Ελλάδα 14.889 νεκροί – Σουηδία 14.868 νεκροί: κ. Μητσοτάκη, πώς τα καταφέρατε;
Σήμερα, 3 Οκτωβρίου, η Ελλάδα πέρασε τη Σουηδία στο θλιβερό νούμερο των νεκρών από Covid. Και αυτό έχει σημασία, γιατί πριν ένα χρόνο η Ελλάδα εμφανιζόταν ως το απόλυτο success story στην αντιμετώπιση του κορωνοϊού, ενώ η Σουηδία ήταν παράδειγμα προς αποφυγή.
Το γεγονός ότι από το ένα άκρο περάσαμε στο άλλο δεν είναι φυσικό φαινόμενο. Αφορά τρεις παράγοντες:
(α) Την καθήλωση των ποσοστών εμβολιασμού στην Ελλάδα, σε σχέση με όλες τις υπόλοιπες χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Στο γράφημα φαίνεται ότι “πιάνουμε” τη Σουηδία σε θανάτους, όταν η εμβολιαστική κάλυψη στη Σουηδία αποδίδει, ενώ στην Ελλάδα όχι (καλοκαίρι – φθινόπωρο 2021).
(β) Τη χυδαία εργαλειοποίηση και κομματική εκμετάλλευση εκ μέρους της κυβέρνησης Μητσοτάκη της πολύ ήπιας εμφάνισης της πανδημίας στη χώρα κατά το πρώτο κύμα. Η μεγάλη απόσταση που χωρίζει την Ελλάδα από τη Σουηδία μέχρι και το φθινόπωρο του 2020 εξανεμίζεται γρήγορα.
(γ) Την εμμονική ανάδειξη εκ μέρους της κυβέρνησης της “ατομικής ευθύνης” των πολιτών ώστε να κρυφτεί η πολιτική και συλλογική ευθύνη της πολιτείας.
Ως εκ τούτου, αποκλειστικός υπεύθυνος να λογοδοτήσει για την παραπάνω τραγική αντιστροφή της κατάστασης, είναι ο πρωθυπουργός. Ο άλλοτε Μωυσής, ο χθεσινός σιμουλτανέ, το πάλαι ποτέ υπόδειγμα ηγέτη, ο περσινός νικητής στη μάχη ενάντια στον κορωνοϊό. Αυτός που πανηγύριζε τον Ιούλιο του 2020 στη Σαντορίνη γιατί “η Ελλάδα νίκησε”.
Ας απαντήσει λοιπόν σήμερα, πώς, από καλύτερη θέση, βρεθήκαμε σε χειρότερη;
Πώς από παράδειγμα προς μίμηση, βρεθήκαμε πίσω από το παράδειγμα προς αποφυγή;
Φταίει κανείς;
Υπάρχει πολιτική ευθύνη;
Ή μήπως φταίνε πάλι οι πολίτες;
Φταίει σε κάτι η κυβέρνηση που περάσαμε τη Σουηδία σε θανάτους; Τη Σουηδία, που όλοι την χαρακτήρισαν ως τη χώρα με τη χειρότερη δυνατή αντιμετώπιση των πρώτων φάσεων της πανδημίας, τουλάχιστον ανάμεσα στον προηγμένο κόσμο;
Το Σουηδικό μοντέλο – μαζί με την πολύ πρώιμη (και καταστροφική) βρετανική αντίδραση, αποτέλεσε παράδειγμα προς αποφυγή στην πρώτη φάση της πανδημίας, καθώς υποτίμησε τη μεταδοτικότητα του ιού, αγνόησε τον κίνδυνο ειδικά για τα γηροκομεία και τα κέντρα φροντίδας ηλικιωμένων, αρνήθηκε τα περιοριστικά μέτρα. Αποτέλεσμα ήταν να εκτοξευτεί σε πρώτη φάση ο αριθμός των κρουσμάτων και των νεκρών και να πιεστεί ασφυκτικά το σύστημα υγείας.
Από την άλλη, η Ελλάδα δεν κατάλαβε καν το πρώτο κύμα της πανδημίας. Τόσο η θέση της στην περιφέρεια της Ευρώπης, όσο και η ευλαβική τήρηση των μέτρων από τη μεριά της κοινωνίας που γνώριζε πολύ καλά τη χρόνια κατάρρευση των νοσοκομείων και τη συστηματική υπονόμευση του ΕΣΥ, την έφερε σε μία από τις καλύτερες θέσεις αναφορικά με κρούσματα και απώλειες.
