του Βασίλη Λιόση
Πολύς κουρνιαχτός σηκώθηκε κατόπιν της ομιλίας του Σαμαρά στο 13ο συνέδριο της ΝΔ. Ασκήθηκε κριτική (και σωστά) για έντονο ακροδεξιό αποτύπωμα. Σχολιάστηκε αρνητικά (και πάλι σωστά) η αποδοχή της ομιλίας αυτής από το σώμα των συνέδρων. Εκτιμήθηκε πως η παρέμβαση Σαμαρά σηματοδότησε μία αρχηγική εμφάνιση (άλλη μία σωστή εκτίμηση). Ωστόσο, πρόκειται για επιφανειακές εκτιμήσεις που δεν φτάνουν στο βάθος του ζητήματος. Και πού έγκειται αυτό το βάθος; Ας εισχωρήσουμε, λοιπόν, στα εσώτερα.
Υπάρχουν αντιθέσεις στο αστικό στρατόπεδο;
Εντός των κομμάτων της αστικής τάξης ή μεταξύ αυτών υπήρχαν πάντα αντιθέσεις. Οι αντιθέσεις αυτές αφορούσαν το μείγμα της πολιτικής, τη μορφή της διαχείρισης, δευτερεύουσες ή λιγότερο δευτερεύουσες αντιθέσεις που συνδέονταν με το ζήτημα της δημοκρατίας ή της εξωτερικής πολιτικής. Αν κάνουμε μία διαδρομή στην πολιτική αυτών των κομμάτων και των επιταγών της ίδιας της αστικής τάξης θα συλλέξουμε πολλά παραδείγματα διαφοροποιήσεων με αναφορά στη χούντα, στην αποκατάσταση της αστικής δημοκρατίας, στις οικονομικές πολιτικές των μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων, στη στάση που κρατήθηκε απέναντι στις μεγάλες δυνάμεις. Το ερώτημα είναι αν η παρέμβαση Σαμαρά σηματοδοτεί μία διαφοροποίηση σε σχέση με την επικρατούσα πολιτική της σημερινής κυβέρνησης. Η απάντηση είναι πως αποτελεί μια διαφοροποίηση, αλλά με μερικό χαρακτήρα. Με άλλα λόγια, ο πυρήνας της σημερινής πολιτικής της ΝΔ προφανώς και δεν αμφισβητείται, αλλά απλώς απαιτείται μία σκλήρυνσή της.
Συχνά κατηγορείται ο Κυριάκος Μητσοτάκης ότι έχει γίνει έρμαιο των ακροδεξιών που έχουν παρεισφρήσει στους κόλπους της ΝΔ, δηλαδή του Βορίδη, του Γεωργιάδη, του Μπογδάνου και άλλων. Είναι, όμως, έτσι; Πρόκειται για εσφαλμένη εκτίμηση. Η υιοθέτηση των ορφανών της ακροδεξιάς στο κόμμα της ΝΔ αποτέλεσε και αποτελεί στρατηγική επιλογή της ελληνικής αστικής τάξης. Η ελληνική αστική τάξη, τουλάχιστον ένα τμήμα της, έχει επιλέξει μία παραλλαγή στη ρητορική και πρακτική του Όρμπαν. Υπό την ηγεμονία του Κυριάκου Μητσοτάκη η ΝΔ και πριν να κερδίσει τις εκλογές, καλλιέργησε κλίμα μίσους απέναντι σε μετανάστες και πρόσφυγες.
Προτιμάμε τη λέξη μίσος από την ξενοφοβία, γιατί η τελευταία λέξη δεν αποδίδει με ακρίβεια αυτό που γίνεται σήμερα στην ελληνική κοινωνία. Οι απόπειρες δολοφονίας και οι προπηλακισμοί, η διοργάνωση των δημόσιων μπάρμπεκιου με χοιρινό, οι λέξεις που εκστομίζονται, οι πορείες μαθητών στα Γιαννιτσά με αίτημα την εκδίωξη των «ξένων», δεν εκφράζουν φοβία αλλά μίσος και ρατσισμό. Οι ανοησίες για την «εισβολή» των ξένων που ενθαρρύνθηκε από τα ανοικτά σύνορα που διαλαλούσε ο ΣΥΡΙΖΑ (Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ευθύνες αλλά άλλης τάξης και που συνδέονται με την αποδοχή του ευρωενωσιακού πλαισίου και τη δημιουργία άθλιων χώρων υποδοχής), αποτέλεσαν συστατικό στοιχείο της αντιπολιτευτικής ρητορικής της ΝΔ.
