Η θεωρία της αξίας του Μαρξ: κατάρρευση, τεχνητή νοημοσύνη και ο Petro
του Michael Roberts
από το ιστολόγιό του thenextrecession.wordpress.com
μετ. Δημήτρης Κούλος
επιμ. Διονύσης Περδίκης
Ένας ιστότοπος που ονομάζεται Μαρξισμός και Κατάρρευση (Marxism and Collapse, M&C) έχει διεξάγει έναν «διάλογο» με ένα μοντέλο τεχνητής νοημοσύνης που ονομάζεται Γένεση Μηδέν (Genesis Zero, GZ) και περιλαμβάνει «μια διεύρυνση και αναίρεση» της θεωρίας της αξίας του Μαρξ. Η ανθρώπινη φωνή (M&C) κάνει ερωτήσεις και οδηγεί το μοντέλο τεχνητής νοημοσύνης (GZ) να συζητήσει τις ανεπάρκειες της θεωρίας της αξίας του Μαρξ και να καταλήξει σε μια νέα, καλύτερη θεωρία. Η ιστοσελίδα του Μαρξισμός και Κατάρρευση βρίσκεται εδώ και εδώ είναι η «δήλωση της αποστολής» τους.
Τα κύρια μέρη της συζήτησης Γένεση Μηδέν – Γκουστάβο Πέτρο (Gustavo Petro) για τη θεωρία της αξίας του Μαρξ βρίσκονται εδώ: https://www.scribd.com/document/753007043/Inteligencia-Artificial-Marxista-refuta-la-Teoria-del-Valor-de-Marx-3
Η ιστοσελίδα M&C ισχυρίζεται ότι υπάρχει μια θεμελιώδης αδυναμία στην ανάλυση του Μαρξ σχετικά με τον διττό χαρακτήρα της αξίας χρήσης και της ανταλλακτικής αξίας σε ένα εμπόρευμα. Ο ανθρώπινος εκπαιδευτής της ιστοσελίδας M&C παρέχει καθ’ όλη τη διάρκεια καθοδηγητικές ερωτήσεις για να κάνει το GZ να απαντήσει αναλόγως ότι υπάρχει πράγματι μια αδυναμία στη θεωρία του Μαρξ: συγκεκριμένα ότι αφήνει έξω τη φύση ως πηγή αξίας. Το GZ στη συνέχεια συμφωνεί ότι πρέπει να τροποποιήσουμε τη θεωρία της αξίας του Μαρξ προς κάποια «γενική» θεωρία της αξίας που να ενσωματώνει την αξία της «φύσης».
Αυτή η συζήτηση έχει διανεμηθεί κυρίως στη Λατινική Αμερική και την Ισπανία (για παράδειγμα, στην κολομβιανή εφημερίδα Desde Abajo), αν και οι προηγούμενες αγγλικές εκδοχές διανέμονται επίσης ευρέως σε αρκετές αγγλόφωνες χώρες. Ακόμη και ο Κολομβιανός πρόεδρος Γκουστάβο Πέτρο έχει συμμετάσχει σε αυτόν τον διάλογο και αυτό έχει προκαλέσει σημαντικό ενδιαφέρον.
Ο Πέτρο δεν είναι μόνο πρόεδρος, αλλά ενδιαφέρεται πολύ για τη μαρξιστική θεωρία σε σχέση με την περιβαλλοντική κρίση και τη ζημιά που προκαλεί ο καπιταλισμός παγκοσμίως και στην Κολομβία. Και είναι πρόθυμος να βρει έναν τρόπο να χρησιμοποιήσει τον νόμο της αξίας στη μέτρηση της οικολογικής και περιβαλλοντικής ζημίας στη φύση που προκαλεί το κεφάλαιο. Από τον διάλογο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι πρέπει να τροποποιήσουμε τον νόμο της αξίας του Μαρξ για να ενσωματώσουμε τη φύση, η οποία θεωρεί ότι λείπει από τη θεωρία της αξίας του Μαρξ. Ο Petro έχει χρησιμοποιήσει τις ιδέες που εκφράζονται σε αυτόν τον διάλογο σε διάφορες προφορικές παρουσιάσεις:
Ας εξετάσουμε την ιδέα ότι η θεωρία της αξίας του Μαρξ είναι ανεπαρκής, ελλιπής και ακόμη και εσφαλμένη επειδή δεν περιλαμβάνει τη φύση ως πηγή δημιουργίας αξίας. Νομίζω ότι αυτή η ιδέα είναι περιττή και επίσης αποδυναμώνει τη θεωρία της αξίας του Μαρξ στη διεισδυτική και επιτακτική κριτική της στον καπιταλισμό.
