Κοινή ανακοίνωση Παρέμβασης & Συλλόγου Διάδοσης Μαρξ. Σκέψης «Γ. Κορδάτος» για τις Ευρωεκλογές
1. Η ΕΕ συγκροτήθηκε από τις απαρχές της (αρχικά ως ΕΚΑΧ κι έπειτα ως ΕΟΚ) ως σύμπραξη των ισχυρότερων ευρωπαϊκών καπιταλιστικών κρατών με το πρόσχημα της διασφάλισης της ειρήνης στην ευρωπαϊκή επικράτεια, αποκρύπτοντας τους ταξικούς στόχους που ήταν ο ανταγωνισμός με τα υπόλοιπα ιμπεριαλιστικά κέντρα και η ψυχροπολεμική αντιπαράθεση με τα κράτη του σοσιαλισμού. Έκτοτε με αποφάσεις – σταθμούς (βλέπε Συνθήκη Μάαστριχτ, Λευκή Βίβλος, Ατζέντα 2000, οδηγία Μπολκενστάιν κ.ά.) εντάθηκε η εκμετάλλευση των εργαζομένων και έγινε αναδιανομή του πλούτου υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου.
Η ΕΕ ενώ φιλοδοξούσε να παίξει ρόλο παγκόσμιας δύναμης, σήμερα βρίσκεται στο περιθώριο των εξελίξεων, έρμαιο και υποχείριο των ΗΠΑ, πρωτοστατεί στις αμερικανόπνευστες εκστρατείες ανά τον κόσμο, σε μια πορεία διαρκούς υποβιβασμού της γεωπολιτικής και οικονομικής της ισχύος. Δεν πρόκειται απλά για την Ευρώπη του κεφαλαίου και του νεοφιλελευθερισμού, των αντεργατικών και αντιλαϊκών πολιτικών, αλλά για μια θλιβερή και φθίνουσα Ευρώπη που πασχίζει να βρει ρόλο σε έναν ταχύτατα μεταβαλλόμενο κόσμο ως πρωτοπαλίκαρο της παγκόσμιας αντίδρασης.
2. Όσον αφορά την Ελλάδα, από το 1981, με την είσοδό της στην τότε ΕΟΚ, το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας επιδεινώθηκε, όπως και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Ταυτόχρονα μέσα από τα ευρωπαϊκά προγράμματα δημιουργήθηκε ένα νέο στρώμα γραφειοκρατίας και αναπροσανατολίστηκε η ελληνική οικονομία με τάση αποβιομηχάνισης και ενίσχυσης του τριτογενούς τομέα, ως συμπληρωματική στις ιμπεριαλιστικές χώρες της ΕΕ. Η κατάσταση χειροτέρευσε με την είσοδο στην Ευρωζώνη. Ο αστικός εκσυγχρονισμός με ευρωπαϊκό πρόσημο των δεκαετιών 1990 – 2000 έθρεψε ελπίδες ευημερίας και καλύτερης ποιότητας ζωής για τα λαϊκά στρώματα που όμως γρήγορα διαψεύστηκαν. Η ένταξη της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση έγινε με όρους ανισοτιμίας και εξαναγκασμών και οδήγησε στην ουσιαστική χρεοκοπία κατά τη δεύτερη δεκαετία του αιώνα μας.
Η ΕΕ με αφορμή την κρίση που ενέσκηψε το 2008 παρενέβη στην Ελλάδα με τρόπο που προσομοιάζει στην αποστράγγιση των χωρών της Λατινικής Αμερικής από τους διεθνείς ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς. Η εξάρτηση της χώρας εντάθηκε και βάθυνε. Έκτοτε, η χώρα παραμένει υποβιβασμένη στην περιφέρεια, χωρίς να έχει ανακτήσει, δέκα και πλέον χρόνια μετά, ούτε καν τα χαμένα της «μνημονιακής» περιόδου. Σήμερα, οι εργαζόμενοι γνωρίζουν ότι ζουν χειρότερα από την προηγούμενη γενιά, με πολύ χαμηλότερες προσδοκίες, με μισθούς και εισοδήματα που είναι (συγκριτικά με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο) πολύ χειρότερα από ό,τι 20 χρόνια πριν, με αγοραστική δύναμη στον πάτο της Ευρώπης και κόστος ζωής που όλο και ανεβαίνει. Παρόλα αυτά, ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της χώρας δεν αμφισβητείται, πρώτον γιατί καμιά πολιτική δύναμη δεν συγκρούεται επί της ουσίας με αυτόν, και δεύτερον επειδή η ήττα του 2015 «έπεισε» την κοινωνία ότι ο ευρωπαϊκός ζουρλομανδύας είναι μονόδρομος.
