Ο μύθος του «συστήματος κοινωνικής πίστωσης» της Κίνας
Το νομοσχέδιο για το «σύστημα κοινωνικής πίστωσης» της Κίνας, δείχνει πως είναι λιγότερο Όργουελ και περισσότερο τραπεζικός Τειρεσίας.
Ηπαγκόσμια ανησυχία γύρω από την παρακολούθηση όλων από το κράτος μέσω της τεχνολογίας (όχι δεν εννοώ τον παντήκοο πρωθυπουργό μας, εννοώ τη νόμιμη και ενσωματωμένη στις λειτουργίες του κράτους παρακολούθηση) γίνεται όλο και πιο δικαιολογημένη με την πρόοδο της τεχνολογίας.
Έχει, άλλωστε, γίνει πλέον αυτονόητη η συνθήκη. Ο κόσμος περιμένει να τον παρακολουθούν όλο και περισσότερο, η απαίτηση για αποεπιτήρηση θεωρείται κάποιου είδους ανέφικτη ουτοπία. Παρόλα αυτά, υπάρχει μια διευρυνόμενη ανησυχία για το «πού θα φτάσει αυτό». Και ο μπαμπούλας που επισείεται είναι η Κίνα, με αιχμή της κινδυνολογίας το διαβόητο «σύστημα κοινωνικής πίστωσης».
Υποτίθεται πως πρόκειται για ένα εθνικό σύστημα παρακολούθησης, καταγραφής και αξιολόγησης της κοινωνικής συμπεριφοράς των πολιτών, διαδικτυακής και πολιτικής, το οποίο φέρνει σκληρές τιμωρίες για τους «αντικοινωνικούς» και αμοιβές για τους υπάκουους. Όλα αυτά μέσα σε ένα πλαίσιο συνεχούς, οργουελiανής παρακολούθησης, ένα πανοπτικό δίχτυ το οποίο παρακολουθεί κάθε – offline και online – πράξη και λόγο, κάθε πολίτη. Πρόκειται για μια υλοποιημένη δυστοπία λοιπόν, ενός ολοκληρωτικού καθεστώτος, το οποίο επιζητεί τον απόλυτο έλεγχο των πολιτών του.
Το πρόβλημα με τα παραπάνω είναι πως δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα. Χειρότερα, προβάλλουν στην Κίνα, συστήματα και πρακτικές τα οποία έχουν ανάλογη ή και μεγαλύτερη παρουσία και ανάπτυξη στην καθ’ ημάς Δύση. Από τη μία, αυτό έχει σχέση με τη γενικότερη δαιμονοποίηση της Κίνας στα πλαίσια ενός ατύπου αμερικανο-σινικού οικονομικού πολέμου. Από την άλλη, είναι μια προσπάθεια να παρουσιαστεί – συγκριτικά- ως ηπιότερη η όλη κουλτούρα επιτήρησης που κυριαρχεί σήμερα στο σύνολο του πλανήτη.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως πολλές από τις υπηρεσίες που λειτουργούν στην Κίνα αποτελούν εργαλεία επιτήρησης – συνηθέστερα εμπορικής, αλλά και πολιτικής βέβαια: Οι πληροφορίες π.χ. από το Σιντζιάνγκ, την αυτόνομη επαρχία των Ουιγούρων μιλάνε για ένα εκτεταμένο δίκτυο παρακολουθήσεων, υπό τον φόβο των αυτονομιστικών κινημάτων της περιοχής, ενώ το «Μεγάλο ηλεκτρονικό τείχος της Κίνας» εξασφαλίζει την άμεση λογοκρισία και έχει περιγραφεί ως το «πιο εξελιγμένο καθεστώς φιλτραρίσματος περιεχομένου του Ίντερνετ στον κόσμο». Είναι όμως αμφίβολο αν οι κινέζικες πρακτικές σε εθνικό επίπεδο είναι χειρότερες από πρακτικές κοινές στον υπόλοιπο κόσμο. Είναι διαφορετικές, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις υπολείπονται αυτών που – μέσω του ιδιωτικού τομέα, αλλά όχι μόνο – υπάρχουν και έχουν εδραιωθεί στην Δύση.
