Προσχωρώντας στη Δύση
Αναδημοσίευση από το Κοσμοδρόμιο
Από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και μετά, ένα διάσημο απόφθεγμα του Ντέσμοντ Τούτου έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως και έχει γίνει αντικείμενο κατάχρησης: «αν παραμένεις ουδέτερος σε περιπτώσεις αδικίας τότε επιλέγεις την πλευρά του καταπιεστή». Έχει χρησιμοποιηθεί σε πολυάριθμα φόρα, για να ασκηθούν πιέσεις σε χώρες ώστε να εγκαταλείψουν την ουδετερότητά τους και να συμπορευτούν με το ΝΑΤΟ. Τι κι αν ο καταπιεστής στον οποίο αναφερόταν ο Τούτου, ήταν η Νότια Αφρική του Απαρτχάιντ, ένα καθεστώς που στηριζόταν ενεργά από την ατλαντική στρατιωτική συμμαχία. Τόσο στη Ρωσία όσο και στη Δύση, η σημερινή κατάσταση χαρακτηρίζεται από μια διαρκώς επανερχόμενη αμνησία.
Νωρίτερα αυτή την εβδομάδα (ΣτΜ: το κείμενο δημοσιεύτηκε στις 20 Μαΐου), η Φινλανδία και η Σουηδία επέλεξαν να εγκαταλείψουν τη μακρόχρονη πολιτική ουδετερότητάς τους. Και οι δύο χώρες υπέβαλαν αιτήσεις ένταξης στο ΝΑΤΟ, σε μία κίνηση που ορθά χαρακτηρίστηκε ως ιστορική. Η Φινλανδία, έπειτα από την ήττα της από τη Σοβιετική Ένωση στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο παρέμεινε ουδέτερη, υπογράφοντας μια συνθήκη Φιλίας, Συνεργασίας και Αλληλοβοήθειας με τους Σοβιετικούς το 1948. Από την άλλη, η Σουηδία συμμετείχε σε πολυάριθμους πολέμους εναντίον της Ρωσίας μεταξύ του 16ου και του 18ου αιώνα, όμως μετά το 1814 κατάφερε να παραμείνει εκτός περαιτέρω συγκρούσεων. Η ένταξη στο ΝΑΤΟ συνιστά εγκατάλειψη μιας παράδοσης αιώνων, η οποία έχει προσδιορίσει την εθνική ταυτότητα της χώρας.
Η δημοσιογραφική κάλυψη του βήματος για την ένταξη στο ΝΑΤΟ ήταν πανηγυρική. Παρόλο που στη Σουηδία έχει υπάρξει ένας περιορισμένος πλην, όμως, ζωηρός διάλογος, στη Φινλανδία τα περιθώρια δημόσιας διαφωνίας υπήρξαν στενά. Νωρίτερα αυτή την εβδομάδα, το πρωτοσέλιδο της Helsingin Sanomat της (μεγαλύτερης σε κυκλοφορία φινλανδικής εφημερίδας) είχε ένα σκίτσο με δύο φιγούρες στα γαλανόλευκα, τα χρώματα της φινλανδικής σημαίας, να κωπηλατούν σε ένα πλοίο των Βίκινγκς με πορεία προς έναν κατάφωτο ορίζοντα, απ’ όπου φαίνεται να ανατέλλει, σαν άλλος ήλιος, το τετράκτινο αστέρι του ΝΑΤΟ. Το ξύλινο πλοίο μοιάζει να έχει αφήσει πίσω του ένα σκούρο, επιβλητικό οικοδόμημα, διακοσμημένο με ένα κόκκινο αστέρι. Ο συμβολισμός δεν θα μπορούσε να είναι πιο ξεκάθαρος. Ή ενδεχομένως θα μπορούσε. Πριν από μερικές εβδομάδες, η διαδικτυακή έκδοση της σουηδικής Dagens Nyheter περιλάμβανε ένα pop-up με το έμβλημα του ΝΑΤΟ να μετατρέπεται στο σήμα της ειρήνης.