3. Οι Ευρωεκλογές διεξάγονται σε μια συγκυρία στην οποία:
- Η χώρα εξακολουθεί να μην μπορεί να ανακάμψει οικονομικά από την κρίση της «μνημονιακής» περιόδου παρά μόνο παροδικά και αναιμικά, και πάντα στη βάση ενός χρεωκοπημένου μοντέλου ανάπτυξης που βασίζεται στις υπηρεσίες και στον τουρισμό, στη φτηνή, ανασφαλή – εν τέλει υπερεκμεταλλευόμενη για τα δεδομένα της ΕΕ – εργασία, και στο ξεπούλημα δημόσιων (επιχειρήσεων και φυσικού πλούτου) και ιδιωτικών (π.χ. λαϊκές κατοικίες) περιουσιακών στοιχείων. Το δημόσιο και ιδιωτικό χρέος, η «διαρροή εγκεφάλων», όπως και η ανεργία – αν και μειωμένη σε σχέση με τη «μνημονιακή» περίοδο, παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, ενώ είμαστε επισήμως η δεύτερη πιο φτωχή χώρα της ΕΕ…
- Η κυβέρνηση της ΝΔ, σε συμφωνία με τη συστημική (ΚΙΝΑΛ – ΣΥΡΙΖΑ – ΝΕΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ, ακροδεξιά κόμματα) αντιπολίτευση, εμπλέκει τη χώρα μας όλο και πιο στενά στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς (πολέμους, επεμβάσεις, παράνομες οικονομικές κυρώσεις) των ΝΑΤΟ – ΗΠΑ – ΕΕ τόσο όσον αφορά τον ρωσονατοϊκό πόλεμο στην Ουκρανία, όσο και στη Δυτική Ασία (στήριξη Ισραήλ, εκστρατεία στην Υεμένη κ.ο.κ.) και Βόρεια Αφρική. Η κυβέρνηση μετατρέπει τη χώρα σε ένα απέραντο νατοϊκό στρατόπεδο, διαθέτει με νέες συμφωνίες τον ελληνικό στρατό στη διάθεση του ΝΑΤΟ, και καθιστά τη χώρα και τον λαό μας συνενόχους σε εγκλήματα πολέμου στην Ουκρανία (πώληση βλημάτων φωσφόρου) και στη γενοκτονία των Παλαιστινίων από το Ισραήλ. Η Ελλάδα αναδεικνύεται στον πιο πιστό υπηρέτη της πιο επιθετικής ιμπεριαλιστικής πολιτικής, καταπατώντας συστηματικά το διεθνές δίκαιο, καταστρέφοντας ιστορικές φιλικές σχέσεις με γειτονικούς μας λαούς (Ρώσους, Σέρβους, Άραβες κ.ο.κ.), απομονώνοντάς μας από την πλειοψηφία των χωρών και λαών ενός όλο και πιο πολυπολικού κόσμου, ο οποίος παίρνει αποστάσεις από τον ευρωατλαντικό ιμπεριαλισμό, όταν δεν τον αντιμάχεται ευθέως.
