Το Facebook μεταξύ άσκησης πολιτικής και σίγασης της πολιτικής
Μιχάλης Παναγιωτάκης
Κομμένη η πολλή πολιτική για τους χρήστες…
Για δεύτερη φορά μέσα στο 2021, το Facebook παρεμβαίνει αυτές τις ημέρες αλγοριθμικά για να περιορίσει την “πολιτικολογία” στην πλατφόρμα του. Πρόκειται για τη συνέχεια μιας τουλάχιστον πενταετούς μάχης του Facebook για να εκτρέψει τα όσα αμφιλεγόμενα διαβάζουν οι χρήστες του σε άκακα πεδία γεμάτα με γατάκια και ποδοσέλφι, να πατάξει τα “fake news” και να περιορίσει τις επιλογές των χρηστών του, φτιάχνοντας ένα ομοιόμορφο σύμπαν χρονολογίων, τα οποία θα είναι πιο εύκολα ποσοτικοποιήσιμα και ως εκ τούτου καλύτερη τροφή για το αλγοριθμικό μάρκετινγκ από το οποίο βγάζει τα δισεκατομμύριά της η εταιρεία. Αν πιστέψουμε το ίδιο το Facebook άλλωστε, στις ΗΠΑ, μόνο το 6% του περιεχομένου που βλέπει ο κόσμος στην υπηρεσία αυτή κοινωνικής δικτύωσης αφορά πολιτικά θέματα.
Η πρώτη φορά που ετέθη το ζήτημα φέτος ήταν τον Φεβρουάριο, λίγες εβδομάδες μετά την εισβολή παρδαλά ντυμένων τραμπικών στο κογκρέσο των ΗΠΑ. Το θερμό κλίμα αντιπαράθεσης στην αμερικανική κοινωνία, υποδαυλισμένο και από την περιπέτεια της πανδημίας και της πανδημικής διαχείρισης, όπως σε όλο τον κόσμο, οδήγησε το FB να επιδιώξει να περιορίσει αλγοριθμικά την εμφανισιμότητα των πολιτικών συζητήσεων και των πολιτικών ομάδων συζήτησης, κατόπιν – όπως λέει το ίδιο το fb, το οποίο είναι και το μόνο που διαθέτει τα στοιχεία – των θετικών αντιδράσεων του τεστ-γκρουπ της εταιρείας σε Βραζιλία, Ινδονησία και Καναδά στην σχετική αποσιώπηση της πολιτικής διαμάχης από τα χρονολόγιά τους.
Μάλλον το πείραμα πήγε καλά (ή τέλος πάντως ό,τι θα σήμαινε “καλά” για τον Μαρκ Ζάκερμπεργκ) και στα τέλη Αυγούστου ανακοινώθηκε πως μια δεύτερη δόση πειραμάτων περιορισμού της εμφανισιμότητας των πολιτικών συζητήσεων θα διεξαχθεί δοκιμαστικά στην Ευρώπη, σε Ισπανία, Σουηδία και Ιρλανδία. Το σχόλιο του Βάουτ βαν Βάικ, εκτελεστικού διευθυντή στη News Media Europe, (δεξαμενή ιδεών του εκδοτικού κλάδου στην ΕΕ, που θα πληγεί προφανώς από την κίνηση αυτή του fb), εξηγεί πως η απόφαση αυτή περιορισμού μιας ολόκληρης κατηγορίας περιεχομένου συνιστά “ολισθηρότατο κατήφορο”:
“Φαίνεται πως το Facebook δεν μπορεί να διαχειριστεί τη διάδοση της παραπληροφόρησης και του λόγου μίσους στην πλατφόρμα του και εξετάζει αυτά τα μάλλον ακραία και βλαπτικά μέτρα ως ύστατη προσπάθεια. Και πάλι θα είναι οι μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας που θα υπαγορεύουν το είδος του περιεχομένου που θα καταναλώνουν ή δεν θα καταναλώνουν οι Ευρωπαίοι”
…Απεριόριστες πολιτικές παρεμβάσεις για κέντρα εξουσίας
Δεν μιλάμε εδώ για λογοκριτικές παρεμβάσεις ή επιλεγμένα μπαναρίσματα, τα οποία συχνά είναι ανεξάρτητα από τις ενέργειες του Facebook κεντρικά.
Μιλάμε για την επιθυμία του Μαρκ Ζούκερμπεργκ και του σχεδόν μονοπωλίου στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης του οποίου είναι ιδιοκτήτης και ιδρυτής, να εξοβελίσει κατά το δυνατόν το πολιτικό περιεχόμενο από τα χρονολόγια των πελατών του. Ο λόγος είναι πως το πολιτικό περιεχόμενο δημιουργεί κρίσεις στη δημόσια εικόνα του, και θέτει ζητήματα τα οποία το Facebook καλείται να λύσει ημιαλγοριθμικά, αλλά δεν λύνονται έτσι, αντίθετα δημιουργούν μια αδιάκοπη αλυσίδα αντιδράσεων που είναι “bad for business” όπως θα έλεγαν οι Αμερικάνοι.
