του Διονύση Περδίκη
*Ότι δεν αναφέρεται συγκεκριμένα ως παράθεμα, και δεν περικλείεται σε εισαγωγικά, αποτελεί – προφανώς – προσωπική άποψη ή/και ερμηνεία. Το ίδιο προσωπικοί είναι και οι διάφοροι τονισμοί στα παραθέματα με έντονα γράμματα.
Ο Λένιν:
- …για το ποιες είναι οι «μεγάλες» ιμπεριαλιστικές Δυνάμεις, πως να τις εντοπίζουμε σε κάθε ιστορική εποχή, αλλά και τον σοσιαλσωβινισμό:
[…] αν όλοι οι σοσιαλιστές των ‘μεγάλων’ Δυνάμεων, δηλαδή των Δυνάμεων που διαπράττουν μεγάλες ληστείες, δεν υπερασπίζουν αυτό το ίδιο δικαίωμα [σημ ΔΠ, της αυτοδιάθεσης] προκειμένου για τις αποικίες, αυτό γίνεται ακριβώς γιατί και μόνο γιατί στην πραγματικότητα είναι ιμπεριαλιστές και όχι σοσιαλιστές.[1]
- …για την πόλωση των λαών από τη μια σε εργατική αριστοκρατία και μικροαστισμό, και από την άλλη σε υπερεκμεταλλευόμενη εργασία, στη βάση της ιμπεριαλιστικής ληστείας και των μονοπωλιακών υπερκερδών:
Σημασία δεν έχει αν πριν από τη σοσιαλιστική επανάσταση θα απελευθερωθεί το 1/50 ή το 1/100 των μικρών εθνών, σημασία έχει ότι στην ιμπεριαλιστική εποχή, εξαιτίας αντικειμενικών αιτιών, το προλεταριάτο χωρίστηκε σε δύο διεθνή στρατόπεδα, από τα οποία το ένα έχει διαφθαρεί με τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι της κεφαλαιοκρατίας των μεγάλων Δυνάμεων – ανάμεσα στ’ άλλα και από τη διπλή ή τριπλή εκμετάλλευση των μικρών εθνών – ενώ το άλλο δεν μπορεί να απελευθερωθεί το ίδιο, χωρίς να απελευθερώσει τα μικρά έθνη, χωρίς να διαπαιδαγωγεί τις μάζες με αντισωβινιστικό πνεύμα […].[2]
Από τη μια μεριά, οι γιγάντιες διαστάσεις του χρηματιστικού κεφαλαίου, που είναι συγκεντρωμένο σε λίγα χέρια και δημιουργεί ένα αφάνταστα πλατύ και πυκνό δίχτυ σχέσεων και δεσμών, που υποτάσσει στο κεφάλαιο τη μάζα όχι μονάχα των μεσαίων και μικρών, αλλά και των πάρα πολύ μικρών καπιταλιστών και νοικοκυραίων, και από την άλλη, η οξυμένη πάλη με τις άλλες εθνοκρατικές ομάδες των χρηματιστών για το μοίρασμα του κόσμου και για την κυριαρχία πάνω στις άλλες χώρες – όλα αυτά προκαλούν το γενικό πέρασμα όλων των εύπορων τάξεων με το μέρος του ιμπεριαλισμού.[3]
- …για την παγκόσμια, διεθνιστική οπτική των κομμουνιστών στα εθνικά, δημοκρατικά ζητήματα και στους εθνικούς ανταγωνισμούς:
Οι διάφορες διεκδικήσεις της δημοκρατίας, μαζί και η αυτοδιάθεση, δεν είναι κάτι το απόλυτο, αλλά ένα μέρος του πανδημοκρατικού (σήμερα: πανσοσιαλιστικού) παγκόσμιου κινήματος. Μπορεί σε ορισμένες συγκεκριμένες περιπτώσεις το μέρος να έρχεται σε αντίθεση με το όλο και τότε πρέπει να απορρίπτεται. Μπορεί σε κάποια χώρα το δημοκρατικό κίνημα να είναι απλώς όργανο των κληρικών ή χρηματιστικών μοναρχικών ραδιουργιών των άλλων χωρών· τότε εμείς δεν πρέπει να υποστηρίζουμε αυτό το δοσμένο, συγκεκριμένο κίνημα, θα ήταν όμως γελοίο να πετάξουμε γι’ αυτό το λόγο το σύνθημα της δημοκρατίας από το πρόγραμμα της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας.[4]
- …για τον αγώνα των κομμουνιστών για την ήττα του «δικού τους» ιμπεριαλιστή:
Σ’ έναν αντιδραστικό πόλεμο μια επαναστατική τάξη δεν μπορεί παρά να εύχεται την ήττα της κυβέρνησής της.
Αυτό είναι αξίωμα. Και το αξίωμα αυτό το αμφισβητούν μόνο οι συνειδητοί οπαδοί ή οι ανίκανοι υπηρέτες των σοσιαλσοβινιστών.
[…] Επαναστατική δράση, όμως, ενάντια στην κυβέρνησή σου στη διάρκεια του πολέμου σημαίνει, αναμφισβήτητα, αναντίρρητα, όχι μόνο να εύχεσαι να ηττηθεί η κυβέρνησή σου αλλά και να συμβάλεις έμπρακτα σ’ αυτήν την ήττα.
[…] Επανάσταση σε καιρό πολέμου σημαίνει εμφύλιος πόλεμος, η μετατροπή, όμως του πολέμου των κυβερνήσεων σε εμφύλιο πόλεμο, από το ένα μέρος, διευκολύνεται από τις στρατιωτικές αποτυχίες (από την ‘ήττα΄) των κυβερνήσεων, ενώ, από το άλλο μέρος, είναι αδύνατο, τείνοντας στην πράξη προς μιας τέτοια μετατροπή να μη συμβάλεις έτσι στην ήττα.
[…] Το να παραιτείται κανείς από το σύνθημα της ήττας σημαίνει να μετατρέπει την επαναστατικότητά του σε κούφια φρασεολογία είτε σε καθαρή υποκρισία.
Και με τι μας προτείνουν να αντικαταστήσουμε το ‘σύνθημα’ της ήττας; Με το σύνθημα ‘ούτε νίκη, ούτε ήττα’. […] [5]
- Ένα δείγμα από το πως διαπράττεται σήμερα η ιμπεριαλιστική ληστεία, και για το πως μπορεί κάλλιστα να «ανεβαίνει το ΑΕΠ ή το εμπορικό πλεόνασμα» μιας χώρας, και ωστόσο αυτή να ληστεύεται το ίδιο ή και περισσότερο:
Ένα παράδειγμα της παγκοσμιοποιημένης ιεραρχικής εξειδίκευσης που εξετάζεται από τους συγγραφείς των ΔΑΑ (Σ.τ.Μ., Διεθνείς Αλυσίδες Αξίας, Global Value Chains, GVC) […] είναι η σχέση μεταξύ της Apple και των εργολάβων της. Η Apple, με έδρα την Καλιφόρνια, είναι μια μη κατασκευαστική εταιρεία που συχνά κατατάσσεται ως η πιο κερδοφόρα πολυεθνική εταιρεία στον κόσμο. Αναθέτει την άμεση παραγωγή ως επί το πλείστον στη Foxconn, μια γιγαντιαία εταιρεία με έδρα την Ταϊβάν. Για να αναφέρουμε ένα μόνο παράδειγμα έρευνας για ένα προϊόν της Apple, οι Milberg και Winkler δείχνουν ότι το 2010, η Apple εισήγαγε ολοκληρωμένα iPhones προς 179 δολάρια το καθένα από την Foxconn στην Κίνα και τα πωλούσε προς 600 δολάρια στη λιανική αγορά των ΗΠΑ. Συνολικά οι εξαγωγές iPhone από την Κίνα προς τις ΗΠΑ το 2009 ήταν 2 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ το εισόδημα που έλαβαν η κινεζική εργασία και το κινεζικό κεφάλαιο από το σύνολο αυτό ήταν μόλις 73,3 εκατομμύρια δολάρια ή 3,6%.
