O Λένιν για τον ιμπεριαλισμό και η Ουκρανία σήμερα
του Δημήτρη Καλτσώνη
καθηγητή θεωρίας κράτους και δικαίου
Πάντειο Πανεπιστήμιο
Στην περίοδο του ιμπεριαλισμού, παρατηρούσε ο Λένιν, εντείνεται η εκμετάλλευση λαών και χωρών, η εθνική καταπίεση, η αποικιακή καταλήστευση. Οξύνονται σε τεράστιο βαθμό οι αντιθέσεις, ξεσπούν συχνότερα πόλεμοι[1]. Ξεχωρίζει μια χούφτα πλουσιότατων ή ισχυρότατων κρατών που μοιράζουν τον κόσμο ανάμεσά τους. “Τα μονοπώλια, η ολιγαρχία, η εκμετάλλευση ολοένα και μεγαλύτερου αριθμού μικρών ή αδύνατων εθνών από μια μικρή χούφτα πλουσιότατα ή ισχυρότατα έθνη” είναι το χαρακτηριστικό της εποχής του ιμπεριαλισμού κατά τον Λένιν[2]. Τα ισχυρά κράτη,[3] διεισδύουν στις οικονομίες των αδύναμων οικονομικά κρατών, κάποτε καταφέρνουν να τα καταστήσουν εξαρτώμενα, άλλοτε τα υποτάσσουν πλήρως μετατρέποντάς τα σε προτεκτοράτα.
Ο καθοριστικός παράγοντας που οδηγεί στις συγκρούσεις ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις την περιοδο του ιμπεριαλισμού είναι ο νόμος της ανισόμετρης ανάπτυξης. Καταρρίπτοντας τη θεωρία του Κάουτσκι περι υπεριμπεραλισμού, ο Λένιν τόνιζε ότι “οι χωρίς περιεχόμενο φλυαρίες του Κάουτσκι για τον υπεριμπεριαλισμό ενθαρρύνουν τη βαθιά λαθεμένη σκέψη … ότι τάχα η κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου εξασθενίζει την ανισομετρία και τις αντιθέσεις μέσα στην παγκόσμια οικονομία, ενώ στην πραγματικότητα τις δυναμώνει”[4]. “Η δύναμη όμως δεν αλλάζει ομοιόμορφα στις χώρες που συμμετέχουν στο μοίρασμα, γιατί στις συνθήκες του καπιταλισμού δεν μπορεί να υπάρχει ισόμετρη ανάπτυξη ξεχωριστών επιχειρήσεων, τραστ, κλάδων της βιομηχανίας και χωρών”[5].
Η κυριαρχία κάποιων δυνάμεων δεν μπορεί να είναι απόλυτη και αιώνια. “Στις συνθήκες του καπιταλισμού το μονοπώλιο δεν μπορεί ποτέ να εξαλείψει εντελώς και για πάρα πολύ καιρό το συναγωνισμό από την παγκόσμια αγορά”[6]. “Η ανισόμετρη οικονομική και πολιτική ανάπτυξη είναι απόλυτος νόμος του καπιταλισμού”[7]. Έτσι, μοιραία εμφανίζονται πάντοτε νέοι ανταγωνιστές, νέα ανερχόμενα ισχυρά κράτη που διεκδικούν το δικό τους μερίδιο.
Από την ανισόμετρη ανάπτυξη στη μεταβολή συσχετισμών
Καθώς επομένως η δύναμη των μεγάλων δυνάμεων αλλάζει τίθεται ανά περιόδους το ζήτημα της αναδιανομής των σφαιρών οικονομικής, πολιτικής κλπ επιρροής. Σε αυτό πρέπει να συνυπολογιστεί ότι το όριο ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις και στις μεσαίες δεν είναι απόλυτο και βέβαια είναι κινητό. Ο νόμος ακριβώς της ανισόμετρης ανάπτυξης μπορεί να οδηγήσει μια μεγάλη δύναμη στην κάθοδο της ισχύος της και μια μεσαία, περιφερειακή δύναμη στην περαιτέρω ενίσχυσή της.
Αναφερόμενος στη Γερμανία ο Λένιν έλεγε πως μισό αιώνα πριν τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο η χώρα αυτή “ήταν ένα αξιοθρήνητο μηδενικό αν συγκρίνουμε την καπιταλιστική της δύναμη με τη δύναμη της τότε Αγγλίας. Το ίδιο και η Ιαπωνία σε σύγκριση με τη Ρωσία”[8], που όμως βαθμιαία ανέβηκαν τα σκαλιά της οικονομικής ισχύος και διεκδίκησαν το μερίδιό τους. Αναγκαστικά επομένως είτε η ανερχόμενη δύναμη θα διεκδικήσει το μερίδιό της είτε η ήδη κυρίαρχη είτε η φθίνουσα θα διεκδικήσει να κρατήσει τη θέση της, όπως για παράδειγμα συμβαίνει με τις ΗΠΑ στις μέρες μας.
