Σταματήστε να αναπαράγετε τις θέσεις του Βρετανικού Μουσείου. Τίποτα το νέο δεν κομίζουν οι δηλώσεις ιθυνόντων του Βρετανικού Μουσείου, όπως μεταφέρονται από αμερικάνικα και βρετανικά ΜΜΕ εδώ και δύο μέρες. Είναι, λέει, έτοιμοι να υπογράψουν μια συμφωνία «δανεισμού κάποιων τεμαχίων» των γλυπτών, με τα κατάλληλα «ανταλλάγματα» -ομήρους δηλαδή, ώστε να είναι σίγουροι ότι τα γλυπτά θα επιστρέψουν στο Λονδίνο- με την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα θα αναγνωρίσει την κυριότητα των αρχιτεκτονικών γλυπτών του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο. Μα αυτή είναι η θέση του Βρετανικού Μουσείου από όταν ξεκίνησε η ελληνική διεκδίκηση από την Μελίνα Μερκούρη!
Η απάντηση του Βρετανικού Μουσείου όλα αυτά τα χρόνια είναι πανομοιότυπη: «τα γλυπτά έχουν αποκτηθεί νόμιμα από το Βρετανικό Μουσείο, μας ανήκουν, αν θέλει η Ελλάδα μπορούμε να της τα δανείζουμε για περιοδικές εκθέσεις και να γυρνάνε πίσω στο Λονδίνο, αρκεί να αποδεχτεί η Ελλάδα ότι η ιδιοκτησία των γλυπτών ανήκει στο Βρετανικό Μουσείο». Άλλωστε, το Βρετανικό Μουσείο μόνο για περιοδικό δανεισμό μπορεί να συζητήσει –όπως έκανε και με το Μουσείο Ερμιτάζ το 2014, όταν δάνεισε για ολιγόμηνη έκθεση στο ρωσικό μουσείο τη μορφή του Ιλισού από το αέτωμα του Παρθενώνα. Για την οριστική επιστροφή των γλυπτών στην Αθήνα χρειάζεται και η πολιτική βούληση της Βρετανικής κυβέρνησης, ώστε να αλλάξει ο σχετικός νόμος (British Act) ή να ενεργοποιηθούν οι διατάξεις του Charities’ Act για τα γλυπτά του Παρθενώνα.
Το ίδιο ακριβώς λέει και σήμερα το Βρετανικό Μουσείο: ότι είναι διατεθειμένο να μας δανείσει κάποια κομμάτια από τα γλυπτά, κι αν θέλουμε, αυτό μπορεί να ξεκινήσει στις αρχές του 2023 –το «προεκλογικό τυρί» για να χάψουμε και τη φάκα! Πολύ σωστά ο Γενικός Διευθυντής του Μουσείου της Ακρόπολης μίλησε για «προβοκατόρικο δημοσίευμα» (δήλωση στην ΕφΣυν), ενώ πηγές του ΥΠΠΟΑ το διέψευσαν.
Τι δεν καταλαβαίνουν οι δημοσιογράφοι των ελληνικών ΜΜΕ; Για κάποιο λόγο αυτό δεν ήταν αρκετό για τα δελτία ειδήσεων της ελληνικής τηλεόρασης τα οποία, σε μια παβλοφικού τύπου αντίδραση, άρχισαν εν χορώ να «παίζουν» την είδηση χωρίς να ασχοληθούν με το περιεχόμενό της. Και κατάφεραν τα ελληνικά ΜΜΕ να αναδειχθούν, χτες και σήμερα, στους καλύτερους προπαγανδιστές της «γραμμής» του Βρετανικού Μουσείου. Γιατί τι άλλο κάνουν όταν παρουσιάζουν ως «σημαντική είδηση» την πάγια θέση του Βρετανικού Μουσείου; Μια θέση την οποία έχουν αντιπαλέψει όλες οι κυβερνήσεις της χώρας;
Η είδηση που διέρρευσε από την ελληνική κυβέρνηση στις αρχές Δεκεμβρίου, μέσω της εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ, μιλούσε για προκαταρκτικές συζητήσεις, οι οποίες δεν μπόρεσαν να ολοκληρωθούν γιατί υπήρξαν κάποια «αγκάθια» στις διαπραγματεύσεις. Το αγκάθι της κυριότητας των γλυπτών, που το Βρετανικό Μουσείου θέλει να κατοχυρώσει ότι του ανήκει νόμιμα –και καμία ελληνική κυβέρνηση ως τώρα δεν αναγνωρίζει. Ούτε καν η κυβέρνηση Μητσοτάκη!
Η τωρινή κυβέρνηση δεν έχει την έξωθεν καλή μαρτυρία. Όχι μόνο γιατί το 2019 ο Πρωθυπουργός μίλησε, σε βρετανικές εφημερίδες, για «δανεισμό», κάτι που μετά αναγκάστηκε να ανασκευάσει η ελληνική κυβέρνηση. Όχι μόνο γιατί ξεκίνησε διαπραγματεύσεις σε ανώτατο επίπεδο (Πρωθυπουργού και Υπουργών) με τον Πρόεδρο του Βρετανικού Μουσείου σε βρετανικό έδαφος, ενέργεια που όχι μόνο είναι αντιθεσμική, αλλά και ουσιαστικά «άδειασε» με ασύγγνωστη ελαφρότητα την απόφαση της 22ης Συνόδου UNESCO για «διακυβερνητική διαπραγμάτευση», που εκδόθηκε το 2021 μετά από έντονη πίεση της ελληνικής πλευράς. Δώσαμε έτσι ένα μήνυμα ότι η Ελλάδα είναι εντελώς αναξιόπιστη, όταν τη μία μέρα πιέζει για διαπραγματεύσεις με την βρετανική κυβέρνηση και την επόμενη μέρα (Οκτώβριος 2021) ο Πρωθυπουργός της χώρας αλλάζει γνώμη και ξεκινά συνομιλίες απευθείας με το Βρετανικό Μουσείο!
