Οικονομικά μέτρα ανά τον κόσμο για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων από την πανδημία του κορονοϊού (Covid-19)
Πολύ λίγα και πολύ …τοξικά
Οικονομικά μέτρα ανά τον κόσμο για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων από την πανδημία του κορονοϊού (Covid-19)
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, Νο. 10/Απρίλιος 2020
ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΒΑΤΙΚΙΩΤΗΣ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η απότομη διακοπή πολλών οικονομιών δραστηριοτήτων τον Μάρτιο του 2020 για να αποτραπεί η εξάπλωση της πανδημίας που προκάλεσε ο Convid-19 οδήγησε σε μια ύφεση μεγαλύτερη ακόμη κι εκείνης του 2008. Όλες σχεδόν οι χώρες του κόσμου παρενέβησαν αποφασιστικά και σχετικά έγκαιρα έλαβαν μέτρα άμβλυνσης των συνεπειών που η αξία τους μέχρι τις 27 Μαρτίου ανερχόταν σε 7 τρισ. δολ. (CNN, 2020). Το ποσό ωστόσο όσο μεγάλο κι αν φαίνεται υπολείπεται των περιστάσεων μιας και δεν κατάφερε να αποτρέψει την μεγαλύτερη ύφεση από την εποχή του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου, για τις περισσότερες χώρες του κόσμου. Τα μέτρα που ανακοινώθηκαν στρέφονταν κυρίως σε τρεις κατευθύνσεις: Πρώτο, άμεσες εισοδηματικές ενισχύσεις, δεύτερο, παρατάσεις στην εξόφληση φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων προς το δημόσιο και σπανίως προς τις τράπεζες και, τρίτο, παροχή εγγυήσεων για δάνεια κι ευνοϊκότεροι όροι δανεισμού.
Η πείρα του 2008 έδειξε ότι η πλημμυρίδα νέων δανείων μπορεί βραχυπρόθεσμα να εγγυήθηκε την αποπληρωμή προηγούμενων δανείων, μακροπρόθεσμα ωστόσο οδήγησε στην υπερχρέωση και αύξησε την αστάθεια του συστήματος. Μείωσε την ικανότητα ακόμη και κυρίαρχων κρατών να αντεπεξέρχονται σε εσωτερικά και εξωτερικά οικονομικά σοκ. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου. Από την άλλη, όπου εφαρμόστηκαν δημοσιονομικά μέτρα με την μορφή άμεσων ενισχύσεων επέτρεψαν την ταχύτερη έξοδο από την κρίση. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι η Κίνα και σε μικρότερο βαθμό οι ΗΠΑ.
Μέχρι στιγμής, η προτίμηση που δείχνουν τα ευρωπαϊκά όργανα και πολλές κυβερνήσεις σε δάνεια και παρατάσεις στην εξόφληση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών, αφιερώνοντας ελάχιστους πόρους σε άμεσες εισοδηματικές ενισχύσεις, δεν προδιαγράφουν μηδενικές απώλειες για τους μισθωτούς, τους αυτοαπασχολούμενους και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Όλες οι εκτιμήσεις δείχνουν πώς η άρση των μέτρων περιορισμού της κυκλοφορίας θα συνοδευτεί από αυξημένη ανεργία για μεγάλο χρονικό διάστημα, καθήλωση μισθών και λαϊκών εισοδημάτων και περαιτέρω μονοπώληση της αγοράς, σε βάρος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Τα μέτρα οικονομικής παρέμβασης επομένως δεν κρίνονται μόνο πολύ λίγα σε σχέση με την πρόκληση, αλλά και πολύ …τοξικά.
[…]
Για παράδειγμα, οι αυτοαπασχολούμενοι που εργάζονται στους κλάδους που εθίγησαν περισσότερο από την διακοπή των εργασιών και αντιπροσωπεύουν το 14% του εργατικού δυναμικού στην ΕΕ «σε πολλές χώρες λαμβάνουν μικρότερη υποστήριξη σε σχέση με τους μισθωτούς …παρότι ο μέσος αυτοαπασχολούμενος κερδίζει 18% λιγότερα από τον μέσο εργαζόμενο» (Bruegel, 2020). «Μέσα στο χάος ένα πράγμα, τουλάχιστον, είναι σίγουρο: λίγες εταιρείες πρόκειται να κερδίσουν ακόμη μεγαλύτερο προβάδισμα. Ήδη μερικές είναι πηγή χρηματοοικονομικής σταθερότητας. Στοιχίζει λιγότερο να ασφαλίσεις το χρέος της Johnson & Johnson από το ενδεχόμενο της χρεοκοπίας, από τον Καναδά»! (Economist, 2020). Το βρετανικό έντυπο προδίκαζε μάλιστα ότι «ο Covid-19 δεν θα έχει χρόνια αποτελέσματα μόνο στην κοινωνία και τη συμπεριφορά των ανθρώπων. Θα αλλάξει επίσης και τη δομή των παγκόσμιων επιχειρήσεων», ενισχύοντας τις τάσεις μονοπώλησης. Σε ανάλογη πρόβλεψη για τον κίνδυνο να κλείσει το 30% των μικρών επιχειρήσεων στις ΗΠΑ, παρότι εκεί ελήφθησαν τα πιο γενναία σχετικά μέτρα, προέβη και ο δισεκατομμυριούχος πρώην διευθύνων των Starbucks, Χάουαρντ Σούλτς, μιλώντας στο CNBC (Stankiewicz, 2020).
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα και τα μέτρα που εξαγγέλθηκαν «η έμφαση στα δάνεια είναι προβληματική, την ώρα που οι επιχειρήσεις είναι χρεωμένες, ενώ είναι ασαφές αν οι τράπεζες θα δανειοδοτήσουν όλους ή μόνο μεγάλους πελάτες τους» (Λαμπριανίδης, 2020). Τέλος, ενδεικτικό για τις δύσκολες μέρες που έρχονται, με το πέρας της πανδημίας, είναι το εύρημα της έρευνας που πραγματοποίησε το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ με την εταιρεία Marc, ότι 1 στις 7 επιχειρήσεις ή 100.000 ενδέχεται να κλείσουν μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων, ενώ μεταξύ όσων επιχειρήσεων συνέχισαν να λειτουργούν το 74% κατέγραφε μείωση του τζίρου. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι παρατηρούμενες αποκλίσεις συναρτήσει του μεγέθους της επιχείρησης. Έτσι, από τις επιχειρήσεις χωρίς προσωπικό μείωση του τζίρου καταγράφει το 86%, ενώ στις επιχειρήσεις με περισσότερα από 5 άτομα προσωπικό μείωση πωλήσεων καταγράφει ένα πολύ μικρότερο ποσοστό της τάξης του 54% (ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, 2020). Φαίνεται επομένως ότι η κρίση επιτείνει τις τάσεις μονοπώλησης της αγοράς.
Με βάση τα παραπάνω κανείς δεν θα μπορεί να ισχυριστεί πώς δεν ήξερε τι θα επακολουθήσει μετά την άρση των απαγορευτικών μέτρων…
Διαβάστε όλη την έρευνα στο ιστολόγιο του Λ. Βατικιώτη…