Εξετάζοντας την αντίστοιχη κερδοφορία των δύο εταιρειών, μέχρι το 2014 η Foxconn κέρδισε 3,6 δισ. δολάρια κέρδη για περιουσιακά στοιχεία ύψους 78 δισ. δολαρίων (4,6% απόδοση του ενεργητικού –RoA, Σ.τ.Μ., Return on Assets). Τα κέρδη 37 δισ. δολαρίων της Apple εκείνο το έτος προήλθαν από 207 δισεκατομμύρια δολάρια σε περιουσιακά στοιχεία – 18% RoA – τέσσερις φορές υψηλότερο από ό,τι η Foxconn. Η Foxconn απασχολούσε περίπου 1,3 εκατομμύρια εργαζόμενους το 2014, δίνοντάς της κέρδος 2.768 δολάρια ανά εργαζόμενο που απασχολούσε. Οι 80.000 εργαζόμενοι της Apple απέφεραν στην εταιρεία 463.000 δολάρια κέρδος ανά εργαζόμενο, ή περίπου 167 φορές περισσότερο. Σε κάθε περίπτωση μιλάμε για κέρδος της εταιρείας ανά εργαζόμενο. Το πολύ διαφορετικό εισόδημα των ίδιων των εργαζομένων της Foxconn και της Apple αντιπροσωπεύει μια ακόμη τεράστια διαφορά.[6]
Ο πόλεμος και η κρίση στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα
Ο πόλεμος στην Ουκρανία μας φέρνει μπροστά στο ενδεχόμενο ενός Γ΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ενός πολέμου που μέχρι στιγμής εκτυλισσόταν πιο συγκαλυμμένα, «διά αντιπροσώπων», αλλά πλέον αυξάνεται ο κίνδυνος να εξελιχθεί σε ανοιχτό, ίσως και πυρηνικό, πόλεμο.
Σε κάθε προηγούμενη ανάλογη στιγμή της ιστορίας, το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα (δΚΚ στο εξής) γνώρισε μεγάλες διαμάχες, και διασπάσεις, όπως τη «χρεωκοπία» της Β΄ Κομμουνιστικής Διεθνούς, στις παραμονές του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και τις ταλαντεύσεις προ του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι οποίες δεν επέτρεψαν το δΚΚ να εμποδίσει αποτελεσματικά την άνοδο του φασισμού/ναζισμού, και των οποίων η διόρθωση οδήγησε τελικά στην ήττα του, και στην εξάπλωση του σοσιαλισμού σε μεγάλο μέρος του κόσμου.
Η σημερινή συγκυρία βρίσκει το δΚΚ σε ιστορική κρίση. Επομένως, δε θα περίμενε κανείς να είναι η κατάσταση καλύτερη. Αυτό φαίνεται με μια ματιά στις ανακοινώσεις των κομμουνιστικών κομμάτων για τον εν εξελίξει πόλεμο. Δεν λείπουν ορισμένες ακραίες φωνές ως προς το μονοδιάστατο ή άνισο της κριτικής έναντι της Ρωσίας, όπως και μερικές αντίθετες, οι οποίες εστιάζουν στο δίκαιο της Ρωσίας ως προς κάποιες από τις πλευρές του πολέμου.
Η πλειοψηφία, ωστόσο, των ανακοινώσεων στην ιστοσελίδα solidnet.org αποτελούν μια παραλλαγή μιας θέσης, η οποία
- έχει ως κοινό τόπο την ανοιχτή καταδίκη της ρωσικής επέμβασης
- και την απαίτηση για την απόσυρση των ρωσικών στρατευμάτων από την Ουκρανία,
- και για μια ειρηνική/διπλωματική λύση,
- ή την αναφορά στη σοσιαλιστική επανάσταση ως μόνη λύση,
- ενώ διαφέρουν στον βαθμό που αναφέρονται στις ευθύνες του ευρωατλαντικού ιμπεριαλισμού για την κλιμάκωση των «ανταγωνισμών», και γενικότερα, στο πως μοιράζουν την ευθύνη αυτή, με την αντίστοιχη του ρωσικού αστικού εθνικισμού.
Άλλοτε το αίτημα της ρωσικής απόσυρσης από την Ουκρανία στέκεται μόνο του, χωρίς αναφορά στους όρους της ειρήνης, στην ουσία στηρίζοντας απροκάλυπτα τη νατοϊκή πλευρά, και άλλοτε έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τους προτεινόμενους όρους της ειρήνης, που – τυχαία; – αντιστοιχούν λίγο – πολύ στις ρωσικές αιτιάσεις, κυρίως αυτές για ουδετερότητα της Ουκρανίας και της μη ένταξής της στο ΝΑΤΟ!
Θα χαρακτηρίσουμε αυτή τη θέση ως «κεντριστική», διότι πατάει σε δύο βάρκες:
- Από τη μια, είναι η βάρκα της πραγματικότητας της εξάπλωσης του ΝΑΤΟ, των συνεχών πολέμων του ευρωατλανικού ιμπεριαλισμού για την εγκαθίδρυση της «νέας τάξης πραγμάτων» από το 1990 μέχρι σήμερα, αλλά και της ίδιας της πρόσφατης ιστορίας στην Ουκρανία με το πραξικόπημα του 2014, τον πόλεμο και την εθνική καταπίεση εναντίον των ανατολικών – ρωσόφωνων κατά πλειοψηφία – περιοχών, την ενσωμάτωση του ναζισμού ως επίσημη κρατική ιδεολογία και πρακτική των σωμάτων ασφαλείας της χώρας αυτής, την αθέτηση των συμφωνιών του Μινσκ από την ουκρανική πλευρά, ενώ φτάνουν οι θέσεις αυτές να παραδέχονται ότι όλα αυτά είναι μέρος μιας στρατηγικής περικύκλωσης, περιορισμού ή και ηγεμόνευσης, έως και καθυπόταξης, ή και διαμελισμού των χωρών της Ευρασίας (αρχικά της Ρωσίας, στη συνέχεια του Ιράν, της Συρίας κοκ, με τελικό στόχο την Κίνα).
- Από την άλλη βάρκα, στο ερώτημα του τελικά «ποιας πολιτικής συνέχεια είναι αυτός ο πόλεμος», που οδηγεί στον χαρακτηρισμό του πολέμου αυτού ως «ιμπεριαλιστικού και άδικου και από τις δύο πλευρές», όλα αυτά ξεχνιούνται, ή χαρακτηρίζονται ως «προσχήματα». Στη θέση τους μπαίνουν άδειες, γενικές φράσεις περί «ενδο-ιμπεριαλιστικών/καπιταλιστικών ανταγωνισμών», «(ξανα)μοιράσματος σφαιρών επιρροής», «σχεδίων αποκατάστασης της ρωσικής αυτοκρατορίας», με αόριστες αναφορές στον πλούτο της Ουκρανίας, ή στον εθνικιστικό λόγο εκπροσώπων της ρωσικής αστικής τάξης. Ακόμη περιμένουμε μια σοβαρή ανάλυση που να καταδεικνύει ποιοι τέτοιοι στόχοι εξηγούν την επιλογή της Ρωσίας για μια τέτοιας έκτασης αντιπαράθεση με όλον τον δυτικό κόσμο, τη διάρρηξη των σχέσεών της με την ΕΕ, την ακύρωση του αγωγού Nord Stream 2 που ήταν έτοιμος να λειτουργήσει, την απομόνωσή της από τις παγκόσμιες αγορές λόγω των κυρώσεων στο βαθμό – βέβαια – που αυτές θα πετύχουν τον σκοπό τους, κοκ…
Πατώντας στις δύο αυτές βάρκες, το τελικό αίτημα ή σύνθημα για την έκβαση ή τερματισμό του πολέμου, ή για τη στάση των κομμουνιστών απέναντί του, πέφτει σε μια θάλασσα αντιφάσεων. Το τελικό αποτέλεσμα είναι μια πολιτική που είναι «συμβατή» τελικά με την κυρίαρχη ιδεολογία και τη στρατηγική των ιμπεριαλιστικών αστικών τάξεων των χωρών μας, δηλ. των χωρών της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.
