Τι νομίζεις είναι ο καλλιτέχνης; ένας ηλίθιος που έχει μονάχα μάτια αν είναι εικαστικός, μονάχα αυτιά, αν είναι μουσικός, ή μια λύρα σε κάθε χώρο της καρδιάς του αν είναι ποιητής – ή, αν είναι μποξέρ, μόνο μια μάζα μύες; Αντίθετως. Ο καλλιτέχνης είναι ένα πολιτικό ον συνεχώς σε εγρήγορση απέναντι στα τρομαχτικά, παθιασμένα ή ευχάριστα γεγονότα στον κόσμο, που διαρκώς μετουσιώνεται κατ’ εικόνα και ομοίωσή τους. Πώς είναι δυνατόν να μη νοιάζεσαι για τους άλλους ανθρώπους, και με ποιά ψυχρή αδιαφορία μπορείς να αποστασιοποιηθείς από τη ζωή που οι ίδιοι θυσιάζουν εν αφθονία; Όχι, η ζωγραφική δεν είναι για να διακοσμείς διαμερίσματα. Η ζωγραφική είναι αμυντικό και επιθετικό όπλο εναντίον του Εχθρού
Πάμπλο Πικάσο
Το Μουσείο Αλληλεγγύης, που σήμερα ονομάζεται Μουσείο Αλληλεγγύης Σαλβαδόρ Αλλιέντε, δημιουργήθηκε το 1971, πρώτο χρόνο της κυβέρνησης του Σαλβαδόρ Αλλιέντε, χάρη στον αυθορμητισμό και τη γενναιοδωρία των καλλιτεχνών όπου γης, που ήθελαν να σταθούν στο πλευρό του λαού της Χιλής.
Η Μαρία Χοσέ Ελμέτρε, συντονίστρια του αρχείου του Μουσείου σήμερα, που μας ξεναγεί στο χώρο και τα έργα, μας λέει πως, τότε, το 1971, σε κάποια διεθνή καλλιτεχνική στρογυλή τράπεζα, έπεσε η ιδέα από τον Χοσέ Μαρία Μορένο Γκαλβάν, διάσημο Ισπανό κριτικό Τέχνης, για τη δημιουργία ενός χώρου τέχνης, όπου θα φιλοξενούνταν έργα των αλληλεγγυων καλλιτεχνών. Ο χιλιάνος Χοσέ Μπαλμές και ο ιταλός Κάρλο Λέβι, αγκάλιασαν την ιδέα, που άμεσα μεταφέρθηκε στον ίδιο τον Αλλιέντε. Την αγκάλιασε με ενθουσιασμό.
Την πραγμάτωση ανέλαβε ο Μάριο Πεδρόσα, βραζιλιάνος κριτικός τέχνης, που τότε είχε βρει καταφύγιο, εξόριστος, στη Χιλή. Και τα έργα δεν άργησαν να αρχίσουν να φτάνουν. Στην Εθνική Επιτροπή που δημιουργήθηκε, την Εθνική Επιτροπή Καλλιτεχνικής Αλληλεγγύης με τη Χιλή, άλλωστε, εντάχθηκαν διακεκριμένοι διανοούμενοι, καλλιτέχνες, επιμελητές και διευθυντές μουσείων από όλο τον κόσμο, τη Σουηδία, τις ΗΠΑ, από τη Βρετανία ο Ρόλαντ Πενρόουζ, o Φερνάντο Γκαμπόα από το Μεξικό…
«Και κάπως έτσι δημιουργήθηκε, οργανώθηκε και άρχισε να δουλεύει η ομάδα, κι όλοι τους δρούσαν σαν πρεσβευτές στη χώρα τους, να πείσουν τους καλλιτέχνες να δωρίσουν έργα στο λαό της Χιλής. Κι έτσι άρχισαν να καταφθάνουν τα έργα. Κάπου εξακόσια έργα μαζεύτηκαν την πρώτη περίοδο, κατά την οποία το ονομάζουμε Μουσείο Αλληλεγγύης, γιατί αυτό ήταν το όνομά του, μετά τα εγκαίνια το Μάη του 1972. Του χρόνου γιορτάζουμε τα πενήντα του χρόνια. Κι έτσι γεννήθηκε το μουσείο, και οργάνωσε τρεις εκθέσεις ως το 1973».