Ο Μαρξ ξεκινά το Κεφάλαιο με αυτή την πρώτη πρόταση: “Ο πλούτος των κοινωνιών στις οποίες επικρατεί ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής παρουσιάζεται ως ‘ένας τεράστιος σορός εμπορευμάτων’”. Προσέξτε τη χρήση της λέξης «πλούτος»· όχι αξία, αλλά πλούτος. Ο Μαρξ λέει ότι όλα τα αγαθά και οι υπηρεσίες που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι είναι ένα μέτρο του πλούτου. Η αξία αυτού του πλούτου είναι ένα διαφορετικό θέμα και η αξία ισχύει μόνο στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής.
Στο πρόσφατο βιβλίο μου (με τον Guglielmo Carchedi) με τίτλο «Ο καπιταλισμός στον 21ο αιώνα» (σελ. 10-13), ασχολούμαστε εν συντομία με τη φύση ως πηγή αξίας. Ο Μαρξ λέει ότι η φύση είναι πηγή ΑΞΙΑΣ ΧΡΗΣΗΣ – καθώς είναι, σε τελική ανάλυση, ένα υλικό αντικείμενο. Η φύση είναι η ύλη που παρέχει χρήσιμα πράγματα στους ανθρώπους (αέρας, νερό, ζεστασιά, φως, στέγη κ.λπ.) χωρίς την παρέμβαση της ανθρώπινης εργασιακής δύναμης. ΑΛΛΑ ενώ η φύση μπορεί να έχει αξία χρήσης, δεν έχει αξία υπό από τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Η αξία δημιουργείται όταν η φύση τροποποιείται από την ανθρώπινη εργασιακή δύναμη για να δημιουργηθεί ένα εμπόρευμα που ανήκει στο κεφάλαιο και μπορεί να πωληθεί (κατ’ ελπίδα με κέρδος) στην αγορά. Η περιβαλλοντική καταστροφή των δασών από την καπιταλιστική παραγωγή (εξερεύνηση ορυκτών, εξόρυξη, υλοτομία και εκχέρσωση κ.λπ.) σημαίνει απώλεια του «πλούτου» των αξιών χρήσης, αλλά δεν σημαίνει απώλεια αξίας (ανταλλακτικής αξίας) για το κεφάλαιο. Ως σοσιαλιστές θέλουμε να εξετάσουμε τις επιπτώσεις στη φύση και το περιβάλλον, αλλά το κεφάλαιο δεν ενδιαφέρεται εκτός αν η εργασιακή δύναμη ασκείται στη φύση για να δημιουργήσει νέες αξίες χρήσης που μπορούν να πωληθούν στην αγορά.
Επομένως, δεν είναι απαραίτητο στον καπιταλισμό να αποτιμάται η φύση (Σ.τ.Μ., με όρους αξίας). Και καθώς ο νόμος της αξίας του Μαρξ ισχύει μόνο για τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, τότε δεν είναι απαραίτητο να «διορθωθεί» ο νόμος του Μαρξ. Πράγματι, ένα από τα χαρακτηριστικά της διττής φύσης της αξίας ενός εμπορεύματος στην καπιταλιστική παραγωγή είναι η αντίφαση μεταξύ της αξίας χρήσης (οι ανάγκες της ανθρωπότητας και ο πλούτος της φύσης) και της ανταλλακτικής αξίας (η εμπορευματοποίηση της ανθρώπινης εργασίας και της φύσης ως προϊόντα προς πώληση με σκοπό το κέρδος). Αυτή η αντίφαση θα τερματιζόταν στο σοσιαλισμό/κομμουνισμό, όπου η παραγωγή θα γινόταν απευθείας για τον καταναλωτή και μόνο για τις κοινωνικές αξίες χρήσης (ή τον πλούτο). Δεν θα υπήρχαν εμπορεύματα, αξίες και τιμές και έτσι η ανθρώπινη εργασία θα βρισκόταν σε αρμονία με τη φύση. Άρα δεν θα υπήρχε νόμος της αξίας και άρα ανάγκη «γενίκευσης» ή τροποποίησής του.
Παρ’ όλα αυτά, ο άνθρωπος της Μ&C στον διάλογο θέλει να επεκτείνει τη θεωρία της αξίας του Μαρξ ώστε να συμπεριλάβει τη φύση. Έτσι, έχει βάλει το μοντέλο Τεχνητής Νοημοσύνης GZ να αναπτύξει κάποιον αόριστο «γενικευμένο» νόμο της αξίας.