Ίσως δεν προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι, μέσα σε αυτό το μιντιακό περιβάλλον, η υποστήριξη στην ένταξη στο ΝΑΤΟ είναι υψηλή: περίπου 60% στη Σουηδία και 75% στη Φινλανδία. Όμως μια πιο προσεκτική ματιά στα δημογραφικά στοιχεία φανερώνει ορισμένες ρωγμές στη φιλονατοϊκή αφήγηση.
Για τον ατλαντιστικό Τύπο, το «ζήτημα του ΝΑΤΟ» αποκαλύπτει ένα χάσμα γενεών, με τους νέους να είναι διατεθειμένοι να ταχθούν ενάντια στις επιθυμίες των γονιών τους οι οποίοι, όπως μας λένε, συνδέονται απεγνωσμένα με μια ξεπερασμένη θέση περί ψυχροπολεμικής ουδετερότητας. «Όντας ξεκάθαρα αντίθετη σε οποιαδήποτε κίνηση ως προς το ΝΑΤΟ μόλις πριν από λίγες εβδομάδες», έγραψε ο πρώην Σουηδός πρωθυπουργός και σήμερα θαμώνας φιλελεύθερων δεξαμενών σκέψης Καρλ Μπιλντ, η πολιτική τάξη «έχει τώρα να αντιμετωπίσει μία αντιπαράθεση μεταξύ μιας παλιότερης γενιάς από την μια και μιας νεότερης από την άλλη, η οποία βλέπει τον κόσμο με μια πιο καθαρή ματιά».
Στην πραγματικότητα, όμως, ισχύει το αντίθετο: η δημογραφική ομάδα που αντιτίθεται περισσότερο στην ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ είναι οι νέοι ηλικίας 18-29 ετών. Και αυτό δεν αποτελεί έκπληξη. Πρόκειται για εκείνη την πληθυσμιακή ομάδα που θα κληθεί να συμμετέχει σε οποιαδήποτε μελλοντική στρατιωτική επιχείρηση. Σε αντίθεση με την εκτίμηση ότι η ρωσική επιθετικότητα έχει σοκάρει τους Σουηδούς σε τέτοιον βαθμό, ώστε να στηρίζουν ομόφωνα τη συμμαχία, η αντίθεση σε αυτήν φαίνεται να κερδίζει έδαφος.
Στις 23 Μαρτίου, το 44% των νέων που ερωτήθηκαν ήταν υπέρ του ΝΑΤΟ και το 21% κατά. Την περασμένη εβδομάδα, το 43% εξ αυτών ήταν υπέρ του ΝΑΤΟ και το 32% κατά, μειώνοντας τη διαφορά κατά διψήφιο ποσοστό. Η υποστήριξη στην ένταξη αυξάνεται σε όλες τις ηλικιακές ομάδες, με τους γηραιότερους να την υποστηρίζουν με μεγαλύτερη ζέση. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις στη Φινλανδία οδηγούν σε παρόμοια συμπεράσματα.
Δημοσκοπήσεις της Helsingin Sanomat περιγράφουν τον τυπικό υποστηρικτή του ΝΑΤΟ ως άνδρα, μορφωμένο, τουλάχιστον μεσήλικα, που εργάζεται σε διευθυντική θέση, ο οποίος βγάζει τουλάχιστον 85.000 ευρώ τον χρόνο και είναι πολιτικά δεξιός, ενώ ο τυπικός σκεπτικιστής απέναντι στο ΝΑΤΟ είναι κάτω των 30 ετών, εργάτης ή φοιτητής, που βγάζει λιγότερα από 20.000 ευρώ τον χρόνο και είναι πολιτικά αριστερός.