Μάλιστα, ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις υπάρχουν ενίοτε μεγάλες διαφορές ισχύος. Για παράδειγμα, σημείωνε ο Λένιν, η Γαλλία υπήρξε στην αρχή της ιμπεριαλιστικής περιόδου “κάμποσες φορές πλουσιότερη από τη Γερμανία και την Ιαπωνία μαζί”[9]. Αντίστοιχα συμβαίνει στις μέρες μας με τη διαφορά ισχύος πχ. ανάμεσα στις ΗΠΑ και στις υπόλοιπες δυνάμεις του G8.
Και από εκεί στον πόλεμο
Όλες οι παραπάνω αντιθέσεις αναπαράγονται διαρκώς[10]. Παροξύνονται σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, όπως αυτή που διανύουμε σήμερα. Οδηγούν σε πολεμικές συγκρούσεις. Έρχεται κάποια στιγμή η ώρα που οι ειρηνικές συμφωνίες και διευθετήσεις δεν αρκούν. Η εποχή του ιμπεριαλισμού “μας δείχνει ότι ανάμεσα στις ενώσεις των καπιταλιστών διαμορφώνονται ορισμένες σχέσεις πάνω στη βάση του οικονομικού μοιράσματος του κόσμου, και παράλληλα σε σχέση μ’ αυτό ανάμεσα στις πολιτικές ενώσεις, ανάμεσα στα κράτη, διαμορφώνονται ορισμένες σχέσεις πάνω στη βάση του εδαφικού μοιράσματος”[11].
Και όταν αλλάζουν οι συσχετισμοί οικονομικής ή στρατιωτικής δύναμης “τότε πού βρίσκεται η δυνατότητα στις συνθήκες του καπιταλισμού να λυθούν διαφορετικά οι αντιθέσεις, αν όχι με τη βία;”[12]. “Στα πλαίσια του καπιταλισμού ποιο άλλο μέσο μπορεί να υπάρχει, εκτός από τον πόλεμο για την εξάλειψη της αναντιστοιχίας ανάμεσα στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και τη συσσώρευση του κεφαλαίου, από τη μια μεριά, και στο μοίρασμα των αποικιών και των “σφαιρών επιρροής” του χρηματιστικού κεφαλαίου από την άλλη;”[13].
Το μοίρασμα γίνεται έτσι ανάλογα με τη δύναμη του καθενός. Όπως όμως διευκρινίζει ο Λένιν δεν πρόκειται για κατά κυριολεξία αναλογική διανομή αφού στην πραγματικότητα ο πιο ισχυρός, “το μεγαλύτερο κεφάλαιο θα πάρει περισσότερα απ΄όσα του αναλογούν”[14]. Η βίαιη αναδιανομή ακολουθείται από συμφωνίες, οι οποίες με τη σειρά τους θα δώσουν αργότερα τη θέση τους σε νέες πολεμικές συρράξεις.
Το συνολικό πλέγμα των αντιθέσεων
Έτσι λοιπόν, για την κατανόηση του περιεχομένου των πολέμων πρέπει κανείς να εξετάζει “γιατί διεξάγεται πόλεμος, από ποιές τάξεις και για ποιόν πολιτικό σκοπό”[15]. “Είναι απαραίτητο πριν απ’ όλα να καθοριστεί ποιές είναι οι αντικειμενικές συνθήκες και η συγκεκριμένη κατάσταση του δοσμένου πολέμου… οι ιστορικές συνθήκες”[16], το γενικότερο σύστημα – πλέγμα των οικονομικών, πολιτικών, στρατιωτικών σχέσεων.
Το σημερινό πλέγμα συμφερόντων και αντιθέσεων ορίζεται από την εποχή που ξεκίνησε χοντρικά το 1990. Τα βασικά της χαρακτηριστικά είναι τα ακόλουθα. Πρώτο, η πτώση των σοσιαλιστικών καθεστώτων, που αποτελούσαν το δέος των ιμπεριαλιστικών κρατών και που τα ανάγκαζαν σε υποχωρήσεις ακόμη και σε διευθετήσεις των μεταξύ τους διενέξεων ενώπιον του κοινού εχθρού. Δεύτερο, η περαιτέρω καπιταλιστική διεθνοποίηση (η λεγόμενη παγκοσμιοποίηση). Τρίτο, το μοίρασμα των νέων αγορών που άνοιξαν μετά την πτώση των σοσιαλιστικών κρατών στην Αν. Ευρώπη, το οποίο σε μια πρώτη φάση έχει ολοκληρωθεί. Τέταρτο, σε αυτά ήρθε να προστεθεί η οικονομική κρίση που ξέσπασε το 2008 και που όξυνε παραπέρα τον ανταγωνισμό.
