Παρέμβαση Β. Λιόση στη διαδ/κή συζ/ση με θέμα «Τι μας περιμένει μετά την πανδημία;»
του Βασίλη Λιόση
εισήγηση στην εκδήλωση “Τι μας περιμένει μετά την πανδημία;”
Σίγουρα πολύ παράξενη περίοδος αυτή που βιώνουμε. Παράξενη, ωστόσο, δεν σημαίνει πως ό,τι νέο βλέπουμε μπροστά μας δεν ερμηνεύεται. Δεν σημαίνει ότι αδυνατούμε να κάνουμε κάποιες προβλέψεις, έστω σε αδρές γραμμές. Στη δική μου παρέμβαση θα επιχειρήσω να κωδικοποιήσω τις θέσεις πολιτικών κομμάτων, κοινωνικών φορέων αλλά και του ίδιου του κεφαλαίου και της γραφειοκρατίας του και να θέσω ορισμένους προβληματισμούς σχετικά με το επίπεδο συνείδησης των εργαζομένων.
Α. Η ΤΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Η τακτική της κυβέρνησης συμπυκνώνεται στους εξής οκτώ άξονες:
[α] Υπερπροβολή της ατομικής ευθύνης. Πρόκειται για μία τακτική απολύτως εναρμονισμένη με τις ιδεολογικές αρχές του νεοφιλελευθερισμού: δεν υπάρχει κοινωνία παρά μόνο άθροισμα ατόμων, κατά τη γνωστή ρήση της Θάτσερ, ενώ ταυτόχρονα εξυπηρετεί τις πολιτικές αρχές του νεοφιλελευθερισμού που μεταφέρει τις ευθύνες του κράτους στις πλάτες του πολίτη.
[β] Φραστικοί ελιγμοί προκειμένου να επιδειχθεί ένα δήθεν φιλολαϊκό πρόσωπο π.χ. ευχαριστίες στους εργαζόμενους και ειδικά στους γιατρούς. Πρόκειται για μία θρασύτατη και υποκριτική τακτική αν σκεφτεί κανείς όλες τις προηγούμενες διακηρύξεις της ΝΔ για τον δημόσιο τομέα υγείας.
[γ] Οι όποιοι ελιγμοί συνυπάρχουν με τον επιθετικό λόγο από τα πιο ακραία στοιχεία της κυβέρνησης. Για παράδειγμα ο επιθετικός αυτός λόγος περιέχει προσβολές για τους άνεργους, βάλλει κατά του δικαιώματος επιδομάτων και οικονομικής ενίσχυσης των ασθενέστερων (χαρακτηριστικές οι δηλώσεις Γεωργιάδη).
[δ] Παχυλή χρηματοδότηση στους καπιταλιστές (καναλάρχες, κλινικάρχες, ιδιοκτήτες δομών κατάρτισης κ.λπ.).
[ε] Προπαγάνδιση των επιτυχών αποτελεσμάτων των μέτρων εγκλεισμού με τη στήριξη των ΜΜΕ (τα σχετικά έγκαιρα μέτρα εγκλεισμού δεν έγιναν από την επιτυχή λειτουργία του επιτελικού κράτους, αλλά επιβλήθηκαν γιατί σε αντίθετη περίπτωση το ελληνικό δημόσιο σύστημα υγείας θα βρισκόταν σε χαοτική κατάσταση. Με άλλα λόγια η κυβέρνηση έκανε την ανάγκη φιλότιμο).
[στ] Μεταφορά της κρίσης στις πλάτες του λαού (βλέπε εργασιακά μέτρα μέσω ΠΝΠ που μοιάζουν θετικά, αλλά θα πρέπει να σκεφτούμε και τις αφανείς πλευρές όπως π.χ. μεγάλες κατηγορίες εργαζομένων και ανέργων που δεν προβλέπεται η στήριξή τους).
[ζ] Προετοιμασία και σχεδιασμός για τη συνέχιση των μέτρων, εργασιακών και αντιδημοκρατικών. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Τύπου, ο σχεδιασμός του υπουργού Εργασίας, Βρούτση, με την κωδική ονομασία «Recovery Plan», προβλέπει την καταβαράθρωση του κατώτατου μισθού στα 533 ευρώ μετά το πέρας της καραντίνας. Επιπλέον, σχεδιάζονται ρυθμίσεις που προβλέπουν την απελευθέρωση των απολύσεων και τη διατήρηση των αναστολών των συμβάσεων.
[η] Ερμηνεία της επερχόμενης βαθιάς, από ό,τι φαίνεται, κρίσης με βάση την πανδημία και όχι ως συνέχεια της προηγούμενης κρίσης του 2008. Βεβαίως η αναμενόμενη κρίση θα μεγεθύνει τα αποτελέσματα ή θα επιταχύνει την εμφάνισή της λόγω της πανδημίας, αλλά αυτό είναι ένα άλλο ζήτημα. Ακόμη και αν δεν υπήρχαν προσεισμικά μηνύματα πριν την εμφάνιση του ιού και ο καπιταλισμός πορευόταν σε περίοδο ανόδου, ο ιός θα δημιουργούσε και πάλι κρισιακά φαινόμενα γιατί είναι ο καπιταλισμός που δεν θέλει ούτε και μπορεί να ανασχέσει τα απότοκα της πανδημίας.