Παρά τις περί του αντιθέτου υποθέσεις το Facebook δεν ήθελε ποτέ να θεωρείται ΜΜΕ και δεν θα επιθυμούσε να έχει μεγάλη ανάμειξη με πολιτικά ευαίσθητες κρίσης θεμιτότητας του λόγου στην πλατφόρμα του. O ρόλος του καθολικού αρχισυντάκτη της δημόσιας σφαίρας (μια και το fb αποτελεί σε μεγάλο ποσοστό την δημόσια σφαίρα λόγου σήμερα) του έχει αποδοθεί από την επιθυμία των πολιτικών ηγεσιών στις ΗΠΑ να μεταφέρουν το άχθος της ρυθμιστικής / λογοκριτικής παρέμβασης, σε ιδιωτικά χέρια, όπου οι νόμοι περί ελευθερίας του λόγου και έκφρασης μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα σε σχέση με το δικαίωμα του ιδιοκτήτη του κοινωνικού δικτύου να επιβάλλει κανόνες. Με όλο τον ηθικό πανικό που ξέσπασε περί “fake news” και “πλύσης εγκεφάλου” που γίνεται μέσω Facebook, με αφορμή το σκάνδαλο Cambridge Analytica, η πολιτική πίεση στο Facebook να επεκτείνει την ευθύνη του σε αντικείμενα στα οποία καμία ιδιωτική εταιρεία με βασικό της ρόλο την κερδοφορία της δεν θα έπρεπε να έχει ρόλο, είναι πια μια συντελεσμένη εξέλιξη. Η αποπομπή του Τραμπ από τα ΜΚΔ (λίγο πριν το ορατό του τέλος φυσικά) ήταν η τελική ιδρυτική πράξη της ιδιωτικοποίησης της ρύθμισης του πολιτικού λόγου στο διαδίκτυο.
Το Facebook μπορεί να μην επιθυμεί να μπει σε διαμάχες, αλλά αποφάσεις για το περιεχόμενο και για το “τι θέλει η κοινότητα” παίρνει μέσω των όρων χρήσης και ανάλογα αφαιρεί περιεχόμενο από την αρχή της λειτουργίας του. Είτε αυτό αφορά τις – καλές για τη Γιούτα – απαγορεύσεις γυμνού, είτε την απομάκρυνση περιεχομένου που θεωρείται απρεπές στις ΗΠΑ, ή που του υποδεικνύεται από τις αμερικανικές αρχές. Διότι από την άλλη, το fb έχει μια σαφέστατα πολιτική λειτουργία (και καταβολές και διασυνδέσεις στο σύστημα των υπηρεσιών εθνικής ασφαλείας των ΗΠΑ) όταν δρα ως εργαλείο των αμερικάνικων επιδιώξεων και παρεμβάσεων, αλλά και όταν προσφέρει συνδρομή σε πολιτικές διώξεις τρίτων κυβερνήσεων. Αυτά μπορούν να αφορούν αποβλητέες “κακές λέξεις“, ή την αποπομπή επισήμων εχθρών, ή την προστασία επίσημων φίλων. Επίσης το Facebook κάνει το ίδιο πολιτική, επηρεάζοντας τις αποφάσεις που θα μπορούσαν να περιορίσουν την κερδοφορία του.
ΥΓ: Υπάρχουν δικαστές στο Βερολίνο
Παραδόξως μια πρόσφατη απόφαση του γερμανικού Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου φαίνεται πως τουλάχιστον προσπαθεί να βάλει φρένο στην απόλυτη αυθαιρεσία κατεβάσματος προφίλ και σιωπηρών αποκλεισμών στην πλατφόρμα του Facebook. Και μάλιστα σε μια περίπτωση που είναι τόσο ακραία που θέτει αυστηρά όρια στην ελευθερία του διαδικτυακού κολοσσού να μένει ανυπόλογος στους χρήστες του. Το δικαστήριο απαίτησε την αποκατάσταση ρατσιστικών (αντιμεταναστευτικών) σχολίων ενός Γερμανού χρήστη, όχι επειδή δεν ήταν παράνομα (η Γερμανία απαιτεί από τις εταιρείες Κοινωνικής Δικτύωσης να παραπέμπουν στην αστυνομία περιπτώσεις λόγου μίσους), αλλά επειδή δεν ειδοποίησε τους χρήστες αυτούς, και δεν τους έδωσε την ευκαιρία να υπερασπιστούν τη νομιμότητα των αναρτήσεών τους. Αυτή η απόφαση θα μπορούσε να αποτελέσει προηγούμενα πανευρωπαϊκό, αλλά και να πυροδοτήσει ανάλογες προσφυγές σε δικαστήρια ανά την ΕΕ. Στην Ελλάδα ειδικά που η επιδημία κατεβασμένων προφίλ και σελίδων χωρίς καμία αιτιολόγηση, ή δυνατότητα για εξηγήσεις είχε πάρει εκτεταμένες διαστάσεις, θα μπορούσε να είναι και ένας τρόπος έμπρακτης διαμαρτυρίας για την απόλυτη αυθαιρεσία του αμερικανικού διαδικτυακού κολοσσού.
Photo by Annie Spratt on Unsplash