Ο ΜΠΑΪΝΤΕΝ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΕΙ ΓΙΑ ΝΕΟ ΚΥΜΑ ΤΗΣ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ, ΑΛΛΑ ΤΟ ΖΟΥΜΙ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΑΛΛΟΥ
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, μιλώντας την Τρίτη 21 Ιουνίου σε συνέντευξη τύπου αυτοεπαινέθηκε για τις προσπάθειες της κυβέρνησής του να επεκτείνει τους εμβολιασμούς κατά της COVID-19 σε νήπια κάτω των πέντε ετών. Ως εδώ, θάλεγε κάποιος, οι σκοποί του ήταν ευγενικοί. Όμως, το παρασύνθημα βρίσκεται κρυμμένο στο εξής απόσπασμα: «Χρειαζόμαστε περισσότερα χρήματα για να καταστρώσουμε τα σχέδιά μας για τη δεύτερη πανδημία. Θα υπάρξει άλλη μια πανδημία», προειδοποίησε ο πρόεδρος, χωρίς να υπεισέλθει σε λεπτομέρειες σχετικά με το τι μπορεί να συνεπάγεται αυτό το νέο κύμα. Άρα, ουσιαστικά, ο Μπάιντεν με αφορμή την πανδημία, ζητά «χρήματα». Το ζήτημα έχει πονηρές πλευρές και αξίζει να το δούμε προσεκτικότερα.
Η μεγάλη άνοδος των τιμών παγκοσμίως είχε ξεκινήσει αρκετά πριν τον Φεβρουάριο φέτος, με κύρια αιτία την εκτύπωση χρήματος από τις ΗΠΑ και την ΕΕ προκειμένου να αποτρέψουν τυχόν ύφεση σαν αποτέλεσμα του ξεσπάσματος της COVID-19. Οι καραντίνες και οι περιορισμοί που αναγκαστικά επιβλήθηκαν είχαν οδηγήσει σε έκρυθμες καταστάσεις όσο αφορά τις παραγωγικές διαδικασίες παγκοσμίως με κίνδυνο να επακολουθήσει μια σοβαρή διεθνής ύφεση και οικονομική κρίση. Οι κεντρικές τράπεζες αντιμετώπισαν τον κίνδυνο με τον συνήθη τρόπο: πλημυρίζοντας με φρεσκοτυπωμένο χρήμα την αγορά. Μπορεί η ύφεση να αποφεύχθηκε, αλλά επακολούθησε ο πληθωρισμός, ο οποίος βεβαίως εντάθηκε μετά και τις περιβόητες κυρώσεις που οδήγησαν σε περιστολή των προμηθειών σε πρώτες ύλες και επομένως στη μεγάλη αύξηση των τιμών τους που επηρεάζει ολόκληρη την αλυσίδα παραγωγής αγαθών.
Η προσπάθεια του Μπάιντεν να αποδώσει τον πληθωρισμό στον Πούτιν με την παροιμιώδη έκφραση «οι αυξήσεις τιμών του Πούτιν» προκάλεσε υπομειδιάματα στους ειδικούς, αλλά το βασικότερο είναι ότι απορρίπτεται από το συντριπτικό ποσοστό των Αμερικανών ψηφοφόρων, το 52% των οποίο θεωρεί ως υπεύθυνο τον ίδιο τον Μπάιντεν με τον Πούτιν να ψηφίζεται μόνο από το 11%.
Τον προηγούμενο μήνα, ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ (US Federal Reserve), ανακοίνωσε ως κεντρικό καθήκον της τράπεζας τον πόλεμο κατά του πληθωρισμού, που πλέον τρέχει στις ΗΠΑ με ρυθμό 8.6% σε ετήσια βάση, τον υψηλότερο από τον Δεκέμβριο του 1981. Το έργο μας θα είναι δύσκολο, είπε ο πρόεδρος της Fed, Jerome Powell, και δεν αποκλείεται να μην αποφύγουμε την ύφεση με τη χρήση των εργαλείων που διαθέτουμε.
