του Δημήτρη Καλτσώνη
αν. καθηγητή θεωρίας κράτους και δικαίου
Πάντειο Πανεπιστήμιο
εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 18/3/2020
Αναμενόμενο ήταν. Η πανδημία δεν σταματά τους σχεδιασμούς για περιφερειακή κυριαρχία και τις προσπάθειες για αναδιανομή των σφαιρών επιρροής. Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας ο Ταγίπ Ερντογάν συνομιλεί σήμερα με τους ηγέτες της Γερμανίας και της Γαλλίας. Μοιάζει ως ο Ερντογάν και οι ηγέτες των ισχυρών κρατών της ΕΕ να υιοθετούν με το δικό τους τρόπο αυτό που ο Μάο Τσε Τουνγκ είχε διατυπώσει: “μεγάλη αναταραχή, θαυμάσια κατάσταση”. Βέβαια ο Μάο εννοούσε ότι οι μεγάλες οικονομικές και κοινωνικές κρίσεις είναι μια θαυμάσια ευκαιρία για επαναστατικές αλλαγές. Σε εντελώς αντίθετο μήκος κύματος ο Ερντογάν και η τουρκική ολιγαρχία που τον στηρίζει (ακόμη τουλάχιστον), θεωρεί ότι είναι μια καλή ευκαιρία για να βγει όχι μόνο από τη δύσκολη θέση στην οποία βρίσκεται αλλά να κερδίσει και κάτι.
Οι σχεδιασμοί λαμβάνουν πλέον υπόψη τους ότι η υγειονομική κρίση του κορονοϊού θα γίνει το όχημα για να ξεσπάσει μια ακόμη μεγαλύτερη οικονομική κρίση. Και σε κάθε οικονομική κρίση τίθεται επί τάπητος το ερώτημα ποιος θα πληρώσει. Το ερώτημα αυτό τίθεται τόσο στο εσωτερικό των κρατών όσο και σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο.
Επομένως, ο επερχόμενος κλονισμός της παγκόσμιας οικονομίας θα αναζωπυρώσει δύο ειδών αντιθέσεις. Η πρώτη αφορά τις εσωτερικές αντιθέσεις των κοινωνιών και θα τροφοδοτηθεί από τις εγωιστικές ολιγαρχίες που θα θελήσουν για μια ακόμη φορά να ρίξουν τα νέα μεγάλα βάρη στους ασθενέστερους. Η δεύτερη αφορά τις σχέσεις των κρατών. Τα ισχυρότερα θα θελήσουν να ρίξουν το βάρος στα ασθενέστερα που είναι δέσμια του χρέους και της αδύναμης βιομηχανικής και τεχνολογικής τους βάσης (όπως είναι η Ελλάδα) αλλά και να επιτύχουν την αναδιανομή των σφαιρών επιρροής (Συρία, Λιβύη και όχι μόνο). Αναμένεται λοιπόν ακόμη οξύτερος ανταγωνισμός για κυριαρχία.
Αν αυτό ισχύει ως γενική θεωρητική αρχή, που έχει επανειλημμένα αποδειχθεί στην παγκόσμια ιστορία, ιδίως του 20ού αιώνα, ισχύει ακόμη περισσότερο για την ηγεσία της Τουρκίας. Πρώτο, το επόμενο διάστημα θα κληθεί ίσως να αντιμετωπίσει μια ισχυρή κοινωνική πίεση στο εσωτερικό της χώρας που πιθανότατα θα μετασχηματιστεί σε πολιτική κρίση. Δεύτερο, οι δυο τελευταίες συναντήσεις του Ερντογάν για το συριακό δεν στέφθηκαν από επιτυχία. Η συνάντηση με τον Πούτιν οδήγησε σε έναν επώδυνο για την Τουρκία συμβιβασμό ενώ από την τελευταία μετάβασή του στις Βρυξέλλες ο Τούρκος ηγέτης έφυγε με άδεια χέρια. Αλλά η διαπραγμάτευση και η πίεση θα συνεχιστούν σε δυο δεμένες μεταξύ τους κατευθύνσεις: προσφυγικό και Συρία, όπου το πρώτο είναι ένας μοχλός για το δεύτερο.
Με αυτά τα δεδομένα ο τυχοδιωκτισμός και επεκτατισμός της Άγκυρας θα ενταθούν. Και η Ελλάδα; Θα εξακολουθήσει να προσφέρει καλές υπηρεσίες στην ΕΕ και στις ΗΠΑ εισπράττοντας μόνο λόγια κι αυτά με το σταγονόμετρο;