Αυτό το μάλλον αντικειμενικό γεγονός της καλής μας τύχης (καθώς αφορούσε στην πρώτη αυτή φάση σχεδόν ολόκληρη την Ανατολική Ευρώπη), ερμηνεύτηκε, παρουσιάστηκε και κυρίως διαφημίστηκε, ως παγκόσμια επιτυχία της κυβερνητικής πολιτικής και του πρωθυπουργού ειδικά.
Ολιγόφρονες κυβερνητικοί προπαγανδιστές αποθέωναν τον Μητσοτάκη. Τις δηλώσεις ότι “νικήσαμε τον κορωνοϊό”, διαδέχθηκε το άρπα κόλλα άνοιγμα του τουρισμού, με απύθμενες ηλιθιότητες για τον “έξυπνο αλγόριθμο” που τάχα μας τον ζητάει όλος ο πλανήτης, και όταν συνακόλουθα τα κρούσματα άρχισαν να πολλαπλασιάζονται, ενοχοποιήθηκε, ποιος άλλος, η ατομική ευθύνη και ειδικά οι νέοι, οι πλατείες και τα πάρκα.
Αντί ο χρόνος που κερδήθηκε στην πρώτη φάση να αξιοποιηθεί για να ενισχυθεί το σύστημα υγείας, να συγκροτηθούν μηχανισμοί πρόληψης, ανίχνευσης, περιορισμού της μετάδοσης, να παρθούν μέτρα σε χώρους εργασίας και μέσα μεταφοράς, αλλά και να προετοιμαστεί το εμβολιαστικό εγχείρημα εξασφαλίζοντας την καθολική κάλυψη του πληθυσμού, σπαταλήθηκε ολοκληρωτικά σε ένα ανεπανάληπτο λιβάνισμα της κυβέρνησης στον εαυτό της.
Το δεύτερο κύμα αντιμετωπίστηκε με εξίσου εγκληματικό τρόπο: Λοκ ντάουν μέσα σε λοκ ντάουν, περιορισμοί χωρίς λογική και νόημα, απαγορεύσεις με αποκλειστικά φρονηματικό χαρακτήρα, αναποτελεσματικά μέτρα, ίσα για να διαχέεται η ευθύνη στην κοινωνία και να υπεκφεύγει της ευθύνης το Μέγαρο Μαξίμου.
Και αντί να συγκροτηθούν μηχανισμοί και θεσμοί για να επιτευχθεί η καθολική εμβολιαστική κάλυψη, πάλι με κουτοπόνηρο τρόπο, στήθηκε από την κυβέρνηση και τα ΜΜΕ ένας βολικός αντίπαλος που θα φορτώνονταν τη βέβαιη μελλοντική αποτυχία: το αντιεμβολιαστικό κίνημα.
Όσο λοιπόν η Σουηδία καθήλωνε κρούσματα και θανάτους χάρη στον εμβολιασμό, επιμένοντας ειδικά στις ευάλωτες ηλικιακές ομάδες, με σχεδόν καθολική κάλυψη στις μεγάλες ηλικίες, στην Ελλάδα αντί να καθηλωθούν κρούσματα και απώλειες, καθηλώθηκαν τα εμβολιαστικά νούμερα.
Ο πρωθυπουργεύων κ. Σκέρτσος μπορεί να διαμαρτύρεται κάθε φορά που του υπενθυμίζουν ότι η εμβολιαστική εκστρατεία στην Ελλάδα προσάραξε στις ξέρες, αλλά ας δούμε τι γράφει το CNN: “Όλες οι πρώην δυτικές χώρες της Ευρώπης, με την ΕΞΑΙΡΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ, έχουν εμβολιάσει τουλάχιστον το 70% των ενήλικων πολιτών τους”. Είναι το CNN τμήμα κάποιας αντικυβερνητικής συνωμοσίας;
Τι λένε συγκεκριμένα τα νούμερα του ECDC:
Η Ελλάδα έχει εμβολιάσει το 74% των ηλικιών άνω των 80, το 82,4% των ηλικιών 70-79, το 79,9% των ηλικιών 60-69.
Η Σουηδία έχει εμβολιάσει το 95,1% των ηλικιών άνω των 80, το 96,4% των ηλικιών 70-79, το 91,8% των ηλικιών 60-69.
