1

Ο ιμπεριαλισμός, η μακρά ύφεση και η ψευδαίσθηση των BRICS: Συνέντευξη με τον Michael Roberts

 

συνέντευξη του Michael Roberts

στον Federico Fuentes στο links.org.au

30 Σεπτεμβρίου 2023

 

μετ. Δημήτρης Κούλος

επιμ. Διονύσης Περδίκης

 

Μεταφράζουμε και αναδημοσιεύουμε συνέντευξη του Michael Roberts στον Federico Fuentes για Διεθνές Περιοδικό Σοσιαλιστικής Ανανέωσης LINKS, διότι προσφέρει μια πολύ καλή σύνοψη της άποψης του συνεντευξιαζόμενου για τον σύγχρονο ιμπεριαλισμό. Εμπειρικά στοιχεία για τους ισχυρισμούς του έχει, άλλωστε, προσφέρει σε προηγούμενη αρθρογραφία του (βλ. κυρίως εδώ), την οποία έχουμε επίσης μεταφράσει σε κάποιες περιπτώσεις (πχ βλ. εδώ, εδώ, εδώ κι εδώ).

Ενώ συμφωνούμε με τον τρόπο που ορίζει ο Michael Roberts την ουσία του ιμπεριαλισμού ως προς τις διεθνείς σχέσεις και τη διεθνή αγορά («η συστηματική και διαρκής μεταφορά υπεραξίας με τη μορφή κέρδους, προσόδου και τόκων από την περιφέρεια – που αντιπροσωπεύει το 90% του παγκόσμιου πληθυσμού – στο κυρίαρχο μπλοκ – που αντιπροσωπεύει το υπόλοιπο 10%»· βλ. εδώ κι εδώ για μια άποψη στην ίδια κατεύθυνση), οφείλουμε να καταθέσουμε και τις παρακάτω παρατηρήσεις ή/και διαφωνίες:

  1. Ο παραπάνω ορισμός δεν εξαντλεί την έννοια του ιμπεριαλισμού. Πέρα από φαινόμενο (πρακτικές και κοινωνικές σχέσεις καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και καταπίεσης) στη διεθνή αγορά και στις διεθνείς σχέσεις, ο ιμπεριαλισμός είναι και ιστορικό στάδιο της ανάπτυξης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, και, επομένως, και ιστορικά καθορισμένη εκδοχή, παραλλαγή, ή τύπος, του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής (βλ. εδώ κι εδώ σχετικά). Ωστόσο, έννοιες όπως το μονοπώλιο, ή η υπερεκμετάλλευση της εργασίας, απουσιάζουν από την περιγραφή του Michael Roberts.
  2. Το παραπάνω σημείο σχετίζεται με το γεγονός ότι μάλλον ο Michael Roberts υποτιμά τη σημασία όσων έχουν αλλάξει από την εποχή που συνέγραψε το σχετικό έργο του για τον ιμπεριαλισμό ο Λένιν, και, ιδιαίτερα, το γεγονός ότι ο ιμπεριαλισμός σήμερα λαμβάνει χώρα σε έναν ως επί το πλείστον καπιταλιστικό κόσμο, χωρίς, δηλ., την ύπαρξη μεγάλων προκαπιταλιστικών αποικιών. Επίσης, παραβλέπει τη σύγχρονη διεθνοποίηση της παραγωγής, καθώς αυτή οργανώνεται κατά μήκος διεθνοποιημένων αλυσίδων παραγωγής και μεταφοράς (υπερ)αξίας (συγκρίνετε, αντίθετα, με την έμφαση του συνεντευξιαζόμενου στο διεθνές εμπόριο και τις εξαγωγές κεφαλαίου για να γίνει πιο προφανής η έλλειψη εστίασης στο τι αλλάζει ως προς την καθ’ αυτό καπιταλιστική παραγωγή). Τα στοιχεία αυτά μεταβάλουν τη σχέση εσωτερικού και εξωτερικού του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, δηλ. τη σχέση της γενικής θεωρίας του κεφαλαίου, σε αφαίρεση από το κράτος και τη διεθνή αγορά, όπως τη διατύπωσε ο Μαρξ στο Κεφάλαιο, με τη συγκεκριμένη αυτή πραγματικότητα της σημερινής διεθνούς καπιταλιστικής παραγωγής και αγοράς. Αναδεικνύεται, έτσι, η ανάγκη για δημιουργική ανάπτυξη και αυτής της γενικής θεωρίας του κεφαλαίου, για τη θεωρητική αναπαράσταση της πραγματικότητας αυτής, πχ για να συμπεριλάβει τις έννοιες της συστηματικής υπερεκμετάλλευσης της εργασίας (δηλ. της μη πλήρους αναπαραγωγής της εργασιακής δύναμης ως εμπόρευμα), της συστηματικά άνισης ανταλλαγής, και της συστηματικής αναπαραγωγής μέρους του κεφαλαίου στη βάση μονοπωλιακών υπερκερδών (βλ. εδώ κι εδώ σχετικά).
  3. Οι πολιτικές συνέπειες της παραπάνω – μάλλον «δογματικά ορθόδοξης» – μαρξιστικής αντίληψης για τον ιμπεριαλισμό διαφαίνονται στα πολιτικά συμπεράσματα του Michael Roberts, τα οποία, σε αντίθεση με τη θεωρία του «αδύναμου κρίκου» του Λένιν, δείχνουν μια προτίμηση στο ενδεχόμενο επανάστασης στις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις, και υποτιμούν τη σημασία των επαναστάσεων στις αναπτυσσόμενες χώρες. Αντίθετα, εμείς επισημαίνουμε ότι οι δύο αυτές διαδικασίες αλληλητροφοδοτούνται. Καταρχήν, κάθε χώρα που καταφέρνει να ξεφύγει, ή να μειώσει την ιμπεριαλιστική εκμετάλλευση και καταπίεση, ακόμη και αν το καταφέρνει αυτό υπό μια εθνικιστική, αστική ηγεσία, επιφέρει ένα χτύπημα στο ιμπεριαλιστικό μονοπωλιακό κεφάλαιο, επιδεινώνει την εσωτερική κρίση στις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις, και αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης επαναστατικών συνθηκών και σε αυτές τις χώρες, τις ιμπεριαλιστικές. Επιπλέον, όποια αναπτυσσόμενη χώρα προχωρήσει την επαναστατική διαδικασία προς τη μετάβαση στον σοσιαλισμό, κερδίζει σε σταθερότητα της επαναστατικής εξουσίας, και σε ανάπτυξη προς όφελος των εργατικών και λαϊκών τάξεων, όπως τα ιστορικά παραδείγματα της Λ. Δ. Κίνας, της Λ. Δ. Κορέας, και της Κούβας φαίνεται να επιβεβαιώνουν.

Διονύσης Περδίκης & Δημήτρης Κούλος

 

 

 

Ο Michael Roberts είναι πολιτικός ακτιβιστής και οικονομολόγος που εργάστηκε στο Σίτι του Λονδίνου, όπου παρακολούθησε από κοντά τις μηχανορραφίες του παγκόσμιου καπιταλισμού μέσα από τη φωλιά του δράκου. Είναι επίσης συγγραφέας του βιβλίου The Long Depression: Marxism and the Global Crisis of Capitalism και Capitalism in the 21st Century: Through the Prism of Value (μαζί με τον Guglielmo Carchedi). Σε συζήτηση με τον Federico Fuentes για το Διεθνές Περιοδικό Σοσιαλιστικής Ανανέωσης LINKS, ο Roberts μιλάει για την πραγματικότητα του ιμπεριαλισμού σήμερα και για το πόσα -ή μάλλον πόσο λίγα- έχουν αλλάξει από τότε που ο Βλαντιμίρ Λένιν έγραψε το βιβλίο του για το θέμα.