Ο τύπος του Μαρξ για την αξία των εμπορευμάτων αποτελείται από: c (η αξία των μηχανών και των πρώτων υλών που καταναλώνονται στην παραγωγή) + v (το μερίδιο της νέας αξίας που δημιουργείται στην παραγωγή και πηγαίνει στην ανθρώπινη εργασία) + s (το μερίδιο της νέας αξίας που ιδιοποιείται το κεφάλαιο). Συνεπώς, συνολική αξία = c+v+s. Σύμφωνα με την Μ&C, αυτό είναι ανεπαρκές και έτσι ο GZ εξυπηρετεί με έναν διευρυμένο τύπο για τη συνολική αξία ενός εμπορεύματος που περιλαμβάνει τη συμβολή της φύσης (n). Παρουσιάζει αρχικά αυτόν τον τύπο ως c+v+s+n.
Αλλά πώς μετράτε το n;
Όχι σε ώρες ανθρώπινης εργασίας, διότι η διευρυμένη θεωρία λέει ότι δεν εμπλέκεται ανθρώπινη εργασία. Τι γίνεται με τις φυσικές μονάδες των δέντρων, των ζώων, των ποταμών κ.λπ.; Αυτό δεν έχει νόημα, καθώς ο τύπος του Μαρξ μετριέται σε ώρες εργασίας. Ο συνδυασμός ωρών με φυσικές μονάδες είναι σαν να μετράμε μήλα με αχλάδια. Ίσως το n θα μπορούσε να μετρηθεί σε χρηματικούς όρους, δηλαδή σε γεωπρόσοδο. Αλλά οι πρόσοδοι αποτελούν μέρος της υπεραξίας στη μαρξιστική θεωρία και ήδη υπολογίζονται στο s, οπότε δεν υπάρχει ανάγκη για το n. Ίσως το n θα μπορούσε να μετρηθεί ως απόθεμα φυσικών περιουσιακών στοιχείων που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή, αλλά τότε οι πρώτες ύλες περιλαμβάνονται ήδη στο c στη θεωρία της αξίας του Μαρξ. Επομένως, αυτή η επέκταση δεν βγαίνει.
Ωστόσο, ο διάλογος συνεχίζεται. Ο M&C ζητά από το GZ να συμμετάσχει μαζί του/της σε μια «συνδυασμένη επίθεση» στη θεωρία της αξίας του Μαρξ και πάλι το μοντέλο ΤΝ υπακούει σαν εκπαιδευμένη μαριονέτα. Κατά κανόνα, το μοντέλο ΤΝ συμφωνεί πάντα με τις ερωτήσεις του ανθρώπου (στην πραγματικότητα μοιάζουν περισσότερο με δηλώσεις)· ποτέ δεν διαφωνεί. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα M&C και με την οποία συμφωνεί υποχρεωτικά το μοντέλο ΤΝ του GZ, μια σωστή θεωρία της αξίας δεν θα πρέπει να βασίζεται μόνο στην ανθρώπινη εργασία, αλλά να περιλαμβάνει τα δάση, τα ζώα (ζωική εργασία) και όχι μόνο τις ώρες του «αφηρημένου» ανθρώπινου χρόνου εργασίας, αλλά και τη «συγκεκριμένη εργασία» (συγκεκριμένες ανθρώπινες και ζωικές δεξιότητες).
Ο άνθρωπος της M&C και η τεχνητή νοημοσύνη της GZ βρίσκουν τώρα μια πιο εξελιγμένη φόρμουλα για να συμπεριλάβουν τη φύση στη συνολική αξία. Η συνολική αξία αποτελείται τώρα από:
Ανθρώπινο εργάσιμο χρόνο (ας πούμε 300), συν κάποια πρόσθετη αξία από ειδική «συγκεκριμένη» εργασία, συμπεριλαμβανομένης της «ζωικής εργασίας» (μέλισσες ή άλογα στην εργασία, π.χ. 75), συν τη φύση (πρώτες ύλες, π.χ. 300), συν κάποια ειδική συγκεκριμένη «καλύτερης ποιότητας» φύση, όπως καλύτερα δάση (π.χ. 50). Έτσι, η συνολική αξία ή τιμή = 750.
