Τα νέα σχολικά βιβλία δεν θα λύσουν κανένα πρόβλημα στην ελληνική εκπαίδευση
του Δημήτρη Μητρόπουλου
Νέα Αναλυτικά Προγράμματα αμορφωσιάς;
166 νέα Προγράμματα Σπουδών – 123 που εκπονήθηκαν εκ νέου και 43 επικαιροποιημένα – για το Νηπιαγωγείο, το Δημοτικό, το Γυμνάσιο και το Λύκειο της Γενικής Εκπαίδευσης παρουσιάστηκαν στις 11/11 σε συνέντευξη τύπου του Υπουργείου Παιδείας.
Σύμφωνα με τη συνέντευξη τύπου,
“αλλάζει ο διδακτικός σχεδιασμός των Προγραμμάτων Σπουδών καθώς τίθενται στο επίκεντρο ο μαθητής και τα προσδοκώμενα μαθησιακά αποτελέσματα, δηλαδή όλα όσα χρειάζεται να γνωρίζει ο μαθητής, να κατανοεί και να μπορεί να εφαρμόσει μετά το μάθημα… Τα Νέα Προγράμματα Σπουδών εντάσσονται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο μεταρρυθμίσεων, που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, το σύστημα διαρκούς επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών, τα νέα σχολικά εγχειρίδια και τη δυνατότητα επιλογής από εκπαιδευτικούς («πολλαπλό βιβλίο»), τον ψηφιακό μετασχηματισμό, την τράπεζα θεμάτων, τα Εργαστήρια Δεξιοτήτων, την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου της σχολικής μονάδας, των εκπαιδευτικών και των μαθητών, καθώς και του εκπαιδευτικού συστήματος («Ελληνική PISA»)”.
Η Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων Νίκη Κεραμέως δήλωσε επίσης:
“Με τα Νέα Προγράμματα Σπουδών, το σχολικό περιβάλλον εξελίσσεται σε ζωντανό εργαστήριο έρευνας, επικοινωνίας, δράσης και έκφρασης. Γίνεται ελκυστικό, συναρπαστικό: κεντρίζει το ενδιαφέρον και την περιέργεια των μαθητών, και ενθαρρύνει τους εκπαιδευτικούς να οραματιστούν και να πρωτοτυπήσουν. Μαζί με τα Εργαστήρια Δεξιοτήτων, την εκμάθηση αγγλικών από τα πρώτα σχολικά χρόνια, τη μεγαλύτερη αυτονομία της σχολικής μονάδας, τις επιμορφώσεις εκπαιδευτικών και την εν γένει αναβάθμιση του σχολείου, επιδιώκουμε να μάθουμε τα παιδιά μας πώς να μαθαίνουν, να τα εφοδιάσουμε με σύγχρονες γνώσεις και δεξιότητες, χρήσιμες για το παρόν και το μέλλον τους. Η Παιδεία αλλάζει. Στην Πράξη”.
Εντελώς συμπτωματικά, μια δεκαετία νωρίτερα, επί Α. Διαμαντοπούλου, το Υπουργείο Παιδείας μας ενημέρωνε με παρεμφερή ανακοίνωση ότι:
Συγκεκριμένα προχωρούμε στις εξής πρωτοβουλίες:
1) Αλλαγή στα Προγράμματα Σπουδών:
Στόχος είναι ένα πιο ανοικτό και ευέλικτο πρόγραμμα ως προς τον εκπαιδευτικό. Στοχοκεντρικό. Ενιαίο και συνεκτικό από το νηπιαγωγείο μέχρι το λύκειο. Συνοπτικό ώστε να αποτελεί εργαλείο επικοινωνίας και καθοδήγησης της εκπαιδευτικής πράξης, Διαθεματικό, Παιδαγωγικά διαφοροποιούμενο για να λαμβάνει υπόψη τους διαφορετικούς ρυθμούς μάθησης των μαθητών, τις ιδιαιτερότητες στην τάξη, τις διαφορετικές κοινωνικόπολιτισμικές αναπαραστάσεις και όλα τα άλλα στοιχεία που καταστούν τη διδασκαλία μια μοναδική, μη-τυποποιημένη διαδικασία
2) Αναβάθμιση στις Διδακτικές Μεθόδους
Τέλος στην αποστήθιση: Από το «τόσες λέξεις ξέχασες», στο «τι κατάλαβες».
Βασικές διδακτικές προσεγγίσεις οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν κατά περίπτωση και σε συνδυασμό μεταξύ τους είναι:
- Η διαθεματική προσέγγιση – ώστε να αλληλοτροφοδοτείται η γνώση
- Τα σχέδια εργασίας – από το «αποστηθίζω» να περάσουμε στο «ερευνώ»
- Η διδασκαλία σε ομάδες – με στόχο το συλλογικό πνεύμα
- Η διαφοροποιημένη παιδαγωγική – που αφορά τις ανάγκες του μαθητή και όχι γενικά της τάξης.
- Η αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών στη διδασκαλία – που αποτελεί βασικό συντελεστή της νέας πραγματικότητας που είναι το ψηφιακό σχολείο.
