του Βασίλη Λιόση
Το κείμενο που ακολουθεί δεν απευθύνεται στους νεοφιλελεύθερους που έχουν ταξικό συμφέρον από την εφαρμογή του νεοφιλελευθερισμού, όπου νεοφιλελευθερισμός σημαίνει ιδιωτικοποίηση των δομών του δημοσίου, ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, λιτότητα, προβολή του ατόμου έναντι της συλλογικότητας κ.λπ.. Οι συγκεκριμένοι (αυτοί με το ταξικό συμφέρον) ούτε μας αφορούν, ούτε και πρόκειται να πεισθούν. Άλλωστε είναι μία μικρή μειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας όπως και κάθε κοινωνίας. Αφορά, όμως, μεγάλα τμήματα εργαζομένων (ας μην ξεχνάμε πως η ΝΔ έλαβε το ποσοστό του 40% στις βουλευτικές εκλογές) που κάτω από μία εκτεταμένη σε χρόνο προπαγάνδα έχουν πειστεί πως ο νεοφιλελευθερισμός είναι η απάντηση στα προβλήματα που ταλανίζουν τον καθημερινό άνθρωπο. Η προπαγάνδα και η πρακτική αυτή εμπεριείχε (κι εμπεριέχει):
α) χυδαίες επιθέσεις κατά του συνδικαλισμού,
β) στιγματισμό της άποψης που υποστήριζε τη δυνατότητα μιας άλλης κοινωνίας δίχως εκμετάλλευση,
γ) την προβολή της άποψης ότι ο καπιταλισμός είναι το τελευταίο στάδιο της ανθρωπότητας,
δ) τη διάδοση της έννοιας της ατομικής ευθύνης (απόρροια του θατσερικού μότο «δεν υπάρχει κοινωνία, μόνο άτομα»),
ε) την απαξίωση του δημόσιου τομέα με την υποχρηματοδότησή του και τη λυσσώδη σπέκουλα για το «άθλιο» δημόσιο από αργυρώνητους δημοσιογράφους.
Το τραγικό συμβάν των Τεμπών που γέμισε θλίψη την Ελλάδα, που έφερε στην επιφάνεια οργή, που κινητοποίησε τον κόσμο να βγει στους δρόμους, που ευαισθητοποίησε τους οπαδούς των ομάδων που ανάρτησαν πανό διαμαρτυρίας, είναι από εκείνα τα συμβάντα που συμπυκνώνουν τον χρόνο. Που δημιουργούν ρήγματα στη συνείδηση. Που θέτουν θεμελιώδη ερωτήματα. Έτσι, άνθρωποι που με λιγότερο ή περισσότερο φανατισμό ήταν (και το πιθανότερο να είναι ακόμη) ταγμένοι στην υπεράσπιση του νεοφιλελευθερισμού, οφείλουν τουλάχιστον να θέσουν στον εαυτό τους ερωτήματα:
Γιατί οι τράπεζες σώθηκαν με ανακεφαλαιοποίηση από την πλευρά του κράτους;
Γιατί ο τομέας της ιδιωτικής υγείας είχε μηδαμινή συνεισφορά στην αντιμετώπιση της πανδημίας;
Γιατί η ιδιωτικοποίηση της ενέργειας έφερε υπέρογκες αυξήσεις στους λογαριασμούς;
Γιατί μία συνηθισμένη χιονόπτωση έκλεισε την Αττική Οδό;
Γιατί όλες αυτές τις δεκαετίες οι ζωές των ανθρώπων δεν καλυτέρευσαν;
Γιατί η ζωή για τις νέες γενιές δεν θα είναι καλύτερη απ’ ό,τι για τις παλιότερες;
Γιατί δεν μπορεί ο πολίτης να συσσωρεύσει χρήματα τέτοια που να του επιτρέπουν με μία σχετική άνεση να αγοράσει ή να συντηρεί σπίτι και αυτοκίνητο, να καλύπτει τους λογαριασμούς, ασφάλειες, δάνεια;
Και αν κάποιος επιμένει πεισματικά ότι η ζωή μας έχει γίνει καλύτερη, τότε ας αναλογιστεί με ποιο τρόπο αντιμετωπίζει τους «ξεροκέφαλους» κομμουνιστές όταν τους χαρακτηρίζει κολλημένους και δογματικούς. Γιατί στα αλήθεια τι πιο δογματικό από την άρνηση να δει κάποιος την πραγματικότητα κατάματα και να επιμένει στη δικαίωση του σχήματος που έχει στο μυαλό του, όταν αυτό το σχήμα δεν ανταποκρίνεται σε ό,τι βιώνουμε;
Αντί άλλων αναλύσεων και δίχως ίχνος ελιτισμού και αφ’ υψηλού θεώρησης της άλλης άποψης θα προτείναμε σε όσους έχουν προβληματιστεί από το έγκλημα των Τεμπών ή είναι «ανοικτοί» να ακούσουν την άλλη άποψη, να δουν:
- Την ταινία του Κεν Λόουτς, Ο Πολ, ο Μικ και οι άλλοι.
- Την ταινία, επίσης του Κεν Λόουτς, Εγώ ο Ντάνιελ Μπλέικ.
- Την ταινία της Ιθίαρ Μπογιαΐν, Ακόμη και η βροχή.
- Το ντοκιμαντέρ του Άρη Χατζηστεφάνου, Catastroika.
Υ.Γ.: Όλα τα παραπάνω δεν υπονοούν ότι η περίοδος του κεϋνσιανισμού, του λεγόμενου κράτους πρόνοιας, ήταν μία παραδεισένια περίοδος για τους εργαζόμενους. Ούτε και υπονοούν την αντικατάσταση του τωρινού μοντέλου διαχείρισης με το προηγούμενο. Αλλά αυτό είναι θέμα μεγάλης συζήτησης.