Μέσα σε ένα τέτοιο πλέγμα συμφερόντων και αντιθέσεων είναι αποπροσανατολιστικό να αναζητά κανείς ποιο κράτος κάνει επίθεση και ποιο αμύνεται, “σαν να βρίσκεται η ουσία στο ποιος επιτέθηκε πρώτος και όχι ποιες είναι οι αιτίες του πολέμου, οι σκοποί που ο πόλεμος βάζει μπροστά του και οι τάξεις που τον διεξάγουν”[17]. Για παράδειγμα, η Γερμανία στον α’ παγκόμιο πόλεμο ισχυριζόταν ότι αμύνεται έναντι της προσχεδιασμένης επιθετικότητας της Γαλλίας και Ρωσίας της εποχής. Παρότι πράγματι υπήρχαν τέτοια σχέδια, στην ουσία όμως η Γερμανία “διάλεξε την πιο κατάλληλη από την άποψή της στιγμή για πόλεμο, χρησιμοποιώντας τις τελευταίες τελειοποιήσεις στον τομέα της πολεμικής τεχνικής και προσπαθώντας να προλάβει” τη Ρωσία και τη Γαλλία[18].
Η ιμπεριαλιστική εποχή ωστόσο εκτός από τους ληστρικούς, ιμπεριαλιστικούς πολέμους, “δεν αποκλείει καθόλου τους εθνικούς πολέμους , λ.χ. από μέρους των μικρών (ας υποθέσουμε των προσαρτημένων ή των εθνικά καταπιεζόμενων) κρατών ενάντια στις ιμπεριαλιστικές Δυνάμεις”[19]. Μπορεί δηλαδή να υπάρχουν δίκαιοι εθνικοανεξαρτησιακοί ή εθνικοαπελευθερωτικοί πόλεμοι. Τέτοιοι ήταν για παράδειγμα οι αντιαποικιακοί πόλεμοι των δεκαετιών 1950 και μετά όπως και οι πόλεμοι της Σερβίας (1999) ή της Συρίας ενάντια στις ΗΠΑ.
Πρέπει κάθε φορά να διακρίνεται η ανάδειξη του κύριου χαρακτηριστικού σε κάθε πόλεμο, αν δηλαδή στο σύνολο των υπαρχόντων σχέσεων υπερισχύει το ιμπεριαλιστικό ή το εθνικοανεξαρτησιακό. Έτσι, ο πόλεμος “απελευθέρωσης” του Βελγίου ή της Σερβίας στον α’ παγκόσμιο ήταν ενταγμένος στα ιμπεριαλιστικά σχέδια και δευτερευόντως είχε εθνικά χαρακτηριστικά. Ο πόλεμος της Ελλάδας το 1940 ενάντια στην ιταλική εισβολή ήταν εθνικοαπελευθερωτικός παρότι συνυπήρχε ως δευτερεύουσα συνιστώσα η ιμπεριαλιστική αντιπαράθεση της Αγγλίας με την Ιταλία και τη Γερμανία.
Η σημερινή κρίση στην Ουκρανία
Σήμερα, οι κινήσεις των ΗΠΑ να περικυκλώσουν και να στραγγαλίσουν τη Ρωσία, αφαιρώντας της το “ζωτικό της χώρο”, τη σφαίρα επιρροής της στις πρώην Δημοκρατίες της Ασίας, στον Καύκασο, στην Ανατολική Ευρώπη, ή και αλλού (πχ. Συρία, Λιβύη) προκάλεσαν την προληπτική εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Με βάση το δοσμένο πλέγμα σχέσεων και αντιθέσεων, ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν έχει σχέση με το εθνικό ζήτημα, την ανεξαρτησία της Ουκρανίας, ή τα δικαιώματα των ρωσόφωνων του Ντονμπάς. Αυτά απλώς χρησιμοποιούνται ως πρόσχημα από τις ΗΠΑ και τη Ρωσία. Το κυρίαρχο στον πόλεμο της Ουκρανίας είναι η γεωστρατηγική αντιπαράθεση των δυο πυρηνικών γιγάντων. Αντίστοιχα, την ανεξαρτησία του Βελγίου (το οποίο καταλήφθηκε από τη Γερμανία) πρόβαλαν ως επιχείρημα οι Αγγλογάλλοι στον α’ παγκόσμιο πόλεμο για να κρύψουν τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα του πολέμου τους[20].
