1

Ο Σκάι και ο Ολοκληρωτισμός

του Βασίλη Λιόση

Ο ΣΚΑΪ είναι γνωστό ότι ειδικεύεται με ιδιαίτερο ζήλο στον αντικομμουνισμό και σε ό,τι πιο οπισθοδρομικό. Στο πλαίσιο αυτού του «ευγενούς» αγώνα του άνοιξε συζήτηση (στον ραδιοφωνικό σταθμό) με θέμα τον «ολοκληρωτισμό του 20ου αιώνα». Συντονιστής των συζητήσεων, ποιος άλλος, ο Πορτοσάλτε γνωστός για την αλλεργία του σε ό,τι παραπέμπει στις κομμουνιστικές ιδέες. Αναλυτές του φαινομένου του «ολοκληρωτισμού» οι Θάνος Βερέμης, Θανάσης Διαμαντόπουλος, Νίκος Μαραντζίδης, Χαράλαμπος Παπασωτηρίου και Ευάνθης Χατζηβασιλείου, οι περισσότεροι αν όχι όλοι συχνοί θαμώνες του σταθμού.

Οι αναλυτές με πολύ μεγάλη προχειρότητα σκέψης απεφάνθησαν:

    • Τα δημοψηφίσματα είναι επικίνδυνα για τη δημοκρατία γιατί εισάγουν το δίπολο του ΝΑΙ-ΟΧΙ (Διαμαντόπουλος).
    • Για την άνοδο του ναζισμού ούτε λίγο ούτε πολύ υπαίτιος ήταν ο γερμανικός λαός που τον ψήφισε (Διαμαντόπουλος).
    • Ο Χίτλερ εκμηδένισε την ανεργία (Διαμαντόπουλος).
    • Η ιδεολογική μήτρα του ναζισμού και του λενινισμού βρίσκεται στη βία των ανθρώπων (Διαμαντόπουλος).
    • Τα δύο καθεστώτα του κομμουνισμού και του φασισμού είχαν εκπληκτικά καλή σχέση με το ψέμα (Διαμαντόπουλος).
    • Είναι μύθος ότι οι ναζί στηρίχθηκαν από το μεγάλο κεφάλαιο (Χατζηβασιλείου).
    • Κομμουνισμός και φασισμός παρουσίασαν μεγάλες ομοιότητες στην οικονομία (Μαραντζίδης).

Η απάντηση τέτοιων αιτιάσεων όπως οι παραπάνω απαιτεί παράθεση πολλών στοιχείων. Ωστόσο, θα σταθούμε σε ορισμένα, κατά τη γνώμη μας, κομβικά σημεία έστω και κωδικοποιημένα.

 

Ας ξεκινήσουμε με το ερώτημα «ποιος βοήθησε τον Χίτλερ»;

    • Κατά τη διάρκεια της επαναστατικής περιόδου 1918-1923 το Γενικό Επιτελείο Στρατού θεωρούσε πως οι ναζί και όσοι βρίσκονταν πέριξ τους, αποτελούσαν μία χρήσιμη και αντίρροπη δύναμη απέναντι στο εργατικό κίνημα. Συγχρόνως η σκέψη για πραξικόπημα ήταν πάντα ζωντανή.
    • Οι βιομήχανοι παράλληλα επισήμαιναν την ανάγκη επιβολής δικτατορίας. Προμήνυμα για τι θα ακολουθούσε αποτέλεσε η κήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης από την κυβέρνηση της Βαυαρίας.
    • Στη Γερμανία των πρώτων χρόνων της δεκαετίας του 1920 εμφανίστηκαν και αναπτύχθηκαν ακροδεξιές οργανώσεις, οι οποίες χρηματοδοτήθηκαν από το κεφάλαιο.
    • Στο συλλαλητήριο του ναζιστικού κόμματος το 1929, στη Νυρεμβέργη μεταξύ άλλων συμμετείχε και ο μεγαλοβιομήχανος Ρουρ Έμιλ Κίρντορφ, αφεντικό του μεγάλου κονσόρτσιουμ της μεταλλουργίας Gelsenkirchen.
    • Στις 27 Ιανουαρίου του 1932, όπως και το 1929 σε συνάντηση που έλαβε χώρα στο Ντύσελντορφ, ο Χίτλερ ανέπτυξε το πρόγραμμά του σε τριακόσιους εκπροσώπους του μεγάλου χρηματιστικού-βιομηχανικού κεφαλαίου, υποσχόμενος να ξεριζώσει τον μαρξισμό από τη Γερμανία.
    • Το 1932 ο Χίτλερ διορίστηκε στη θέση του καγκελάριου το 1932, ενώ δεν είχε κερδίσει τις εκλογές.
    • Τον Φεβρουάριο του 1933 ο Χίτλερ εγκαινίασε μία έκθεση αυτοκινήτων στο Βερολίνο όπου εξήγγειλε ένα πρόγραμμα κατασκευής αυτοκινητόδρομων και μείωσης φόρων προκειμένου να βοηθηθούν οι αυτοκινητοβιομηχανίες. Ο Χίτλερ «έκλεινε το μάτι» στο μεγάλο κεφάλαιο, δηλώνοντάς τους πως «εγώ είμαι ο άνθρωπός σας». Το μεγάλο κεφάλαιο ανταποκρίθηκε στο «κλείσιμο του ματιού» με την πλουσιοπάροχη στήριξή του.
    • Τις πρώτες ημέρες του Ιανουαρίου του 1933 στην Κολωνία στο σπίτι του τραπεζίτη Σρέντερ, πραγματοποιείται συνάντηση όπου πρωτοκλασάτοι Γερμανοί αστοί (Φέγκλερ, Κίρντορφ, Τίσεν, Σρέντερ) συνομίλησαν με τον Πάπεν, τον Χούγκεμπεργκ και τον Χίτλερ. Το πρόβλημα της παράδοσης της εξουσίας λύθηκε με την απόφαση αυτή να δοθεί στους ναζί.