Όσον αφορά τη διεξαγωγή εκλογών άμεσα, φαίνεται πως η ΝΔ βρίσκεται σε ένα δίλημμα. Η διεξαγωγή πρόωρων εκλογών έχει δυο πλευρές: αναμένεται κυκεώνας μέτρων και νέα ποικιλότροπη συμπίεση των εργαζομένων. Η διεξαγωγή πρόωρων εκλογών θα εξασφάλιζε τη νωπή εντολή για συνέχιση του κυκεώνα ή θα σήμαινε ένα εκλογικό ράπισμα και μία πιθανή ήττα της κυβέρνησης αν αυτές διεξάγονταν μετά τη λήξη της καραντίνας όπου θα είχε γνωστοποιηθεί η μονιμότητα των εργασιακών μέτρων και η αύξηση της ανεργίας θα ήταν πια ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός; Μένει να δούμε την απόφαση των επιτελείων της ελληνικής αστικής τάξης για το ποια επιλογή θα εγκριθεί.
Β. Η ΤΑΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ
Η τακτική του ΣΥΡΙΖΑ συμπυκνώνεται σε οκτώ άξονες:
[α] Επιστροφή σε μία αντικαπιταλιστική ρητορεία. Όπως χαριτολογώντας είπε ένας γιατρός (Παπανικολάου), ο ΣΥΡΙΖΑ επέστρεψε στις εργοστασιακές ρυθμίσεις στην προ ανάληψης κυβερνητικών καθηκόντων περίοδο.
[β] Η επιστροφή αυτή συνοδεύεται από πολιτική απραξία αφού το σύνθημα «Θα λογαριαστούμε μετά» είναι σύνθημα συναίνεσης στην κυβερνητική πολιτική, αν και φαίνεται πως με βάση τις τελευταίες παρεμβάσεις Τσίπρα και το πρωτοσέλιδο της κυριακάτικης Αυγής, ο ΣΥΡΙΖΑ μπαίνει σε φάση όξυνσης της αντιπολιτευτικής του πολιτικής.
[γ] Η κοινωνική συναίνεση ενισχύθηκε και από τη συνέντευξη Τσίπρα στην οποία ένα από τα συνθήματα αταξικής ουδετερότητας ήταν το «Πρέπει να μείνουμε όλοι μαζί. Ενωμένοι». Όπως, όμως, έγραψε μία Ιταλίδα συγγραφέας ο εγκλεισμός δεν είναι ο ίδιος για όλους. Γιατί άλλο εγκλεισμός στο διαμέρισμα των 70 τετραγωνικών στη Δραπετσώνα για μία τετραμελή οικογένεια και άλλο ο εγκλεισμός σε μία έπαυλη με πισίνα, κήπο και προσωπικό γυμναστήριο.
[δ] Ο ΣΥΡΙΖΑ μεγάλο μέρος της πολιτικής του πρότασης για άμεση ενίσχυση της οικονομίας το αφιέρωσε στο περίφημο «μαξιλάρι». Δυο παρατηρήσεις για αυτό: γίνεται συχνά λόγος από τον ΣΥΡΙΖΑ για τις θυσίες του ελληνικού λαού που επιτέλους πρέπει να πιάσουν τόπο. Οι θυσίες, όμως, έχουν συχνά ένα χαρακτήρα ηρωισμού και συνειδητής επιλογής. Μόνο που πρέπει να πούμε πως οι «θυσίες» της δεκαετίας που πέρασε ήταν αποτέλεσμα της επιβολής μέτρων του ευρωπαϊκού και ελληνικού κεφαλαίου επί των λαϊκών στρωμάτων. Η δεύτερη παρατήρηση έχει να κάνει με το γεγονός ότι η επικέντρωση στο «μαξιλάρι» και μόνο σε αυτό είναι αρκούντως βολική. Με αυτό τον τρόπο αποφεύγεται η όποια αναφορά στη φορολόγηση του μεγάλου κεφαλαίου και στο γεγονός ότι μεσούσης της περιόδου 2010-2020 οι πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι ή ακόμη αποφεύγεται η αναφορά για τις υπέρογκες δαπάνες που αφορούν τους νατοϊκούς εξοπλισμούς.
[ε] Όσον αφορά την κριτική του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στη ΝΔ για άλλη μία φορά δεν θίγεται η καρδιά του ζητήματος. Για παράδειγμα όταν η ΝΔ επικρίνεται για τις ενισχύσεις που δίνει στο μεγάλο κεφάλαιο γίνεται αναφορά για ενίσχυση των κολλητών και συγγενών. Έτσι, οι λέξεις «μεγάλο κεφάλαιο» δεν ακούγονται και το όλο πρόβλημα ανάγεται σε πρόβλημα χρηστής διαχείρισης και ηθικής.
[στ] Προβολή του κυβερνητικού έργου της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ προκειμένου να αναδειχτούν οι πολιτικές και ιδεολογικές διαφορές με τη ΝΔ (μόνο που σε αυτή την υπενθύμιση του κυβερνητικού έργου ο ΣΥΡΙΖΑ «ξεχνάει» να μιλήσει για την αντιστροφή του μηνύματος του δημοψηφίσματος που διεξήχθη επί των ημερών του, την εφαρμογή νέου μνημονίου, τη διατήρηση των προηγούμενων μνημονιακών νόμων, τη διόγκωση του χρέους κ.ά.).