Ορισμένοι από τους πλέον ένθερμους υποστηρικτές της ένταξης στο ΝΑΤΟ βρίσκονται ανάμεσα στην επιχειρηματική ελίτ της Σουηδίας και της Φινλανδίας. Τον περασμένο μήνα, ο Φινλανδός πρόεδρος Σάουλι Νιινίστο φιλοξένησε στο Ελσίνκι μια «μυστική ΝΑΤΟϊκή συνάντηση». Ανάμεσα σε αυτούς που συμμετείχαν βρίσκονταν ο Σουηδός υπουργός Οικονομικών Μίκαελ Ντάμπεργκ, υψηλόβαθμοι στρατιωτικοί αξιωματούχοι και ισχυρές προσωπικότητες των επιχειρηματικών κοινοτήτων της Σουηδίας και της Φινλανδίας. Επικεφαλής αυτών ήταν ο δισεκατομμυριούχος Σουηδός βιομήχανος Γιάκομπ Βάλενμπεργκ, η οικογένεια του οποίου κατέχει τουλάχιστον το ένα τρίτο των μετοχών του χρηματιστηρίου της Στοκχόλμης. Ο Βάλενμπεργκ ήταν ο πιο ενθουσιώδης υποστηρικτής του ΝΑΤΟ ανάμεσα στα επιχειρηματικά στελέχη της Σουηδίας. Είναι τακτικός συμμετέχων στη Λέσχη Μπίλντερμπεργκ, μία ομάδα ελίτ που είναι αφοσιωμένη στη διάδοση του «Ευαγγελίου» του ατλαντισμού και της ελεύθερης αγοράς. Στις εβδομάδες πριν από την απόφαση της Σουηδίας να αιτηθεί την ένταξη στο ΝΑΤΟ, οι Financial Times προέβλεψαν ότι η στάση της δυναστείας Βάλενμπεργκ για ένταξη της Σουηδίας θα «ασκούσε σημαντικές πιέσεις» στους κυβερνώντες Σοσιαλδημοκράτες, στους οποίους φέρεται να ασκεί ιδιαίτερη επιρροή.
Στη σύνοδο του Ελσίνκι, Σουηδοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι δέχτηκαν προειδοποιήσεις ότι η χώρα τους, θα γινόταν λιγότερο ελκυστική για το ξένο κεφάλαιο, αν παρέμενε «το μοναδικό κράτος της Βόρειας Ευρώπης εκτός του ΝΑΤΟ». Αυτό, μαζί με αρκετά καλοπιάσματα από τη Φινλανδία, ήταν ένας από τους καθοριστικούς παράγοντες που οδήγησαν τον υπουργό Άμυνας Πέτερ Χούλτκβιστ σε αλλαγή στάσης και στήριξη της συμμαχίας. Η σουηδική Expressen ανέφερε ότι η συνάντηση φανέρωσε πως η επιχειρηματική κοινότητα κατείχε πολύ μεγαλύτερη εξουσία πάνω στην εξωτερική πολιτική απ’ ό,τι πιστευόταν. Δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε γιατί ο επιχειρηματικός κόσμος επιδεικνύει τέτοια προσήλωση. Η Saab, o σουηδικός γίγαντας της αμυντικής βιομηχανίας, αναμένει τεράστια κέρδη από την ένταξη στο ΝΑΤΟ. Η εταιρία, της οποίας μεγαλομέτοχος είναι η οικογένεια Βάλενμπεργκ, είδε τις τιμές των μετοχών της σχεδόν να διπλασιάζονται από τη ρωσική εισβολή. Ο διευθύνων σύμβουλος Μίκαελ Γιόχανσον είπε ότι η ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ θα ανοίξει νέες δυνατότητες για τη Saab στους τομείς της αντιπυραυλικής άμυνας και της επιτήρησης. Την ώρα που οι ευρωπαϊκές χώρες αυξάνουν τις αμυντικές τους δαπάνες, η εταιρία αναμένει τεράστια κέρδη, ενώ οι εκθέσεις τους για το πρώτο τρίμηνο φανερώνουν ότι τα λειτουργικά τους κέρδη έχουν ήδη αυξηθεί κατά 10% τον τελευταίο χρόνο, φθάνοντας στα 32 εκατ. δολάρια.
