Πολυκρίση και πάλι
του Michael Roberts
μετ. Δημήτρης Κούλος
επιμ. Διονύσης Περδίκης
Μεταφράζουμε και αναδημοσιεύουμε άλλη μια ανάρτηση από το ιστολόγιο του Michael Roberts, γύρω από τη λεγόμενη «πολυκρίση», δηλ. τη σύγχρονη ιστορική διεθνή συγκυρία στην οποία συγκλίνουν τρεις άξονες κρίσεων: η καπιταλιστική οικονομική κρίση, ύφεση, ή στασιμότητα, η καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος και η όξυνση των διεθνών ανταγωνισμών και ιμπεριαλιστικών πολέμων.
Οι κρίσεις αυτές απειλούν την αναπαραγωγή του ανθρώπινου πολιτισμού και είναι ενδεικτικές της ιστορικής σήψης του καπιταλισμού.
Στην ανάρτηση αυτή ο αρθρογράφος παραθέτει πλήθος εμπειρικών στοιχείων, επικαιροποιώντας και προηγούμενες σχετικές αναρτήσεις του, για το βάθος της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, την έξαρση των παγκόσμιων ανισοτήτων, το – μέχρι στιγμής – ανεξέλεγκτο της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής, την τάση μείωση του διεθνούς εμπορίου κοκ, ενώ παραθέτει ηλεκτρονικούς συνδέσμους για περισσότερα στοιχεία, παλαιότερες σχετικές αναρτήσεις του ιδίου ή και αρθρογραφία για τα βαθύτερα αίτια της κατάστασης και τις επιλογές για την αντιμετώπιση των κρίσεων αυτών.
Ο πλούτος των στοιχείων αυτών και των πηγών εξηγεί και την αξία του συγκεκριμένου άρθρου.
Δημήτρης Κούλος & Διονύσης Περδίκης
Στις αρχές του τρέχοντος έτους, έγραψα μια ανάρτηση σχετικά με το πώς ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής βρισκόταν σε αυτό που κάποιοι αποκαλούν “πολυκρίση“, όπου διάφορες κρίσεις: οικονομική (πληθωρισμός και ύφεση), περιβαλλοντική (κλιματική και πανδημία) και γεωπολιτική (πόλεμος και διεθνείς διαιρέσεις) είχαν συμπέσει στις αρχές του 21ου αιώνα. Η “πολυκρίση”, η νέα λέξη της μόδας μεταξύ των αριστερών, μοιάζει από πολλές απόψεις με τη δική μου περιγραφή των αντιφάσεων της μακράς ύφεσης της δεκαετίας του 2010, οι οποίες αναμένεται να κορυφωθούν στη δεκαετία του 2020.
Τώρα, καθώς οι κύριοι διεθνείς οικονομικοί οργανισμοί, το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα, συναντώνται στο Μαρακές αυτή την εβδομάδα, αξίζει να επικαιροποιήσουμε την οπτική μας γύρω από το τι συμβαίνει με τις πτυχές ή τις αντιφάσεις που συνθέτουν την πολυκρίση του καπιταλισμού.
Ας ξεκινήσουμε με το κλίμα και την υπερθέρμανση του πλανήτη. Οι παγκόσμιες θερμοκρασίες εκτινάχθηκαν σε νέο ρεκόρ τον Σεπτέμβριο με τεράστια διαφορά. Οι επιστήμονες της Υπηρεσίας Κλιματικής Αλλαγής Copernicus δήλωσαν ότι το 2023 θα είναι το θερμότερο έτος που έχει καταγραφεί ποτέ, αφού η μέση παγκόσμια θερμοκρασία τον Σεπτέμβριο ήταν κατά 1,75 βαθμούς Κελσίου θερμότερη από την προβιομηχανική περίοδο 1850-1900, πριν αρχίσει να επιδρά η ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή.
Ο θερμότερος Σεπτέμβριος που έχει καταγραφεί ποτέ διαδέχθηκε τον θερμότερο Αύγουστο και τον θερμότερο Ιούλιο, με τον τελευταίο να είναι ο θερμότερος μήνας που έχει καταγραφεί ποτέ. Ο Σεπτέμβριος του 2023 ξεπέρασε το προηγούμενο ρεκόρ του μήνα αυτού κατά 0,5 βαθμούς Κελσίου, το μεγαλύτερο άλμα θερμοκρασίας που έχει παρατηρηθεί ποτέ. Αυτό το ρεκόρ ζέστης είναι αποτέλεσμα των συνεχιζόμενων υψηλών επιπέδων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα σε συνδυασμό με την ταχεία ανατροπή του μεγαλύτερου φυσικού κλιματικού φαινομένου του πλανήτη, του Ελ Νίνιο. Και αυτός ο “ακραίος μήνας” έχει πιθανότατα σπρώξει το 2023 στην “αμφίβολη τιμή της πρώτης θέσης” ως το θερμότερο έτος όλων των εποχών, με θερμοκρασίες περίπου 1,4 βαθμούς Κελσίου πάνω από τις προβιομηχανικές μέσες θερμοκρασίες.