- Η καταστροφή των δημόσιων υποδομών, η αποψίλωση των δημόσιων υπηρεσιών (υγεία, παιδεία, ΑΕΙ, δασοπυρόσβεση, μεταφορές κ.ο.κ.), και η γενική κοινωνική παρακμή, ειδικά μετά τη διάψευση των ελπίδων του λαού το 2015, οδηγούν την κοινωνία σε μια γενική κρίση, με κύρια χαρακτηριστικά τη συντηρητικοποίηση, την ιδιώτευση, την άνοδο της ακροδεξιάς και του (νέο)φασισμού/ναζισμού, την άνοδο της εγκληματικότητας. Οδηγούμαστε από κρίση σε κρίση (π.χ. από τα «μνημόνια» στην πανδημία…), και από «φυσικές» καταστροφές, όπως οι πυρκαγιές και οι πλημμύρες, σε «δυστυχήματα» ή ξεκάθαρα εγκλήματα όπως το ναυάγιο των προσφύγων και μεταναστών στην Πύλο, και η σύγκρουση των τρένων στα Τέμπη. Είναι γενική η αίσθηση της διαφθοράς, της αδικίας και της βίας της εξουσίας και των κρατικών θεσμών (δικαιοσύνη, αστυνομία) απέναντι στον λαό.
- Συνολικά η ΕΕ, ακολουθώντας – έστω και ασθμαίνοντας ή και πυροβολώντας τα πόδια της… – την επιθετική, πολεμική, ιμπεριαλιστική στρατηγική των ΗΠΑ, οδηγείται στην οικονομική ύφεση. Πολλαπλασιάζονται τα σημάδια επιμέρους και γενικότερων κοινωνικών και πολιτικών κρίσεων σε όλη την Ευρώπη. Δείγματα αυτής της κρίσης είναι η γενική πολιτική ρευστοποίηση, ο κοινωνικός και πολιτικός συντηρητισμός, και η μετατόπιση προς τα ακροδεξιά, μετατόπιση που θα είναι και το βασικό πολιτικό συμπέρασμα των επικείμενων ευρωεκλογών.
4. Ωστόσο, παρόλα τα επιμέρους κινηματικά ξεσπάσματα (π.χ. με αφορμή το δυστύχημα στα Τέμπη ή το φοιτητικό κίνημα), και παρόλη τη σχετική κυβερνητική φθορά, δεν διαφαίνεται καμία εναλλακτική πολιτική δύναμη και ρεαλιστική στρατηγική διεξόδου από την κρίση προς το συμφέρον των λαϊκών τάξεων, καθώς το σύνολο του κοινοβουλίου, με την εξαίρεση του ΚΚΕ, τουλάχιστον στα λόγια, ταυτίζεται στρατηγικά. Η κυβέρνηση προσπαθεί – και καταφέρνει παρόλες τις αντιστάσεις – να εφαρμόσει όσο το δυνατόν περισσότερες «μεταρρυθμίσεις» σε όσο το δυνατό πιο σύντομο χρονικό διάστημα (π.χ. ιδιωτικοποίηση υγείας, ίδρυση ιδιωτικών «πανεπιστημίων»).
5. Οι δυνάμεις της ριζοσπαστικής ή/και κομμουνιστικής Αριστεράς αδυνατούν να ανακόψουν την πορεία αυτή, και να προτείνουν μια εναλλακτική στρατηγική, η οποία θα ενέπνεε και την ανάταση του εργατικού και λαϊκού κινήματος δείχνοντας τον δρόμο για – αρχικά – αμυντικές νίκες και – στη συνέχεια – τη λαϊκή αντεπίθεση.