Όλα αυτά πριν την αναρρίχηση των ναζί στην εξουσία. Κατόπιν της αναρρίχησής τους οι μπίζνες ανάμεσα στον ναζισμό και στο μεγάλο κεφάλαιο ήταν τεραστίων διαστάσεων.

 

Ας συνεχίσουμε με το ερώτημα «Ο Χίτλερ μηδένισε την ανεργία;»

Τα στοιχεία που υπάρχουν δείχνουν πως τα στατιστικά στοιχεία στη ναζιστική Γερμανία μαγειρεύονταν ποικιλοτρόπως και αυτό που είχε δημιουργηθεί ήταν μία ψευδής εικόνα. Συγκεκριμένα: πρώτο, μέσω της χορήγησης δανείων γάμου σε ζευγάρια που επρόκειτο να παντρευτούν, οι γυναίκες υποχρεώνονταν να αποσυρθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα από την αγορά εργασίας, με αποτέλεσμα να μην υπολογίζονται στη λίστα των ανέργων. Δεύτερο, μέσω των πιέσεων για εγγραφή των εργαζομένων στην «Υπηρεσία Εθελοντικής Εργασίας». Συχνά άνεργοι εργάτες υποχρεώνονταν να επιλέξουν αγροτικές δουλειές, διαφορετικά έχαναν τα επιδόματα που λάμβαναν μέχρι εκείνη τη στιγμή. Σε πολλές περιπτώσεις οι αμοιβές αυτών των εργατών ήταν χαμηλότερες από τα επιδόματα. Τρίτο, μέσω της διασταλτικής έννοιας της εργασίας, αφού ως εργαζόμενοι λογίζονταν άνθρωποι που ως μέλη της οικογένειας βοηθούσαν χωρίς αμοιβή στις αγροτικές εργασίες. Επιπλέον, η «εθελοντική» εργασία ήταν άμισθη εργασία συνδεδεμένη με την Πρόνοια και βρισκόταν εκτός του νομικού πλαισίου που όριζε τις εργασιακές σχέσεις. Τέταρτο, με την καθιέρωση της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας τον Μάιο του 1935.

Με βάση όλα αυτά υπολογίζεται πως στη Γερμανία εκείνης της εποχής υπήρχαν τουλάχιστον 1,5 εκατομμύριο «αόρατοι» άνεργοι με αποτέλεσμα τα λιγότερα από δύο εκατομμύρια ανέργων που υπολόγιζαν οι στατιστικές των ναζί, έφταναν στην πραγματικότητα κοντά στα τέσσερα εκατομμύρια. Οι ναζί ισχυρίζονταν πως σε διάστημα δύο ετών είχαν απορροφήσει 8 εκατομμύρια ανέργους. Όμως, το 70% περίπου των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν από το καθεστώς ήταν στο πλαίσιο των δημόσιων έργων και το εργατικό δυναμικό που απασχολείτο σε αυτό ήταν στη βάση της «εθελοντικής» εργασίας. Μάλιστα, οι συνθήκες εργασίας στους αυτοκινητόδρομους ήταν τόσο σκληρές, οι μερίδες του συσσιτίου τόσο μικρές, οι ώρες απασχόλησης τόσο πολλές, που συχνά σημειώνονταν στασιασμοί και απεργίες. Οι πιο «ανήσυχοι» στάλθηκαν στο Νταχάου για «επανεκπαίδευση», προκειμένου να παραδειγματιστούν όσοι έμεναν πίσω.