Ας σκεφτούμε πόσο διαφορετικά είναι τα πρακτικά πολιτικά αποτελέσματα καθεμιάς από τις παρακάτω τρεις εναλλακτικές εκδοχές:
- Η αιτία του πολέμου, η «πολιτική της οποίας αποτελεί συνέχεια ο πόλεμος», είναι η στρατηγική του ευρω-ατλαντικού ιμπεριαλισμού περικύκλωσης, περιορισμού ή και ηγεμόνευσης, έως και καθυπόταξης ή και διαμελισμού των χωρών της Ευρασίας.
Η΄
Η αιτία του πολέμου είναι (εξίσου, ή σε συνδυασμό, ίσως, με την παραπάνω) η προσπάθεια της Ρωσίας να αναδιατάξει/ανακτήσεις σφαίρες επιρροής της, ώστε να αναδειχθεί/επιβεβαιωθεί ως (νέα) ιμπεριαλιστική δύναμη, να καταπιέσει τους Ουκρανούς, και να ληστεύσει τον πλούτο της Ουκρανίας.
- Οφείλουμε, ως κομμουνιστές, να αγωνιστούμε για την ήττα του «δικού μας» ιμπεριαλιστή, ακολουθώντας την προτροπή του Λένιν (ότι και να είναι/κάνουν οι άλλες δυνάμεις, βλ. παράθεμα 4).
Η΄
«Δε διαλέγουμε ιμπεριαλιστικό πόλο/άξονα ή το ‘μικρότερο κακό’». Δε μας ενδιαφέρει το αποτέλεσμα του πολέμου. Απλά αγωνιζόμαστε ενάντια στον ιμπεριαλιστή που μας έτυχε στα πλαίσια ενός γεωγραφικού/εθνικού καταμερισμού.
- Δείτε τι κάνουν οι Ρώσοι στους Ουκρανούς (άμαχους), τη βαρβαρότητα του πολέμου που εξαπέλυσαν εναντίον τους (στο οποίο εύκολα η αστική τάξη θα προσθέσει ότι χρειαζόμαστε την προστασία του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, πχ., στην Ελλάδα, ενάντια στην αντίστοιχη «βαρβαρότητα» των Τούρκων, που είναι κι αυτοί «ανατολίτες»…).
Η΄
Δείτε τι παθαίνει ένας λαός, όταν ανέχεται μια άκρως εθνικιστική, ή και ναζιστική κυβέρνηση, η οποία τον μετατρέπει σε ΝΑΤΟϊκό προτεκτοράτο, και αιχμή του δόρατος της ιμπεριαλιστικής στρατηγικής. Να γιατί η ένταξη στο ΝΑΤΟ και η υποταγή στους σχεδιασμούς του αποτελεί θανάσιμο κίνδυνο και για τον δικό μας λαό!
Πέρα από το κατά πόσο αντιστοιχεί στην πραγματικότητα η κάθε εναλλακτική εκδοχή, κάτι για το οποίο χρειάζεται συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης, και όχι αοριστίες, οι πολιτικές διαφορές είναι εμφανείς.
Μάλιστα, ζούμε σε μια εποχή που η κατάσταση του αντιιμπεριαλιστικού, λαϊκού κινήματος στις χώρες μας δεν επιτρέπει προσδοκίες για νίκες με άμεσο αντίκρισμα για τους λαούς της Ουκρανίας. Πχ. πολιτικοί στόχοι όπως η έξοδος από το ΝΑΤΟ ή η διάλυσή του, ή ακόμη και η απεμπλοκή της χώρας μας από τον πόλεμο, ακούγονται πιο πολύ ως ακίνδυνα ευχολόγια σήμερα, παρά ως άμεσες δυνατότητες. Οι χώρες μας έμπρακτα υποστηρίζουν και καθοδηγούν τους Ουκρανούς να πολεμήσουν «μέχρι τελευταίας σταγόνας» του αίματός …τους…, ενώ εμείς αποτυγχάνουμε να τις εμποδίσουμε. Οπότε, η πολιτική ζύμωση της μιας ή της άλλης εκδοχής από τις παραπάνω, το κατά πόσο συμπλέουμε με ή αντιπαλεύουμε την κυρίαρχη προπαγάνδα, αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία, και αναδεικνύεται σε όρο ανασυγκρότησης του αντιιμπεριαλιστικού κινήματος στις χώρες της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.
Σε κάθε περίπτωση, για να εξηγηθεί η στάση του κάθε κόμματος πρέπει να συνεκτιμηθούν:
- η θέση της αντίστοιχης χώρας στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα διακρατικών σχέσεων εκμετάλλευσης και καταπίεσης,
- η κατάσταση της ταξικής πάλης στο εσωτερικό της κάθε χώρας,
- και η σχετική δύναμη του κάθε κόμματος,
- το πως όλα αυτά, εν τέλει, καθορίζουν τους περιορισμούς, τις θέσεις και τα πολιτικά καθήκοντα κάθε κόμματος.
Δεν μπορούμε να αναφερθούμε αναλυτικά και ανά χώρα στους παράγοντες αυτούς στο παρόν άρθρο. Σε κάθε περίπτωση, απουσιάζει, δυστυχώς, μια σύγχρονη Κομμουνιστική Διεθνής, η οποία να μπορεί να ενοποιήσει τις επιμέρους οπτικές με βάση το συμφέρον του διεθνούς προλεταριάτου.
Εργατική αριστοκρατία, μικροαστισμός και οπορτουνισμός στο εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα των ιμπεριαλιστικών χωρών (και σε κάποια προτεκτοράτα τους…)
Ωστόσο, ιδιαίτερη κοινωνικοπολιτική, αλλά και ηθική, διάσταση αποκτά το ζήτημα αυτό, στις περιπτώσεις που ο κεντρισμός, ή και η μονομερής καταδίκη της Ρωσίας, συμπλέουν – έστω έμμεσα – με τη στρατηγική της εκάστοτε εθνικής αστικής τάξης, ιδιαίτερα των ιμπεριαλιστικών χωρών και των προτεκτοράτων τους, όπως καταδείξαμε παραπάνω. Τότε, στην ουσία αποτελούν έκφραση ενός – κεκαλυμμένου, ίσως, μέσα από γενικόλογες πασιφιστικές ή «επαναστατικές» εκφράσεις – σοσιαλσωβινισμού (δηλ. σοσιαλιστικού εθνικισμού, ή εθνικισμού με σοσιαλιστικό μανδύα, βλ. παράθεμα 1 παραπάνω).
Ο τελευταίος, όπως και κάθε είδος οπορτουνισμού, ως ρεύμα στο δΚΚ, έχει την υλική του βάση στην εργατική αριστοκρατία και τον μικροαστισμό, που μπορούν και αναπτύσσονται κυρίως στις πιο πλούσιες χώρες του κόσμου. Πρόκειται για σχετικά μαζικό πολιτικό φαινόμενο επίδρασης της κυρίαρχης ιδεολογίας στις γραμμές του λαϊκού κινήματος, «μεταμφιεσμένης» με αριστερή, πασιφιστική ή κομμουνιστική φρασεολογία. Εκτυλίσσεται σε μεγάλο βαθμό ασυνείδητα, ως θέσεις που εμφανίζονται ως «επαναστατικές», αλλά στην πραγματικότητα οδηγούνε σε στάσεις πιο «βολικές», οι οποίες αποφεύγουν να έρθουν σε ευθεία αντίθεση με την αστική πολιτική.
Οι χώρες με μαζικά κοινωνικά φαινόμενα εργατικής αριστοκρατίας και μικροαστισμού δεν μπορούν παρά να είναι οι ιμπεριαλιστικές χώρες, και οι σύμμαχοί τους, ή «ιμπεριαλιστές – κουρελούδες», δηλ. όσες χώρες διαθέτουν και το πλεόνασμα εκείνο που μπορεί να αφεθεί να πέσει σαν «ψίχουλα από το τραπέζι» της ιμπεριαλιστικής ληστείας (βλ. το παράθεμα 2). Αυτό ισχύει είτε είναι «μεγάλες» δυνάμεις, και καθορίζουν την παγκόσμια ιμπεριαλιστική στρατηγική, είτε απλά ακολουθούν και πλουτίζουν από αυτήν.
