Το ΟΧΙ συνηθίζεται τα τελευταία χρόνια να εμφανίζεται με τον μανδύα της ενότητας και της ομοψυχίας. Ενωμένοι οι Έλληνες κάνουν θαύματα και λοιπά κλισέ. Ωστόσο η 28η Οκτωβρίου του 1940 ήταν η εναρκτήρια στιγμή ενός οργανικού και βαθύτατου διχασμού που όρισε την ελληνική κοινωνία με οξύ τρόπο σε όλη τη δεκαετία του 40 με τις τρεις ένοπλες εξεγέρσεις (Αντίσταση, Δεκέμβρης, Εμφύλιος) και τη χαρακτήρισε για πολλές δεκαετίες μετέπειτα.
Πώς γίνεται το “εθνικό”, “ομόψυχο”, “ενωτικό” ΟΧΙ του 1940 να οδηγεί σε τόσο βαθύ διχασμό;
Δεν θα μας το απαντήσουν ούτε τα σχολικά βιβλία, ούτε οι σημερινές πανηγυρικές δηλώσεις των παραγόντων της πολιτικής και της πολιτείας.
Το 1940 η αστική τάξη της χώρας και ο πολιτικός της κόσμος είναι βαθιά διχασμένοι ανάμεσα στις εκλεκτικές τους συγγένειες με το φασιστικό άξονα και στην υποχρέωσή τους να ενταχθούν στο γεωστρατηγικό και πολεμικό στρατόπεδο της μεγάλης προστάτιδας δύναμης, της Αγγλίας. Οι επιλογές έχουν γίνει ήδη εκατό χρόνια και πλέον νωρίτερα. Η ελληνική άρχουσα τάξη θα βρίσκεται στο πλευρό της Μεγάλης Βρετανίας και αυτή η κατεύθυνση δεν πρόκειται να αμφισβητηθεί ποτέ, ακόμα και τότε που σημαντική μερίδα της εξουσίας (Παλάτι) θελήσει να αλλάξει τον προσανατολισμό οδηγώντας στον Εθνικό Διχασμό του 1915-1917. Το καθεστώς Μεταξά μπορεί να ανακαλύπτει τη γοητεία του Μουσολίνι ή του Χίτλερ, αλλά δεν παύει να είναι δικτατορία της αστικής τάξης και δεν μπορεί παρά να ακολουθήσει τις στρατηγικές της επιλογές.
Η αστική τάξη θα πει ΟΧΙ στον φασιστικό άξονα, αλλά θα το πει έτοιμη να συνθηκολογήσει στη νέα πραγματικότητα της πανευρωπαϊκής κυριαρχίας του Τρίτου Ράιχ, βουτηγμένη στο χυδαίο πραγματισμό της δικής της επιβίωσης, ανεξαρτήτως της επιβίωσης της χώρας. Η ευκαμψία και η προσαρμοστικότητά της να υπηρετεί κάθε είδους μεγάλη δύναμη, ανεξαρτήτως αρχών και πεποιθήσεων, είναι παροιμιώδης.
Το ΟΧΙ της άρχουσας τάξης αφορά τα οικονομικά και κοινωνικά της συμφέροντα, ευθυγραμμίζεται με την προστάτιδα δύναμή της, την Αγγλία που ως εκείνη τη στιγμή είναι ο βασικός αντίπαλος του Άξονα. Έχει κυρίως να να κάνει με τον γεωπολιτικό της προσανατολισμό και όχι με τις αξίες της ελευθερίας, της ανεξαρτησίας, της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας.
Από τη μια λοιπόν η ελληνική αστική τάξη, ο πολιτικός της κόσμος, το Παλάτι και το καθεστώς Μεταξά, λένε το ΟΧΙ. Δηλαδή δεν λένε ακριβώς ΟΧΙ, καθώς, παρά την εθνική μυθολογία της 28ης Οκτωβρίου, η απάντηση του Μεταξά ήταν το παθητικό συμπέρασμα που διατυπώνει ένας παρατηρητής των γεγονότων: “alors, c’est la guerre”.
Από την άλλη, το ΚΚΕ, δια στόματος του γραμματέα του, Ν.Ζαχαριάδη, έγκλειστου στις φυλακές της Κέρκυρας, διατρανώνει λίγες ώρες αργότερα, ένα στεντόρειο και ισχυρό ΟΧΙ. “O κάθε βράχος, η κάθε ρεματιά, το κάθε χωριό, καλύβα με καλύβα, η κάθε πόλη, σπίτι με σπίτι, πρέπει να γίνει φρούριο του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα”: η διατύπωση στο περίφημο γράμμα του Ζαχαριάδη κρύβει πολύ μεγαλύτερη δύναμη, αποφασιστικότητα, εθνική αξιοπρέπεια και βούληση για αγώνα και αντίσταση από την ξεψυχισμένη αντίδραση της αστικής τάξης.
Το τσακισμένο από τις συλλήψεις, τις εξορίες, τον χαφιεδισμό και τα βασανιστήρια, ΚΚΕ, έχει το ηθικό και πολιτικό ανάστημα να προσανατολιστεί σωστά, να συμβαδίσει με το λαϊκό αίσθημα, να υπερασπιστεί την εδαφική ακεραιότητα, την εθνική και λαϊκή κυριαρχία της χώρας. Ακόμα και τότε, που η ΕΣΣΔ είναι ακόμα αμέτοχη στον πόλεμο, τηρώντας το σύμφωνο μη επίθεσης Μολότοφ – Ρίμπεντροπ για να κερδίσει χρόνο μπροστά στην αναπόφευκτη χιτλερική εισβολή, οι Έλληνες κομμουνιστές ζητούν από την πρώτη μέρα του πολέμου, μέσα από τις φυλακές και από τις εξορίες να σταλούν στην πρώτη γραμμή του μετώπου.
Και όταν, μήνες αργότερα, με τη γερμανική πλέον εισβολή, το μέτωπο καταρρέει, οι κομμουνιστές θα πάρουν τη θέση τους στην ηγεσία του λαού, επικεφαλής, εμπνευστές, πρωτεργάτες της Εθνικής Αντίστασης, χύνοντας ποταμούς αίματος για την ελευθερία και την ανεξαρτησία της χώρας, την ώρα που η “φυσική ηγεσία” της χώρας, το Παλάτι και ο αστικός πολιτικός κόσμος παριστάνουν την κυβέρνηση από το Κάιρο.
Η 28η Οκτωβρίου μπορεί να αποτυπώνει έναν παλλαϊκό κι πανεθνικό ξεσηκωμό υπεράσπισης της πατρίδας από τη φασιστική εισβολή, αλλά την ίδια στιγμή καταγράφει τη διαφορετική ποιότητα και βάθος του ΟΧΙ που είπε η άρχουσα τάξη και του ΟΧΙ που είπε το κομμουνιστικό κίνημα.
Αυτή ακριβώς η διαφορετική ποιότητα εξηγεί τις αποκλίνουσες πορείες της Αριστεράς και της Δεξιάς κατά τη δεκαετία του 40.
Το ένα ΟΧΙ οδηγεί στην εποποιία της Εθνικής Αντίστασης, στο ΕΑΜ, στον ΕΛΑΣ, στην ΕΠΟΝ.
Το άλλο ΟΧΙ οδηγεί στη συνθηκολόγηση, στη λιποταξία, στη δραπέτευση στη Μέση Ανατολή ή και στη συνεργασία με τον κατακτητή.
Αναδημοσίευση από την ιστοσελίδα antapocrisis.gr