Ο κόσμος έχει ξεφύγει κατά πολύ από τον στόχο της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής και εξακολουθεί να οδεύει προς μια αύξηση της θερμοκρασίας έως και 2,6 βαθμούς Κελσίου και πρέπει να λάβει επειγόντως μέτρα, αναφέρει η UNCTAD στην τελευταία της έκθεση για την παγκόσμια οικονομία. Η UNCTAD δήλωσε ότι οι χώρες πρέπει να είναι “πιο φιλόδοξες στη δράση” και να θέσουν “πιο φιλόδοξους στόχους” προκειμένου να μειώσουν τις εκπομπές κατά το απαιτούμενο 43% έως το 2030 και κατά 60% έως το 2035 σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2019, προκειμένου να αποτρέψουν τις ολέθριες συνέπειες ενός θερμότερου πλανήτη. Αυτό θα απαιτούσε έναν “ριζικό” μετασχηματισμό των συστημάτων σε όλους τους τομείς, συμπεριλαμβανομένης της ενίσχυσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, του τερματισμού της χρήσης όλων των ορυκτών καυσίμων χωρίς τη δέσμευση των εκπομπών, της μείωσης του μεθανίου και άλλων αερίων του θερμοκηπίου, του τερματισμού της αποψίλωσης των δασών και της βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης.
Τίποτα από όλα αυτά δεν συμβαίνει σε κανέναν αναγκαίο βαθμό. Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΔΟΕ) αναφέρει ότι η ζήτηση ορυκτών καυσίμων πρέπει να μειωθεί κατά περισσότερο από 25% έως το 2030 και κατά 80% το 2050. Και μέχρι το 2035, οι εκπομπές πρέπει να μειωθούν κατά 80% στις προηγμένες οικονομίες και κατά 60% στις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες σε σύγκριση με το επίπεδο του 2022. Όμως, οι τρέχουσες Εθνικά Καθορισμένες Συνεισφορές δεν συνάδουν με τις δεσμεύσεις των χωρών για καθαρές μηδενικές εκπομπές και οι δεσμεύσεις αυτές δεν επαρκούν για να θέσουν τον κόσμο σε τροχιά για μηδενικές εκπομπές έως το 2050. Το “χάσμα εκπομπών” που συνάδει με τον περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας στο 1,5C το 2030 ήταν κατά 24 δισ. τόνους υψηλότερο από ό,τι χρειάζεται.
Η παγκόσμια χρηματοδότηση δράσεων για το κλίμα ανήλθε σε περίπου 803 δισ. δολάρια ετησίως για την περίοδο 2019-20, λιγότερο από το ένα πέμπτο των εκτιμώμενων ετήσιων επενδύσεων ύψους 4 τρισ. δολαρίων σε τεχνολογίες καθαρής ενέργειας που απαιτούνται για τον περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας στους 2C ή 1,5C. Εν τω μεταξύ, οι παγκόσμιες επιδοτήσεις ορυκτών καυσίμων έχουν φθάσει στο ύψος ρεκόρ των 7 τρισ. δολαρίων το 2022, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ. Η μελέτη του ΔΝΤ αναφέρει ότι οι επιδοτήσεις για τον άνθρακα, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο το 2022 ισοδυναμούν με το 7,1% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Αυτό αντιπροσώπευε περισσότερα από όσα δαπανούσαν οι κυβερνήσεις για την εκπαίδευση και τα δύο τρίτα από όσα δαπανούνταν για την υγειονομική περίθαλψη.
Στην πρόσφατη σύνοδο των G20, αγνοήθηκε μία από τις βασικές πολιτικές δράσεις που είναι απαραίτητες για τη διάσωση του πλανήτη – δηλαδή το τέλος της παραγωγής ορυκτών καυσίμων. “Για να έχουμε οποιαδήποτε πιθανότητα να επιτύχουμε τον στόχο της Συμφωνίας του Παρισιού για τον περιορισμό της θερμοκρασίας κατά 1,5°C, η απότομη μείωση της παραγωγής και της χρήσης όλων των ορυκτών καυσίμων … είναι απαραίτητη, και σε αυτό το θέμα, οι ηγέτες των G20 είναι άπραγοι”, δήλωσε ο Alden Meyer, ανώτερος συνεργάτης της E3G, της εταιρείας συμβούλων για το κλίμα. Πίσω από αυτή την αποτυχία κρύβονται τα τερατώδη κέρδη που αποκόμισαν οι κολοσσοί του πετρελαίου και του φυσικού αερίου κατά την περίοδο του πληθωρισμού μετά την πανδημία. Η “απροθυμία” τους να “δεσμεύσουν” το απόθεμα των κεφαλαίων του (δηλαδή να μην τα χρησιμοποιήσουν ή να μην ψάξουν για περισσότερα) δεν αποτελεί έκπληξη.