Η αξιοσημείωτη επιρροή της επιχειρηματικής ελίτ στο ζήτημα του ΝΑΤΟ αντιβαίνει στην έκφραση γνώμης των πολιτών. Παρόλο που η Σουηδία έχει διεξαγάγει δημοψηφίσματα για κάθε σημαντική απόφαση στην πρόσφατη ιστορία της, όπως για την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή την υιοθέτηση του ευρώ, αυτήν την φορά δεν θα συμβουλευτεί τους πολίτες της για το ΝΑΤΟ. Η πλέον προβεβλημένη πολιτικός που κάλεσε σε διεξαγωγή δημοψηφίσματος ήταν η επικεφαλής του Αριστερού Κόμματος, Νούσι Ντάντγκοσταρ, όμως οι εκκλήσεις της απορρίφθηκαν ευθύς αμέσως. Αντίθετα, η κυβέρνηση φοβούμενη την καταψήφιση της ένταξης στο ΝΑΤΟ, όταν θα υποχωρήσει η πολεμική υστερία, επέλεξε να υιοθετήσει μια προσέγγιση «δόγματος του σοκ», πιέζοντας περισσότερο για ένταξη, όσο η Ουκρανία μονοπωλεί τις ειδήσεις και η κοινή γνώμη φοβάται. Είπε επίσης ότι ένα δημοψήφισμα θα απαιτούσε τεράστια οργάνωση και θα έπαιρνε αρκετούς μήνες για να διεξαχθεί. Αυτό σημαίνει ότι το ζήτημα της ένταξης στο ΝΑΤΟ θα κυριαρχούσε στην προεκλογική εκστρατεία για τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, ένα σενάριο που οι Σοσιαλδημοκράτες είναι αποφασισμένοι να αποφύγουν.
Στη Φινλανδία, ωστόσο, υπάρχει μικρή αντίθεση στο ΝΑΤΟ. Το ζήτημα έχει πλαισιωθεί από ένα εθνικιστικό αίσθημα, ενώ οι πολέμιοι της ένταξης κατηγορούνται ότι δεν ενδιαφέρονται για την ασφάλεια της χώρας τους. Στις 17 Μαΐου, το κοινοβούλιο ψήφισε με τεράστια πλειοψηφία υπέρ της ένταξης, με 188 υπέρ και μόλις 8 κατά. Από αυτούς τους οκτώ, ένας ήταν από το ακροδεξιό Κόμμα των Φινλανδών, ένας άλλος ήταν πρώην μέλος του ίδιου κόμματος και οι υπόλοιποι έξι ήταν από την Αριστερή Συμμαχία. Ωστόσο, οι υπόλοιποι δέκα βουλευτές της Αριστερής Συμμαχίας ψήφισαν υπέρ. Ένας από τους βουλευτές του κόμματος έφτασε ακόμα και στο σημείο να προτείνει νομοθετική ρύθμιση που να προβλέπει την ποινικοποίηση των προσπαθειών για επηρεασμό της κοινής γνώμης από ξένη δύναμη, δημιουργώντας ένα προηγούμενο το οποίο θεωρητικά θα μπορούσε να εκθέσει σε διώξεις όσους ασκούν κριτική στο ΝΑΤΟ.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει επιβραδύνει κάπως αυτή τη δυναμική. Αποκαλώντας τη Φινλανδία και τη Σουηδία «κοιτίδες» της κουρδικής τρομοκρατίας, ο Τούρκος πρόεδρος δεσμεύτηκε να εμποδίσει την ένταξη των δύο βορειοευρωπαϊκών κρατών στο ΝΑΤΟ μέχρι να ικανοποιηθούν τα αιτήματά του (Η συμμαχία απαιτεί ομόφωνη έγκριση από όλα τα κράτη-μέλη, προκειμένου να ενταχθεί ένα νέο κράτος). Ο Ερντογάν κατέκρινε τη Φινλανδία και τη Σουηδία για την άρνησή τους να εκδώσουν 33 μέλη του PKK και των Γκιουλενιστών, κατηγορώντας τους τελευταίους για την αιματηρή απόπειρα πραξικοπήματος το 2016. Έχει απαιτήσει, επίσης, την άρση του εμπάργκο όπλων που επέβαλε η Σουηδία σε απάντηση της τούρκικης εισβολής στην Συρία το 2019.