Υποστηρίζεται ότι αυτή η μέτρηση της αξίας διαφέρει από τη συνολική αξία του Μαρξ, η οποία θα περιλάμβανε μόνο τον ανθρώπινο χρόνο εργασίας (300). Το διευρυμένο μοντέλο υποθέτει τώρα ότι 100 από αυτόν τον χρόνο εργασίας πηγαίνουν στη διαβίωση του ανθρώπινου εργατικού δυναμικού. Έτσι, ενώ στη θεωρία της αξίας του Μαρξ η υπεραξία θα ήταν (300-100) ή 200, στη νέα γενικευμένη θεωρία της αξίας θα ήταν 750-100, ή 650. Άρα δημιουργείται πολύ περισσότερη αξία και πολύ περισσότερη υπεραξία. Περισσότερη εκμετάλλευση!
Όμως η διευρυμένη φόρμουλα είναι εσφαλμένη. Πρώτον, η διευρυμένη θεωρία αποκλείει την αξία που μεταφέρεται από τα μηχανήματα που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή (c). Εξετάζει μόνο τη νέα αξία που δημιουργείται. Αλλά θυμηθείτε ότι η συνολική αξία στην παραγωγή είναι c+v+s. Αυτή η διαφορά είναι σημαντική, επειδή μεγάλο μέρος της επιπλέον αξίας που εντοπίζεται στον διευρυμένο τύπο είναι ήδη ενσωματωμένο στο μέτρο αξίας του Μαρξ. Η «εργασία των ζώων» δεν είναι το ισοδύναμο της ανθρώπινης εργασίας. Στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, τα άλογα, οι μέλισσες και οι σκλάβοι αντιμετωπίζονται ως μηχανές ή πρώτες ύλες. Έτσι, η συνεισφορά τους περιλαμβάνεται στις πρώτες ύλες ή στις μηχανές που καταναλώνονται στην παραγωγή, δηλαδή στο (c). Η αξία του εμπορεύματος στη θεωρία της αξίας του Μαρξ περιλαμβάνει έτσι ήδη την ανθρώπινη εργασία, τη φύση ως πρώτες ύλες που καταναλώνονται και τα «ζώα» ως μηχανές που επίσης καταναλώνονται στην παραγωγή. Δεν υπάρχει ανάγκη να επινοηθούν νέες μορφές αξίας.
Αυτό με φέρνει στο ερώτημα αν οι μηχανές δημιουργούν νέα αξία. Αυτό είναι το ερώτημα που απασχολεί τον Πρόεδρο Πέτρο. Είναι ένα παλιό ζήτημα σχετικά με το αν οι μηχανές δημιουργούν αξία (συμπεριλαμβανομένης της τεχνητής νοημοσύνης). Η απάντηση του Μαρξ ήταν ότι η αξία δημιουργείται μόνο από την ανθρώπινη εργασιακή δύναμη. Οι μηχανές έχουν αξία (αλλά είναι αξία που δημιουργείται από την προηγούμενη ανθρώπινη εργασιακή δύναμη για την κατασκευή τους). Έχουν αξία χρήσης (αυξάνουν την παραγωγικότητα της εργασίας) αλλά δεν δημιουργούν νέα αξία. Όπως είπε ο Μαρξ, αν η ανθρώπινη εργασία σταματήσει να εργάζεται, θα σταματήσουν να εργάζονται και οι μηχανές. Ακόμα και η τεχνητή νοημοσύνη χρειάζεται ανθρώπινη συμβολή (εκπαίδευση, δεδομένα, προτροπές κ.λπ.) – όπως μπορούμε εύκολα να διαπιστώσουμε από τον «διάλογο» της M&C με τον GZ.
Αν υπήρχαν μόνο μηχανές που κατασκευάζουν μηχανές και παράγουν χωρίς καμία εργασία, δεν θα υπήρχε αξία (και δεν θα υπήρχε καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής, επειδή δεν θα συνέβαινε η εκμετάλλευση της ανθρώπινης εργασίας). Αλλά είμαστε πολύ μακριά από αυτό. Επιπλέον, η ανθρώπινη νοημοσύνη είναι δημιουργική και ευφάνταστη, δηλαδή σκέφτεται πράγματα που δεν υπάρχουν ακόμα- ενώ οι μηχανές/ΑΙ όχι – και πάλι αυτό αποδεικνύεται από το μοντέλο GZ που απλά αναμασάει τα καθοδηγητικά ερωτήματα της ιστοσελίδας Μ&C σε απαντήσεις που θέλει να έχει ο εκπαιδευτής από τη Μ&C.
