του Michael Roberts
μετ. Ιωάννης Παπαδάκης
επιμ. Διονύσης Περδίκης
Αυτή την εβδομάδα η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας πραγματοποίησε έκτακτη συνεδρίαση για να συζητήσει το επίπεδο του βασικού της επιτοκίου μετά την πτώση του ρωσικού ρουβλίου στο πιο αδύναμο σημείο του εδώ και σχεδόν 17 μήνες. Η συνεδρίαση αποφάσισε να αυξήσει το επιτόκιο δανεισμού της τράπεζας στο 12% (από 8,5%) προκειμένου να στηρίξει το ρούβλι.
Το νόμισμα χάνει σταθερά την αξία του από τις αρχές του έτους και έχει πλέον διολισθήσει πάνω από τα 100 RUB/$. Αυτό σημαίνει πτώση 26%. Η κύρια αιτία αυτής της πτώσης είναι η μείωση των εσόδων από τις εξαγωγές πετρελαίου και η αύξηση του κόστους των στρατιωτικών δαπανών για τη συνέχιση του πολέμου κατά της Ουκρανίας.
Όταν άρχισε η ρωσική εισβολή τον Φεβρουάριο του 2022, το ρούβλι έπεσε σε χαμηλό ρεκόρ, στα 150 RUB/$. Οι πλούσιοι Ρώσοι έβγαλαν τα χρήματά τους (170 δισ. δολάρια), τα περισσότερα από τα οποία κατέληξαν σε ακίνητα και τράπεζες της Ευρώπης.
Εβδομάδες μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ένας Αμερικανός αξιωματούχος προέβλεψε ότι οι κυρώσεις θα μείωναν το ΑΕΠ της Ρωσίας στο μισό. Αλλά αυτό αποδείχθηκε ανοησία. Η πτώση του ήταν μόλις 2,5%. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η κεντρική τράπεζα εισήγαγε ελέγχους κεφαλαίων που σταμάτησαν τη ροή χρημάτων από πλούσιους Ρώσους έξω από τη χώρα. Και καθώς η τιμή της ενέργειας εκτοξεύτηκε κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους, το ρούβλι ισχυροποιήθηκε και έφτασε σε υψηλό επτά ετών. Τα έσοδα από τις εξαγωγές αυξήθηκαν, ενώ οι κυρώσεις και η μείωση της εγχώριας ζήτησης οδήγησαν σε μείωση των εισαγωγών, οπότε το εμπορικό ισοζύγιο και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Ρωσίας αυξήθηκαν απότομα, ενισχύοντας το ρούβλι. Τα δύο τρίτα του εμπορικού πλεονάσματος οφείλονται στην αύξηση των εσόδων από εξαγωγές και το ένα τρίτο στην πτώση των εισαγωγών.
Φαίνεται ότι οι κυρώσεις σε ρωσικές τράπεζες και εταιρείες και η απαγόρευση χρήσης ρωσικής ενέργειας δεν κατάφεραν να γονατίσουν τη ρωσική οικονομία. Η Ρωσία μπόρεσε να ανακατευθύνει τις εξαγωγές ενέργειας στην Ασία (αν και σε χαμηλότερη τιμή) και να βρει “σκιώδη” ναυτιλία για να την παραδώσει.
Όμως οι τιμές της ενέργειας υποχώρησαν τους τελευταίους έξι μήνες και το ανώτατο όριο τιμών στο ρωσικό πετρέλαιο που υιοθετήθηκε και επιβλήθηκε από τους συμμάχους του ΝΑΤΟ είχε κάποιο αποτέλεσμα στη μείωση των εσόδων από τις εξαγωγές, ενώ το κόστος του πολέμου αυξήθηκε. Ο αμυντικός προϋπολογισμός για το 2023 έχει προγραμματιστεί στα 100 δισ. δολάρια, ή το ένα τρίτο του συνόλου των δημόσιων δαπανών.