Τα σχετικά με τους Κούρδους ζητήματα έχουν πρόσφατα αποκτήσει ιδιαίτερη βαρύτητα στην Σουηδική πολιτική ατζέντα. Όταν, πέρυσι, οι Σοσιαλδημοκράτες έχασαν την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, η πρωθυπουργός Μαγκνταλένα Άντερσον αναγκάστηκε να διαπραγματευτεί ευθέως με την κουρδικής καταγωγής βουλευτή και πρώην αντάρτισσα Πεσμεργκά, Αμινέ Κακαμπαβέ, η ψήφος της οποίας θα καθόριζε την τύχη της κυβέρνησης. Ως αντάλλαγμα στην υπερψήφιση της κυβέρνησης, η Κακαμπαβέ απαίτησε την παροχή σουηδικής στήριξης στο YPG στη Συρία, κάτι που οι Σοσιαλδημοκράτες αποδέχτηκαν. Τώρα, αυτή την εβδομάδα, η Κακαμπαβέ κατέκρινε την Άντερσον επειδή «ενέδωσε» στον Ερντογάν και απείλησε να αποσύρει την υποστήριξή της προς την κυβέρνηση. Οι Σοσιαλδημοκράτες μπορεί να απέφυγαν τη μετατροπή των εκλογών του φθινοπώρου σε άτυπο δημοψήφισμα για την ένταξη στο ΝΑΤΟ, όμως η κυβέρνησή τους παραμένει εξαιρετικά αδύναμη και αναμένεται, τους επόμενους μήνες, να αντιμετωπίσει έντονη κριτική. Πολλοί φοβούνται ότι μπορεί να συνάψει μυστική συμφωνία με τον Ερντογάν όπου θα θυσιαστούν οι Κούρδοι ακτιβιστές και οι Τούρκοι αντιφρονούντες, ώστε αυτός να συμφωνήσει στην ένταξη στο ΝΑΤΟ.
Στο μεταξύ, ο ολοένα και πιο τολμηρός πρόεδρος της Κροατίας, Ζόραν Μιλάνοβιτς έχει θέσει ένα άλλο, μικρότερο εμπόδιο, έχοντας υποσχεθεί το μπλοκάρισμα της ένταξης της Σουηδίας και της Φινλανδίας, εκτός αν αλλάξει ο εκλογικός νόμος της Βοσνίας- Ερζεγοβίνης, ώστε να ενισχυθεί η εκπροσώπηση των Κροατών της Βοσνίας.
Τα μέσα ενημέρωσης, τόσο τα ξένα όσο και τα εγχώρια, έχουν συχνά περιγράψει την ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ ως «προσχώρηση στη Δύση», διαλέγοντας πλευρά σε αυτή την, α λα Χάντιγκτον, σύγκρουση πολιτισμών. Αυτή η ρητορική δεν είναι νέα. Το 2017, λίγο αφότου το Μαυροβούνιο εντάχθηκε στη συμμαχία, ο επί μακρόν πρόεδρος της χώρας Μίλο Τζουκάνοβιτς είπε ότι η αντιπαράθεση δεν ήταν «υπέρ ή κατά του ΝΑΤΟ», αλλά αντιπαράθεση «πολιτισμών και κουλτούρας». Ωστόσο είναι ιδιαίτερα αξιοπερίεργο και αποκαλυπτικό να συναντάμε τον ίδιο «αυτο-οριενταλισμό» στην Σκανδιναβία.
Ένας δεξιός σχολιαστής έγραφε πρόσφατα ότι, με την ένταξη στο ΝΑΤΟ, η Σουηδία θα γινόταν επιτέλους μία «φυσιολογική δυτική χώρα». Τότε αναρωτήθηκε προς στιγμήν κατά πόσον η κυβέρνηση θα καταργούσε, οσονούπω, το Systembolaget, το κρατικό μονοπώλιο στα αλκοολούχα ποτά. Με αυτόν τον τρόπο, μπορούμε να πάρουμε μια αίσθηση για το τι πραγματικά σημαίνει η «προσχώρηση στη Δύση»: πρόσδεση σε ένα μπλοκ, καθοδηγούμενο από τις ΗΠΑ και ταυτόχρονα εγκατάλειψη κάθε, έστω και κατ’ όνομα, σοσιαλιστικού θεσμού, μία διαδικασία που δρομολογείται εδώ και δεκαετίες.