[ζ] Ο ΣΥΡΙΖΑ προβάλει διαφορές διαχείρισης ανάμεσα σε αυτόν και τη ΝΔ αναφερόμενος στο ότι η κυβέρνηση λαμβάνει μέτρα στη λογική του «βλέποντας και κάνοντας», ενώ ο ίδιος επισημαίνει την ανάγκη ενός εμπροσθοβαρούς προγράμματος, δηλαδή προτείνει τη λήψη μέτρων με μακροπρόθεσμη ισχύ. Βεβαίως, έχει σημασία ο προγραμματισμός μιας πολιτικής, αλλά αυτή δεν υπάρχει από μόνη της αλλά σε σύνδεση με το ταξικό και κοινωνικό της περιεχόμενο.
[η] Γενικότερα, η κριτική του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στη ΝΔ εστιάζει στο ζήτημα της ιδεοληψίας παρουσιάζοντας την άσκηση της πολιτικής από το κατεξοχήν κόμμα της ελληνικής αστικής τάξης ως ένα ιδεολογικό πείσμα, απογυμνώνοντας με αυτό τον τρόπο την ταξική ουσία της πολιτικής. Της πολιτικής που είναι ο σχεδιασμός και η υπεράσπιση των ταξικών συμφερόντων και εκφράζει στην εκάστοτε στιγμή πλευρές της ταξικής πάλης.
Επίσης, ας μην ξεχνάμε τις ανιστόρητες αναφορές για την ανάγκη ενός νέου σχεδίου Μάρσαλ οι οποίες εκπορεύονται από μέρος της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών και υιοθετείται από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ π.χ. Παπαδημούλης.
Τέλος, όλα δείχνουν πως ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝΑΛ βρίσκονται σε υπόγειες συνεννοήσεις για τη διερεύνηση των δυνατοτήτων κοινής εκλογικής καθόδου ή κυβερνητικής συνεργασίας σε περίπτωση που έχουμε εκλογές. Σε κάθε περίπτωση το ΚΙΝΑΛ προσπαθεί να αναστήσει το πτώμα της σοσιαλδημοκρατίας, αλλά αυτό δεν είναι στο χέρι του αφού η σοσιαλδημοκρατία διέρχεται μία παγκόσμια κρίση εξαιτίας και της πλήρους ταύτισή της με τον νεοφιλελευθερισμό. Η κεϋνσιανή πολιτική είναι αδύνατο να εφαρμοστεί για πολύ συγκεκριμένους λόγους και αυτή είναι η βαθύτερη αιτία της κρίσης των σοσιαλδημοκρατικών δυνάμεων.
Γ. Η ΤΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΓΣΕΕ
Η τακτική της ΓΣΕΕ δεν διαφέρει από αυτήν του ΣΥΡΙΖΑ. Καταγγελία για τον ΣΕΒ, για την επιδότηση των ΚΕΚ κ.λπ. Από την άλλη πλήρης απραξία. Άλλωστε τι να περίμενε κάποιος από αυτή τη ΓΣΕΕ που στήριξε το ΝΑΙ στο δημοψήφισμα, που αποφασίζει απεργίες ντουφεκιές, όποτε τις αποφασίζει, δίχως προοπτική, που στηρίζει εργοδοτικά σωματεία;
Η ΓΣΕΕ δεν είναι απλώς λίγη, βρίσκεται σε αντίθετο δρόμο από αυτό των συμφερόντων των εργαζομένων. Δεν υπάρχει κανένας σχεδιασμός για την ανάπτυξη του εργατικού κινήματος στην επερχόμενη λαίλαπα και θα συνεχίσει να παίζει τον ρόλο που παίζει, δηλαδή έναν ρόλο διάλυσης του εργατικού κινήματος.
Δ. Η ΤΑΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΣΕΒ
Είναι γνωστή ρήση «ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται» και η ρήση ταιριάζει γάντι στην περίπτωση του ΣΕΒ. Αρκεί να δει κάποιος το Δελτίο Τύπου που εξέδωσε υπό τον τίτλο «Συνεργασία επιχειρήσεων για διατήρηση των θέσεων εργασίας». Ο ΣΕΒ, λοιπόν, προτείνει (πάντα με «ευγενείς» σκοπούς):
[α] Τη διάθεση εργαζομένων ενδοομιλικά είτε μέσω Εταιρειών Προσωρινής Απασχόλησης.
[β] Τη συνεργασία μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων με την παροχή υπηρεσιών από τους εργαζόμενους μιας επιχείρησης σε μια άλλη πληττόμενη επιχείρηση.
[γ] Την επέκταση υφιστάμενων επιχειρηματικών συνεργασιών σε τμήματα παραγωγής και διανομής προϊόντων για λογαριασμό τρίτων (υπεργολαβία).
Με λίγα λόγια ο ΣΕΒ προτείνει την επέκταση της ενοικίασης-δανεισμού των εργαζομένων βλέποντας κατ’ αρχάς σε επίπεδο ηθικής τον εργάτη ως ομιλούν εργαλείο και κατά δεύτερο αποβλέποντας στην παραπέρα ελαστικοποίηση και εντατικοποίηση της εργασίας.