Το «μεγάλο» εδώ, αναφέρεται σε μεγάλες ληστείες, όπως κάνει σαφές ο Λένιν στο παράθεμα 1, κι όχι γενικά και αόριστα σε μεγάλες χώρες. Αντίθετα, μερικές από τις μεγαλύτερες χώρες στον κόσμο αποτελούν και τους τόπους όπου διαπράττονται οι «μεγάλες» αυτές ληστείες, εις βάρος της πλειοψηφίας των λαών του κόσμου, δηλ. είναι τα θύματα της ληστείας. Χώρες όπως η Κίνα, η Ρωσία, η Ινδία, το Πακιστάν, το Ιράν, η Βραζιλία, το Μεξικό, η Αργεντινή, και η Ν. Αφρική, έχουν μεγάλη έκταση και πληθυσμό, λίγο – πολύ αντίστοιχα μεγάλο κρατικό μηχανισμό και στρατό, ενώ 4 από αυτές κατέχουν και πυρηνικά όπλα. Τα εθνικά τους μονοπώλια – σε μεγάλο βαθμό κρατικά στη Ρωσία και στην Κίνα – επίσης είναι μεγάλα, ακόμη και αν δρουν κυρίως, ή και αποκλειστικά, στην εσωτερική τους αγορά, καθώς η τελευταία είναι αντίστοιχη με το μέγεθος των χωρών αυτών. Ωστόσο, σε έναν κυρίως καπιταλιστικό – πλέον – κόσμο, χωρίς αποικίες ή «μισοφεουδαρχικές» αυτοκρατορίες, όπως η Ρωσία της εποχής του Λένιν, ο όρος «εκμετάλλευση» σχετίζεται με τον τρόπο που παράγεται, κυκλοφορεί και διανέμεται η υπεραξία στη διεθνή αγορά, κι εκεί, όλες αυτές οι χώρες πληρώνουν «φόρο υποτέλειας» με τη μια ή την άλλη μορφή προς τις πραγματικά ιμπεριαλιστικές χώρες.
Ενδεικτικά, ας συγκρίνει ο αναγνώστης δύο παγκόσμιους χάρτες. Αυτόν του κατά κεφαλήν εισοδήματος για το 2018, από τη Wikipedia, και αυτόν με τις χώρες που έχουν επιβάλλει κυρώσεις στην Ρωσία σήμερα, λόγω του πολέμου (Εικόνα 1 από το πολύ καλό ρεπορτάζ του Μ. Παναγιωτάκη στο Κοσμοδρόμιο), και ως μέρος ενός οικονομικού πολέμου εναντίον της. Η ομοιότητα των χωρών που επιτίθενται στη Ρωσία, είτε με την έμμεση συμμετοχή τους στον πόλεμο στην Ουκρανία, είτε με τον οικονομικό πόλεμο των κυρώσεων, με τις πλουσιότερες και ισχυρότερες χώρες του κόσμου, είναι πασιφανής.
Εικόνα 1. Ακαθάριστο Εθνικό Εισόδημα κατά κεφαλήν για το 2018 σε δολάρια ΗΠΑ (Wikipedia).
Εικόνα 2. Χάρτης των χωρών (μπλε) που έχουν επιβάλει κυρώσεις στη Ρωσία (κόκκινο).
Περαιτέρω στοιχεία για το ποιες είναι οι ιμπεριαλιστικές χώρες σήμερα θα αναφέρουμε σύντομα σε μελέτη, η οποία αξιοποιεί στοιχεία από το διεθνές εμπόριο, τους μισθούς, και τις ροές κεφαλαίων, μέσα από μελέτες μαρξιστών επιστημόνων της πολιτικής οικονομίας, από διαφορετικές ιδεολογικές σχολές, που στηρίζονται σε διαφορετικές παραδοχές και μεθοδολογίες [7]. Όλοι οι συγγραφείς συγκλίνουν στο ότι ούτε η Ρωσία, ούτε η Κίνα είναι τέτοιες χώρες, διότι, πολύ απλά, μια συγκεκριμένη ανάλυση των οικονομικών και πολιτικών σχέσεών τους με τις άλλες χώρες του κόσμου, αποδεικνύει ότι όχι μόνο – γενικά μιλώντας – δεν καταπιέζουν εθνικά άλλους λαούς, κράτη και εθνότητες, προκειμένου να τους εκμεταλλευτούν οικονομικά, ή – εν πάσει περιπτώσει – δεν το κάνουν στον βαθμό του «μεγάλου ληστή του κόσμου», αλλά είναι και οι ίδιες – κυρίως – εκμεταλλευόμενες από τις ιμπεριαλιστικές χώρες (ειδικά η Κίνα, βλ. και το παράθεμα 5).
Αυτό αναγνωρίζεται, όπως θα δούμε στη συνέχεια, από εκείνους τους λαούς, κυβερνήσεις, και αντίστοιχα κομμουνιστικά κόμματα, που δίνουν έμπρακτα τον αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό, και ειδικότερα από την Επαναστατική Κυβέρνηση της Κούβας, στην οποία θα επικεντρώσουμε.
Το συμφέρον των λαών του κόσμου, όπως αντικατοπτρίζεται στη θέση της Επαναστατικής Κυβέρνησης της Κούβας
Στο παρόν, καλούμε τον αναγνώστη απλά να συγκρίνει την κεντριστική θέση, όπως πχ αυτή εκφράζεται σήμερα από τις μεγαλύτερες ελληνικές κομμουνιστικές οργανώσεις και κόμματα (ΚΚΕ, ΝΑΡ/ΑΝΤΑΡΣΥΑ), με τη θέση που εξέφρασε η Επαναστατική Κυβέρνηση της Κούβας.
Συγκεκριμένα, στη δήλωση της Επαναστατικής Κυβέρνησης της Κούβας, αλλά και σε άρθρο γνώμης («γραμμής»;), και τα δύο από το επίσημο όργανο του ΚΚ Κούβας, την “Granma” (τα παραθέτουμε στο τέλος του κειμένου), γίνονται σαφή – με δικά μας λόγια – τα εξής:
- υπάρχει αναφορά σε καπιταλιστικές δυνάμεις που δε δέχονται την παγκόσμια ηγεμονία των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, και όχι σε «ενδο-ιμπεριαλιστικές» αντιθέσεις, δηλ. αντιθέσεις ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικές δυνάμεις,
- υπάρχει αναφορά στους σύγχρονους «αντιαποικιακούς» αγώνες των λαών,
- υπάρχει αναλυτική αναφορά στις δίκαιες πλευρές του πολέμου από την πλευρά της Ρωσίας, με έμφαση στο ζήτημα της εθνικής της ασφάλειας από την επέκταση του ΝΑΤΟ,
- καθίσταται η επέκταση του ΝΑΤΟ και η πολιτική των ΗΠΑ, ως η «πολιτική της οποίας η συνέχεια είναι αυτός ο πόλεμος»,
- γίνεται ήπια κριτική στην Ρωσία για έναν πόλεμο που θα μπορούσε να αποφευχθεί, και για την καταπάτηση του διεθνούς δικαίου, με την επισήμανση ότι η Κούβα υποστηρίζει το διεθνές δίκαιο, διότι αποτελεί εργαλείο άμυνας των μικρών και αδύναμων χωρών ενάντια στην εθνική καταπίεση,
- υποστηρίζεται μια ειρηνική, διπλωματική λύση, τις βασικές πλευρές της οποίας καθορίζει, όμως, όλη η προηγούμενη τοποθέτηση.