Ποιες πολιτικές απαντήσεις έχουν δοθεί από εταιρείες και κυβερνήσεις για τον τερματισμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη; Πρώτον, έχουμε τα γελοία συστήματα “αντιστάθμισης εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα”. Πολλές από τις μεγαλύτερες εταιρείες στον κόσμο έχουν χρησιμοποιήσει “πιστώσεις άνθρακα” για τις προσπάθειες βιωσιμότητάς τους από την ανεξέλεγκτη εθελοντική αγορά, το μέγεθος της οποίας αυξήθηκε σε 2 δισεκατομμύρια δολάρια (1,6 δισεκατομμύρια λίρες) το 2021 και είδε τις τιμές για πολλές πιστώσεις άνθρακα να ξεπερνούν τα 20 δολάρια ανά αντιστάθμιση. Οι πιστώσεις δημιουργούνται συχνά με βάση τη συμβολή τους στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, όπως η διακοπή της αποψίλωσης των τροπικών δασών, η φύτευση δέντρων και η δημιουργία έργων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στις αναπτυσσόμενες χώρες. Οι έρευνες δείχνουν ότι πάνω από το 90% των αντισταθμιστικών πιστώσεων για τα τροπικά δάση – από τις πιο συχνά χρησιμοποιούμενες από τις εταιρείες – είναι πιθανό να είναι “πιστώσεις φαντάσματα” και δεν αντιπροσωπεύουν πραγματικές μειώσεις άνθρακα.
Στη συνέχεια, υπάρχουν φόροι και τιμές άνθρακα. Αυτή η λύση της αγοράς για την αποτροπή της χρήσης ορυκτών καυσίμων είναι ο κύριος άξονας του ΔΝΤ για την επίλυση της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Τα συστήματα τιμολόγησης του άνθρακα απλώς κρύβουν την πραγματικότητα ότι, όσο η βιομηχανία ορυκτών καυσίμων και οι άλλες μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου παραμένουν ανέγγιχτες και δεν εντάσσονται σε ένα σχέδιο για τη σταδιακή εξάλειψή τους, το σημείο καμπής για μη αναστρέψιμη υπερθέρμανση του πλανήτη θα ξεπεραστεί. Αντί να περιμένουμε να μιλήσει η αγορά και να υπάρξει “ρύθμιση”, χρειαζόμαστε ένα παγκόσμιο σχέδιο όπου οι βιομηχανίες ορυκτών καυσίμων, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και οι μεγάλοι τομείς εκπομπών θα τεθούν υπό δημόσια ιδιοκτησία και έλεγχο.
Απομένουν δύο μήνες μέχρι να συναντηθούν οι χώρες στο Ντουμπάι στη σύνοδο κορυφής του ΟΗΕ για το κλίμα COP28. Δεδομένου ότι αυτή η διεθνής διάσκεψη για το κλίμα φιλοξενείται από έναν κορυφαίο παραγωγό πετρελαίου και φυσικού αερίου, μην περιμένετε καμία ριζοσπαστική δράση για τα ορυκτά καύσιμα.
Στη συνέχεια, υπάρχει η φτώχεια και η ανισότητα. Στη συνεδρίαση αυτής της εβδομάδας, η Παγκόσμια Τράπεζα θα παρουσιάσει μια νέα έκθεση για τη φτώχεια. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, η παγκόσμια φτώχεια έχει πλέον υποχωρήσει σε επίπεδα πιο κοντά σε εκείνα πριν από την πανδημία, αλλά αυτό εξακολουθεί να σημαίνει ότι έχουμε χάσει τρία χρόνια στον αγώνα κατά της φτώχειας. Η ανάκαμψη είναι επίσης άνιση: ενώ η ακραία φτώχεια στις χώρες μεσαίου εισοδήματος έχει μειωθεί, η φτώχεια στις φτωχότερες χώρες και στις χώρες που πλήττονται από αστάθεια, συγκρούσεις ή βία εξακολουθεί να είναι χειρότερη από ό,τι πριν από την πανδημία.
Μετά από πολλές επικρίσεις για το γελοία χαμηλό όριο της φτώχειας σε παγκόσμιο επίπεδο, η Τράπεζα προσφέρει τώρα τρία επίπεδα. Το 2023, 691 εκατομμύρια άνθρωποι (ή το 8,6% του παγκόσμιου πληθυσμού) προβλέπεται να ζουν σε “ακραία φτώχεια” (δηλ. όσοι ζουν κάτω από 2,15 δολάρια την ημέρα), δηλαδή λίγο κάτω από το επίπεδο πριν από την έναρξη της πανδημίας. Στο όριο των 3,65 δολαρίων/ημέρα, τόσο το ποσοστό φτώχειας όσο και ο αριθμός των φτωχών είναι χαμηλότερα από ό,τι το 2019. Στο πιο ρεαλιστικό (αλλά και πάλι πολύ χαμηλό) επίπεδο των 6,85 δολαρίων/ημέρα, ένα μικρότερο ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού ζει επίσης τώρα κάτω από αυτό σε σύγκριση με πριν από την πανδημία. Αλλά λόγω της αύξησης του πληθυσμού, ο συνολικός αριθμός των φτωχών που ζουν κάτω από αυτό το όριο εξακολουθεί να είναι υψηλότερος από ό,τι πριν από την πανδημία. Και όταν εξετάζουμε τις φτωχότερες χώρες, εξακολουθούν να έχουν υψηλότερα ποσοστά φτώχειας από ό,τι πριν και δεν “μειώνουν το χάσμα”.