Ε. ΤΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΚΑΙ Η ΕΕ
Σε αυτή την πρωτότυπη φάση που διανύουμε υπάρχει ένα σοβαρότατο δίλημμα για το παγκόσμιο κεφάλαιο: ή διατηρεί την καραντίνα με κίνδυνο να διαλυθεί η οικονομία με ό,τι σημαίνει αυτό ή προχωράει σε άρση της με τον κίνδυνο να πάμε σε ανοσία αγέλης, οπότε θα μιλάμε για ένα νέο κύμα θανάτων πιο άγριο αυτή τη φορά. Ο μόνος ανασχετικός παράγοντας θα είναι η ανακάλυψη κάποιου εμβολίου ή κάποιας θεραπείας, αλλά ούτε σε αυτή την περίπτωση τα πράγματα είναι πολύ απλά. Πρώτο, γιατί μέχρι αυτά να ανακαλυφθούν, να βγουν στην παραγωγή και να εμβολιαστεί όλος ο πλανήτης (που δεν θα εμβολιαστεί όλος) το χρονικό διάστημα είναι μεγάλο. Δεύτερο, γιατί κανείς δεν ξέρει αν ο ιός μεταλλαχθεί ή αν προκύψει ένας νέος, προκαλώντας αντίστοιχα προβλήματα με αυτά που βιώνουμε σήμερα. Επίσης, να σημειώσουμε πως σύμφωνα με τις γνώμες των ειδικών το εμβόλιο με βάση τις αισιόδοξες προβλέψεις θα βγει σε κυκλοφορία σε ένα χρόνο από τώρα. Η άλλη λύση είναι ένα εναλλακτικό πείραμα: άρση της καραντίνας και υποχρεωτική κυκλοφορία των πολιτών καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας με μάσκες και γάντια μετατρέποντας την πραγματικότητα σε δυστοπική ταινία που και πάλι θα υπάρχουν ερωτήματα για την αποτελεσματικότητα αυτών των μέτρων π.χ. σε τι απόσταση θα είναι οι μαθητές στις τάξεις;
Η πανδημία ξανάφερε τα αδιέξοδα της καπιταλιστικής οικονομίας και η επερχόμενη κρίση θα είναι στην πραγματικότητα η συνέχιση της κρίσης του 2008 αλλά με επιταχυνόμενους ρυθμούς λόγω της δράσης του εξωγενούς παράγοντα που λέγεται covid-19. Υπάρχει βέβαια και μία άλλη παράμετρος: όσο διατηρείται ο εγκλεισμός και η παύση επιχειρήσεων αυτό θα λειτουργήσει αντικειμενικά προς όφελος μεγάλων μονοπωλιακών συγκροτημάτων, αφού το κλείσιμο των επιχειρήσεων θα χτυπήσει τα μικρά και τα μεσαία κεφάλαια. Αυτό σημαίνει πρακτικά νέα φάση συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου, καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων και επανεκκίνηση της οικονομίας. Η επανεκκίνηση, όμως, θα σημαίνει και νέα προλεταριοποίηση μεσαίων στρωμάτων και νέα συμπίεση των εργατικών εισοδημάτων. Άρα, νέα κοινωνικά και οικονομικά δεδομένα. Οι διαφορετικές επιλογές ανά χώρα που αφορούν την έκταση των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης εκφράζουν ακριβώς αυτή τη διχοτομία που περιέγραψα παραπάνω.
Το ρεύμα ανοίγματος των αγορών το εξέφρασαν κατά κύριο λόγο οι Τραμπ και Τζόνσον και εσχάτως ο Σόιμπλε ο οποίος είπε με κυνικότητα: «Αυτή την εποχή είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη η άποψη ότι όλα τα προβλήματα λύνονται με απεριόριστους κρατικούς πόρους και ότι η οικονομία θα ορθοποδήσει με ένα πρόγραμμα ανάκαμψης». Προειδοποίησε δε: «το κράτος δεν μπορεί να αναπληρώνει συνεχώς τον τζίρο μας».
Αναφερόμενος στη χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων, ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Βουλής δήλωσε ότι «δεν μπορούμε να εμπιστευθούμε την απόφαση αποκλειστικά στους επιδημιολόγους, αλλά πρέπει να σταθμίσουμε και τις σημαντικές οικονομικές, κοινωνικές, ψυχολογικές ή άλλες επιπτώσεις. Αν κλείσουμε τα πάντα για δύο χρόνια, οι συνέπειες θα ήταν τρομακτικές» και συμπλήρωσε: «Όταν ακούω ότι όλα υποχωρούν μπροστά στην προστασία της ανθρώπινης ζωής, πρέπει να πω ότι αυτό δεν είναι απόλυτο. Υπάρχει στάθμιση και αλληλοπεριορισμός στα ανθρώπινα δικαιώματα. Εάν υπάρχει μία απόλυτη αξία στο Σύνταγμά μας, αυτή είναι η ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Αυτή είναι απαραβίαστη. Αλλά αυτό δεν αποκλείει ότι κάποτε θα πεθάνουμε…».