Βεβαίως, θα μπορούσε κάποιος να μας αντιτείνει το παράδειγμα των κυρώσεων στην ΟΝΝΕΔ Πεντέλης μετά την αποστολή εκείνου του απαράδεκτου κειμένου στον υπουργό Προστασίας του Πολίτη. Να θυμίσουμε πως στην επιστολή αυτή γινόταν λόγος για προσέλκυση εγκληματιών, για 15χρονους πρόσφυγες που διαφέρουν από τους δικούς μας έφηβους αφού οι πρώτοι στερούνται ψυχής ανηλίκων λόγω της συμμετοχής τους στον πόλεμο, για ανήλικους μετανάστες που θα ενοχλούν σεξουαλικά τις Ελληνίδες και θα εμποδίσουν των εκπαίδευση των ελληνοπαίδων κ.λπ.. Ωστόσο, θα πρέπει να διευκρινίσουμε πως η επιστολή ήταν εξαιρετικά ακραία, έγινε ευρύτερα γνωστή και δεν μπορούσε να καλυφθεί. Οι καταστατικές κυρώσεις στην ΟΝΝΕΔ Πεντέλης ήταν αναγκαστική κίνηση, χωρίς να αποκλείουμε και μία διαφοροποίηση που επιτάσσει έναν πιο μετριοπαθή ρατσισμό από ένα τμήμα της ΝΔ. Ο πιο μετριοπαθής αυτός ρατσισμός, σε σχέση με τον σαμαρικό, αποβλέπει πιθανώς στη διατήρηση δεσμών με ένα τμήμα της εκλογικής πελατείας που διαπνέεται από ορισμένα δημοκρατικά αισθήματα. Δεν πρόκειται για μία επί της ουσίας αντιρατσιστική κίνηση αλλά για μία κίνηση εκλογικού καιροσκοπισμού ή και διατήρησης κάποιων κοινωνικών συμμαχιών.
Τι ξέχασε ο Σαμαράς να πει;
Ο Σαμαράς στο ακροδεξιό του παραλήρημα «ξέχασε» να αναφέρει πολλά ζητήματα σχετιζόμενα με το μεταναστευτικό-προσφυγικό. Κατ΄ αρχάς με αυθαίρετους ισχυρισμούς απεφάνθη πως η πλειονότητα των εισερχόμενων ξένων δεν είναι πρόσφυγες αλλά μετανάστες. Ποια είναι η αλήθεια; Η πλειονότητα των εισερχομένων στα ελληνικά εδάφη είναι Σύριοι και Αφγανοί. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία των αρμόδιων υπηρεσιών από όσους ανθρώπους εισέρχονται στην Ελλάδα πρώτοι είναι οι Αφγανοί, με ποσοστό 38,8% και ακολουθούν οι Σύριοι με ποσοστό 20.6% (στοιχεία για τους πρώτους 8 μήνες του 2019), ενώ η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ μιλά για προσφυγικό προφίλ στην πλειονότητα των περιπτώσεων.