 

Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η παγκόσμια πολιτική φαινόταν να κυριαρχείται από τη μεγαλύτερη οικονομική ολοκλήρωση (παγκοσμιοποίηση) και τους πολέμους που αποσκοπούσαν στην ενίσχυση του ρόλου του αμερικανικού ιμπεριαλισμού ως μοναδικού παγκόσμιου ηγεμόνα (μονοπολικότητα). Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, φαίνεται να συντελείται μια μετατόπιση. Με τις Ηνωμένες Πολιτείες να αναγκάζονται να αποσυρθούν από το Αφγανιστάν, την αυξημένη αντιπαλότητα μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας, τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία και την άνοδο των BRICS, φαίνεται ότι γινόμαστε μάρτυρες μιας κατάρρευσης της διαδικασίας της παγκοσμιοποίησης και της ηγεμονίας των ΗΠΑ και μιας στροφής προς τον προστατευτισμό, τα συγκρουόμενα εμπορικά μπλοκ και τον πιθανό πόλεμο. Θεωρείται ότι αυτό συμβαίνει; Σε γενικές γραμμές, πώς αντιλαμβάνεστε τις τρέχουσες δυναμικές που αναπτύσσονται στο πλαίσιο του παγκόσμιου καπιταλισμού;

Η “μεγάλη ρύθμιση” – ταχέως αναπτυσσόμενες οικονομίες, απαλλαγμένες από πληθωρισμό και κρίσεις – και το “τέλος της ιστορίας” – το τέλος των ταξικών και γεωπολιτικών συγκρούσεων – διακηρύχθηκαν από τους επικρατέστερους οικονομολόγους και τους σχεδιαστές πολιτικής στρατηγικής στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Αυτό αποδείχθηκε ότι ήταν μια βραχύβια ψευδαίσθηση. Η παγκοσμιοποίηση – η άνοδος του ελεύθερου εμπορίου και των ροών κεφαλαίου – διαλύθηκε υπό την επίδραση του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού κραχ και της μεγάλης ύφεσης του 2008–9. Ακολούθησε αυτό που αποκάλεσα μακρά ύφεση στη δεκαετία του 2010 με χαμηλά επίπεδα ανάπτυξης του εμπορίου, της παραγωγικότητας και των επενδύσεων, που προκλήθηκε από τη χαμηλή κερδοφορία του κεφαλαίου. Η αύξηση του ετήσιου εμπορίου έπεσε κάτω ακόμη και από τη χαμηλότερη αύξηση του πραγματικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ στις μεγάλες οικονομίες. Οι επενδύσεις σε παραγωγικά περιουσιακά στοιχεία επιβραδύνθηκαν, καθώς το κεφάλαιο στράφηκε στην κερδοσκοπία σε αυτό που ο Καρλ Μαρξ ονόμασε πλασματικό κεφάλαιο (χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία), λόγω της χαμηλότερης κερδοφορίας στις παραγωγικές επενδύσεις. Η πανδημική ύφεση του 2020 επέτεινε όλα αυτά.

Αντίστοιχα, οι γεωπολιτικές συγκρούσεις δεν εξαφανίστηκαν, αλλά εντάθηκαν με το Ιράκ και το Αφγανιστάν την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα, την Αραβική Άνοιξη της δεκαετίας του 2010 και τώρα την Ουκρανία, το Ναγκόρνο-Καραμπάχ και, φυσικά, την αυξανόμενη ένταση στην Ασία για την Ταϊβάν τη δεκαετία του 2020.

