H Oδύσσεια της Διαφάνειας: Το Vouliwatch στη Δικαιοσύνη για τη «Λίστα Πέτσα» (ηχητικό)
Εκδικάστηκε την Πέμπτη, στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, η προσφυγή της ιστοσελίδας Vouliwatch σχετικά με τα κριτήρια με βάση τα οποία δόθηκαν τα εκατομμύρια της καμπάνιας «Μένουμε Σπίτι» στα ΜΜΕ. Πρόκειται για την ύστατη νομική προσπάθεια να δοθούν απαντήσεις σε μία πολύκροτη υπόθεση, καθήκον που αρνήθηκαν να πράξουν πρώτα η Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης και στη συνέχεια η «Εθνική Αρχή Διαφάνειας». Για ένα πολλαπλώς σκανδαλώδες ζήτημα που επανέρχεται στην επικαιρότητα, μέσω και του αιτήματος σύσσωμης της αντιπολίτευσης για Εξεταστική, μίλησε στο ραδιόφωνο του ΤPP ο διευθυντής του Vouliwatch, Στέφανος Λουκόπουλος, περιγράφοντας την Οδύσσεια αυτής της προσπάθειας της ομάδας του για στοιχειώδη λογοδοσία.
συνέντευξη στους Κωνσταντίνο Πουλή και Θάνο Καμήλαλη
«Η ιστορία είναι λίγο μεγάλη, θα προσπαθήσω να είμαι όσο πιο σύντομος γίνεται. Εμείς τον Ιούνιο του 2020 είχαμε υποβάλει ένα Αίτημα Κατάθεσης Εγγράφων, επικαλούμενοι το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα των πολιτών για ελεύθερη πρόσβαση στη δημόσια πληροφορία. Αυτό είναι ένα δικαίωμα που μπορεί να το ασκήσει ο καθένας. Ζητούσαμε από τη Γενική Γραμματεία Επικοινωνίας, να μας δώσουνε τα κριτήρια με τα οποία δόθηκαν τα ποσά στα ΜΜΕ. Αυτό διότι μας προκάλεσε εντύπωση το γεγονός ότι τα χρήματα μοιράστηκαν με πολύ περίεργο και ύποπτο τρόπο. Υπήρξαν αποκλεισμοί, δόθηκαν χρήματα σε ΜΜΕ που δεν υπάρχουν, για μηνύματα που θα έπρεπε να προβάλλονται δωρεάν» εξήγησε ο Στέφανος Λουκόπουλος ξεκίνώντας την εξιστόρηση μίας προσπάθειας που κρατάει πλέον ενάμιση χρόνο.
«Θα ήταν χρήσιμο επίσης, η Γ.Γ. Επικοινωνίας να έδινε απευθείας τα ποσά. Το γεγονός ότι χρησιμοποίησε ως μεσάζοντα μία ιδιωτική εταιρεία, της έδωσε τη δυνατότητα να παρακάμψει ως έναν βαθμό τη “Διαύγεια”» σημείωσε και συνέχισε λέγοντας πως «αφού η Γ.Γ. Επικοινωνίας αρνήθηκε να μας απαντήσει, παρά το ότι είναι δια νόμου υποχρεωμένη, προσφύγαμε στην Εθνική Αρχή Διαφάνειας. Η ΕΑΔ, σύμφωνα με τον νόμο, είναι υπέυθυνη από τον νόμο και για να μεσολαβεί σε τέτοιες περιπτώσεις. Δήλωσε όμως, αβάσιμα, ότι είναι αναρμόδια. Οπότε στη συνέχεια, τον Οκτώβριο του 2020, με βάση τη σύμβαση μεταξύ του Δημοσίου και της διαφημιστικής εταιρείας, μία σύμβαση που βρήκαμε θαμμένη στα βάθη της Διαύγειας, αποφασίσαμε να καταθέσουμε νέο αίτημα. Όσο περνάνε τα χρόνια, η έρευνα για την έυρεση συγκεκριμένων εγγράφων στη “Διαύγεια” γίνεται όλο και πιο δύσκολη.»
Μέσα σε αυτήν τη σύμβαση, «είδαμε, ότι στα “παραδοτέα”, ήταν και ο απολογισμός της καμπάνιας, με βάση τα κριτήρια. Άρα, κάναμε δεύτερο αίτημα και ζήτησαμε συγκεκριμένα πράγματα, τα οποία αναγράφονταν στη σύμβαση. Πάλι η Γ.Γ. δεν απάντησε καθόλου, ξανακάναμε προσφυγή στην ΕΑΔ, είχαμε πάλι σιωπηρή απόρριψη από την ΕΑΔ και αυτό μας ώθησε στο ύστατο νομικό βήμα, την προσφυγή στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών. Αυτό έγινε τον Μάρτιο του 2021».