Αλλά, ας πούμε πως ο Σαμαράς έχει δίκιο και ότι οι περισσότεροι είναι μετανάστες. Εδώ και πάλι αποδεικνύεται αναξιόπιστος στα λεγόμενά του. Πρώτο, γιατί δεν μας εξηγεί για ποιο λόγο προκύπτει η μετανάστευση (είναι αυτόδηλο ότι προκαλείται από τη φτώχια), δεύτερο, γιατί δεν μας λέει πως πρόκειται για ένα παγκόσμιο κοινωνικό φαινόμενο και τρίτο, δεν μας λέει πως μετά το 1989 οι ροές στην Ελλάδα από χώρες όπως η Αλβανία, η Βουλγαρία, η Πολωνία, η πρώην Σοβιετική Ένωση, ήταν ακόμη πιο έντονες από ό,τι σήμερα (τότε, όμως, ο ελληνικός καπιταλισμός χρειαζόταν φθηνό εργατικό δυναμικό που θα πίεζε εκτός των άλλων και τους «ελληνικούς» μισθούς).
Εκεί, όμως, που περισσεύει η υποκρισία είναι το σημείο στο οποίο ο Σαμαράς αναφέρεται στην περίπτωση των Μικρασιατών προσφύγων. Λέει χαρακτηριστικά: «Αλλά οι Μικρασιάτες Έλληνες που ήλθαν το ’22 δεν έκαναν “εισβολή” στην Ελλάδα… Και οι Έλληνες που πήγαν τις επόμενες δεκαετίες μετανάστες, δεν μπήκαν παράνομα ως “εισβολείς” στις υπερπόντιες χώρες που τους υποδείχθηκαν. Μη τα μπερδεύουμε λοιπόν…». Τι δεν μας λέει; Αποφεύγει επιμελώς να αναφερθεί στον τρόπο που το ελληνικό αστικό κράτος και ο ελληνικός αστισμός εν γένει αντιμετώπισε τους πρόσφυγες. Για παράδειγμα, Νίκος Κρανιωτάκης, μοναρχικός και εκδότης του «Πρωινού Τύπου», θα απαιτήσει το 1933 να φορέσουν οι πρόσφυγες κίτρινα περιβραχιόνια για να τους ξεχωρίζουν κι έτσι να τους αποφεύγουν οι «καθαροί» Έλληνες (η ίδια πρακτική που ακολουθήθηκε από τους ναζί απέναντι στους Εβραίους). Ο γνωστός εκδότης της «Καθημερινής», Γεώργιος Βλάχος, έγραψε άρθρο με τίτλο «Οίκαδε», με το οποίο καλούσε την ελληνική κυβέρνηση και τον στρατό να εγκαταλείψουν στην τύχη τους τους Έλληνες της Ιωνίας και του Πόντου. Ο ίδιος χρησιμοποιούσε για τους πρόσφυγες τον χαρακτηρισμό «Αγέλη προσφύγων». Ο βουλευτής Σπετσών Περικλής Μπουρμπούλης θα πει το 1934 στους πρόσφυγες βουλευτές ότι «οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης είναι πιο Ρωμιοί από σας». Επίσης, ο Σαμαράς ξεχνά να μας πει τον τρόπο που αντιμετωπίστηκαν οι Έλληνες μετανάστες στις ΗΠΑ στις αρχές του 20ου αιώνα, ή οι Έλληνες μετανάστες στη Γερμανία στις δεκαετίες του 1950 και 1960 (γουρούνια αποκαλούνταν από τους Γερμανούς).
«Ναι, αλλά ο Σαμαράς ήταν αυτός που στρίμωξε τη Χρυσή Αυγή», θα μπορούσε να αντιτείνει η ΝΔ. Αυτή η διαπίστωση κι αν εμπεριέχει μπόλικη δόση υποκρισίας! Υπάρχουν δυο λόγοι που η ΝΔ αναγκάστηκε να κινηθεί προς την κατεύθυνση περιθωριοποίησης της ΧΑ. Ο πρώτος λόγος σχετίζεται με το ότι διαπράχθηκε μία στυγνή δολοφονία που προκάλεσε το δημοκρατικό αίσθημα του ελληνικού λαού. Άρχιζαν να βγαίνουν στην επιφάνεια πολλά στοιχεία για τη δράση της νεοναζιστικής εγκληματικής οργάνωσης, οπότε τίποτα δεν μπορούσε να μείνει κρυφό. Δεύτερο, η εκλογική άνοδος της ΧΑ ήταν εκθετική. Ο Καραμανλής είχε προβλέψει, ανησυχώντας, ότι θα φτάσει το 18%. Αυτό θα σήμαινε, όμως, μία εκλογική συμπίεση της ΝΔ και μία πιθανή κατάρρευσή της ανάλογη με αυτή του ΠΑΣΟΚ. Ωστόσο, το κόμμα που αποτελούσε τον γνήσιο πολιτικό εκπρόσωπο της αστικής τάξης δεν θα έπρεπε να υποστεί μία τέτοια ήττα. Η αστική τάξη δεν είχε αποφασίσει μία τόσο ριζική αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού. Επομένως, η τάχα δημοκρατική ευαισθησία του Σαμαρά απέναντι στη ΧΑ είχε τέτοια στοιχεία: επιδίωξης εκλογικής σταθερότητας και διατήρησης της δύναμης του βασικού πυλώνα της αστικής τάξης.
