Τι είναι και ποιους ωφελεί το πρόγραμμα «Ελλάδα 2.0»
του Γιάννη Τόλιου, διδάκτορα Οικονομικών
Το «Σχέδιο Ανάκαμψης & Ανθεκτικότητας 2021-2026» (ή «Ελλάδα 2.0»), η κυβέρνηση προσπαθεί να το εμφανίσει ως όχημα για τον «πράσινο» και «ψηφιακό» μετασχηματισμό της οικονομίας, που μέλει «να οδηγήσει τη χώρα σε μια νέα εποχή».! Το όλο «αφήγημα» χαρακτηρίζεται από εξωραϊσμό και κρυψίνοια της βαθιάς νεοφιλελεύθερης λογικής του, που αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση εγχώριων και ξένων ολιγαρχικών συμφερόντων, διαιωνίζοντας τα παραγωγικά και κοινωνικά αδιέξοδα της χώρας.
1. Τα «λεφτόδεντρα» και οι υποσχέσεις
Ειδικότερα το Σχέδιο «Ελλάδα 2.0», εντάσσεται στα πλαίσια του ευρωπαϊκού «Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας», που συνδυάζει μέτρα ανάκαμψης λόγω πανδημίας, με το μεσοπρόθεσμο 7ετές πρόγραμμα δαπανών του προϋπολογισμού της ΕΕ. Οι προβλεπόμενοι πόροι για την Ελλάδα, στο διάστημα 2021-26, εκτιμώνται σε 30,5 δις €, από τους οποίους 17,8 δις «επιχορηγήσεις» και 12,7 δις «δάνεια». Τα συγκεκριμένα κονδύλια θα ενεργοποιήσουν πρόσθετους πόρους (26,5 δις) από ιδιώτες κεφαλαιούχους και τράπεζες, με αποτέλεσμα οι συνολικές επενδύσεις να ανέλθουν 57 δις € ως το 2026. Ειδικότερα οι «επιχορηγήσεις» (17,8 δις) θα κατευθυνθούν, στην «πράσινη» μετάβαση (6 δις), στην «ψηφιακή» μετάβαση (2,1 δις), σε «απασχόληση-δεξιότητες-κοινωνική συνοχή» (5,2 δις), καθώς στη «στήριξη ιδιωτικών επενδύσεων» (4,8 δις). Όσο για τα «δάνεια» (12,7 δις) θα πάνε όλα στη στήριξη ιδιωτικών επενδύσεων (κίνητρα, ΣΔΙΤ κά). Αξίζει να σημειωθεί ότι πολύ λίγες χώρες της ΕΕ έχουν ζητήσει στήριξη σε «δάνεια» (μόνο Ελλάδα, Ιταλία και κάτι λίγα Πολωνία), γνωρίζοντας ότι θα τα βρουν μπροστά τους.!!
Από την πρώτη ανάγνωση της κατανομής των κονδυλίων, γίνεται φανερό ότι αυτοί που θα ωφεληθούν, είναι οι μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις και επιχειρηματικοί όμιλοι, σε τομείς και κλάδους που υπαγορεύει η ΕΕ (τελική αξιολόγηση και έγκριση των έργων, θα κάνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή) και όχι με βάση τις αναγκαιότητες ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας, τη δημιουργία βιώσιμων ΜΜ-Επιχειρήσεων, τις ανάγκες των εργαζόμενων και του ελληνικού λαού και πρώτα απ’ όλα στη στήριξη του δημόσιου συστήματος υγείας, που από το «Ελλάδα 2.0» προβλέπονται να διατεθούν πολύ λίγα (μόλις 5%). Να σημειώσουμε ότι οι «επιχορηγήσεις» που εμφανίζονται ως ….«λεφτόδεντρα» δεν είναι δωρεάν (η Ελλάδα εισφέρει στον προϋπολογισμό της ΕΕ), ενώ τα «δάνεια» προσαυξάνουν το δημόσιο χρέος, το οποίο κινείται σε ύψη ρεκόρ (381 δις α’ τρίμηνο 2021 ή 230% του ΑΕΠ).!