Για όσους βιαστούν να αναδείξουν τις πολιτισμικές, μορφωτικές και κοινωνικές διαφορές της Ελλάδας από την προχωρημένη Σκανδιναβία, άλλες συγκρίσεις είναι πολύ πιο επώδυνες:
Η επίσης μεσογειακή, βαθιά καθολική, και συγκρίσιμου βιοτικού επιπέδου με την Ελλάδα Πορτογαλία, έχει εμβολιάσει το 100% των ηλικιών άνω των 80, το 100% των ηλικιών 70-79, το 100% των ηλικιών 60-69.
Τόσο τα ποσοστά εμβολιασμών, όσο και η μόνιμη επίκληση της ατομικής συμπεριφοράς, συνιστούν βαριά πολιτική ευθύνη για μια κυβέρνηση που βασικό της μέλημα μέσα στην πανδημία ήταν η εικόνα της στον καθρέφτη, η προώθηση κάθε λογής αντεργατικής ρύθμισης, τα δωράκια και οι διευκολύνσεις στις επιχειρήσεις και φυσικά οι ιδιωτικοποιήσεις.
Το γεγονός ότι σήμερα η Ελλάδα ξεπέρασε σε νεκρούς τη Σουηδία, είναι σημαντικό και από άλλη μια πλευρά:
Η Σουηδία ήταν η σημαία των οπαδών της βιοπολιτικής συνωμοσίας που λίγο μετά εξελίχθηκαν σε οπαδούς του αντιεμβολιασμού. Σύμφωνα με αυτούς, το λοκ ντάουν δεν έχει καμιά υγειονομική χρησιμότητα, γίνεται αποκλειστικά για λόγους συμμόρφωσης και υποταγής του πληθους και η σουηδική απάντηση θα αποδεικνύονταν αποτελεσματικότερη.
Φυσικά, τα περιοριστικά μέτρα αποδείχθηκαν παγκοσμίως αναγκαία για να κερδηθεί ο κρίσιμος πρώτος χρόνος για τα συστήματα υγείας. Ανάποδα, η επί μήνες συνέχιση περιοριστικών μέτρων με ταυτόχρονη αγνόηση κάθε άλλης υγειονομικής, κοινωνικής και οικονομικής ανάγκης, αδρανοποιεί τα κοινωνικά αντανακλαστικά. Αυτό έγινε στην Ελλάδα, κατά το δεύτερο και τρίτο κύμα, όπου με κάθε σκληρότερο περιορισμό είχαμε χειρότερα αποτελέσματα στην εξάπλωση της πανδημίας.
Ωστόσο, η χαλαρή αντιμετώπιση της πανδημίας και η επένδυση σε μια γρήγορη και εύκολη επίτευξη ανοσίας του πληθυσμού, (όπως το σουηδικό μοντέλο επιδίωκε, τουλάχιστον αρχικά), δεν επιβεβαιώνεται.
Γιατί εδώ το θέμα δεν είναι να συγκριθεί η Σουηδία με την Ελλάδα, και τις καταστροφικές, ανεύθυνες και ασυνείδητες κυβερνητικές της πολιτικές.
Το θέμα είναι να συγκριθεί η Σουηδία με τη Νορβηγία, τη Φινλανδία ή τη Δανία, χώρες που υιοθέτησαν περιοριστικά μέτρα στην πρώτη φάση, με σημαντική -κατά τα αποτελέσματα- επιτυχία, και στη δεύτερη φάση επένδυσαν στην εμβολιαστική κάλυψη.
Συγκεκριμένα, η Νορβηγία τα πάει 9,3 φορές καλύτερα από τη Σουηδία σε απώλειες ανά εκατομμύριο πληθυσμού (157,53 θάνατοι ανά εκατομμύριο έναντι 1463,36 στη Σουηδία), η Φινλανδία 7,5 φορές καλύτερα (194,29 απώλειες ανά εκατομμύριο), η Δανία 3,2 φορές καλύτερα (458,43 απώλειες ανά εκατομμύριο). Καλύτερες είναι και οι επιδόσεις των γειτονικών της Σουηδίας χωρών στην εμβολιαστική κάλυψη, με τα ποσοστά στις κρίσιμες ηλικίες των 60+ να πλησιάζουν στο 100%.
Όχι το σουηδικό μοντέλο, δεν ήταν καλύτερο στην αντιμετώπιση της πανδημίας.
Η ελληνική κυβερνητική διαχείριση το κάνει να φαίνεται έτσι. Μια ακόμα συνεισφορά της κυβέρνησης Μητσοτάκη στο “έλα μωρέ μια γρίπη είναι – δείτε τι έκανε η Σουηδία και τα πήγε καλύτερα από εμάς”.