Το ΚΚΕ επιμένει σε δογματικές ιδεολογικές και πολιτικές θέσεις (π.χ. «ιμπεριαλιστική Ελλάδα», «ίσες αποστάσεις» απέναντι στους πολέμους του ευρωατλαντικού ιμπεριαλισμού), στην ταύτιση στρατηγικής και τακτικής, στην απόρριψη των πολιτικών συμμαχιών και μετώπων, στον κινηματικό γραφειοκρατικό απομονωτισμό (ΠΑΜΕ, φοιτητικό κίνημα κ.ο.κ.), και στην αντιπολίτευση στα λόγια στα ΜΜΕ και στη Βουλή ή και με συμβολικές κινητοποιήσεις, αναντίστοιχες της δύναμής του. Παραπέμπει τα πάντα στην κοινοβουλευτική του ενίσχυση και ένα αόριστο σοσιαλιστικό μέλλον, την ίδια ώρα που αποφεύγει οποιονδήποτε λαϊκό αγώνα μπορεί πραγματικά να ανακόψει την επίθεση της αστικής τάξης και του ιμπεριαλισμού (ενδεικτική η στάση του στις διαδηλώσεις για το δυστύχημα των Τεμπών όταν και αρνήθηκε να θέσει αιτήματα κρατικοποιήσεων ή ο τρόπος που «έκλεισε» τις αγροτικές κινητοποιήσεις αντί να επιδιώξει την ενοποίησή τους με τις φοιτητικές…). Όριο του κόμματος αυτού είναι τα όρια του συστήματος και ο ορίζοντας της κάλπης και γι’ αυτό δεν έχει πάρει καμία πρωτοβουλία, είτε για την ακρίβεια-οικονομία, είτε για τον πόλεμο, που να ενοχλεί το σύστημα, να αλλάζει συσχετισμούς, να δημιουργεί ρωγμές. Τα δε συγχαρητήρια που πολλαπλώς του δίνονται από τους αστικούς παράγοντες σαν υπεύθυνο και σοβαρό κόμμα με τελευταία αυτά του Παυλόπουλου για την «υπεύθυνη» στάση του το 2015, μόνο τυχαία δεν είναι.
Οι εξωκοινοβουλευτικές δυνάμεις αδυνατούν να ξεπεράσουν τις δικές τους αδυναμίες (αρκετές κοινές με τις παραπάνω του ΚΚΕ, π.χ. αυτοαναφορικότητα, κινηματικός απομονωτισμός, κοινοβουλευτικές αυταπάτες, απουσία άμεσου και πειστικού προγράμματος, υποτίμηση του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα ενάντια στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ και υπέρ της εθνικής ανεξαρτησίας…) και να βγουν από το πολιτικό περιθώριο, παρόλη τη συνεισφορά τους σε επιμέρους λαϊκούς και νεολαιίστικους αγώνες. Και οι δύο κύριες αντιμαχόμενες παραλλαγές, του «αντικαπιταλισμού» και της «ριζοσπαστικής Αριστεράς», αδυνατούν να θέσουν την κινηματική και πολιτική ενότητα σε μια προγραμματική βάση που θα μπορούσε να δώσει ώθηση στο εργατικό και λαϊκό κίνημα. Ο αντικαπιταλιστικός πόλος δεν αποτελεί πολιτική πρόταση – εδώ και 3 δεκαετίες – που μπορεί να δώσει προοπτική, ενώ και μια χαλαρή κοινοβουλευτική εκλογική ενότητα, χωρίς προγραμματικές κατευθύνσεις και με κύρια φυσιογνωμία μια αντιμητσοτακική – αντινεοφιλελεύθερη – δικαιωματική ατζέντα, δεν αρκεί.
Βοά η ανάγκη για μια νέα μετωπική πολιτική δύναμη που θα έχει πάρει αποφασιστικό διαζύγιο με τις αμαρτίες του παρελθόντος, θα έχει έντιμα και αυτοκριτικά αναμετρηθεί με την αδυναμία της Αριστεράς να αποτελέσει εναλλακτική στην πολιτική και οικονομική χρεοκοπία της προηγούμενης δεκαετίας και θα συγκροτεί δύναμη αγώνα, αντίστασης και πόλο έλξης για τον κόσμο της εργασίας και τη νεολαία.