2. Ο «πράσινος» και «ψηφιακός μετασχηματισμός»
Σημαντικό μέρος των «επιχορηγήσεων» (38%) προβλέπεται να καλύψει έργα και δράσεις για την «πράσινη μετάβαση» (αύξηση ενεργειακής απόδοσης κτηρίων, υποδομές φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων, ηλεκτρικά λεωφορεία, επέκταση ΑΠΕ με ανεμογεννήτριες, φωτοβολταϊκά, κά). Εδώ ωστόσο προκύπτουν κρίσιμα ερωτήματα. Ασφαλώς η μείωση των ρύπων είναι αναγκαία. Όμως η μετάβαση στην «πράσινη» ενέργεια έχει πολλές όψεις. Τι θα γίνει με τις υπό απολιγνιτοποίηση περιοχές (Μεγαλόπολη, Πτολεμαΐδα, κά); Επίσης οι ανεμογεννήτριες δημιουργούν προβλήματα στο περιβάλλον και υπάρχουν σφοδρές αντιδράσεις σε πολλά μέρη της χώρας. Από την άλλη το μεγαλύτερο μέρος του εξοπλισμού για τις ΑΠΕ είναι εισαγόμενο, κυρίως από Γερμανία, όπως και τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα και ο αντίστοιχος εξοπλισμός φόρτισης τους. Ποια είναι η «αλυσίδα αξίας» που δημιουργείται στην εθνική οικονομία και οι θέσεις εργασίας με την «πράσινη» μετάβαση; Αρκεί το «αόρατο χέρι της αγοράς» να τις δημιουργήσει ή μήπως πρέπει να συνδυαστούν με ένα εθνικό πρόγραμμα παραγωγικής ανόρθωσης της χώρας; Τελικά τα «ζήτω» αφορούν τις «επιχορηγήσεις» και τα «δάνεια» που μετατρέπονται σε ενισχύσεις και κύκλο εργασιών, κυρίως γερμανικών εταιριών και μερικών εγχώριων ολιγαρχών;
Ιδιαίτερα έντονος είναι ο θόρυβος της κυβέρνηση για τη «ψηφιακή μετάβαση». Στην ουσία δεν πρόκειται για νέες εξαγγελίες, αλλά για την επανάληψη σχεδίων που περιλαμβάνει η Βίβλος Ψηφιακού Μετασχηματισμού 2020-2025. Εν συντομία προβλέπονται επενδύσεις για την ανάπτυξη δικτύου οπτικών ινών στα κτήρια και διευκόλυνση διαδρόμων δικτύων 5G στους αυτοκινητοδρόμους. Επίσης ψηφιοποίηση κρατικών αρχείων σε διαφόρους τομείς (υγεία, δικαιοσύνη, πολεοδομία, κτηματολόγιο, ΕΦΚΑ, κλπ), ανάπτυξη πληροφοριακού συστήματος διαχείρισης συναλλαγών δημοσίου με πολίτες και επιχειρήσεις, καθώς ψηφιοποίηση φορολογικών υπηρεσιών, φορολογικών ελέγχων, κά. Τέλος σχεδιάζονται δράσεις ψηφιοποίησης στον τομέα της υγείας, παιδείας και κοινωνικής προστασίας. Ωστόσο «κομβικά» ζητήματα της ψηφιοποίησης, που αφορούν πολίτες, δημόσιες υπηρεσίες και ΜμΕ, μένουν αναπάντητα.