Διακυβέρνηση δεδομένων και ψηφιακή κυριαρχία
Το συγκεκριμένο σύστημα λοιπόν δεν έχει σαν βασικό στόχο την επιτήρηση των πολιτών, αλλά – όπως λέει ο Έουνσαν Τσο στο Journal of Public and International Affairs του Πανεπιστημίου του Princeton, το Σύστημα Κοινωνικής Πίστωσης (ΣΚΠ):
…αντιπροσωπεύει την απάντηση της Κίνας στα ερωτήματα για τον βαθμό κατά τον οποίο τα κράτη μπορούν να χρησιμοποιήσουν με επιτυχία την επιστήμη και την τεχνολογία για να εξορθολογίσουν και να ελέγξουν την κοινωνία. Με το ΣΚΠ η Κίνα παρουσιάζει εμφατικά την φιλοδοξία της να αποδείξει την βιωσιμότητα της παρακολούθησης των “Μεγάλων Δεδομένων” (Big Data) ως υποκατάσταστο ανεξάρτητων και λογοδοτούντων θεσμών, όπως οι τράπεζες, τα δικαστήρια και οι διαφανείς γραφειοκρατίες, που παραδοσιακά θεωρούνται προαπαιτούμενα για την μακροπρόθεσμη ανάπτυξη…
Οι λόγοι που επιλέγει αυτήν την κατεύθυνση η Κίνα αφορούν πολιτικούς και υλικοτεχνικούς περιορισμούς της χώρας. Παράλληλα όμως η Κίνα – σύμφωνα με το άρθρο – δρα ώστε να ορίσει αυτή και να εξάγει όπου είναι εφικτό τους δικούς της κανόνες στην διακυβέρνηση των δεδομένων, ένα ζήτημα υψηλής προτεραιότητας για την ασιατική υπερδύναμη. Ο αποκλεισμός, ας πούμε, της Google και του Facebook από την Κίνα, έχει σχέση με το ότι όλα τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης είναι δυνητικά εργαλεία υβριδικού πολέμου, οπότε η απαγόρευση ΜΚΔ μιας εχθρικής στην Κίνα χώρας όπως οι ΗΠΑ, μοιάζει πράξη γεωπολιτικής άμυνας, αλλά και οικονομικής αυτοτέλειας στην αναζήτηση της ψηφιακής της κυριαρχίας. Οι ανάλογες υπηρεσίες των Facebook, Google και Amazon στην Κίνα, χονδρικά το Tencent, Baidu και Alibaba, είναι οικονομικοί κολοσσοί και είναι αυτές – και μόνον αυτές – που μέσω της ψηφιακής κυριαρχίας της Κίνας, βρίσκονται σε ανταγωνισμό με τις μεγάλες αμερικανικές αντίστοιχες. Στην αποκλειστική εκμετάλλευση από τις εταιρείες κοινωνικής δικτύωσης των ιδίων «εθνικών» πόρων ψηφιακών διαδρομών των χρηστών και δεδομένων (ανάλογες με τις πρακτικές της Google και του Facebook) , βασίζονται σε έναν βαθμό άλλωστε και τα μεγάλα βήματα που η κινεζική επιστήμη και κινεζική οικονομία έχει κάνει στην μηχανική εκμάθηση (Τεχνητή Νοημοσύνη), έτσι ώστε να θεωρείται πρωτοπόρος της τεχνολογίας αυτής και να έχει εξαπολυθεί εναντίον της από τις ΗΠΑ κανονικός οικονομικός πόλεμος ώστε να την χαλιναγωγήσει. Ας σημειωθεί πως παρά την υπεροπλία της στην «Τεχνητή Νοημοσύνη» η Κίνα – σε αντίθεση με ΗΠΑ, Ρωσία, Ισραήλ κτλ – συμμετείχε στην προσπάθεια να απαγορευτούν τα φονικά drones, τα οποία αποφασίζουν αλγοριθμικά και αυτόνομα για το ποιους θα σκοτώνουν στο πεδίο δράσης τους.