 

Κατά τη διάρκεια του περασμένου αιώνα, είδαμε τον όρο ιμπεριαλισμός να χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει διάφορες καταστάσεις και κατά καιρούς να αντικαθίσταται από έννοιες όπως η παγκοσμιοποίηση και η ηγεμονία. Με αυτά τα δεδομένα, ποια αξία διατηρείται στην έννοια του ιμπεριαλισμού και πώς ορίζετε τον ιμπεριαλισμό;

Ο ιμπεριαλισμός ως έννοια εξακολουθεί να είναι επίκαιρος – περισσότερο από ποτέ. Με την ανάπτυξη του καπιταλισμού σε όλα τα μέρη του πλανήτη κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, η αποικιοκρατία (πολιτικός και στρατιωτικός έλεγχος χωρών) έδωσε τη θέση της στον σύγχρονο οικονομικό ιμπεριαλισμό, όπου οι κυρίαρχες ιμπεριαλιστικές χώρες ελέγχουν τον υπόλοιπο κόσμο μέσω της οικονομικής εκμετάλλευσης, δηλαδή μέσω των ξένων επενδύσεων, της χρηματοπιστωτικής ισχύος (πίστωση/χρέος) και του διεθνούς εμπορίου. Αυτή είναι πλέον η ουσία του σύγχρονου ιμπεριαλισμού.

Ορίζω τον σύγχρονο ιμπεριαλισμό κυρίως με οικονομικούς όρους: η συστηματική και διαρκής μεταφορά υπεραξίας με τη μορφή κέρδους, προσόδου και τόκων από την περιφέρεια – που αντιπροσωπεύει το 90% του παγκόσμιου πληθυσμού – στο κυρίαρχο μπλοκ – που αντιπροσωπεύει το υπόλοιπο 10%. Οι μεταφορές αυτές πραγματοποιούνται μέσω: της τεχνολογικής υπεροχής στο εμπόριο (μια διαδικασία άνισης ανταλλαγής), της μονοπώλησης βασικών τομέων, του επαναπατρισμού των κερδών από τις πολυεθνικές, της εκμετάλλευσης φτηνών εργατικών χεριών στην περιφέρεια, της αύξησης των πιστώσεων/χρεών με την περιφέρεια και της εξόρυξης φυσικών πόρων. Οι εκτιμήσεις ποικίλλουν σχετικά με το μέγεθος αυτής της μεταφοράς αξίας, αλλά είναι 5-10 φορές μεγαλύτερη από ό, τι λαμβάνουν οι περιφερειακές χώρες σε “εξωτερική βοήθεια” κάθε χρόνο και προσθέτει περίπου 3-5% στο ετήσιο ΑΕΠ του ιμπεριαλιστικού μπλοκ.

 

Οι συζητήσεις στην Αριστερά σχετικά με τον ιμπεριαλισμό σήμερα συχνά αναφέρονται στο βιβλίο του Βλαντιμίρ Λένιν για το θέμα. Πόσα από τα κύρια χαρακτηριστικά του ιμπεριαλισμού που περιγράφονται στο βιβλίο του Λένιν παραμένουν επίκαιρα σήμερα και ποια στοιχεία, αν υπάρχουν, έχουν ξεπεραστεί από περεταίρω εξελίξεις;

Η ανάλυση του Λένιν, που δημοσιεύτηκε το 1915, ήταν η πρώτη ολοκληρωμένη μαρξιστική ανάλυση της φύσης του ιμπεριαλισμού. Βασίστηκε σε κάποιο βαθμό στο έργο ορισμένων ριζοσπαστών προ-κεϋνσιανών, όπως ο Τζον Χόμπσον, αλλά ο Λένιν έβαλε τη δική του σφραγίδα. Υποστήριξε ότι ο ιμπεριαλισμός είχε πάρει μια πολύ πιο εκτενή μορφή από την προηγούμενη αποικιοκρατία μέσω της εξαγωγής κεφαλαίου σε όλα τα μέρη του πλανήτη για να αυξηθεί η κερδοφορία του κεφαλαίου. Σε αυτή την εξάπλωση του χρηματιστικού κεφαλαίου ηγούνταν λίγες μόνο χώρες. Υποστήριξε ότι αυτό ήταν το νέο και “τελευταίο στάδιο” του καπιταλισμού, ο οποίος είχε γίνει τελικά παγκόσμιος από τα τέλη του 19ου αιώνα.