3. Κρίσιμα ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα
Ειδικότερα στο πεδίο της απασχόλησης και των εργασιακών σχέσεων, οι ελαστικές μορφές απασχόλησης μέσω «τηλεργασίας» κά, διευρύνονται ενώ δεν προβλέπεται καμιά αύξηση του κατώτατου μισθού. Στον τομέα της παιδείας, δεν υπάρχει κάποιο ριζοσπαστικό μέτρο, πχ. εξασφάλιση δωρεάν σύνδεσης με το διαδίκτυο μαθητών-σπουδαστών-διδασκόντων, ούτε εντατικά προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης ανέργων, εργαζόμενων και μικροεπιχειρηματιών για υπέρβαση του ψηφιακού αναλφαβητισμού. Μεγάλα ερωτηματικά προκύπτουν επίσης με τη ψηφιοποίηση δημοσίων αρχείων και την αποθήκευση τους στο «νέφος» (cloud computing), χωρίς διασφάλιση δημοσίου συμφέροντος και κυρίως την αποφυγή πολύμορφης εκμετάλλευσης (εμπορικής, πολιτικής) ευαίσθητων κρατικών και προσωπικών δεδομένων. Επίσης η ψηφιοποίηση φορολογικών υπηρεσιών που θα μπορούσε να διευκολύνει τον έλεγχο μεγάλου μέρους της φοροδιαφυγής, όπως πχ. το λαθρεμπόριο καυσίμων», χρειάζεται πρώτα από όλα πολιτική βούληση η οποία έχει αποδειχτεί ότι δεν υπάρχει (ατελές σύστημα εισροών-εκροών για να μη θιγούν «ισχυρά συμφέροντα»). Το ίδιο ισχύει με την «Επιτροπή Ανταγωνισμού» και τους ελέγχους «κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης» (ολιγοπωλιακή δομή αγοράς). Για παράδειγμα το ολιγοπώλιο επικοινωνιών (ΟΤΕ-Vodafon-Wind), θα συνεχίζει ανεξέλεγκτο να καθορίζει υψηλές τιμές στα τέλη σύνδεσης και οι 4 συστημικές τράπεζες στις ηλεκτρονικές συναλλαγές; Τέλος στη «γενική εικόνα», τα κονδύλια του προγράμματος «Ελλάδα 2.0», προβλέπεται να ανέλθουν συνολικά 57 δις € και ασφαλώς δεν καλύπτουν το μεγάλο επενδυτικό κενό που δημιουργήθηκε στην ελληνική οικονομία την τελευταία δεκαετία. Οι δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις είναι κατά μέσο όρο το χρόνο, μόλις το ½ εκείνων πριν την κρίση (20 δις το 2009 και γύρω στα 10 δις κάθε χρόνο ως 2020). Για να έχουμε μια ανάπτυξη 3%-4% ετησίως ως το 2026, απαιτούνται επενδύσεις 40 δις το χρόνο ή συνολικά 240 δις.! Το πρόγραμμα «Ελλάδα 2.0» με τα 57 δις ως το 2026, είναι ζήτημα αν μπορεί να στηρίξει ετήσιους ρυθμούς αύξησης ΑΕΠ 1,2% και συνολικά 7% ως το 2026.! Κατά συνέπεια η «δημιουργία 180.000-200.000 νέων, καλών, μόνιμων θέσεων εργασίας» που δημαγωγικά προβάλλει η κυβέρνηση, δεν αντιστοιχούν, σύμφωνα με την εμπειρία, ούτε σε 150.000 νέες θέσεις. Αυτό σημαίνει διατήρηση της ανεργίας σε υψηλά επίπεδα (σε ΕΕ είναι 7,6% και σε Ελλάδα 17%, στις γυναίκες 21,4% και νέους ως 24 ετών 46,8%), η οποία θα τροφοδοτείται από απολύσεις και μείωση των θέσεων εργασίας λόγω εντατικοποίηση σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του νέου αντεργατικού νόμου. Κατά συνέπεια, αν κάτι χρειάζεται για την πραγματική ανάκαμψη της οικονομίας και μείωση της ανεργίας, είναι ένα εναλλακτικό σχέδιο «παραγωγικής ανόρθωσης» με επίκεντρο τις κοινωνικές ανάγκες, στήριξη της αγοραστικής δύναμης μισθών και συντάξεων για αναζωογόνηση της ζήτησης, αναβάθμιση δημόσιων συστημάτων υγείας, παιδείας και πρόνοιας, εκτεταμένο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, προώθηση του ψηφιακού και πράσινου μετασχηματισμού και άλλων ριζοσπαστικών μέτρων. Πάνω απ’ όλα χρειάζεται βαθιά απομείωση δημόσιου χρέους, κατάργηση νεοφιλελεύθερων πολιτικών και αποτροπή επιβολής νέου υπερ-Μνημονίου και υπερεθνικής επιτροπείας, με «δολοφονικά πλεονάσματα», τα οποία ήδη σχεδιάζουν να επιβάλλουν κυβέρνηση και υπερεθνική ελίτ, στα επόμενα χρόνια.
Όμως το εναλλακτικό σχέδιο προϋποθέτει και μια πραγματικά λαϊκή κυβέρνηση. Οι ενωτικοί αγώνες διεκδίκησης και αποτροπής των αντιλαϊκών μέτρων, αποτελούν φερέγγυο «οδικό χάρτη» για ένα ελπιδοφόρο μέλλον.