Έτσι ξεκίνησε ο νέος κύκλος αύξησης των επιτοκίων που προκαλεί πτώση των τιμών των ομολόγων και ανατριχίλα στις χρηματαγορές παντού στον κόσμο. Εδώ και σαράντα χρόνια έχουν δημιουργηθεί τεράστια χρηματικά αποθέματα τα οποία μη βρίσκοντας διέξοδο σε παραγωγικές επενδύσεις, ακολουθούν κύκλους διείσδυσης σε διάφορους τομείς της χρηματο-οικονομικής σφαίρας (αγορά γης, χρηματιστήρια, hedge funds κ.α.) προκαλώντας φούσκες διαρκώς, οι οποίες κάθε τόσο θέτουν σε κίνδυνο την ευστάθεια της παγκόσμιας οικονομίας όπως απέδειξε η κρίση του 2008.
Η αύξηση των επιτοκίων με στόχο το χτύπημα του πληθωρισμού έμοιαζε αρχικά να είχε την ευλογία του Μπάιντεν. Όμως, αναλυτές με αριστερό προσανατολισμό και παράδοση σε ακριβείς προβλέψεις, προειδοποίησαν ότι ο Μπάιντεν θα ανακρούσει πολύ σύντομα πρύμναν, επειδή με την αύξηση των επιτοκίων θα θιγούν οι κάτοχοι αξιών (μετοχές, ομόλογα).
Και ιδού, πριν αλέκτορα φωνήσαι τρις, ο Μπάιντεν ζητά και άλλα χρήματα, υποτίθεται για να προετοιμαστεί για το δεύτερο μεγάλο κύμα της πανδημίας. Αλλά πού θα βρεθούν τα χρήματα; Προφανώς με τον παλιό, δοκιμασμένο μηχανισμό της εκτύπωσής τους που δεν κοστίζει και πολύ.
Η συνέχεια, εφόσον ικανοποιηθεί (και θα ικανοποιηθεί) το αίτημα του Μπάιντεν θα είναι να δούμε διψήφια νούμερα πληθωρισμού στις ΗΠΑ. Τα λιμνάζοντα κεφάλαια, που εδώ και χρόνια λιγουρεύονται την «κατάληψη» της Ρωσίας με τα τεράστια αποθέματα σε πρώτες ύλες, θα ωθήσουν σε ακόμη επιθετικότερες συμπεριφορές τις ΗΠΑ, προκειμένου να επιτύχουν τη διέξοδο που ονειρεύονται προς Ανατολάς. Οι επενδύσεις σε μη παραγωγικούς τομείς (βιομηχανία όπλων) θα ενταθούν και ενδεχομένως να δούμε νέες περιπέτειες των Δυτικών πολέμαρχων με την Κίνα.
Επίσης το δολάριο και το ευρώ θα χάσουν και άλλο από την αξία της ισοτιμίας τους εντείνοντας τις αυξητικές τάσεις στις τιμές των εμπορευμάτων. Τα νομίσματα χωρών που διαθέτουν «σκληρές» πρώτες ύλες ή έχουν στενή συσχέτιση με τον χρυσό θα συνεχίσουν να ανατιμώνται, επειδή οι πρώτες ύλες συμπεριφέρονται πολύ καλά σε πληθωριστικό περιβάλλον. Δεν είναι τυχαία η επανεκκίνηση των αγορών Ρωσικού χρυσού από την κεντρική τράπεζα της Ελβετίας τις τελευταίες μέρες ούτε οι μελέτες που επίμονα εμφανίζονται για το ενδεχόμενο σύνδεσης του Ρωσικού ρουβλιού με τον χρυσό.
Και όλα αυτά για να γλυτώσουμε από το νέο κύμα της …πανδημίας. Ευτυχώς για τις κυρίαρχες ελίτ της Δύσης, οι λαοί τους ακόμη δεν έχουν ξεσηκωθεί, αλλά κάτι μοιάζει επιτέλους να κινείται τελευταία.
ΕΝΤΕΙΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΦΟΒΟΙ ΓΙΑ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΗ ΤΩΝ ΞΕΝΩΝ ΕΠΕΝΔΥΤΩΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΗΠΑ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ ΑΥΤΟ ΕΧΕΙ ΣΗΜΑΣΙΑ
Ο δισεκατομμυριούχος Ray Dalio, ιδρυτής και συν-διαχειριστής του μεγαλύτερου παγκοσμίως Hedge Fund (δηλαδή αμοιβαίο κεφάλαιο αντιστάθμισης κινδύνου, όπως ευφημιστικά αποκαλούνται τα κεφάλαια διακινδύνευσης), Bridgewater Associates, σε συνέντευξή του στη γερμανική εφημερίδα Der Spiegel στις 10 Ιουνίου εξέφρασε, μεταξύ άλλων, την ανησυχία του για τις επιπτώσεις που θα έχει η πολιτική των κυρώσεων κατά της Ρωσίας όσο αφορά τον δανεισμό του Αμερικανικού Δημοσίου.
Ο Dalio, ο οποίος αυτή την περίοδο έχει προxωρήσει σε τεράστιες ανοιχτές πωλήσεις (short selling) σε Ευρωπαϊκές μετοχές, προβλέπει «σκοτεινούς καιρούς» για τη Δύση. Κατά τη γνώμη του, οι ΗΠΑ όχι μόνο έχουν περάσει την κορύφωση της εποχής τους ως κυρίαρχη οικονομική δύναμη, αλλά επιπλέον βρίσκονται στο χείλος του πολέμου με την Κίνα και τη Ρωσία. Επίσης, εκτιμά ότι ο στασιμοπληθωρισμός, δηλαδή ο πληθωρισμός που συνοδεύεται από ύφεση και γι΄αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολη η αντιμετώπισή τους με τα κλασικά εργαλεία, δεν μπορεί πλέον να αποφευχθεί.
Κατά τον Dalio, οι κυρώσεις της Δύσης αποτυγχάνουν μεν, αλλά δεν υπάρχουν άλλες επιλογές στη διάθεση της Ουάσιγκτον. «Οι κυρώσεις είναι το μόνο όπλο που μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι ΗΠΑ. Μέχρι στιγμής, η μείωση του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της Ρωσίας ήταν περίπου 15% [ΣΗΜ. ο αριθμός αυτός δεν είναι ακριβής. Οι τελευταίες εκτιμήσεις έχουν διορθωθεί από την Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας στο 7.8% με προειδοποίηση πιθανότητας περαιτέρω μείωσης]. Αυτό είναι υποφερτό για τον πληθυσμό. Ο Πούτιν θα έχει πρόβλημα να παραμείνει στην εξουσία μόνο εάν η οικονομία καταρρεύσει περισσότερο, ας πούμε έως και 40%,», είπε.
Ταυτόχρονα ο Dalio υποστήριξε ότι, ενώ αποτυγχάνουν στον άμεσο στόχο τους, δηλαδή να περιορίσουν την ικανότητα της Ρωσίας να πολεμήσει στην Ουκρανία, οι κυρώσεις βλάπτουν επίσης τις ΗΠΑ. «Μπορώ ήδη να σας πω με βεβαιότητα ότι και η Δύση υποφέρει από τις κυρώσεις. Άλλες χώρες [εννοεί κυρίως την Κίνα, αλλά και την Ινδία] απορρίπτουν όλο και περισσότερο τα αμερικανικά κρατικά ομόλογα επειδή φοβούνται ότι θα μπορούσαν να καταλήξουν σαν τη Ρωσία [δηλαδή, απλούστατα, το Αμερικανικό Δημόσιο να μην εκπληρώσει την υποχρέωση εξόφλησής τους επικαλούμενο “κυρώσεις”]. Αυτό αλλάζει την ισορροπία δυνάμεων σε όλο τον κόσμο» είπε.
Ο Dalio αναμένει ότι η σύγκρουση Ρωσίας-Ουκρανίας θα επιφέρει δραματικές αλλαγές για ολόκληρο τον κόσμο. «Το όλο θέμα θυμίζει τα έτη 1938 και 1939, όταν ο κόσμος ήταν στα πρόθυρα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου: δύο παγκόσμιες δυνάμεις βρίσκονται αντιμέτωπες και υποστηρίζονται από διαφορετικούς συμμάχους. Το πώς θα συμπεριφερθεί η Ινδία θα είναι καθοριστικό. Η χώρα ενδεχομένως να σταθεί στο πλευρό της ρωσικής οικονομίας εάν η Δύση μποϊκοτάρει τη Μόσχα. Σε κάθε περίπτωση, οι εποχές ενός παγκοσμιοποιημένου κόσμου με ελάχιστους εμπορικούς φραγμούς και ελεύθερη ροή κεφαλαίων έχουν τελειώσει», είπε.