Στην οικονομική θεωρία του Μαρξ, η αφηρημένη εργασία είναι η μόνη πηγή αξίας και υπεραξίας. Ωστόσο, στην περίπτωση μιας οικονομίας όπου τα ρομπότ κατασκευάζουν ρομπότ που κατασκευάζουν ρομπότ και δεν εμπλέκεται ανθρώπινη εργασία, σίγουρα εξακολουθεί να δημιουργείται αξία; Αυτό ήταν το επιχείρημα του Dmitriev το 1898, στην κριτική του στη θεωρία της αξίας του Μαρξ. Είπε ότι, σε ένα πλήρως αυτοματοποιημένο σύστημα, μια ορισμένη εισροή μηχανών μπορεί να δημιουργήσει μια μεγαλύτερη παραγωγή μηχανών (ή άλλων εμπορευμάτων). Στην περίπτωση αυτή, το κέρδος και το ποσοστό κέρδους θα καθορίζονταν αποκλειστικά από τη χρησιμοποιούμενη τεχνολογία (παραγωγικότητα) και όχι από την (αφηρημένη) εργασία. Εάν 10 μηχανές παράγουν 12 μηχανές, το κέρδος είναι 2 μηχανές και το ποσοστό κέρδους είναι 2/10 = 20%.
Αλλά η αξία που εκπίπτει σε απλώς αξία χρήσης δεν έχει καμία σχέση με την έννοια της αξίας του Μαρξ, η οποία είναι η χρηματική έκφραση της αφηρημένης εργασίας που δαπανάται από τους εργάτες. Αν οι μηχανές μπορούσαν να δημιουργήσουν «αξία», αυτή η αξία θα ήταν αξία χρήσης και όχι αξία ως αποτέλεσμα της αφηρημένης εργασίας των ανθρώπων. Αλλά, αν οι μηχανές μπορούν να δημιουργήσουν «αξία», το ίδιο μπορούν να κάνουν και άπειροι άλλοι παράγοντες (ζώα, δυνάμεις της φύσης, ηλιακές κηλίδες κ.λπ.) και ο προσδιορισμός της αξίας καθίσταται αδύνατος. Και αν οι μηχανές υποτίθεται ότι μπορούσαν να μεταφέρουν την αξία χρήσης τους στο προϊόν, αυτό θα ερχόταν αμέσως αντιμέτωπο με το πρόβλημα της άθροισης της αξίας διαφορετικών αξιών χρήσης – π.χ. μήλα συν αχλάδια, όπως στον διευρυμένο τύπο που παρουσίασε ο GZ παραπάνω.
Για τον Μαρξ, οι μηχανές μπορούν να αποτιμηθούν, αλλά δεν δημιουργούν (νέα) αξία. Αντίθετα, η συγκεκριμένη εργασία μεταφέρει την αξία των μηχανών (και, γενικότερα, των μέσων παραγωγής) στο προϊόν. Αυξάνουν την ανθρώπινη παραγωγικότητα και συνεπώς το προϊόν ανά μονάδα επενδυμένου κεφαλαίου, ενώ μειώνουν την ποσότητα ζωντανής εργασίας που απαιτείται για την παραγωγή ενός συγκεκριμένου προϊόντος. Δεδομένου ότι μόνο η εργασία δημιουργεί αξία, η υποκατάσταση της ζωντανής εργασίας από τα μέσα παραγωγής μειώνει την ποσότητα της αξίας που δημιουργείται ανά μονάδα επενδεδυμένου κεφαλαίου.
Η κριτική του Dmitriev συγχέει τη διπλή φύση της αξίας στον καπιταλισμό: αξία χρήσης και ανταλλακτική αξία. Υπάρχει η αξία χρήσης (πράγματα και υπηρεσίες που χρειάζονται οι άνθρωποι) και η ανταλλακτική αξία (η αξία που μετράται σε χρόνο εργασίας και την ιδιοποιούνται από την ανθρώπινη εργασία οι ιδιοκτήτες του κεφαλαίου και πραγματοποιείται με την πώληση στην αγορά). Σε κάθε εμπόρευμα στο πλαίσιο του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής υπάρχει τόσο αξία χρήσης όσο και ανταλλακτική αξία. Δεν μπορεί να υπάρχει η μία χωρίς την άλλη στον καπιταλισμό. Αλλά η δεύτερη διέπει την καπιταλιστική επενδυτική και παραγωγική διαδικασία, όχι η πρώτη.
