοσκοπικής ασυδοσίας των ψηφιακών εταιριών στην Ελλάδα, ιδιαίτερα των θυγατρικών πολυεθνικών μονοπωλίων (γερμανικής «Deutsche Telecom» μέσω ΟΤΕ & Cosmote, αγγλικής «Vodafon» και ιταλο-ολλανδικής «Wind») και τέλος ε) στην παρουσία και δράση του αμερικάνικου ψηφιακού ολιγοπωλίου «G.A.F.A.M.» (Google, Apple, Facebook, Amazon, Microsoft).!
Ειδικότερα οι προβλεπόμενοι δημόσιοι πόροι (εθνικοί και κοινοτικοί), για το σχέδιο «ΕΨΣ», ανέρχονται μόλις σε 1,06 δις € και με τους πόρους του Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης φθάνουν 1,1 δις. Δηλ. «σταγόνα στον ωκεανό» σε σχέση με τις απαιτήσεις ενός σχεδίου ψηφιακού μετασχηματισμού, ανάπτυξης σύγχρονων ευρυζωνικών δικτύων (οπτικές ίνες/5G) για μεταφορά μεγάλου όγκου δεδομένων με υψηλές ταχύτητες (Mbps), για την ψηφιακή υποστήριξη χρηστών, δημοσίων υπηρεσιών, επιχειρήσεων και ιδιαίτερα ΜμΕ.
Επίσης στον τομέα του «Ανθρώπινου Δυναμικού», παρά τη φιλολογία διαφόρων δράσεων για ενίσχυση των ψηφιακών δεξιοτήτων, εκπαιδευτικών κύκλων ΤΠΕ στην Παιδεία και στους εργαζόμενους στο Δημόσιο, ανάπτυξη διαδικτυακών μαθημάτων «δια βίου μάθησης», κά, παρέμειναν σε μεγάλο βαθμό γράμμα κενό. Χαρακτηριστικό είναι ότι στο «ΕΨΣ», δεν προβλέπεται κανένα καινοτόμο μέτρο που θα έδινε ώθηση στον ψηφιακό μετασχηματισμό όπως: α) Δωρεάν πρόσβαση στο διαδίκτυο, κάτι που έκανε η Εσθονία πριν είκοσι χρόνια και σήμερα βρίσκεται στην κορυφή των χωρών της ΕΕ. β) Κατάργηση ΦΠΑ στη σύνδεση με το Ιντερνέτ, που θα έδινε ώθηση στη χρήση ψηφιακών υπηρεσιών από ευρύτερες κατηγορίες πολιτών. γ) Εισαγωγή του μαθήματος «πληροφορικής» σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης για την υπέρβαση του «ψηφιακού αναλφαβητισμού». δ) Επιτάχυνση δημιουργίας των νέων σύγχρονων δικτύων και τέλος ε) Δεν υπάρχει καμιά συγκροτημένη πολιτική στα εργασιακά θέματα και ειδικότερα στα θέματα της απασχόλησης και της ανεργίας που σχετίζονται με το ψηφιακό μετασχηματισμό. Σε όλα αυτά υπάρχει εκκωφαντική σιωπή!!