Αυτά τα ποσοστά φτώχειας είναι παραπλανητικά, όπως έχω δείξει εδώ. Σχεδόν όλη η καταγεγραμμένη μείωση της παγκόσμιας φτώχειας (ανεξάρτητα από το επίπεδο που χρησιμοποιείται) τα τελευταία 30 χρόνια οφείλεται στο ότι η Κίνα ανέβασε περίπου 900 εκατομμύρια Κινέζους πάνω από αυτά τα επίπεδα. Αν εξαιρέσουμε την Κίνα, η παγκόσμια φτώχεια δεν έχει μειωθεί σχεδόν καθόλου ούτε ποσοστιαία ούτε σε απόλυτους αριθμούς. Πράγματι, ακόμη και αν συμπεριληφθεί η Κίνα, εξακολουθούν να υπάρχουν 3,65 δισ. άνθρωποι στον πλανήτη κάτω από το όριο της φτώχειας των 6,85 δολαρίων ημερησίως, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα.
Το 2021, το Ίδρυμα Lloyd’s Register Foundation συνεργάστηκε με την Gallup και πραγματοποίησε δημοσκόπηση σε 125.000 άτομα από 121 χώρες, ρωτώντας πόσο καιρό οι άνθρωποι θα μπορούσαν να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες χωρίς εισόδημα. Η μελέτη διαπίστωσε ότι το εντυπωσιακό πλήθος των 2,7 δισεκατομμυρίων ανθρώπων θα μπορούσε να καλύψει τις βασικές του ανάγκες μόνο για ένα μήνα ή λιγότερο χωρίς εισόδημα και από αυτόν τον αριθμό, 946 εκατομμύρια θα μπορούσαν να επιβιώσουν το πολύ για μια εβδομάδα. Ο στόχος του ΟΗΕ για τον τερματισμό της “φτώχειας” έως το 2030 είναι μια οφθαλμαπάτη.
Η παγκόσμια πείνα εξακολουθεί να υπερβαίνει κατά πολύ τα προ της πανδημίας επίπεδα. Η εκτίμηση ήταν ότι το 2022 690 έως 783 εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο θα αντιμετωπίσουν πείνα. Πρόκειται για 122 εκατομμύρια περισσότερους ανθρώπους από ό,τι πριν από την πανδημία COVID-19. Προβλέπεται δε ότι σχεδόν 600 εκατομμύρια άνθρωποι θα υποσιτίζονται χρόνια το 2030. Έτσι, ο στόχος του ΟΗΕ για μηδενική πείνα μέχρι τότε είναι πολύ μακριά. Περισσότεροι από 3,1 δισεκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο – ή το 42% – δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα για μια υγιεινή διατροφή. Σε όλο τον κόσμο το 2022, εκτιμάται ότι 148,1 εκατομμύρια παιδιά ηλικίας κάτω των πέντε ετών (22,3%) ήταν καχεκτικά, 45 εκατομμύρια (6,8%) ήταν εξασθενημένα και 37 εκατομμύρια (5,6%) ήταν υπέρβαρα.
Από το σύνολο των 2,4 δισεκατομμυρίων ανθρώπων στον κόσμο που θα αντιμετωπίζουν “επισιτιστική ανασφάλεια” το 2022, σχεδόν οι μισοί (1,1 δισεκατομμύρια) θα βρίσκονται στην Ασία, το 37% (868 εκατομμύρια) στην Αφρική, το 10,5% (248 εκατομμύρια) στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική και περίπου το 4% (90 εκατομμύρια) στη Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη. Ένα δισεκατομμύριο Ινδοί δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να τρώνε υγιεινά. Αυτό είναι το 74% του πληθυσμού. Η Ινδία τα καταφέρνει ελαφρώς καλύτερα από το Πακιστάν, αλλά βρίσκεται πίσω από τη Σρι Λάνκα. Ο αντίστοιχος αριθμός για την Κίνα είναι 11%.
Και έπειτα υπάρχει η ανισότητα του πλούτου και των εισοδημάτων. Η τελευταία έκθεση της Credit Suisse για τον παγκόσμιο προσωπικό/ατομικό πλούτο έδειξε ότι σύμφωνα με την έκθεση, το 2022, το 1% των ενηλίκων (59 εκατ.) θα κατέχει το 44,5% του συνολικού προσωπικού πλούτου στον κόσμο, ελαφρώς υψηλότερο από ό,τι πριν από την πανδημία το 2019. Στο άλλο άκρο της πυραμίδας του πλούτου, το κατώτερο 52,5% του παγκόσμιου πληθυσμού (2,8 δισ.) είχε καθαρό πλούτο μόλις 1,2%.