Σχεδόν 20 χρόνια πριν, το 2003 διαβάζουμε, από το εισαγωγικό σημείωμα του τότε προέδρου του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου Σ. Αλαχιώτη στην τότε πρόταση για την αναμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών σύμφωνα με τις αρχές της Διαθεματικότητας:
Γι’ αυτό το εκπαιδευτικό µας σύστηµα δεν µπορεί πια να πορεύεται στις συντεταγµένες του παραδοσιακού γνωσιοκεντρικού σχολείου, της αποσπασµατικότητας και της παθητικής απόκτησης των γνώσεων. Αντίθετα, το σχολείο πρέπει να είναι µαθητοκεντρικό, βιωµατικό και δηµιουργικό µε όλους τους συντελεστές του (διδάσκοντες και διδασκοµένους) συµµέτοχους, χώρος µάθησης, χαράς και ζωής και όχι µόνο στερεότυπης διδασκαλίας. Για να επιτευχθεί µια τέτοια προσέγγιση, σύγχρονη και αναγκαία, για να αρχίσουµε να «συλλαβίζουµε» τα περί ανάπτυξης της κριτικής σκέψης και της φαντασίας, της συλλογικής προσπάθειας, της δηµιουργικής και πρωτοβουλιακής δράσης, απαιτούνται αλλαγές στα Αναλυτικά Προγράµµατα Σπουδών (Α.Π.Σ.), στην οργάνωση του σχολικού χρόνου, στη συγγραφή νέων βιβλίων και στην παραγωγή καταλληλότερου γενικά εκπαιδευτικού υλικού.
Και με αυτά φτάνουμε 23 χρόνια πριν, στο 1998. Ο ίδιος ο Γ. Αρσένης, σε ομιλία του για τις αλλαγές που έφερε το 1998 στα σχολικά βιβλία και τα προγράμματα σπουδών, αναφέρει αργότερα, σε ομιλία του σε συνέδριο στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας:
Αυτό σημαίνει ότι η παιδεία πρέπει να αλλάξει ριζικά από μια παθητική παιδεία που η γνώση μεταφέρεται από την αυθεντία της πηγής της γνώσης, δηλαδή από το βιβλίο και το δάσκαλο σε μια παιδεία δημιουργική και ενεργητική, που και ο ίδιος ο μαθητής μαθαίνει πώς να μαθαίνει και συμμετέχει στη διαμόρφωση της διαδικασίας της μάθησης. Έτσι, η διαλεκτική σχέση ανάμεσα στο δάσκαλο, το βιβλίο και τη βιβλιοθήκη, και το μαθητή αλλάζει.
Τι έχει πάθει η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας; Ξέμεινε από ιδέες και ουσιαστικές προτάσεις; Γιατί αναμασάει τα ίδια και τα ίδια συνθήματα εδώ και 25 χρόνια και μάλιστα τα παρουσιάζει ως νέα, ως καινοτόμα, ως επαναστατικά;
Όλες οι μεταρρυθμίσεις, τουλάχιστον από το 1997, που αφορούν το περιεχόμενο σπουδών, έχουν τα ίδια συνθήματα.
“Αλλαγή μοντέλου από το δασκαλοκεντρικό στο μαθητοκεντρικό”, “βιωματική μάθηση και όχι παπαγαλία”, “ανάπτυξη δεξιοτήτων, όχι στείρες γνώσεις”, “ερευνητική μάθηση και όχι μετωπική διδασκαλία”, “χτύπημα στην παραπαιδεία”, “από τις στείρες γνώσεις στο να μάθουν πως να μαθαίνουν”.
Και πάντα με την κατάλληλη προσθήκη των λέξεων “νέο”, “καινοτόμο”, “όχι παραδοσιακό”.
Τα οποία είναι καλά ως καθρεφτάκια για ιθαγενείς (μαθητές και γονείς), αλλά ως εκεί.
Το επιχείρημα ότι δεν άφησαν το μεταρρυθμιστικό αυτό «επαναστατικό» έργο να ανθίσει «οι δυναμικές μειοψηφίες» δεν πείθει. Στα δημοτικά σχολεία δεν φταίει ούτε ο φοιτητικός συνδικαλισμός, ούτε οι καταλήψεις.
Το μοναδικό συμπέρασμα που μπορεί να ισχύει, είναι ότι επί δεκαετίες, στο Υπουργείο Παιδείας αναμασούν κούφια συνθήματα, μεγάλα λόγια και ανοησίες.
Εξαγγέλλουν με εντυπωσιακή συχνότητα νέα προγράμματα σπουδών.
Ποτέ μα ποτέ δεν έχουν κάνει απολογισμό των προηγούμενων μεταρρυθμίσεων.