Η κοινωνική πρόνοια των ναζί όχι μόνο ήταν κίβδηλη αλλά επιτελούσε ένα πολιτικό και ιδεολογικό ρόλο. Μέσω των γραφείων Πρόνοιας συλλέγονταν πληροφορίες για εκατομμύρια πολίτες, οι οποίοι στη συνέχεια κατηγοριοποιούνταν. Έτσι, δημιουργείτο η κατηγορία των αντικοινωνικών μέσω μιας φυλετικής και κοινωνικής διύλισης. Οι ναζί αποκαλούσαν αυτή την κοινωνική κατηγορία ως απόβλητα και η κατάληξη των αποβλήτων ήταν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και η φυσική εξόντωση. Εν τέλει, υπήρξε μία μείωση της ανεργίας, αφού υπολογίζεται πως στη Γερμανία του 1933 υπήρχαν 6 εκατομμύρια άνεργοι, αλλά σε κάθε περίπτωση η μείωση απείχε πολύ από τα χαλκευμένα στοιχεία που παρουσίαζε το ναζιστικό καθεστώς.

 

Τρίτο ερώτημα: υπήρχαν ομοιότητες στην οικονομία ανάμεσα σε κομμουνισμό και φασισμό;

Το απόφθεγμα περί ομοιοτήτων αποτελεί μία μεγάλη ιδεολογική και πολιτική απάτη και μάλιστα συνειδητή. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που μας λένε βλακωδώς ότι η Ελλάδα είναι η τελευταία σοβιετική δημοκρατία. Η διαπίστωση περί πολλών μεγάλων ομοιοτήτων στην οικονομία ανάμεσα στον κομμουνισμό και στον φασισμό εμπεριέχει μεθοδολογικά και επιστημονικά λάθη και ταυτόχρονα μπόλικη πώρωση (αυτό το τελευταίο το λέμε και ταξικό μίσος).

Στην περίπτωση του επιστημονικού και μεθοδολογικού λάθους οι βαθυστόχαστοι αναλυτές δεν απαντάνε σε μερικά βασικά ερωτήματα και ούτε και τους τα θέτει κάποιος στις στημένες συζητήσεις τους:

α) Από πού τεκμαίρεται η υπεροχή του κρατικού τομέα στην οικονομία την περίοδο της ναζιστικής εξουσίας;

β) Η μεγάλη συμμετοχή του κρατικού τομέα συνιστά σοσιαλισμό; Αν ναι, θα πρέπει να καταλήξουμε στο απίθανο συμπέρασμα πως η Ευρώπη μεταπολεμικά ήταν καθολικά σοσιαλιστική, αφού είχε επικρατήσει το διαχειριστικό μοντέλο του κεϋνσιανισμού και των κρατικοποιήσεων. Ανάμεσα στις σοσιαλιστικές χώρες θα πρέπει να συμπεριλάβουμε την Ιταλία, τη Γερμανία, τη Σουηδία κ.ά.

γ) Το κυριότερο, όμως, που δεν μας λένε και επιμελώς το ξεχνάνε είναι τούτο: υπήρχε ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής στη Σοβιετική Ένωση και στις άλλες σοσιαλιστικές χώρες; Από την άλλη στη ναζιστική Γερμανία η οικονομία ήταν ή όχι καπιταλιστική;

