Ανακοίνωση του Σοσιαλιστικού Κινήματος του Καζακστάν για την κατάσταση στη χώρα
Για τις εξελίξεις στο Καζακστάν και την επίθεση των δυνάμεων καταστολής στις λαϊκές εργατικές διαδηλώσεις ενάντια στην ακρίβεια και τις αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας, σε ανακοίνωσή του το Σοσιαλιστικό Κίνημα του Καζακστάν, αναφέρει:
«Στο Καζακστάν βρίσκεται σε εξέλιξη μια πραγματική λαϊκή εξέγερση και από την αρχή οι κινητοποιήσεις είχαν κοινωνικό και ταξικό χαρακτήρα, αφού ο διπλασιασμός της τιμής του υγροποιημένου αερίου στο χρηματιστήριο ήταν μόνο η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι της υπομονής. Άλλωστε, οι διαδηλώσεις ξεκίνησαν ακριβώς στο Ζαναοζέν, με πρωτοβουλία των εργαζομένων στη βιομηχανία εξόρυξης πετρελαίου, που έγινε ένα είδος πολιτικής έδρας ολόκληρου του κινήματος διαμαρτυρίας.
Και η δυναμική αυτού του κινήματος είναι ενδεικτική, αφού ξεκίνησε ως κοινωνική διαμαρτυρία, μετά άρχισε να επεκτείνεται και οι εργατικές κολεκτίβες πραγματοποίησαν συλλαλητήρια για να προβάλουν τα δικά τους αιτήματα για αύξηση μισθών κατά 100%, ακύρωση αποτελεσμάτων των ιδιωτικοποιήσεων, βελτίωση των συνθηκών εργασίας και ελευθερία της συνδικαλιστικής δραστηριότητας. Ως αποτέλεσμα, στις 3 Γενάρη, ολόκληρη η περιοχή Μαγκνιστάου προσχώρησε σε γενική απεργία, η οποία επεκτάθηκε στη γειτονική περιοχή Ατιράου.
Αξιοσημείωτο είναι ότι ήδη στις 4 Γενάρη, οι εργαζόμενοι στη βιομηχανία πετρελαίου της εταιρείας “Tengizchevroil”, όπου η συμμετοχή των αμερικανικών εταιρειών στην ιδιοκτησία της φτάνει το 75%, προσχώρησαν στην απεργία. Εκεί ήταν που τον περασμένο Δεκέμβρη είχαν απολυθεί 40.000 εργαζόμενοι και σχεδιάζονταν μια νέα σειρά απολύσεων. Στη συνέχεια τους εργάτες υποστήριξαν κατά τη διάρκεια της ημέρας οι εργαζόμενοι στις περιοχές Ακτιούμπονσκ και του Δυτικού Καζακστάν και της περιοχής Κιζιλορντίσκ.
Επιπλέον, το βράδυ της ίδιας ημέρας ξεκίνησαν απεργίες ανθρακωρύχων της εταιρείας “ArmelorMittal Temirtau” στην περιοχή Καραγκαντά και στα μεταλλουργεία χαλκού και των ανθρακωρύχων στην εταιρεία “Kazakhmys”, κάτι που μπορεί ήδη να θεωρηθεί ως γενική απεργία σε ολόκληρη την εξορυκτική βιομηχανία της χώρας. Και εδώ επίσης τέθηκαν αιτήματα για υψηλότερους μισθούς, μείωση των ορίων συνταξιοδότησης, δικαίωμα συγκρότησης συνδικάτων και διεξαγωγής απεργιών.
Ταυτόχρονα, συγκεντρώσεις διαρκείας ξεκίνησαν ήδη την Τρίτη σε Ατουράου, Ουράλσκ, Ακτοουμπόσνκ, Κουζούλ – Όρντα, Ταράζ, Ταλντογκοργκάν, Τουρκεστάν, Σιμκέντ, Εκιμπαστούζ και στις πόλεις της περιοχής της Αλματά, στην ίδια την πόλη της Άλμα-Ατά, όπου το βράδυ 4 προς 5 Γενάρη σε ανοιχτή συμπλοκή διαδηλωτών με την αστυνομία καταλήφθηκε προσωρινά το ακιμάτ (δημαρχείο) της πόλης. Αυτό οδήγησε τον πρόεδρο του Καζακστάν, Κασίμ – Ζομάρτ Τοκάεφ, να κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
Πρέπει να σημειωθεί ότι στις κινητοποιήσεις αυτές στην Άλμα – Ατά συμμετείχαν κυρίως άνεργοι νέοι και εσωτερικοί μετανάστες που ζουν στα προάστια της μητρόπολης και εργάζονται σε προσωρινές ή χαμηλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας. Οι προσπάθειες να τους καθησυχάσουν με υποσχέσεις πως θα μειωθεί η τιμή του φυσικού αερίου στα 50 τένγκε, αποκλειστικά για την περιοχή Μανγκιστάου και το Αλμάτι, δεν ικανοποίησαν κανέναν τους.