»Το κράτος πρέπει να διασφαλίσει την καλύτερη δυνατή υγειονομική περίθαλψη για όλους. Αλλά οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να πεθαίνουν από κορονοϊό. Με όλα τα προηγούμενα βάρη και την ηλικία μου, είμαι στην ομάδα υψηλού κινδύνου. Αλλά ο φόβος μου είναι περιορισμένος. Όλοι πεθαίνουμε. Και νομίζω ότι οι νεότεροι διατρέχουν πραγματικά μεγαλύτερο κίνδυνο από εμένα. Το φυσικό τέλος της ζωής μου είναι λίγο πιο κοντά».
Αντιθέσεις υπάρχουν όπως είναι γνωστό και στην ΕΕ. Σε αυτή τη φάση διακρίνονται δυο άξονες: ο ένας του Βορά που αποτελείται κυρίως από τη Γερμανία, την Αυστρία, την Ολλανδία και ο άλλος του Νότου αποτελούμενος από Ισπανία, Ιταλία, Ελλάδα, Πορτογαλία, Γαλλία. Η αντίθεση μεταξύ των δυο αξόνων φανερώνεται με αφορμή την προτεινόμενη έκδοση ευρωομόλογου η οποία δεν είναι τίποτα άλλο παρά μία εκδηλωμένη αντίθεση μεταξύ αστικών τάξεων. Η γερμανική από τη μία ως κυρίαρχη στην ΕΕ κι έχοντας το ευρώ ως ένα μεταμφιεσμένο μάρκο εμμένει σε μία πολιτική που ωφελεί τα γερμανικά μονοπώλια. Από την άλλη οι πιο ισχυροί παίκτες του αντιάξονα, Ιταλία και Ισπανία, αντιδρούν αφού δανείζονται με πολύ υψηλότερα επιτόκια σε σχέση με το γερμανικό κεφάλαιο, επομένως τα μονοπώλια αυτών των χωρών βρίσκονται σε έναν αγώνα δρόμου με το γερμανικό αλλά ξεκινώντας μερικά μέτρα πιο πίσω. Το κλειδί, λοιπόν, είναι η βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς τους. Η Γερμανία στυλώνει τα πόδια στην έκδοση του ευρωομόλογου γιατί προφανώς θέλει να έχει το πλεονέκτημα του φτηνού δανεισμού, δεν θέλει το τραπεζικό της σύστημα να γίνει ευάλωτο έναντι των χρεών του Νότου, προστατεύει το δικό της ομοσπονδιακό ομόλογο μέσω της άρνησής της για την ανάληψη κοινής ευθύνης που θα υλοποιείτο με την έκδοση του ευρωομολόγου και επιθυμεί να διατηρήσει την πλεονεκτική της θέση έναντι των άλλων κεφαλαίων στη διακίνηση των προϊόντων. Επομένως, η πολιτική της Γερμανίας δεν είναι ιδεοληπτική ή γενικώς και αορίστως μία παραλλαγή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής που εκφράζεται μέσω της γερμανικής του έκδοσης, του ορντοφιλελευθερισμού. Πάντως, η πολιτική που ακολουθεί η γερμανική κυβέρνηση παρά τις ενστάσεις που υπάρχουν στο εσωτερικό της πολιτικής γερμανικής σκηνής, φαίνεται να απολαμβάνει της αποδοχής ευρέων τμημάτων του γερμανικού λαού, επιβεβαιώνοντας με αυτό τον τρόπο τις σημειώσεις του Ένγκελς περί εργατικής αριστοκρατίας (που στην εποχή του αφορούσαν την περίπτωση της Αγγλίας).
Πάντως, αν το κεφάλαιο είχε δυο γραμμές και προβληματισμούς για το πώς θα χειριστεί την πανδημία, σίγουρα δεν θα έχει κανένα δίλημμα σε αυτό που θα ακολουθήσει.
ΣΤ. Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
Πριν να καταθέσω τον προβληματισμό μου σχετικά με τη συνείδηση του κόσμου σε αυτή τη φάση καταγράφω μερικές παραδοχές:
[α] Ο κόσμος δεν σκέφτεται όπως οι πρωτοπορίες. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους οι πρωτοπορίες.
[β] Η εξαθλίωση δεν φέρνει απαραίτητα ριζοσπαστικοποίηση της συνείδησης. Η εξαθλίωση είναι αναγκαίος αλλά όχι ικανός παράγοντας προς μία τέτοια κατεύθυνση. Επιπλέον, η άνοδος της ριζοσπαστικοποίησης μπορεί να συνυπάρχει με ισχυρές τάσεις συντηρητικοποίησης.
[γ] Ο σωστός προσανατολισμός της ριζοσπαστικοποίησης απαιτεί την παρέμβαση ενός παράγοντα που δρα συνειδητά και όχι αυθόρμητα: της συλλογικότητας που λέγεται επαναστατικό κόμμα. Η απουσία ή η αδυναμία αυτού του παράγοντα μπορεί να οδηγήσει μόνο σε τυφλές εξεγέρσεις με ημερομηνία λήξης και κυρίως δίχως προοπτική.