Κατά την άποψή μου, αυτό που αποσιώπησε ο Λένιν ήταν ότι η ιμπεριαλιστική επέκταση πραγματοποιήθηκε επειδή η κερδοφορία του κεφαλαίου στις ιμπεριαλιστικές πατρίδες είχε μειωθεί – η κρίση κερδοφορίας εκδηλώθηκε στην ύφεση των δεκαετιών 1880 και 1890. Αυτό οδήγησε το κεφάλαιο στο εξωτερικό, και μαζί με αυτό αυξήθηκε ο ανταγωνισμός μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων που τελικά οδήγησε στον παγκόσμιο πόλεμο.

Αυτό που έχει ξεπεραστεί στην ανάλυση του Λένιν είναι η άνοδος μιας νέας ηγεμονικής δύναμης που αντικατέστησε τον ρόλο της Βρετανίας του 19ου αιώνα. Χρειάστηκε ένας ακόμη παγκόσμιος πόλεμος για να επιλυθεί αυτό, αλλά μετά από αυτόν οι ΗΠΑ έγιναν η κυρίαρχη δύναμη, καθορίζοντας τους κανόνες του διεθνούς εμπορίου και της οικονομίας, ηγούμενη του κόσμου στην παραγωγή και τη στρατιωτική υπεροχή. Η Pax Americana καθιερώθηκε τουλάχιστον μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Μετά από αυτό μπήκαμε σε μια περίοδο σχετικής παρακμής της ηγεμονίας των ΗΠΑ, όπως συνέβη με τη Βρετανία μετά το 1850.

Αλλά η ουσία αυτού που περιέγραψε ο Λένιν το 1915 παραμένει: λίγες άγουσες οικονομίες σε ένα ιμπεριαλιστικό μπλοκ που κυριαρχούν στον υπόλοιπο κόσμο μέσω της καλύτερης τεχνολογίας, της οικονομικής δύναμης και του εμπορίου, καθώς και της στρατιωτικής υπεροχής.

 

Ποιο είναι το ειδικό βάρος που έχουν σήμερα οι μηχανισμοί ιμπεριαλιστικής εκμετάλλευσης σε σύγκριση με το παρελθόν;

Η αποικιοκρατία ήταν η άμεση απόσπαση πόρων και εργατικού δυναμικού (δουλεία) μέσω πολιτικής, στρατιωτικής κατοχής και ελέγχου. Αυτό έχει γενικά τελειώσει. Αλλά, από πολλές απόψεις, η εκμετάλλευση της εργασίας στην περιφέρεια είναι ακόμη μεγαλύτερη και πιο καταστροφική από ό, τι στην αποικιοκρατική εποχή. Τώρα, η μεταφορά αξίας από τις φτωχές χώρες στο ιμπεριαλιστικό μπλοκ γίνεται μέσω του λεγόμενου ελεύθερου εμπορίου και των ελεύθερων ροών κεφαλαίου και πιστώσεων. Η εξόρυξη των φυσικών πόρων και η εκμετάλλευση της εργασίας “πληρώνεται” με χρήμα, αλλά πρόκειται για μια άνιση ανταλλαγή που βλέπει την αξία να μεταφέρεται μέσω των διεθνών αγορών.

Η στρατιωτική και πολιτική κυριαρχία παραμένει, φυσικά, αλλά είναι μια αντανάκλαση της οικονομικής κυριαρχίας. Ο κόσμος του κεφαλαίου συνδέεται με τον στρατό. Για παράδειγμα, η Ουκρανία θέλει να είναι μέρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και μέρος του ΝΑΤΟ. Η αυξανόμενη οικονομική σύγκρουση για το εμπόριο και την τεχνολογία μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας οδηγεί σε πολιτική αντιπαράθεση για την Ταϊβάν.