Στο παρελθόν, με αφορμή κάποιες δηλώσεις του πρώην προέδρου της Ρωσίας, Μεντβέντεφ, είχα σχολιάσει αυτό το ζήτημα: O μεγαλύτερος αγοραστής ομολόγων του Federal Reserve των ΗΠΑ, η Κίνα, βλέποντας την τύχη που επιφυλάχτηκε στα αποθεματικά διαθέσιμα της Ρωσίας, δηλαδή την κατακράτησή τους από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους, είναι απολύτως λογικό να σκεφτεί να επαναπροσανατολίσει τα κεφάλαιά της αλλού. Με δεδομένες τις τεράστιες ευκαιρίες που ανοίγονται στη Ρωσία, ιδιαίτερα μετά την αποχώρηση των Δυτικών εταιριών, είναι φυσικό η Κίνα στο εξής, αντί να τοποθετεί τα διαθέσιμά της σε “χαρτιά” των ΗΠΑ να τα διοχετεύει προς επενδύσεις στη Ρωσία.
Μια τέτοια μεταβολή της χρήσης των τεράστιων Κινεζικών αποθεματικών θα αποτελέσει βαρύ χτύπημα για τον δανεισμό του Αμερικανικού δημοσίου, πάνω στον οποίο στηρίζουν την παγκόσμια ισχύ τους οι ΗΠΑ εδώ και χρόνια.
Αν και η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ έχει το δικαίωμα να αποδεχτεί ως εγγυήσεις ακόμη και πέτρες προκειμένου να τυπώσει δολάρια, είναι σαφές ότι μια τέτοια ανοιχτά υπερπληθωριστική ενέργεια θα καταρράκωνε την αξία του δολαρίου. Τα τελευταία τριάντα χρόνια είχε εφευρεθεί το «αεικίνητο» με το λεγόμενο πάντρεμα (coupling) της Κινεζικής με την Αμερικανική οικονομία ως μηχανισμός τυπώματος δολαρίων με ταυτόχρονη συγκράτηση του πληθωρισμού στις τιμές καταναλωτή λόγω των φτηνών εισαγωγών μέσω των φρεσκοτυπωμένων δολαρίων. Όπως έγραφα προ τριών μηνών:
«Κατά τη δική μου γνώμη, η αναφορές [του Μεντβέντεφ] αποτελούν υπενθύμιση προς την Κίνα ότι το τεράστιο απόθεμα ομολόγων του Αμερικανικού Δημοσίου τα οποία διαθέτει μπορεί να μετατραπεί σε σκέτα χαρτιά. Οι εκτεταμένες αγορές αμερικανικών ομολόγων από την Κίνα αποτελούν βασικό μηχανισμό για το τύπωμα δολαρίων από την FRB [Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ], τα οποία εν μέρει χρησιμοποιούνται για την αγορά φτηνών Κινεζικών προϊόντων από τις ΗΠΑ.
Αυτό το ζευγάρωμα των δύο οικονομιών, αμερικανικής και Κινεζικής, χαρακτηρίζει την παγκόσμια οικονομία κατά τα 30 προηγούμενα χρόνια και δεν γνωρίζω πόσο εύκολα θα απεξαρτηθεί από αυτό η Κίνα–αλλά οπωσδήποτε, αν κάτι προμηνύουν οι εξελίξεις στο Ουκρανικό, είναι τα σοβαρά βήματα που θα κάνει η Κίνα για την απεξάρτησή της από τα αμερικανικά “χαρτιά”.
Για να δούμε αν στο μέλλον η Ρωσία (και τρίτες χώρες) θα μπορέσει να αντικαταστήσει τις ΗΠΑ ως η κύρια αγορά των Κινεζικών προϊόντων μέσω της προμήθειας πρώτων υλών στην Κινεζική βιομηχανία. Αν επιτύχει αυτό το νέο ζευγάρωμα, οι ΗΠΑ θα βρεθούν σε δύσκολη θέση, επειδή τότε είναι που θα σπάσει το δολαριο-κεντρικό σύστημα που μας κληροδότησε ο 20ος αιώνας.»