*  *  *  *

Η θεωρία του ολοκληρωτισμού, οικοδομημένη στα πιο αντιδραστικά think tank δεν είναι απόρροια κάποιων δημοκρατικών ευαισθησιών. Δεν στοχεύει στο πλάτεμα της δημοκρατίας και σε μία αντικειμενική ιστορική ανάλυση. Δεν υπάρχει καμία αντικειμενικότητα όταν τα ιστορικά στοιχεία κατακρεουργούνται για να μην πούμε ότι αποκρύπτονται επιμελώς. Η θεωρία του ολοκληρωτισμού δεν είναι αντιφασιστική. Άλλωστε ο καθηγητής Διαμαντόπουλος δεν θέλει τα δημοψηφίσματα που τα θεωρεί στοιχείο του ολοκληρωτισμού. Είναι θεωρία αντικομμουνιστική. Θεωρία που εξισώνει τις δυο ιδεολογίες και τα δύο συστήματα δεν λαμβάνει υπόψη τα αίτια γέννησής τους, το γεγονός ότι διαφοροποιούνται δραματικά στην κοινωνική τους στόχευση, στο ότι ο σοσιαλισμός προκύπτει ως προϊόν κοινωνικής επανάστασης, στο ότι ο κομμουνισμός δεν είναι εθνικιστικός, ρατσιστικός και μισάνθρωπος σε αντίθεση με τον ναζισμό, στο ότι ο ναζισμός γεννήθηκε στο έδαφος του καπιταλισμού, στο ότι οι νεοναζί σε όλο τον κόσμο προκύπτουν από τη σαπίλα του καπιταλισμού και με πολιτική και οικονομική στήριξη του κεφαλαίου. Και βεβαίως βεβαίως δεν λαμβάνει υπόψη το πώς νικήθηκε ο ναζισμός. Αν δεν υπήρχε Σοβιετική Ένωση, κύριοι ανιστόρητοι και άθλιοι αντικομμουνιστές, το πιθανότερο είναι η Ευρώπη να ήταν υπό ναζιστική κατοχή στο σύνολό της. Ας μην ξεχνάμε πως η Γαλλία παραδόθηκε στη Γερμανία σε μία εβδομάδα. Η ταύτιση κομμουνισμού φασισμού είναι ύβρις απέναντι στα 25 εκατομμύρια νεκρών σοβιετικών πολιτών. Οι Έλληνες απολογητές διανοούμενοι, αν υποθέσουμε ότι είναι  τέτοιοι (αναφερόμαστε στο διανοούμενοι και όχι στο απολογητές), δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά να αναμασάνε τη Χάνα Άρεντ, τον Άρθουρ Κέστλερ και άλλους πατενταρισμένους αντικομμουνιστές με πολλούς εξ αυτών να είναι επαγγελματίες αντικομμουνιστές με την πραγματική έννοια του όρου. Επομένως, δεν έχουν και καμία πρωτοτυπία στη σκέψη τους. Απλώς μηρυκάζουν τα έτοιμα. Πάντως, σε περίπτωση που δεν είναι εις γνώση τους, τους γνωστοποιούμε την «περίφημη» ρήση ενός κορυφαίου αντικομμουνιστή, του Ερνστ Νόλτε με βάση την οποία «Η ιστορικογενετική εκδοχή της θεωρίας του ολοκληρωτισμού είναι συνεπώς ένα ανεξάρτητο Παράδειγμα, και είναι ξεκάθαρο, ότι αυτή προσεγγίζει τόσο τον κομμουνισμό όσο και τον εθνικοσοσιαλισμό περισσότερο βαθιά απ’ ό,τι η στρουκτουροαναλυτική εκδοχή, αφού λαμβάνει υπόψη αυτό που είναι κοινό και των δυο κινημάτων και καθεστώτων, δηλαδή την αυτοαντίληψή τους ως “δράση” και ως “αντίδραση”. Τίποτα δεν προκύπτει απ’ αυτή επιτακτικότερα από τη θέση, ότι το “Γκουλάγκ” ήταν πρωταρχικότερο από το “Άουσβιτς”». Με άλλα λόγια κατά τους θεωρητικούς του ολοκληρωτισμού ο κομμουνισμός ήταν ο προθάλαμος του φασισμού. Και εις ανώτερα…

Υ.Γ.1: Οι κύριοι καθηγητές που με τόσο στόμφο, ένταση και ζήλο καταφέρονται ενάντια στον κρατισμό, είναι αυτοί που πληρώνονται από το κράτος για να χύνουν στα φοιτητικά αμφιθέατρα και στα Μέσα Ενημέρωσης ανενόχλητοι το αντικομμουνιστικό τους δηλητήριο. Δηλαδή, τους πληρώνουμε όλοι εμείς για να επιδοθούν στο «θεάρεστο» έργο τους. Έτσι για να μην ξεχνιόμαστε.

Υ.Γ.2: Θα προτείναμε στον ΣΚΑΪ στην επόμενη συζήτηση να προσκαλέσει και την άλλη άποψη. Διαφορετικά αν όλοι ομονοούν μπορεί ο σταθμός και ο Πορτοσάλτε να κατηγορηθούν για ολοκληρωτισμό…