Μεγάλη Βρετανία: Η εργατική τάξη επέστρεψε και τα θέλει όλα πίσω
Απέναντι στο απεργιακό τσουνάμι, ο μη-εκλεγμένος πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ τα έχει σίγουρα βρει σκούρα.
«Στήστε την στα πόδια της, βγάλτε την στους δρόμους, το μήνυμα είναι ένα: H εργατική τάξη είναι ξανά εδώ! Αρνούμαστε να είμαστε πλέον φτωχοί. Αν παλέψουμε ενωμένοι, είμαστε μια κοινωνική δύναμη που δεν μπορεί να τη σταματήσει κανείς».
Αυτά έλεγε τον Αύγουστο που μας πέρασε ο γενικός γραμματέας του Σωματείου Σιδηροδρομικών και Θαλάσσιων Μεταφορών (RMT) Μάικ Λιντς, προσθέτοντας πως οι εργαζόμενοι βαρέθηκαν να αντιμετωπίζονται ως παρίες από την κυβέρνηση των Τόρηδων που υποβαθμίζει συνεχώς το εισόδημά τους: «Αυτό που θα έχετε μπροστά σας θα είναι ένα ολόκληρο κύμα αλληλεγγύης, δράσεις γενικής απεργίας, συγχρονισμένες κινήσεις, και θα το δείτε σε κάθε τομέα της οικονομίας, στην εκπαίδευση, στην υγεία, στις μεταφορές, σε όλα, και στον ιδιωτικό τομέα επίσης.»
Ο Mάικ Λιντς δεν είναι βέβαια κανένας τυχαίος, και γι’ αυτό δεν είναι διόλου τυχαίο που όσα έλεγε τον Αύγουστο αρχίζουν και παίρνουν σάρκα και οστά αυτές τις μέρες.
Γέννημα θρέμμα της εργατικής τάξης του δυτικού Λονδίνου, το πρώτο από τα πέντε παιδιά μιας ιρλανδικής οικογένειας, παράτησε το σχολείο στα 16 του και δούλεψε από τότε στις κατασκευές και τις μεταφορές, αλλάζοντας πολλές δουλειές λόγω της διαρκής παρουσίας του στη «μαύρη λίστα» των εργοδοτών εξαιτίας της συνδικαλιστικής του δράσης. Το 2020 ανέλαβε την ηγεσία ενός από τα πιο σημαντικά συνδικάτα στις μεταφορές και από τότε έχει γίνει σύμβολο μιας νέας αυτοπεποίθησης για τους ανθρώπους της εργατικής τάξης στην Αγγλία, αντιμετωπίζοντας ευθέως και κατατροπώνοντας στα μίντια όλους τους έμπειρους «δημοσιολόγους» και πολιτικούς του συστήματος. Ο λόγος του απέναντι σε όλους αυτούς είναι πάντοτε ευθύς και λαϊκός, αρνούμενος να υποκύψει στη συνήθη φλυαρία και «ακαδημαϊκότητα» της αστικής πολιτικής. Γι’ αυτούς τους λόγους αποτελεί σήμερα ένα από τα φωτεινά αστέρια της Βρετανίας των εργαζομένων, καταφέρνοντας «να εκφράσει με λόγια αυτό που σκέφτονται εκατομμύρια άνθρωποι».
Αναφερόμενος στον νέο κύκλο 48ωρων απεργιών που έχει αποφασίσει το σωματείο του στις 13-14, 16-17 Δεκεμβρίου και στις 3-4 και 6-7 Ιανουαρίου, ο Λιντς δήλωσε πως «οι επόμενες απεργίες θα αποδείξουν πόσο σημαντικά είναι τα μέλη μας για να λειτουργήσει αυτή η χώρα». Ο Ντέιβ Γουάρντ, γενικός γραμματέας του Σωματείου Εργαζομένων στις Επικοινωνίες (CWU) δήλωσε αυτήν την εβδομάδα σχετικά με τη 48ωρη απεργία των ταχυδρομικών υπαλλήλων την Τετάρτη και την Πέμπτη που μας πέρασε πως «Οι ταχυδρομικοί θέλουν να συνεχίσουν να προσφέρουν στις κοινότητες στις οποίες ανήκουν, παραδίδοντας τα δώρα των Χριστουγέννων (…) Όμως γνωρίζουν καλά την αξία τους, και δεν θα ανεχθούν την εργασιακή ανασφάλεια, την υποβάθμιση της εργασίας τους και τη φτωχοποίηση των οικογενειών τους». Η αναφορά των δύο συνδικαλιστών στην αναντικατάστατη αξία της εργασίας για το σύνολο της κοινωνικής ζωής μαρτυρά για την ανάδειξη μιας νέας εργατικής αυτοπεποίθησης και συνειδητοποίησης που είχε πολλά χρόνια να εμφανιστεί στη γηραιά ήπειρο.