Υπερ-Τειρεσίας, όχι υπερ-πανοπτικό
Η εφαρμογή, λοιπόν και η προτεραιότητα του ΣΚΠ δεν αφορά κυρίως τους ιδιώτες. Αυτό έχει γίνει σαφές χρόνια τώρα, καθώς έχουν γραφτεί πολλά άρθρα στον δυτικό Τύπο που «απομυθοποιούν» το σύστημα: στο Foreign Policy π.χ. ήδη από το 2018 που κατέρριπτε την ιδέα ενός ήδη υλοποιηθέντος και πανοπτικού συστήματος, ή άλλα ρεπορτάζ που το περιέγραφαν ως «βαρετό». Ουσιώδες είναι επίσης ένα άρθρο του περιοδικού Wired το 2019, με τίτλο «Πώς η Δύση έχει παρανοήσει το Σύστημα Κοινωνικής Πίστωσης της Κίνας» το οποίο γράφτηκε έναν χρόνο πριν την επίσημη προθεσμία που το Πεκίνο είχε ορίσει για να καταθέσει ένα νομοθετικό πλαίσιο για τη λειτουργία του. Προ λίγων ημερών, το MIT Technology Review, επανήλθε (μετά το 2019) με ένα ενδελεχές άρθρο σχετικά με το νομοσχέδιο (που κατατέθηκε με δυο χρόνια καθυστέρηση τελικά) σχετικά με το ΣΚΠ (αρχείο). Στο άρθρο τονίζεται πως «δεν υπάρχει κανένα στοιχείο ακόμα που να δείχνει πως το σύστημα αυτό έχει χρησιμοποιηθεί για να ελέγξει την Κοινωνία». Η Κίνα στο ενδιάμεσο είχε συνυπογράψει μια σύσταση του ΟΗΕ για την ηθική χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης, η οποία αποκηρύσσει την χρήση των παρεμφερών τεχνολογιών για σκοπούς παρακολούθησης των πολιτών.
Τι μας λένε εντέλει όλα αυτά τα άρθρα σε σοβαρές και έγκριτες εκδόσεις, καθ’ ύλην αρμόδια για την εποπτεία των ψηφιακών πολιτικών; Μας λένε κατ’αρχάς πως κεντρικός στόχος του ΣΚΠ είναι η δημιουργία ενός συστήματος οικονομικού πιστωτικού ελέγχου, ένα είδος διευρυμένου Τειρεσία μαζί με οργανισμούς ελέγχου, για το αξιόχρεο και αξιόπιστο των επιχειρήσεων, των οργανισμών και δευτερευόντως των ιδιωτών. Αυτό είναι προτεραιότητα διότι δεν υπάρχει άλλος καθολικός τέτοιος μηχανισμός ελέγχου στη χώρα, κάτι που καθιστά πολλές συναλλαγές επισφαλείς και επιτρέπει καταχρήσεις όπως δείχνουν οι επανειλημμένες απάτες και σκάνδαλα. Από τη νοθεία στο παιδικό γάλα με μελαμίνη, μέχρι λογιστικά και τραπεζικά σκάνδαλα και απουσία ρυθμιστικών παρεμβάσεων κ.ο.κ. Ο ρυθμιστικός έλεγχος των επιχειρήσεων και της οικονομίας είναι ο πυλώνας της νέας νομοθεσίας η οποία περιγράφεται σαν «ένα μείγμα από απόπειρες να ρυθμιστεί η χρηματοοικονομική πιστωτική αγορά, να επιτρέψει σε κρατικές υπηρεσίες να μοιράζονται δεδομένα μεταξύ τους και να προωθήσουν κρατικά προωθούμενες ηθικές αξίες – όσο αόριστο και να μοιάζει το τελευταίο».
Το δεύτερο σκέλος, η «κοινωνική αξιολόγηση» ας πούμε, είναι δευτερεύον και ήδη καλύπτεται από τοπικές πρωτοβουλίες, οι οποίες έχουν διαφορετικά κριτήρια, διαφορετικούς στόχους, διαφορετικές αρχιτεκτονικές και δεν μοιάζει εφικτή η ενοποίησή τους, ακόμα και αν αυτό ήταν στόχος της Κινεζικής κυβέρνησης. Το τοπίο αυτό επιχειρεί το νέο νομοθετικό πλαίσιο να οργανώσει και να ρυθμίσει. Η πιο «επεκτατική» τοπική εφαρμογή στην πόλη Ρονγκτσένγκ (εδώ μια αναλυτική περιγραφή), αναγκάστηκε από την κεντρική κυβέρνηση το 2016 να περικόψει τις παρεμβάσεις και τις αξιολογήσεις του σε πράγματα που είναι παράνομα και όχι απλά «αντικοινωνικά». Οι γενικές αρχές είχαν διατυπωθεί σε συστάσεις από την κεντρική κυβέρνηση.