Πού προσβλέπει η ομιλία Σαμαρά;
Δεν αποκλείουμε στις πολιτικές διαδρομές των αστών πολιτικών να υπάρχει και το κίνητρο της προσωπικής ανάδειξης, ή μάλλον πάντα υπάρχει και αυτό, αφού το κίνητρο δεν είναι σε καμία περίπτωση τα «αγνά πατριωτικά αισθήματα», αν φυσικά υπάρχουν τέτοια. Οι αστοί πολιτικοί εκπροσωπούν συγκεκριμένα συμφέροντα, αν και οφείλουμε να πούμε πως κάτι τέτοιο το κρύβουν επιμελώς και επιτυχώς, εμφανιζόμενοι ως οι εκπρόσωποι του γενικού καλού και της πατρίδας. Επομένως, η εμφάνιση του Σαμαρά είχε αρχηγικά χαρακτηριστικά, πιθανώς γιατί πιέζει για ακόμη πιο συντηρητική στροφή ή γιατί προσβλέπει σε μία επόμενη αρχηγία.
Σε κάθε περίπτωση επιχειρείται η απορρόφηση όλου του ακροδεξιού χώρου από τη ΝΔ για εκλογικούς, πολιτικούς και ιδεολογικούς λόγους (εδώ, ίσως, υπάρχει ή θα παρουσιαστεί μία αντίθεση στους κόλπους της ΝΔ σχετικά με τον εκλογικό πληθυσμό στον οποίο θα στοχεύει. Με άλλα λόγια κεντροδεξιός χαρακτήρας ή καθαρός και σκληρός δεξιός προσανατολισμός;). Πρόκειται για επιταγή ενός ισχυρού τμήματος της ελληνικής αστικής τάξης, αν δεν είναι επιταγή του συνόλου της. Σε αυτή την κατεύθυνση βρίσκεται και η γνωστή και ανιστόρητη διαπίστωση στην ομιλία Σαμαρά περί της ελληνικής Μακεδονίας που υπονοεί ότι εκτός της ελληνικής Μακεδονίας υπάρχουν και άλλες ελληνικές Μακεδονίες.
Ας περιμένουμε, λοιπόν, το επόμενο χρονικό διάστημα μία ακόμη πιο έντονη «ορμπανοποίηση» της ΝΔ. Η εξέλιξη αυτή φαίνεται ακόμη πιο πιθανή αφ’ ης στιγμής ουδεμία αντιπολιτευτική φωνή δεν ακούγεται στο εσωτερικό της ΝΔ, φωνή που να αμφισβητεί την ομιλία Σαμαρά και το γενικότερο πολιτικό και ιδεολογικό στίγμα της ΝΔ. Και γιατί άραγε η αστική τάξη να επιδιώκει την παραπέρα συντηρητικοποίηση του ελληνικού λαού; Η απάντηση είναι μάλλον απλή. Μία νέα σάρωση εργασιακών και δημοκρατικών δικαιωμάτων καθίσταται πιο εύκολη από τη στιγμή που ένας λαός είναι απαθής ή κερδισμένος με τα πιο σκοτεινά ιδεολογήματα. Απλό και δοκιμασμένο…