Εξάλλου, οι θεμελιωτές του μαρξισμού μας έμαθαν ότι η επανάσταση, η δημοκρατία και η ανεξαρτησία δεν εξάγονται. “Το νικηφόρο προλεταριάτο δεν μπορεί να επιβάλει καμιά ευτυχία σε κανένα ξένο λαό, χωρίς να υποσκάπτει έτσι τη δική του νίκη”[21]. Η επανάσταση, η δημοκρατία και η ανεξαρτησία καταχτιούνται από τους λαούς, όταν ωριμάσουν, με τους σκληρούς αγώνες τους.
Τα “αντιφασιστικά” ή “εθνικά” επιχειρήματα του Πούτιν και της ρώσικης ολιγαρχίας έχουν αξία όση και τα “δημοκρατικά” επιχειρήματα (ενάντια στον δικτάτορα Σαντάμ Χουσείν) των ΗΠΑ κατά την εισβολή στο Ιράκ ή τα επιχειρήματα υπέρ των γυναικών για την εισβολή στο Αφγανιστάν. Ο πόλεμος των ΗΠΑ και της ΕΕ δεν είναι για την απελευθέρωση της Ουκρανίας. Είναι για τα γεωστρατηγικά τους συμφέροντα. Ο πόλεμος δεν γίνεται ούτε για τον τερματισμό της καταπίεσης των ρωσόφωνων και του λαού της Ουκρανίας από την ακροδεξιά κυβέρνηση Ζελένσκι και από τους νεοναζί συνεργάτες της.
Παρεμπιπτόντως, η Ρωσία δεν είναι κάτι αντίστοιχο της Συρίας ή της Σερβίας που δέχτηκαν την επίθεση του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Η Ρωσία, παρά τις δομικές αδυναμίες της, ανήκει στις 10 ισχυρότερες οικονομίες του πλανήτη, διαθέτει ΑΕΠ σχεδόν 40 φορές μεγαλύτερο της Σερβίας και ακόμη περισσότερες φορές εκείνου της Συρίας. Είναι πυρηνική υπερδύναμη, διαθέτει ισχυρότατο στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα, δραστηριοποιείται οικονομικά και στρατιωτικά σε όλες τις ηπείρους. Για παράδειγμα, στην Αφρική έχει στρατιωτική παρουσία σε τουλάχιστον 10 χώρες. Ως εκ τούτου, η Ρωσία δεν ανήκει στις υφιστάμενες εκμετάλλευση χώρες ώστε να τίθεται σήμερα θέμα υπεράσπισης της εθνικής της ανεξαρτησίας και κυριαρχίας.
Και ο ελληνικός λαός;
Η ελληνική κυβέρνηση και η ολιγαρχία παίζουν κυριολεκτικά με τη φωτιά. Έχουν εμπλέξει την Ελλάδα σε μια αντιπαράθεση που δεν αφορά τον ελληνικό λαό. Τον εκθέτουν σε θανάσιμο κίνδυνο. Με αυτή την έννοια επείγει η απεμπλοκή από τον πόλεμο, η απομάκρυνση των αμερικανικών βάσεων από την Ελλάδα, οι οποίες καθιστούν τη χώρα και το λαό μας στόχο ξένων δυνάμεων, χωρίς να συνεισφέρουν τίποτα στην άμυνα της χώρας από πραγματικές εξωτερικές απειλές. Προβάλλει η ανάγκη για άμεσο τερματισμό του πολέμου, απόσυρση των ρωσικών στρατευμάτων στο πλαίσιο διεθνούς συμφωνίας, στη βάση του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ, που θα επιτρέψει στο λαό της χώρας να ζει ελεύθερος σε μια ανεξάρτητη, ουδέτερη, δημοκρατική Ουκρανία.
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ υπάρχει ανάγκη να στραφούμε ενεργά ενάντια στον “δικό μας ιμπεριαλιστή”, στο ΝΑΤΟ, την ΕΕ και στην ελληνική κυβέρνηση που συμπλέει μαζί τους. Για εμάς, αυτός είναι εκ των πραγμάτων ο βασικός αντίπαλος. Αγωνιζόμενοι εναντίον του μπορούμε να βάλουμε το δικό μας μικρό αλλά σημαντικό λιθαράκι στην ειρήνη και ίσως προοπτικά στην ανατροπή αυτού του βάρβαρου συστήματος.