Πολύ περισσότερο, όμως, γιατί η επαίσχυντη συμφωνία για την Συλλογή Στερν, συμφωνία νομιμοποίησης της αρχαιοκαπηλίας, υπογράφτηκε, ψηφίστηκε και προβλήθηκε ως «πρότυπο» από αυτή την κυβέρνηση. Είναι η πλειοψηφία της ΝΔ στην ελληνική Βουλή που δέχτηκε να νομιμοποιηθεί η αρχαιοκαπηλική συλλογή Στερν και να παραμένει προς έκθεση για 25+25 χρόνια στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Ν. Υόρκης, με τον αποικιοκρατικό όρο ότι για κάθε κυκλαδικό αντικείμενο που θα έρχεται από την Ν. Υόρκη στην Ελλάδα από το 2034 ως το 2073, η Ελλάδα θα στέλνει ένα ανάλογης αξίας κυκλαδικό εύρημα στην Ν. Υόρκη! Τι μήνυμα έδωσε η χώρα με τη συμφωνία αυτή; Ότι μπορούν να παραμείνουν τα γλυπτά του Παρθενώνα για έκθεση στο Λονδίνο με μια πινακίδα που θα αναγράφει ότι ανήκουν στην Ελλάδα, όπως ακούσαμε να λένε βουλευτές της ΝΔ στη Βουλή; Ή, ακόμη χειρότερα, ότι μπορεί να υπογράψει μια συμφωνία ανταλλαγής των γλυπτών του Παρθενώνα ένα προς ένα με μοναδικά αρχαία έργα τέχνης που εκτίθενται σε ελληνικά μουσεία; Με τον Ηνιοχο των Δελφών, τη χρυσή προσωπίδα «του Αγαμέμνονα» ή το χρυσό στεφάνι του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης;
Τι πρέπει να γίνει; Να συνεχιστεί η συνεπής ελληνική διεκδίκηση επανένωσης του μνημείου με τα επιστημονικά επιχειρήματα, στα οποία έχει στηριχτεί ως τώρα, και στη βάση των οποίων έχει μεταστραφεί ακόμη και η βρετανική κοινή γνώμη. Να πάψουν τα ελληνικά ΜΜΕ να γράφουν άρθρα που προσβάλλουν τους χιλιάδες επιστήμονες και πολίτες στην Ελλάδα και το εξωτερικό, οι οποίοι πασχίζουν με συνέπεια και συνέχεια, εδώ και δεκαετίες για την επανένωση του αρχιτεκτονικού διάκοσμου του Παρθενώνα. Και, πάνω από όλα, να αποσυνδεθεί η διεκδίκηση των γλυπτών από οποιαδήποτε προεκλογική περίοδο! Μια λύση για αυτό είναι αυτή που έχει προτείνει ο καθηγητής Άγγελος Χανιώτης: μια επιτροπή επιστημόνων που θα συλλειτουργεί με μια διακομματική επιτροπή της Βουλής, για να προωθεί το ζήτημα της επιστροφής μέχρι την ευόδωσή του. Η αγωνιώδης προσπάθεια προσπορισμού κομματικού οφέλους διαφόρων κυβερνήσεων σε εκλογικές χρονιές έχει οδηγήσει από τη γελοιοποίηση του ζητήματος (θυμίζω τον διάλογο Μπλερ-Σημίτη) μέχρι ενέργειες που κινδύνευσαν να μας γυρίσουν δεκαετίες πίσω (όπως η ανάθεση του ζητήματος στην Αμάλ Αλαμουντίν από τον Α. Σαμαρά το 2014).
Το ίδιο κινδυνεύει να συμβεί και τώρα: ο προεκλογικός σχεδιασμός της κυβέρνησης Μητσοτάκη περιλαμβάνει «κάτι από μάρμαρα», πάση θυσία. Κι αν ο Πρωθυπουργός της Βρετανίας αρνήθηκε να συναντήσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη στην τελευταία του επίσκεψη στο Λονδίνο, αυτό δεν πτόησε το επικοινωνιακό επιτελείο του Μαξίμου που «διέρρευσε» ειδήσεις για διαπραγματεύσεις με το Βρετανικό Μουσείο, με αποτέλεσμα να γίνουν σκληρές δηλώσεις από την βρετανική κυβέρνηση (στην ευθύνη της οποίας είναι η αλλαγή του βρετανικού νόμου), κάτι που θα έπρεπε -και θα μπορούσε- να έχει αποφευχθεί.
Ακόμη χειρότερα, να αναπαράγεται τις τελευταίες μέρες στην πλειονότητα των ελληνικών ΜΜΕ –και μάλιστα αυτή τη φορά χωρίς ευθύνη της ελληνικής κυβέρνησης, η οποία διέψευσε τα σχετικά δημοσιεύματα– αμάσητη η προπαγάνδα του Βρετανικού Μουσείου για «δανεισμό» των γλυπτών ως «εξαίρετη συμφωνία». Σε κάποια θέματα χρειάζεται σοβαρότητα, συνέπεια και γνώση του πεδίου, αλλιώς τα αποτελέσματα θα μας εκπλήξουν όλους δυσάρεστα.
Πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων.
Αναδημοσίευση από την ιστοσελίδα antapocrisis