 

Οι αρχικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις απέκτησαν τον πλούτο και τη στρατιωτική τους ισχύ στην βάση της αποικιακής κατάκτησης και λεηλασίας των προ-καπιταλιστικών κοινωνιών. Παραμένουν οι μόνες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις; Αν ναι, γιατί; Ή κάποια έθνη-κράτη έχουν γίνει από μη ιμπεριαλιστικά, ιμπεριαλιστικά; Αν ναι, πώς τέθηκαν τα οικονομικά θεμέλια των νεότερων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και ποια ειδικά χαρακτηριστικά τους επέτρεψαν να ενταχθούν στο στρατόπεδο των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων;

Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι η σύνθεση του ιμπεριαλιστικού μπλοκ το 1915, όταν ο Λένιν έγραψε το βιβλίο του, δεν έχει αλλάξει. Εξακολουθούν να είναι οι ίδιοι “συνήθεις ύποπτοι”, αν και τώρα με επικεφαλής τις ΗΠΑ και όχι τη Βρετανία και την Ευρώπη. Η τελευταία χώρα που απέκτησε ιμπεριαλιστικό καθεστώς ήταν η Ιαπωνία, λίγο πριν το βιβλίο του Λένιν. Από τότε μπορούμε να μιλάμε μόνο για την ανάδυση μικρότερων δορυφόρων των μεγάλων δυνάμεων μέσα στο μπλοκ, όπως η Αυστραλία – αλλά όχι η Νότια Κορέα. Η ιμπεριαλιστική λέσχη είναι κλειστή σε νέες εντάξεις.

Αν με τον όρο ιμπεριαλισμός εννοούμε την επίτευξη συστηματικής και διαρκούς μεταφοράς αξίας σε μια χώρα από τον υπόλοιπο κόσμο, τότε καμία από τις χώρες BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Νότια Αφρική) δεν έχει επιτύχει αυτό το καθεστώς. Κάποιοι μιλούν για “υπο-ιμπεριαλισμό”, όπου μια χώρα εκμεταλλεύεται από μια ιμπεριαλιστική δύναμη αλλά, με τη σειρά της, εκμεταλλεύεται τους γείτονές της με παρόμοιο τρόπο. Τα εμπειρικά στοιχεία για αυτό είναι πολύ αδύναμα. Η Ρωσία, η Κίνα, η Ινδία, η Βραζιλία και η Νότια Αφρική δεν εισπράττουν πολλά από τις μεταφορές πλεονασμάτων από το εμπόριο και τις επενδύσεις σε φτωχότερες χώρες – τίποτα σε σύγκριση με το ιμπεριαλιστικό μπλοκ. Έτσι, δεν είμαι σίγουρος ότι ο υπο-ιμπεριαλισμός είναι μια χρήσιμη έννοια.

 

Δεδομένης της συζήτησης σχετικά με τον τρόπο χαρακτηρισμού της Κίνας και της Ρωσίας, πώς θεωρείτε ότι αυτές οι δύο χώρες εντάσσονται στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα;

Με βάση τα οικονομικά και τη μαρξιστική θεωρία της ιμπεριαλιστικής εκμετάλλευσης, ούτε η Ρωσία ούτε η Κίνα μπορούν να χαρακτηριστούν ιμπεριαλιστικές, δηλαδή να αποκομίζουν τεράστια και συνεχή κέρδη, προσόδους και τόκους από άλλες χώρες μέσω του εμπορίου και των επενδύσεων. Αυτό δεν σημαίνει ότι αυτές και άλλες χώρες δεν είναι καπιταλιστικές ή ότι δεν επιδιώκουν να ελέγχουν τους γείτονές τους.