Εδώ, λοιπόν, προκύπτει ένα αβίαστο ερώτημα: ποια είναι η επαναστατική θέση και ποια η οπορτουνιστική/σοσιαλσωβινιστική; Του ΚΚ Κούβας, ή η κεντριστική του ΚΚΕ και άλλων κομμουνιστικών κομμάτων, πόσο μάλλον των κομμάτων που αναφέρονται μονομερώς ενάντια στον «πόλεμο του Πούτιν», κυρίως αυτών από τις ιμπεριαλιστικές χώρες; Ποια εκφράζει καλύτερα τα συμφέροντα του διεθνούς προλεταριάτου και μπορεί να αποτελέσει οδηγό για το δΚΚ στον επερχόμενο Γ΄ ΠΠ, όπως και αν αυτός εκδηλωθεί, με τη μία ή την άλλη μορφή;
Από τη μια, έχουμε κόμματα που αποτελούν μέρος του προβλήματος της κρίσης του δΚΚ, και της κατάστασης διάλυσης του εργατικού κινήματος, στη βάση μαζικών πολιτικών (οπορτουνισμός) και κοινωνικών (εργατική αριστοκρατία – μικροαστισμός) φαινομένων, όπως τα περιγράψαμε παραπάνω. Από την άλλη, έχουμε ένα κόμμα, μιας επαναστατικής κυβέρνησης, η οποία εξαναγκάζεται σε έναν συνεχή πόλεμο με τον ιμπεριαλισμό, και καταφέρνει να αντέχει, διατηρώντας την ενότητα του λαού της.
Θα μπορούσε να κάνει κανείς κριτική στη δήλωση της επαναστατικής αυτής κυβέρνησης. Θα μπορούσε, πχ να πει, και δικαιολογημένα, ότι η Κούβα έχει ανάγκη την υποστήριξη της Ρωσίας, αλλά και της Κίνας, για να ανταπεξέλθει στον πόλεμο που της κάνουν οι ΗΠΑ, η ΕΕ, και οι άλλες ιμπεριαλιστικές χώρες. Ενώ, αντίθετα, κόμματα όπως το ΚΚΕ δεν έχουν τέτοιες «εξαρτήσεις»… Πράγματι, χωρίς αυτές τις «εξαρτήσεις» του …πραγματικού αντιιμπεριαλιστικού αγώνα, το ΚΚ Κούβας θα μπορούσε να κάνει πιο σκληρή κριτική στον ρωσικό αστικό εθνικισμό, και στις δικές του επιδιώξεις, οι οποίες πιθανόν ξεφεύγουν των όποιων δίκαιων επιδιώξεων εντοπίζει το ΚΚ Κούβας.
Στην ουσία, όμως, ένα τέτοιο επιχείρημα αποκαλύπτει τη συγκεκριμένη πραγματικότητα, επί της οποίας συζητάμε: η Κίνα και η Ρωσία δεν απειλούν την εθνική ανεξαρτησία της Κούβας, οι σχέσεις τους μαζί της είναι πολύ πιο ισότιμες από ότι οι σχέσεις της με τις ΗΠΑ, την ΕΕ, και τις άλλες ιμπεριαλιστικές χώρες (αν και όχι απαραίτητα απόλυτα ισότιμες, και σχεδόν σίγουρα όχι στη βάση της διεθνιστικής αλληλεγγύης). Η Κούβα δε σχετίζεται με την Ρωσία και την Κίνα με όρους ιμπεριαλιστικής ληστείας και καταπίεσης, άσχετα από τις φιλοδοξίες, τα «όνειρα», ή τους όποιους σχεδιασμούς των κυρίαρχων τάξεων ή στρωμάτων της καπιταλιστικής Ρωσίας και της – σε οπισθοδρομική μετάβαση προς τον καπιταλισμό – Κίνας. Για την Κούβα, η επιλογή της δεν είναι «επιλογή ιμπεριαλιστή», ή του «μικρότερου κακού», αλλά του «μεγαλύτερου καλού» για την επανάσταση στη νησιωτική αυτή χώρα, όχι «υπό ξένη σημαία», αλλά υπό τη σημαία της επανάστασης αυτής!
Ας κάνουμε τον κόπο τώρα να περιδιαβούμε τον κόσμο ολόκληρο, και ας μετρήσουμε τα θύματα του ιμπεριαλισμού, και πόσες χώρες έχουν να κερδίσουν από οποιαδήποτε ήττα του, αδυνάτισμά του, βάθεμα της χρονίζουσας σήψης και κρίσης του. Τότε θα δούμε ότι σαν την Κούβα, μάλλον, πρέπει να σκέφτονται και οι λαοί στη Βενεζουέλα, στη Βολιβία, στην Κολομβία, στη Χιλή, στο Εκουαδόρ, στην Συρία, στο Ιράν, στη Λιβύη, στα Βαλκάνια, στην Παλαιστίνη, στο Ιράν, στην Υεμένη, γιατί όχι και στη χώρα μας, στην Ελλάδα της κρίσης, των μνημονίων, της νατοϊκής χούντας, και της εθνικής τραγωδίας της Κύπρου.
Ας δούμε, αντίθετα, πόσοι και ποιοι λαοί αντιλαμβάνονται σήμερα ως κίνδυνο, ως ληστές και καταπιεστές, τη Ρωσία και την Κίνα, πόσοι και ποιοι ανησυχούν για μια τέτοια προοπτική στο άμεσο ή κοντινό μέλλον… Γενικά, μιλώντας, οι λαοί, όταν τουλάχιστον δεν τρώνε από τα «ψίχουλα», ή δεν έχουν πέσει θύματα του μαζικού εκφασισμού και εθνικισμού, νιώθουν στο πετσί τους την ιμπεριαλιστική καταπίεση και ληστεία, και ξέρουν να την αναγνωρίζουν.
Αν τα κάνουμε αυτά, εν τέλει, θα καταλάβουμε ποιο είναι το συμφέρον του διεθνούς προλεταριάτου, και ποια κομμουνιστικά κόμματα το εξυπηρετούν, και ποια το προδίδουν με «επαναστατικές», πασιφιστικές, ή άλλες γενικές φρασούλες.
Μερικά πολιτικά συμπεράσματα
Και η Ουκρανία; Ο Ουκρανικός λαός; Αξίζει λιγότερο από τον λαό της Κούβας, ή της Συρίας κοκ;
Πέρα από το παραπάνω παράθεμα 3 του Λένιν, το οποίο μας υπενθυμίζει από ποια παγκόσμια σκοπιά κρίνουμε και τα διάφορα εθνικά κινήματα των καταπιεσμένων λαών, και στην ειδική περίπτωση της Ουκρανίας χρειάζεται μια πιο λεπτομερής, συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης, την οποία αναβάλουμε για επόμενη δημοσίευση.
Προς το παρόν, από μια «παγκόσμια» οπτική, έχουμε να πούμε ότι στο δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των εθνών δεν συμπεριλαμβάνουμε την «ελεύθερη» – δήθεν – «επιλογή», για ένταξη στο ΝΑΤΟ, και δημιουργία ενός προτεκτοράτου, ως αιχμή του δόρατος της στρατηγικής του ιμπεριαλισμού για ξεπέρασμα της κρίσης του μέσω της υποταγής της Ευρασίας, και εν τέλει, ολόκληρου του κόσμου. Πρόκειται για την ολοκλήρωση του σχεδίου του ιμπεριαλισμού για τη «νέα τάξη πραγμάτων» (να μια φράση που ξεχάστηκε από τον «Ριζοσπάστη» εδώ και αρκετά χρόνια…), το οποίο τέθηκε σε εφαρμογή με την ανατροπή του σοσιαλισμού στην ανατολική Ευρώπη. Το ίδιο θα λέγαμε και για το «δικαίωμα ένταξης» στον ναζιστικό/φασιστικό άξονα προ του Β΄ ΠΠ.
Εννοείται, επίσης, ότι η δημοκρατία δεν εξάγεται, και κανείς λαός δεν θα απελευθερωθεί από τους καπιταλιστές. Αυτό ισχύει ακόμη και για τους καπιταλιστές πχ της Βενεζουέλας, οι οποίοι μπορεί να ανέχονται ή να συμμαχούν με την μπολιβαριανή κυβέρνηση, ενάντια στη φιλο-ιμπεριαλιστική βενεζουελάνικη αστική τάξη. Ισχύει ακόμη περισσότερο για τη ρωσική, σε μεγάλο βαθμό μονοπωλιακή και παρασιτική, αστική τάξη.