Όσον αφορά την ανισότητα του πλούτου στο εσωτερικό των χωρών, ο συντελεστής Gini (το συνηθισμένο μέτρο της ανισότητας) για τον πλούτο ήταν το τεράστιο 85,0 στις Ηνωμένες Πολιτείες (θυμηθείτε ότι το 100 θα σήμαινε ότι ένας ενήλικας κατέχει όλο τον πλούτο). Πράγματι, στις Ηνωμένες Πολιτείες, όλες οι μετρήσεις της ανισότητας έχουν ανοδική τάση από τις αρχές της δεκαετίας του 2000. Για παράδειγμα, το μερίδιο πλούτου του κορυφαίου 1% των ενηλίκων αυξήθηκε από 32,9% το 2000 σε 35,1% το 2021 στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η UNCTAD αναφέρει ότι “κατά τη διάρκεια της περιόδου αυξημένης αστάθειας των τιμών από το 2020, ορισμένες μεγάλες εταιρείες εμπορίας τροφίμων κέρδισαν κέρδη ρεκόρ στις χρηματοπιστωτικές αγορές, ακόμη και όταν οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν παγκοσμίως και εκατομμύρια άνθρωποι αντιμετώπισαν κρίση κόστους ζωής”.
Πράγματι, η πανδημία και η επακόλουθη έξαρση του πληθωρισμού έχουν αφήσει τα σημάδια τους στα εισοδήματα του μέσου νοικοκυριού. Ας πάρουμε το Ηνωμένο Βασίλειο: ποτέ στη μνήμη μας οι εργαζόμενες οικογένειες δεν έχουν φτωχύνει τόσο πολύ, σύμφωνα με την δεξαμενή σκέψης Resolution Foundation. “Αυτή η κοινοβουλευτική περίοδος είναι σε καλό δρόμο για να είναι μακράν η χειρότερη για το βιοτικό επίπεδο από τη δεκαετία του 1950. Τα τυπικά εισοδήματα των νοικοκυριών σε ηλικία εργασίας είναι σε πορεία να είναι 4% χαμηλότερα το 2024-25 από ό,τι ήταν το 2019-20. Ποτέ στη μνήμη των ανθρώπων δεν έχουν γίνει οι οικογένειες τόσο πολύ φτωχότερες κατά τη διάρκεια ενός κοινοβουλίου”.
Ο κάτοχος του βραβείου Νόμπελ (Riksbank) στα οικονομικά (2015), ο Angus Deaton, έχει κυκλοφορήσει ένα νέο βιβλίο με τίτλο Economics in America: An Immigrant Economist Explores the Land of Inequality. Σε αυτό, επιτίθεται στην αποτυχία των νεοκλασικών οικονομικών να αντιμετωπίσουν με οποιονδήποτε τρόπο τα ζητήματα της φτώχειας και της ανισότητας. Οι οικονομολόγοι της κυρίαρχης τάσης (Σ.τ.Μ., mainsteam) στις ΗΠΑ αγνοούν σκόπιμα τα αυξανόμενα επίπεδα ανισότητας και τις φρικτές επιπτώσεις της φτώχειας, ισχυριζόμενοι ότι αυτό δεν είναι δουλειά των οικονομικών. Και όμως “οι πραγματικοί μισθοί έχουν μείνει στάσιμοι από το 1980, ενώ η παραγωγικότητα έχει υπερδιπλασιαστεί και οι πλούσιοι αποκομίζουν τα κέρδη. Το κορυφαίο 10% των οικογενειών των ΗΠΑ κατέχει σήμερα το 76% του πλούτου. Το κατώτερο 50% κατέχει μόλις το 1%”. Ένα ταξικό σύστημα λειτουργεί πλέον και “ο πόλεμος κατά της φτώχειας έχει γίνει πόλεμος κατά των φτωχών“.
Ο Deaton επισημαίνει ότι μεγαλύτερη ισότητα δεν θα επιτευχθεί απλώς με φορολογικές μεταβιβάσεις και κοινωνικές παροχές – αυτές δύσκολα θα κάνουν το παραμικρό. Η απάντηση γι’ αυτόν είναι οι κρατικές δαπάνες και οι επενδύσεις στην εκπαίδευση και την απασχόληση για όλους. Ο Deaton αντιτάχθηκε σε πιο ριζοσπαστικές πολιτικές: “Δεν χρειάζεται να καταργήσουμε τον καπιταλισμό ή να εθνικοποιήσουμε επιλεκτικά τα μέσα παραγωγής. Αλλά χρειάζεται να θέσουμε ξανά τη δύναμη του ανταγωνισμού στην υπηρεσία της μεσαίας και της εργατικής τάξης. Υπάρχουν τρομεροί κίνδυνοι μπροστά μας αν συνεχίσουμε να λειτουργούμε μια οικονομία που είναι οργανωμένη έτσι ώστε να αφήνει μια μειοψηφία να λυμαίνεται την πλειοψηφία“. Αλλά δεν είναι η ουσία των ταξικών κοινωνιών και του σύγχρονου καπιταλισμού μια μικροσκοπική μειοψηφία να λυμαίνεται την πλειοψηφία; Κατά την άποψή μου, η πολιτική λύση του Deaton είναι εξίσου ουτοπική με τη φορολογία, καθώς δεν αντιμετωπίζει τον έλεγχο και την ιδιοκτησία από το κεφάλαιο των μέσων παραγωγής και την απασχόληση της εργασίας που διασφαλίζει ότι μια μικροσκοπική μειοψηφία έχει το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του πλούτου και του εισοδήματος, ενώ η κοινωνία στο σύνολό της δεν έχει αρκετά για να καλύψει ούτε τις βασικές ανάγκες.