2.Η «Βίβλος Ψηφιακού Μετασχηματισμού» 2020-2025
Η νέα εκδοχή του «ΕΨΣ» με τον επίσημο τίτλο: «Βίβλος Ψηφιακού Μετασχηματισμού 2020-2025», που εξαγγέλθηκε τελευταία και αναρτήθηκε στις 3 Δεκέμβρη 2020 στη «Διαύγεια» (www.digitalstrategy.gov.gr), έχει όλα τα χαρακτηριστικά (ασάφειες και ανεπάρκειες) του προηγούμενου «ΕΨΣ». Είναι χαρακτηριστικό ότι ο χρόνος δημόσιας διαβούλευσης είναι ελάχιστος (ως τις 17 Δεκέμβρη 2020 !!) και η όλη διαβούλευση τελειώνει με ένα «ναι» ή «όχι» σε κάθε προτεινόμενο πρόγραμμα.!! Συνολικά προβλέπονται 448 έργα, σε 17 κλάδους που ακολουθούν 14 κατευθυντήριες γραμμές. Οι προβλεπόμενοι πόροι για όλη την εξαετή περίοδο υπολογίζονται περί τα 6 δις, που προέρχονται κυρίως από πόρους του λεγόμενου «Ταμείου Ανάπτυξης» της ΕΕ, οι οποίοι όμως με τα «μπλοκαρίσματα» και αντιθέσεις στα κοινοτικά όργανα, είναι ζήτημα αν θα αρχίσουν να εκταμιεύονται πριν το τέλος 2021 (!). Επίσης παρά τις «κορώνες» για επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού, κανένα ουσιαστικά προωθητικό μέτρο δεν προβλέπεται (ούτε για φθηνό Ιντερνετ γίνεται λόγος, ούτε για εντατική κατάρτιση εργαζόμενων και νεολαίας, ούτε «δια βίου μάθηση»), ενώ είναι χαρακτηριστική η …«άκρα του τάφου σιωπή» στα εργασιακά ζητήματα (εργασιακές σχέσεις, δικαιώματα, νέες θέσεις εργασίας κλπ.!
3.Το ακριβό Ιντερνετ, φρένο στη διαδικασία ψηφιοποίησης
Θα πρέπει να τονίσουμε, ότι πολύ μεγάλο εμπόδιο στον ψηφιακό μετασχηματισμό, είναι η υψηλή φορολογία κινητής τηλεφωνίας και σύνδεσης με Ίντερνετ (ο μέσος ΦΠΑ στις ευρωπαϊκές χώρες είναι γύρω στο 20%, ενώ στην Ελλάδα διπλάσιος, 46 λεπτά ανά ευρώ). Ακόμα κι αν αγνοήσουμε τον υψηλό ΦΠΑ, σύμφωνα με έρευνα της εταιρίας «Rewheel» για λογαριασμό της Επιτροπής Ανταγωνισμού της ΕΕ, η ελληνική αγορά κατατάχτηκε τρίτη με υψηλότερη βαθμολογία «κλειστού ολιγοπωλίου» στις αγορές της ΕΕ-28. Οι καταναλωτές δυσκολεύονται να αγοράσουν gigabytes σε προγράμματα 4G κινητής τηλεφωνίας με 1000 λεπτά ομιλίας και κόστος 30 € το μήνα.!
Ένα ριζοσπαστικό μέτρο, για να μπει φραγμός στην ασυδοσία των εταιριών, είναι η άμεση επιστροφή του ΟΤΕ στο δημόσιο έλεγχο και το σπάσιμο του ψηφιακού ολιγοπωλίου.! Παράλληλα χρειάζεται δραστική μείωση των τραπεζικών προμηθειών στις ηλεκτρονικές συναλλαγές (πλαστικές κάρτες και ηλεκτρονικό εμπόριο), καθώς και φορολογία κερδών των πολυεθνικών εταιριών G.A.F.A.M. για τις εργασίες τους στην Ελλάδα.
Χρειάζεται να γίνει συνείδηση ότι το Ίντερνετ αποτελεί πλέον αγαθό πρώτης ανάγκης, όπως οι άλλες υπηρεσίες κοινής ωφέλειας. Με τη μείωση του κόστους του Ίντερνετ, των φόρων και των προμηθειών, θα δινόταν μια γενικότερη ώθηση στις ψηφιακές συναλλαγές, με θετικές προεκτάσεις στη καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, στην εξυπηρέτηση των πολιτών και στο ψηφιακό μετασχηματισμό της χώρας.