Υπάρχει ανάγκη ενός γιγάντιου, ενωμένου αντιπολεμικού κινήματος με κοινές, μεγάλες διαδηλώσεις, με αποφάσεις και δράσεις σωματείων, μαζικών φορέων, διανοουμένων, καλλιτεχνών, στους δρόμους, στους εργασιακούς χώρους, σε κάθε γειτονιά, στα σχολεία, στα πανεπιστήμια, παντού. Η λαϊκή κοινή γνώμη της χώρας συγκλίνει στην ανάγνωση των γεγονότων και στην ανάδειξη του βασικού προβλήματος σε ό,τι αφορά την Ελλάδα: την εμπλοκή της μέσω του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στον ολέθριο πόλεμο. Οι αποχρώσεις δεν έχουν σημασία μπροστά στον κίνδυνο και στην καταστροφή του λαού, του ελληνικού και των άλλων.
[1] Βλ. Β.Ι.Λένιν, “Η σοσιαλιστική επανάσταση και το δικαίωμα αυτοδιάθεσης των εθνών”, Άπαντα, τ. 27, σελ. 256.
[2] Βλ. Β.Ι.Λένιν, “Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού”, Άπαντα, τ. 27, σελ. 429.
[3] Οι “μεγάλες δυνάμεις”, ή “Δυνάμεις”, ή οι “μεγαλύτερες δυνάμεις”, όπως τα ονοματίζει ο Λένιν. Βλ. ενδεικτικά Β.Ι.Λένιν, “Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού”, Άπαντα, τ. 27, σελ. 383-385, 392.
[4] Βλ. Β.Ι.Λένιν, “Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού”, Άπαντα, τ. 27, σελ. 398.
[5] Βλ. Β.Ι.Λένιν, “Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού”, Άπαντα, τ. 27, σελ. 424.
[6] Βλ. Β.Ι.Λένιν, “Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού”, Άπαντα, τ. 27, σελ. 403.
[7] Βλ. Β.Ι. Λένιν, Για τους δίκαιους και άδικους πολέμους, Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, σελ. 44.
[8] Βλ. Β.Ι.Λένιν, “Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού”, Άπαντα, τ. 27, σελ. 424.
[9] Βλ. Β.Ι.Λένιν, “Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού”, Άπαντα, τ. 27, σελ. 384.
[10] Βλ. ενδεικτικά Β.Ι.Λένιν, “Στη δέκατη επέτειο τη Πράβντα”, Άπαντα, τ. 45, σελ. 174 και Βλ. Β.Ι.Λένιν, “Σημειώσεις πάνω στο ζήτημα των καθηκόντων της αντιπροσωπείας μας στη Χάγη”, Άπαντα, τ. 45, σελ. 321 και Βλ. Β.Ι.Λένιν, “Κάλλιο λιγότερα και καλύτερα”, Άπαντα, τ. 45, σελ. 403-404.
[11] Βλ. Β.Ι.Λένιν, “Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού”, Άπαντα, τ. 27, σελ. 379.
[12] Βλ. Β.Ι.Λένιν, “Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού”, Άπαντα, τ. 27, σελ. 401.
[13] Βλ. Β.Ι.Λένιν, “Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού”, Άπαντα, τ. 27, σελ. 403
[14] Βλ. Β.Ι. Λένιν, Για τους δίκαιους και άδικους πολέμους, Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, σελ. 43.
[15] Βλ. Β.Ι. Λένιν, Για τους δίκαιους και άδικους πολέμους, Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, σελ. 73.
[16] Βλ. Β.Ι. Λένιν, Για τους δίκαιους και άδικους πολέμους, Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, σελ. 19.
[17] Βλ. Β.Ι. Λένιν, Για τους δίκαιους και άδικους πολέμους, Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, σελ. 91.
[18] Βλ. Β.Ι. Λένιν, Για τους δίκαιους και άδικους πολέμους, Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, σελ. 17.
[19] Βλ. Β.Ι. Λένιν, Για τους δίκαιους και άδικους πολέμους, Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, σελ. 51, 77.
[20] “Με βάση το σημερινό πόλεμο, που διεξάγεται ανάμεσα στις σημερινές κυβερνήσεις, δεν μπορείς να βοηθήσεις διαφορετικά το Βέλγιο παρά μόνο βοηθώντας να στραγγαλιστεί η Αυστρία ή η Τουρκία κλπ”. Βλ. Β.Ι. Λένιν, Για τους δίκαιους και άδικους πολέμους, Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, σελ. 37-38.
[21] Βλ. Β.Ι.Λένιν, “Τα αποτελέσματα της συζήτησης για την αυτοδιάθεση”, Άπαντα, τ. 30, σελ. 51.