Κυβερνητικές δαπάνες για τον πόλεμο, Ρούβλια δις.
Η εθνική παραγωγή της Ρωσίας αυξήθηκε κατά 4,9% το δεύτερο τρίμηνο του 2023 σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2022. Αυτό ακούγεται καλό, αλλά μεγάλο μέρος της αύξησης της παραγωγής αφορά την παραγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού και υπηρεσιών. Η παραγωγή “τελικών μεταλλικών προϊόντων”, δηλαδή όπλων και πυρομαχικών, αυξήθηκε κατά 30% το πρώτο εξάμηνο του έτους σε σύγκριση με το προηγούμενο. Η παραγωγή ηλεκτρονικών υπολογιστών, ηλεκτρονικών και οπτικών προϊόντων αυξήθηκε επίσης κατά 30%, ενώ η παραγωγή ειδικού ρουχισμού σημείωσε άλμα κατά 76%. Αντίθετα, η παραγωγή αυτοκινήτων έχει μειωθεί πάνω από 10% σε ετήσια βάση. Η Ρωσία είναι πλέον μια οικονομία πολέμου. Η Ρωσία μπόρεσε να εισάγει πολλά από τα αγαθά που η Δύση έχει απαγορεύσει -από iPhones μέχρι αυτοκίνητα και τσιπ υπολογιστών- αλλά το κάνει μέσω τρίτων χωρών, με έναν κυκλικό τρόπο που αυξάνει τις τιμές.
Αμέσως μετά την έναρξη της εισβολής οι πραγματικοί μισθοί του μέσου Ρώσου μειώθηκαν απότομα, καθώς η εγχώρια οικονομία βυθίστηκε. Αλλά τα έσοδα από την ενέργεια ήρθαν και η χαμηλή εγχώρια ζήτηση κράτησε τον πληθωρισμό των τιμών σε χαμηλά επίπεδα. Καθώς οι εργαζόμενοι στη Ρωσία απασχολούνταν όλο και περισσότερο στην παραγωγή όπλων ή στο στρατό, οι μισθοί αυξήθηκαν. Τον Μάιο του 2023, οι πραγματικοί μισθοί αυξήθηκαν κατά 13,3% σε ετήσια βάση. Μια τέτοια βελτίωση συμβάλλει αναμφίβολα στη διατήρηση της υποστήριξης προς το καθεστώς Πούτιν.
Αλλά τους τελευταίους μήνες ο μποναμάς των ενεργειακών εσόδων έχει υποχωρήσει. Τα έσοδα της Ρωσίας από τις εξαγωγές ενέργειας αναμένεται να μειωθούν από τα 340 δισ. δολάρια το 2022 στα 200 δισ. δολάρια φέτος και του χρόνου. Το πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της Ρωσίας συρρικνώθηκε στα 25,2 δισεκατομμύρια δολάρια τους πρώτους επτά μήνες του έτους, μια πτώση 85% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο πέρυσι.
Κατά την έναρξη του πολέμου, η Ρωσία διέθετε ένα μεγάλο απόθεμα χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων “για μια βροχερή μέρα”. Αλλά τώρα βρέχει, έστω και σαν ψιλόβροχο. Το Ταμείο Εθνικού Πλούτου της Ρωσίας (NWF) είχε αποταμιεύσεις και περιουσιακά στοιχεία αξίας 10,2% του ΑΕΠ στην αρχή της εισβολής. Αλλά αυτό έχει μειωθεί τώρα στο 7,2%, καθώς τα ρούβλια χάνουν την αξία τους και οι πολεμικές δαπάνες αυξάνονται.
Και η εγχώρια πολιτική οικονομία και παραγωγή υποφέρει. Οι κυρώσεις μπλοκάρουν τις εισαγωγές τεχνολογίας και άλλων βασικών κατασκευαστικών τμημάτων. Περίπου το 65% των βιομηχανικών επιχειρήσεων στη Ρωσία εξαρτώνται από εισαγόμενο εξοπλισμό.