Η πανδημία και η επακόλουθη άνοδος του πληθωρισμού και των επιτοκίων σε παγκόσμιο επίπεδο έχει εκθέσει πολλές από τις φτωχότερες χώρες του κόσμου σε χρεοκοπία. Οφείλουν δισεκατομμύρια σε πιστωτές, δημόσιους και ιδιωτικούς, του λεγόμενου Παγκόσμιου Βορρά. Αυτό μπορούν να το αποπληρώσουν μόνο με περικοπές υπηρεσιών και οποιωνδήποτε δαπανών για την κάλυψη των αναγκών των πολιτών τους – και όλο και περισσότερο αδυνατούν να πληρώσουν.
Το παγκόσμιο χρέος έχει φθάσει σε νέο υψηλό επίπεδο σύμφωνα με το Διεθνές Χρηματοοικονομικό Ινστιτούτο (IIF). Το συνολικό χρέος – που καλύπτει τα κράτη, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά – αυξήθηκε κατά 10 δισ. δολάρια σε περίπου 307 δισ. δολάρια το εξάμηνο έως τον Ιούνιο, ή 336% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι το 60% των χωρών χαμηλού εισοδήματος είναι υπερχρεωμένες και διατρέχουν υψηλό κίνδυνο δυσχέρειας (Σ.τ.Μ., στην αποπληρωμή) του χρέους (Σ.τ.Μ., debt distress) ενώ πολλές χώρες μεσαίου εισοδήματος αντιμετωπίζουν επίσης σημαντικές δημοσιονομικές προκλήσεις.
Ως εκ τούτου, οι αυξήσεις των κεντρικών τραπεζών έχουν επίσης αυξήσει απότομα το κόστος δανεισμού, το οποίο από το ΔΝΤ μπορεί σήμερα να φτάσει έως και το 8%. Η επιβάρυνση από την καταβολή υψηλών επιτοκίων στο ΔΝΤ επιδεινώνεται. “Εάν υλοποιηθεί το χειρότερο σενάριο του ΔΝΤ για επιδείνωση των παγκόσμιων οικονομικών συνθηκών, η ζήτηση για στήριξη από το ΔΝΤ θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο“. Μια παγίδα χρέους του ΔΝΤ λοιπόν! Το ΔΝΤ στη συνάντηση αυτής της εβδομάδας θα προειδοποιήσει ότι οι κυβερνήσεις “θα πρέπει να λάβουν επειγόντως μέτρα για να βοηθήσουν στη μείωση των τρωτών σημείων του χρέους και να αντιστρέψουν τις μακροπρόθεσμες τάσεις του χρέους“. Αλλά πώς; Δεν υπάρχουν προτάσεις από τις πλούσιες χώρες να διαγράψουν αυτά τα χρέη – ή να τερματίσουν τους εμπορικούς δασμούς και τους περιορισμούς στις εξαγωγές των αναδυόμενων αγορών – ή φυσικά να σταματήσουν την τεράστια απόσπαση κερδών από τις πλούσιες σε πόρους, φτωχές χώρες από τις πολυεθνικές εταιρείες.
Η υπερθέρμανση του πλανήτη, η ατελείωτη παγκόσμια φτώχεια και ανισότητα, η καταστροφή του χρέους: όλες αυτές οι πτυχές της “πολυκρίσης” του καπιταλισμού στον 21ο αιώνα συνδέονται μέσω της κλιμακούμενης οικονομικής κρίσης.
Το παγκόσμιο εμπόριο μειώνεται με τον ταχύτερο ρυθμό από την εποχή της πανδημίας. Ο όγκος του εμπορίου μειώθηκε κατά 3,2% τον Ιούλιο σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα πέρυσι, η πιο απότομη πτώση από τους πρώτους μήνες της πανδημίας του κορονοϊού τον Αύγουστο του 2020, σύμφωνα με την CPB. Η αναστροφή του όγκου των εξαγωγών έχει ευρεία βάση, με το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου να αναφέρει πτώση του όγκου του εμπορίου. Η Κίνα, ο μεγαλύτερος εξαγωγέας αγαθών παγκοσμίως, κατέγραψε ετήσια πτώση 1,5%, η Ευρωζώνη συρρίκνωση 2,5% και οι ΗΠΑ μείωση 0,6%. Η CPB ανέφερε επίσης ότι η παγκόσμια βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε κατά 0,1% σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα, λόγω της απότομης πτώσης της παραγωγής στην Ιαπωνία, την ευρωζώνη και το Ηνωμένο Βασίλειο – και είναι επίσης μειωμένη σε ετήσια βάση.