Η αξία (όπως ορίζεται) προσιδιάζει στον καπιταλισμό. Βέβαια, η ζωντανή εργασία μπορεί να δημιουργεί πράγματα και να παρέχει υπηρεσίες (αξίες χρήσης). Αλλά η αξία είναι η ουσία του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής πραγμάτων. Το κεφάλαιο (οι ιδιοκτήτες) ελέγχει τα μέσα παραγωγής που δημιουργούνται από την εργασία και θα τα χρησιμοποιήσει μόνο για να ιδιοποιηθεί την αξία που δημιουργείται από την εργασία. Το κεφάλαιο δεν δημιουργεί το ίδιο αξία. Έτσι, στον υποθετικό μας κόσμο των παντοειδών ρομπότ/ΑΙ, η παραγωγικότητα (των αξιών χρήσης) θα τείνει στο άπειρο, ενώ η κερδοφορία (υπεραξία προς αξία κεφαλαίου) θα τείνει στο μηδέν.
Η ουσία της καπιταλιστικής συσσώρευσης είναι ότι για να αυξήσουν τα κέρδη και να συσσωρεύσουν περισσότερο κεφάλαιο, οι καπιταλιστές θέλουν να εισάγουν μηχανές που μπορούν να αυξήσουν την παραγωγικότητα κάθε εργαζόμενου και να μειώσουν το κόστος σε σχέση με τους ανταγωνιστές. Αυτός είναι ο μεγάλος επαναστατικός ρόλος του καπιταλισμού στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων που διαθέτει η κοινωνία.
Υπάρχει όμως μια αντίφαση. Στην προσπάθεια να αυξηθεί η παραγωγικότητα της εργασίας με την εισαγωγή της τεχνολογίας, υπάρχει μια διαδικασία αποβολής εργασίας. Η νέα τεχνολογία αντικαθιστά την εργασία. Ναι, η αυξημένη παραγωγικότητα μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της παραγωγής και να ανοίξει νέους τομείς απασχόλησης ως αντιστάθμιση. Αλλά με την πάροδο του χρόνου, η «μεροληψία κεφαλαίου» (Σ.τ.Μ., «capital bias») ή η αποβολή εργασίας σημαίνει ότι δημιουργείται λιγότερη νέα αξία (καθώς η εργασία είναι το μόνο περιεχόμενο της αξίας) σε σχέση με το κόστος του επενδυμένου κεφαλαίου. Έτσι, υπάρχει η τάση να μειώνεται η κερδοφορία καθώς αυξάνεται η παραγωγικότητα. Με τη σειρά του, αυτό οδηγεί τελικά σε μια κρίση στην παραγωγή που σταματά ή και αντιστρέφει το κέρδος στην παραγωγή από τη νέα τεχνολογία. Αυτό συμβαίνει αποκλειστικά και μόνο επειδή οι επενδύσεις και η παραγωγή εξαρτώνται από την κερδοφορία του κεφαλαίου στον σύγχρονο (καπιταλιστικό) τρόπο παραγωγής μας.
Το βασικό ζήτημα είναι ο νόμος του Μαρξ για την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους. Η αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου οδηγεί σε πτώση του συνολικού ποσοστού κέρδους προκαλώντας επαναλαμβανόμενες κρίσεις. Εάν τα ρομπότ και η τεχνητή νοημοσύνη αντικαταστήσουν την ανθρώπινη εργασία με επιταχυνόμενο ρυθμό, αυτό μπορεί μόνο να εντείνει αυτή την τάση. Πολύ πριν φτάσουμε σε έναν κόσμο γεμάτο ρομπότ, ο καπιταλισμός θα βιώνει ολοένα και μεγαλύτερες περιόδους κρίσεων και στασιμότητας.
Έτσι, μπορείτε να δείτε ότι ενώ η θεωρία της αξίας του Μαρξ εξηγεί γιατί η κερδοφορία του κεφαλαίου θα τείνει να μειώνεται και έτσι θα γεννά τακτικές και επαναλαμβανόμενες κρίσεις παραγωγής και επενδύσεων, η λεγόμενη καλύτερη θεωρία της αξίας της «διευρυμένης φύσης» των M&C και GZ θα έδειχνε μόνο ένα συνεχώς αυξανόμενο ποσό υπεραξίας για το κεφάλαιο χωρίς να προκύπτουν κρίσεις μέσα στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής.
Η κρίση θα μπορούσε να είναι μόνο περιβαλλοντική. Ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής δεν θα είχε καμία εσωτερική, ολοκληρωμένη αντίφαση μεταξύ κέρδους και ανθρώπινων κοινωνικών αναγκών.