4.Ο «τραγέλαφος» της τηλεκπαίδευσης και τηλεργασίας
Τα προβλήματα που προέκυψαν από την εσπευσμένη εφαρμογή, λόγω covid-19, της «τηλεκπαίδευσης» και «τηλεργασίας», έχουν τις ρίζες τους στις παραπάνω αιτίες, ενώ προέκυψαν και ειδικότερα προβλήματα. Για παράδειγμα στην «τηλεκπαίδευση», χωρίς την εξασφάλιση δωρεάν παροχής ηλεκτρονικού εξοπλισμού (laptop, tablets) και δραστική μείωση του κόστους της σύνδεσης με το Ιντερνετ, η «εξ αποστάσεως εκπαίδευση» για το 1/3 των μαθητών που προέρχονται από οικογένειες χαμηλού εισοδήματος, γίνεται «όνειρο απατηλό».! Επίσης τα τεράστια ελλείμματα ψηφιακών υποδομών στα σχολεία (μόλις το 10% μπορούν να υποστηρίξουν την τηλεκπαίδευση), κάνουν πρακτικά ανέφικτη τη γενικευμένη εφαρμογή της, πέρα από τον προβληματικό της χαρακτήρα, ως μορφή εκπαίδευσης, ιδιαίτερα για μαθητές.
Από την άλλη οι εκπαιδευτικοί και ιδιαίτερα οι αναπληρωτές, επωμίζονται ένα πρόσθετο δυσανάλογα μεγάλο οικονομικό βάρος, για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της «τηλεκπαίδευσης». Κατά συνέπεια η πρόσβαση όλων των εκπαιδευτικών δομών στο δωρεάν και γρήγορο διαδίκτυο, η ενίσχυση τους με αναγκαίο εξοπλισμό και η αναβάθμιση των ψηφιακών δεξιοτήτων, διδασκόντων και διδασκομένων, αποτελούν αναγκαίες προϋποθέσεις για αποτελεσματική εφαρμογή της «τηλεκαίδευσης», όπου και όταν αυτή κριθεί απολύτως αναγκαία.!
Όσο για την «τηλεργασία», η εργοδοσία και η κυβέρνηση, αξιοποιούν την πανδημία ως «παράθυρο ευκαιρίας» για εφαρμογή νέων αντεργατικών μέτρων. Αν υπολογίσουμε τις ρυθμίσεις που προβλέπονται στο νέο ΝΣ που πήγε προς ψήφιση στη Βουλή (ντε φάκτο κατάργηση 8ωρου, αύξηση της υπερεργασίας, συρρίκνωση εργατικών αμοιβών, αύξηση περιορισμών στην κήρυξη απεργίας, ψαλίδισμα συνδικαλιστικών ελευθεριών, κά), γίνεται φανερή η ταξική επιδίωξη εγκλεισμού των εργαζόμενων, με αφορμή τον covid-19, σε καθεστώς πειθαρχημένης διαβίωσης.
Τα συγκεκριμένα μέτρα το μόνο που διευκολύνουν τελικά, είναι η κίνηση της κοινωνίας προς ένα «δυστοπικό μέλλον», για τη μεγάλη πλειοψηφία των εργαζόμενων και λαϊκών στρωμάτων, ενώ το λογικό και «ιστορικά αναγκαίο» σενάριο για ένα «ελπιδοφόρο μέλλον», απαιτεί την εφαρμογή εναλλακτικής πολιτικής προστασίας των θεμελιωδών εργασιακών δικαιωμάτων και αξιοποίηση των ψηφιακών τεχνολογιών για την εξυπηρέτηση των κοινωνικών αναγκών και την ευημερία όλων των πολιτών.
(*) Όλα τα σχετικά στοιχεία του άρθρου, έχουν πηγή το υπό έκδοση βιβλίο του γράφοντα, με θέμα: «Ψηφιακή Εποχή, Οικονομία, Κοινωνία, Πολιτική», από τις εκδ. «Τόπος».
Αναδημοσίευση από το ιστολόγιο του Γιάννη Τόλιου