Η Παγκόσμια Τράπεζα μόλις εξέδωσε έκθεση πριν από τη συνεδρίαση αυτής της εβδομάδας, στην οποία εκτιμά ότι η Ασία αντιμετωπίζει μία από τις χειρότερες οικονομικές προοπτικές του τελευταίου μισού αιώνα. Οι αποκαλούμενες προηγουμένως “ασιατικές τίγρεις” Κορέα, Ταϊβάν, Σιγκαπούρη, Χονγκ Κονγκ κ.λπ. πρόκειται να αναπτυχθούν με έναν από τους χαμηλότερους ρυθμούς των τελευταίων πέντε δεκαετιών, καθώς ο προστατευτισμός των ΗΠΑ και τα αυξανόμενα επίπεδα χρέους αποτελούν οικονομικό βαρίδι. Η Παγκόσμια Τράπεζα προέβλεψε ότι η ανάπτυξη της Κίνας θα επιβραδυνθεί στο 4,4% το 2024, το χαμηλότερο ποσοστό εδώ και δεκαετίες, αν και εξακολουθεί να είναι υπερδιπλάσιο του ρυθμού οποιασδήποτε οικονομίας των G7. Οι επιδεινούμενες προβλέψεις αντανακλούν επίσης ότι μεγάλο μέρος της περιοχής αρχίζει να πλήττεται από τις νέες βιομηχανικές και εμπορικές πολιτικές των ΗΠΑ στο πλαίσιο του νόμου για τη μείωση του πληθωρισμού (Σ.τ.Μ., Inflation Reduction Act) και του νόμου για τα τσιπ και την επιστήμη (Σ.τ.Μ., Chips and Science Act).
Η τελευταία έκθεση της UNCTAD για την παγκόσμια οικονομία εκτιμά ότι η παγκόσμια οικονομία έχει μπλοκάρει και οι κίνδυνοι για το επόμενο έτος αυξάνονται. Η UNCTAD προβλέπει ότι “η παραπαίουσα ανάπτυξη για την περίοδο 2022-24 θα υπολείπεται του προ- της πανδημίας του Covid-19 ρυθμού στις περισσότερες περιοχές της παγκόσμιας οικονομίας. Το βάρος του χρέους συνθλίβει πάρα πολλές αναπτυσσόμενες χώρες. Η εξυπηρέτηση του εξωτερικού δημόσιου χρέους σε σχέση με τα κρατικά έσοδα αυξήθηκε από σχεδόν 6% σε 16% μεταξύ 2010 και 2021“.
Στις ΗΠΑ επικρατεί μεγάλη αισιοδοξία ότι η οικονομία θα επιτύχει μια “ήπια προσγείωση”, δηλαδή ότι ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει σύντομα στο ποσοστό-στόχο του 2% ετησίως, χωρίς το πραγματικό ΑΕΠ να συρρικνωθεί σε ύφεση. Έχω συζητήσει την πιθανότητα αυτού του γεγονότος σε προηγούμενη ανάρτηση. Ακόμα και αν αυτό αποδειχθεί ότι ισχύει, η “ομαλή προσγείωση” δεν ισχύει για τις υπόλοιπες μεγάλες προηγμένες καπιταλιστικές οικονομίες. Η ζώνη του ευρώ συρρικνώνεται, όπως και ο Καναδάς, το Ηνωμένο Βασίλειο και αρκετές μικρότερες οικονομίες όπως η Σουηδία, ενώ η Ιαπωνία βρίσκεται στα πρόθυρα.
Πράγματι, ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), στην τελευταία έκθεσή του, προβλέπει ότι η παγκόσμια ανάπτυξη το 2024 θα είναι χαμηλότερη από ό,τι το 2023 μειωμένη από 3% φέτος σε 2,7% το 2024. Παρά το γεγονός ότι η παγκόσμια οικονομία αποδείχθηκε “πιο ανθεκτική από ό,τι αναμενόταν” κατά τους πρώτους έξι μήνες του 2023, οι προοπτικές ανάπτυξης “παραμένουν αδύναμες”. Η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ στις προηγμένες καπιταλιστικές οικονομίες θα επιβραδυνθεί από 1,5% φέτος σε μόλις 1,2% το 2024 και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ θα είναι κοντά σε συρρίκνωση.
Οι οικονομολόγοι του ΟΟΣΑ εκτιμούν ότι ο πληθωρισμός δεν θα επιστρέψει σύντομα στα προ της πανδημίας επίπεδα, οπότε οι κεντρικές τράπεζες πρέπει να διατηρήσουν τα επιτόκια σε υψηλά επίπεδα. Πράγματι, το ΔΝΤ καλεί επίσης τις κεντρικές τράπεζες να διατηρήσουν την αθλιότητα των χρεολυσίων στον “πόλεμο κατά του πληθωρισμού”. Ωστόσο, όπως έχω υποστηρίξει, επειδή ο υψηλότερος πληθωρισμός ήταν ένα πρόβλημα “από την πλευρά της προσφοράς”, η σύσφιξη του χρήματος από τις κεντρικές τράπεζες δεν συμβάλλει σχεδόν καθόλου στη μείωση του πληθωρισμού και αποτελεί μόνο μια συνταγή για “υφεσιακό πληθωρισμό” (Σ.τ.Μ., “slumpflation”).