Όλα αυτά για την αυτονόητη υποχρέωση της Πολιτείας, να συνοδεύσει την απόφασή της να δοθούν δεκάδες εκατομμύρια κρατικού χρήματος σε ΜΜΕ, μαζί με τα κριτήρια για τις χρηματοδοτήσεις. «Στην προσφυγή στρεφόμαστε κατά της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, γιατί αυτή αρνήθηκε να μεσολαβήσει» συνεχίζει ο διευθυντής του Vouliwatch. «Πραγματοποιήθηκε η δικάσιμος και αυτό που αποκομίσαμε από τη διαδικασία είναι ότι τα επιχειρήματα της ΕΑΔ είναι έωλα και ανακριβέστατα. Υποστηρίζει ότι δεν έχουμε το έννομο συμφέρον για αυτή τη διαδικασία, πράγμα που δεν ισχύει και επίσης ότι τα στοιχεία αυτά τα έχουν αναρτήσει. Δηλαδή έκαναν σαν να μην έχουν καταλάβει τι ακριβώς έχουμε ζητήσει. Όπως ενημερωθήκαμε, εντός του εξαμήνου θα έχουμε απόφαση. Η τελική απόφαση σημαίνει ότι η ΕΑΔ θα πρέπει να μεσολαβήσει και να ζητήσει από τη Γ.Γ. να μας δώσει τα κριτήρια».
Για τον Στέφανο Λουκόπουλο, αυτή η περιπέτεια δεν είναι μεμονωμένο περιστατικό. «Εμείς ασκούμε το δικαίωμα πρόσβασης στη δημόσια πληροφορία αρκετά χρόνια και ιδιαίτερα τα τελευταία δύο χρόνια. Έχουμε ακόμα δύο τέτοιες υποθέσεις που εκκρεμούν» τονίζει και αναφέρει το αίτημα για τη σύμβαση που υπέγραψε η κυβέρνηση με τη σκοτεινή εταιρεία Palantir, συνεργάτιδα της CIA, αλλά και την Επιτροπή Ελέγχου της Βουλής στα Οικονομικά των Κομμάτων, που με καθυστερημένες συνεδριάσεις έχει διαπιστώσει σοβαρές παρανομίες, χωρίς να επιβάλει κυρώσεις. Μία από αυτές, ήταν το γεγονός ότι η ΝΔ χρησιμοποίησε χρηματοδότηση που λαμβάνει «για ερευνητικούς σκοπούς», ώστε να πληρώνει δάνειά της. Η χρηματοδότηση αυτή όμως, όπως ορίζει ο νόμος, πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο για την έρευνα, αλλιώς να επιστρέφεται.
Η πολλαπλά σκανδαλώδης υπόθεση της «Λίστας Πέτσα» επανήλθε στη δημοσιότητα πρόσφατα, με το αίτημα του ΣΥΡΙΖΑ, που υποστηρίζεται από σύσσωμη την αντιπολίτευση, να γίνει Εξεταστική Επιτροπή, τόσο για τις λίστες κρατικών χρηματοδοτήσεων σε ΜΜΕ, όσο και για τις δημοσκοπήσεις. Στο Σύνταγμα προβλέπεται πλέον η συγκρότηση Εξεταστικής αν το αίτημα υποστηρίζεται από 120 βουλευτές/τριες. Η ΝΔ μέχρι στιγμής απαντάει με διαρροές περί «διπλής εξεταστικής» και «να ελεγχθεί και η περίοδος από το 2015».
«Για εμένα πρόκειται για δύο διαφορετικά θέματα. Δηλαδή η Εξεταστική που ζητάει η αντιπολίτευση, αφορά συγκεριμένα πράγματα και ως τέτοια θα πρέπει να εξεταστεί. Το να πάει πιο πίσω είναι καλό και θεμιτό, αλλά γι αυτό το κομμάτι ας γίνει δεύτερη Εξεταστική. Εγώ θεωρώ ότι με αυτόν τον τρόπο προσπαθούν να αποπροσανατολίσουν τη συζήτηση, γενικεύοντας την, ώστε να μην εστιάσουμε στο μείζον θέμα, που είναι η συγκεκριμένη χρηματοδότηση».
Όλα αυτά, να σημειωθεί, γίνονται μόνο για τη «Λίστα Πέτσα 1» δηλαδή την πρώτη καμπάνια των 20 εκατομμυρίων σε ΜΜΕ για το μήνυμα «Μένουμε Σπίτι», όταν όλος ο κόσμος ήταν… σπίτι. Υπάρχουν και επόμενες λίστες με αποτέλεσμα να έχει χαθεί λίγο ο λογαριασμός, που φαίνεται να φτάνει τα 42 εκατομμύρια. Λίστα Πέτσα 2, καμπάνια εμβολιασμου… «Για τα άλλα δεν έχουμε καμία εικόνα. Δεν γνωρίζουμε κάτι, δεν έχουν δημοσιευτεί τα επιμέρους ποσά. Όταν με το καλό ξεμπερδέψουμε από αυτήν την υπόθεση, θα το πιάσουμε» σχολιάζει ο κ.Λουκόπουλος.
«Η ανεξαρτησία του Τύπου είναι θέμα Δημοκρατίας και θα έπρεπε να μας απασχολεί όλους», τονίζει, ενώ καταλήγει λέγοντας πως «σε αυτή τη χώρα έχουμε νόμους και καλούς νόμους για τη Διαφάνεια. Δεν εφαρμόζονται όμως».