Ας θέσουμε τώρα δυο ερωτήματα:
Πρώτο: Ποια είναι τα νέα δεδομένα που υπάρχουν σήμερα στη συνείδηση του κόσμου; Πάντα με την επιφύλαξη για την ακρίβεια των δημοσκοπήσεων τα κύρια χαρακτηριστικά είναι
α) η σε μεγάλο βαθμό αποδοχή των μέτρων εγκλεισμού και η θετική άποψη για την κυβέρνηση που φτάνει στο 80%,
β) η μεγάλη ψαλίδα στην πρόθεση ψήφου ανάμεσα σε ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ που φτάνει το 20% περίπου,
γ) ο δείκτης απαισιοδοξίας σχετικά με την προσωπική οικονομική κατάσταση που σαφώς υπερέχει με 47% έναντι του δείκτη αισιοδοξίας που βρίσκεται στο 19%,
δ) η αρνητική άποψη για τα εργασιακά (θετική 40%-αρνητική 49%).
Επομένως, η αποδοχή των κυβερνητικών ισχυρισμών δεν σημαίνει πως θα μετουσιωθεί και σε μία άκριτη μελλοντική στήριξη της κυβέρνησης στο άμεσο ή μακροπρόθεσμο μέλλον. Μάλιστα, δικαιούμαστε να θέτουμε ερωτήματα σχετικά με την αξιοπιστία των δημοσκοπικών αποτελεσμάτων και αυτό για τρεις λόγους. Πρώτο, γιατί συχνά πυκνά τα αποτελέσματά τους έχουν διαψευστεί, δεύτερο, γιατί τα ΜΜΕ σήμερα έχουν «μπουκωθεί» με εκατομμύρια ευρώ από την κυβέρνηση και επομένως διαμορφώνουν σε συγκεκριμένη κατεύθυνση την κοινή γνώμη, τρίτο, γιατί υπάρχει διάχυτη δυσαρέσκεια για επιμέρους πλευρές της πολιτικής της κυβέρνησης όπως για παράδειγμα το νομοσχέδιο για το περιβάλλον και τέταρτο γιατί υπάρχει μία επίσης διάχυτη δυσαρέσκεια που μπορεί κανείς να διακρίνει σε ραδιοφωνικές εκπομπές με συμμετοχή ακροατών, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στην επαφή του με τον κοινωνικό του περίγυρο. Επομένως, ας είμαστε τουλάχιστον επιφυλακτικοί στα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων.
Δεύτερο ερώτημα: τι αποτύπωμα θα μείνει στη συνείδηση του κόσμου μετά την άρση των μέτρων; Ας δούμε δυο δέσμες γεγονότων που μπορεί να γεννήσουν αντίρροπες τάσεις. Από τη μία πλευρά ένας κόσμος θα νιώθει ικανοποίηση με την υπαγωγή του στην ΕΡΓΑΝΗ, με το ότι οι νεκροί στην Ελλάδα ήταν πολύ λίγοι συγκριτικά με άλλες χώρες, με την καλλιέργεια ενός κλίματος εθνικής υπερηφάνειας που συνδέεται με το πόσο πειθαρχημένοι είναι οι Έλληνες αν το θέλουν, με το ότι κάποιοι εργαζόμενοι θα νιώθουν τυχεροί που δεν έχασαν τη δουλειά τους. Από την άλλη η ανεργία θα αυξηθεί, μέτρα της ΠΝΠ που αφορούν την εργασία θα παραμείνουν, θα εισβάλουν νέες μορφές εργασίας π.χ. τηλεργασία που θα ελαστικοποιήσουν κι άλλο την εργασία, θα αυξηθεί το ελληνικό χρέος που προβλέπεται να υπερβεί το 200%.
Έτσι, η όποια πρόβλεψη για το πού θα κάτσει η μπίλια είναι παρακινδυνευμένη.
Δεν ξέρουμε επίσης πώς θα διαμορφωθούν οι απόψεις που αφορούν το κράτος είτε σχετικά με την παρέμβασή του στην οικονομία είτε τον ρόλο του ως κράτος έκτακτης ανάγκης.
Δεν ξέρουμε τι βάθος θα αποκτήσουν οι θεωρίες συνωμοσίας ή οι θρησκευτικές δοξασίες που βλέπουν την πανδημία ως τιμωρία εκπορευόμενη από το υπέρτατο ον.
Δεν ξέρουμε με ποιο τρόπο οι άνθρωποι θα κατανοήσουν, στο βαθμό που θα το κατανοήσουν, ότι υπάρχουν μπροστά μας όρια για το πώς πορεύεται ο καπιταλισμός και ότι αν και όταν οι αντιφάσεις του ξεπερνιούνται πρόκειται για μία προσωρινή κατάσταση, δηλαδή επί της ουσίας δεν ξεπερνιούνται.
Δεν ξέρουμε ακόμη πώς μία δεύτερη κρίση μετά από αυτή του 2008 θα λειτουργήσει εντός μίας δεκαετίας. Η κρίση του 2010 γέννησε πρωτόγνωρες πολιτικά καταστάσεις για το ελληνικό πολιτικό σύστημα: κατάρρευση του ενός πυλώνα του παλαιού δικομματισμού, συρρίκνωση του άλλου, εκτόξευση ενός κόμματος που αγκομαχούσε να μπει στη βουλή και αναρρίχησή του στην κυβερνητική εξουσία, τρίτη δύναμη οι νεοναζί, τεράστιες απεργιακές κινητοποιήσεις τον πρώτο καιρό, συμμαχικές αστικές κυβερνήσεις, δημιουργία του κινήματος των αγανακτισμένων, διασπάσεις κομμάτων και εμφανίσεις δεκάδων νέων, γέννηση νέων μορφών κοινωνικής αλληλεγγύης.