6. Αντίστοιχα ισχύουν σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό για την Αριστερά στις περισσότερες χώρες της ΕΕ, ειδικά όσον αφορά την ταύτιση με στρατηγικές επιλογές του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού, όπως η στήριξη στο Ισραήλ, ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι αντιλαϊκές οικονομικές πολιτικές. Αναμένεται το κενό να καλυφθεί στις Ευρωεκλογές από την άνοδο της Ακροδεξιάς, η οποία απευθύνεται λαϊκίστικα μεν, άμεσα δε, στις λαϊκές τάξεις με έναν ψευδο-ριζοσπαστικό, δήθεν αντισυστημικό, λόγο, αλλά χωρίς καμία πραγματική διάθεση σύγκρουσης με την ΕΕ, το ΝΑΤΟ και τη στρατηγική τους.
7. Το κυρίαρχο ερώτημα των Ευρωεκλογών, αν δηλαδή η πορεία αυτή, της επιβολής της κυρίαρχης πολιτικής προς την κρίση και τον πόλεμο, της ανόδου της Ακροδεξιάς, και της αδυναμίας του εργατικού – λαϊκού κινήματος να αντισταθεί, μπορεί να ανακοπεί, δεν μπορεί να απαντηθεί με θετικό τρόπο με τις υπάρχουσες συνθήκες. Απαιτείται μια νέα μετωπική, πολιτική δύναμη, η οποία θα προσπαθήσει να απαντήσει προγραμματικά και μέσω της παρέμβασης στους εργατικούς και λαϊκούς αγώνες το βασικό ερώτημα που ανέδειξε η ήττα του λαϊκού κινήματος της προηγούμενης δεκαετίας: Μπορεί, και αν ναι πως, ο εργαζόμενος λαός να βγει νικητής στη σύγκρουση με τη στρατηγική της ΕΕ, του ΝΑΤΟ και της ντόπιας (φιλο)μονοπωλιακής, φιλοϊμπεριαλιστικής ολιγαρχίας του μεγάλου κεφαλαίου; Η στρατηγική αυτή κατεύθυνση ρήξης με – σχηματικά – «ΕΕ – ΝΑΤΟ – ολιγαρχία» θα καθορίσει ανάλογα και τις κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες, εγχώριες και διεθνείς. Όσο η απάντηση σε αυτό το ερώτημα καλύπτεται από αφηρημένους επαναστατικούς βερμπαλισμούς ή από προγραμματικά μισόλογα και ασάφειες, ή εάν προτάσσονται άλλοι, λιγότερο σημαντικοί και εν μέρει αυτοαναφορικοί, πολιτικοί στόχοι (π.χ. μιμούμενοι την στροφή της Αριστεράς στις ανεπτυγμένες, ιμπεριαλιστικές χώρες στην πολιτική για τα ατομικά δικαιώματα) τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει.
8. Οφείλουμε να πιάσουμε το νήμα από εκεί που το αφήσαμε μετά την ήττα του λαϊκού κινήματος του 2015, αξιοποιώντας αυτή την τραυματική μεν, διδακτική δε, εμπειρία ως προς το εξής: οποιαδήποτε εναλλακτική στρατηγική σε αυτή του παραπάνω αντιπάλου «ΕΕ – ΝΑΤΟ – ολιγαρχία» θα συναντήσει τη λυσσαλέα αντίδρασή του και αυτός ο αντίπαλος είναι αδίστακτος (ας θυμηθούμε τους εκβιασμούς, τις απειλές, τις κλειστές τράπεζες, τη μαύρη προπαγάνδα, εκ μέρους της γραφειοκρατίας της ΕΕ, των δανειστών, του στρατοπέδου του «μένουμε Ευρώπη», των ΜΜΕ, των μεγαλο-εργοδοτών, υπέρ του ΝΑΙ στο δημοψήφισμα, ενώ βλέπουμε πολέμους να ξεσπούν σε όλο τον κόσμο ακριβώς για τέτοια ζητήματα εθνικής ανεξαρτησίας από τον ιμπεριαλισμό). Μπορούμε να χτίσουμε βήμα – βήμα τη λαϊκή πεποίθηση ότι ο λαός είναι ικανός να βγει νικητής από μια τέτοια σύγκρουση, προσφέροντας πειστικές προγραμματικές απαντήσεις και ενισχύοντας τους λαϊκούς αγώνες γύρω από μεταβατικούς πολιτικούς στόχους στους παρακάτω ενδεικτικούς άξονες:
- Αντίσταση και απειθαρχία στις αντιλαϊκές πολιτικές και «μεταρρυθμίσεις» της κυβέρνησης της ΝΔ, και στις στρατηγικές κατευθύνσεις της ΕΕ (π.χ. σύμφωνο σταθερότητας) και του ΝΑΤΟ.