Κι ύστερα ήρθε το πραξικόπημα του Πινοτσέτ. Το Σεπτέμβριο του 1973. «Τότε το μουσείο παρέλυσε, κι όλοι οι οργανωτές, οι ιδρυτές του κι όσοι δούλευαν γι’ αυτό φύγανε στην εξορία.. Άλλοι στη Γαλλία, άλλοι στην Κούβα, άλλοι στο Μεξικό, κάποιοι, επίσης, στην Ισπανία Οπότε αυτό που έμεινε από το μουσείο ήταν κάποια έργα, κι όχι όλα, πολλά εξαφανίστηκαν, άλλα μεταφέρθηκαν στο εθνικό μουσείο καλών τεχνών, ή αποθηκεύτηκαν στο μουσείο σύγχρονης τέχνης Κι εκεί «κοιμήθηκαν», ας το πω, [ξεχάστηκαν] μέχρι το τέλος της δικτατορίας».
Το Μουσείο Αλληλεγγύης μπορεί να είχε μπει «στον πάγο» από τη χούντα του Πινοτσέτ, ο αγώνας όμως συνεχίζονταν. Και το νέο όνομά του ήταν Αντίσταση.
«Το 1975, ξεκίνησε, από την Κούβα και τη Γαλλία η ιδέα να ξαναγεννηθεί το μουσείο, αλλά, τώρα, με την οπτική της αντίστασης και της καταγγελίας των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που συνέβαιναν στη Χιλή. Δημιουργήθηκε μια εκτελεστική επιτροπή, στην οποία μετείχαν η [γραμματέας του Αλλιέντε] Μίρια Κοντρέρας, η οποία συνεργαζόταν με την Κάζα ντε λας Αμέρικας, στην Αβάνα, o [καταλανός κομμουνιστής] Χοσέ Μπάλμες, o [χιλιάνος καθηγητής φιλοσοφίας] Πέδρο Μίρας, ο [συγγραφέας] Μιγκέλ Ρόχας Μιξ κι άρχισαν από τη Γαλλία, από το Παρίσι, την οργάνωση του Διεθνούς Μουσείου της Αντίστασης Σαλβαδόρ Αλλιέντε, που από το 1975 ως το 1990 συγκέντρωσε μια μεγάλη ποσότητα έργων. Μαζεύτηκαν έργα και χρήματα από πολλές χώρες του κόσμου, Γαλλία, Ισπανία, Σουηδία, Φινλανδία, ενώ παράλληλα έφτιαχναν και μουράλ οι μπριγάδες [εικαστικών, στην παρανομία]. Στην χιλιάνικη εικαστική ιστορία, που γιγαντώθηκε με την κυβέρνηση Αλλιέντε, ήταν σημείο αναφοράς τα μεγάλα μουράλ».
Κ|ι όχι μόνο τότε. Τα μεγάλα μουράλ της αντίστασης, που γεννιούνται αρχές του 20ου αιώνα στο Μεξικό, από τον Ντιέγκο Ριβέρα, τον Χοσέ Κλεμέντ Ορόσκο και τον Νταβίντ Αλφάρο Σικέιρος, γίνονται τρόπος έκφρασης των κινημάτων σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική. Τα μουράλ γίνονται το επαναστατικό ευαγγέλιο των αγραμμάτων, των κολασμένων, είναι ο τρόπος να κρατηθεί ζωντανό το όνειρο, να διαδοθεί, να νικήσει. Η Τέχνη δεν είναι για να στολίζει τοίχους στα σπίτια των ελίτ, είναι για να ξεσηκώνει το λαό.
στην Επανάσταση η Τέχνη ανθίζει από τα κάτω, σα λουλούδι
Ρομπέρτο Μάττα
Η ιδιαιτερότητα της Χιλής είναι οι μπριγάδες των καλλιτεχνών μουραλίστας. Με πρώτη τη θρυλική Μπριγάδα Ραμόνα Πάρα, τους «βοηθούς» του Ρομπέρτο Μάττα στην δημιουργία του «Πρώτου Γκολ του Χιλιάνικου Λαού» – έργου που ο Πινοτσέτ διέταξε να το εξαφανίσουν, που η χούντα κάλυψε με δεκαπέντε στρώματα μπογιά, και που χάρη σε κάποιους άοκνους καλλιτέχνες, ιστορικούς και συντηρητές αποκαλύφθηκε και πάλι πριν λίγα χρόνια, και σήμερα ξαναστολίζει το Σαντιάγο.
Διαβάστε περισσότερα στο ThePressProject