Μα και τι απολογισμό να κάνουν, αφού συχνά, οι ίδιοι άνθρωποι που έκαναν τις μεταρρυθμίσεις δέκα και είκοσι χρόνια πριν, είναι αυτοί που σήμερα εξαγγέλουν νέες επαναστατικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις;
Αλλά και τι απολογισμό να κάνουν αφού τα βασικά συνθήματα αναμασώνται ξανά και ξανά;
Εξαγγέλλουν αλλαγές στα αναλυτικά προγράμματα χωρίς ποτέ μα ποτέ να έχουν οργανώσει έναν πραγματικό και όχι προσχηματικό δημόσιο διάλογο όπου οι εκπαιδευτικοί να καταθέσουν την εμπειρία τους, τα προβλήματα που συνάντησαν, τις δυσκολίες, τα αδιέξοδα ή τις καλές και κακές διδακτικές προσεγγίσεις.
Εξαγγέλλουν αλλαγές στα αναλυτικά προγράμματα μεταφράζοντας απλώς από τα αγγλικά στα ελληνικά την κυρίαρχη και δεσπόζουσα εκπαιδευτική πολιτική των δεξιοτήτων του 21ου αιώνα. Χωρίς την παραμικρή κριτική προσέγγιση και αναστοχασμό για το αν αυτή η πολιτική των “δεξιοτήτων και όχι της γνώσης” έχει συμβάλει αρνητικά, επί δεκαετίες τώρα στο γενικότερο ρεύμα απομόρφωσης των νέων ανθρώπων.
Και φυσικά, επιτροπές επί επιτροπών, με το αζημίωτο, νέα βιβλία με τζίρο εκατομμυρίων για τους μπασμένους στα κόλπα και στα κυκλώματα, γιατί μπορεί όλοι αυτοί οι εμπνευστές των νέων προγραμμάτων και των καινοτόμων αλλαγών να βρίζουν το δημόσιο και να αποθεώνουν το ιδιωτικό, αλλά από το δημόσιο και τα ευρωπαϊκά προγράμματα σιτίζονται πλουσιοπάροχα.
Εικοσιπέντε χρόνια τώρα, με μεταρρυθμίσεις που όλο φέρνουν το νέο, αλλά όλο συντηρούν τα χειρότερα στοιχεία του παλιού, ουσιαστικά σπρώχνουν το σχολείο από τη γνώση (που είναι τάχα το παλιό, το ξεπερασμένο, το άκαμπτο και το παρωχημένο) στις δεξιότητες (που είναι το σύγχρονο, το ελκυστικό, το καινούριο και το ευέλικτο) και έχουν δημιουργήσει ήδη ορατά αποτελέσματα:
– παιδιά στην Α’ Γυμνασίου που συλλαβίζουν.
– παιδιά που τελειώνουν το Γυμνάσιο αλλά στερούνται βασικών οργανωτικών δεξιοτήτων (πχ να κρατούν σημειώσεις).
– παιδιά στο Λύκειο που αδυνατούν να καταλάβουν μια εκφώνηση, που δεν ξέρουν τι σημαίνει πχ ποσοστό, ή δεν μπορούν να κάνουν την περίληψη ενός κειμένου.
Οι εκπαιδευτικοί αλλά και οι γονείς πρέπει να μελετήσουν τα νέα προγράμματα και να τοποθετηθούν για αυτά, καθώς ως είθισται, η γνώμη τους δεν ζητήθηκε ποτέ.
Ήδη βέβαια η Μαθηματική Εταιρεία πχ καταγγέλλει ότι τα νέα βιβλία στα Μαθηματικά είναι ένας απίστευτος αχταρμάς που στο όνομα της “ομαδοσυνεργατικής και βιωματικής μάθησης” έχει τις ίδιες παιδαγωγικές μεθόδους τόσο για τα παιδιά του δημοτικού όσο και για τα παιδιά του λυκείου και στόχο έχει να ανταποκρίνονται οι μαθητές στις (νεοφερμένες) διαγνωστικές εξετάσεις του δημοτικού και του γυμνασίου.
Μεθερμηνευόμενον;
Περισσότερη παπαγαλία.
Σαν πρώτο σχόλιο θα θέλαμε να τονίσουμε ότι, μιας και το Υπουργείο Παιδείας μιλάει πολύ για την αξιολόγηση, θα ήταν καλό να κάνει μια πρώτη αξιολόγηση ξεκινώντας από τον καθρέφτη του, γιατί όλο νέα, καινοτόμα, ανατρεπτικά νέα προγράμματα σπουδών και βιβλία – εδώ και 25 χρόνια – κάνει, αλλά το αποτέλεσμα είναι κάθε χρονιά και χειρότερα.
Οι πρωτοβουλίες της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας, εδώ και δεκαετίες, ενώ ακολουθούν τις ίδιες αρχές και μεθόδους, δημιουργούν περισσότερη σύγχυση, εννοιολογικό χάος, χειροτέρευση σε βασικές γνωστικές δεξιότητες όπως η κατανόηση κειμένου και η γνώση ελάχιστων έστω βασικών «πραγμάτων» ανά μάθημα, 5άρια και 6άρια στα μαθηματικά σε ποσοστά που φτάνουν το 70%, και τελικά, μεγαλύτερες μορφωτικές ανισότητες και αμορφωσιά για μια μεγάλη μερίδα των μαθητών.
Θα αξιολογηθεί κανείς για αυτά τα αποτελέσματα;