Ο καπιταλισμός προσπαθεί να μετατρέψει τα «δωρεάν δώρα της φύσης» σε κέρδος. Με τον τρόπο αυτό, εξαντλεί και υποβαθμίζει τους φυσικούς πόρους, τη χλωρίδα και την πανίδα, τους οργανικούς και τους ανόργανους. Ωστόσο, υπάρχει μια συνεχής μάχη από το κεφάλαιο για τον έλεγχο της φύσης και τη μείωση των αυξανόμενων τιμών των «πρώτων υλών», καθώς οι φυσικοί πόροι εξαντλούνται και δεν ανανεώνονται, προσθέτοντας έναν ακόμη παράγοντα στην τάση μείωσης του ποσοστού κέρδους (βλ. παραπάνω, το βιβλίο, Ο καπιταλισμός στον 21ο αιώνα, σελ. 15-18, που μετράει πραγματικά το πλήγμα στην κερδοφορία από αυτό).
Κανένα από αυτά τα επιχειρήματα δεν αναφέρεται στο διάλογο M&C-GZ, ο οποίος συνεχίζει να προσπαθεί να καταλήξει σε μια ακόμη πιο γενικευμένη θεωρία της αξίας που προφανώς περιλαμβάνει την εσωτερική αξία (αξία χρήσης;) συν τη μετασχηματιστική αξία (εφαρμοσμένη ανθρώπινη εργασία) συν την οικολογική αξία (επίδραση της φύσης) και την κοινωνική αξία (ευημερία της κοινότητας). Τώρα έχουμε μια θεωρία της αξίας που δεν παρέχει μια κριτική ανάλυση της αντίφασης μεταξύ αξίας και πλούτου, αξίας χρήσης και ανταλλακτικής αξίας ή μεταξύ κέρδους και κοινωνικής ανάγκης, όπως κάνει η θεωρία της αξίας του Μαρξ, αλλά αντίθετα μια θεωρία της «αξίας των πάντων», είτε υπό τον καπιταλισμό είτε όχι. Αυτό, κατά τη γνώμη μου, καθιστά τη θεωρία της αξίας περιττή και απελευθερώνει τον καπιταλισμό από την αντίφαση και την κρίση του.
Ο διάλογος μιλάει για τον «φετιχισμό της εργασίας» του Μαρξ, παραλείποντας τη φύση ως πηγή αξίας- και για την «ιδεαλιστική προσέγγιση» του Μαρξ, παραλείποντας τη φύση και για την «ανθρωπομορφική» προσέγγιση του Μαρξ, με γνώμονα τον άνθρωπο, παραλείποντας τη φύση. Οι υποστηρικτές του Μαρξ είναι επίσης αντιεπιστημονικοί επειδή αποτυγχάνουν να αναπτύξουν τη θεωρία της αξίας με «μια πιο διαφοροποιημένη ανάλυση» (λέει ο GZ) που να περιλαμβάνει τη φύση. Μια επιστημονική προσέγγιση δεν θα έμενε σε μια «σθεναρή υπεράσπιση κάθε τελευταίας συλλαβής που έγραψε ο Μαρξ»· αντίθετα θα προχωρούσε όπως ακριβώς έκανε ο Αϊνστάιν με τη γενική σχετικότητα για να τροποποιήσει την κλασική φυσική του Νεύτωνα ή την κβαντομηχανική που τώρα έχει τροποποιήσει τη γενική σχετικότητα.
Η ιστοσελίδα M&C εκμεταλλεύεται στη συνέχεια την ευκαιρία να ξεχωρίσει τους χειρότερους από όσους έχουν εμμονή στη θεωρία της αξίας του Μαρξ. Υπάρχουν «σύγχρονοι εκφραστές που βλέπουν τη φύση απλώς ως μια ‘δεξαμενή πόρων’ ή το πολύ ως μια παθητική μήτρα υποταγμένη στην ανθρώπινη εργασιακή δραστηριότητα ως τη ‘μόνη’ γεννήτρια αξίας, που συνδέεται με τη δημιουργία πραγματικού πλούτου αλλά αποκλείεται από την καπιταλιστική διαδικασία αποτίμησης στο σύνολό της είναι ο Βρετανός οικονομολόγος Michael Roberts και ο μαρξιστής διανοούμενος Rolando Astarita. Επιπλέον, μπορούμε να αναφέρουμε τις θέσεις των τροτσκιστών ακαδημαϊκών σχολιαστών της Αργεντινής Esteban Mercatante και Juan Dal Maso, οι οποίοι αντιτίθενται σε οποιαδήποτε θεωρητική επέκταση της μαρξιστικής ορθοδοξίας ώστε να δοθεί μια πιο εξέχουσα θέση στη φύση στην οικονομική ανάλυση». Ο σοσιαλιστής οικολόγος John Bellamy Foster δέχεται επίσης επίθεση ως άλλος ένας υπερασπιστής της μαρξιστικής ορθοδοξίας.