Η προβολή της εγκατάλειψης της από θέσεις αρχών ουδετερότητας ως ηθικής επιλογής, παρακολουθεί τον μεταβαλλόμενο ορισμό του διεθνισμού, ειδικά για την σκανδιναβική Αριστερά. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι Σουηδοί Σοσιαλδημοκράτες διατύπωσαν θέσεις διεθνούς αλληλεγγύης υποστηρίζοντας τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα στον λεγόμενο Παγκόσμιο Νότο. Κανείς άλλος δεν εξέφρασε καλύτερα αυτό το πνεύμα από τον Ούλοφ Πάλμε, ο οποίος πόζαρε σε φωτογραφίες μαζί με τον Φιντέλ Κάστρο καπνίζοντας πούρα και κατέκρινε τους αμερικανικούς αεροπορικούς βομβαρδισμούς του Ανόι και του Χαϊφόνγκ, συγκρίνοντάς τους με τη «Γκερνίκα, το Οραντούρ, το Μπάμπι Γιαρ, το Κατίν, το Λίντιτσε, τη Σάρπβιλ και την Τρεμπλίνκα». Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας τη δεκαετία του 1990, αυτός ο «ενεργητικός διεθνισμός» ανανοηματοδοτήθηκε ως ένα «καθήκον προστασίας» ορισμένων μη-δυτικών θυμάτων επιθετικότητας. Με την ίδια λογική τώρα, τα κράτη οφείλουν να συσπειρωθούν σε μια «συμμαχία δημοκρατιών» ώστε να αντιμετωπίσουν την τυραννία και την τρομοκρατία, ακόμα και μέσω αλλαγής καθεστώτων, εάν είναι απαραίτητο.
Όμως η απόφαση για ένταξη στο ΝΑΤΟ δεν βασίζεται σε μια κούφια συζήτηση περί αλληλεγγύης, αλλά παρουσιάζεται επίσης ως ιδιοτελής ενέργεια, ζωτικής σημασίας: η αμυντική απάντηση στη «ρωσική απειλή». Όσον αφορά την Σουηδία, καλούμαστε να πιστέψουμε ότι σήμερα η χώρα αντιμετωπίζει μία απειλή ακόμα μεγαλύτερη και από τους δύο Παγκοσμίους Πολέμους και ότι ο μόνος τρόπος για να αντιμετωπιστεί είναι η ένταξη σε μια ενισχυμένη στρατιωτική συμμαχία. Παρά την υποτιθέμενη δυσκολία προέλασης της Ρωσίας απέναντι σε έναν πολύ πιο αδύναμο αντίπαλο στην Ουκρανία, μας λένε ότι αυτή συνιστά άμεση απειλή για την Στοκχόλμη και το Ελσίνκι.
Μέσα σε έναν τέτοιο τεχνητό πανικό, έχουν αγνοηθεί οι πραγματικές απειλές ενάντια στον σκανδιναβικό τρόπο ζωής: Η συρρίκνωση του κράτους πρόνοιας, η ιδιωτικοποίηση και η εμπορευματοποίηση της παιδείας, οι αυξανόμενες ανισότητες και η αποδυνάμωση του καθολικού συστήματος υγείας. Την ώρα που βιάζονται να συνταχθούν με «τη Δύση», οι κυβερνήσεις της Σουηδίας και της Φινλανδίας έχουν δείξει πολύ μικρότερη εγρήγορση στην αντιμετώπιση αυτών των κοινωνικών κρίσεων.
Πηγή: New Left Review, της Της Λίλι Λιντς – Μετάφραση: Θοδωρής Τσαβέας, Σωτήρης Λαπιέρης