Και υπάρχουν δύο άλλες πτυχές της πολυκρίσης του 21ου αιώνα που πρέπει ακόμη να ξεδιπλωθούν. Υπάρχει η αποδυνάμωση της κυριαρχίας των ΗΠΑ στις παγκόσμιες υποθέσεις. Η “παγκοσμιοποίηση” του εμπορίου και της οικονομίας τα τελευταία 40 χρόνια υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ έχει τελειώσει.
Η ικανότητα του αμερικανικού κεφαλαίου να επεκτείνει τους παραγωγικούς πόρους και να διατηρεί την κερδοφορία έχει μειωθεί. Αυτό εξηγεί την εντατικοποιημένη προσπάθειά του να στραγγαλίσει και να περιορίσει την αυξανόμενη οικονομική δύναμη της Κίνας και έτσι να διατηρήσει την ηγεμονία του στην παγκόσμια οικονομική τάξη. Μια πρόσφατη μελέτη του Sergio Camera έδειξε “παρατεταμένη στασιμότητα” του ποσοστού κέρδους των ΗΠΑ τον 21ο αιώνα. Το γενικό ποσοστό κέρδους ήταν 19,3% κατά τη “χρυσή εποχή” της αμερικανικής κυριαρχίας στις δεκαετίες του 1950 και 1960, αλλά στη συνέχεια έπεσε στο 15,4% κατά μέσο όρο στη δεκαετία του 1970 – η νεοφιλελεύθερη ανάκαμψη (που συνέπεσε με ένα νέο κύμα παγκοσμιοποίησης), ώθησε το ποσοστό αυτό να αυξηθεί ξανά στο 16,2% στη δεκαετία του 1990. Αλλά στις δύο δεκαετίες αυτού του αιώνα το μέσο ποσοστό έπεσε μόλις στο 14,3% – ένα ιστορικό χαμηλό.
Αυτό οδήγησε σε χαμηλότερη αύξηση των επενδύσεων και της παραγωγικότητας κατά τη δεκαετία που αποκάλεσα μακρά ύφεση της δεκαετίας του 2010, έτσι ώστε, για να χρησιμοποιήσω τα λόγια του Sergio, η οικονομική βάση των ΗΠΑ “έχει αποδυναμωθεί σοβαρά”. Αυτό αποδυναμώνει την ηγεμονική θέση του αμερικανικού καπιταλισμού στον κόσμο. Τώρα υπάρχει αυτό που περιγράφεται ως “γεωπολιτικός κατακερματισμός“, δηλαδή η άνοδος εναλλακτικών μπλοκ που προσπαθούν να σπάσουν το ιμπεριαλιστικό μπλοκ με επικεφαλής τις ΗΠΑ. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αναδεικνύει αυτόν τον “κατακερματισμό”.
Αυτό που χρειάζεται ο κόσμος είναι η παγκόσμια συνεργασία για να ξεπεραστεί η πολυκρίση του καπιταλισμού. Αντ’ αυτού, ο καπιταλισμός κατακερματίζεται, καθώς είναι εγγενώς ανίκανος για διεθνή ενότητα και παγκόσμιο σχεδιασμό. Το οικονομικό κόστος αυτού του κατακερματισμού έχει μετρηθεί: στο εμπόριο έως και 7% του παγκόσμιου ΑΕΠ- με την προσθήκη της τεχνολογικής αποσύνδεσης, η απώλεια στην παραγωγή θα μπορούσε να φτάσει το 8-12% σε ορισμένες χώρες.
Μακροπρόθεσμα είναι η αυξανόμενη αναστάτωση των οικονομιών από την άνοδο της τεχνητής νοημοσύνης. Οι οικονομολόγοι της Goldman Sachs εκτιμούν ότι αν η νέα τεχνολογία της τεχνητής νοημοσύνης ανταποκρινόταν στις υποσχέσεις της (κάτι που είναι αμφίβολο), θα επέφερε “σημαντική αναστάτωση” στην αγορά εργασίας, εκθέτοντας το ισοδύναμο 300 εκατομμυρίων εργαζομένων πλήρους απασχόλησης στις μεγάλες οικονομίες στην αυτοματοποίηση της εργασίας τους. Υπολογίζουν ότι περίπου τα δύο τρίτα των θέσεων εργασίας στις ΗΠΑ και την Ευρώπη είναι εκτεθειμένα σε κάποιο βαθμό αυτοματοποίησης μέσω τεχνητής νοημοσύνης, με βάση στοιχεία για τις εργασίες που τυπικά εκτελούνται σε χιλιάδες επαγγέλματα.
Η ανθρωπότητα και ο πλανήτης αντιμετωπίζουν μια υπαρξιακή κρίση από την υπερθέρμανση του πλανήτη και την κλιματική αλλαγή – αλλά θα αντικατασταθεί η ανθρώπινη εργασία από σκεπτόμενες μηχανές ακόμη και πριν από την κλιματική καταστροφή, διευρύνοντας έτσι τις ανισότητες και αυξάνοντας τον πλούτο για τους ιδιοκτήτες των μηχανών (κεφάλαιο) και τη φτώχεια για τα δισεκατομμύρια των ανθρώπων της εργασίας; Η πολυκρίση του καπιταλισμού στον 21ο αιώνα έχει μόλις αρχίσει.