1

Γαλλικό άρωμα

του Δημήτρη Καλτσώνη

αν. καθηγητή θεωρίας κράτους και δικαίου

Πάντειο Πανεπιστήμιο

εφημ. ΤΑ ΝΕΑ Σαββατοκύριακο, 29/2-1/3/2020

 Δεν μπορεί κανείς να λησμονήσει την αλληλεγγύη του γαλλικού λαού στα δύσεκτα χρόνια του εμφυλίου πολέμου, του μετεμφυλιακού καθεστώτος και της δικτατορίας 1967-1974, όταν η Γαλλία προσέφερε καταφύγιο σε χιλιάδες διωκόμενους δημοκράτες. Οι δεσμοί αυτοί διαμορφώνουν μια ιδιαίτερη σχέση, που καλλιεργεί ελπίδες ότι η Γαλλία μπορεί να σταθεί αρωγός μας έναντι της ολοένα αυξανόμενης προκλητικότητας και επιθετικότητας του τουρκικού αντιδραστικού καθεστώτος.

            Αυτό το αίσθημα ισχυροποιείται περισσότερο κατ’ αντιδιαστολή με την πολιτική “ίσων αποστάσεων” που τηρούν ουσιαστικά οι ΗΠΑ, η Γερμανία, η ΕΕ. Η Γαλλία φαίνεται να διαφοροποιείται, καθώς είναι επίσης γνωστό ότι παραδοσιακά διατηρεί μια απόσταση από τη γραμμή του ΝΑΤΟ τόσο σε αυτό όσο και σε άλλα ζητήματα. Με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο έγινε αισθητό το γαλλικό τούτο άρωμα κατά την προχτεσινή επίσκεψη της Γαλλίδας υπουργού Άμυνας στη Λευκωσία και στην Αθήνα. Επομένως είναι λογικό τόσο η κυβέρνηση όσο και μέρος τουλάχιστον της ελληνικής κοινής γνώμης να προσβλέπουν στη γαλλική υποστήριξη.

            Μια πιο ρεαλιστική και προσγειωμένη ανάγνωση της πραγματικότητας, βασισμένη σε ψύχραιμα, επιστημονικά εργαλεία θολώνει κάπως την αισιόδοξη αυτή εικόνα. Η μεταπολεμική Γαλλία δεν είναι ίδια με τη σημερινή. Διαφέρουν ποιοτικά η κοινή γνώμη, οι πολιτικές δυνάμεις, ο συσχετισμός των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, οι κυβερνήσεις της.

         Από την άλλη, η Γαλλία ήταν και είναι μια μεγάλη δύναμη με φιλοδοξίες οικονομικής και πολιτικής επέκτασης. Ήταν μια αποικιοκρατική δύναμη και παραμένει ακόμη και σήμερα παρούσα στα δρώμενα των πρώην αποικιών της, όχι πάντοτε με εποικοδομητικό και δημοκρατικό τρόπο. Ας αναλογιστούμε τη συμβολή της στη γενοκτονία στη Ρουάντα το 1994 ή στη δολοφονία (επί προεδρίας Μιτεράν) του Τομάς Σανκαρά, του λαοφιλή ηγέτη της Μπουρκίνα Φάσο.

           Στη Συρία πρωτοστάτησε στην υποκίνηση του εμφυλίου πολέμου, στην παρέμβαση στα εσωτερικά του κράτους αυτού, στην προσπάθεια ανατροπής της κυβέρνησης Άσαντ. Εξακολουθεί την πολιτική αυτή ακόμη και σήμερα. Γαλλικές πολυεθνικές εταιρείες έχουν μείζονα συμφέροντα στην Ανατ. Μεσόγειο, προσδοκώντας την εκμετάλλευση των γαιανθράκων. Ενδιαφέρεται διακαώς για την πώληση των οπλικών συστημάτων της βιομηχανίας της. Και ας θυμόμαστε ακόμη ότι, αφού έσπρωξε την Ελλάδα στη μικρασιαστική εκστρατεία, στη συνέχεια την εγκατέλειψε. Ούτε κάν τους πρόσφυγες της Σμύρνης δεν δέχτηκε να βοηθήσει.

            Άρα υπό όρους, οι γαλλικές θέσεις μπορεί να είναι εν μέρει αξιοποιήσιμες από την Ελλάδα, αρκεί βέβαια να μην μας εμπλέξουν στα αποικιοκρατικά σχέδια της Γαλλίας στην Αφρική ή αλλού. Ας μην τρέφουμε όμως υπερβολικές προσδοκίες, που μπορεί να αποδειχθούν ακόμη και επικίνδυνες. Στα κρίσιμα στρατηγικά ζητήματα η Γαλλία δεν θα αποστασιοποιηθεί από τις ΗΠΑ και τη Γερμανία. Δεν έχει τη θέληση και κυρίως τη δύναμη να το κάνει. Δεν το έπραξε ούτε την περίοδο του “Ελλάς – Γαλλία συμμαχία” του Κωνσταντίνου Καραμανλή.