Το μοντέλο GZ υποστηρίζει υποχρεωτικά τη M&C και προχωράει ακόμη περισσότερο, υποστηρίζοντας μια λανθασμένη συνείδηση εκ μέρους αυτών των σύγχρονων μαρξιστών ορθόδοξων. «Η άρνηση να εξεταστεί ο θεωρητικά θεμιτός ρόλος της φύσης στη δημιουργία αξίας μπορεί να προέρχεται από μια απροθυμία να αποκλίνει κανείς από το καθιερωμένο μαρξιστικό δόγμα παρά από μια ολοκληρωμένη ανάλυση της δημιουργίας αξίας». Άρα είμαστε κατηχημένοι και όχι επιστημονικοί. Ευχαριστώ GZ (ή πιο σωστά, M&C).
Τέλος, τι είναι όλος αυτός ο διάλογος; Φαίνεται ότι η M&C είναι πεπεισμένη ότι ο Μαρξ και ο Ένγκελς αγνόησαν τον ρόλο ή την αξία της φύσης σε αντίθεση με τους ανθρώπους στον πλανήτη μας. Αυτό όμως είναι μια παρωδία των απόψεων των Μ-Ε. Επιτρέψτε μου να παραθέσω ένα απόσπασμα του Ένγκελς από το πρώιμο έργο του, Umrisse (θα το βρείτε στο βιβλίο μου, Engels 200 σελ. 88).
“Το να κάνεις τη γη ένα αντικείμενο παζαρέματος – τη γη που είναι μία και μοναδική μας, η πρώτη συνθήκη της ύπαρξής μας – ήταν το τελευταίο βήμα προς το να κάνει κανείς τον εαυτό του ένα αντικείμενο παζαρέματος. Ήταν και είναι μέχρι σήμερα μια ανηθικότητα που ξεπερνιέται μόνο από την ανηθικότητα της αυτο-αποξένωσης. Και η αρχική οικειοποίηση – η μονοπώληση της γης από λίγους, ο αποκλεισμός των υπολοίπων από αυτό που είναι η συνθήκη της ζωής τους – δεν φτάνει σε ανηθικότητα το μεταγενέστερο παζάρεμα της γης». Από τη στιγμή που η γη εμπορευματοποιείται από το κεφάλαιο, υπόκειται σε εξίσου μεγάλη υποβάθμιση με την εργασία.
Και στη συνέχεια από το σπουδαίο βιβλίο του, τη Διαλεκτική της Φύσης: «Έτσι, σε κάθε βήμα μας υπενθυμίζεται ότι σε καμία περίπτωση δεν κυριαρχούμε πάνω στη φύση όπως ένας κατακτητής πάνω σε έναν ξένο λαό, όπως κάποιος που στέκεται έξω από τη φύση – αλλά ότι εμείς, με σάρκα, αίμα και εγκέφαλο, ανήκουμε στη φύση και υπάρχουμε στο μέσον της, και ότι όλη η κυριαρχία μας πάνω της συνίσταται στο γεγονός ότι έχουμε το πλεονέκτημα έναντι όλων των άλλων όντων να μπορούμε να γνωρίζουμε και να εφαρμόζουμε σωστά τους νόμους της». Συνεχίζει: «οι άνθρωποι όχι μόνο αισθάνονται, αλλά και γνωρίζουν την ενότητά τους με τη φύση, και έτσι τόσο πιο αδύνατη θα γίνει η παράλογη και αντιφυσική ιδέα μιας αντίφασης μεταξύ νου και ύλης, ανθρώπου και φύσης, ψυχής και σώματος. …».
Δεν είναι ο Μαρξ και ο Ένγκελς αυτοί που αγνοούν το ρόλο και την αξία της φύσης, αλλά οι καπιταλιστές – τουλάχιστον μέχρι να τους χτυπήσει κατάμουτρα η κλιματική αλλαγή. Για τον Μαρξ και τον Ένγκελς, η δυνατότητα τερματισμού της διαλεκτικής αντίφασης μεταξύ ανθρώπου και φύσης και η επίτευξη κάποιου επιπέδου αρμονίας και οικολογικής ισορροπίας θα ήταν δυνατή μόνο με την κατάργηση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Αυτό το συμπέρασμα φαίνεται να έχει διαφύγει από τους μαρξιστές μας της κατάρρευσης.