Αλλά ο αντίκτυπος των κυρώσεων είναι βραδύκαυστος. Μπορεί να αποδυναμώσει τη ρωσική παραγωγικότητα και την εγχώρια παραγωγή μακροπρόθεσμα, αλλά δεν πρόκειται να σταματήσει τη ρωσική πολεμική μηχανή τώρα και τα ενεργειακά έσοδα για τη χρηματοδότησή της. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί μόνο αν η ταχέως αναπτυσσόμενη Ασία με επικεφαλής την Κίνα και την Ινδία αρνούνταν να αγοράσει ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο, αλλά συμβαίνει το αντίθετο – αγοράζουν περισσότερο σε φθηνές τιμές.
Η πολεμική μηχανή της Ρωσίας θα συνεχιστεί, αλλά καθώς επιταχύνεται η μετανάστευση εξειδικευμένων εργαζομένων και κεφαλαίων που ανήκουν σε πλουσιότερους Ρώσους, αποδυναμώνεται το νόμισμα και μειώνεται η διαθέσιμη εξειδικευμένη εργασία στην παραγωγή.
Ο πληθωρισμός είχε μειωθεί το τελευταίο έτος λόγω της κατάρρευσης της εγχώριας ζήτησης και των εισαγόμενων αγαθών. Αν όμως το νόμισμα συνεχίσει να βουτάει, τότε θα αρχίσει να ανεβαίνει, αυξάνοντας την πίεση στην κεντρική τράπεζα να αυξήσει τα επιτόκια για να στηρίξει το νόμισμα και να προσπαθήσει να περιορίσει τον πληθωρισμό. Ένα ισχυρότερο ρούβλι και υψηλότερα επιτόκια θα σήμαιναν χαμηλότερα έσοδα από το συνάλλαγμα και μια ασθενέστερη εγχώρια οικονομία. Αυτό θα πλήξει σκληρά τα ρωσικά νοικοκυριά.
Ως έχει, η δυνητική μέση ανάπτυξη δεν υπερβαίνει πιθανώς το 1,5% ετησίως, καθώς η ρωσική ανάπτυξη περιορίζεται από τη γήρανση και τη συρρίκνωση του πληθυσμού, με χαμηλά ποσοστά επενδύσεων και παραγωγικότητας. Η αποδοτικότητα του ρωσικού παραγωγικού κεφαλαίου ακόμη και πριν από τον πόλεμο ήταν πολύ χαμηλή.
Τα οικονομικά στοιχεία υποδηλώνουν ότι ο Πούτιν μπορεί να συνεχίσει τον πόλεμο κατά της Ουκρανίας για αρκετά χρόνια ακόμη, ακόμη και αν ληφθεί υπόψη η κατάρρευση του νομίσματος και η αύξηση του πληθωρισμού και των επιτοκίων. Φυσικά, αυτό δεν λαμβάνει υπόψη τις πολιτικές εξελίξεις (όπως η εξέγερση της Βάγκνερ ή τα κέρδη του στρατού της Ουκρανίας που υποστηρίζεται από το ΝΑΤΟ). Θα μπορούσαν να απειλήσουν την κυριαρχία του Πούτιν. Και υπάρχουν προεδρικές εκλογές στη Ρωσία τον ερχόμενο Μάρτιο – όπως υποτίθεται ότι υπάρχουν και στην Ουκρανία. Τόσο ο Πούτιν όσο και ο Ζελένσκι πρέπει να αντιμετωπίσουν τους ψηφοφόρους – τουλάχιστον θεωρητικά.
Αλλά το υποκείμενο μήνυμα είναι ότι η αδυναμία των επενδύσεων, της παραγωγικότητας και της κερδοφορίας του ρωσικού κεφαλαίου, ακόμη και αν εξαιρεθούν οι κυρώσεις, σημαίνει ότι η Ρωσία θα παραμείνει αδύναμη οικονομικά για το υπόλοιπο αυτής της δεκαετίας.