Βέβαια, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως όλη αυτή την κινητικότητα την ακολούθησε ένα κινηματικό τέλμα που κρατάει περίπου εδώ και έξι χρόνια. Η ιστορική εξέλιξη δεν υπήρξε ποτέ και ούτε και πρόκειται να είναι ευθύγραμμη. Οι συνεπαγωγές του τύπου «ξέσπασμα κρίσης δημιουργία κοινωνικής δυσφορίας ριζοσπαστικοποίηση των συνειδήσεων άνοδος της δράσης ρηγματώσεις στο αστικό πολιτικό σύστημα και ενίσχυση των κομμουνιστικών δυνάμεων επαναστατική κατάσταση επανάσταση», είναι στην καλύτερη περίπτωση απλοϊκά σχήματα και στη χειρότερη επικίνδυνα. Δεν είναι λίγες οι φορές που εξεγερσιακές κοινωνικές καταστάσεις τις διαδέχονται συντηρητικές λύσεις. Για παράδειγμα μετά τον Μάη του ’68 στη Γαλλία εκλέχτηκε η κυβέρνηση Ντε Γκολ με σχεδόν 44% και μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου το 1973 στην Ελλάδα ήρθε η κυβέρνηση Καραμανλή με 52%. Η κοινωνία διέπεται από νόμους, αλλά η πρόβλεψη είναι απείρως πιο δύσκολη σε σχέση με τα φυσικά φαινόμενα.
Από την άλλη, ας λάβουμε υπόψη και τις εκτιμήσεις ορισμένων κύκλων που ανησυχούν. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού το Bloomberg, ένας οργανισμός που επιτελεί και ρόλο δεξαμενής σκέψης, μέσω ενός άρθρου του Αντρέας Κλουντ, υπογραμμίζει ότι οι κοινωνικές ανισότητες εντός των εθνοκρατικών συνόρων θα ενταθούν όπως και οι ανισότητες μεταξύ των χωρών. Και ο αρθρογράφος καταλήγει πως ο κίνδυνος ξεσπάσματος λαϊκών εξεγέρσεων είναι ορατός, όταν μάλιστα από το 2017 μέχρι και μέχρι πριν την εμφάνιση του ιού πραγματοποιήθηκαν 100 μεγάλες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις από τη Γαλλία μέχρι το Σουδάν. Μάλιστα, σε 20 από αυτές, οι κυβερνήσεις ανατράπηκαν μέσω βίαιων συγκρούσεων.
Την ίδια αγωνία εξέφρασε και ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτιέρες ο οποίος μιλώντας στο συμβούλιο ασφαλείας, χαρακτήρισε την πανδημία του κορονοϊού ως την «πάλη μιας γενιάς» αλλά και μια απειλή για την παγκόσμια ειρήνη και ασφάλεια. Πρόσθεσε δε πως η παρούσα κρίση είναι πιθανό να προκαλέσει κοινωνική αναταραχή και έκρηξη βίας. Μάλιστα δεν δίστασε να παραδεχτεί πως πρόκειται για την πιο σοβαρή δοκιμασία του ΟΗΕ από τότε που ιδρύθηκε πριν από 75 χρόνια. Έκρουσε, επίσης, τον κώδωνα του κινδύνου λέγοντας ότι η πανδημία θα μπορούσε να οδηγήσει σε ευκαιριακές τρομοκρατικές επιθέσεις, στη διάβρωση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς τους δημόσιους θεσμούς, σε οικονομική αστάθεια και σε πολιτικές εντάσεις από την αναβολή των εκλογών ή των δημοψηφισμάτων.
Το άγχος, λοιπόν, του κεφαλαίου είναι διπλό: το ένα αφορά τη μείωση της κερδοφορίας του έστω κι αν αυτή είναι πρόσκαιρη ή/και και την κατάρρευση κάποιων μονοπωλιακών ομίλων, το δεύτερο αφορά τον απρόβλεπτο παράγοντα που ονομάζεται συνείδηση και που συνδέεται άρρηκτα με τη δράση των μαζών και την ταξική πάλη.
Ζ. ΟΙ ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΜΕΣΟ ΜΕΛΛΟΝ
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας, του Ινστιτούτου Παγκόσμιων Πόρων (WRI) και άλλων οργανισμών, οι επιπτώσεις της πανδημίας του ιού αναμένεται να φτωχοποιήσουν περίπου 100 εκατομμύρια ανθρώπους που ζουν σε πόλεις σε όλο τον κόσμο. Μάλιστα επισημαίνεται πως το μεγαλύτερο πρόβλημα εκτιμάται ότι θα παρουσιαστεί σε πυκνοκατοικημένες πόλεις, καθώς οι άνθρωποι εκεί ζουν συνωστισμένοι, με λίγο ή και καθόλου τρεχούμενο νερό αλλά και αποχετευτικό σύστημα, ενώ το σύστημα υγείας είναι ανεπαρκές. Παράλληλα, αναμένεται να πληγούν ιδιαίτερα οι παραγκουπόλεις όπου ζουν περίπου ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι σε όλο τον κόσμο.