- Ακύρωση της αντιλαϊκής νομοθεσίας που θεσμοθετήθηκε στα πλαίσια των «μνημονίων» και των κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ των τελευταίων χρόνων.
- Αναδιανομή πλούτου υπέρ των εργαζομένων και των λαϊκών τάξεων με αυξήσεις στους μισθούς, αλλαγές στο φορολογικό σύστημα, φορολόγηση της χλιδής και της μεγάλης ακίνητης περιουσίας, αντιπαράθεση με τα καρτέλ σε ενέργεια, τρόφιμα, φάρμακα κ.α..
- Ακύρωση/Διαγραφή του δημοσίου χρέους, σεισάχθεια για τα ιδιωτικά χρέη των λαϊκών στρωμάτων και μέτρα προστασίας της πρώτης κατοικίας και της επαγγελματικής στέγης. Ενίσχυση των δημόσιων υποδομών και υπηρεσιών με τις απαραίτητες δημόσιες επενδύσεις και προσλήψεις, αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν υγεία και παιδεία.
- Πάλη ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις και υπέρ των επανεθνικοποιήσεων σε στρατηγικούς τομείς, με πρώτο τον τραπεζικό.
- Δημόσιες επενδύσεις και διεθνείς συμπράξεις σε όσο το δυνατόν πιο ισότιμη και αμοιβαία επωφελή βάση με στόχο την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας μας και ιδιαίτερα του δευτερογενούς τομέα, δηλ. με ριζική αλλαγή του σημερινού παραγωγικού μοντέλου.
- Αγώνας ενάντια στον αυταρχισμό και τη διαφθορά των σωμάτων ασφαλείας. Θεμελίωση νέων δημοκρατικών θεσμών λαϊκής συμμετοχής, κοινωνικού ελέγχου, και λαϊκού συνεταιρισμού.
- Στόχοι προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος.
- Ενάντια στον φασισμό, τον ρατσισμό, την καταστολή, καταπίεση και υπερεκμετάλλευση μεταναστών και προσφύγων. Ενάντια σε διακρίσεις στη βάση του φύλου ή της σεξουαλικότητας.
- Καμία συμμετοχή ή εμπλοκή της χώρας μας σε ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και πολέμους, ακύρωση όλων των οικονομικών κυρώσεων προς άλλες χώρες, κλείσιμο των νατοϊκών βάσεων, έξοδος από το ΝΑΤΟ και αγώνας για τη διάλυσή του. Ειδικότερα, αντιπαράθεση με την πολιτική εξάρτησης της ΕΕ από τις ΗΠΑ σε σχέση με τον πόλεμο στην Ουκρανία και τις κυρώσεις στη Ρωσία, διακοπή των σχέσεων με το Ισραήλ, αγώνας για να αναγνωρίσει η ΕΕ το Παλαιστινιακό κράτος.
- Ειρηνικές, αμοιβαίες και επωφελείς, οικονομικές, εμπορικές, πολιτιστικές και πολιτικές σχέσεις, στη βάση του διεθνούς δικαίου και της αλληλεγγύης, με όλους τους λαούς και χώρες της περιοχής μας κι ευρύτερα, συμπεριλαμβανομένων αυτών εκτός ΕΕ και ΝΑΤΟ.
Η λαϊκή αντεπίθεση σε μια τέτοια προγραμματική κατεύθυνση μπορεί να σφυρηλατήσει την ενότητα του εργαζόμενου λαού, ενώ συνιστά και την κατεξοχήν διεθνιστική συμβολή στους αγώνες των λαών της Ευρώπης και γενικότερα.