- Η κοινωνική απελευθέρωση, και ταυτόχρονα πλήρης εθνική απελευθέρωση, είναι υπόθεση των λαών, και ιδίως της εργατικής τάξης. Αυτοί είναι οι μόνοι αντιιμπεριαλιστές, με τη στρατηγική έννοια, αυτοί που στρέφονται ενάντια στον ιμπεριαλισμό γενικά, δηλ. ενάντια στον σύγχρονο καπιταλισμό.
- Η πάλη των αστικών τάξεων για εθνική αυτοδιάθεση/ανεξαρτησία είναι πάντα μερική, και πάντα αφορά το «δικαίωμα κάθε αστικής τάξης να εκμεταλλεύεται η ίδια – κι όχι οι ιμπεριαλιστές – τη ‘δική της’ εργατική τάξη».
- Η – πραγματικά ανεξάρτητη – στρατηγική, όμως, δεν εμπόδιζε ποτέ τους κομμουνιστές να έχουμε και μια σωστή τακτική που να εξυπηρετεί αυτήν τη στρατηγική, ώστε να εκμεταλλευόμαστε όλες αυτές τις επιμέρους αντιθέσεις του διεθνούς ιμπεριαλιστικού συστήματος.
Αλήθεια, σήμερα, η στρατηγική ανεξαρτησία των κομμουνιστών των χωρών της ΕΕ και του ΝΑΤΟ από ποιον κινδυνεύει; Από τους «πράκτορες των Ρώσων και των Κινέζων», ή από την επίδραση της κυρίαρχης ιδεολογίας στις γραμμές μας; Ενδεικτικά, η κυρίαρχη ιδεολογία και πολιτική, την οποία κομίζει στο εργατικό κίνημα «μεταμφιεσμένη» σε πασιφισμό ο οπορτουνισμός, κοντεύει – στην «καθαρή» αστική της εκδοχή – να απαγορεύσει μέχρι και τον …Τσαϊκόφσκι. Εξάλλου, μια άποψη σαν αυτή που κατατίθεται εδώ είναι ήδη παράνομη σε κάποιες χώρες της ΕΕ, στα πλαίσια της προετοιμασίας των λαών για τον Γ΄ ΠΠ, ακριβώς διότι εκλαμβάνεται ως «φιλορωσική προδοσία» από τις (φιλο-)ιμπεριαλιστικές αστικές τάξεις… Αυτά ασκούν ασυνείδητη πίεση σε όλους μας, καλύτερη από τη δουλειά οποιουδήποτε «ρώσου ή κινέζου πράκτορα»…
Η θέση του Συλλόγου μας
Ευτυχώς, ο Σύλλογος Μαρξ. Σκέψης «Γ. Κορδάτος» μπορεί να ισχυρίζεται ότι σε αυτά τα διλήμματα έχει κρατηθεί από τη σωστή πλευρά του «Ρουβικώνα». Στη σχετική ανακοίνωση του Συλλόγου μας αναφέρουμε χαρακτηριστικά (οι τονισμοί και υπογραμμίσεις είναι πάντα του υπογράφοντος):
«[…] Η ευθύνη για τις εξελίξεις αυτές βαραίνει κατά κύριο λόγο τον ευρωατλαντικό ιμπεριαλισμό, και ιδιαίτερα την ηγεμονική ιμπεριαλιστική δύναμη των ΗΠΑ και την περί αυτής συμμαχία του ΝΑΤΟ. Στις συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης και όξυνσης του ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων, η ευθύνη αυτή συνίσταται στη δική τους στρατηγική οικονομικής απομόνωσης και στρατιωτικής περικύκλωσης των χωρών της Ευρασίας που δεν υποτάσσονται στην ισχύ τους ή που θέλουν να διεκδικήσουν ηγετική θέση στο σύστημα του ιμπεριαλισμού. Η στρατηγική αυτή αποτελεί έκφραση της μακρόχρονης υφεσιακής και κρισιακής κατάστασης στην οποία βρίσκεται το διεθνές καπιταλιστικό σύστημα τα τελευταία χρόνια. Ο ευρωατλαντικός ιμπεριαλισμός επιχειρεί να καθυποτάξει και να εκμεταλλευτεί το σύνολο του κόσμου ως μια διέξοδο από την κρίση αυτή.
[…] Η καπιταλιστική Ρωσία δεν είναι άμοιρη ευθυνών για τις εξελίξεις αυτές.
Από τη μια, οι ενέργειές της, και ιδιαίτερα η, αρχικά κεκαλυμμένη, και πλέον ανοιχτή, ολομέτωπη, στρατιωτική εμπλοκή, που ακολούθησε την πρόσφατη αναγνώριση της απόσχισης των «Λαϊκών Δημοκρατικών» του Ντόνετσκ και του Λουγκάνσκ, αλλά και η προηγούμενη ενσωμάτωση της Κριμαίας, μπορούν να δικαιολογηθούν στα πλαίσια της άμυνας και ασφάλειας της επικράτειάς της, σε μια εποχή που η στρατιωτική τεχνολογία επιδεινώνει απειλές που μπορεί να προέρχονται και έξω από τα σύνορα ενός κράτους, από γειτνιάζουσες περιοχές. Ούτε μπορεί κανείς να παραβλέψει την κατάσταση στην οποία έζησε ο ρωσικός λαός τα πρώτα χρόνια μετά την ανατροπή του σοσιαλισμού, όταν παραδόθηκε η κρατική εξουσία στους ολιγάρχες και στα μονοπώλια των ιμπεριαλιστικών κρατών.
Επίσης, δεν μπορεί να παραγνωρίζεται, ότι εδώ που φτάσανε τα πράγματα, οι ενέργειες αυτές μάλλον βρίσκουν μια ισχυρά πλειοψηφική υποστήριξη από τους λαούς των περιοχών της ανατολικής Ουκρανίας (με χαρακτηριστικό παράδειγμα το αποτέλεσμα του σχετικού δημοψηφίσματος στην Κριμαία). Οι λαοί αυτοί βρίσκονταν υπό τον κίνδυνο, είτε εθνικής καταπίεσης από το φιλο-ναζιστικό ακροδεξιό καθεστώς της δυτικής Ουκρανίας, αν δεν εξεγείρονταν και δεν αντιστέκονταν, είτε υπό θανάσιμο κίνδυνο αντιμετωπίζοντας έναν ουκρανικό στρατό σημαντικά ενισχυμένο από νατοϊκούς εξοπλισμούς, μισθοφόρους και νεοναζιστικά εθελοντικά τάγματα. Ούτε μπορεί να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι η στρατιωτική -και ενίοτε οικονομική- συμμαχία με τη Ρωσία επιτρέπει μια σειρά αδύναμων χωρών (Συρία, Βενεζουέλα κοκ) να αντιστέκονται στον ιμπεριαλισμό με σχετική επιτυχία, διατηρώντας σε κάποιο βαθμό την εθνική τους ανεξαρτησία.
Από την άλλη, οι ενέργειες αυτές της ρωσικής ολιγαρχίας δεν αποτελούν μέρος του αντι-ιμπεριαλιστικού αγώνα και της διεθνιστικής αλληλεγγύης των λαών. Ο στρατηγικός σκοπός της ρωσικής ολιγαρχίας είναι η όσο το δυνατόν πιο ισότιμη συμμετοχή στη διεθνή, καπιταλιστική αγορά. Ειδικότερα, η εξάρτηση από τη ρωσική εξουσία πιθανόν θα βάλει τέλος σε οποιαδήποτε προοπτική κοινωνικής απελευθέρωσης των λαών της ανατολικής Ουκρανίας άνοιξε η εξέγερσή τους στα πρώτα της στάδια.