Η απόφαση του Κασίμ – Ζομάρτ Τοκάεφ να παύσει την κυβέρνηση και στη συνέχεια να απομακρύνει τον Νουρσουλτάν Ναζαρμπάεφ από τη θέση του προέδρου του Συμβουλίου Ασφαλείας επίσης δεν σταμάτησε τις διαδηλώσεις, καθώς στις 5 Γενάρη ξεκίνησαν μαζικές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας σε αυτά τα περιφερειακά κέντρα του Βορρά και στο Ανατολικό Καζακστάν, όπου δεν υπήρχαν στο παρελθόν – σε Πετροπάβλοφσκ, Παβλαντάρ, Ουστ – Καμενογκόρσκ, Σεμιπαλάτονσκ. Ταυτόχρονα, έγιναν προσπάθειες κατάληψης των κτιρίων των περιφερειακών διοικήσεων στο Ακτιούμπινσκ, στο Ταλντικοργκάν, στο Σιμκέντ, στην Άλμα – Ατά.
Στο ίδιο το Ζαναοζέν, στη συγκέντρωση διαρκείας οι εργαζόμενοι διατύπωσαν νέα αιτήματα – την παραίτηση του νυν προέδρου και όλων των αξιωματούχων του Ναζαρμπάεφ, την αποκατάσταση του Συντάγματος του 1993 και των σχετικών ελευθεριών για τη δημιουργία κομμάτων, συνδικαλιστικών οργανώσεων, την απελευθέρωση πολιτικών κρατουμένων και τον τερματισμό της καταστολής. Αμέσως δημιουργήθηκε ένα Συμβούλιο το οποίο έγινε άτυπο όργανο τοπικής εξουσίας.
Αυτά τα αιτήματα και τα συνθήματα μεταδόθηκαν στις διάφορες πόλεις και περιοχές και μεταδόθηκαν σε όλο το κίνημα και ο αγώνας έλαβε πολιτικό περιεχόμενο. Γίνονται επίσης προσπάθειες επιτόπου να δημιουργηθούν επιτροπές και συμβούλια συντονισμού του αγώνα.
Την ίδια ώρα στρατεύματα μετακινήθηκαν στην Άλμα-Ατά, στο Ακτάου και στο Ζαναοζέν, αν και όλα πήγαν ειρηνικά στην περιοχή Μαγκνιστάου και οι στρατιώτες αρνήθηκαν να διαλύσουν τους διαδηλωτές, αντίθετα στη νότια πρωτεύουσα τη νύχτα της 5ης προς την 6η Γενάρη οι ειδικές δυνάμεις ξεκίνησαν τις εκκαθαρίσεις του αεροδρομίου και των γειτονιών που κατέλαβαν οι εξεγερμένοι. Σύμφωνα με διάφορες πηγές, υπάρχουν ήδη δεκάδες νεκροί από τους διαδηλωτές.
Σε αυτή την κατάσταση υπάρχει ο κίνδυνος βίαιης καταστολής όλων των διαμαρτυριών και απεργιών και εδώ είναι απαραίτητο να παραλύσουμε εντελώς τη χώρα με μια γενική απεργία. Ως εκ τούτου είναι επείγουσα η συγκρότηση ενιαίων επιτροπών δράσης σε εδαφική και παραγωγική βάση για την παροχή οργανωμένης αντίστασης στη στρατιωτική και αστυνομική τρομοκρατία.
Από αυτή την άποψη, η υποστήριξη ολόκληρου του διεθνούς εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος, των αριστερών οργανώσεων είναι επίσης απαραίτητη προκειμένου να οργανωθεί μια μεγάλης κλίμακας εκστρατεία στον κόσμο.
Το Σοσιαλιστικό Κίνημα απαιτεί:
– Άμεση λήξη των εχθροπραξιών κατά του λαού μας και την αποχώρηση των στρατευμάτων από τις πόλεις!
– Άμεση παραίτηση όλων των στελεχών του Ναζαρμπάεφ, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου Τοκάεφ!
– Απελευθέρωση όλων των πολιτικών κρατουμένων και κρατουμένων!
– Διασφάλιση του δικαιώματος για δημιουργία συνδικάτων, πολιτικών κομμάτων, διεξαγωγής απεργιών και συγκεντρώσεων!
– Νομιμοποίηση των δραστηριοτήτων του απαγορευμένου Κομμουνιστικού Κόμματος Καζακστάν και του Σοσιαλιστικού Κινήματος του Καζακστάν!
Καλούμε όλους τους εργαζόμενους της χώρας να εφαρμόσουν στην πράξη το αίτημα των δολοφονημένων εργατών της βιομηχανίας πετρελαίου στο Ζαναοζέν – να κρατικοποιηθεί, υπό τον έλεγχο των εργατικών κολεκτίβων, ολόκληρη η μεταλλευτική και μεγάλης κλίμακας βιομηχανία της χώρας!».