1

Η περίπτωση του Ισραήλ και πώς ο φασισμός ηγεμονεύει τα πουλέν του ιμπεριαλισμού

Θέμης Τζήμας

Την έχουν δοκιμάσει αυτή τη συνταγή και άλλες χώρες στο παρελθόν. Δεν τελείωσε καλά για καμία.

Σε μία κίνηση η οποία χαρακτηρίσθηκε ευρέως ως πρόκληση, ο ακροδεξιός υπουργός Ασφαλείας της νέας κυβέρνησης του Ισραήλ, Ιτάμαρ Μπεν Γκβιρ επισκέφθηκε το τέμενος του Αλ Άκσα, υπό την προστασία του στρατού κατοχής. Δεν είναι η πρώτη φορά που το Ισραηλινό Απαρτχάιντ, υπό την καθοδήγηση (και) των πλέον ακροδεξιών εκδοχών του προσπαθεί να ταπεινώσει τον παλαιστινιακό λαό. Είναι χαρακτηριστική μια εικόνα από το παρελθόν (μεταξύ πολλών άλλων), όταν ο Ισραηλινός στρατός κατοχής είχε εξαναγκάσει έναν Παλαιστίνιο μουσικό να παίξει υπό την απειλή των όπλων, σε μια συμβολική και εμβληματική κίνηση η οποία είχε θυμίσει σκηνές από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ξεσηκώνοντας κατακραυγή και μέσα στον παγκόσμιο Εβραϊσμό. Άλλωστε, διακηρυγμένη πολιτική του σημερινού κυβερνητικού συνασπισμού του Ισραήλ είναι όχι μόνο η εξακολούθηση αλλά και η επίταση της πολιτικής του Απαρτχάιντ, μέσα από την επισημοποίηση της εθνοκάθαρσης εις βάρος των Παλαιστινίων.

Στην προαναφερθείσα κίνηση του Μπεν Γκβιρ που αποτελεί συνέχεια και όχι τομή στις πολιτικές του Ισραήλ μπορεί κανείς να εντοπίσει δύο διαστάσεις: η πρώτη έχει να κάνει με ένα συνδυασμό πολιτικαντισμού και απόπειρας συνδυασμού διαφορετικών στρατηγικών επιδιώξεων εν μέσω παγκοσμίου πολέμου. Ο πολιτικαντισμός αφορά την προσπάθεια της συγκεκριμένης εκδοχής της σιωνιστικής ακροδεξιάς να ηγεμονεύσει τη συγκυβέρνηση με την ακροδεξιά του Νετανιάχου. Οι στρατηγικές επιδιώξεις εκτείνονται από την ολοσχερή απαξίωση των παλαιστινιακών κομμάτων και οργανώσεων έως την εξολόθρευση της νέας γενιάς αγωνιστών της παλαιστινιακής αντίστασης, μέσα από μια γενικευμένη αντιπαράθεση με όρους που θα επιλέξει το Ισραήλ. Δεν σταματούν όμως εκεί.

Για να συνθέσουμε το παζλ αυτών των στρατηγικών επιδιώξεων πρέπει να λάβουμε υπόψιν μια σειρά εξελίξεων: η συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν θεωρείται απίθανη, απλώς οι ΗΠΑ δεν το ανακοινώνουν προκειμένου να μη χρειαστεί ο πρόεδρος Μπάιντεν να αναλάβει άμεσα στρατιωτική δράση. Η συμμαχία Ρωσίας-Ιράν (και Κίνας) εγείρει την πιθανότητα μιας πλήρους ανατροπής της περιφερειακής ασφάλειας του Ισραήλ. Το ίδιο και η προσέγγιση της Σαουδικής Αραβίας με τη Ρωσία, με την Κίνα και εν μέρει με το Ιράν. Οι διαδηλώσεις μέσα στο Ιράν απέτυχαν να προωθήσουν ένα σενάριο αλλαγής καθεστώτος.

Το Ισραήλ αντιμετωπίζει ένα πραγματικό ζήτημα αναίρεσης των πολιτικών που εγγυώνται την ασφάλειά του. Μια τυχόν ήττα των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία θα σκορπίσει ρίγη τρόμου, όχι μόνο στους υποτακτικούς της Ουάσιγκτον στην Ευρώπη, αλλά και στη Μέση Ανατολή. Οι πρόσφατες δηλώσεις του νέου Ισραηλινού υπουργού Εξωτερικών περί χαμηλότερων τόνων ως προς τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία προδίδει μια βαθιά ανησυχία του ισραηλινού κατεστημένου για την πορεία της ηγεμονίας και της ισχύος των ΗΠΑ. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, μια γενικευμένη σύγκρουση του Ισραήλ με τον «άξονα της αντίστασης», θα μπορούσε να συμπαρασύρει τις ΗΠΑ και υπό αυτήν την έννοια να ωφελήσει και το Τελ Αβίβ και την Ουάσιγκτον: καταστροφή δυνατοτήτων του Ιράν και των συμμάχων του ή τουλάχιστον αποδυνάμωσή τους και άνοιγμα ενός δευτέρου μετώπου εναντίον της Ρωσίας και των συμμάχων της, πριν να είναι πολύ αργά.