Επιπλέον, η ιστορία θα δείξει κατά πόσο εξαντλήθηκαν από όλες τις πλευρές οι πιθανότητες μιας ειρηνικής, διπλωματικής λύσης, όπως αυτή που προκαθόριζαν οι συμφωνίες του Μινσκ, […]
Άλλωστε, ενώ το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα είναι από θέση αρχής υπέρ του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης των λαών που υπόκεινται σε εθνική καταπίεση, λαμβάνει κριτική θέση υπέρ ή κατά κάθε συγκεκριμένης εφαρμογής του δικαιώματος αυτού, λαμβάνοντας υπόψη τα συμφέροντα του διεθνούς αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό και υπέρ του σοσιαλισμού. Από αυτήν την άποψη, οι σημερινές εξελίξεις πρέπει να ιδωθούν και από την σκοπιά της ιστορικής αδυναμίας του διεθνούς αντιιμπεριαλιστικού και κομμουνιστικού κινήματος να επιβάλλει μια άλλη λύση, πιο ειρηνική, και πιο συμβατή με τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα των λαών της περιοχής και ευρύτερα.
Σε κάθε περίπτωση, η νίκη ενάντια στον ιμπεριαλισμό, και η προοπτική του σοσιαλισμού, περνά αναγκαστικά μέσα από την ήττα της στρατηγικής του ευρωατλαντικού ιμπεριαλισμού, ο οποίος ηγεμονεύει σήμερα στον κόσμο, και ειδικότερα στην Ευρώπη και στην ίδια τη χώρα μας, η οποία βρίσκεται υπό στενή εξάρτηση από αυτόν.
[…]
»
Το ζητούμενο είναι ακριβώς αυτή η κατάληξη του παραθέματος από την ανακοίνωση του Συλλόγου μας, και καθορίζει ως κύριο καθήκον για τους κομμουνιστές της Ελλάδας να εργαστούν για την ήττα της νατοϊκής στρατηγικής και στην Ουκρανία και παντού. Συνεπώς, δεν μπορούμε να στεναχωριόμαστε ιδιαίτερα αν αυτό σημαίνει, δυστυχώς – με βάση τον συσχετισμό των δυνάμεων, εθνικών και ταξικών, παγκόσμια στη σημερινή εποχή – τυχόν ενδυνάμωση του ρωσικού αστικού εθνικισμού (κάτι το οποίο δε διαφαίνεται μέχρι στιγμής άλλωστε από την εξέλιξη του πολέμου).
Αυτό το καθήκον, για τον ελληνικό λαό, περνάει καταρχήν μέσα από την πάλη για την απεμπλοκή του από τον πόλεμο, για την έξοδο από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, την απομάκρυνση των νατοϊκών βάσεων, και γενικότερα την ήττα και διάλυση του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Αντίστοιχες προϋποθέσεις πρέπει να έχει και η θέση μας για την ειρήνη, και για τις όποιες διπλωματικές λύσεις είναι δυνατές σε κάθε χρονική στιγμή, θέμα στο οποίο θα επανέλθουμε.
Το καθήκον αυτό, η ήττα του ιμπεριαλισμού, είναι το κεντρικό, σύγχρονο καθήκον του δΚΚ. Αυτό θα ανοίξει και το ιστορικό παράθυρο ευκαιρίας για την κοινωνική απελευθέρωση των λαών, και του δικού μας, με τη σοσιαλιστική επανάσταση.
Επιπλέον, μόνο πάνω σε αυτό μπορεί να θεμελιωθεί η ανασυγκρότησή του κομμουνιστικού κινήματος, τόσο διεθνώς, όσο και στη χώρα μας, μια αναγκαιότητα την οποία έχει ήδη επισημάνει ο Σύλλογός μας με ανακοίνωσή του, και στην οποία αναφερθήκαμε αναλυτικότερα σε προηγούμενη αρθρογραφία μας (βλ. εδώ, εδώ κι εδώ).
Διαφορετικά, όσοι είναι ικανοποιημένοι με τη θέση του ΚΚΕ ή/και του ΝΑΡ/ΑΝΤΑΡΣΥΑ, σε κάτι τόσο βασικό (ποιος είναι ο σύγχρονος καπιταλισμός/ιμπεριαλισμός, με ποια στρατηγική θα τον ανατρέψουμε;) όπως αποκαλύπτεται από τη θέση των οργανώσεων αυτών για τον πόλεμο, μάλλον δεν παραδέχονται και το επείγον αυτής της ανασυγκρότησης του κομμουνιστικού κινήματος, και δεν επιθυμούν να εργαστούν ολόψυχα γι’ αυτήν.
Στη συνέχεια, αφήνουμε τον αναγνώστη να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα από τη σχετική τοποθέτηση των Κουβανών συντρόφων που ακολουθεί παρακάτω (είμαστε υπεύθυνοι για τη μετάφραση από την αγγλική γλώσσα και για τους τονισμούς).
[1] Λένιν ΒΙ. (2013). Για τον πόλεμο και τη σοσιαλιστική επανάσταση, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, Το ζήτημα της ειρήνης, σελ. 97.
[2] Λένιν ΒΙ. (2006). Τα αποτελέσματα της συζήτησης για την εθνική αυτοδιάθεση. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, Μαρξισμός ή Προυντονισμός, σελ. 145-146.
[3] Λένιν ΒΙ. (2009). Ο ιμπεριαλισμός ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού (εκλαϊκευτική μελέτη). Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα. σελ. 127.
[4] Λένιν ΒΙ. (2006). Τα αποτελέσματα της συζήτησης για την εθνική αυτοδιάθεση. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, Μαρξισμός ή Προυντονισμός, σελ. 143-144.
[5] Λένιν ΒΙ. (2013). Για τον πόλεμο και τη σοσιαλιστική επανάσταση. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα. Για την ήττα της κυβέρνησης της χώρας σου στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. σελ. 82 – 86.
[7] Ενδεικτικά:
Roberts M. (2019). HM2 – The economics of modern imperialism.
Roberts M. (2022). The wealth of nations.
«
“Η Κούβα υποστηρίζει μια λύση που εγγυάται την ασφάλεια και την κυριαρχία όλων“
Δήλωση της Επαναστατικής Κυβέρνησης της Κούβας.
28 Φεβρουαρίου, 2022
Η αποφασιστικότητα των ΗΠΑ να συνεχίσουν την προοδευτική επέκταση του ΝΑΤΟ προς τα σύνορα της Ρωσικής Ομοσπονδίας επέφερε ένα σενάριο με επιπτώσεις απρόβλεπτης εμβέλειας, το οποίο θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί.
Οι στρατιωτικές κινήσεις των Ηνωμένων Πολιτειών και του ΝΑΤΟ προς τις περιοχές που γειτνιάζουν με τη Ρωσική Ομοσπονδία τους τελευταίους μήνες είναι γνωστές και προηγήθηκε η παράδοση σύγχρονων όπλων στην Ουκρανία, τα οποία μαζί συνιστούν στρατιωτική πολιορκία.
Είναι αδύνατο να γίνει μια αυστηρή και ειλικρινής εξέταση της σημερινής κατάστασης στην Ουκρανία, χωρίς να εκτιμηθούν προσεκτικά τα δίκαια αιτήματα της Ρωσικής Ομοσπονδίας προς τις Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ, καθώς και οι παράγοντες που οδήγησαν στη χρήση βίας και στη μη τήρηση των νομικών αρχών και των διεθνών κανόνων, τους οποίους η Κούβα υποστηρίζει σθεναρά και, αποτελούν, ιδιαίτερα για τις μικρές χώρες, βασικό πόρο αντίστασης στην ηγεμονία, την κατάχρηση εξουσίας και την αδικία.
Η Κούβα είναι μια χώρα που υπερασπίζεται το Διεθνές Δίκαιο και είναι προσηλωμένη στον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Η Κούβα θα υπερασπίζεται πάντοτε την ειρήνη και θα αντιτίθεται στη χρήση βίας, και στις απειλές για χρήση βίας, εναντίον οποιουδήποτε κράτους.
Λυπούμαστε βαθύτατα για την απώλεια αθώων αμάχων στην Ουκρανία. Ο κουβανικός λαός είχε και συνεχίζει να έχει πολύ στενή σχέση με τον ουκρανικό λαό.
Η ιστορία θα καταστήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες υπεύθυνες για τις συνέπειες ενός όλο και πιο επιθετικού στρατιωτικού δόγματος πέρα από τα σύνορα του ΝΑΤΟ, το οποίο απειλεί τη διεθνή ειρήνη, ασφάλεια και σταθερότητα.