Η Ρωσία είναι σαφώς μια γκανγκστερική καπιταλιστική οικονομία που διοικείται από “ολιγάρχες” και ελέγχεται αυτοκρατορικά. Θέλει να ελέγξει τους γείτονές της και να κρατήσει μακριά την επιρροή και τον έλεγχο του ιμπεριαλιστικού μπλοκ, για παράδειγμα στην Ουκρανία. Παρομοίως, το Ιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν επιτέθηκε στο Κουβέιτ και το Ιράν για να αποκτήσει μεγαλύτερο πολιτικό έλεγχο της περιοχής και να διατηρήσει την εξουσία στο εσωτερικό, αλλά δεν ήταν ιμπεριαλιστικό με την έννοια ότι είχε τη δυνατότητα για την ανάπτυξη σημαντικών μεταφορών αξίας από το εξωτερικό σε μόνιμη και σταθερή βάση.

 

Εν μέσω της συζήτησης για έναν αναδυόμενο “πολυπολικό κόσμο”, πώς θα πρέπει να δει η Αριστερά πρωτοβουλίες όπως οι BRICS; Παρέχουν μια προοδευτική, ή ακόμη και αντιιμπεριαλιστική εναλλακτική λύση, για τις χώρες του Παγκόσμιου Νότου; Αν όχι, τι είδους διεθνισμό χρειαζόμαστε για να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις του ιμπεριαλισμού σήμερα;

Οι χώρες των BRICS είναι καπιταλιστικές και εθνικιστικές. Δεν έχουν μια διεθνιστική προοπτική και σίγουρα όχι μια προοπτική που να στοχεύει στην ενότητα της εργασίας ενάντια στο κεφάλαιο. Επιπλέον, οι BRICS και άλλες μη ιμπεριαλιστικές ομάδες – και σίγουρα όχι η Κίνα από μόνη της – δεν θα ανταγωνιστούν ποτέ το ιμπεριαλιστικό μπλοκ αρκετά ώστε να το διαλύσουν ή να το αποδυναμώσουν. Οποιαδήποτε αδυναμία θα προέλθει από το εσωτερικό των ιμπεριαλιστικών οικονομιών.

Η προσδοκία ότι οι BRICS, ως λέσχη ασθενέστερων εθνών, θα ρίξουν το ιμπεριαλιστικό μπλοκ είναι ουτοπική. Αυτό που χρειάζεται είναι η διεθνής αλληλεγγύη της εργατικής τάξης ενάντια στο κεφάλαιο. Αυτό σημαίνει ότι ο καλύτερος τρόπος για να τερματιστεί ο ιμπεριαλισμός είναι να επιτευχθεί ένας ριζοσπαστικός σοσιαλιστικός μετασχηματισμός στο εσωτερικό των ιμπεριαλιστικών χωρών και να επιτευχθεί επαναστατική αλλαγή και στις χώρες BRICS. Η ελπίδα για προοδευτικές διεθνιστικές πολιτικές από τα καθεστώτα των BRICS είναι απατηλή.

Σκεφτείτε το ως εξής: αν γινόταν μια σοσιαλιστική επανάσταση σε μια από τις χώρες BRICS, θα ήταν ένα σημαντικό γεγονός και ένα άλμα προς τα εμπρός για ένα σοσιαλιστικό μέλλον. Αλλά αν ο ιμπεριαλισμός παραμείνει «στο τιμόνι» , τότε το μέλλον της χώρα εκείνης θα είναι εξαιρετικά αβέβαιο, όπως συνέβη στη Χιλή, στη Σοβιετική Ένωση ή ίσως σύντομα και στην Κίνα. Αλλά αν γινόταν μια σοσιαλιστική επανάσταση στις ΗΠΑ, τότε ο ιμπεριαλισμός θα κατέρρεε πολύ γρήγορα και διεθνώς τα άλλα καπιταλιστικά κράτη θα έπεφταν σαν ντόμινο.