Βεβαίως το σενάριο αυτό, ευκολότερα λέγεται παρά γίνεται. Η συχνά εκθειαζόμενη ιδιοφυία των Ισραηλινών στρατηγιστών, μάλλον διαψεύδεται προϊόντος του χρόνου παρά επιβεβαιώνεται. Το απαρτχάιντ έχει κατορθώσει να αναθρέψει νέες γενιές της παλαιστινιακής αντίστασης και να μεταφέρει τις συγκρούσεις στα εδάφη τα οποία ελέγχει de facto και de jure, ακυρώνοντας ένα μεγάλο μέρος των στρατιωτικών του πλεονεκτημάτων. Ταυτοχρόνως, η ταύτιση με τις ΗΠΑ είναι μεν αναγκαία, αλλά και εν δυνάμει επιζήμια για τους λόγους που προαναφέραμε. Παρότι η ηγεσία της Ρωσίας παραμένει πολύ προσεκτική έναντι του Ισραήλ, η συμμαχία Ρωσίας-Ιράν είναι στρατηγικού χαρακτήρα. Στην περίπτωση της ήττας των ΗΠΑ στην Ουκρανία και της πέραν πάσης αμφιβολίας εισόδου του πλανήτη στην εποχή του πολυκεντρισμού, το στρατηγικό αδιέξοδο του Ισραήλ θα διευρυνθεί εντυπωσιακά.

Η δεύτερη διάσταση της κίνησης του Μπεν Γκβιρ υποδηλώνει τον εκφασισμό ενός κράτους που γεννήθηκε με την επίκληση του Ολοκαυτώματος, αλλά στην πραγματικότητα προκειμένου να αποτελέσει το βασικότερο πυλώνα του ιμπεριαλισμού στη Μέση Ανατολή. Η ισραηλινή ιδιαιτερότητα δεν μπορεί να εξηγηθεί μόνο ή κυρίως, με όρους συλλογικού τραύματος που μετατρέπεται σε αυτοτροφοδοτούμενο φόβο, αίσθημα απειλής, μίσους, ανωτερότητας και τελικώς σε ρατσισμό. Άλλωστε είναι εξαιρετικώς αμφιλεγόμενο το κατά πόσο ψυχαναλυτικού τύπου αναλύσεις μπορούν να εξηγήσουν συμπεριφορές σε μαζική κλίμακα, χωρίς να είναι άνευ σημασίας βεβαίως. Η θεμελίωση του Ισραήλ στο φυλετικό διαχωρισμό και στην απαξίωση της αραβικής ταυτότητας, η πορεία του προς ένα ολοκληρωμένο απαρτχάιντ και πλέον η κυριαρχία ακροδεξιών δυνάμεων αποτελούν πολιτικές χαρακτηριστικές και αναγκαίες στο πλαίσιο της προσπάθειας διαμόρφωσης ενός κράτους-τοποτηρητή του ιμπεριαλισμού, εν μέσω εχθρικών προς τον τελευταίο, λαών. Η ανάδειξη ενός τύπου σαν το Νετανιάχου και πλέον σαν τον Μπεν Γκβιρ στα ηγετικά κλιμάκια του Ισραήλ, απλώς προσφέρει την πλέον γνήσια και ξεκάθαρη εικόνα για το πώς επιδρά ο στρατηγικός ρόλος του εν λόγω κράτους και στην εσωτερική του πολιτική ζωή. Δεν είναι η όποια διατύπωση περί συλλογικής ταυτότητας που σε προστατεύει από τον εκφασισμό ή σε ωθεί σε αυτόν, ούτε η ύπαρξη κάποιας μορφής αστικού κοινοβουλευτισμού για ένα μέρος του πληθυσμού που ελέγχεις, αλλά η σχέση σου με τον ιμπεριαλισμό. Έτσι έχουμε ένα κράτος το οποίο ταυτοχρόνως διακηρύττει την εβραϊκότητά του και εκφασίζεται.

Μπροστά στο στρατηγικό του πρόβλημα λοιπόν, το Ισραήλ επιλέγει το δρόμο του εκφασισμού και της εναπόθεσης των ελπίδων του σε κλόουν της ακροδεξιάς. Την έχουν δοκιμάσει αυτή τη συνταγή και άλλες χώρες στο παρελθόν. Δεν τελείωσε καλά για καμία.  

Αναδημοσίευση από το Κοσμοδρόμιο