Δυσοίωνες είναι και οι προβλέψεις του ΔΝΤ. Ο παρακάτω πίνακας που εκτιμά την ύφεση σε χώρες της ευρωζώνης είναι ενδεικτικός.
Όλα αυτά ένα πράγμα σημαίνουν. Νέα κρίση και νέα ανάθεση των βαρών στις πλάτες των υποτελών. Ο καπιταλισμός θα αναδείξει και πάλι εμφατικά τα αδιέξοδά του. Θα οξύνει και άλλο τις ανισότητες, θα δημιουργήσει νέα κύματα νεόπτωχων, θα κάνει τους μεγάλους μονοπωλιακούς ομίλους ακόμη πιο ισχυρούς οικονομικά. Θα συρρικνώνει περαιτέρω την αστική δημοκρατία και θα εντείνει επιπλέον και τις ανισότητες μεταξύ των χωρών.
Το 2010 σήμανε την απότομη κάθοδο του βιοτικού επιπέδου, την αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων, τη συμπίεση του εργατικού εισοδήματος. Η πολύ απότομη πτώση είναι ένας εκ των παραγόντων προκειμένου να δημιουργηθούν εξεγερσιακές συνθήκες (οι άλλοι παράγοντες είναι η πολιτική αστάθεια από την πλευρά των κρατούντων και η αλλαγή στη συνείδηση των υποτελών που δεν θέλουν πια να κυβερνούνται όπως πριν). Μένει να δούμε αν στις σημερινές συνθήκες θα έχουμε μία επανάληψη της περιόδου της κρίσης του 2010 και με τι μορφή.
Όλα τα σημάδια για το τι θα ακολουθήσει είναι αρκούντως ανησυχητικά. Οι παρανομίες της εργοδοσίας πληθαίνουν, οι κατευθύνσεις του ΣΕΒ είναι ενδεικτικότατες. Η Ελλάδα θα πληγεί άμεσα και θα πληγεί πολύ περισσότερο από άλλες χώρες λόγω του εξαρτημένου χαρακτήρα της οικονομίας της, λόγω των διευρυμένων μεσαίων στρωμάτων συγκριτικά με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, λόγω του μεγάλου ποσοστού που αφορά τον τουρισμό στο σύνολο του ΑΕΠ (25%) και λόγω του υπέρογκου χρέους της. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως η ελληνική εργατική τάξη φορτώθηκε δυσβάστακτα βάρη με την κρίση του 2010: με μισθούς πείνας, με άνευ προηγουμένου ανεργία, με αποδιαρθρωμένες τις εργασιακές σχέσεις, με αύξηση της άμεσης και έμμεσης φορολογίας, με μείωση των κοινωνικών δαπανών, με δάνεια που δεν μπορεί να αποπληρώσει, με την απειλή της απώλειας της πρώτης κατοικίας. Τώρα τα πράγματα είναι και θα γίνουν ακόμη πιο ασφυκτικά και δεν χωράνε αυταπάτες σε αυτό.
Ο ΣΕΒ εκτιμά πως οι θέσεις εργασίας που χάθηκαν τον Μάρτιο της τρέχουσας χρονιάς προαναγγέλλουν τη μεγαλύτερη αύξηση ανεργίας της δεκαετίας, μεγαλύτερη και από την περίοδο 2011-2013. Όσον αφορά την ύφεση οι προβλέψεις κινούνται σε τρία επίπεδα. Το πρώτο και το πιο αισιόδοξο µιλά για ύφεση 3%-5%, το δεύτερο για ύφεση 5%-7% και το τρίτο -που είναι και το δυσµενέστερο- για ύφεση που µπορεί να φθάσει το 10%.
Όσον αφορά τα μεσαία στρώματα, σύμφωνα με έρευνα της ΓΣΕΒΕΕ που αφορά τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (0-49 άτομα προσωπικό) που αποτελούν το 99% των ελληνικών επιχειρήσεων και απασχολούν το 80% των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα η κατάσταση είναι στην κόψη του ξυραφιού: 7 στις 10 επιχειρήσεις, που συνεχίζουν να λειτουργούν κατέγραψαν μείωση του τζίρου τους, 7 στις 10 επιχειρήσεις, θεωρούν ότι το σημαντικότερο πρόβλημα που θα αντιμετωπίσουν μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων θα είναι η έλλειψη ρευστότητας και 1 στις 7 επιχειρήσεις (περίπου 100.000) ενδέχεται να κλείσουν μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων.
Επομένως, έρχεται ένα δεύτερο κύμα κρίσης μετά από αυτό του 2010 και θα είναι βίαιο. Άρα για όσους αγωνιούν για το μέλλον αυτού του λαού και αυτού του τόπου το κρίσιμο ζήτημα είναι το πώς θα οργανωθεί η λαϊκή αντίσταση. Και το φλέγον ερώτημα είναι: ποιος θα κρεμάσει την κουδούνα στον λαιμό του γάτου;