Στην πραγματικότητα, η κατάσταση στη Μεγάλη Βρετανία είναι εξαιρετικά ιδιότυπη. Είναι πρωτοφανές –και εξοργιστικό- το γεγονός πως ενώ υπάρχει μηδενική ανεργία (η ζήτηση για εργαζόμενους είναι πολύ μεγαλύτερη από την προσφορά εργατικών χεριών) η πλειοψηφία των εργαζομένων βλέπει το εισόδημά της να μειώνεται συνεχώς, τις συνθήκες εργασίας να μεταβάλλονται προς το χειρότερο με εξαντλητικά ωράρια και ρυθμούς εργασίας, αντιμετωπίζοντας παράλληλα έναν ακόμη εχθρό: την τεράστια αύξηση του πληθωρισμού κατά 11%, την μεγαλύτερη στη χώρα τα τελευταία 40 χρόνια. Αυτή η κατάσταση έχει οδηγήσει σε μια άνευ προηγουμένου κινητοποίηση του κόσμου της εργασίας. H πανδημία αποτέλεσε τη θρυαλλίδα της εργατικής έκρηξης. Ενδεικτικό είναι πως, σύμφωνα με τα στοιχεία της εθνικής στατιστικής υπηρεσίας, αν το 2019 οι κατά μέσο όρο ημέρες που χάνονταν σε απεργίες ήταν 19, 5, τον Ιούλιο του 2022 έφτασαν τις 87, 6.
Όλο το προηγούμενο διάστημα, δεν ήταν λίγοι οι κλάδοι και τα σωματεία που κατάφεραν μετά από αγωνιστικές κινητοποιήσεις και απεργίες να κερδίσουν αυξήσεις στους μισθούς πάνω από 10% (δηλαδή στα όρια του πληθωρισμού). Οι δημόσιοι συνήγοροι στην Αγγλία και την Ουαλία, μετά από απεργίες που ξεκίνησαν τον Ιούνη, αποδέχθηκαν αύξηση 15% του μισθού τους τον περασμένο Οκτώβρη. Oι δημοτικοί καθαριστές του Ίστμπουρν κέρδισαν, μετά από απεργία, συμφωνία για αύξηση 11% τον Γενάρη. Πριν από ένα μήνα οι εργαζόμενοι στην εθνική τηλεφωνία πέτυχαν αύξηση 16% μετά από επίμονες επαναλαμβανόμενες απεργίες, η έκταση των οποίων στη συγκεκριμένη υπηρεσία είχε να παρατηρηθεί από τη μεγάλη απεργία του 1987. Οδηγοί λεωφορείων στο Λονδίνο και στο Κεντ κέρδισαν επίσης αυξήσεις πάνω από τον πληθωρισμό. Μία από τις σημαντικότερες και πιο μαζικές απεργίες υπήρξε επίσης αυτή των εργαζομένων στα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα στις 24, 25 και 30 του Νοέμβρη, η οποία, σύμφωνα με το σωματείο University and College Union, επηρέασε 150 ιδρύματα σε όλη τη χώρα.
Τo αμέσως επόμενο διάστημα, μια σειρά σημαντικών κλάδων θα μπει στο χορό των κινητοποιήσεων εκ νέου, κάνοντας το φάντασμα της γενικής απεργίας να έρχεται όλο και πιο κοντά. Εκτός από τους μεταφορείς και τους ταχυδρομικούς των RMT και CWU, οι νοσοκόμοι του εθνικού συστήματος υγείας (Νational Ηealth System) πρόκειται να απεργήσουν με ιστορικό ρεκόρ συμμετοχής (44 από τα 219 συγκροτήματα του NHS στην Αγγλία, 6 από τα 7 στην Ουαλία, και όλα τα συγκροτήματα νοσοκομείων στη Βόρεια Ιρλανδία θα συμμετάσχουν στην απεργία) στις 15 και 20 Δεκεμβρίου. Οι νοσοκόμοι έχουν τη στήριξη και αλληλεγγύη των γιατρών του NHS, καθώς το σωματείο των ειδικευόμενων ιατρών θα αποφασίσει και αυτό για απεργία στα μέσα του Γενάρη. Δέκα χιλιάδες οδηγοί και εργαζόμενοι σε ασθενοφόρα στην Ουαλία αποφάσισαν επίσης να απεργήσουν για ουσιαστικές αυξήσεις στους μισθούς τους, λίγο πριν την ημέρα των Χριστουγέννων.
Αναταραχή επικρατεί και στον κόσμο της εκπαίδευσης. Στη Σκωτία, στις 24 Νοεμβρίου, οργανώθηκε η πρώτη απεργία από το 1980 στους δασκάλους της πρωτοβάθμιας, ενώ οι καθηγητές στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ανακοίνωσαν 48ωρη απεργία στις 7 και 8 Ιανουαρίου. Σε Αγγλία και Ουαλία, το σωματείο της NASUWT, που αντιπροσωπεύει σχεδόν 162000 εκπαιδευτικούς βρίσκεται σε διαδικασία συνελεύσεων και θα αποφασίσει με ψηφοφορία για απεργιακή δράση στις αρχές του Γενάρη.
Απέναντι σε αυτό το απεργιακό τσουνάμι, ο μη-εκλεγμένος πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ τα έχει σίγουρα βρει σκούρα, έχοντας αναλάβει προς όφελος της χρηματοπιστωτικής ελίτ να κάνει τη «βρώμικη δουλειά» και βλέποντας ταυτόχρονα στις δημοσκοπήσεις το κόμμα του να προσεγγίζει πρωτοφανή ιστορικά χαμηλά ποσοστά. Οι προσπάθειές του να συγκροτήσει «ειδική μονάδα» αντιμετώπισης καταστάσεων έκτακτης ανάγκης λόγω των απεργιών μοιάζουν περισσότερο με ευσεβείς πόθους για τη σταθεροποίηση της κατάστασης, εντός μιας συγκυρίας που η ριζοσπασστική δυναμική της ξεπαρνάει τα σύνορα της Γηραιάς Αλβιόνας.
Αναδημοσίευση από το Κοσμοδρόμιο