Η ανησυχία μας έχει επιδεινωθεί με την πρόσφατη απόφαση του ΝΑΤΟ να ενεργοποιήσει, για πρώτη φορά, τη Δύναμη Αντίδρασης.
Ήταν λάθος να αγνοηθούν οι τεκμηριωμένοι ισχυρισμοί της Ρωσικής Ομοσπονδίας σχετικά με τις εγγυήσεις ασφαλείας επί δεκαετίες και να υποθέσουμε ότι η Ρωσία θα παραμείνει ανυπεράσπιστη μπροστά σε μια άμεση απειλή για την εθνική της ασφάλεια. Η Ρωσία έχει το δικαίωμα να υπερασπιστεί τον εαυτό της. Η ειρήνη δεν μπορεί να επιτευχθεί με την τοποθέτηση πολιορκιών ή την περικύκλωση κρατών.
Το σχέδιο ψηφίσματος για την κατάσταση στην Ουκρανία που δεν εγκρίθηκε από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ στις 25 Φεβρουαρίου, το οποίο θα υποβληθεί στη Γενική Συνέλευση, δεν προοριζόταν ως πραγματική συμβολή στην επίλυση της τρέχουσας κρίσης.
Αντιθέτως, πρόκειται για ένα ανισόρροπο κείμενο, το οποίο δεν λαμβάνει υπόψη τις νόμιμες ανησυχίες όλων των εμπλεκόμενων μερών. Δεν αναγνωρίζει ούτε την ευθύνη εκείνων που υποκίνησαν ή ανέλαβαν επιθετικές ενέργειες που οδήγησαν στην κλιμάκωση αυτής της σύγκρουσης.
Καλούμε για μια σοβαρή, εποικοδομητική και ρεαλιστική διπλωματική λύση της τρέχουσας κρίσης στην Ευρώπη, με ειρηνικά μέσα, διασφαλίζοντας την ασφάλεια και την κυριαρχία όλων, καθώς και την περιφερειακή και διεθνή ειρήνη, σταθερότητα και ασφάλεια.
Η Κούβα απορρίπτει την υποκρισία και τα διπλά πρότυπα. Υπενθυμίζεται ότι το 1999 οι Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ εξαπέλυσαν μια μεγάλη επίθεση στη Γιουγκοσλαβία, μια ευρωπαϊκή χώρα που είχε κατακερματιστεί με υψηλό κόστος σε ανθρώπινες ζωές, για την επίτευξη γεωπολιτικών στόχων, αγνοώντας τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και αρκετοί από τους συμμάχους τους έχουν χρησιμοποιήσει βία σε πολλές περιπτώσεις. Έχουν εισβάλει σε κυρίαρχα κράτη για να επιφέρουν αλλαγή καθεστώτος και να παρέμβουν στις εσωτερικές υποθέσεις άλλων εθνών που δεν υποτάσσονται στα συμφέροντα της κυριαρχίας τους, υπερασπιζόμενοι την εδαφική ακεραιότητα και την ανεξαρτησία τους.
Είναι επίσης υπεύθυνοι για τον θάνατο εκατοντάδων χιλιάδων αμάχων, τους οποίους χαρακτηρίζουν ως “παράπλευρες απώλειες”, εκατομμύρια εκτοπισμένους και εκτεταμένες καταστροφές σε ολόκληρο τον πλανήτη μας στους λεηλατικούς πολέμους τους.
Αβάνα, 26 Φεβρουαρίου 2022
»
«
Πέρα από τη σύγκρουση στην Ουκρανία
Ernesto Estévez Rams
4 Μαρτίου, 2022
Πέρα από τα γεγονότα που οδήγησαν στις σημερινές συγκρούσεις, αυτό που βλέπουμε, για άλλη μια φορά, είναι ένας πόλεμος στον οποίο οι απώλειες σημειώνονται σε χώρες που χαρακτηρίζονται ως περιφερειακές από τις παγκόσμιες δυνάμεις.
Ζούμε την τελευταία μάχη της καπιταλιστικής Δύσης που αγωνίζεται να διατηρήσει την παγκόσμια ηγεμονία που διατηρεί από την εποχή της αποικιοκρατικής κατάκτησης της Ασίας, της Αφρικής και του Νέου Κόσμου. Βλέπουμε την ανάδυση άλλων δυνάμεων που δεν είναι πρόθυμες να αποδεχτούν αυτή την επιβαλλόμενη τάξη πραγμάτων. Η πλειοψηφία του κόσμου, με αποικιοκρατικό παρελθόν, πιέζει για έναν πλανήτη που δεν θα είναι πεδίο μάχης για πολέμους που ξεκινούν άλλοι.
Αυτή είναι μια πολύ επικίνδυνη στιγμή για την ανθρωπότητα. Βρισκόμαστε εδώ και πολύ καιρό σε έναν ανώνυμο τρίτο παγκόσμιο πόλεμο. Βρισκόμαστε μπροστά σε μια ιστορική καμπή, που θα καθορίσει το τι θα ακολουθήσει. Πρέπει να ξεπεράσουμε τη σημερινή κατάσταση πραγμάτων, μια μονοπολική πραγματικότητα που βασίζεται στον εκβιασμό των ΗΠΑ και των συμμάχων τους, υποχρεώνοντας τους υπόλοιπους να αποδεχτούν την κυριαρχία τους, μια κατάσταση που είναι απλά μη βιώσιμη και αυτοκτονική για όλους.
Είναι όλο και πιο προφανές ότι η μόνη διέξοδος για την ανθρωπότητα είναι να νικήσει τον ηγεμονικό, ιμπεριαλιστικό καπιταλισμό. Η μάχη για την ειρήνη είναι μια αναγκαιότητα, αν θέλουμε να έχουμε χρόνο να οικοδομήσουμε έναν καλύτερο κόσμο για όλους.
Τίποτα από όσα συμβαίνουν στην Ουκρανία δεν πρέπει να κάνει κανέναν ευτυχισμένο. Πέρα από τα γεγονότα που οδήγησαν στις σημερινές μάχες, αυτό που βλέπουμε, για άλλη μια φορά, είναι ένας πόλεμος στον οποίο οι απώλειες υφίστανται σε χώρες που χαρακτηρίζονται ως περιφερειακές από τις παγκόσμιες δυνάμεις.
Στον δυτικό καπιταλιστικό ηγεμονικό κόσμο, κάθε πράξη πολέμου απεικονίζεται μεμονωμένα και όχι σε συνδυασμό με άλλες. Η διαίρεση της Γιουγκοσλαβίας, η απόσχιση του Κοσσυφοπεδίου, το Ιράκ, το Αφγανιστάν, το ISIS, η Συρία, το Πακιστάν, η Παλαιστίνη, η Λιβύη και η Υεμένη έχουν όλα κάτι κοινό: τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.
Για κάθε ένα από αυτά τα γεγονότα, ο ιδεολογικός μηχανισμός του “νατοϊκού” ιμπεριαλισμού δημιούργησε μια αφήγηση όπου ο ένοχος, ο επιτιθέμενος, ήταν κάποιος άλλος.
Ας μην εξαπατούμε τους εαυτούς μας, χωρίς να δικαιολογούμε την επιθετικότητα που θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί, και είμαι πεπεισμένος ότι ο σημερινός πόλεμος ήταν δυνατόν να αποφευχθεί, αυτό το τελευταίο επεισόδιο είναι ένα ακόμη στις αυτοκρατορικές προσπάθειες του ΝΑΤΟ να καθυστερήσει την απώλεια της ηγεμονίας του σε έναν κόσμο που γίνεται όλο και πιο ακυβέρνητος.
Τα λόγια του Φιντέλ είναι όσο ποτέ άλλοτε επίκαιρα, όταν είπε: “Ο κόσμος δεν θα μπορούσε να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τον πόλεμο: “Εξαλείψτε τη φιλοσοφία της λεηλασίας και η φιλοσοφία του πολέμου θα εξαφανιστεί”.
»
1 thought on “Με το ΚΚ Κούβας ή με το ΚΚ Ελλάδος θα πάμε στον πόλεμο;”
Comments are closed.