του Δημήτρη Καλτσώνη
καθηγητή θεωρίας κράτους και δικαίου
Πάντειο Πανεπιστήμιο
εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 2/9/2021
Πανθομολογουμένως ο ρόλος της Τουρκίας αναβαθμίστηκε μετά τις πρόσφατες εξελίξεις στο Αφγανιστάν. Λειτουργεί ως ενδιάμεσος των ΗΠΑ (και της Γερμανίας) στην περιοχή, δίαυλος επικοινωνίας με τους Ταλιμπάν. Οι ΗΠΑ μετά την υποχώρησή τους από τη χώρα θα επιχειρήσουν να κρατήσουν όσο το δυνατό περισσότερη επιρροή σε αυτήν σε αντιστάθμισμα του αυξανόμενου ρόλου της Κίνας και της Ρωσίας.
Είναι πιθανό να ακολουθήσουν μια γεωπολιτική του χάους. Όσο χαοτική είναι η κατάσταση, τόσες περισσότερες ευκαιρίες θα τους παρέχει για τη χειραγώγηση των εξελίξεων, ακόμη και των ίδιων των Ταλιμπάν. Κυρίως όμως θα δυσκολεύει την κινεζική παρουσία και τις κινεζικές επενδύσεις στην περιοχή. Έτσι, για μια ακόμη φορά το αντιδραστικό καθεστώς της Άγκυρας θα φανεί εξαιρετικά χρήσιμο στις ΗΠΑ. Αυτό θα δίνει τη δυνατότητα στον Ερντογάν να συνεχίζει τις προκλήσεις και τις διεκδικήσεις στην ευρύτερη περιοχή, μαζί και στο Αιγαίο και στην Κύπρο.
Εντός αυτού του πλαισίου, ποια είναι η απάντηση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής; Για μια ακόμη φορά ένας αγώνας δρόμου για να γίνουμε αρεστοί στις ΗΠΑ με την προσδοκία ότι αυτό θα παρέχει ασφάλεια, ίσως και κάποια μικρά οφέλη από τη γεωπολιτική μοιρασιά. Στη λογική αυτή προωθούνται η περαιτέρω επέκταση των βάσεων στην ελληνική επικράτεια, οι οικονομικά δυσβάσταχτοι εξοπλισμοί – παραγγελίες στην αμυντική βιομηχανία των ΗΠΑ, ακόμη και δηλώσεις όπως αυτή του προέδρου της Βουλής προς τον κ. Μενέντεζ “σας παραδίδουμε σήμερα την Ελλάδα στα χέρια σας” θυμίζοντας εποχή Πιουριφόι.
Είναι κατανοητός ο λόγος για τον οποίο οι κυρίαρχες δυνάμεις στη χώρα μας ακολούθησαν πάντοτε αυτή τη συνταγή. Θα πρέπει όμως να συνυπολογιστούν τρεις παράγοντες.
Πρώτο, όσες βάσεις και διευκολύνσεις να παρέχουν οι ελληνικές κυβερνήσεις, η σημασία της Τουρκίας για τις ΗΠΑ θα είναι απείρως σημαντικότερη. Οι ΗΠΑ θα γέρνουν προς εκείνη την πλευρά, όπως έκαναν πάντοτε. Με αυτή την έννοια, οι δηλώσεις Μενέντεζ ότι η Ελλάδα είναι πιο ασφαλής επί προεδρίας Μπάιντεν ή ότι δήθεν δεν θα ησυχάσει αν δεν αποχωρήσουν οι Τούρκοι στρατιώτες από την Κύπρο, καμιά αξία δεν έχουν. Η εμπειρία δεκαετιών το διατρανώνει.
Δεύτερο, ζούμε σε μια ιστορική περίοδο κατά την οποία, σύμφωνα με τον γνωστό μας Χένρι Κίσιντζερ, “θα μπορούσε να βάλει φωτιά στον κόσμο”. Είναι τουλάχιστον απρονοησία να μην λαμβάνεται υπόψη αυτός ο κίνδυνος για την ειρήνη και την ασφάλεια των λαών γενικά και του λαού μας ειδικά.
Τρίτο, δεν νομίζω πως υπάρχει νουνεχής άνθρωπος που δεν διακρίνει τα σημάδια ότι οι ΗΠΑ είναι “μια υπερδύναμη που παραπαίει”, όπως έγραψε ο Πασκάλ Μπονιφάς. Είναι μια δύναμη σε υποχώρηση, ένα πληγωμένο θηρίο, ίσως. Εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας η διαδικασία “γεωπολιτικής σμίκρυνσης” των ΗΠΑ, όπως έχει επισημάνει ο καθηγητής Ιστορίας του Χάρβαρντ Ν. Φέργκιουσον. Εμείς θα το πάρουμε υπόψη μας;